1. Εποπτεύουσες αρχές για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος είναι οι οριζόμενες στην παράγραφο 2. Με τον όρο εποπτεύουσες νοούνται όλες οι υπηρεσίες που πριν την θέση σε ισχύ του παρόντος, είναι επιφορτισμένες με κάθε είδους εποπτεία κατά την έννοια του παρόντος νόμου.
2. Εποπτεύουσες αρχές είναι:
α) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
β) Ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων
γ) Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης
δ) Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή και Εμπορίου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.
ε) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών
στ) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας
ζ) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας
η) Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Αλληλεγγύης
θ) Οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας
ι) Το Σώμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων (ΣΕΠΔΕΜ)
ια) Το Πυροσβεστικό Σώμα Ελλάδος
ιβ) Η Ελληνική Αστυνομία
ιγ) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών
ιδ) Οι αρμόδιες Υπηρεσίες των κατά τόπο Περιφερειών και Περιφερειακών Ενοτήτων
ιε) Οι αρμόδιες υπηρεσίες των κατά τόπο Δήμων
ιστ) Οι Υπηρεσίες του Λιμενικού Σώματος, στη ζώνη δικαιοδοσίας τους.
ιζ) Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων
ιη) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Τουρισμού
κα) Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες Τουρισμού (ΠΥΤ)
κβ) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού
3.1 Εποπτεύουσα αρχή νοείται και το εκάστοτε Υπουργείο ή φορέας που εποπτεύει τις αρχές που μνημονεύονται στην παράγραφο 2
3.2. Τυχόν φορείς που εποπτεύονται από τις αρχές της παραγράφου 2 και δεν μνημονεύονται ρητά, εμπίπτουν στο παρόν άρθρο στο βαθμό που ασκούν εποπτεία κατά την έννοια του παρόντος νόμου εμπίπτουν στο άρθρο 3 του παρόντος .
4. Νέες υπηρεσίες, αρχές ή φορείς που αποκτούν αρμοδιότητες εποπτείας ή νέες αρμοδιότητες εποπτείας που κατανέμονται και καθορίζονται σε υφιστάμενες υπηρεσίες, αρχές ή φορείς μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου προστίθενται στην παράγραφο 2 με Κοινή Υπουργική Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του εκάστοτε αρμόδιου Υπουργού εντός 30 ημερών από την ανάληψη της αρμοδιότητας.
5. Στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου δύνανται να προστίθενται αρχές με Κοινή Υπουργική Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του εκάστοτε αρμόδιου Υπουργού.
1. Το άρθρο 14 ορίζει τις υπηρεσίες που είναι επιφορτισμένες με την εποπτεία. Πρόκειται για μία συνοπτική, γενικόλογη, περιγραφική και καθόλου διαφωτιστική απαρίθμηση ενός μεγάλου αριθμού υπουργείων και υπηρεσιών. Είναι πάρα πολύ εύκολο να επαναλαμβάνεται συνέχεια η φράση «αρμόδιες υπηρεσίες». Με δεδομένο ότι υπάρχουν πλέον λεπτομερή οργανογράμματα για όλα τα υπουργεία και τις περισσότερες υπηρεσίες, θα έπρεπε να υπάρχει λεπτομερής αναφορά σε διευθύνσεις και τμήματα που υπάγονται στο παρόν νομοσχέδιο. Η κωδικοποίηση αυτή είναι μία απαιτητική εργασία, αλλά θα ήταν μία ουσιαστική συμβολή στη διασαφήνιση του εποπτικού καθεστώτος.
2. Στην περίπτωση «οικονομικών δραστηριοτήτων» που αναλαμβάνονται από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ή από φορείς με σημαντική συμμετοχή του δημοσίου, θα πρέπει να διασφαλίζεται ο διαχωρισμός μεταξύ εποπτευόμενου φορέα και εποπτικής αρχής. Αυτό αποτελεί βασική αρχή, που θα μπορούσε να προστεθεί και στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου.
3. Η 4η παράγραφος προβλέπει την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης για την «ενημέρωση» της 2ης παραγράφου με νέες εποπτεύουσες αρχές. Επειδή η 2η παράγραφος απαριθμεί τις υπηρεσίες που υπάγονται στις διατάξεις του «παρόντος», η «ενημέρωση» -τροποποίηση αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει ουσιαστική νομική σημασία. Κατά πάσα πιθανότητα, για το θέμα χρειάζεται προεδρικό διάταγμα – για παράδειγμα, ήδη έχει προβλεφτεί το προεδρικό διάταγμα του άρθρου 13 που ορίζει τις εποπτεύουσες αρχές. Σε κάθε περίπτωση, η κοινή αυτή υπουργική απόφαση είναι μία ακόμα πράξη που πρέπει να εκδοθεί για να μπορούν να αναληφθούν ενέργειες ελέγχου: όσο καθυστερεί, θα μπορούν να εγερθούν αμφισβητήσεις για τις ακριβείς αρμοδιότητες των νέων εποπτικών αρχών.
