1. Οι πιστωτές και ο οφειλέτης, με την επιφύλαξη του άρθρου 15, δύνανται να διαμορφώσουν ελεύθερα το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Τα δικαιώματα των προνομιούχων πιστωτών διατηρούνται υπέρ της απαίτησης τους, όπως αυτή διαμορφώνεται με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών.
2. Η ελεύθερη διαμόρφωση του περιεχομένου της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών υπόκειται στις ακόλουθες εξαιρέσεις (υποχρεωτικοί κανόνες):
(α) Οι ρυθμίσεις της σύμβασης εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης οφειλών δεν επιτρέπεται να φέρουν οποιονδήποτε μη συμβαλλόμενο πιστωτή σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των βεβαρημένων υπέρ του περιουσιακών στοιχείων τρίτων, στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.
(β) Οι προνομιούχοι πιστωτές, δια των ρυθμίσεων της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, λαμβάνουν κατά προτεραιότητα ποσά και άλλα τυχόν ανταλλάγματα ισάξια με τα ποσά που προβλέπεται ότι θα ελάμβαναν κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των βεβαρημένων υπέρ τους περιουσιακών στοιχείων τρίτων στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
(γ) Ποσά και άλλα ανταλλάγματα που απομένουν προς διανομή μετά την κατά προτεραιότητα διανομή ποσών και άλλων ανταλλαγμάτων σύμφωνα με τις περιπτ. α’ και β’, διανέμονται σε όλους τους πιστωτές συμμέτρως κατά το μέρος των απαιτήσεών τους που απομένει ανεξόφλητο μετά την εφαρμογή των περιπτ. α’ και β’.
«(δ) Με την επιφύλαξη του υποχρεωτικού κανόνα του στοιχείου (α), για τον υπολογισμό των ποσών και των τυχόν άλλων ανταλλαγμάτων διανομής μεταξύ των πιστωτών, οι κάτωθι απαιτήσεις των πιστωτών δεν συνυπολογίζονται:
αα) το σύνολο των τόκων υπερημερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα,
ββ) μέρος των απαιτήσεων του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από πρόστιμα και από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, το οποίο προσδιορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Τα αναφερόμενα στα ως άνω εδάφια ποσά συνυπολογίζονται στη διανομή μόνο στην περίπτωση και κατά την έκταση που το επιτρέπει η ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη και αποπληρώνονται, εν όλω ή εν μέρει, μόνο εφόσον έχουν αποπληρωθεί πλήρως οι λοιπές απαιτήσεις των πιστωτών.
Σε αντίθετη περίπτωση τα ως άνω ποσά διαγράφονται μετά την ολοσχερή εξόφληση όλων των οφειλών με βάση τη σύμβαση αναδιάρθρωσης.
3. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται να συμφωνηθεί με την πλειοψηφία του άρθρου 8 παρ. 8 των συμμετεχόντων πιστωτών ότι οι απαιτήσεις οι οποίες:
(α) γεννώνται ταυτόχρονα με ή μετά την κατάρτιση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και
(β) προέρχονται από χρηματοδοτήσεις του οφειλέτη οποιασδήποτε φύσεως ή από παροχή αγαθών ή υπηρεσιών στον οφειλέτη και
(γ) αποσκοπούν στην εξασφάλιση της συνέχισης της δραστηριότητας του οφειλέτη
ικανοποιούνται προνομιακά σε σχέση με όλες τις απαιτήσεις που είχαν γεννηθεί πριν από την κατάρτιση της σύμβασης εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης οφειλών, προνομιούχων ή μη.
Αν ο οφειλέτης και οι συμμετέχοντες πιστωτές δεν συμφώνησαν διαφορετικά, το προνόμιο αυτό δεν ισχύει για απαιτήσεις που προέρχονται από χρηματοδοτήσεις ή παροχή αγαθών, υπηρεσιών ή οιασδήποτε φύσεως του οφειλέτη ή προσώπων συνδεδεμένων με τον οφειλέτη.
