1. Τα Επιμελητήρια ασκούν κάθε αρμοδιότητα σχετική με το σκοπό τους, καθώς και κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες δημόσιου δικαίου οι οποίες σχετίζονται με την επιχειρηματικότητα. Επίσης συμβάλλουν στις διαδικασίες ενιαίας και απλοποιημένης άσκησης οικονομικής δραστηριότητας και αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες εκπαίδευσης και κατάρτισης τεχνικών επαγγελμάτων, καθώς και προώθησης νέων παραγωγικών διαδικασιών.
2. Τα Επιμελητήρια έχουν ιδίως τις παρακάτω αρμοδιότητες:
α. Υποβάλλουν προς την Πολιτεία τεκμηριωμένες εισηγήσεις συμβουλευτικού και γνωμοδοτικού χαρακτήρα για θέματα πρωτογενούς παραγωγής και μεταποίησης, εμπορικών δραστηριοτήτων και υπηρεσιών ή γενικά για την εθνική οικονομία. Τα Επιμελητήρια διατυπώνουν τη γνώμη τους μέσα σε προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη εξήντα (60) ημερών από τη γνωστοποίηση σε αυτά του θέματος.
β. Μετά από πρόταση του ενός τρίτου (1/3) των ταμειακώς ενήμερων μελών του Επιμελητηρίου διεξάγουν δημοψήφισμα μεταξύ των ταμειακώς ενήμερων μελών του, για κάθε θέμα της τοπικής ή εθνικής οικονομίας που εμπίπτει στις γνωμοδοτικές ή συμβουλευτικές αρμοδιότητές του, καθώς και για την προσθήκη ή αφαίρεση κατηγοριών υπηρεσιών οι οποίες παρέχονται έναντι συνδρομής, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 14 του παρόντος. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των ψηφισάντων, εφόσον συμμετέχει το 60% των ταμειακώς ενήμερων μελών, και κοινοποιούνται ως γνωμοδότηση ή εισήγηση συμβουλευτικού χαρακτήρα στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης και τον κατά περίπτωση αρμόδιο Υπουργό. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ορίζεται η διαδικασία διεξαγωγής του δημοψηφίσματος, η οποία μπορεί να είναι ηλεκτρονική.
γ. Μπορούν να συμμετέχουν σε επιτροπές και όργανα σχεδιασμού έργων υποδομής και μεριμνούν, με κάθε μέσο, για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, της μεταποίησης, του τομέα υπηρεσιών με έμφαση στις εξαγωγές και γενικά για την αύξηση της παραγωγικότητας των μελών τους.
δ. Χορηγούν στα μέλη τους πιστοποιητικά εγγραφής και καταγωγής προϊόντων, καταγράφουν συστηματικά τα εμπορικά και επαγγελματικά έθιμα, παρέχουν πληροφορίες στα μέλη τους και στην Πολιτεία για τις αλλοδαπές αγορές, τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και για άλλα συναφή θέματα. Ενημερώνουν τα μέλη τους για τα αναπτυξιακά, τα επενδυτικά και τα χρηματοδοτικά προγράμματα. Μελετούν τις τάσεις και εξελίξεις στην τοπική, περιφερειακή και εθνική οικονομία και υποβάλλουν σχετικές τεκμηριωμένες προτάσεις με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Επίσης εκπονούν μελέτες για τα μέλη τους σε συγκεκριμένες γεωγραφικές αγορές, στις οποίες αυτά πρόκειται να δραστηριοποιηθούν, εκδίδουν δε κατά τακτά χρονικά διαστήματα κλαδικές μελέτες, ανάλογα με τον ειδικότερο προσανατολισμό του κάθε Επιμελητηρίου και σε συντονιστική συνεργασία με την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων και το οικείο Περιφερειακό Επιμελητηριακό Συμβούλιο.
ε. Λειτουργούν και υποστηρίζουν το Γ.Ε.ΜΗ. για τις επιχειρήσεις οι οποίες έχουν έδρα στη χωρική ενότητα αρμοδιότητάς τους. Συγκεκριμένα, προβαίνουν στις αναγκαίες ενέργειες για την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ. και της Υπηρεσίας Μιας Στάσης (Υ.Μ.Σ.), εφαρμόζοντας την υφιστάμενη νομοθεσία και τις σχετικές οδηγίες της Διεύθυνσης Εταιρειών και Γενικού Εμπορικού Μητρώου και του Εποπτικού Συμβουλίου.
