1. Tο δικαστήριο έχει την εξουσία να διατάσσει τον αντίδικο ή τρίτο, σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος, να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στο φάκελο αρχής ανταγωνισμού και τα οποία δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 3, 4 και 6 του παρόντος, ανεξαρτήτως του σταδίου στο οποίο βρίσκεται η έρευνα της αρχής ανταγωνισμού.
2. Με την εξαίρεση των στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 6 του παρόντος, το δικαστήριο διατάσσει τον αντίδικο ή τρίτο, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4, να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στο φάκελο αρχής ανταγωνισμού, τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 4. Προς τούτο λαμβάνει επιπλέον υπόψη τα εξής:
α) αν η αίτηση της παραγράφου 1 του άρθρου 4 είναι ειδικώς αιτιολογημένη ως προς τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στο φάκελο αρχής ανταγωνισμού σε σχέση με τη φύση, το αντικείμενο ή το περιεχόμενό τους. Τέτοια αίτηση δεν συνιστά η αίτηση για το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων τα οποία περιλαμβάνονται στο φάκελο αρχής ανταγωνισμού ή τα οποία υποβλήθηκαν και συλλέχθηκαν από συγκεκριμένη ή συγκεκριμένες επιχειρήσεις.
β) αν η αίτηση της παραγράφου 1 του άρθρου 4 έχει υποβληθεί κατόπιν της άσκησης αγωγής αποζημίωσης.
γ) την ανάγκη να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα της δημόσιας επιβολής του δικαίου του ανταγωνισμού, στις περιπτώσεις των παραγράφων 3 και 7 ή κατόπιν αίτησης της αρχής ανταγωνισμού, σύμφωνα με την παράγραφο 9 του παρόντος.
3. Το δικαστήριο διατάσσει την κοινοποίηση των ακόλουθων κατηγοριών αποδεικτικών στοιχείων τα οποία περιλαμβάνονται στο φάκελο αρχής ανταγωνισμού, εφόσον και όταν περατωθεί οριστικά ως προς όλα τα εμπλεκόμενα μέρη η διαδικασία ενώπιον της αρχής ανταγωνισμού με την έκδοση απόφασης ή με άλλο τρόπο κατά τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία:
α) έγγραφα και πληροφορίες που συντάχθηκαν από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή δημόσιες αρχές ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ειδικά στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαδικασίας ενώπιον αρχής ανταγωνισμού,
β) έγγραφα και πληροφορίες που συντάχθηκαν από αρχή ανταγωνισμού και απεστάλησαν στα μέρη της διαδικασίας ενώπιόν της ή σε δημόσιες αρχές ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής, συμπεριλαμβανομένων των αιτιάσεων, και
γ) υπομνήματα, προτάσεις διευθέτησης διαφοράς και δηλώσεις διευθέτησης διαφοράς που ανακλήθηκαν για οποιονδήποτε λόγο.
4. Το δικαστήριο δεν διατάσσει την κοινοποίηση από αντίδικο ή τρίτο οποιασδήποτε από τις ακόλουθες κατηγορίες αποδεικτικών στοιχείων τα οποία περιλαμβάνονται στο φάκελο αρχής ανταγωνισμού:
α) αιτήσεις υπαγωγής στο πρόγραμμα επιείκειας
β) προτάσεις διευθέτησης διαφοράς και δηλώσεις διευθέτησης διαφοράς και
γ) έγγραφα στο βαθμό που παραθέτουν αυτούσια χωρία από τα υπό στοιχεία α και β έγγραφα της παρούσας παραγράφου.
Εάν μέρος μόνο του αποδεικτικού στοιχείου εμπίπτει στις περιπτώσεις α έως γ της παρούσας παραγράφου, το δικαστήριο δύναται να διατάξει την προσκόμιση των υπολοίπων τμημάτων του, κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο.
5. Ύστερα από αιτιολογημένο αίτημα του ενάγοντος το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να επιδειχθούν ενώπιόν του τα αποδεικτικά στοιχεία της παραγράφου 4 προκειμένου να αξιολογήσει αν αυτά εμπίπτουν στην παράγραφο 4 του παρόντος. Για το σκοπό αυτό το δικαστήριο:
α) μπορεί να ζητήσει μόνον τη συνδρομή της αρμόδιας αρχής ανταγωνισμού ή/ και
β) μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτημα των διαδίκων, να καλέσει σε ακρόαση ενώπιόν του τους συντάκτες των εγγράφων της παραγράφου 4.
Σε καμία περίπτωση το δικαστήριο δεν επιτρέπει την πρόσβαση σε αυτά τα έγγραφα σε διαδίκους ή τρίτους.
6. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει αρχή ανταγωνισμού να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία που περιλαμβάνονται σε φάκελό της τότε μόνον, αν διάδικος ή τρίτος δεν είναι σε θέση για εύλογους λόγους να προσκομίσει τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία διατάχθηκε να κοινοποιήσει.
7. Το αίτημα κοινοποίησης αποδεικτικών στοιχείων τα οποία περιλαμβάνονται στο φάκελο αρχής ανταγωνισμού, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4 είναι απαράδεκτο, αν δεν προσαχθεί βεβαίωση περί προηγούμενης κοινοποίησης αντιγράφου του αιτήματος στην εν λόγω εθνική αρχή ανταγωνισμού.
