1. Τα κριτήρια επιλογής μπορεί να αφορούν:
α) την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας,
β) την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια,
γ) την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα.
Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν στους οικονομικούς φορείς ως απαιτήσεις συμμετοχής μόνο τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4. Οι αναθέτουσες αρχές περιορίζουν τις όποιες απαιτήσεις συμμετοχής σε εκείνες που είναι κατάλληλες ώστε να διασφαλίζεται ότι ο υποψήφιος ή ο προσφέρων έχει τις εκ του νόμου απαιτούμενες προϋποθέσεις, τις χρηματοοικονομικές δυνατότητες, καθώς και τις τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητες που απαιτούνται για την εκτέλεση της υπό ανάθεση σύμβασης. Όλες οι απαιτήσεις σχετίζονται και είναι ανάλογες με το αντικείμενο της σύμβασης.
2. Όσον αφορά την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να είναι εγγεγραμμένοι σε ένα από τα επαγγελματικά ή εμπορικά μητρώα που τηρούνται στο κράτος μέλος εγκατάστασής τους, όπως περιγράφεται στο παράρτημα XI του Προσαρτήματος Α ή να συμμορφώνονται με οποιαδήποτε άλλη απαίτηση ορίζεται στο παράρτημα αυτό.
Στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών, στο μέτρο που οι οικονομικοί φορείς πρέπει να διαθέτουν ειδική έγκριση ή να είναι μέλη συγκεκριμένου οργανισμού για να μπορούν να παράσχουν τη σχετική υπηρεσία στη χώρα καταγωγής τους, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να τους ζητεί να αποδείξουν ότι διαθέτουν την έγκριση αυτή ή ότι είναι μέλη του εν λόγω οργανισμού.
3. Όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν απαιτήσεις που να διασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν την αναγκαία οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα για την εκτέλεση της σύμβασης. Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς, ιδίως να έχουν έναν ορισμένο ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών, συμπεριλαμβανομένου ορισμένου ελάχιστου κύκλου εργασιών στον τομέα δραστηριοτήτων που αποτελεί το αντικείμενο της σύμβασης. Επίσης, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς, παρουσιάζοντας την αναλογία, για παράδειγμα, στοιχείων ενεργητικού και παθητικού. Μπορούν επίσης να απαιτούν κατάλληλο επίπεδο ασφαλιστικής κάλυψης έναντι επαγγελματικών κινδύνων.
Ο ελάχιστος ετήσιος κύκλος εργασιών που απαιτείται να έχουν οι οικονομικοί φορείς δεν υπερβαίνει το διπλάσιο της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, όπως σχετικά με τους ειδικούς κινδύνους που αφορούν τη φύση των έργων, των υπηρεσιών ή των αγαθών. Η αναθέτουσα αρχή αναφέρει τους βασικούς λόγους για την απαίτηση αυτή στα έγγραφα της σύμβασης ή στη χωριστή έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 358.
Η αναλογία, για παράδειγμα, στοιχείων ενεργητικού και παθητικού μπορεί να λαμβάνεται υπόψη όταν η αναθέτουσα αρχή προσδιορίζει τις μεθόδους και τα κριτήρια της συνεκτίμησης αυτής στα έγγραφα της σύμβασης. Οι μέθοδοι και τα κριτήρια αυτά χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, αντικειμενικότητα και αποφυγή διακρίσεων.
Όταν μια σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε σχέση με κάθε επιμέρους τμήμα. Εντούτοις, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να καθορίζει τον ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών που πρέπει να έχουν οι οικονομικοί φορείς ανά ομάδες τμημάτων, σε περίπτωση που ανατεθούν στον ανάδοχο περισσότερα τμήματα που πρέπει να εκτελεστούν ταυτοχρόνως.