4. Με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δύναται να ρυθμίζεται το δικαίωμα πιστωτή να εγγράψει υποθήκη, προσημείωση υποθήκης ή ειδικό προνόμιο σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη ή των συνοφειλετών για εξασφάλιση των ρυθμιζόμενων με τη σύμβαση απαιτήσεων. Με την επιφύλαξη των οριζόμενων στο προηγούμενο εδάφιο, μετά τη σύναψη της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και για όσο χρονικό διάστημα αυτή εξυπηρετείται από τον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες, απαγορεύεται η εγγραφή νέου βάρους σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη ή των συνοφειλετών για εξασφάλιση των ρυθμισμένων με τη σύμβαση απαιτήσεων.
5. Κάθε ρύθμιση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ευνοϊκή για τον οφειλέτη ισχύει υπέρ κάθε συνοφειλέτη, μη εγγυητή, που έχει συνυποβάλει αίτηση κατά τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 4, και υπέρ κάθε εγγυητή που έχει παράσχει εγγύηση για ρυθμιζόμενη με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών απαίτηση.
6. Η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών από την κατάρτισή της. Ο οφειλέτης καταβάλλει ποσά και άλλα ανταλλάγματα σε μη συμβαλλόμενους πιστωτές σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών.
7. Οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου υπέρ πιστωτικών ιδρυμάτων, του Εθνικού Ταμείου Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (Ε.ΤΕ.ΑΝ. Α.Ε.), καθώς και οποιουδήποτε άλλου φορέα του δημόσιου τομέα που έχει χορηγήσει εγγύηση για δάνεια οποιουδήποτε είδους, ακολουθούν τις απαιτήσεις υπέρ των οποίων χορηγήθηκαν, όπως οι απαιτήσεις αυτές ρυθμίζονται με τη συμφωνία. Αν δεν τηρηθεί η συμφωνία αναδιάρθρωσης από τον οφειλέτη, οι φορείς του προηγούμενου εδαφίου ευθύνονται μόνο για την καταβολή του αντίστοιχου εγγυημένου ποσοστού του ανεξόφλητου κεφαλαίου.
8. Μετά την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης, τυχόν ανταπαίτηση του οφειλέτη έναντι των πιστωτών του συμψηφίζεται σε όλη την έκταση της αρχικής οφειλής, καλύπτοντας κατά σειρά προτεραιότητας οφειλές εκτός της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και δόσεις της σύμβασης αυτής, εφόσον η γενεσιουργός αιτία της ως άνω ανταπαίτησης ανάγεται σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης ισχύος της σύμβασης.
Η παράγραφος 3 και ειδικώτερα η τελευταία φράση χρήζει συντακτικής βελτιώσεως. «υπηρεσιών ή οιασδήποτε φύσεως του οφειλέτη ??? ή προσώπων συνδεδεμένων με τον οφειλέτη»
Δεν γνωρίζουμε εάν ο συντάκτης του νόμου έχει επίγνωση της εργασίας που ανατίθεται στον συντονιστή. Παραθέτω μόνο την παρ 2α του αρθ. 9 «Οι ρυθμίσεις της σύμβασης εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης οφειλών δεν επιτρέπεται να φέρουν οποιονδήποτε μη συμβαλλόμενο πιστωτή σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των βεβαρημένων υπέρ του περιουσιακών στοιχείων τρίτων, στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.» Ητοι ο συντονιστής οφείλει πριν προχωρήσει στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών, να λάβει υπόψη του την αξία της ρευστοποιηθησομένης περιουσίας του οφειλέτη (υποθέτω εργασία του εμπειρογνώμονα), στην σύνταξη των οφειλετών (και τους έχοντες γενικό προνόμιο?), και τέλος να συντάξει πίνακα διανομής του ποσού της εικαζομένης αξίας της περιουσίας του οφειλέτη για να είναι σε θέση να εφαρμόσει την άνω διάταξη του αρθ 9 παρ 2α, και να γνωρίζει ποιό είναι το ποσό που θα ελάμβανε κάθε οφειλέτης σε περίπτωση ρευστοποίησης. Οσοι έκαναν την εν λόγω εργασία ξέρουν ότι δεν ειναι απλό. Το δε σχέδιο αναδιοργάνωσης θα είναι ένας πίνακας διανομής με ειδικότερες συμφωνίες, πράγμα που θα τον καθιστά πολυπλοκοτερο.
