1. Οι εκκαθαριστές οφείλουν, μόλις αναλάβουν τα καθήκοντά τους, να διενεργήσουν απογραφή της εταιρικής περιουσίας και να δημοσιεύσουν ισολογισμό έναρξης εκκαθάρισης, μη υποκείμενο σε έγκριση της γενικής συνέλευσης. Σε κάθε περίπτωση, η απογραφή θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός τριών (3) μηνών από την ανάληψη των καθηκόντων τους.
2. Η γενική συνέλευση των μετόχων διατηρεί όλα τα δικαιώματά της κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης.
3. Οι εκκαθαριστές οφείλουν να περατώσουν χωρίς καθυστέρηση τις εκκρεμείς υποθέσεις της εταιρείας, να μετατρέψουν σε χρήμα την εταιρική περιουσία, με την επιφύλαξη της παρ. 8, να εξοφλήσουν τα χρέη της και να εισπράξουν τις απαιτήσεις της. Μπορούν να ενεργήσουν και νέες πράξεις, εφόσον με αυτές εξυπηρετούνται η εκκαθάριση και το συμφέρον της εταιρείας.
4. Οι εκκαθαριστές μπορούν επίσης να εκποιήσουν τα ακίνητα της εταιρείας, την εταιρική επιχείρηση στο σύνολό της ή κλάδους αυτής ή μεμονωμένα πάγια στοιχεία της, αλλά μετά την πάροδο τριών (3) μηνών από τη λύση της. Εντός της προθεσμίας αυτής κάθε μέτοχος ή και δανειστής της μπορούν να ζητήσουν από το δικαστήριο, το οποίο δικάζει κατά τα άρθρα 739 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, να καθορίσει την κατώτατη τιμή πώλησης των ακινήτων, κλάδων ή τμημάτων ή του συνόλου της επιχείρησης, η απόφαση δε αυτού δεσμεύει τους εκκαθαριστές και δεν υπόκειται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα, υπόκειται όμως σε αναθεώρηση κατά το άρθρο 758 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αν η εκποίηση δεν καθίσταται δυνατή.
5. Οι εκκαθαριστές μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στο δικαστήριο και εκδικάζεται με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, να ζητήσουν τη διενέργεια της εκκαθάρισης σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη δικαστική εκκαθάριση κληρονομίας (άρθρα 1913 επ. ΑΚ), αναλόγως εφαρμοζόμενες. Στην περίπτωση αυτή είναι δυνατή η αναγκαστική εκτέλεση κατά της εταιρείας στο στάδιο της εκκαθάρισης.
6. Οι μέτοχοι της λυθείσας εταιρείας υποχρεούνται να καταβάλουν το κεφάλαιο που ανέλαβαν και δεν έχουν ακόμη καταβάλει, στην έκταση που αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των σκοπών της εκκαθάρισης.
7. Κάθε έτος οι εκκαθαριστές συντάσσουν ενδιάμεσες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, οι οποίες υποβάλλονται στη γενική συνέλευση των μετόχων με έκθεση των αιτίων τα οποία παρεμπόδισαν το τέλος της εκκαθάρισης. Οι ενδιάμεσες χρηματοοικονομικές καταστάσεις υποβάλλονται σε δημοσιότητα. Επίσης, συντάσσονται χρηματοοικονομικές καταστάσεις πέρατος της εκκαθάρισης, οι οποίες εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση και υποβάλλονται σε δημοσιότητα. Η συνέλευση αυτή αποφασίζει και περί της έγκρισης του συνολικού έργου των εκκαθαριστών και απαλλαγής των ελεγκτών.
8. Με βάση τις εγκεκριμένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις πέρατος της εκκαθάρισης οι εκκαθαριστές διανέμουν το προϊόν της εκκαθάρισης στους μετόχους, σύμφωνα με τα δικαιώματα τούτων. Αν συμφωνούν όλοι οι μέτοχοι, η διανομή μπορεί να γίνει και με αυτούσια απόδοση σ’ αυτούς των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.
Στο Άρθρο 168: Θα ήταν αποτελεσματικό και χρήσιμο, τόσο για τις εταιρείες όσο και για τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες να εκσυγχρονιστούν και να απλοποιηθούν οι διαδικασίες λύσης και εκκαθάρισης. Σε κάθε περίπτωση όμως αυτό δεν θα επιλύσει το μεγαλύτερο κατά την άποψη μας θέμα που απασχολεί κυρίως τις Εποπτεύουσες Υπηρεσίες, δηλαδή τα Τμήματα Εμπορίου των Περιφερειακών Ενοτήτων. Αναφερόμαστε στο πρόβλημα των «ανενεργών» και «λιμναζόντων» εταιρειών (υπολογίζονται στο 20% περίπου των συνολικά υπαρχόντων Α.Ε.) που ο φυσικός τους φάκελος βρίσκεται στα ράφια και στα ντουλάπια των Υπηρεσιών εδώ και πολλά χρόνια και οι οποίες εταιρείες είτε είναι επιχειρηματικά ανενεργές, είτε απαξιούν να αποστείλουν οποιοδήποτε εταιρικό έγγραφο, είναι δε ακέφαλες από Διοικητικά Συμβούλια και δίχως ίχνος «εταιρικής ζωής». Επειδή το όλο ζήτημα «καρκινοβατεί» εδώ και πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, μας απασχόλησε έντονα και θεωρώντας ότι χρειάζεται ρηξικέλευθη αντιμετώπιση προτείνουμε, σε συνδυασμό με την αναθεώρηση του άρθρου 48 του ΚΝ 2190/20, τα παρακάτω :
1. Στις «ανενεργές» αυτές Ανώνυμες Εταιρείες παρέχεται χρονική προθεσμία τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του Νόμου προκειμένου να τακτοποιήσουν τις εκκρεμότητές του (Οικονομικές καταστάσεις, Διοικητικά Συμβούλια κλπ.). Η γνωστοποίηση της ανωτέρω υποχρέωσης προς τις Α.Ε. γίνεται με κάθε πρόσφορο τρόπο (δημοσίευση στις εφημερίδες, ανακοίνωση στην ιστοσελίδα της Περιφέρειας ακόμη και με συστημένη επιστολή). Για τις εταιρικές ενέργειες τακτοποίησης των εκκρεμοτήτων παρελθόντων οικονομικών χρήσεων οι Εποπτικές Υπηρεσίες δεν θα επιβάλλουν τις διοικητικές κυρώσεις, που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις.