Εάν οι συμβάσεις βάσει συμφωνίας-πλαίσιο πρόκειται να ανατεθούν μετά από προκήρυξη νέου διαγωνισμού, η μέγιστη απαίτηση ετήσιου κύκλου εργασιών που αναφέρεται στο πέμπτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου υπολογίζεται βάσει του αναμενόμενου μέγιστου μεγέθους των συγκεκριμένων συμβάσεων που θα εκτελεστούν ταυτοχρόνως, ή, εάν αυτό δεν είναι γνωστό, βάσει της εκτιμώμενης αξίας της συμφωνίας-πλαίσιο. Στην περίπτωση δυναμικών συστημάτων αγορών, η μέγιστη απαίτηση ετήσιου κύκλου εργασιών που αναφέρεται στο πέμπτο εδάφιο υπολογίζεται βάσει του αναμενόμενου μέγιστου μεγέθους των συγκεκριμένων συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος.
4. Όσον αφορά την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν απαιτήσεις που να εξασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν τους αναγκαίους ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους και την εμπειρία για να εκτελέσουν τη σύμβαση σε κατάλληλο ποιοτικό επίπεδο.
Οι αναθέτουσες αρχές μπορεί να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς, ιδίως, να διαθέτουν επαρκές επίπεδο εμπειρίας, αποδεικνυόμενο με κατάλληλες συστάσεις από συμβάσεις που έχουν εκτελεστεί κατά το παρελθόν. Μια αναθέτουσα αρχή μπορεί να θεωρεί ότι ένας οικονομικός φορέας δεν διαθέτει τις απαιτούμενες επαγγελματικές ικανότητες εάν διαπιστώσει ότι ο οικονομικός φορέας έχει συγκρουόμενα συμφέροντα που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την εκτέλεση της σύμβασης.
Στο πλαίσιο διαδικασιών σύναψης δημόσιας σύμβασης προμήθειας αγαθών για τα οποία απαιτούνται εργασίες τοποθέτησης ή εγκατάστασης, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων, η επαγγελματική ικανότητα των οικονομικών φορέων να παράσχουν αυτή την υπηρεσία ή να εκτελέσουν την εγκατάσταση ή τα έργα μπορεί να αξιολογείται βάσει της τεχνογνωσίας τους, της αποτελεσματικότητας, της εμπειρίας και της αξιοπιστίας τους.
5. Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν τα απαιτούμενα κριτήρια συμμετοχής που μπορεί να εκφράζονται ως ελάχιστα επίπεδα ικανότητας, καθώς και τα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, στην προκήρυξη σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.
Προτείνεται για τον υπολογισμό του ελάχιστου κύκλου εργασιών των Οικονομικών Φορέων η εισαγωγή της έννοιας της ετήσιας ισοδύναμης αξίας της σύμβασης, για συμβάσεις με διάρκεια μεγαλύτερη των 12 μηνών.
Αποτελεί θετικό βήμα στην παρ. 2 οι αναθέτουσες αρχές να μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να είναι εγγεγραμμένοι σε ένα από τα επαγγελματικά ή εμπορικά μητρώα που τηρούνται στο κράτος μέλος εγκατάστασής τους, όπως περιγράφεται στο παράρτημα XI του Προσαρτήματος Α ή να συμμορφώνονται με οποιαδήποτε άλλη απαίτηση ορίζεται στο παράρτημα αυτό. Πρέπει να προστεθεί στο άρθρο αυτό η φράση «οι φορείς να είναι εγγεγραμμένοι σε ένα από τα επαγγελματικά ή εμπορικά μητρώα ή επαγγελματικές οργανώσεις που τηρούνται στο κράτος μέλος εγκατάστασής τους ανεξάρτητα εάν αναφέρονται στο παράρτημα XI του Προσαρτήματος Α»
Στην παρ.3 αναφέρεται ότι:
« Όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν απαιτήσεις που να διασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν την αναγκαία οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα για την εκτέλεση της σύμβασης. Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς, ιδίως να έχουν έναν ορισμένο ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών, συμπεριλαμβανομένου ορισμένου ελάχιστου κύκλου εργασιών στον τομέα δραστηριοτήτων που αποτελεί το αντικείμενο της σύμβασης …..Ο ελάχιστος ετήσιος κύκλος εργασιών που απαιτείται να έχουν οι οικονομικοί φορείς δεν υπερβαίνει το διπλάσιο της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, όπως σχετικά με τους ειδικούς κινδύνους που αφορούν τη φύση των έργων, των υπηρεσιών ή των αγαθών. Η αναθέτουσα αρχή αναφέρει τους βασικούς λόγους για την απαίτηση αυτή στα έγγραφα της σύμβασης ή στη χωριστή έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο . Όταν μια σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε σχέση με κάθε επιμέρους τμήμα. Εντούτοις, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να καθορίζει τον ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών που πρέπει να έχουν οι οικονομικοί φορείς ανά ομάδες τμημάτων, σε περίπτωση που ανατεθούν στον ανάδοχο περισσότερα τμήματα που πρέπει να εκτελεστούν ταυτοχρόνως.»
Επίσης θα πρέπει να γίνει σαφής αναφορά για το ρόλο του ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ ως πιστωτικού ιδρύματος και να κατοχυρωθεί ως ίδρυμα κατάλληλο για την έκδοση βεβαίωσης πιστοληπτικής ικανότητας.
Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι η εγγραφή στους καταλόγους του ΜΕΕΠ αποτελεί και βεβαίωση οικονομικής, χρηματοοικονομικής αλλά και τεχνικής επάρκειας και δεν θα πρέπει να ζητούνται επιπρόσθετα άλλα στοιχεία από τις αναθέτουσες αρχές για τους κατόχους τέτοιων βεβαιώσεων.
Σύμφωνα με την παρ. 1 όλες οι απαιτήσεις, που επιβάλλονται για τη συμμετοχή οικονομικών φορέων σε δημόσιες συμβάσεις πρέπει να είναι σχετικές και ανάλογες με το αντικείμενο της σύμβασης (ή κύριο αντικείμενο σύμφωνα με τις παρ. 2 και 6 του Άρθρου 4).
Η σημαντική αυτή διατύπωση έρχεται προδήλως σε αντίφαση με τη δομή των υφιστάμενων Μητρώων Μελετών και Έργων, που διατηρείται με το Σ/Ν. Και τούτο διότι η λογική των Μητρώων, βασίζεται σε αυθαίρετες εν πολλοίς κατατάξεις και διακρίσεις των διπλ. μηχανικών διαφόρων ειδικοτήτων σε κατηγορίες μελετών έργων με βάση τους ακαδημαϊκούς τίτλους και με ονοματολογίες των κατηγοριών, που δεν αντιστοιχούνται στο CPV.
Τα Μητρώα δεν είναι δηλαδή ανοικτά στους διπλ. μηχανικούς που θα μπορούσαν να επιλέξουν στο πλήθος των μελετών και έργων του CPV, εκείνα που αντιστοιχούν στα επαγγελματικά τους προσόντα και στον Διεθνή Κώδικα (ISCO-2008) κατάταξης των επαγγελμάτων. Τα κλειστά Μητρώα ευνοούν τελικά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων σε ορισμένους οικονομικούς φορείς που στελεχώνονται με ορισμένες ειδικότητες διπλ. μηχανικών, αποκλείντας ή υποβαθμίζοντας άλλους (όπως τούτο εξειδικεύεται στα σχόλια των Άρθρων 71, και 196), με βάση το κριτήριο «τεχνικής καταλληλότητας γενικής εμπειρίας» και όχι με βάση το κύριο αντικείμενο της σύμβασης. Το κριτήριο όμως γενικής εμπειρίας, δεν αποτελεί προσαρμογή στην οδηγία και στο παρελθόν είχε απορριφθεί από την ΕΕ.