στ. Διενεργούν πραγματογνωμοσύνες και δειγματοληψίες και επιλύουν, με διαιτησία, εμπορικές διαφορές με βάση κατάλογο, που συντάσσεται κάθε δύο (2) χρόνια και ισχύει και για τις δικαστικές και διοικητικές αρχές. Οι αμοιβές των προσώπων που συμμετέχουν στις εργασίες που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο καθορίζονται με απόφαση της οικείας Διοικητικής Επιτροπής.
ζ. Συνιστούν επιτροπές και ομάδες εργασίας από μέλη τους, υπαλλήλους τους ή τρίτους, και αναθέτουν σε εξειδικευμένα πρόσωπα την εκπόνηση μελετών και άλλων εργασιών, που έχουν σχέση με τους σκοπούς τους.
η. Αναλαμβάνουν τη λειτουργία και το συντονισμό των Κέντρων Υποστήριξης Επιχειρήσεων (Κ.Υ.ΕΠΙΧ.). Αποστολή των Κέντρων αυτών είναι η παροχή διοικητικών πληροφοριών και η υποστήριξη των εταιρειών κάθε νομικής μορφής, καθώς και των ατομικών επιχειρήσεων, στη διεκπεραίωση διαδικασιών δημοσίου δικαίου, από την υποβολή της αίτησης μέχρι την έκδοση της τελικής πράξης σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες και με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων για την οργάνωση και λειτουργία των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.), των Υπηρεσιών μιας Στάσης και των Υπηρεσιών Γ.Ε.ΜΗ. Ειδικότερα το Κ.Υ.ΕΠΙΧ.:
αα. Ενημερώνει και πληροφορεί τις επιχειρήσεις για τις ενέργειες που απαιτούνται για τη διεκπεραίωση διοικητικών υποθέσεων.
ββ. Παραλαμβάνει αιτήσεις επιχειρήσεων για τη διεκπεραίωση υποθέσεών τους από τις υπηρεσίες του Δημοσίου, τα στοιχεία των οποίων καταχωρεί σε ειδικό πρωτόκολλο. Διαθέτει για διευκόλυνσή τους έντυπα αιτήσεων κατά το άρθρο 3 παράγραφος 3 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45), όπως ισχύει.
γγ. Ελέγχει την πληρότητα των αιτήσεων των επιχειρήσεων και σε περίπτωση που για τη διεκπεραίωση της υπόθεσης απαιτούνται δικαιολογητικά, που δεν υποβάλλονται μαζί με την αίτηση, το Κ.Υ.ΕΠΙΧ. τα αναζητά και τα παραλαμβάνει με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο από τις αρμόδιες υπηρεσίες, μετά από σχετική εξουσιοδότηση των επιχειρήσεων.
δδ. Διαβιβάζει πλήρεις τους φακέλους των υποθέσεων των επιχειρήσεων, στην αρμόδια για τη διεκπεραίωσή τους υπηρεσία, με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο. Το τελικό έγγραφο αποστέλλεται από την αρμόδια υπηρεσία και πάλι στο Κ.Υ.ΕΠΙΧ. όπου είχε υποβληθεί η αρχική αίτηση, από το οποίο το παραλαμβάνει εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος της επιχείρησης ή αποστέλλεται στην επιχείρηση από το Κ.Υ.ΕΠΙΧ. στη διεύθυνση που έχει δηλωθεί με συστημένη επιστολή και με αντικαταβολή.
εε. Διεκπεραιώνει τις διαδικασίες των άρθρων 6 και 8 του ν. 4442/2016 (Α’ 230) για την άσκηση μεταποιητικών δραστηριοτήτων. Για την άσκηση αυτής της αρμοδιότητας το Κ.Υ.ΕΠΙΧ πιστοποιείται από τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας, μετά από αξιολόγηση της συνδρομής των εφαρμόσιμων απαιτήσεων του σχετικού προτύπου από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης και απόφαση του Γενικού Γραμματέα Βιομηχανίας, η οποία αναρτάται στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ. Δεν μπορεί να μετάσχει στις συνεδριάσεις του αρμόδιου οργάνου χορήγησης έγκρισης ή ελέγχου δραστηριότητας η οποία υπάγεται στη διαδικασία της γνωστοποίησης οποιοδήποτε πρόσωπο έχει υλικό ή ηθικό συμφέρον από την άσκηση της δραστηριότητας, ή είναι συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, έως το δεύτερο βαθμό, με άλλο πρόσωπο που έχει τέτοιο συμφέρον.
