Πιστεύω ότι το προτεινόμενο σ/ν μπορεί να δημιουργήσει, εφόσον η φιλοσοφία του εφαρμοσθεί στο ακέραιο, ένα καινούργιο και υγιές λειτουργικό πλαίσιο ώστε η ελληνική κιν/φία να αναπτύσσεται ορθολογικά και επί της ουσίας ελεύθερα τόσο καλλιτεχνικά όσο και οικονομικά.
Η ισχυρή σύγκρουση που καταγράφεται εδώ και ένα χρόνο μέσα στην κιν/φική οικογένεια της χώρας οφείλεται κατά τη γνώμη μου στο ότι το πτώμα των «παλαιών τρόπων» έμεινε για καιρό άταφο –με καθαρή ευθύνη της πολιτείας. Σήμερα όμως δεν κρίνεται μόνο η χρεοκοπία τρόπων/ιδεών διοίκησης και ελέγχου ή και τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν, αλλά και αυτά καθαυτά τα μοντέλα που προτάθηκαν και κυριάρχησαν για πολλά χρόνια και που οδήγησαν στο τέλμα και την ανάγκη ανατροπής του θεσμικού πλαισίου. Το ιδεολόγημα, όπως χρησιμοποιήθηκε, του «Ανεξάρτητου Δημιουργού» ήταν ένας «τρόπος» που κάλυπτε ακριβώς την ανυπαρξία πολιτικής και σχεδιασμού και οδήγησε κυρίως στη μεγάλη ανάπτυξη της τέχνης της διαχείρισης ανθρώπων με πασίγνωστα αποτελέσματα. Κολάκευσε συχνότατα τους ενδιαφερόμενους αλλά, στην πραγματικότητα, σπανιότατα έδωσε εργαλεία ικανά για την πραγματοποίηση του σκοπού: την παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών (κάθε είδους, χρώματος και οπτικής) άρτιων τεχνικά και αφηγηματικά που θα μπορούσαν να βρουν το κοινό τους αναδημιουργώντας την ίδια στιγμή και το κεφάλαιο της οικονομικής συνέχειας (κάτι που είναι αυτονόητο για κάθε άλλο τομέα της παραγωγικής διαδικασίας) . Η επίδραση φυσικά δεν ήταν μόνο στις ταινίες αλλά και στους δημιουργούς/κατασκευαστές: πλην εξαιρέσεων, η κινηματογραφική παραγωγή δε δημιούργησε επαγγελματίες όπως αντίστοιχα η διαφήμιση ή η τηλεόραση (ίσως γι΄αυτό και «δεν υπήρξε ποτέ» η ανάγκη της δημιουργίας σοβαρής και σύγχρονης σχολής περί τα οπτικοακουστικά).
Το προτεινόμενο σ/ν έχει σαφή οπτική και συγκρότηση. Κρίσιμα ζητήματα –και πολύ σωστά!, θα ορισθούν από τον εσωτερικό κανονισμό που θα προτείνει το νέο ΕΚΚ και που θα πρέπει να απηχεί το πνεύμα του σ/ν. Εκεί κρίνω ότι είναι αναγκαίος ο διάλογος και η κατάθεση προτάσεων και απόψεων από όλους τους ενεργούς επαγγελματίες αλλά και όσους μπορούν δια της εμπειρίας τους να προσφέρουν.
Τέλος, συμφωνώ με πολλούς άλλους ότι πρέπει να ενταχθεί στο προτεινόμενο σ/ν σαφής αναφορά-δέσμευση της Πολιτείας για τα μεγάλα θέματα της κινηματογραφικής παιδείας και εκπαίδευσης.
Είμαστε (είτε αυτό μας αρέσει είτε όχι) σε μια νέα άγρια εποχή. Το πού και πώς ακριβώς θα βρεθούμε μέσα στη δίνη της συγκυρίας εξαρτάται ΚΑΙ από εμάς. Το μόνο που εγγυημένα διασώζει από την αυθαιρεσία είναι η ύπαρξη ΠΑΡΟΝΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ.