Επιπλέον σημειώνουμε τα ακόλουθα για την παρ. 4 του Άρθρου:
• Ζητείται στο Σ/Ν οι οικονομικοί φορείς να διαθέτουν τους αναγκαίους ανθρώπινους πόρους για να εκτελέσουν την σύμβαση. Έχει παρατηρηθεί σε ορισμένες διακηρύξεις διαγωνισμών που έχουν γίνει να ζητείται από τους οικονομικούς φορείς να διαθέτουν μεγάλο αριθμό εργατοϋπαλληλικού προσωπικού, γεγονός που ευνοεί τις πολύ μεγάλες εταιρείες που διαθέτουν μεγάλο αριθμό προσωπικού με υπαλληλική σχέση. Είναι γεγονός ότι οι εταιρείες για την κατασκευή των έργων και αργότερα για την λειτουργία και συντήρησή τους (εάν περιλαμβάνεται τέτοιο αντικείμενο στη σύμβαση) χρησιμοποιούν μηχανικούς, εργατοτεχνικό και λοιπό προσωπικό, που είναι εξειδικευμένο στο συγκεκριμένο τεχνικό έργο, με έμμεση σχέση συνεργασίας, πχ σύμβαση έργου, παροχή υπηρεσιών ή υπεργολαβία. Θα πρέπει να διευκρινιστεί συνεπώς στο Σ/Ν ότι για τους ανθρώπινους πόρους οι οικονομικοί φορείς να μπορούν να επικαλούνται τόσο προσωπικό που διαθέτουν με υπαλληλική (άμεση) σχέση εργασίας, όσο και προσωπικό με έμμεση σχέση συνεργασίας (σύμβαση έργου, παροχή υπηρεσιών ή υπεργολαβία).
• Ζητείται επίσης στο Σ/Ν οι οικονομικοί φορείς να διαθέτουν επαρκές επίπεδο εμπειρίας, αποδεικνυόμενο με κατάλληλες συστάσεις από συμβάσεις, που έχουν εκτελεστεί κατά το παρελθόν. Έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν σε διακηρύξεις έργων, να ζητείται εμπειρία από εκτέλεση παρόμοιων έργων, η οποία να έχει διατυπωθεί με τέτοιο τρόπο που να περιορίζει σημαντικά τον αριθμό των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό. Πχ σε διαγωνισμό έργου Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων έχει ζητηθεί εμπειρία μέσα στην τελευταία τριετία σε παρόμοιο έργο με συγκεκριμένη δυναμικότητα και με συγκεκριμένη τεχνολογία, αυτή των μεμβρανών (MBR), όταν στην Ελλάδα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα ελάχιστα έργα με αυτή την τεχνολογία, ενώ η πλειοψηφία αυτών των έργων έχουν κατασκευαστεί με άλλες τεχνολογίες.
Σε άλλους διαγωνισμούς, κυρίως παροχής υπηρεσιών λειτουργίας και συντήρησης έργων Εγκαταστάσεων Επεξεργασίας Λυμάτων, ζητείται παρόμοια εμπειρία από έργα πολύ μεγάλης δυναμικότητας μέσα στην τελευταία τριετία ή πενταετία, όταν τέτοια μεγάλα έργα έχουν κατασκευαστεί στην Ελλάδα παλαιότερα.
Η εμπειρία μίας Τεχνικής Εταιρείας προφανώς δεν χάνεται, εάν παρέλθουν περισσότερα των τριών ή των πέντε ετών από την υλοποίηση ενός παρόμοιου έργου.
Θα πρέπει να διευκρινιστεί συνεπώς στο Σ/Ν, ότι το επίπεδο εμπειρίας των οικονομικών φορέων να αποδεικνύεται με συμβάσεις, που έχουν εκτελέσει οι οικονομικοί φορείς κατά το παρελθόν και αντιστοιχούν στο κύριο αντικείμενο του δημοπρατούμενου έργου.
Δεν είναι κατανοητή η συσχέτιση της τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας και της σύγκρουσης συμφερόντων, όπως πααρουσιάζεται στην παράγραφο 4. ως κάτωθι
«4. Όσον αφορά την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν απαιτήσεις που να εξασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν τους αναγκαίους ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους και την εμπειρία για να εκτελέσουν τη σύμβαση σε κατάλληλο ποιοτικό επίπεδο.
