1. Το σήμα κηρύσσεται άκυρο και διαγράφεται εάν καταχωρίσθηκε κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4 και 5.
2. Αν ο λόγος ακυρότητας αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, το σήμα κηρύσσεται άκυρο μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες.
3. Το σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο εάν ο λόγος απαραδέκτου που προβλέπεται στα εδάφια β’, γ’ και δ’ της παρ. 1 του άρθρου 4 δεν υφίσταται κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης ακυρότητας λόγω του ότι το σήμα απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσης του.
4. Την ακυρότητα σήματος για λόγους που ανάγονται στο άρθρο 4 μπορεί να ζητήσει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας εκπροσώπησης των συμφερόντων κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών, εφόσον μπορεί να ενάγει και να ενάγεται.
5. Την ακυρότητα σήματος για λόγους που ανάγονται στο άρθρο 5 μπορεί να ζητήσει ο δικαιούχος οποιουδήποτε προγενέστερου δικαιώματος περιλαμβάνεται στο άρθρο αυτό.
6. Μια αίτηση ακυρότητας μπορεί να στηρίζεται σε περισσότερα από ένα προγενέστερα δικαιώματα, αρκεί να ανήκουν όλα στον ίδιο δικαιούχο.
7. Η ακυρότητα του σήματος επέρχεται όταν η σχετική απόφαση καταστεί τελεσίδικη. Το σήμα που κηρύχθηκε άκυρο θεωρείται ότι ουδέποτε παρήγε αποτελέσματα.
8. Η τελεσίδικη απόφαση για την ακυρότητα σήματος εγγράφεται στο μητρώο σημάτων και το σήμα διαγράφεται από αυτό.
9. Για την υποβολή αίτησης ακυρότητας, την κοινοποίησή της, την εξέτασή της από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 51.
10. Δεν δικαιούται να ζητήσει την κήρυξη ακυρότητας σήματος για τους λόγους του άρθρου 5 εκείνος, ο οποίος τους είχε προβάλει κατά τη διαδικασία καταχώρισης αυτού, εφόσον αυτοί κρίθηκαν κατ’ αντιδικία με τον δικαιούχο του σήματος από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων ή τα διοικητικά δικαστήρια.