Προτείνεται η απαλοιφή της 4ης παραγράφου. Οι νομικές διατάξεις που θεσπίζουν τις νέες εποπτεύουσες αρχές θα πρέπει και να τις υπάγουν στις διατάξεις του παρόντος, καθώς και να τροποποιούν ανάλογα είτε το παρόν άρθρο, είτε τα προεδρικά διατάγματα του άρθρου 13.
Μία άλλη επιλογή είναι η αναδιατύπωση της 4ης παραγράφου ως εξής:
«Με μία ή περισσότερες κοινές υπουργικές αποφάσεις του υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και των συναρμόδιων υπουργών, κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο οι εποπτικές αρχές που υπάγονται στον παρόντα νόμο. Η απόφαση αυτή περιέχει και όλες τις απαραίτητες φυσικές και διαδικτυακές διευθύνσεις για την υποβολή καταγγελιών σύμφωνα με το άρθρο 7, και την υποστήριξη της συμμόρφωσης και παροχή πληροφόρησης σύμφωνα το άρθρο 9. Η απόφαση αυτή επικαιροποιείται κάθε φορά που απαιτείται από νέες διατάξεις, και τουλάχιστον ετησίως.»
Προβλήματα σχετικά με την εναρμόνιση των παλαιών κειμένων της εθνικής νομοθεσίας με τα αντίστοιχα της κοινοτικής εμφανίζονται και λόγω:
• του διαφορετικού τρόπου έκδοσης αδειών, μεταξύ των υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση,
• της διαφορετικής διαχείρισης των ελέγχων σχετικά με την ασφάλεια των προϊόντων από τις αρχές ελέγχου και την εφαρμογή διαφορετικών κυρώσεων για την ίδια παράβαση,
• της εμπλοκής του Αγορανομικού Κώδικα σε ζητήματα ασφάλειας των προϊόντων και τροφίμων σε αντίθεση πολλές φορές με άλλη σχετική νομοθεσία.
Κανένας όμως, από τους φορείς που δραστηριοποιούνται και έχουν αρμοδιότητες στο χώρο, δεν έχει την ευθύνη της χάραξης συγκροτημένης πολιτικής στον έλεγχο της ποιότητας και της εποπτείας. Δεν υπάρχει, δηλαδή, κανένας φορέας που να εξετάζει συνολικά τις ανάγκες, να καθορίζει προτεραιότητες, να προγραμματίζει τις ενέργειες με ορθολογική κατανομή των πόρων του συστήματος, να συντονίζει τις δράσεις, να συλλέγει και να αξιοποιεί τα αποτελέσματα.
Το άρθρο 14 πρέπει να αναθεωρηθεί στη ratio του.
Αναπαράγει την παθογένεια του ελέγχων στην Ελλάδα. Έχει αποδειχθεί ότι η διασπορά των αρμοδιοτήτων δεν είναι αποτελεσματική.
Πρέπει να οργανωθεί μια υπηρεσία (υφιστάμενη ή νέα) με καταρτισμένο και εξοπλισμένο προσωπικό και να ειδικέυεται στον περιβαλλοντικό έλεγχο, νομίμων ή παρανόμων δραστηριοτήτων. Η περιβαλλοντική αστυνομία στα Ευρωπαϊκά πρότυπα θα ήταν μια πρόταση.
Έχει γίνει σχετική συζήτηση στη μόνιμη επιτροπή της Βουλής, προεδρεύουσας της κ Ιγγλέζη.
ΝΕΟΤΕΡΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Τελικά μνημονεύεται η ΑΑΔΕ στρο άρθρο 14 και ως εκ τούτου η παρατήρηση-σχόλιο για την απουσία του ΓΧΚ καλύπτεται δεν ισχύει. Χωρίς αυτό να με απαλλάσσει σημειώνω ότι Θα μπορούσα να αποφύγω την αβλεψία, αν μνημονευόταν όπως κατά κανόνα συμβαίνει με τα κεφαλαία αρχικά της (ως ΑΑΔΕ) οπότε θα ήταν ευδιάκριτη
Η περίπτωση της παραγράφου 3.2 δεν καλύπτει υπηρεσίες με μεγάλο και ευρύ εποπτικό ρόλο, που υπάγονται στην επίσης μη κατονομαζομένη ΑΑΔΕ όπως το ΓΧΚ.
Στις προαναφερόμενες αρχές δεν μνημονεύονται αρχές όπως η ΑΑΔΕ και ιδίως το το ΓΧΚ, το οποίο υπάγεται στην ΑΑΔΕ. Το ΓΧΚ είναι καθ’ ύλην αρμόδιο για θέματα ελέγχων, κυρώσεων κλπ για πολλά προιόντα. Τι συμβαίνει και πού οφείλεται αυτή η παράλειψη ;
Επίσης δεν έχει κάποιο εποπτικό ρόλο και ο ΕΟΦ ;