Συνεπώς η αμοιβή πρέπει από τον νόμο να ορίζεται ότι θα είναι ανά στάδιο της διαδικασίας, με το ελάχιστο ποσό να αφορά την μελέτη του φακέλλου. Η αμοιβή κατα τα λοιπά να μπορεί να είναι διαπραγματεύσιμη, αλλά να προσδιορίζεται και συμφωνείται για κάθε στάδιο της κατά τα άλλα όχι απλής διαδικασίας.
Άρθρο 9 παρ. 3: Στο τελευταίο εδάφιο («Αν ο οφειλέτης και οι συμμετέχοντες πιστωτές … ή προσώπων συνδεδεμένων με τον οφειλέτη») ελλείπει μία λέξη.
Άρθρο 9 παρ. 6 Τίθεται το ερώτημα γιατί η ρύθμιση των οφειλών πρέπει να περιλαμβάνει απαραίτητα όλους τους πιστωτές, ακόμη και αυτούς που δεν εγείρουν ζητήματα, προς τους οποίους οι οφειλές κατά τεκμήριο εξυπηρετούνται κανονικά.
Παρατηρήσεις
Στο σημείο αυτό θεωρούμε πως θα πρέπει να εξεταστεί τα εξής το ενδεχόμενο σε περίπτωση τραπεζικών δανείων και ύπαρξης ακινήτων επί των οποίων υπάρχει προσημείωση , να μειώνονται τα επιχειρηματικά χρέη και να γίνονται ανάλογα της εμπορικής αξίας των ακινήτων αυτών.
Ακατάσχετο λογαριασμού είναι απαραίτητο να γίνει .
Η καταβολή δόσεων θα πρέπει να συνδιαστεί με την υπαρξη κερδών και να μπεί και ένα ποσοστό (ίσως και μεγάλο )επι των κερδών που θα δίδεται στους πιστωτές.
Να μπορεί να γίνει κούρεμα ακόμα και αν ο οφειλέτης έχει ακίνητα που είναι πάνω απο τις οφειλές του .
Στο άρθρο 15 παρ. 3 ορίζεται ότι: «Δεν επιτρέπεται η διαγραφή βασικής οφειλής προς το Δημόσιο που αφορά περιοριστικά τα κατωτέρω είδη οφειλών: […] γ) ποσά από καταπτώσεις εγγυήσεων που έχουν χορηγηθεί σε δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου». Από το λεκτικό της ανωτέρω διάταξης και σε αντιδιαστολή με το άρθρο 9 παρ. 7 του σχεδίου νόμου προκύπτει ότι η απαγόρευση διαγραφής δεν περιλαμβάνει τις οφειλές που προέρχονται από εγγυήσεις του Εθνικού Ταμείου Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης [Ε.ΤΕ.ΑΝ. Α.Ε. (πρώην ΤΕΜΠΜΕ)]. Σε κάθε περίπτωση, όμως, καλό θα ήταν να διευκρινιστεί με επιπρόσθετο εδάφιο ότι στην έννοια του Ελληνικού Δημοσίου δεν εμπίπτει το ΕΤΕΑΝ ή άλλη κρατική εταιρεία του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Θα πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για τη σημασία της αξίας των ακινήτων όταν αυτά δεν μπορούν να πουληθούν / ρευστοποιηθούν στην αξία που υπολογίστηκε. Πολλές φορές έχουμε το ενδεχόμενο να υπολογίζουμε αξίας ακινήτων σε τιμές όπου δεν δύναται να ρευστοποιηθούν. Με βάση την αγορά ακινήτων αυτή τη στιγμή καθώς και την τάση που υπάρχει είναι δύσκολο πολλά από αυτά τα ακίνητα να ρευστοποιηθούν στις αξίες που υπολογίζονται από τους πιστοποιημένους εκτιμητές.
