1. Κάθε φυσικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα και κάθε νομικό πρόσωπο το οποίο αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013 (Α’ 167) και έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, δύναται να υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών, εφόσον:
(α) κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016 είχε προς χρηματοδοτικό φορέα οφειλή από δάνειο σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών ή οφειλή που ρυθμίστηκε μετά την 1η Ιουλίου 2016 ή είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή είχε βεβαιωθεί η μη πληρωμή επιταγών εκδόσεώς του λόγω μη επαρκούς υπολοίπου κατά το άρθρο 40 του ν. 5960/33 (ΦΕΚ 401 Α’) ή είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπροθέσμων απαιτήσεων εις βάρος του,
(β) οι συνολικές προς ρύθμιση οφειλές του ξεπερνούν το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ και
(γ) πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 3.
2. Δεν δύνανται να υποβάλλουν αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών οι ακόλουθοι: :
(α) τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, καθώς και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών πιστωτικών ή χρηματοδοτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα,
(β) οι πάροχοι επενδυτικών υπηρεσιών, καθώς και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών παρόχων επενδυτικών υπηρεσιών που λειτουργούν στην Ελλάδα,
(γ) οι Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ), καθώς και οι Οργανισμοί Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΟΕΕ) καθώς και οι διαχειριστές αυτών και
(δ) οι ασφαλιστικές εταιρίες.
3. Φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν δύναται να καταθέσει αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών εφόσον:
(α) έχει υποβάλει αίτηση ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου για υπαγωγή στις διατάξεις των άρθρων 62 επ. του ν. 4307/2014 (Α’ 246) ή, εφόσον έχει πτωχευτική ικανότητα, στις διατάξεις του ν. 3588/2007 (Α‘ 153), εκτός εάν έχει υπάρξει έγκυρη παραίτησή του από τις εν λόγω διαδικασίες μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών ή
(β) έχει εκδοθεί οριστική απόφαση υπαγωγής του οφειλέτη σε μία από τις αναφερόμενες στην προηγούμενη περίπτωση (α) διαδικασίες ή έχει συζητηθεί ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου η αίτηση υπαγωγής του στις παραπάνω διαδικασίες και εκκρεμεί η έκδοση δικαστικής απόφασης ή
(γ) έχει διακόψει την επιχειρηματική του δραστηριότητα ή, σε περίπτωση νομικού προσώπου, βρίσκεται σε διαδικασία λύσης και εκκαθάρισης, εκτός εάν αποφασισθεί από το αρμόδιο όργανο η αναβίωση του νομικού προσώπου, πριν την υποβολή της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών ή
(δ) έχει καταδικασθεί με αμετάκλητη απόφαση το ίδιο το φυσικό πρόσωπο ή στην περίπτωση των νομικών προσώπων οι πρόεδροι, ή οι διευθύνοντες σύμβουλοι, ή οι διαχειριστές, ή οι εταίροι ή και κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε από το νόμο, είτε από ιδιωτική βούληση, είτε με δικαστική απόφαση στη διαχείριση αυτών για φοροδιαφυγή (εξαιρουμένης της μη απόδοσης φόρου προστιθέμενης αξίας, φόρου κύκλου εργασιών, φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών ή εισφορών ή φόρου πλοίων), απάτη κατά του Δημοσίου ή των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης ή για το κακούργημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της υπεξαίρεσης, της απάτης, της εκβίασης, της πλαστογραφίας, της δωροδοκίας, της δωροληψίας, της λαθρεμπορίας, της καταδολίευσης δανειστών ή της χρεοκοπίας.
Η καταδίκη των πρόεδρων, ή των διευθύνοντων σύμβουλων, ή των διαχειριστών, ή των εταίρων ή και κάθε πρόσωπου εντεταλμένου είτε από το νόμο, είτε από ιδιωτική βούληση, είτε με δικαστική απόφαση στη διαχείριση των νομικών προσώπων για τα αδικήματα της παραπάνω περίπτωσης θα πρέπει να αφορά σε αξιόποινη πράξη τους που να σχετίζεται με την επιχειρηματική δραστηριότητα του νομικού προσώπου που αιτείται την ένταξή του στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών του παρόντος νόμου.
4. Στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης του παρόντος νόμου δεν υπάγονται οφειλές του οφειλέτη που έχουν γεννηθεί μετά την 31η Δεκεμβρίου 2016.
5. Δεν υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης του παρόντος νόμου, σε περίπτωση που οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν ποσοστό 85% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου το Ελληνικό Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης λογίζονται ως δύο πιστωτές.
6. Πιστωτές οι απαιτήσεις των οποίων (α) δεν υπερβαίνουν ατομικά για κάθε πιστωτή το ποσό των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ και ποσοστό 1,5% του συνολικού χρέους του οφειλέτη και (β) δεν υπερβαίνουν αθροιστικά το ποσό των είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) ευρώ και ποσοστό 15% του συνολικού χρέους του οφειλέτη δεν συμμετέχουν στη διαδικασία του παρόντος νόμου και δεν δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Σε περίπτωση που οι απαιτήσεις που εμπίπτουν στο κριτήριο του στοιχείου (α) υπερβαίνουν αθροιστικά το κριτήριο του στοιχείου (β), δεν συμμετέχουν στη διαδικασία του παρόντος νόμου και δεν δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών οι πιστωτές με τις μικρότερες απαιτήσεις έως τη συμπλήρωση του ποσοστού του 15% ή του ποσού των είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) ευρώ. Οι λοιποί πιστωτές, ακόμα και εάν οι απαιτήσεις τους δεν υπερβαίνουν τα κριτήρια του στοιχείου (α), συμμετέχουν κανονικά στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης του παρόντος νόμου.
7. Δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων λόγω παραβίασης των σχετικών διατάξεων της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 3 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.)