Οι αναθέτουσες αρχές μπορεί να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς, ιδίως, να διαθέτουν επαρκές επίπεδο εμπειρίας, αποδεικνυόμενο με κατάλληλες συστάσεις από συμβάσεις που έχουν εκτελεστεί κατά το παρελθόν. Μια αναθέτουσα αρχή μπορεί να θεωρεί ότι ένας οικονομικός φορέας δεν διαθέτει τις απαιτούμενες επαγγελματικές ικανότητες εάν διαπιστώσει ότι ο οικονομικός φορέας έχει συγκρουόμενα συμφέροντα που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την εκτέλεση της σύμβασης.»
Εφόσον υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων ο προσφέρων αποκλείεται εάν δεν υπάρχει δυνατότητα θεραπείας του προβλήματος. Εαν δεν έχει τις απαιτούμενες επαγγελματικές ικανότητες ομοίως αποκλείεται ως προς την καταλληλότητα. Η διάταξη όπως αναφέρεται παρουσιάζεται να προκαλεί «τιμωρία» σε επίπεδο «καταλληλότητας», μια πιθανή εμπλοκή ¨συγκρούσεως συμφερόντων» που αφορά όμως θέμα διαφάνειας και νόθευσης ανταγωνισμού.
Προτείνεται να απαλειφθεί το εδάφιο που συσχετίζει την «επαγγελματική ικανότητα» με την «συγκρουση συμφερόντων»
Στο Άρθρο 70 – Κριτήρια επιλογής Τα όρια Ετησίου Κύκλου Εργασιών δεν θα πρέπει να περιορίζουν νεοσύστατες επιχειρήσεις να εισέλθουν στην διαδικασία διότι με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργηθεί μεσοπρόθεσμα ολιγοπώλιο. Επίσης η χρηματοοικονομική επάρκεια θα πρέπει να μπορεί να καλυφθεί από την καθαρή χρηματοοικονομική θέση της επιχείρησης και το μετοχικό κεφάλαιο αυτής ή να μπορεί να στηρίζεται και σε ασφαλιστικούς φορείς (πχ ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ) που λειτουργούν και ως χρηματοδοτικοί οργανισμοί για τα μέλη τους.
Επισημαίνεται ότι πρέπει να καταργηθούν οι διατάξεις περί δάνειας τεχνικής και επαγγελματικής καταλληλότητας (εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων π.χ. η περίπτωση πιστοποιημένων εργαστηρίων).
Με το δεδομένο ότι το 90% του συνόλου των γραφειων, δηλ. ο οιοσδήποτε (όχι «εκλεκτός») Μελετητής ή Γραφείο μελετών, τα τελευταία 10 έτη, είναι ζήτημα να έχει αναλάβει 5 το πολύ μελέτες δημοσίου, είναι προφανές ότι πρέπει να καταργηθούν φωτογραφικές διατάξεις για ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα που συχνά την πληρούν 1 ή 2 μελετητικά σχήματα στην χώρα(του τύπου 5 σχετικές μελέτες την τελευταία 5ετία), διότι εξαφανίζουν κάθε έννοια ανταγωνισμού και πολλές φορές είναι και εις βάρος της ποιότητας της μελέτης. Στις περιπτώσεις που –πραγματικά- απαιτείται ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, να ζητείται η ελάχιστη τεχνική και επαγγελματική ικανότητα (π.χ. να απαιτείται 1 έως 2 αντίστοιχες μελέτες, ώστε να αποδεικνύεται η ζητούμενη ελάχιστη εμπειρία του Υποψήφιου), ενω ο χρόνος προσμέτρησής της να είναι τουλαχιστον η 15 ετία (αν και σε ένα γραφείο με λειτουργία 30 ή 40 ετών τι νόημα έχει αυτός ο περιορισμός;)