Κατ΄αρχάς θέλω να τοποθετηθώ θετικά για τις προθέσεις του προτεινόμενου νόμου-πλαισίου.
Πιστεύω ότι υπάρχει διάθεση από το ΥΠΠΟΤ να τροφοδοτηθεί ο Ελληνικός Κινηματογράφος με περισσότερα χρήματα και να γίνει εφικτή η ποικιλία οικονομικών δυνατοτήτων.
Οι επιφυλάξεις μου έχουν να κάνουν με το ΕΚΚ και την καινούργια του λειτουργία που προσωπικά μου είναι σχετικά οικεία.
Θα καταθέσω πολύ σύντομα τη λειτουργία των Κινηματογραφικών Κέντρων της Γερμανίας, όπως και την εμπειρία μου από το Κινηματογραφικό Κέντρο του Βερολίνου (Μedienboard) με το οποίο έχω συνεργαστεί και έχω τύχει οικονομικής υποστήριξης για δύο ταινίες μου.
Ολα τα κινηματογραφικά κέντρα στη Γερμανία- και δεν είναι λίγα-, δεν λειτουργούν με το μοντέλο του Γενικού Διευθυντή. Υπάρχει Πρόεδρος, διορισμένος από το Κράτος και ένα γνωμοδοτικό Συμβούλιο που συνήθως αλλάζει συχνά και που διαβάζει τα σενάρια και αποφασίζει, δημοκρατικά, με πλειοψηφία.
Και φυσικά υπάρχει ένα Ελεγκτικό Οργανο που κάνει αυστηρότατο οικονομικό έλεγχο.
Τα Κέντρα αυτά είναι ευέλικτα, έχουν 7 με 10 άτομα που δουλεύουν σε μόνιμη βάση και τα λειτουργικά τους έξοδα δεν υπερβαίνουν το 5-10% του προυπολογισμού τους.
Το Κινηματογραφικό Κέντρο του Βερολίνου αποτελεί μοναδική εξαίρεση σε αυτό το σύστημα. Λειτουργεί με το μοντέλο που προτείνει το καινούργιο νομοσχέδιο.
Ο Γενικός Διευθυντής είναι ο απόλυτος Αρχων του Κινηματογραφικού Τοπίου.
Ο προηγούμενος Διευθυντής , γνώστης πολλών ετερόκλητων θεμάτων που έχουν να κάνουν με τη θεωρητική αλλά και την πρακτική πλευρά του Κινηματογράφου, πράγματι κατάφερε
να σταθεί άξιος των περιστάσεων. Ηταν δίκαιος, προσπαθούσε να ενισχύσει τους μικρούς και τους μεγάλους (Παραγωγούς-Σκηνοθέτες), προσπαθούσε διαρκώς να είναι σε διάλογο με τους Κινηματογραφιστές. Είχε την καρδιά του και τ΄αυτιά του ανοιχτά. Ηταν προηγουμένως Διευθυντής σε Ακαδημία Κινηματογράφου και είχε πλούσια, πραχτική εμπειρία στα θέματα Παραγωγής.
Η επόμενη Γενική Διευθύντρια άρχισε σεμνά αλλά σύντομα στην πορεία τα θαλάσσωσε.
Στο τέλος κατάφερε να διχάσει το κινηματογραφικό πεδίο που σήμερα έχει καταντήσει ποδοσφαιρική αρένα.
Ο λόγος: αφέθηκε σε σύναψη φιλικών σχέσεων και προσωπικών προτιμήσεων.
Στην πάροδο του χρόνου οι πιο αδύναμοι, οι λιγότερο «συμπαθητικοί» ή λιγότερο δημοσιοσχεσίτες και κόλακες, πιθανώς και κάποιοι λιγότερο εμπορικοί κρίκοι (Παραγωγοί, Σκηνοθέτες) εξαφανίσθηκαν. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων.
Αναρωτιέμαι λοιπόν: Αν οι Γερμανοί με αυτό το μοντέλο δεν τα έχoυν καταφέρει, θα τα καταφέρουμε εμείς;
Θα αντέξει αυτό το μοντέλο στο χρόνο, στην Ελλάδα, χωρίς να βυθιστεί στους κινδύνους της οικογενειοκρατίας, του φιλικού αλισβερισιού, της νοοτροπίας της κλίκας και του πολιτικού συμφέροντος; Χωρίς να αδικήσει, να μεροληπτεί και χωρίς να εξαφανίσει τους αδύναμους κρίκους;
Μια σκέψη κάνω και την καταθέτω. Σκεφτείτε και εσείς που θα πάρετε αποφάσεις για την τύχη των Κινηματογραφιστών.
