1. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καταργούνται η ιδρυθείσα με το ν.3585/2007 (Α΄ -148) Ελληνική Αγροφυλακή με τις Υπηρεσίες της σε όλη τη Χώρα. Οι οργανικές θέσεις όλων των κατηγοριών του προσωπικού της καταργούνται με την ολοκλήρωση των διαδικασιών μετάταξης που καθορίζονται στα επόμενα άρθρα. Μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών μετάταξης και την μεταφορά των πιστώσεων συνεχίζουν να εκτελούν τα καθήκοντα βάσει των διατάξεων του ν.3585/2007.
2. Οι αρμοδιότητες των παρ. 1 και 2γ΄ του άρθρου 3 του ν.3585/2007 μεταφέρονται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και ασκούνται από τις περιφερειακές δασικές υπηρεσίες. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζεται ο τρόπος ενσωμάτωσης και εφαρμογής των αρμοδιοτήτων από τις δασικές υπηρεσίες και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
3. Το μόνιμο προσωπικό της Αγροφυλακής, που υπηρετεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος στις περιφερειακές Υπηρεσίες και στην Αγρονομική Ακαδημία της Ελληνικής Αγροφυλακής, μετατάσσεται στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις του κράτους για τη στελέχωση των Περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών, τοποθετείται δε ανάλογα με τα προσόντα και τις υπηρεσιακές ανάγκες, με πράξη του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στην εγγύτερη, στον τόπο διαμονής του, Δασική Υπηρεσία. To προσωπικό που υπηρετεί στο Αρχηγείο Ελληνικής Αγροφυλακής μετατάσσεται και τοποθετείται ανάλογα με τα προσόντα και τις υπηρεσιακές ανάγκες στην Ειδική Γραμματεία Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ. Κατ΄ εξαίρεση, το προσωπικό που είχε μεταταχθεί στην Ελληνική Αγροφυλακή από το πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας ή είχε μεταφερθεί σε αυτήν από την πρώην Διεύθυνση Αγροφυλακής του πρώην Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, μπορεί να ζητήσει τη μετάταξή του στις Υπηρεσίες από τις οποίες προέρχονταν και αν δεν υπάρχουν οι Υπηρεσίες αυτές, σε κενές οργανικές θέσεις του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, ανάλογα με τα προσόντα του. Η μετάταξη γίνεται, εφόσον, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ζητήσει με αίτησή του τη μετάταξή του. Όσοι από το προαναφερόμενο προσωπικό δηλώσουν ότι δεν επιθυμούν τη μετάταξή τους, καθώς και όσοι, εντός της ανωτέρω προθεσμίας, δεν υποβάλουν σχετική αίτηση μετάταξης, λογίζεται ότι έχουν υποβάλει αίτηση παραίτησης. Σε διάστημα τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και με ευθύνη των υπηρεσιών στις οποίες μετατάσσονται, οι μετατασσόμενοι εκπαιδεύονται στα καθήκοντα των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής είναι δυνατή η διάθεση του μετατασσόμενου προσωπικού για την κάλυψη αναγκών των φορέων του άρθρου 15 του ν. 2742/1999, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 13 του ν. 3044/2002. Με όμοια απόφαση καθορίζονται η διαδικασία διάθεσης καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.
4. Οι μετατασσόμενοι, σύμφωνα με την παρ. 3 του παρόντος, αποτελούν εφεξής πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους των Περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών που υπάγονται στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής αντίστοιχα, και καταλαμβάνουν, ανάλογα με τα τυπικά τους προσόντα και κατά την κρίση του αρμόδιου οργάνου, ισάριθμες κενές οργανικές θέσεις ή στην περίπτωση που τα τυπικά τους προσόντα δεν ανταποκρίνονται στις θέσεις που προβλέπονται στους οργανισμούς των Υπηρεσιών που μετατάσσονται, καταλαμβάνουν προσωποπαγείς θέσεις που δημιουργούνται με την απόφαση μετάταξης. ΄Οσοι καταλαμβάνουν προσωποπαγείς θέσεις και εφόσον διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα μπορούν να καταλάβουν θέσεις που θα συστηθούν στο μέλλον με αντίστοιχη κατάργηση των προσωποπαγών θέσεων. Η τοποθέτηση γίνεται μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας της παρ. 3.
5. Τα προβλεπόμενα από το άρθρο 47 του ν.3585/2007 καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, καθώς και τα καθήκοντα δημοσίου κατηγόρου, σύμφωνα με το άρθρο 46 του ιδίου ως άνω νόμου καθώς και τα προβλεπόμενα από το άρθρο 293 του π.δ. 86/1969 (ΦΕΚ 7 Α), ασκούνται από τη δημοσίευση του παρόντος από το σύνολο του δασικού προσωπικού των Κεντρικών και Περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών μετά απόφαση του αρμοδίου οργάνου που ορίζει ποιο από το προσωπικό των δασικών υπηρεσιών τα ασκεί. Όσοι από το μετατασσόμενο προσωπικό ασκούσαν τα παραπάνω καθήκοντα συνεχίζουν να τα ασκούν για τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις ανεξάρτητα από το εάν έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις που προβλέπονται στο προηγούμενο εδάφιο.
6. Οι ως άνω μετατασσόμενοι υποχρεούνται να επιλέξουν, με την αίτηση μετάταξής τους, είτε να διατηρήσουν την ασφάλισή τους στους επικουρικούς ασφαλιστικούς τους φορείς, είτε να ασφαλισθούν στους αντίστοιχους φορείς ασφάλισης του προσωπικού της νέας τους Υπηρεσίας.
7. Η θητεία του Αρχηγού και των Αγρονομικών Διευθυντών της Ελληνικής Αγροφυλακής, που διορίσθηκαν με διετή θητεία, λήγει αυτοδικαίως με την πάροδο σαράντα (40) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
8. Αν από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου για το προσωπικό που μετατάσσεται στις Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και τις Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες προκύπτουν συνολικές μηνιαίες αποδοχές μικρότερες από αυτές που ελάμβανε πριν την μετάταξή του, η προκύπτουσα διαφορά διατηρείται ως προσωπική, μειούμενη από τη μελλοντική χορήγηση οποιασδήποτε οικονομικής παροχής.
9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη μεταφέρονται οι προβλεπόμενες από τον εκτελούμενο, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, προϋπολογισμό του Ειδικού Φορέα «Ελληνική Αγροφυλακή» πιστώσεις για το προσωπικό, τις προμήθειες και λοιπές δαπάνες για τη λειτουργία των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αγροφυλακής στον προϋπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Ε.Φ 31-130).