θ. Αναλαμβάνουν και διεκπεραιώνουν κατ’ εξουσιοδότηση και κάθε άλλο έργο συναφές με το σκοπό τους, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, μετά από γνώμη της Κ.Ε.Ε. και του οικείου Επιμελητηρίου η οποία κοινοποιείται εντός αποκλειστικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών, συστήνονται Κ.Υ.ΕΠΙΧ. στην έδρα, ή σε παραρτήματα κάθε Επιμελητηρίου και ορίζεται η χωρική αρμοδιότητα, καθώς και ο κανονισμός λειτουργίας τους. Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, η απόφαση εκδίδεται χωρίς γνώμη της Κ.Ε.Ε. και του οικείου Επιμελητηρίου.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά από γνώμη της Κ.Ε.Ε. η οποία κοινοποιείται εντός αποκλειστικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών, ορίζονται οι κατηγορίες υποθέσεων που διεκπεραιώνονται από τα Κ.Υ.ΕΠΙΧ. και εξειδικεύεται η διαδικασία διεκπεραίωσής τους. Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, η απόφαση εκδίδεται χωρίς γνώμη της Κ.Ε.Ε. και του οικείου Επιμελητηρίου.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης ρυθμίζεται αναλυτικά η διαδικασία πιστοποίησης και λειτουργίας των ΚΥ.ΕΠΙΧ. για την διεκπεραίωση των διαδικασιών έγκρισης και γνωστοποίησης μεταποιητικών δραστηριοτήτων.
6. Τα Επιμελητήρια ασκούν επίσης τις εξής δραστηριότητες για την επίτευξη του σκοπού τους:
α. Μπορούν, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, η οποία ρυθμίζει τις αναγκαίες λεπτομέρειες και εκδίδεται μετά από γνώμη της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και, να προβούν στις κατά περίπτωση απαιτούμενες ενέργειες, προκειμένου να αναλάβουν, μόνα ή σε συνεργασία με άλλους φορείς, τη διαχείριση βιομηχανικών και ελεύθερων ζωνών, εμπορικών ή επιχειρηματικών κέντρων, μόνιμων εκθέσεων και εκθετηρίων χώρων, σταθμών, λιμένων, αιθουσών δημοπρασιών, γενικών αποθηκών, εργαστηρίων ανάλυσης και εξέτασης εμπορευμάτων.
β. Με απόφαση της Διοικητικής Επιτροπής η οποία κοινοποιείται στο Διοικητικό Συμβούλιο συνιστούν, είτε αυτοτελώς είτε με άλλους φορείς , εταιρείες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, οι οποίες δεν υπάγονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, με σκοπούς:
(αα) την ανάπτυξη τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών,
(ββ) τη δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένων της εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των μελών τους ή και τρίτων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2, 3, 4, 6, 7 και 8 του ν. 3369/2005 (Α’ 171) και των άρθρων 1, 2, 3, 4 και 9 του ν. 3879/2010 (Α’ 163), όπως εκάστοτε ισχύουν,
(γγ) την υλοποίηση κάθε μορφής συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και
(δδ) την προαγωγή της επιχειρηματικής καινοτομίας και εξωστρέφειας.
Οι δραστηριότητες τέτοιων εταιριών διακρίνονται σαφώς από τις αρμοδιότητες δημοσίου δικαίου που ασκούν οι οργανικές μονάδες των Επιμελητηρίων. Η σύσταση τέτοιων εταιρειών γνωστοποιείται εντός τριών μηνών και με ευθύνη της Διοικητικής Επιτροπής στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης με την υποβολή έκθεσης στην οποία περιγράφεται ο οικονομικός σκοπός που θα εξυπηρετεί η εταιρία, αναλύονται τα μέσα και οι πόροι που θα έχει στην διάθεσή της για την επιδίωξή του και τεκμηριώνεται η σύνδεση των δραστηριοτήτων της εταιρείας με την αποστολή των Επιμελητηρίων.