επειδη ενδεχεται η πολυπλοκοτητα τησ διαδικασιασ αξιολογησης να εχει σαν αποτελεσμα περαιτερω χασιμο χρονο αναπτυξης των Νομικων προσωπων που καλυπτουν τα ζητουμενα κριτηρια που τιθενται, και αποδεδειγμενα δεν δυναται να αποπληρωσουν το παρελθον των να γινεται αποδεκτη απο τισ τραπεζες που διαθετουν προσημειωση ακινητου την μειωση των εταιρικων υποχρεωσεων στην εμπορικη αξια οπωσ εχει διαμορφωθει απο τον εκτιμητη που εχει ορισει η τραπεζα και να συμπαρασυρει η συμφωνια και τισ υπολοιπες τραπεζες σε ισοδυναμο ποσοστο μειωσης κεφαλαιου.Επισης στα νομικα προσωπα θα πρεπει να εξαιρεθουν οι συνοφειλετες μετοχοι στην οποια συμφωνια που με δολο οι τραπεζες παντα υποχρεωναν να συμμετασχουν στισ εκαστοτε δανειακες συμβασεις στο παρελθον.
Από τις παραγράφους 2α και 2β του άρθρου 9 προκύπτει ότι όταν ο οφειλέτης έχει ακίνητη περιουσία που η αξία της υπερκαλύπτει τις οφειλές του προς τράπεζες ακόμα και οριακά, τότε δεν μπορεί να γίνει μερικό «κούρεμα» αυτών των οφειλών.
Επομένως, χωρίς «κούρεμα» οι μηνιαίες καταβολές του οφειλέτη θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα ακόμα και αν γίνει επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής.
Δηλαδή, χωρίς «κούρεμα» οφειλής δυσχερένεται ο σκοπός αυτού του νόμου που είναι «η εξασφάλιση της βιωσιμότητας του οφειλέτη».
Κάποιες τράπεζες θα είχαν την πρόθεση κα προβούν σε μικρό κούρεμα εφόσον θα το επέτρεπε ο νόμος, κάτι όμως που δεν προβλέπεται.
Μήπως πρέπει να το δείτε;
Ειμαι ενας απο τους Ελληνες ναυπηγοεπισκευαστες, οπου καθημερινα δινουμε αγωνα για να διατηρησουμε τις επιχειρησεις μας.
Προσωπικα πιστευω πως η μονη ρυθμιση που μπορει να λειτουργησει αποτελεσματικα για ολους, ειναι ενα ποσοστο απο τα κερδοι της επιχειρησης καθε μηνα να πηγαινει αναλογικα προς τις οφειλες της.
Μονο κατι τετοιο μπορει να ειναι βιωσιμο κατα την αποψη μου. Πολυ απλα δηλαδη οσο περισσοτερα κερδιζεις τοσο περισσοτερα αποπληρωνεις, δεν εχεις εσοδα για ενα χρονικο διαστημα, δεν πληρωνεις.
Μονο ετσι μπορει να κρατηθει μια ρυθμιση, αλλιως πολυ συντομα παλι θα λεμε για το ποσοστο που εχασαν την καινουρια ρυθμιση κτλ κτλ
Τελος βασικο ειναι το ακατασχετο των εταιρικων λογαριασμων.
Ελπιζω η γνωμη μου να ακουστει.