10. Κάθε μορφής υλικό και εξοπλισμός της Ελληνικής Αγροφυλακής περιέρχονται στις οικείες Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες. Ο τρόπος διάθεσης και κατανομής γίνεται με απόφαση του οικείου Διευθυντή Δασών, λαμβάνοντας υπόψη και τον αριθμό των μετατασσομένων. Η ακίνητη περιουσία της Αγροφυλακής περιέρχεται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Ο υλικοτεχνικός εξοπλισμός του καταργούμενου Αρχηγείου Ελληνικής Αγροφυλακής περιέρχεται στην Ειδική Γραμματεία Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Τα αρχεία των Υπηρεσιών της Αγροφυλακής που δεν αφορούν το προσωπικό ή τις μεταφερόμενες αρμοδιότητες παραμένουν στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Ο οπλισμός περιέρχεται στα οικεία Αστυνομικά Τμήματα.
11. Από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καταργείται ο ν.3585/2007 με την επιφύλαξη των όσων σχετίζονται με την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων.
κλειστε την αυριο κιολας υπηρξε μονο για καποιους που ηθελαν την ΚΑΡΕΚΛΑ ΤΟΥΣ~~~~ΤΩΡΑ..ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ~ΚΑΙ ΕΛΕΝΧΟ ΤΟΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,,ΚΑΙ ΟΣΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΑΝ ΛΕΦΤΑ (ΣΤΟΛΕΣ~ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ)
ΜΠΡΑΒΟ ΣΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ~ΔΟΥΛΕΙΑ ΟΠΟΥ ΧΡΕΙΑΖΕΤΕ…ΔΑΣΑΡΧΕΙΟ…Η’ ΟΠΟΥ ΑΛΛΟΥ..ΝΑ ΔΟΥΛΕΨΟΥΝ ΟΣΟΙ…ΚΑΘΟΝΤΑΝ ΣΕ ΚΑΡΕΚΛΕΣ ΝΑ ΒΓΟΥΝΕ ΕΞΩ…
Σε συνέχεια της πρότασης που έχω υποβάλει διευκρινίζω ότι ο συγκεκριμένος μηχανισμός – θεσμός που προτείνω θα λειτουργεί μέσα στις δασικές υπηρεσίες.
Ευχαριστώ
Δυστυχώς με τη ρύθμιση αυτή αποδεικνύεται ότι τελικά επικρατεί η λογική της πρόχειρης λύσης στην υπόθεση της Αγροφυλακής.
Επιτρέψτε μου πριν τη διατύπωση της πρότασής μου να κάνω μία όσο το δυνατό σύντομη εισαγωγή για λόγους τεκμηρίωσης.
Πράγματι οι δασικές υπηρεσίες αντιμετωπίζουν προβλήματα οργάνωσης και τεράστια ελλείμματα σε στελεχιακό δυναμικό και μέσα.
Πράγματι ο θεσμός της Αγροφυλακής, έτσι όπως λειτουργούσε, τόσο ο παλαιότερος (παρωχημένος) όσο και αυτός που «στήθηκε» από την προηγούμενη κυβέρνηση, ήταν αναχρονιστικός και ανώφελος καθώς δεν απαντούσε στις προκλήσεις των καιρών και στα πολλά σύνθετα και δύσκολα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ύπαιθρος (αγροτικό και φυσικό περιβάλλον). Το ίδιο άστοχος και προκλητικός ήταν και ο τρόπος με τον οποίο επανιδρύθηκε.
Επίσης είναι κοινά αποδεκτό και στον τελευταίο σκεπτόμενο πολίτη αυτής της χώρας ότι το υφιστάμενο θεσμικά οργανωτικό σχήμα των δασικών υπηρεσιών, όπως αυτό προβλέπεται μέσα από την κείμενη νομοθεσία (π.χ. Π.Δ. 1213/1981), είναι ξεπερασμένο και κυρίως αναποτελεσματικό.
Δεν είναι δυνατό σήμερα η δασοφύλαξη να στηρίζεται ακόμη στο απαρχαιωμένο σχήμα των απομονωμένων δασοφυλακείων, ή να ασκείται μόνο στο ωράριο λειτουργίας όλων των δημοσίων υπηρεσιών δηλαδή το πρωί και από Δευτέρα ως Παρασκευή, με τους λιγοστούς «δασοφύλακες», χωρίς μέσα και αυτοκίνητα, χωρίς στολή και κατάλληλο εξοπλισμό και κυρίως χωρίς κατάλληλη εκπαίδευση του προσωπικού. Με δασοφύλακες που να μην μπορούν να περιπολούν καθημερινά με υπηρεσιακό αυτοκίνητο στην ύπαιθρο ή που να είναι δασοφύλακες στα «χαρτιά» ενώ στην πραγματικότητα να μην ασκούν τις αρμοδιότητες του δασοφύλακα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποδιοργάνωσης είναι ότι μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί ακόμη το περίφημο Προεδρικό Διάταγμα που προβλέπεται στην παρ. 10 του άρθ. 38 του ν. 1845/1989 με αποτέλεσμα να υφίσταται σοβαρό νομικό κώλυμα στην άσκηση προληπτικών ελέγχων από τα δασικά όργανα στα δάση και τις δασικές εκτάσεις, χωρίς (περιέργως) αυτό να ενοχλεί κανέναν.
Μια δασοφυλακή που εκτός των οργανωτικών της αδυναμιών αντιμετωπίζεται κατά καιρούς από τους πολιτικούς σαν η δεξαμενή που καταλήγουν τα πάσης φύσεως ρουσφέτια ή οι ανεκπαίδευτοι και χωρίς προσόντα υπάλληλοι που προέρχονται από την κατάργησης διαφόρων άσχετων υπηρεσιών, του συστήματος των μετατάξεων, κλπ.
Ακόμη νωπό είναι στη μνήμη μας το παράδειγμα του 1989 με το νόμο 1845 και την μετάταξη στον κλάδο των δασικών υπαλλήλων χωρίς ουσιαστική εκπαίδευση, πολλών υπαλλήλων διαφόρων κατηγοριών (χειριστές κλπ), για να ασκήσουν τα καθήκοντα της δασοπροστασίας με συγκεκριμένες αρμοδιότητες αστυνόμευσης. Όπως και με το νόμο 3208/2003 με την ένταξη στον κλάδο των δασοφυλάκων, χωρίς μέριμνα για πραγματική εκπαίδευση, των οδηγών ή και διαφόρων τεχνικών υπαλλήλων.
