Αν δηλαδή 20 φίλοι πάνε στο πρωτοδικείο και δηλώσουν πως θέλουν να συστήσουν λέσχη με αντικείμενο τη αγάπη τους για τον ΠΑΟΚ και για την προώθηση των ίσων ευκαιριών στο ποδόσφαιρο, το πρωτοδικείο θα ρωτήσει αν είναι αναγνωρισμένοι από την ΠΑΕ; Ακόμη ποιο ακραίο παράδειγμα: αν σύνδεσμοι πολεμούν απέναντι σε μια διεφθαρμένη διοίκηση/ιδιοκτησία ή σε μια διοίκηση που συντηρεί οπαδικούς στρατούς, τότε η πολιτεία θα τους αρνηθεί αναγνώριση;
Δε χωρά αμφιβολία πως η πολιτεία είχε και έχει μια πολύ κακή εμπειρία από συνδέσμους οπαδών. Είναι επίσης αλήθεια, πως για να μπορούν πράγματι να λειτουργήσουν ως φορείς με δυνατότητες αντιπροσώπευσης αλλά και εξωγηπεδικής δραστηριότητας, θα πρέπει να περιοριστούν σε αριθμό. Παρόλα αυτά ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει η όποια «συγχώνευση», δεν θα έπρεπε να είναι μέριμνα της πολιτείας.
Για να μπορέσει να υπάρξει τέτοιου είδους συνεννόηση δε θα πρέπει να είναι οι ΠΑΕ που θα εγκρίνουν την ύπαρξη ενός συνδέσμου, αλλα να είναι οι ίδιοι οι σύνδεσμοι οι οποίοι θα το κάνουν, σηματοδοτώντας με τις αποφάσεις τους τα όρια και τις αρχές του «οπαδικού κινήματος». Ο αποκλεισμός από κάποια άλλη αρχή, είτε αυτή λέγεται ΠΑΕ, ΓΓΑ ή πρωτοδικείο, θα σημάνει την αυτόματη περιθωριοποίηση ενός συνδέσμου και η μετατροπή του σε οργάνωση υπόγεια, ανεξέλεγκτη και αντιδραστική. Αντιθέτως, μια τέτοια αρμοδιότητα θα προσέφερε στο σώμα των συνδέσμων αναγνώριση και θα το διευκόλυνε στο να ενταχθεί σε μια σχέση υποχρεώσεων και δικαιωμάτων απέναντι στο αθλητικό γεγονός.
Αυτή η σχέση υποχρεώσεων και δικαιωμάτων περιγράφεται αναλυτικά στη σύσταση της Διαρκούς Επιτροπής TR-V αναφορικά με την χάρτα των οπαδών (Recommendation Rec (2010) 1 of the Standing Committee on supporters’ charters 29 May 2010). Η επιτροπή προωθεί εδώ και καιρό τη «χάρτα», μια γραπτή συμφωνία μεταξύ οπαδών και διοίκησης της ομάδας, η οποία περιλαμβάνει τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των δυο πλευρών. Όσο ισχυρό είναι το π.χ. δικαίωμα της ομάδας να διασφαλίζει την ειρηνική διεξαγωγή ενός αγώνα, άλλο τόσο ισχυρό είναι το δικαίωμα του οπαδού να μπορεί να παρακολουθεί τον αγώνα μέσα σε ένα ασφαλές και με καλή ατμόσφαιρα γήπεδο. Η «χάρτα» φυσικά είναι συμβολικού χαρακτήρα, και σα στόχο έχει τη δημιουργία διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των πλευρών με σκοπό την εξάλειψη των όποιων στοιχείων προκαλούν σύγκρουση.