Πιστεύω ότι το προτεινόμενο σ/ν μπορεί να δημιουργήσει, εφόσον η φιλοσοφία του εφαρμοσθεί στο ακέραιο, ένα καινούργιο και υγιές λειτουργικό πλαίσιο ώστε η ελληνική κιν/φία να αναπτύσσεται ορθολογικά και επί της ουσίας ελεύθερα τόσο καλλιτεχνικά όσο και οικονομικά. Η ισχυρή σύγκρουση που καταγράφεται εδώ και ένα χρόνο μέσα στην κιν/φική οικογένεια της χώρας οφείλεται κατά τη γνώμη μου στο ότι το πτώμα των «παλαιών τρόπων» έμεινε για καιρό άταφο –με καθαρή ευθύνη της πολιτείας. Σήμερα όμως δεν κρίνεται μόνο η χρεοκοπία τρόπων/ιδεών διοίκησης και ελέγχου ή και τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν, αλλά και αυτά καθαυτά τα μοντέλα που προτάθηκαν και κυριάρχησαν για πολλά χρόνια και που οδήγησαν στο τέλμα και την ανάγκη ανατροπής του θεσμικού πλαισίου. Το ιδεολόγημα, όπως χρησιμοποιήθηκε, του «Ανεξάρτητου Δημιουργού» ήταν ένας «τρόπος» που κάλυπτε ακριβώς την ανυπαρξία πολιτικής και σχεδιασμού και οδήγησε κυρίως στη μεγάλη ανάπτυξη της τέχνης της διαχείρισης ανθρώπων με πασίγνωστα αποτελέσματα. Κολάκευσε συχνότατα τους ενδιαφερόμενους αλλά, στην πραγματικότητα, σπανιότατα έδωσε εργαλεία ικανά για την πραγματοποίηση του σκοπού: την παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών (κάθε είδους, χρώματος και οπτικής) άρτιων τεχνικά και αφηγηματικά που θα μπορούσαν να βρουν το κοινό τους αναδημιουργώντας την ίδια στιγμή και το κεφάλαιο της οικονομικής συνέχειας (κάτι που είναι αυτονόητο για κάθε άλλο τομέα της παραγωγικής διαδικασίας) . Η επίδραση φυσικά δεν ήταν μόνο στις ταινίες αλλά και στους δημιουργούς/κατασκευαστές: πλην εξαιρέσεων, η κινηματογραφική παραγωγή δε δημιούργησε επαγγελματίες όπως αντίστοιχα η διαφήμιση ή η τηλεόραση (ίσως γι΄αυτό και «δεν υπήρξε ποτέ» η ανάγκη της δημιουργίας σοβαρής και σύγχρονης σχολής περί τα οπτικοακουστικά). Το προτεινόμενο σ/ν έχει σαφή οπτική και συγκρότηση. Κρίσιμα ζητήματα –και πολύ σωστά!, θα ορισθούν από τον εσωτερικό κανονισμό που θα προτείνει το νέο ΕΚΚ και που θα πρέπει να απηχεί το πνεύμα του σ/ν. Εκεί κρίνω ότι είναι αναγκαίος ο διάλογος και η κατάθεση προτάσεων και απόψεων από όλους τους ενεργούς επαγγελματίες αλλά και όσους μπορούν δια της εμπειρίας τους να προσφέρουν. Τέλος, συμφωνώ με πολλούς άλλους ότι πρέπει να ενταχθεί στο προτεινόμενο σ/ν σαφής αναφορά-δέσμευση της Πολιτείας για τα μεγάλα θέματα της κινηματογραφικής παιδείας και εκπαίδευσης. Είμαστε (είτε αυτό μας αρέσει είτε όχι) σε μια νέα άγρια εποχή. Το πού και πώς ακριβώς θα βρεθούμε μέσα στη δίνη της συγκυρίας εξαρτάται ΚΑΙ από εμάς. Το μόνο που εγγυημένα διασώζει από την αυθαιρεσία είναι η ύπαρξη ΠΑΡΟΝΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ.