Αρχική Σχέδιο Νόμου Περί Διεθνούς ΠροστασίαςΜΕΡΟΣ ΜΟΝΟ – Άρθρο Μόνον – ΣκοπόςΣχόλιο του χρήστη Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες | 21 Οκτωβρίου 2019, 15:52
Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για το πρόσφατο νομοσχέδιο «περί Διεθνούς Προστασίας», όπως αυτό δημοσιεύθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2019 και υπογραμμίζει ότι αυτό υπονομεύει σημαντικά θεμελιώδεις εγγυήσεις αιτούντων άσυλο και προσφύγων, κατά παράβαση, μεταξύ άλλων του ενωσιακού, διεθνούς και εθνικού δικαίου καθώς και της αρχής μη επαναπροώθησης. Καταρχάς επισημαίνουμε ότι, παρόλο που το νομοσχέδιο αυτό αφορά στην ενσωμάτωση τριών ενωσιακών Οδηγιών και επιφέρει εξαιρετικά σημαντικές αλλαγές στο σύστημα παροχής διεθνούς προστασίας και υποδοχής, δεν παρασχέθηκε επαρκής χρόνος για δημόσια διαβούλευσή του (μόλις 5 ημερών), γεγονός που ακυρώνει στην πράξη την ουσιαστική δυνατότητα σχολιασμού των διατάξεων του και συμμετοχής, μεταξύ άλλων, του νομικού κόσμου και της κοινωνίας των πολιτών σε αυτήν. Το νομοσχέδιο έρχεται στη δημοσιότητα σε μια στιγμή κρίσης για το ελληνικό σύστημα υποδοχής, ιδίως στα Νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου, όπου συνολικά παραμένουν εγκλωβισμένοι περίπου 30.000 άνθρωποι, σε εγκαταστάσεις με χωρητικότητα μόλις 6.178 θέσεων , σε εξαιρετικά επικίνδυνες και ακατάλληλες συνθήκες, στο πλαίσιο του επιβαλλόμενου γεωγραφικού περιορισμού προς υλοποίηση της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας. Κρίση η οποία ανατροφοδοτείται από την περιορισμένη έως ανύπαρκτη παροχή ιατρικών και ψυχοκοινωνικών υπηρεσιών και τις εντεύθεν συνέπειες στην λειτουργία του συστήματος ταυτοποίησης προσώπων, που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, στην απουσία νέων θέσεων υποδοχής στην ενδοχώρα και στις σημαντικές καθυστερήσεις στη διαδικασία εξέτασης αιτημάτων διεθνούς προστασίας σε ολόκληρη την χώρα. Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του προτεινόμενου νομοσχέδιου, η ελληνική πολιτεία, αντί να σχεδιάσει μία πολιτική προς την κατεύθυνση επίλυσης των πραγματικών προβλημάτων του ελληνικού συστήματος άσυλου και υποδοχής, με τη στελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών για την εξέταση αιτημάτων ασύλου και την υλοποίηση μιας αποτελεσματικής ενταξιακής πολιτικής, που θα μπορούσε να επιταχύνει σημαντικά τη διαδικασία ασύλου και να απελευθερώσει σημαντικό αριθμό θέσεων φιλοξενίας στην ενδοχώρα, επιλέγει να αντιμετωπίσει την υφιστάμενη κρίση με ρυθμίσεις, που μειώνουν θεμελιώδεις εγγυήσεις του συστήματος ασύλου και υποδοχής, και οι οποίες προσανατολίζονται μονομερώς στη αύξηση των επιστροφών. Οι διατάξεις του νομοσχέδιου ενσωματώνουν στην ελληνική έννομη τάξη τα ελάχιστα επιτρεπόμενα όρια προστασίας και εγγυήσεων (minimum standards) του ενωσιακού δικαίου, ενώ σε αρκετά σημεία οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν εξασφαλίζουν ούτε αυτά τα ελάχιστα όρια, θέτοντας ζητήματα παραβίασης του ενωσιακού δικαίου και πλημμελούς ενσωμάτωσής του στην ελληνική έννομη τάξη. Επιπλέον και παρά το γεγονός ότι σκοπός του νομοθέτη, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, είναι «η κατάστρωση ενός … συστήματος συμπαγούς, δομημένου, σαφούς, δίκαιου», στην πραγματικότητα οι διατάξεις του νομοσχεδίου εισάγουν περαιτέρω πολύπλοκες, κατακερματισμένες και κατά παρέκκλιση διαδικασίες (βλ. διαδικασία κατ΄ απόλυτη προτεραιότητα, κατά προτεραιότητα, παράλληλα και παράπλευρα προς την ταχύρρυθμη διαδικασία και τη διαδικασία στα σύνορα), μειώνουν διαδικαστικές και ουσιαστικές εγγυήσεις αιτούντων άσυλο και προσφύγων, ακόμη και των πλέον ευάλωτων εξ αυτών (ανήλικοι, θύματα βασανιστηρίων, βίας κλπ), με εξαιρετικά συντετμημένες προθεσμίες, οι οποίες είναι αμφίβολο κατά πόσο μπορούν να ακολουθηθούν ακόμη και από την ίδια τη Διοίκηση, υπερβολικά διαδικαστικά εμπόδια για τους αιτούντες διεθνή προστασία, που παρεμποδίζουν την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης, εισαγωγή της δυνατότητας απόρριψης ενός αιτήματος διεθνούς προστασίας χωρίς να έχει προηγηθεί μια δίκαιη και αποτελεσματική εξέταση σε δύο βαθμούς, υπερβολική διεύρυνση των προσώπων, που στερούνται του δικαιώματος παραμονής στη χώρα, κατά τη διαδικασία εξέτασης κατά τον δεύτερο βαθμό, συμπεριλαμβανομένων και προσώπων με προφανή ανάγκη διεθνούς προστασίας, περιορισμό στην πρόσβαση σε πραγματική προσφυγή και δικαστική προστασία και αμφιβόλου συνταγματικότητας ρυθμίσεις. Λόγω του εξαιρετικά περιορισμένου χρόνου προς διαβούλευση, επισημαίνονται, ενδεικτικώς, τα παρακάτω: