(α) Με την προτεινόμενη υποπαράγραφο (β) της 2ης παραγράφου, επιτρέπεται απερίφραστα, κατά κανόνα εντός περιοχών που προστατεύονται τόσο από το εθνικό, όσο και από το κοινοτικό δίκαιο, η λειτουργία χιονοδρομικών κέντρων χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση. Πρόκειται για ρύθμιση που αντιτίθεται ευθέως στο κοινοτικό δίκαιο και κυρίως στην απαίτηση δέουσας εκτίμησης των επιπτώσεων των χιονοδρομικών κέντρων στους τόπους κοινοτικής σημασίας [6 παρ. 3 οδηγίας 92/43], και εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων πριν χορηγηθεί η άδεια [2 παρ. 1 οδηγίας 2011/92].
(β) Η πρώτη παράγραφος προβλέπει την «οριοθέτηση» των εκεί αναφερόμενων χιονοδρομικών κέντρων. Η ρύθμιση προξενεί εντύπωση, για τρεις τουλάχιστον λόγους.
Πρώτον, οι εκτάσεις είναι οριοθετημένες, με τις πράξεις παραχώρησης (ή άλλες αντίστοιχες πράξεις): το Χιονοδρομικό Κέντρο Παρνασσού, για παράδειγμα, έχει δημιουργηθεί σε οριοθετημένη δασική έκταση που του έχει παραχωρηθεί βάσει τοπογραφικού διαγράμματος (996/2/2.12.1975) που υπέβαλε ο Ε.Ο.Τ. (π.δ. 87/1976).
Δεύτερο, καθώς τα χιονοδρομικά κέντρα αποτελούν «σύνθετο τουριστικό κατάλυμα», η οριοθέτηση καθορίζει εντός προστατευόμενης περιοχής μία ζώνη με τουριστικές χρήσεις, και συγκεκριμένους όρους και περιορισμούς δόμησης (πρβλ. άρθρο 16 του νομοσχεδίου).
Τρίτον, καμία μέριμνα δεν λαμβάνεται για το γεγονός ότι η οριοθέτηση αλλάζει τους όρους και περιορισμούς δόμησης εντός προστατευόμενων περιοχών, των οποίων η οριστική οριοθέτηση και θεσμική ολοκλήρωση του καθεστώτος προστασίας εκκρεμεί.
(γ) Τέλος σημειώνεται ότι είναι η πολλοστή φορά που η Βουλή καλείται να νομιμοποιήσει παράνομες εγκαταστάσεις του ΕΟΤ, διαιωνίζοντας το καθεστώς ασυλίας τού δημοσίου στην αυθαιρεσία έναντι της εθνικής νομοθεσίας.
(α) Με την προτεινόμενη υποπαράγραφο (β) της 2ης παραγράφου, επιτρέπεται απερίφραστα, κατά κανόνα εντός περιοχών που προστατεύονται τόσο από το εθνικό, όσο και από το κοινοτικό δίκαιο, η λειτουργία χιονοδρομικών κέντρων χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση. Πρόκειται για ρύθμιση που αντιτίθεται ευθέως στο κοινοτικό δίκαιο και κυρίως στην απαίτηση δέουσας εκτίμησης των επιπτώσεων των χιονοδρομικών κέντρων στους τόπους κοινοτικής σημασίας [6 παρ. 3 οδηγίας 92/43], και εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων πριν χορηγηθεί η άδεια [2 παρ. 1 οδηγίας 2011/92]. (β) Η πρώτη παράγραφος προβλέπει την «οριοθέτηση» των εκεί αναφερόμενων χιονοδρομικών κέντρων. Η ρύθμιση προξενεί εντύπωση, για τρεις τουλάχιστον λόγους. Πρώτον, οι εκτάσεις είναι οριοθετημένες, με τις πράξεις παραχώρησης (ή άλλες αντίστοιχες πράξεις): το Χιονοδρομικό Κέντρο Παρνασσού, για παράδειγμα, έχει δημιουργηθεί σε οριοθετημένη δασική έκταση που του έχει παραχωρηθεί βάσει τοπογραφικού διαγράμματος (996/2/2.12.1975) που υπέβαλε ο Ε.Ο.Τ. (π.δ. 87/1976). Δεύτερο, καθώς τα χιονοδρομικά κέντρα αποτελούν «σύνθετο τουριστικό κατάλυμα», η οριοθέτηση καθορίζει εντός προστατευόμενης περιοχής μία ζώνη με τουριστικές χρήσεις, και συγκεκριμένους όρους και περιορισμούς δόμησης (πρβλ. άρθρο 16 του νομοσχεδίου). Τρίτον, καμία μέριμνα δεν λαμβάνεται για το γεγονός ότι η οριοθέτηση αλλάζει τους όρους και περιορισμούς δόμησης εντός προστατευόμενων περιοχών, των οποίων η οριστική οριοθέτηση και θεσμική ολοκλήρωση του καθεστώτος προστασίας εκκρεμεί. (γ) Τέλος σημειώνεται ότι είναι η πολλοστή φορά που η Βουλή καλείται να νομιμοποιήσει παράνομες εγκαταστάσεις του ΕΟΤ, διαιωνίζοντας το καθεστώς ασυλίας τού δημοσίου στην αυθαιρεσία έναντι της εθνικής νομοθεσίας.