Παράλληλα η Πολιτεία με τη στάση της δείχνει ότι και η ίδια δεν έχει ακόμη αποφασίσει το μοντέλο της προστασίας – αστυνόμευσης που θέλει για τα δάση μας και το φυσικό περιβάλλον γενικότερα. Αυτό αποδεικνύεται από την έλλειψη στρατηγικής για πολλά σοβαρά ζητήματα που σχετίζονται με το φυσικό περιβάλλον όπως είναι η πολιτική για τη θήρα και την άγρια πανίδα, δραστηριότητα πολύ σημαντική τόσο για το περιβάλλον καθώς και με σημαντικές κοινωνικοοικονομικές προεκτάσεις. Αποτέλεσμα αυτής της στάσης είναι η αποσπασματική, χωρίς σχεδιασμό και κάτω από την πίεση μικροκομματικών σκοπιμοτήτων, λήψη μέτρων, που αποδιοργανώνουν ακόμη περισσότερο το πλέγμα προστασίας του κράτους. Παράδειγμα αποτελεί η ουσιαστική ίδρυση θεσμών ιδιωτικής αστυνόμευσης της υπαίθρου όπως των «ιδιωτικών φυλάκων θήρας» (Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής) οι οποίοι αν και ιδιωτικοί έχουν τις ίδιες αρμοδιότητες με αυτές των δημοσίων δασικών υπαλλήλων (ανακριτικοί υπάλληλοι, κλπ) σε δημόσιες εκτάσεις καθώς και την ίδια αποστολή, θεσμός που κινείται στα όρια της συνταγματικότητας.
Έτσι όμως διασπάται το έργο της ενιαίας προστασίας ενώ παράλληλα μετατοπίζεται το κέντρο βάρους προς τους ιδιώτες οι οποίοι βέβαια μέσα από αυτούς τους θεσμούς στοχεύουν στην εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων και όχι κατ΄ανάγκη του δημόσιου οφέλους, ενώ χρησιμοποιούν τους θεσμούς αυτούς για να προβάλλονται επικοινωνιακά και να αυξάνουν έτσι συνεχώς την πίεση για την όλο και μεγαλύτερη απόκτηση προνομίων που είναι δυνατό να είναι σε βάρος άλλων κοινωνικών ομάδων.
Η ενίσχυση τέτοιων παράλληλων θεσμών έχει φανεί στην πράξη ότι τελικά οδηγεί στη σύγχυση μεταξύ των πολιτών για τις αρμοδιότητες, στην αποδυνάμωση – συρρίκνωση και απαξίωση των δασικών υπηρεσιών, στη συνεχή υποχρηματοδότηση τους με παράλληλα στροφή της ροής των οικονομικών πόρων προς τους ιδιώτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ως αποτέλεσμα της ύπαρξης του θεσμού της Ιδιωτικής Θηροφυλακής το ποσοστό του συνολικού ποσού της άδειας θήρας που κατευθύνεται στο δημόσιο έχει μειωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, στερώντας έτσι πολύτιμους πόρους για το δημόσιο αγαθό που λέγεται θήραμα.
Με τον τρόπο όμως αυτό τελικά απεμπολείται έργο από τις δασικές υπηρεσίες και ουσιαστικά δεν ικανοποιείται η συνταγματική υποχρέωση του κράτους για την προστασία των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος γενικότερα.
Όλα αυτά έχουν οδηγήσει στην σημερινή κάκιστη εικόνα των δασικών υπηρεσιών όσον αφορά την αποτελεσματικότητα για την προστασία – αστυνόμευση του δάσους και των δασικών εκτάσεων καθώς και των ειδών της άγριας πανίδας – θηραμάτων.
Από την άλλη ενώ θα περίμενε κανείς η υλοποίηση της σχετικής εξαγγελίας για την «κατάργηση» της Αγροφυλακής σε συνδυασμό με την αυτονόμηση ενός Υπουργείου Περιβάλλοντος, ότι θα ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για την επιτέλους αναμόρφωση όλου του προστατευτικού πλαισίου για την «αστυνόμευση» του φυσικού περιβάλλοντος, την άρση της «βαβέλ» και της πανσπερμίας των αρμοδιοτήτων σε διάφορους φορείς, ιδιωτικούς και μη, ώστε να επιτευχθεί η ενοποίηση του αντικειμένου της προστασίας – αστυνόμευσης του αγροτικού και φυσικού περιβάλλοντος προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, επιλέχθηκε τελικά το αντίθετο.
Και αυτό διότι εν λόγω νομοθετική ρύθμιση δεν λύνει κανένα από τα προαναφερόμενα προβλήματα. Αντίθετα εκείνο που καταφέρνει είναι να διογκώσει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα (σύμφωνα με τα προαναφερόμενα) της δασοφύλαξης με την αύξηση του προσωπικού χωρίς παράλληλα να υπάρχουν οι προϋποθέσεις της ορθής και αποτελεσματικής λειτουργίας του.
Επίσης ακολουθεί την ίδια λαθεμένη τακτική (διάσπασης αρμοδιοτήτων, κλπ) με τη δυνατότητα της μετάταξης «πρώην» αγροφυλάκων στους φορείς διαχείρισης (ν.π.ι.δ., τα οποία από φορείς κοινωνικού ελέγχου, τείνουν να μετατραπούν σιγά σιγά σε «κρατικές υπηρεσίες»), προφανώς για φύλακες, κάτι που τελικά επιτείνει την όλη προβληματική φύλαξη και παράλληλα θα συμβάλει στη σύγκρουση με δημόσιες υπηρεσίες αλλά και στον αθέμιτο συναγωνισμό και άσκοπες συγκρούσεις με άλλους ιδιωτικούς φορείς (κάτι που ήδη συμβαίνει).
ΠΡΟΤΑΣΗ
Μετά τα ανωτέρω θεωρώ ότι η προτεινόμενη ρύθμιση είναι πρόχειρη, άστοχη και άδικη.
Προτείνω την επανεξέτασή της ώστε με την ευκαιρία που δημιουργείται με την εξαγγελία της ενσωμάτωσης των Αγροφυλάκων στις δασικές υπηρεσίες, να ιδρυθεί αυτό που θεωρείται πλέον αυτονόητο από τον κάθε πολίτη, ένας ενιαίος μηχανισμός για την προστασία – αστυνόμευση της υπαίθρου (αγροτικό και φυσικό περιβάλλον) με την ταυτόχρονη ενσωμάτωση και των ιδιωτικών φυλάκων θήρας και να πάψει αυτή η διάσπαση της φύλαξης με αγροφύλακες, δασοφύλακες, ιδ. θηροφύλακες, κλπ. Η ενσωμάτωση αυτή θα είναι για όλο το προσωπικό ενιαία και χωρίς καμία διάκριση και για τις τρεις ειδικότητες δασοφύλακες (διότι υπάρχουν και δασοφύλακες Υ.Ε.), αγροφύλακες και θηροφύλακες, ώστε να είναι δίκαιη και εφεξής να τεθεί όλος ο νέος θεσμός σε νέα βάση και με ενιαίο προσοντολόγιο. Οι οικονομικοί πόροι για το εγχείρημα αυτό (μεταφορά θηροφυλάκων στο κράτος) είναι διασφαλισμένοι και δεν θα επιβαρυνθεί ο κρατικός προϋπολογισμός, εξάλλου η δράση τους είναι ανταποδοτικού χαρακτήρα, στο πλαίσιο πάντα όλων των προαναφερόμενων σκέψεων μου. Εννοείται ότι η ενσωμάτωση των ιδιωτικών φυλάκων θήρας θα γίνει με την παράλληλη μεταφορά των οικονομικών πόρων της ιδιωτικής θηροφυλακής στο κράτος, πόρων που διασφαλίστηκαν και ισχύουν με αποφάσεις του κράτους.
