1. Σε περίπτωση διαφορών μεταξύ ιδιωτών, που αποτελούν αντικείμενο διαδικασιών που εκκρεμούν ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, μπορεί να υποβληθεί από τα μέρη κοινή αίτηση διαμεσολάβησης ανά πάσα στιγμή μετά την κατάθεση ανακοπής, αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας και παρέμβασης. Η αίτηση κατατίθεται στη Διεύθυνση Σημάτων, διαβιβάζεται στη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων και η διαδικασία ενώπιον αυτής αναστέλλεται.
2. Από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης διαμεσολάβησης οι προθεσμίες αναστέλλονται και συνεχίζουν να τρέχουν από την ημέρα επανάληψης της διαδικασίας. Η διαμεσολάβηση ολοκληρώνεται εντός εξαμήνου που αρχίζει από την επομένη της υποβολής του αιτήματος. Τα μέρη δύνανται να συμφωνούν παράταση της ως άνω προθεσμίας για χρονικό διάστημα έως τριών μηνών. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων αναβάλλει υποχρεωτικά τη συζήτηση της υπόθεσης ορίζοντας νέα συζήτηση μετά την πάροδο του εξαμήνου.
3. Οι διάδικοι ορίζουν από κοινού διαμεσολαβητή νόμιμα διαπιστευμένο στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4. Οι διάδικοι συμφωνούν από κοινού με τον διαμεσολαβητή τις ειδικές λεπτομέρειες για τη διαμεσολάβηση.
5. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης οι διάδικοι παρίστανται μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους. Η πληρεξουσιότητα για την παράσταση των διαδίκων δια πληρεξουσίου δικηγόρου ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων καλύπτει και τη συμφωνία περί υπαγωγής στη διαμεσολάβηση.
6. Αν δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία των διαδίκων και του διαμεσολαβητή στον ίδιο τόπο και χρόνο, η διαμεσολάβηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διαδικασία της τηλεδιάσκεψης, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος τηλεδιάσκεψης στο οποίο έχουν πρόσβαση οι διάδικοι.
7. Μετά το πέρας της διαδικασίας της διαμεσολάβησης υπογράφεται πρακτικό διαμεσολάβησης, το οποίο συντάσσεται από τον διαμεσολαβητή και υπογράφεται από τον ίδιο, τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους. Το πρακτικό περιλαμβάνει τα στοιχεία του διαμεσολαβητή, των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, καθώς και τυχόν άλλων προσώπων που συμμετείχαν στη διαμεσολάβηση, τον τόπο και χρόνο της διαμεσολάβησης και τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι διάδικοι ή τη διαπίστωση της αποτυχίας της διαμεσολάβησης. Σε περίπτωση αποτυχίας της διαμεσολάβησης, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνον από τον διαμεσολαβητή, ο οποίος οφείλει να μνημονεύσει ότι οι διάδικοι δεν κατέληξαν σε συμφωνία. Το πρακτικό υποβάλλεται στη Διεύθυνση Σημάτων από τον διαμεσολαβητή ή οιονδήποτε των διαδίκων και διαβιβάζεται στη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων.
8. Οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, ο οποίος δεσμεύει όλα τα συμμετέχοντα πρόσωπα, ιδίως τον διαμεσολαβητή, τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους τους.
9. Οι διαμεσολαβητές πρέπει να απολαμβάνουν ανεξαρτησίας και ουδετερότητας και να είναι αμερόληπτοι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
10. Η Διεύθυνση Σημάτων μπορεί να συνεργάζεται με άλλους αναγνωρισμένους εθνικούς, ευρωπαϊκούς ή διεθνείς οργανισμούς που ασκούν δραστηριότητες διαμεσολάβησης.