Άρθρο 11:
Το άρθρο αυτό αποτελεί απαράδεκτη υποβάθμιση του ισχύοντος δικαίου προστασίας του φυσικού πλούτου της χώρας, το οποίο κατά την πάγια γνώμη μας αποτελεί το σημαντικότερο και αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα και «τουριστικό προϊόν» της χώρας. Ως εκ τούτου, θεωρούμε επιβεβλημένη την απόσυρσή του.
Το ενημερωτικό σημείωμα που συνοδεύει το νομοσχέδιο ορίζει ως βασικούς του στόχους τη μείωση των διοικητικών βαρών, την απλούστευση των διαδικασιών και την βελτίωση του θεσμικού πλαισίου. Η ανάγνωση του άρθρου 11, όμως, δείχνει ότι τα μέσα επίτευξης των στόχων αυτών είναι η ανατροπή των ουσιαστικότερων ρυθμίσεων του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού (Ειδικό Χωροταξικό) για τον Τουρισμό (κ.υ.α. 6876/4871/ ΦΕΚ 128/2008), και ο καθορισμός σχεδίων χρήσεων γης που θα υπερβαίνουν και θα ακυρώνουν κάθε ειδικό καθεστώς προστασίας. Κοντολογίς, το συγκεκριμένο άρθρο επιτρέπει, με μία σαρωτική ρύθμιση, τη διάσπαρτη και ανεξέλεγκτη τουριστική ανάπτυξη με εγκαταστάσεις κάθε κλίμακας, σε μερικές από τις πλέον πολύτιμες και ευαίσθητες οικολογικά (και τουριστικά) περιοχές. Πρόκειται για τροποποίηση του Ειδικού Πλαισίου, η οποία γίνεται κατά παρέκκλιση των ειδικών διαδικασιών που προβλέπονται [7 ν. 2742/1999], και οι οποίες δεν διασφαλίζουν παρά ελάχιστη συμμετοχή του κοινού, ενώ στερούνται και επιστημονικής αρτιότητας. Είναι επίσης αυτονόητο, ότι οι προβλέψεις αυτές αντιτίθενται και στο «περιβαλλοντικό κεκτημένο» δηλαδή τη νομολογιακά σαφώς ορισμένη δυνατότητα του κοινού νομοθέτη να μεταβάλει την παρεχόμενη από τον νόμο προστασία του περιβάλλοντος μόνον προς την κατεύθυνση της περαιτέρω ενίσχυσης της προστασίας αυτής [Σ.τ.Ε. Ολ. 10/1998, Ολ. 1528/2003, 3179/2009].
Ειδικότερα:
(α) Η τρίτη παράγραφος του προτεινόμενου άρθρου επιτρέπει τη «δημιουργία οργανωμένων υποδοχέων τουριστικών δραστηριοτήτων» στο σύνολο των περιοχών που υπάγονται στην κατηγορία Β του άρθρου 4 του Ειδικού Χωροταξικού για τον Τουρισμό. Στις περιοχές αυτές, περιλαμβάνεται και η κατηγορία Β.2 («περιοχές με περιθώρια ανάπτυξης ήπιου και εναλλακτικού τουρισμού»), στην οποία ισχύει «[π]εριορισμός της δόμησης νέων υποδομών φιλοξενίας, εστίασης και λοιπών σχετικών με τον τουρισμό υποδομών, στον Ηπειρωτικό χώρο, εντός οικισμών καθώς και σε μια ζώνη πλάτους 500 μέτρων από τα όριά τους στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται σχετικός κορεσμός (ποσοστό αδόμητων γηπέδων 600 μ.), στα δάση και τις δασικές εκτάσεις και στη γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας [9(Α) υπ’ αριθμ. 24208/4.6.2009 κ.υ.α.], και καθίστανται άνευ περιεχομένου οι κατευθύνσεις του Ειδικού Χωροταξικού για δάση και δασικές εκτάσεις, και για την αγροτική γη [8 παρ. 1 της υπ’ αριθμ. 24208/4.6.2009 κ.υ.α.].
(δ) Με τη διάταξη της 5ης παραγράφου, οι παραπάνω ρυθμίσεις επεκτείνονται και στα «σύνθετα τουριστικά καταλύματα» (συνδυασμός ξενοδοχείων με τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες ή εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής, 8 ν. 4002/2011). Έτσι, οι ευαίσθητες περιοχές που περιγράφονται πιο πάνω είναι πλέον διαθέσιμες και για κατασκευή (ουσιαστικά παραθεριστικών) κατοικιών. Παράλληλα, το νομοσχέδιο καταργεί έμμεσα τους περιορισμούς του άρθρου 9 του Ειδικού Χωροταξικού [που αφορά τις «σύνθετες τουριστικές υποδομές», άρα και τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα, πρβλ. 9 παρ. 2 β) ν. 4002/2011] - και ειδικά την απαγόρευση κατασκευής στον ορεινό χώρο, σε περιοχές (απόλυτης ή μη) προστασίας της φύσης και σε οικότοπους προτεραιότητας.
(ε) Επιπλέον, η υποπαράγραφος (β) της 4ης παραγράφου καταργεί ρητά και τους περιορισμούς κάλυψης του Ειδικού Χωροταξικού για όλους τους οργανωμένους υποδοχείς: έτσι, στα νησιά 90-100 τ.χ., είναι δυνατή η κατασκευή οργανωμένων υποδοχέων με έκταση άνω του δύο τοις χιλίοις της συνολικής έκτασης, χωρίς να ορίζεται κανένα ανώτατο όριο. Μεγάλες εκτάσεις σχετικά μικρών νησιών μπορούν πλέον να μετατραπούν σε «οργανωμένο υποδοχέα» -π.χ., με τη μορφή ΠΟΤΑ ή ΕΣΧΑΔΑ- να αλλάξουν χρήσεις και να καταστούν απροσπέλαστες στο κοινό.
(στ) Οι επεμβάσεις αυτές στο θεσμικό πλαίσιο γίνονται χωρίς καμία επιστημονική μελέτη χωροταξικού επιπέδου, όπως η προβλεπόμενη από το κοινοτικό δίκαιο ΣΜΠΕ. Θα πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι έχει κριθεί πώς οι ΠΟΤΑ, πρέπει να είναι «αντικείμενο προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού» [ΣτΕ Ολ. 3396/2010], ενώ ο καθορισμός ΠΕΡΠΟ απαιτεί τουλάχιστον την «έγκριση γενικών κατευθύνσεων ειδικά ρυθμιζόμενης πολεοδομικής δραστηριότητας» [24 παρ. 3 ν. 2508/1997]. Επίσης, λησμονάται ότι οι ΠΟΤΑ απαγορεύονται σε ορισμένα τμήματα του Εθνικού Δικτύου Προστατευόμενων Περιοχών [19 παρ. 7 ν. 1650/1986, όπως ισχύει με το 5 και 6 ν. 3937/2011]. Φυσικά, οι παραπάνω ρυθμίσεις δεν αποτελούν προηγούμενο χωροταξικό σχεδιασμό για κάθε κατηγορία οργανωμένου υποδοχέα.
Άρθρο 11: Το άρθρο αυτό αποτελεί απαράδεκτη υποβάθμιση του ισχύοντος δικαίου προστασίας του φυσικού πλούτου της χώρας, το οποίο κατά την πάγια γνώμη μας αποτελεί το σημαντικότερο και αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα και «τουριστικό προϊόν» της χώρας. Ως εκ τούτου, θεωρούμε επιβεβλημένη την απόσυρσή του. Το ενημερωτικό σημείωμα που συνοδεύει το νομοσχέδιο ορίζει ως βασικούς του στόχους τη μείωση των διοικητικών βαρών, την απλούστευση των διαδικασιών και την βελτίωση του θεσμικού πλαισίου. Η ανάγνωση του άρθρου 11, όμως, δείχνει ότι τα μέσα επίτευξης των στόχων αυτών είναι η ανατροπή των ουσιαστικότερων ρυθμίσεων του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού (Ειδικό Χωροταξικό) για τον Τουρισμό (κ.υ.α. 6876/4871/ ΦΕΚ 128/2008), και ο καθορισμός σχεδίων χρήσεων γης που θα υπερβαίνουν και θα ακυρώνουν κάθε ειδικό καθεστώς προστασίας. Κοντολογίς, το συγκεκριμένο άρθρο επιτρέπει, με μία σαρωτική ρύθμιση, τη διάσπαρτη και ανεξέλεγκτη τουριστική ανάπτυξη με εγκαταστάσεις κάθε κλίμακας, σε μερικές από τις πλέον πολύτιμες και ευαίσθητες οικολογικά (και τουριστικά) περιοχές. Πρόκειται για τροποποίηση του Ειδικού Πλαισίου, η οποία γίνεται κατά παρέκκλιση των ειδικών διαδικασιών που προβλέπονται [7 ν. 2742/1999], και οι οποίες δεν διασφαλίζουν παρά ελάχιστη συμμετοχή του κοινού, ενώ στερούνται και επιστημονικής αρτιότητας. Είναι επίσης αυτονόητο, ότι οι προβλέψεις αυτές αντιτίθενται και στο «περιβαλλοντικό κεκτημένο» δηλαδή τη νομολογιακά σαφώς ορισμένη δυνατότητα του κοινού νομοθέτη να μεταβάλει την παρεχόμενη από τον νόμο προστασία του περιβάλλοντος μόνον προς την κατεύθυνση της περαιτέρω ενίσχυσης της προστασίας αυτής [Σ.τ.Ε. Ολ. 10/1998, Ολ. 1528/2003, 3179/2009]. Ειδικότερα: (α) Η τρίτη παράγραφος του προτεινόμενου άρθρου επιτρέπει τη «δημιουργία οργανωμένων υποδοχέων τουριστικών δραστηριοτήτων» στο σύνολο των περιοχών που υπάγονται στην κατηγορία Β του άρθρου 4 του Ειδικού Χωροταξικού για τον Τουρισμό. Στις περιοχές αυτές, περιλαμβάνεται και η κατηγορία Β.2 («περιοχές με περιθώρια ανάπτυξης ήπιου και εναλλακτικού τουρισμού»), στην οποία ισχύει «[π]εριορισμός της δόμησης νέων υποδομών φιλοξενίας, εστίασης και λοιπών σχετικών με τον τουρισμό υποδομών, στον Ηπειρωτικό χώρο, εντός οικισμών καθώς και σε μια ζώνη πλάτους 500 μέτρων από τα όριά τους στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται σχετικός κορεσμός (ποσοστό αδόμητων γηπέδων 600 μ.), στα δάση και τις δασικές εκτάσεις και στη γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας [9(Α) υπ’ αριθμ. 24208/4.6.2009 κ.υ.α.], και καθίστανται άνευ περιεχομένου οι κατευθύνσεις του Ειδικού Χωροταξικού για δάση και δασικές εκτάσεις, και για την αγροτική γη [8 παρ. 1 της υπ’ αριθμ. 24208/4.6.2009 κ.υ.α.]. (δ) Με τη διάταξη της 5ης παραγράφου, οι παραπάνω ρυθμίσεις επεκτείνονται και στα «σύνθετα τουριστικά καταλύματα» (συνδυασμός ξενοδοχείων με τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες ή εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής, 8 ν. 4002/2011). Έτσι, οι ευαίσθητες περιοχές που περιγράφονται πιο πάνω είναι πλέον διαθέσιμες και για κατασκευή (ουσιαστικά παραθεριστικών) κατοικιών. Παράλληλα, το νομοσχέδιο καταργεί έμμεσα τους περιορισμούς του άρθρου 9 του Ειδικού Χωροταξικού [που αφορά τις «σύνθετες τουριστικές υποδομές», άρα και τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα, πρβλ. 9 παρ. 2 β) ν. 4002/2011] - και ειδικά την απαγόρευση κατασκευής στον ορεινό χώρο, σε περιοχές (απόλυτης ή μη) προστασίας της φύσης και σε οικότοπους προτεραιότητας. (ε) Επιπλέον, η υποπαράγραφος (β) της 4ης παραγράφου καταργεί ρητά και τους περιορισμούς κάλυψης του Ειδικού Χωροταξικού για όλους τους οργανωμένους υποδοχείς: έτσι, στα νησιά 90-100 τ.χ., είναι δυνατή η κατασκευή οργανωμένων υποδοχέων με έκταση άνω του δύο τοις χιλίοις της συνολικής έκτασης, χωρίς να ορίζεται κανένα ανώτατο όριο. Μεγάλες εκτάσεις σχετικά μικρών νησιών μπορούν πλέον να μετατραπούν σε «οργανωμένο υποδοχέα» -π.χ., με τη μορφή ΠΟΤΑ ή ΕΣΧΑΔΑ- να αλλάξουν χρήσεις και να καταστούν απροσπέλαστες στο κοινό. (στ) Οι επεμβάσεις αυτές στο θεσμικό πλαίσιο γίνονται χωρίς καμία επιστημονική μελέτη χωροταξικού επιπέδου, όπως η προβλεπόμενη από το κοινοτικό δίκαιο ΣΜΠΕ. Θα πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι έχει κριθεί πώς οι ΠΟΤΑ, πρέπει να είναι «αντικείμενο προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού» [ΣτΕ Ολ. 3396/2010], ενώ ο καθορισμός ΠΕΡΠΟ απαιτεί τουλάχιστον την «έγκριση γενικών κατευθύνσεων ειδικά ρυθμιζόμενης πολεοδομικής δραστηριότητας» [24 παρ. 3 ν. 2508/1997]. Επίσης, λησμονάται ότι οι ΠΟΤΑ απαγορεύονται σε ορισμένα τμήματα του Εθνικού Δικτύου Προστατευόμενων Περιοχών [19 παρ. 7 ν. 1650/1986, όπως ισχύει με το 5 και 6 ν. 3937/2011]. Φυσικά, οι παραπάνω ρυθμίσεις δεν αποτελούν προηγούμενο χωροταξικό σχεδιασμό για κάθε κατηγορία οργανωμένου υποδοχέα.