(Σημείωση: Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί στις αρμοδιότητες της παρ. 2 του εν λόγω άρθρου του υπό διαβούλευση σχεδίου, δεν περιλαμβάνονται και οι αρμοδιότητες της παρ. 2β του ν. 3585/2007, οι οποίες κατά τη γνώμη μου πρέπει να συμπεριληφθούν).
Στην παράγραφο 4 του άρθρου 19 πρέπει να προστεθεί κείμςνο ως εξής: «Οι μετατασσόμενοι …..και καταλαμβάνουν, ανάλογα με τα τυπικά τους προσόντα, τις θέσεις στις οποίες τοποθετήθηκαν με την διάταξη του άρθρου 53 παρ. 5 εδ.γ του Ν.3585/2007 και τον βαθμό τους και κατά την κρίση του αρμοδίου οργάνου….»
Η προσθήκη αυτή, κρίνεται απαραίτητη, καθ’όσον σε εκτέλεση της άνω μεταβατικής διάταξης του άρθρου 53 του παραπάνω Νόμου,τοποθετήθηκαν, χωρίς τα αντίστοιχα τυπικά προσόντα σε θέσεις Αγρονόμων, όσοι κατά την δημοσίευση του άνω Νόμου υπηρετούσαν ως Προϊστάμενοι Αγρονομείων, ήταν κατηγορίας ΔΕ και είχαν προϋπηρεσία άνω των 20 ετών. Αν δεν γίνει αυτή η προσθήκη, οι ανωτέρω θα υποβαθμιστούν σε θέση και με βαθμό υποδεέστερο αυτού με τον οποίο υπηρετούσαν στην Αγροφυλακή, γεγονός που θα συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας τους.
ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΓΙΑΤΙ ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΤΕ ΚΑΙ ΜΑΣ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΤΗ Ο ΝΟΜΟΣ 3585/2007 ΠΕΡΙ ΙΔΡΥΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΛΕΕΙ;;;;;;;;;; Η ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ ΤΟΥ ΤΟΤΕ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ / ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ Η ΦΥΣΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΣΤΑΝ ΔΙΠΛΑ ΤΟΥΣ ΤΗ ΚΑΝΑΤΕ 3,5 ΧΡΟΝΙΑ ΕΤΣΙ ΩΣΤΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΤΩΡΑ ΜΑΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ;;; ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΙΣΤΙΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΝ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΕΣ ΣΤΟΛΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΥΛΙΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟΔΟΜΗ;;;;;;;; Η ΝΑ ΠΩ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΠΟΥ ΝΤΡΕΠΟΤΑΝ ΝΑ ΒΑΛΟΥΝ ΤΙΣ ΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥΣ!!!!!!!!!! Η ΝΑ ΠΩ ΓΙΑ ΤΑ ΑΓΡΟΝΟΜΙΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΚΟΜΗ ΑΠ’ ΈΞΩ ΜΙΑ ΤΑΜΠΕΛΑ ΝΑ ΔΗΛΩΝΕΙ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΜΑΣ!!!!!!!!! ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΣΤΕΡΝΗ ΜΟΥ ΓΝΩΣΗ ΝΑ ΣΕ ΕΙΧΑ ΠΡΩΤΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!!!!!!!!!!!
ΠΑΤΣΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΕΚ ΤΩΝ ΙΔΡΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ!!
Γεια σας !
Αρχικά θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους για την τόσο ευρεία αποδοχή της πρώτης ανάρτησης μου (70 ψήφοι υπέρ – 20 κατά , αυτή τη στιγμή).
Επανέρχομαι σήμερα στο κλείσιμο της διαβούλευσης, αν και δεν ήταν στις προθέσεις μου.
Στενοχωρημένος από κάποια κακόβουλα ή προκατειλημμένα σχόλια, αλλά κυρίως γιατί διαπιστώνω αυτό που δεν θα έπρεπε. Ότι δηλαδή ένα μέρος της ευθύνης που το άρθρο 19 είναι ασαφές και ομιχλώδες, ανήκει στην «συνδικαλιστική μας ηγεσία» η οποία αν και γνώριζε την ύπαρξη του (άλλωστε κυκλοφορούσαν φωτοαντίγραφα από καιρό) δεν ασχολήθηκε, ως όφειλε, στο να ενημερώσει τους συναδέλφους για την ωμή πραγματικότητα, ώστε να οργανωθούμε και να κάνουμε όλοι μαζί τις διορθωτικές προτάσεις προς το Υπουργείο, ΠΡΙΝ βγει για διαβούλευση ο νόμος. Ίσως να εισακουγόμασταν σε κάποιες. Αντί γι’ αυτό η «συνδικαλιστική μας ηγεσία» περιέφερε την άποψη ότι δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα καταργηθεί η υπηρεσία μας και προσπαθούσε να μας οργανώσει πίσω από την «συλλογική» πρόταση, «Είμαστε αντίθετοι με την κατάργηση της υπηρεσίας και θέλουμε να παραμείνουμε στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη», άγνωστο (;) με ποια σκοπιμότητα.
Διαβάζω λοιπόν σήμερα, μπαράζ αναρτήσεων Συνδικαλιστών και Ομοσπονδίας με διάφορες απόψεις και προτάσεις (με αρκετές συμφωνώ βεβαίως) και ερωτώ:
Γιατί κύριοι Συνδικαλιστές εμφανίζεστε ΣΗΜΕΡΑ μερικές ώρες πριν κλείσει η διαβούλευση; Πού είσαστε κρυμμένοι τόσες ημέρες; Πού είναι η οργάνωση συνελεύσεων από το προηγούμενο Σάββατο για λήψη αποφάσεων; Ποιός ενέκρινε και ψήφησε τις τωρινές όψιμες προτάσεις, εν ονόματι όλων; Δύο τινά συμβαίνουν. Τα αντανακλαστικά σας είναι ανύπαρκτα ή δεν θέλατε να μπορούν να κριθούν (ψηφιστούν) οι αναρτήσεις σας από τους συναδέλφους. Εκτός και αν ο βασικός σας καημός είναι η τελευταία πρόταση στην ανάρτηση της Ομοσπονδίας που υπογράφεται από τον κ. Βούλγαρη «Η Π.ΟΜ.Υ.Ε.Α. εξακολουθεί να υφίσταται και μετά τη μετάταξη των εργαζομένων και απαρτίζεται από όλους τους εργαζόμενους της τέως (μετά τη μετάταξη) Αγροφυλακής (η οποία δεν διαλύεται όπως δεν διαλύονται και τα σωματεία παρά μόνο καταστατική αλλαγή με την προσθήκη «ΠΡΩΗΝ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ»)». Όπως και να είναι όμως, αρμόδιοι να σας κρίνουν είναι το σύνολο των Συναδέλφων που αγωνιούν για το εργασιακό τους μέλλον. Εγώ το μόνο που μπορώ να εκφράσω είναι η λύπη και αγανάκτησή μου. Σας στενοχωρώ, αλλά νομίζω ότι κάποιος έπρεπε να πει τα πράγματα με το όνομά τους και γιατί ο εγκλωβισμός σε έναν φανταστικό μικρόκοσμο του μυαλού είναι λίγο επικίνδυνος.
Κλείνοντας επισημαίνω για αποφυγή παρεξηγήσεων ότι όλα τα παραπάνω δεν αφορούν κρίσεις προσώπων αλλά αποκλειστικά και μόνο Συνδικαλιστικών Αξιωμάτων.
Εγραψα τα σχολια αυτα και εδωσα και την απαντηση, που δεν ξερω αν τον καλυψα ,τον φιλο γιωργο(ΕΙΔΗΚΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ).Ηθελα να κρατησω καποια σταση ,αλλα βλεπω οτι ο εξευτελισμος των ανθρωπων και μιας ολοκληρης υπηρεσιας δεν εχει ΟΡΙΑ!!!!!!!Ας γινει τοτε οτι ειναι να γινει.Και οσοι εχουν ορεξη ας ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ στο ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ πριν να ειναι ΠΟΛΥ ΑΡΓΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ.
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 19 του υπό διαβούλευση νόμου θα πρέπει στο προεδρικό διάταγμα που θα εκδοθεί μετά από πρόταση του Υπουργού ΠΕΚΑ να καθορίζονται με πρόταση και του υπουργού προστασίας του πολίτη, οι προϋποθέσεις και ο τρόπος άσκησης ελέγχου ταυτότητας των οδηγών και έρευνας επιβατικών αυτοκινήτων από τα δασικά όργανα – μετατασσόμενους υπαλλήλους της αγροφυλακής κάτι το οποίο είχε προβλεφθεί στο άρθρο 38§10 του ν. 1845/1989 (ΦΕΚ 102/ Α /24.4.1989) και έως σήμερα το σχετικό Π.Δ. δεν έχει εκδοθεί.
Επίσης πτρέπει να προβλέπεται ότι οι ματατασσόμενοι απάλληλοι της αγροφυλακής θα ασκούν ανακριτικά καθήκοντα όπως και οι Δασοφύλακες.
Τέλος είναι αναγκαίο να καθορίζονται τόσο η «μορφή» εμφάνισης των δασικών υπαλλήλων – μετατασσόμενων αγροφυλάκων(στολή, διακριτικά) όσο και η μορφή (φάρος, χρώμα, διακριτικά) των οχημάτων που θα χρησιμοποιούνται από τους ανωτέρω ανακριτικούς υπαλλήλους της Δασικής Υπηρεσίας.
ΜΕΡΟΣ Β’
Επί του παρόντος, αναφέρεται ότι αναγνωρίζεται και εις την περίπτωσιν της συνδρομής πταίσματος του Διοικουμένου ο οποίος δεν προείδε την αντισυμβατική δράσιν του Δημοσίου (ΑΠ 1170/80, ΝοΒ 1181,537), η δε «ποιότητα» της δράσεως της Διοικήσεως κρίνεται υπό την σκοπιά ενός «μέσου αντικειμενικού παρατηρητού» (OLG Saarbrucken, Urt. V. 18-3-1994, 4U 308/93, NVwZ 1995. 199) και συνωδώς εις πάσαν την Ευρωπαϊκήν Ένωσιν πλέον, αναγνωρίζεται ότι εφ’ όσον το Δημόσιον ήδη έχει αρνηθεί την αρχικώς αναληφθείσαν υπόσχεσίν του, θα ήτο παράλογον να αναμένομε να την αποδεχθή ενώπιον της Δικαιοσύνης. Συνεπώς, η κρίσις του «αντικειμενικού παρατηρητού» πλέον καθίσταται η κρίσις του αντισυμβαλλομένου διοικουμένου – Υπαλλήλου. Η μέν διοικητική βούλησις, κρίνεται εκ του αντικειμενικού παρατηρητού βάσει του κριτηρίου εάν αυτός όφειλε ή εδύνατο να εμπιστευθή την Διοίκησιν (προδήλως ναι, ενεργούσε κάτωθεν σαφών οδηγιών της ΕΕ και εψήφισε Νόμους, εδημοσίευσε Π.Δ/τα, ΥΑ, ΚΥΑ των αρμοδίων Υπουργών) και, η δε Καλή Πίστις του Υπαλλήλου κρίνεται υποκειμενικώς, βάσει κριτηρίων επιδείξεως εμπιστοσύνης, που και πάλι εν προκειμένω προδήλως υφίστανται, αφού έως και τώρα, την στιγμήν κατά την οποίαν προσφεύγομε ενώπιον της Υμετέρας κρίσεως, πληρούμε μέχρις κεραίας τις απαιτήσεις της αρχικώς συναφθείσης συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας, Δημοσίου Δικαίου μετά του εναγομένου, ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΩΣ ΕΞΕΤΕΘΗΣΑΝ ΔΙΑ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ και ΟΧΙ ΕΠΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΑΓΝΩΣΤΩΝ ΕΙΣ ΗΜΑΣ, τα οποία ασκούνται ήδη δι’ ετέρας κατηγορίας εργαζομένων.