γ. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, μπορούν να συμμετέχουν σε κεφαλαιουχικές εταιρίες, η δραστηριότητα των οποίων εξυπηρετεί ειδικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος και οι οποίες απολαμβάνουν όλων των ωφελειών εθνικής ή κοινοτικής χρηματοδότησης ή επιχορήγησης. Η συμμετοχή σε τέτοιες εταιρείες εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2042/1992 (Α’ 75).
δ. Τα Επιμελητήρια δύνανται να συμμετέχουν στο κεφάλαιο των εταιριών των περιπτώσεων β και γ, καθώς και σε κάθε αύξηση αυτού, αλλά δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε επιχορήγηση των εν λόγω εταιριών, ούτε η σύναψη συμβάσεων προμηθειών αγαθών ή έργου με αυτές.
ε. Διεξάγουν σεμινάρια, υλοποιούν εκπαιδευτικά προγράμματα και χορηγούν πιστοποιητικά, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2, 3, 4, 6, 7 και 8 του ν. 3369/2005 (Α’ 171) και των άρθρων 1, 2, 3, 4 και 9 του ν. 3879/2010 (Α’ 163), όπως εκάστοτε ισχύουν, οργανώνουν συνέδρια, και χορηγούν τις σχετικές βεβαιώσεις, και παρέχουν ειδίκευση ή επαγγελματική εμπειρία οποιασδήποτε μορφής, στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή σε συνεργασία με εκπαιδευτικά ιδρύματα και αναγνωρισμένα ινστιτούτα.
στ. Εκδίδουν περιοδικά ή βιβλία ή επιχορηγούν τέτοιες εκδόσεις, επιχειρηματικού και αναπτυξιακού κυρίως περιεχομένου και μεριμνούν για αντίστοιχες ηλεκτρονικές εκδόσεις.
ζ. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου τους, επιχορηγούν πρωτοβουλίες που συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειάς τους ή γενικότερα της εθνικής οικονομίας, απονέμουν βραβεία ή άλλες τιμητικές διακρίσεις για διακεκριμένες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Το συνολικό ποσό που διατίθεται ετησίως για τις επιχορηγήσεις δεν μπορεί να υπερβαίνει το 5% των ετήσιων τακτικών εσόδων κάθε Επιμελητηρίου.
η. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου τους ενισχύουν οικονομικά δράσεις επαγγελματικών συλλόγων και εργοδοτικών οργανώσεων στο πλαίσιο του σκοπού τους Το συνολικό ποσό που διατίθεται ετησίως για τις επιχορηγήσεις δεν μπορεί να υπερβαίνει το 5% των ετήσιων τακτικών εσόδων κάθε Επιμελητηρίου.
θ. Υλοποιούν δράσεις επικοινωνίας και ενημέρωσης των μελών τους σχετικά με το έργο που επιτελούν. Για την άσκηση αυτής της αρμοδιότητας διατηρούν υποχρεωτικά ιστοσελίδα, στην οποία δημοσιεύονται, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα, οι οικονομικές καταστάσεις τους, πληροφορίες για τις υπηρεσίες Γ.Ε.ΜΗ., ο ετήσιος προγραμματισμός και ο απολογισμός δράσεων, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που αφορά την αποστολή των επιμελητηρίων. Το συνολικό ποσό που διατίθεται ετησίως για δράσεις επικοινωνίας και ενημέρωσης, μέσω καταχωρήσεων σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% των ετήσιων τακτικών εσόδων κάθε Επιμελητηρίου.
ι. Συμβάλλουν στην αντιμετώπιση καταστάσεων ανάγκης, ιδίως φυσικών καταστροφών, οι οποίες πλήττουν την χωρική ενότητα αρμοδιότητάς τους, όμορη περιοχή ή την επικράτεια στο σύνολό της.
7. Η πραγματοποίηση των δαπανών που αφορούν στις δραστηριότητες των εδαφίων στ’, ζ’ και η’ της προηγούμενης παραγράφου υλοποιούνται με απόφαση της διοικούσας επιτροπής η οποία κοινοποιείται με αναλυτικό πίνακα στο διοικητικό συμβούλιο.
8. Κάθε δημόσια αρχή και φορέας, υποχρεούται, αν αυτό δεν αντίκειται στις κείμενες διατάξεις, να παρέχει στα Επιμελητήρια κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των σκοπών τους και την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων τους.