8. Η αρχή ανταγωνισμού μπορεί να υποβάλει εξ ιδίας πρωτοβουλίας γραπτές παρατηρήσεις επί της αναλογικότητας του αιτήματος κοινοποίησης, προς το δικαστήριο ενώπιον του οποίου έχει υποβληθεί σχετικό αίτημα.
9. Το δικαστήριο μπορεί να ζητά από την αρχή ανταγωνισμού να διατυπώσει τη γνώμη της επί ζητημάτων που άπτονται της εφαρμογής του παρόντος άρθρου και του άρθρου 4, εφόσον τούτη το κρίνει σκόπιμο .
10. Το παρόν άρθρο δεν θίγει:
α) τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας για τη χορήγηση πρόσβασης στο φάκελο υπόθεσης αρχής ανταγωνισμού,
β) τις διατάξεις για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ης Μαΐου 2001 και
γ) τις διατάξεις της εθνικής ή της ενωσιακής νομοθεσίας αναφορικά με την προστασία των εσωτερικών εγγράφων των αρχών ανταγωνισμού και την αλληλογραφία μεταξύ αρχών ανταγωνισμού.
ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡ 3
Η πρόβλεψη της παραγράφου 3 του άρθρου 6, πρόβλεψη που μνημονεύεται και στο άρθρο 7 παράγραφος 2, κάνει μια ουτοπική υπόθεση. Ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού ανταποκρίνεται με συνέπεια στις καταγγελίες ή στις αυτεπάγγελτες έρευνες που ξεκινάει. Παραβλέπει το σχέδιο Νόμου ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει το ανέλεγκτο δικαίωμα να θέσει μια καταγγελία στην ουρά, βαθμολογώντας την με χαμηλή προτεραιότητα και πρακτικά να μην την εξετάσει ποτέ ενώ ταυτόχρονα δεν την αρχειοθετεί. Ταυτόχρονα δεν οφείλει να ενημερώσει κανέναν για την απόφασή της, απλά ο καταγγέλλων περιμένει χωρίς καμία ελπίδα και γνώση της εξέλιξης.
Τα λεπτομερή στατιστικά στοιχεία δράσης της Επιτροπής Ανταγωνισμού (και όχι οι γενικόλογες δηλώσεις προσώπων) αποδεικνύουν ότι ιστορικά, πλειάδα υποθέσεων αργεί πολλά χρόνια να οδηγηθεί σε απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για πολλούς και διαφόρους λόγους.
Για παράδειγμα η υπόθεση της Μπύρας σταμάτησε το 2009 επειδή η ενδιαφερόμενη εταιρεία προσέφυγε στο Διοικητικό Εφετείο κατά ενδιάμεσης απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού (καθυστέρηση 4 χρόνια).
Στην υπόθεση των απορρυπαντικών ενώ ξεκίνησε το 2004, το 2009 εκδόθηκε προδικαστική απόφαση για περαιτέρω έλεγχο και ολοκληρώθηκε το 2017 με έκδοση απόφασης.
Επιπλέον των ανωτέρω η Επιτροπή Ανταγωνισμού καθαρογράφει τις αποφάσεις της σε διάστημα 12-24 μηνών, προσθέτοντας επιπλέον χρόνο στην επίμαχη φράση «όταν περατωθεί».
Ακόμα και αν ο νέος Νόμος προβλέπει διευκολύνσεις για τις παραγραφές, αυτό που οφείλει να λάβει υπόψη του είναι ότι αυτοί που παραβιάζουν την νομοθεσία είναι συνήθως ισχυρότατες εταιρείες, με απεριόριστα κεφάλαια και μπορούν να αντέξουν πολλά χρόνια. Σε αντίθεση με αυτές, οι εταιρείες που ζημιώνονται είναι μικρομεσαίες, με περιορισμένα κεφάλαια, εταιρείες που η παράνομη δράση όσων τιμωρήθηκαν από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού τις εχει εξοντώσει οικονομικά. Συνεπώς είναι όνειρο θερινής νυκτός ότι θα αντέξουν επί χρόνια να περιμένουν την Επιτροπή Ανταγωνισμού να φτάσει σε απόφαση για να καταφέρουν να λάβουν αντίγραφα από τα έγγραφα που περιγράφει το παρόν άρθρο.
ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡ 3α
Η παράγραφος 3α αναφέρει την φράση «έγγραφα και πληροφορίες …… ειδικά στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαδικασίας ενώπιον της αρχής ανταγωνισμού».
Η λέξη «ειδικά» είναι εκ του περισσού αν ο νομοθέτης αναφέρεται στα έγγραφα και πληροφορίες που συντάχθηκαν ή δόθηκαν λόγω της έρευνας της ΓΔΑ και της διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Αν όμως αναφέρεται ο νομοθέτης γενικά στα έγγραφα που έχει στην κατοχή της η ΓΔΑ και η Επιτροπή Ανταγωνισμού για την συγκεκριμένη υπόθεση και με την λέξη «ειδικά» θέλει να τονίσει αυτά που συντάχθηκαν στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαδικασίας ενώπιον της αρχής ανταγωνισμού, σημαίνει ότι περιλαμβάνει και όλα τα έγγραφα που υπάρχουν στον φάκελο. Αυτό καθιστά εξαιρετικά περιοριστικό, σε τελική ανάλυση, το τελικό αποτέλεσμα καθώς η σημαντική καθυστέρηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού θα μπλοκάρει κάθε είδους έγγραφο που υπάρχει στην κατοχή της, προς όφελος φυσικά των εταιρειών που παρανομούν.