Ως εκ τούτου, τηρουμένων δεκάδων λοιπών επιφυλάξεων, θεωρούμε ότι ο διάλογος Υμετέρας Αρχής και Ομοσπονδίας Αγροφυλάκων – Αρχιφυλάκων ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΝ ΕΝΑΡΧΘΕΙ, πολλώ δε μάλλον ολοκληρωθεί και ΔΗΜΟΣΙΩΣ υποβάλλομε αίτημα προς την διενεργειαν αυτού, άνευ προκαταλήψεων και στερεοτύπων. Επιφυλασσόμεθα δε, ευλόγως, παντός νομίμου δικαιώματος των Αγροφυλάκων και Αρχιφυλάκων τους οποίους εκπροσωπούμε.
Μετά της Μεγίστης Τιμής και του Δέοντος Σεβασμού,
Διά την Πανελλήνιον Ομοσπονδίαν Υπαλλήλων Ελληνικών Αγροφυλακής (ΠΟΜΥΕΑ)
Με εντολήν Προέδρου
Αναστάσιος Κ.Λ. Παπαγγέλου
Καλώς καταργείται η Αγροφυλακή ήταν ένα μόρφωμα με ελάχιστες δικές της αρμοδιότητες που στις περισσότερες περιπτώσεις υπέβαλλαν αναφορες σε άλλες υπηρεσίες?? κάτι που δεν υφίσταται σε καμμία άλλη χώρα!!και δεν μπορούσε να προσφέρει λόγω ότι οι εποχές έχουν αλλάξει και δεν υφίστατο λόγος ύπαρξής της!!Αν εξυπηρετούσαν τον αγροτικό πληθυσμό όπως αναφέρεται στα σχόλια-προτάσεις καλό είναι να το κρίνουν οι αγρότες και όχι οι ιδιοι.Επίσης το άρθρο να ψηφιστεί όπως έχει διατυπωθεί και όχι όπως επιζητούν οι μετατασσόμενοι Όλοι οι εργαζόμενοι της Αγροφυλακής να τοποθετηθούν σύμφωνα με τις γραμματικές τους γνώσεις.
Ι. Η ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΙΣ ΤΟΥ Ν.3585/2007 – ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΤΕΡΑΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ, σαφώς ορίζει την εις βάρος ημών ήδη πολυετή αδικίαν και τα ημέτερα καθήκοντα.
Η εν λόγω Νομοθετική ρύθμισις, ήλθε διά να αποκαταστήση την παρανομίαν ετών της Διοικήσεως, η οποία ούτε το Δημόσιον Συμφέρον αστυνομεύσεως της Αγροτικής Υπαίθρου εξεπλήρωσε, ούτε την υποχρέωσιν αυτής δια την ολοκλήρωσιν της διαδικασίας προσλήψεως ημών εκάλυψε.
«Ως γνωστόν, η εξασφάλιση όρων ασφαλούς διαβίωσης των πολιτών, ώστε να καταστεί δυνατή η ελεύθερη ανάπτυξη οποιασδήποτε μορφής κοινωνικής δραστηριότητας, αποτελεί βασική μέριμνα για κάθε μορφή κοινωνικής οργάνωσης, ανεξάρτητα από το βαθμό εξέλιξης της μέριμνα που έχει εξελιχθεί στην εποχή μας σε βασική προτεραιότητα κάθε σύγχρονου κράτους.
Βασικό υποκείμενο της μέριμνας αυτής αποτελούν, λόγω και της ιδιαίτερης κοινωνικοοικονομικής τους σπουδαιότητας, οι αγροτικοί πληθυσμοί και οι περιοχές που αντίστοιχα αυτοί δραστηριοποιούνται.
Για τους ανωτέρω λόγους, αυτονόητη υπήρξε, λαμβανομένου υπόψη και του χαρακτήρα του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους και της συγκρότησης της οικονομίας του, η εκδήλωση τέτοιας μέριμνας εκ μέρους του από τα πρώτα χρόνια της οργανωτικής του συγκρότησης. Ιδιαίτερο αντικείμενο της ασφάλειας αυτής αποτέλεσε η προστασία των αγροτικών και κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων και εκμεταλλεύσεων και των συναφών με αυτές εκδηλώσεων και δράσεων, αλλά και η αντιμετώπιση προβλημάτων που επηρέαζαν την ομαλή διεξαγωγή και ανάπτυξή τους.
Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η εδραίωση του αισθήματος ασφάλειας αποτελούσε ανέκαθεν απαραίτητο όρο της ανάπτυξης των βασικών αυτών παραγωγικών δραστηριοτήτων και, κατά συνέπεια, της ανάπτυξης και ευημερίας γενικότερα του κοινωνικού συνόλου.
Η διαχρονική εξέλιξη του θεσμού της αγροτικής ασφάλειας εμφανίζεται μέσα από τις οργανωτικές και άλλες μεταβολές της Υπηρεσίας Αγροφυλακής και έχει ως ακολούθως: Με τις διατάξεις του β.δ. της 3.4.1833 «Περί του σχηματισμού και της αρμοδιότητος της επί των Εσωτερικών Γραμματείας» θεσπίσθηκαν το πρώτον αρμοδιότητες «υποστήριξης της Αγρονομίας» και «ανεμπόδιστης ανάπτυξης της αγρονομικής βιομηχανίας », που παρέμειναν έκτοτε ως κρίσιμες και βασικές κρατικές προτεραιότητες, συνδεδεμένες κυρίως με τις διάφορες διοικητικές λειτουργίες, που αφορούν στον αγροτικό τομέα. Το έτος 1924, οι κοσμογονικές αλλαγές που είχαν επέλθει σε κάθε τομέα της ελληνικής κοινωνίας σηματοδότησαν μια σημαντική μεταβολή στον τομέα της αγροτικής ασφάλειας, με την υπαγωγή της ιδρυθείσας με το ν.δ. της 2.2.1923 «Περί αγροτικής ασφάλειας» αυτοτελούς κρατικής υπηρεσίας στο Υπουργείο Εννόμου Τάξεως (ν.