2. Οι Ανώνυμες Εταιρείες, οι οποίες εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος δεν ανταποκριθούν και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν υποβάλλει οικονομικές καταστάσεις για πέντε (5) οικονομικές χρήσεις, τίθενται με αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη σε υποχρεωτική λύση και εκκαθάριση.
3. Συστήνεται Σώμα Ορκωτών Εκκαθαριστών με γεωγραφική αναφορά ανά Περιφερειακή Ενότητα. Εντός χρονικού διαστήματος δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του Νόμου εκδίδεται Υπουργική Απόφαση, η οποία καθορίζει επακριβώς τις διαδικασίες, τον τρόπο, τα προσόντα και τα κριτήρια επιλογής των συμμετεχόντων στην προκήρυξη για την πλήρωση των θέσεων στο Σώμα Ορκωτών Εκκαθαριστών.
4. Στην απόφαση του Περιφερειάρχη (της παρ.2) ορίζονται, ένας (1) Ορκωτός Εκκαθαριστής για τις μικρές και πολύ μικρές οντότητες και δύο (2) Ορκωτοί Εκκαθαριστές για τις υπόλοιπες οντότητες, κατόπιν ηλεκτρονικής κλήρωσης από τον ισχύοντα περιφερειακό κατάλογο των Ορκωτών Εκκαθαριστών.
5. Η υποχρεωτική αυτή εκκαθάριση θα διενεργείται εντός προθεσμίας τριών (3) ετών, η οποία δύναται να παραταθεί με αιτιολογημένη τροποποιητική απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη για δύο (2) ακόμη έτη.
6. Συστήνεται Ταμείο Διαχείρισης Εκκαθαρίσεων με γεωγραφική αναφορά σε κάθε Περιφέρεια και οικονομικά ενταγμένο στον προϋπολογισμό της κάθε Περιφέρειας. Έσοδα αυτού του Ταμείου θα είναι ένα ποσοστό από το τελικό οικονομικό προϊόν κάθε υποχρεωτικής εκκαθάρισης της Περιφέρειας. Όταν τα έσοδα δεν επαρκούν υποχρεούται το αρμόδιο υπουργείο να συμβάλλει οικονομικά. Οι αμοιβές των Ορκωτών Εκκαθαριστών θα καθορισθούν με Υπουργική Απόφαση αναλυτικά ανά οντότητα και ανά έτος εκκαθάρισης.
7. Συστήνεται Περιφερειακό Εποπτικό Συμβούλιο Εκκαθαρίσεων αποτελούμενο από τον εκάστοτε Γενικό Διευθυντή Ανάπτυξης ως Πρόεδρο και τους εκάστοτε Διευθυντές Ανάπτυξης των Περιφερειακών Ενοτήτων ως μέλη. Το Συμβούλιο αυτό θα επιλαμβάνεται των θεμάτων που προκύπτουν ή που δεν προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία και αφορούν τις υποχρεωτικές εκκαθαρίσεις και έχοντας συμβουλευτικό χαρακτήρα θα προτείνει προς τον Περιφερειάρχη λύσεις και διορθωτικές κινήσεις για κάθε προκύπτουσα υπόθεση
8. Στις Ανώνυμες Εταιρείες που βρίσκονται σε καθεστώς εθελοντικής εκκαθάρισης για διάστημα πέραν της πενταετίας, παρέχεται με αιτιολογημένη απόφαση του Περιφερειάρχη χρονικό περιθώριο τριών (3) ετών για οριστική λύση και εκκαθάριση. Εάν μετά την παρέλευση αυτού του χρονικού διαστήματος δεν εκκαθαρισθούν εντάσσονται και αυτές σε καθεστώς υποχρεωτικής εκκαθάρισης σύμφωνα με τις προαναφερθείσες πράξεις και διαδικασίες.
Η όλη παραπάνω προτεινόμενη νομοθετική πρωτοβουλία και διαδικασία μπορεί να φαίνεται εκ πρώτης όψεως «σκληρή», αλλά λόγω του μεγάλου όγκου και της σπουδαιότητας για τις αποκεντρωμένες Εποπτικές Υπηρεσίες, θεωρείται εκ των ουκ άνευ επιβεβλημένη προκειμένου να επιλυθεί ριζικά το πρόβλημα. Άλλωστε, η πλειονότητα αυτών των εταιρειών, είτε είναι επιχειρηματικά ανενεργές, είτε εκ στρατηγικής άποψης αδιαφορούν για τις νομικές υποχρεώσεις τους.