Αρχική Σχέδιο Νόμου Περί Διεθνούς ΠροστασίαςΆρθρο 93 Περιεχόμενο ΠροσφυγήςΣχόλιο του χρήστη Μητρώο Δικηγόρων Υπηρεσίας Ασύλου | 21 Οκτωβρίου 2019, 15:39
Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
“πρέπει να μνημονεύονται οι λόγοι στην προσφυγή”. Αυτό μέχρι στιγμής έχει «επιλυθεί» με το τυποποιημένο έγγραφο (με τα όσα προβλήματα αυτό προκαλεί και έχουν επισημανθεί από καιρό από συναδέλφους). Η νέα διάταξη εμφανίζει δύο προβλήματα αν υποθέσουμε ότι καταργείται το τυποποιημένο έγγραφο: (1) τι θα κάνει ο αιτών που δεν έχει δικηγόρο, είτε δικό του είτε της νομικής συνδρομής και (2) πότε θα προλαβαίνουμε να το ετοιμάζουμε, αν πρέπει να προηγηθεί η συνάντηση, να συλλεχθούν τα απαραίτητα έγγραφα και να μελετηθεί ο φάκελος και φυσικά να μεταβαίνουμε στα ΠΓΑ/ΑΚΑ και να κλείνουμε και ξανά ραντεβού για συνάντηση-παράδοση προσφυγής-κατάθεση και μάλιστα στο ίδιο ΠΓΑ/ΑΚΑ που εξέδωσε την απορριπτική απόφαση; Ιδιαίτερης βαρύτητας είναι οι περιπτώσεις κρατουμένων με τις δικές τους προθεσμίες και τα προβλήματα της εκεί διαδικασίας με τα ΑΚΑ/ΠΓΑ που τα γνωρίζουμε ήδη. Οι προθεσμίες κατάθεσης ολοκληρωμένου δικογράφου είναι στενότατες και αποκλίνουν σοβαρότατα από τις δικαστικές προθεσμίες, με αποτέλεσμα να πλήττουν το δικαίωμα στην δικηγορική υπεράσπιση. Αφού το όργανο των Επιτροπών έχει χαρακτηριστεί δικαιοδοτικό από την Ολομέλεια του ΣτΕ, οι προθεσμίες πρέπει να ακολουθούν τις δικαστικές προθεσμίες, διότι η ορθή σύνταξη του εισαγωγικού δικογράφου αποτελεί για τον δικηγόρο ευθύνη και για τον δικαστή εργαλείο απόδοσης δικαιοσύνης. Η πρόβλεψη υποχρεωτικής προβολής των λόγων της προσφυγής με το δικόγραφο δυσχερώς συμβιβάζεται με τον χαρακτήρα της προσφυγής ως ενδικοφανούς και την διαδικασία ασύλου ως διαδικασία αυτεπαγγέλτου ελέγχου των ισχυρισμών. Οι Επιτροπές είναι πλήρους δικαιοδοσίας και οφείλουν αυτεπαγγέλτως να ελέγχουν τα σφάλματα της πρωτοβάθμιας προσβαλλόμενης. Το δίκαιο διεθνούς προστασίας παρέχεται σε επίκαιρο χρόνο και με το βλέμμα στο μέλλον, συνεπώς κάθε επιλαμβανόμενο όργανο πρέπει να μπορεί να αξιολογήσει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο αιτών κατά τον τρέχοντα χρόνο. Ενόψει των σύντομων προθεσμιών και σε αρμονία με κάθε άλλο δικαιοδοτικό όργανο της διοικητικής δικαιοσύνης θα έπρεπε να προβλέπεται δυνατότητα υποβολής προσθέτων λόγων. Η υποβολή τοιαύτης προσφυγής είναι εντελώς αδύνατη χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο. Οι διάφορες, πάντως μη συμβατές με το άσυλο, εκδοχές εφαρμογής της διάταξης (αρκεί να προβληθεί ένας παραδεκτός λόγος, ώστε εν συνεχεία η Επιτροπή να εξετάσει συνολικά την ουσία; κανένας λόγος δεν προβάλλεται παραδεκτά μετά την κατάθεση του δικογράφου;) δεν μπορεί να αφεθούν στην επικείμενη νομολογία των Επιτροπών, διότι τούτο θα συνεπαχθεί άνιση μεταχείριση πολλών αιτούντων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επίσης, αναφέρεται «Σε περίπτωση που το έγγραφο της προσφυγής δεν αναφέρει τα ως άνω στοιχεία η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη»: ποιος θα ερμηνεύει-εξετάζει το ότι είναι απαράδεκτη ως προς αυτό το σκέλος; Ο/η υπάλληλος της παραλαβής θα κοιτάει και θα το ελέγχει; Αν ναι, με ποια αρμοδιότητα και ποια ιδιότητα θα εξετάζει την ουσία ο απλός διοικητικός υπάλληλος που απλά πρέπει να παραλάβει και τίποτα παραπάνω; Ή εννοείται ότι αυτό είναι «οδηγία» για τις Επιτροπές;