δ. της 28.3.1924 «Περί ιδρύσεως Υπουργείου Εννόμου Τάξεως»), με χαρακτήρα Σώματος Ασφαλείας. Οι μεγάλες κοινωνικοοικονομικές μεταβολές των τελευταίων δεκαετιών, στη χώρα μας, προκάλεσαν σημαντικές αλλαγές σε κάθε τομέα κοινωνικής δραστηριότητας και συμπεριφοράς, σε σχέση με το παρελθόν. Οι αλλαγές, αναπόφευκτα, συνοδεύθηκαν και από την εμφάνιση καινοφανών προβλημάτων, άγνωστων στη μέχρι τότε κοινωνική πραγματικότητα, τα οποία αναδείκνυαν μια νέα, αρνητική διάσταση της ανάπτυξης, αλλά και την πορεία που αυτή θα έπρεπε πραγματικά να ακολουθήσει. Ως τέτοια καταγράφονται η υποβάθμιση και σταδιακή καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, η υποβάθμιση της ποιότητας και υγιεινής των παραγόμενων τροφίμων, η συνακόλουθη υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Πρoβλήματα που προκάλεσαν σκεπτικισμό και ως προς την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων διοικητικών και άλλων δομών του Κράτους, ενώ ταυτόχρονα, σωρευτικά με άλλα, ανέδειξαν νέες απαιτήσεις, στις οποίες αυτό έπρεπε να επανατοποθετηθεί και να τις αντιμετωπίσει αποτελεσματικά. Ειδικότερα : Η αστυφιλία προκάλεσε σε μεγάλο βαθμό την ερήμωση της υπαίθρου» οι καλλιέργειες και η κτηνοτροφία απέκτησαν νέα μορφή και απαίτησαν νέους τρόπους οργάνωσης, δράσης και ελέγχου» η γεωργία έπαυσε να αποτελεί μαζί με την κτηνοτροφία τον κύριο πυλώνα της ελληνικής οικονομίας» η ύπαιθρος άρχισε να φιλοξενεί οικονομικές δραστηριότητες πέραν των παραδοσιακών (οικοτουρισμός, βιολογική γεωργική παραγωγή κ.ά.). Το κοινωνικό ενδιαφέρον άρχισε να εστιάζεται, όλο και περισσότερο, στην ποιότητα του φυσικού περιβάλλοντος και τη διαταραγμένη ισορροπία του οικοσυστήματος. Η ποιότητα, η ασφάλεια και η υγιεινή των τροφίμων άρχισε να απασχολεί την κοινωνία περισσότερο από την ποσοτική επάρκεια τους, που πλέον είχε διασφαλισθεί. Νέες έννοιες όπως προστασία περιβάλλοντος, αειφόρος ανάπτυξη, βιολογικές καλλιέργειες, διαχείριση υδάτινων πόρων, διαχείριση αποβλήτων, κ.ά. άρχισαν σταδιακά να ευαισθητοποιούν και να απασχολούν ευρύτατες ομάδες πληθυσμού και όχι μόνο την επιστημονική κοινότητα ή τους αγροτικούς πληθυσμούς και να αναδεικνύονται σε βασικούς πολιτικούς στόχους και προτεραιότητες.
Αναπόφευκτες υπήρξαν, κατά συνέπεια, και οι αναταράξεις στο χώρο της αγροτικής ασφάλειας, που συνδυάσθηκαν και με τη συνολική προσπάθεια αναδιοργάνωσης και επανακαθορισμού των στόχων και των τακτικών του συνολικού συστήματος αστυνόμευσης της χώρας. Αποτέλεσμα των προσπαθειών αυτών υπήρξε η ριζική μεταβολή του ισχύοντος καθεστώτος λειτουργίας του Σώματος της Αγροφυλακής, όπως αυτό προβλεπόταν με το ν.δ. 3030/1954.
Η μεταβολή αυτή εκδηλώθηκε αρχικά με την κατάργηση του Σώματος της Ελληνικής Αγροφυλακής και την υπαγωγή των αρμοδιοτήτων και του προσωπικού του άμεσα στο αστυνομικό σύστημα της χώρας (ν. 1481/1984 «Περί οργανισμού Υπουργείου Δημόσιας Τάξης», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του π.δ. 582/1984).
Ακολούθησαν συνεχείς μεταβολές στη διοικητική υπαγωγή του προσωπικού και στους φορείς άσκησης των αρμοδιοτήτων του καταργηθέντος Σώματος (ν.1590/ 1986 «Τροποποίηση του ν.1481/1984 οργανισμός του Υ.Δ.Τ. και άλλες διατάξεις», ν. 1832/1989 «Τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων για την Τοπική Αυτοδιοίκηση», ν. 2218/1994 και ν. 2240/1994), μέχρι την ανάληψη τους από τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, οι οποίες πλέον μέχρι σήμερα είναι αρμόδιες για την αγροτική ασφάλεια στην περιοχή τους.
Η προσπάθεια που μεσολάβησε για την ανασύσταση της Αγροφυλακής, με τις διατάξεις του ν. 1892/1990, δεν ολοκληρώθηκε.
Τέλος, με τις διατάξεις του π.δ.410/1995 σε συνδυασμό με το ν. 2819/2000, δόθηκε επιπλέον η δυνατότητα μεταφοράς αρμοδιοτήτων της Αγροφυλακής στις υπηρεσίες της Δημοτικής Αστυνομίας.
Παρά την πληθώρα λοιπόν των προσπαθειών για μια νέας μορφής παροχή υπηρεσιών αγροτικής ασφάλειας, μέσα από διαφορετικούς κάθε φορά φορείς, δεν κατέστη δυνατή η εξεύρεση μιας αξιόπιστης και ολοκληρωμένης λύσης στο υπαρκτό έλλειμμα ασφάλειας στον τομέα αυτόν έλλειμμα που επέτεινε στις μέρες μας η συντελεσθείσα σταδιακή μετακίνηση των κατά τόπους υπηρεσιών αγροτικής ασφάλειας προς τα αστικά κέντρα -έδρες Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, με συνεπακόλουθο την αίσθηση εγκατάλειψης της υπαίθρου. Επιπλέον, εμφανίσθηκαν προβλήματα, πέραν των στενών ορίων της μέχρι σήμερα θεωρούμενης αγροτικής ασφάλειας, που αντιμετωπίζουν όλες οι σύγχρονες κοινωνίες και αφορούν κυρίως στο περιβάλλον και την ποιότητα ζωής των πολιτών (υποβάθμιση, καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, ρύπανση, κατασπατάληση φυσικών πόρων, ανεξέλεγκτη χρήση φυτοφαρμάκων κ.ά.). Τα προβλήματα αυτά εκφεύγουν σαφώς των ορίων δράσης και των δυνατοτήτων αντιμετώπισης των τοπικών κοινωνιών και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν αποσπασματικά, όπως έχει καταδείξει και η μέχρι σήμερα διοικητική εμπειρία, αλλά αντίθετα απαιτούν ένα ενιαίο σύστημα διαχείρισης και αντιμετώπισης τους, για την εξυπηρέτηση ενός δημόσιου σκοπού, υπέρτερου των τοπικών αναγκών.
