Επειδή η Αγγλία έχει υμνηθεί από πολιτικούς, δημοσιογράφους, επαγγελματίες και πολίτες αναφορικά με την αποτελεσματικότητά της στην πάταξη της βίας, και επειδή αυτή η πάταξη συνδέεται με την πυγμή της Μάργκαρετ Θάτσερ, ας δούμε τι λέει ο αστυνομικός διοικητής της Αγγλίας σχετικά.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Αστυνομικό εκτελεστικό διευθυντή της αστυνομίας John deQuidt, η Αγγλία ακολούθησε την «ενοποιημένη» πολιτική (integrated) η οποία στηριζόταν σε μια «πελατειακή» προσέγγιση. Για τους Άγγλους σημαντικό ήταν να καταπολεμηθεί η βία προκειμένου να μην θίγονται τόσο τα εμπορικά δικαιώματα των ομάδων όσο και τα καταναλωτικά δικαιώματα των θεατών. Παράλληλα με το να στέλνουν τους κατ εξακολούθηση χούλιγκανς εκτός γηπέδων, έκαναν και κάποιες απλές τομές, όπως το να μεταφέρουν σημαντικά μάτς σε μεσημεριανές ώρες ή το να απαγορεύσουν την κατανάλωση αλκοόλ. Αυτά, μαζί με την εισαγωγή της τεχνολογίας και τον καταμερισμό των αρμοδιοτήτων ανάμεσα σε αστυνομία, σύλλογο, τοπική αυτοδιοίκηση και συνδέσμους έφεραν κάποια γρήγορα αποτελέσματα.
Παρ’όλα αυτά, το γενικό πρόβλημα δε λύθηκε, αφού όπως λέει ο άγγλος αστυνομικός, η βία απλά μεταφέρθηκε εκτός γηπέδου, στην πλατεία, όπου το ποδόσφαιρο αναμείχτηκε με άλλα στοιχεία ή ακόμη με το κοινό έγκλημα. Αν ο αθλητικός νόμος επιτύχει, τότε το αποτέλεσμα θα είναι παρόμοιο, με μια μεγάλη όμως διαφορά. Τα κλαμπ, οι ομάδες, της Αγγλίας ακολούθησαν τους οπαδούς τους στις πλατείες. Όλα σχεδόν τα επαγγελματικά σωματεία τόσο στην Αγγλία όσο και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης διαθέτουν μια οργάνωση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα η οποία αναλαμβάνει να προσεγγίσει τα άτομα αυτά και να τα επανεντάξει μέσω δράσεων και προγραμμάτων. Πουθενά στον κόσμο η πάταξη της βίας δε σήμανε το τέλος της ως πιθανότητας. Αυτό που γίνεται στις χώρες που την αντιμετωπίσουν σχετικά αποτελεσματικά, είναι μια διαδικασία κάθαρσης η οποία συνοδεύεται από έναν αριθμό πολιτικών μέτρων που αποσκοπούν στο περιορισμό των πιθανοτήτων επανεμφάνισής της.
Εδώ το νομοσχέδιο έχει μια τεράστια τρύπα καθώς δεν λαμβάνει καμία μέριμνα ούτε για τους εκδιωγμένους από τα γήπεδα ταραχοποιούς, αλλά ούτε και για τη δομική καταπολέμηση της βίας μέσω κοινωνικών παρεμβάσεων και δράσεων.
(Συνέχεια στο σχολιασμό του άρθρου 7)
Επειδή η Αγγλία έχει υμνηθεί από πολιτικούς, δημοσιογράφους, επαγγελματίες και πολίτες αναφορικά με την αποτελεσματικότητά της στην πάταξη της βίας, και επειδή αυτή η πάταξη συνδέεται με την πυγμή της Μάργκαρετ Θάτσερ, ας δούμε τι λέει ο αστυνομικός διοικητής της Αγγλίας σχετικά. Σύμφωνα λοιπόν με τον Αστυνομικό εκτελεστικό διευθυντή της αστυνομίας John deQuidt, η Αγγλία ακολούθησε την «ενοποιημένη» πολιτική (integrated) η οποία στηριζόταν σε μια «πελατειακή» προσέγγιση. Για τους Άγγλους σημαντικό ήταν να καταπολεμηθεί η βία προκειμένου να μην θίγονται τόσο τα εμπορικά δικαιώματα των ομάδων όσο και τα καταναλωτικά δικαιώματα των θεατών. Παράλληλα με το να στέλνουν τους κατ εξακολούθηση χούλιγκανς εκτός γηπέδων, έκαναν και κάποιες απλές τομές, όπως το να μεταφέρουν σημαντικά μάτς σε μεσημεριανές ώρες ή το να απαγορεύσουν την κατανάλωση αλκοόλ. Αυτά, μαζί με την εισαγωγή της τεχνολογίας και τον καταμερισμό των αρμοδιοτήτων ανάμεσα σε αστυνομία, σύλλογο, τοπική αυτοδιοίκηση και συνδέσμους έφεραν κάποια γρήγορα αποτελέσματα. Παρ’όλα αυτά, το γενικό πρόβλημα δε λύθηκε, αφού όπως λέει ο άγγλος αστυνομικός, η βία απλά μεταφέρθηκε εκτός γηπέδου, στην πλατεία, όπου το ποδόσφαιρο αναμείχτηκε με άλλα στοιχεία ή ακόμη με το κοινό έγκλημα. Αν ο αθλητικός νόμος επιτύχει, τότε το αποτέλεσμα θα είναι παρόμοιο, με μια μεγάλη όμως διαφορά. Τα κλαμπ, οι ομάδες, της Αγγλίας ακολούθησαν τους οπαδούς τους στις πλατείες. Όλα σχεδόν τα επαγγελματικά σωματεία τόσο στην Αγγλία όσο και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης διαθέτουν μια οργάνωση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα η οποία αναλαμβάνει να προσεγγίσει τα άτομα αυτά και να τα επανεντάξει μέσω δράσεων και προγραμμάτων. Πουθενά στον κόσμο η πάταξη της βίας δε σήμανε το τέλος της ως πιθανότητας. Αυτό που γίνεται στις χώρες που την αντιμετωπίσουν σχετικά αποτελεσματικά, είναι μια διαδικασία κάθαρσης η οποία συνοδεύεται από έναν αριθμό πολιτικών μέτρων που αποσκοπούν στο περιορισμό των πιθανοτήτων επανεμφάνισής της. Εδώ το νομοσχέδιο έχει μια τεράστια τρύπα καθώς δεν λαμβάνει καμία μέριμνα ούτε για τους εκδιωγμένους από τα γήπεδα ταραχοποιούς, αλλά ούτε και για τη δομική καταπολέμηση της βίας μέσω κοινωνικών παρεμβάσεων και δράσεων. (Συνέχεια στο σχολιασμό του άρθρου 7)