Για να γίνει αντιληπτό το παραπάνω, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι σύνδεσμοι αντιμετωπίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως ένα κοινωνικό κεφάλαιο ύψιστης σημασίας , αποτελούμενο μάλιστα σε μεγάλο ποσοστό από άτομα τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις για να δεχθούν δομική υποστήριξη (νέοι με λιγότερες ευκαιρίες, μειονότητες, νέοι που βιώνουν κοινωνικό αποκλεισμό). Έτσι, αντί να διώκονται, οι σύνδεσμοι σε πολλές χώρες της Ευρώπης χρηματοδοτούνται τόσο από εθνικούς πόρους όσο και από πόρους των επαγγελματικών σωματίων προκειμένου να αναπτύσσουν εθελοντική δραστηριότητα. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι σύνδεσμοι αναλαμβάνουν να εκτελέσουν κοινωνικό έργο, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις όπου οι σύνδεσμοι συμμετέχουν ενεργά στο αθλητικό γεγονός σε συνεννόηση και συντονισμό απο τις ομάδες.
Μάλιστα εδώ και χρόνια η ΕΕ έχει συνδέσει τον αθλητισμό με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας, πιστεύοντας πως μέσω κατάλληλων δραστηριοτήτων οι αθλητικοί σύλλογοι και οι σύνδεσμοι οπαδών δύνανται να προωθήσουν θέματα εθελοντισμού, κατάρτισης και απασχόλησης. Προς αυτήν την κατεύθυνση συστήνουν στα κράτη να ενισχύσουν τον εθελοντισμό στον αθλητισμό, δίνοντας κίνητρα συμμετοχής, αναγνωρίζοντας τυπικά δεξιότητες και ικανότητες που καλλιεργούνται κατά τη διάρκεια της εθελοντικής δράσης και λαμβάνοντας πρωτοβουλίες που προάγουν την επιχειρησιακή ικανότητα των συνδέσμων.
Στην Αγγλία στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως, είναι χαρακτηριστικό πως επιχειρείται ο «εκδημοκρατισμός» του αθλήματος με την προώθηση εκπροσώπων των οπαδών στη διοίκηση και συμμετοχή στη λήψη των εταιρικών αποφάσεων.
(συνέχεια στο σχολιασμό του άρθρου 8)
Αν δηλαδή 20 φίλοι πάνε στο πρωτοδικείο και δηλώσουν πως θέλουν να συστήσουν λέσχη με αντικείμενο τη αγάπη τους για τον ΠΑΟΚ και για την προώθηση των ίσων ευκαιριών στο ποδόσφαιρο, το πρωτοδικείο θα ρωτήσει αν είναι αναγνωρισμένοι από την ΠΑΕ; Ακόμη ποιο ακραίο παράδειγμα: αν σύνδεσμοι πολεμούν απέναντι σε μια διεφθαρμένη διοίκηση/ιδιοκτησία ή σε μια διοίκηση που συντηρεί οπαδικούς στρατούς, τότε η πολιτεία θα τους αρνηθεί αναγνώριση; Δε χωρά αμφιβολία πως η πολιτεία είχε και έχει μια πολύ κακή εμπειρία από συνδέσμους οπαδών. Είναι επίσης αλήθεια, πως για να μπορούν πράγματι να λειτουργήσουν ως φορείς με δυνατότητες αντιπροσώπευσης αλλά και εξωγηπεδικής δραστηριότητας, θα πρέπει να περιοριστούν σε αριθμό. Παρόλα αυτά ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει η όποια «συγχώνευση», δεν θα έπρεπε να είναι μέριμνα της πολιτείας. Για να μπορέσει να υπάρξει τέτοιου είδους συνεννόηση δε θα πρέπει να είναι οι ΠΑΕ που θα εγκρίνουν την ύπαρξη ενός συνδέσμου, αλλα να είναι οι ίδιοι οι σύνδεσμοι οι οποίοι θα το κάνουν, σηματοδοτώντας με τις αποφάσεις τους τα όρια και τις αρχές του «οπαδικού κινήματος». Ο αποκλεισμός από κάποια άλλη αρχή, είτε αυτή λέγεται ΠΑΕ, ΓΓΑ ή