1. Όταν κάποιος διάδικος έχει προσκοµίσει ευλόγως διαθέσιµα αποδεικτικά στοιχεία και επαρκή προς στήριξη των ισχυρισµών του περί προσβολής του σήµατος, παράλληλα δε επικαλείται αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου, ο δικαστής, ύστερα από αίτηση του διαδίκου, µπορεί να διατάξει την προσκόµιση των αποδεικτικών αυτών στοιχείων από τον αντίδικο. Η ύπαρξη ικανής ποσότητας προϊόντων µε το προσβάλλον σημείο θεωρείται βάσιµο αποδεικτικό στοιχείο.
2. Αν συντρέχει προσβολή του σήµατος σε εµπορική κλίµακα, το δικαστήριο µπορεί επίσης, ύστερα από αίτηση διαδίκου, να διατάξει την κοινοποίηση τραπεζικών, χρηµατοοικονοµικών ή εµπορικών εγγράφων που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου.
3. Το δικαστήριο, σε κάθε περίπτωση κατ’ αίτηση του υπόχρεου προς παροχή πληροφοριών, λαµβάνει τα κατάλληλα µέτρα, ώστε να διασφαλίσει την προστασία των εµπιστευτικών πληροφοριών.
4. Επί προσβολής σήµατος, το δικαστήριο ύστερα από αιτιολογηµένο αίτηµα του διαδίκου που υποβάλλεται µε την αγωγή ή και αυτοτελώς στο πλαίσιο δίκης ασφαλιστικών µέτρων, µπορεί και πριν από την ορισµένη δικάσιµο, να διατάσσει την παροχή από τον αντίδικο πληροφοριών για την προέλευση και τα δίκτυα διανοµής των εµπορευµάτων ή της παροχής των υπηρεσιών που προσβάλλουν το σήµα. Το ίδιο µπορεί να διατάσσεται και κατά οποιουδήποτε άλλου προσώπου, το οποίο: α) βρέθηκε να κατέχει παράνοµα τα εµπορεύµατα σε εµπορική κλίµακα, β) βρέθηκε να χρησιµοποιεί τις παράνοµες υπηρεσίες σε εµπορική κλίµακα, γ) διαπιστώθηκε ότι παρείχε, σε εµπορική κλίµακα, υπηρεσίες χρησιµοποιούµενες για την προσβολή σήµατος ή δ) ευλόγως υποδείχθηκε από πρόσωπο των τριών προηγούµενων περιπτώσεων ως ενεργά εµπλεκόµενο στην παραγωγή, κατασκευή, ή διανοµή των εµπορευµάτων, ή στην παροχή των υπηρεσιών που παράγονται ή προσφέρονται σε εµπορική κλίµακα.
5. Οι πληροφορίες της παραγράφου 4 περιλαµβάνουν, εφόσον ενδείκνυται: α) τα ονοµατεπώνυµα και τις διευθύνσεις των παραγωγών, κατασκευαστών, διανοµέων, προµηθευτών και λοιπών προηγούµενων κατόχων του προϊόντος ή της υπηρεσίας, καθώς και των παραληπτών χονδρεµπόρων και των εµπόρων λιανικής, β) πληροφορίες για τις ποσότητες που παρήχθησαν, κατασκευάστηκαν, παραδόθηκαν, παραλήφθηκαν ή παραγγέλθηκαν, καθώς και για το τίµηµα που αφορά στα εν λόγω εµπορεύµατα ή υπηρεσίες.
6. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στα άρθρα 401 και 402 του Κώδικα Πολιτικής ∆ικονοµίας δικαιούνται να αρνηθούν να παράσχουν τις αιτούµενες ως άνω πληροφορίες.
7. Οι παράγραφοι 4 και 5 εφαρµόζονται µε την επιφύλαξη άλλων διατάξεων, οι οποίες: α) παρέχουν στον δικαιούχο δικαιώµατα πληρέστερης ενηµέρωσης, β) διέπουν τη χρήση, στο πλαίσιο αστικής ή ποινικής διαδικασίας, των πληροφοριών που γνωστοποιούνται βάσει των παραγράφων 4 και 5, γ) διέπουν την ευθύνη για καταχρηστική άσκηση του δικαιώµατος ενηµέρωσης ή δ) διέπουν την προστασία της εµπιστευτικότητας των πηγών πληροφοριών ή την επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων.
8. Αν ο διάδικος κληθεί και αδικαιολόγητα δεν προσκοµίσει τα αποδεικτικά στοιχεία κατά τις παραγράφους 1 και 2, οι αντίστοιχοι προς απόδειξη ισχυρισµοί του διαδίκου που ζήτησε την προσκόµιση ή την κοινοποίηση των αποδεικτικών στοιχείων θεωρούνται οµολογηµένοι. Όποιος αδικαιολόγητα παραβεί διαταγή του δικαστηρίου κατά τις παραγράφους 1 έως 3, καταδικάζεται, εκτός από τα δικαστικά έξοδα και σε χρηµατική ποινή ύψους πενήντα χιλιάδων (50.000) έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
9. Εφόσον ο υπόχρεος προς πληροφόρηση παράσχει ανακριβείς πληροφορίες από δόλο ή από βαρεία αµέλεια, ευθύνεται για τη ζηµία που εκ του λόγου τούτου προξένησε.
10. Οι πληροφορίες που ελήφθησαν σύµφωνα µε το παρόν άρθρο δεν επιτρέπεται να χρησιµοποιηθούν για την ποινική δίωξη του υπόχρεου προς πληροφόρηση.