1. Ένας εντελώς αναχρονιστικός νόμος της δεκαετίας του 50 διέπει τη λειτουργία των θεάτρων που ουδεμία σχέση έχει με τα σημερινά δεδομένα. Αναφέρεται σε μεγάλα και εν πολλοίς ξεπερασμένα θέατρα ιταλικής σκηνής. Η σημερινή πραγματικότητα στη χώρα μας και κυρίως στην Αθήνα, όπως άλλωστε και σε όλες τις μεγαλουπόλεις του ανεπτυγμένων χωρών, έχει να επιδείξει μια εκπληκτική ποικιλία σε τύπους χώρων που φιλοξενούν παραστατικές τέχνες. Απαιτείται να καταρτιστεί το συντομότερο νέο νομοσχέδιο ώστε να εξυγιανθεί η κατάσταση και να μπορούν συμπεριληφθούν όλες οι περιπτώσεις. Για να επιτευχθεί αυτό, ο νέος νόμος πλαίσιο θα πρέπει να αφορά όλες τις πιθανές εκδοχές χώρων, όλων ταυτόχρονα των παραστατικών τεχνών, χωρίς να υπεισέρχεται σε ορισμούς των μορφών τέχνης ή του τρόπου λειτουργίας τους, αλλά να επικεντρώνεται σε θέματα ασφάλειας (πυροπροστασία, στατική επάρκεια κτλ), τυχόν όχλησης του περιβάλλοντος (ηχομόνωση), προσβασιμότητας από ανθρώπους με αναπηρίες και εν γένει σε αυτά που απορρέουν από το ότι πρόκειται για χώρους συνάθροισης κοινού. Η αυστηρότητα των διατάξεων να είναι ανάλογη της δυναμικότητας του κοινού. Είναι δηλαδή λάθος να ορίζει ο νόμος τι είναι θέατρο και πως λειτουργεί αφού οι ανάγκες των παραστατικών τεχνών εξελίσσονται με πολύ γρήγορους ρυθμούς και οι διαχωριστικές γραμμές δεν είναι ούτε ευδιάκριτες ούτε στατικές. Η κωμωδία όπου μηχανικοί, πυροσβέστες και διοικητικοί του δήμου μας εξηγούν τι είναι και πως λειτουργεί ένα θέατρο κραδαίνοντας ένα ΦΕΚ της δεκαετίας του ‘50 πρέπει να σταματήσει το συντομότερο. Πχ τι είναι Bar-theater, τι είναι δρώμενα σε εικαστική έκθεση, τι είναι μουσική παράσταση, τι είναι πολυχώρος, τι είναι black-box, τι είναι το κοινό να μετακινείται ή και να συμμετέχει εν ώρα παράστασης, τι μπορεί να μας λέει ένας νόμος για το ότι οι θεατές βλέπουν τους ηθοποιούς έξω από το θέατρο να παίζουν, ή η παράσταση να ξεκινάει από την αυλή ή το φουαγιέ ή να καταλήγει στην ταράτσα. Γι’ αυτό και στην ομάδα εμπειρογνωμόνων που θα σχεδιάσουν έναν τέτοιο νόμο πρέπει να κλιθούν και εκπρόσωποι όλων των τεχνών που μπορεί να σχετίζονται με οποιαδήποτε παραστατική τέχνη.