Αγγελική Αντωνίου
Κατ΄αρχάς θέλω να τοποθετηθώ θετικά για τις προθέσεις του προτεινόμενου νόμου-πλαισίου. Πιστεύω ότι υπάρχει διάθεση από το ΥΠΠΟΤ να τροφοδοτηθεί ο Ελληνικός Κινηματογράφος με περισσότερα χρήματα και να γίνει εφικτή η ποικιλία οικονομικών δυνατοτήτων. Οι επιφυλάξεις μου έχουν να κάνουν με το ΕΚΚ και την καινούργια του λειτουργία που προσωπικά μου είναι σχετικά οικεία. Θα καταθέσω πολύ σύντομα τη λειτουργία των Κινηματογραφικών Κέντρων της Γερμανίας, όπως και την εμπειρία μου από το Κινηματογραφικό Κέντρο του Βερολίνου (Μedienboard) με το οποίο έχω συνεργαστεί και έχω τύχει οικονομικής υποστήριξης για δύο ταινίες μου. Ολα τα κινηματογραφικά κέντρα στη Γερμανία- και δεν είναι λίγα-, δεν λειτουργούν με το μοντέλο του Γενικού Διευθυντή. Υπάρχει Πρόεδρος, διορισμένος από το Κράτος και ένα γνωμοδοτικό Συμβούλιο που συνήθως αλλάζει συχνά και που διαβάζει τα σενάρια και αποφασίζει, δημοκρατικά, με πλειοψηφία. Και φυσικά υπάρχει ένα Ελεγκτικό Οργανο που κάνει αυστηρότατο οικονομικό έλεγχο. Τα Κέντρα αυτά είναι ευέλικτα, έχουν 7 με 10 άτομα που δουλεύουν σε μόνιμη βάση και τα λειτουργικά τους έξοδα δεν υπερβαίνουν το 5-10% του προυπολογισμού τους. Το Κινηματογραφικό Κέντρο του Βερολίνου αποτελεί μοναδική εξαίρεση σε αυτό το σύστημα. Λειτουργεί με το μοντέλο που προτείνει το καινούργιο νομοσχέδιο. Ο Γενικός Διευθυντής είναι ο απόλυτος Αρχων του Κινηματογραφικού Τοπίου. Ο προηγούμενος Διευθυντής , γνώστης πολλών ετερόκλητων θεμάτων που έχουν να κάνουν με τη θεωρητική αλλά και την πρακτική πλευρά του Κινηματογράφου, πράγματι κατάφερε να σταθεί άξιος των περιστάσεων. Ηταν δίκαιος, προσπαθούσε να ενισχύσει τους μικρούς και τους μεγάλους (Παραγωγούς-Σκηνοθέτες), προσπαθούσε διαρκώς να είναι σε διάλογο με τους Κινηματογραφιστές. Είχε την καρδιά του και τ΄αυτιά του ανοιχτά. Ηταν προηγουμένως Διευθυντής σε Ακαδημία Κινηματογράφου και είχε πλούσια, πραχτική εμπειρία στα θέματα Παραγωγής. Η επόμενη Γενική Διευθύντρια άρχισε σεμνά αλλά σύντομα στην πορεία τα θαλάσσωσε. Στο τέλος κατάφερε να διχάσει το κινηματογραφικό πεδίο που σήμερα έχει καταντήσει ποδοσφαιρική αρένα. Ο λόγος: αφέθηκε σε σύναψη φιλικών σχέσεων και προσωπικών προτιμήσεων. Στην πάροδο του χρόνου οι πιο αδύναμοι, οι λιγότερο «συμπαθητικοί» ή λιγότερο δημοσιοσχεσίτες και κόλακες, πιθανώς και κάποιοι λιγότερο εμπορικοί κρίκοι (Παραγωγοί, Σκηνοθέτες) εξαφανίσθηκαν. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Αναρωτιέμαι λοιπόν: Αν οι Γερμανοί με αυτό το μοντέλο δεν τα έχoυν καταφέρει, θα τα καταφέρουμε εμείς; Θα αντέξει αυτό το μοντέλο στο χρόνο, στην Ελλάδα, χωρίς να βυθιστεί στους κινδύνους της οικογενειοκρατίας, του φιλικού αλισβερισιού, της νοοτροπίας της κλίκας και του πολιτικού συμφέροντος; Χωρίς να αδικήσει, να μεροληπτεί και χωρίς να εξαφανίσει τους αδύναμους κρίκους; Μια σκέψη κάνω και την καταθέτω. Σκεφτείτε και εσείς που θα πάρετε αποφάσεις για την τύχη των Κινηματογραφιστών. Αγγελική Αντωνίου