πρωτοδικείο, θα σημάνει την αυτόματη περιθωριοποίηση ενός συνδέσμου και η μετατροπή του σε οργάνωση υπόγεια, ανεξέλεγκτη και αντιδραστική. Αντιθέτως, μια τέτοια αρμοδιότητα θα προσέφερε στο σώμα των συνδέσμων αναγνώριση και θα το διευκόλυνε στο να ενταχθεί σε μια σχέση υποχρεώσεων και δικαιωμάτων απέναντι στο αθλητικό γεγονός. Αυτή η σχέση υποχρεώσεων και δικαιωμάτων περιγράφεται αναλυτικά στη σύσταση της Διαρκούς Επιτροπής TR-V αναφορικά με την χάρτα των οπαδών (Recommendation Rec (2010) 1 of the Standing Committee on supporters’ charters 29 May 2010). Η επιτροπή προωθεί εδώ και καιρό τη «χάρτα», μια γραπτή συμφωνία μεταξύ οπαδών και διοίκησης της ομάδας, η οποία περιλαμβάνει τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των δυο πλευρών. Όσο ισχυρό είναι το π.χ. δικαίωμα της ομάδας να διασφαλίζει την ειρηνική διεξαγωγή ενός αγώνα, άλλο τόσο ισχυρό είναι το δικαίωμα του οπαδού να μπορεί να παρακολουθεί τον αγώνα μέσα σε ένα ασφαλές και με καλή ατμόσφαιρα γήπεδο. Η «χάρτα» φυσικά είναι συμβολικού χαρακτήρα, και σα στόχο έχει τη δημιουργία διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των πλευρών με σκοπό την εξάλειψη των όποιων στοιχείων προκαλούν σύγκρουση. Για να γίνει αντιληπτό το παραπάνω, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι σύνδεσμοι αντιμετωπίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως ένα κοινωνικό κεφάλαιο ύψιστης σημασίας , αποτελούμενο μάλιστα σε μεγάλο ποσοστό από άτομα τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις για να δεχθούν δομική υποστήριξη (νέοι με λιγότερες ευκαιρίες, μειονότητες, νέοι που βιώνουν κοινωνικό αποκλεισμό). Έτσι, αντί να διώκονται, οι σύνδεσμοι σε πολλές χώρες της Ευρώπης χρηματοδοτούνται τόσο από εθνικούς πόρους όσο και από πόρους των επαγγελματικών σωματίων προκειμένου να αναπτύσσουν εθελοντική δραστηριότητα. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι σύνδεσμοι αναλαμβάνουν να εκτελέσουν κοινωνικό έργο, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις όπου οι σύνδεσμοι συμμετέχουν ενεργά στο αθλητικό γεγονός σε συνεννόηση και συντονισμό απο τις ομάδες. Μάλιστα εδώ και χρόνια η ΕΕ έχει συνδέσει τον αθλητισμό με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας, πιστεύοντας πως μέσω κατάλληλων δραστηριοτήτων οι αθλητικοί σύλλογοι και οι σύνδεσμοι οπαδών δύνανται να προωθήσουν θέματα εθελοντισμού, κατάρτισης και απασχόλησης. Προς αυτήν την κατεύθυνση συστήνουν στα κράτη να ενισχύσουν τον εθελοντισμό στον αθλητισμό, δίνοντας κίνητρα συμμετοχής, αναγνωρίζοντας τυπικά δεξιότητες και ικανότητες που καλλιεργούνται κατά τη διάρκεια της εθελοντικής δράσης και λαμβάνοντας πρωτοβουλίες που προάγουν την επιχειρησιακή ικανότητα των συνδέσμων. Στην Αγγλία στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως, είναι χαρακτηριστικό πως επιχειρείται ο «εκδημοκρατισμός» του αθλήματος με την προώθηση εκπροσώπων των οπαδών στη διοίκηση και συμμετοχή στη λήψη των εταιρικών αποφάσεων. (συνέχεια στο σχολιασμό του άρθρου 8)