2. Καλή ίσως η ιδέα του πολυχώρου για τις νέες και άστεγες ομάδες αλλά όχι στην Αθήνα. Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι κατά κανόνα οι εναλλακτικές και πρωτοποριακές ιδέες ανθίζουν καλύτερα σε εναλλακτικούς και πρωτοποριακούς χώρους. Η ιδέα του πολυχώρου είναι μια κλειστή και στατική ιδέα και πολύ πιο δαπανηρή, απ’ ότι η υποστήριξη χώρων που στεγάζουν ή ευκαιριακά θα στεγάσουν τέτοιες δραστηριότητες. Σε λίγα χρόνια ακόμη και ο πιο ελκυστικός με τα σημερινά κριτήρια χώρος για νέες ομάδες θα απαξιωθεί από τις ερχόμενες γενιές και θα παρακμάσει. Άλλωστε το φαινόμενο να δημιουργούνται τέτοιοι μικροί χώροι δεν μπορεί να ανασταλεί επειδή θα υπάρξει ένας τέτοιος πολυχώρος. Ειδικά λοιπόν στην Αθήνα είναι προτιμότερο να δοθεί το βάρος στη δημιουργία ενός σύγχρονου και ευέλικτου νομικού πλαισίου λειτουργίας τέτοιων μικρών σκηνών – όπως προανέφερα - και να εγκρίνεται ενδεχόμενα και υποστήριξή τους εφόσον η αρμόδια επιτροπή δώσει τη συγκατάθεσή της με βάσει καλλιτεχνικά κριτήρια, παρά να δαπανηθεί άσκοπα δημόσιο χρήμα. Αντιθέτως στις περιφερειακές πόλεις η δημιουργία τέτοιων πολυχώρων θα δώσει ώθηση στη διασπορά των σύγχρονων καλλιτεχνικών προσεγγίσεων σε όλη τη χώρα, θα προσελκύσει νέα θεατρικά σχήματα σε περιοδεία συμβάλλοντας εντέλει στην ποιότητα ζωής και την ανάπτυξη της περιφέρειας. Αν πρυτανεύσει η ιδέα τέτοιων πολυχώρων δεν μπορεί παρά να είναι μεγάλα «άδεια κουτιά» με έξυπνο περίβλημα! Όλος ο υπόλοιπος εξοπλισμός να είναι μεταβλητός και ανά πάσα στιγμή αναιρέσιμος. Μόνο έτσι θα λειτουργήσουν ως πόλοι έλξης και θα αντέξουν στο χρόνο περισσότερο. Με την έννοια λοιπόν αυτή θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν κάποια από τα τόσα εγκαταλειμμένα δημόσια κτίρια ή εργοστάσια και αποθήκες σε υποβαθμισμένες περιοχές των περιφερειακών πόλεων.
1. Ένας εντελώς αναχρονιστικός νόμος της δεκαετίας του 50 διέπει τη λειτουργία των θεάτρων που ουδεμία σχέση έχει με τα σημερινά δεδομένα. Αναφέρεται σε μεγάλα και εν πολλοίς ξεπερασμένα θέατρα ιταλικής σκηνής. Η σημερινή πραγματικότητα στη χώρα μας και κυρίως στην Αθήνα, όπως άλλωστε και σε όλες τις μεγαλουπόλεις του ανεπτυγμένων χωρών, έχει να επιδείξει μια εκπληκτική ποικιλία σε τύπους χώρων που φιλοξενούν παραστατικές τέχνες. Απαιτείται να καταρτιστεί το συντομότερο νέο νομοσχέδιο ώστε να εξυγιανθεί η κατάσταση και να μπορούν συμπεριληφθούν όλες οι περιπτώσεις. Για να επιτευχθεί αυτό, ο νέος νόμος πλαίσιο θα πρέπει να αφορά όλες τις πιθανές εκδοχές χώρων, όλων ταυτόχρονα των παραστατικών τεχνών, χωρίς να υπεισέρχεται σε ορισμούς των μορφών τέχνης ή του τρόπου λειτουργίας τους, αλλά να επικεντρώνεται σε θέματα ασφάλειας (πυροπροστασία, στατική επάρκεια κτλ), τυχόν όχλησης του περιβάλλοντος (ηχομόνωση), προσβασιμότητας από ανθρώπους με αναπηρίες και εν γένει σε αυτά που απορρέουν από το ότι πρόκειται για χώρους συνάθροισης κοινού. Η αυστηρότητα των διατάξεων να είναι ανάλογη της δυναμικότητας του κοινού. Είναι δηλαδή λάθος να ορίζει ο νόμος τι είναι θέατρο και πως λειτουργεί αφού οι ανάγκες των παραστατικών τεχνών εξελίσσονται με πολύ γρήγορους ρυθμούς και οι διαχωριστικές γραμμές δεν είναι ούτε ευδιάκριτες ούτε στατικές. Η κωμωδία όπου μηχανικοί, πυροσβέστες και διοικητικοί του δήμου μας εξηγούν τι είναι και πως λειτουργεί ένα θέατρο κραδαίνοντας ένα ΦΕΚ της δεκαετίας του ‘50 πρέπει να σταματήσει το συντομότερο. Πχ τι είναι Bar-theater, τι είναι δρώμενα σε εικαστική έκθεση, τι είναι μουσική παράσταση, τι είναι πολυχώρος, τι είναι black-box, τι είναι το κοινό να μετακινείται ή και να συμμετέχει εν ώρα παράστασης, τι μπορεί να μας λέει ένας νόμος για το ότι οι θεατές βλέπουν τους ηθοποιούς έξω από το θέατρο να παίζουν, ή η παράσταση να ξεκινάει από την αυλή ή το φουαγιέ ή να καταλήγει στην ταράτσα. Γι’ αυτό και στην ομάδα εμπειρογνωμόνων που θα σχεδιάσουν έναν τέτοιο νόμο πρέπει να κλιθούν και εκπρόσωποι όλων των τεχνών που μπορεί να σχετίζονται με οποιαδήποτε παραστατική τέχνη. 2. Καλή ίσως η ιδέα του πολυχώρου για τις νέες και άστεγες ομάδες αλλά όχι στην Αθήνα. Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι κατά κανόνα οι εναλλακτικές και πρωτοποριακές ιδέες ανθίζουν καλύτερα σε εναλλακτικούς και πρωτοποριακούς χώρους. Η ιδέα του πολυχώρου είναι μια κλειστή και στατική ιδέα και πολύ πιο δαπανηρή, απ’ ότι η υποστήριξη χώρων που στεγάζουν ή ευκαιριακά θα στεγάσουν τέτοιες δραστηριότητες. Σε λίγα χρόνια ακόμη και ο πιο ελκυστικός με τα σημερινά κριτήρια χώρος για νέες ομάδες θα απαξιωθεί από τις ερχόμενες γενιές και θα παρακμάσει. Άλλωστε το φαινόμενο να δημιουργούνται τέτοιοι μικροί χώροι δεν μπορεί να ανασταλεί επειδή θα υπάρξει ένας τέτοιος πολυχώρος. Ειδικά λοιπόν στην Αθήνα είναι προτιμότερο να δοθεί το βάρος στη δημιουργία ενός σύγχρονου και ευέλικτου νομικού πλαισίου λειτουργίας τέτοιων μικρών σκηνών – όπως προανέφερα - και να εγκρίνεται ενδεχόμενα και υποστήριξή τους εφόσον η αρμόδια επιτροπή δώσει τη συγκατάθεσή της με βάσει καλλιτεχνικά κριτήρια, παρά να δαπανηθεί άσκοπα δημόσιο χρήμα. Αντιθέτως στις περιφερειακές πόλεις η δημιουργία τέτοιων πολυχώρων θα δώσει ώθηση στη διασπορά των σύγχρονων καλλιτεχνικών προσεγγίσεων σε όλη τη χώρα, θα προσελκύσει νέα θεατρικά σχήματα σε περιοδεία συμβάλλοντας εντέλει στην ποιότητα ζωής και την ανάπτυξη της περιφέρειας. Αν πρυτανεύσει η ιδέα τέτοιων πολυχώρων δεν μπορεί παρά να είναι μεγάλα «άδεια κουτιά» με έξυπνο περίβλημα! Όλος ο υπόλοιπος εξοπλισμός να είναι μεταβλητός και ανά πάσα στιγμή αναιρέσιμος. Μόνο έτσι θα λειτουργήσουν ως πόλοι έλξης και θα αντέξουν στο χρόνο περισσότερο. Με την έννοια λοιπόν αυτή θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν κάποια από τα τόσα εγκαταλειμμένα δημόσια κτίρια ή εργοστάσια και αποθήκες σε υποβαθμισμένες περιοχές των περιφερειακών πόλεων.