Την ανάγκη αυτή, σήμερα, επιχειρεί να καλύψει η Πολιτεία με τις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου, δημιουργώντας μία Υπηρεσία με διευρυμένες αρμοδιότητες σε σχέση με το παρελθόν, σε τομείς που είτε δεν καλύπτονταν από πλευράς ελέγχου και αστυνόμευσης από άλλες κρατικές υπηρεσίες, είτε καλύπτονταν μεν, αλλά οι επεμβάσεις τους περιορίζονταν σε αποσπασματικές περιπτώσεις ελέγχου καταγγελιών ή αντιμετώπισης γενικότερων κρίσεων, χωρίς συγκροτημένη, ενιαία πολιτική ελέγχου. Η Υπηρεσία αυτή θα είναι συγκροτημένη με ενιαίο, κεντρικό επιχειρησιακό σχεδιασμό και κατεύθυνση, άρτια οργανωμένη. Η στελέχωση της θα γίνεται με προσωπικό επαρκώς εκπαιδευμένο και με υψηλή επαγγελματική κατάρτιση. Θα είναι εφοδιασμένη με σύγχρονες υλικοτεχνικές υποδομές και θα έχει δυνατότητες διασύνδεσης και συνεργασίας τόσο με τις λοιπές υπηρεσίες άσκησης αστυνόμευσης, στο πλαίσιο του απαραίτητου πλέον ενιαίου περιβάλλοντος ασφαλείας, όσο και με τις υπάρχουσες ομοειδείς υπηρεσίες άλλων κρατών. Θα είναι ικανή να εκτελέσει την αποστολή της χωρίς τις ανασταλτικές επιδράσεις τοπικών μικροσυμφερόντων, ανταποκρινόμενη ταυτόχρονα και στο γενικό αίτημα των τοπικών κοινωνιών, φορέων, οργανώσεων και πολιτών για ανάληψη των απαιτούμενων πρωτοβουλιών. Θα καλύπτει το σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας και θα έχει τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης, δυναμικής και ευέλικτης κρατικής υπηρεσίας. Η Υπηρεσία αυτή όχι μόνο δεν θα υποκαταστήσει και δεν θα προκαλέσει σύγχυση με τη δράση της σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, αλλά αντίθετα θα τις ενισχύσει στον ουσιαστικό τους ρόλο, μέσω της ανάδειξης από την οργανωμένη, καθημερινή αστυνόμευση των πραγματικά σοβαρών θεμάτων τα οποία πρέπει να τις απασχολούν.
Με βάση τα προεκτεθέντα, είναι προφανές ότι στόχος της νέας Υπηρεσίας δεν είναι να αποτελέσει μόνο έναν αποτελεσματικό οργανισμό ασφάλειας, αλλά επιπλέον, μέσω της συνεχούς παρουσίας του προσωπικού της ως οικολογικού επόπτη και φύλακα του περιβάλλοντος, των οικοσυστημάτων, της βιοποικιλότητας και της οικολογικής ισορροπίας τους, να δώσει την ώθηση που απαιτείται για την ενθάρρυνση της οικολογικής λειτουργίας των αγροτικών περιοχών, τη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση του αγροτικού πληθυσμού σε οικολογικά θέματα και γενικά την ανάπτυξη οικολογικής συνείδησης. Πρόκειται, σε τελευταία ανάλυση, για «αστυνομία της οικολογίας» – γιατί πολλοί «κάνουν οικολογία γραφείου», αλλά είναι έκδηλη η απουσία οικολογικών εφαρμογών και φροντίδων. Το κενό πληρούται καθοριστικά με το παρόν νομοσχέδιο.
Ειδικότερα, με τις επί μέρους διατάξεις του προτεινόμενου σχεδίου νόμου ρυθμίζονται τα ακόλουθα : Με τα άρθρα 1 και 52 προβλέπεται η ίδρυση και αποστολή της Ελληνικής Αγροφυλακής και αναδιατυπώνονται ανάλογα τα άρθρα 1 και 2 του ν. 2800/2000, που αφορούν στην αποστολή και στη διάρθρωση του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Με το άρθρο 2 αποδίδονται αναλυτικά εξειδικευμένοι, σημαντικοί όροι, που αναφέρονται συχνά στις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου.
Με το άρθρο 3 καθορίζεται η αποστολή της Ελληνικής Αγροφυλακής με την ακριβή περιγραφή των αρμοδιοτήτων της και τη σαφή οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής αυτών, χωρίς να θίγονται συναφείς αρμοδιότητες άλλων υπηρεσιών ή φορέων, ώστε να αποφευχθούν τριβές, επικαλύψεις ή αμφιβολίες ως προς αυτές, που οδηγούν σε αδράνεια.
Οι προβλεπόμενες αρμοδιότητες αυτής διακρίνονται σε τρεις βασικές κατηγορίες. Στην πρώτη επαναδιατυπώνονται οι αρμοδιότητες του ν.δ. 3030/1954, οι οποίες ισχύουν μέχρι σήμερα, που αφορούν αποκλειστικά στην αγροτική ασφάλεια και αναφέρονται κυρίως στη φρούρηση των αγροτικών κτημάτων προς πρόληψη της κλοπής, της φθοράς ή άλλων αδικημάτων κατ’ αυτών, καθώς και στην αστυνομία των αρδευτικών υδάτων. Στη δεύτερη περιλαμβάνονται οι νέες αρμοδιότητες που αναφέρονται στην αστυνόμευση εφαρμογής των κειμένων διατάξεων, σε νέους τομείς δραστηριότητας μείζονος κοινωνικής σημασίας, όπως η προστασία από τη μόλυνση και ρύπανση του εδάφους και των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, η διάθεση επικίνδυνων και μη αποβλήτων, η διανομή και χρήση φυτοφαρμάκων και γενετικά τροποποιημένων οργανισμών ή παραγώγων, κ.ά.. Οι αρμοδιότητες αυτές, πέραν του εμπλουτισμού των αρμοδιοτήτων της νέας Υπηρεσίας, ορίζουν τον νέο προσανατολισμό της και διαμορφώνουν το σύγχρονο χαρακτήρα της, σε σχέση με την Υπηρεσία την οποία καλείται να αναβιώσει. Τέλος, στην τρίτη αναφέρεται το σύνολο των αρμοδιοτήτων που αφορούν στην παροχή συνδρομής σε άλλες υπηρεσίες ή αρχές κ.λπ. όσον αφορά στη δίωξη της λαθρομετανάστευσης και της διακίνησης και εμπορίας ναρκωτικών, την προστασία των αρχαιολογικών, εκκλησιαστικών και μοναστηριακών θησαυρών κ.ά..
Με το άρθρο 4 θεσπίζεται ο χαρακτήρας της Ελληνικής Αγροφυλακής ως ιδιαίτερης Υπηρεσίας και καθιερώνεται η αρχή της διαρκούς ετοιμότητας του προσωπικού της για την εκπλήρωση της αποστολής της και την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών, καθώς θεωρείται ότι αυτό ευρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία σε κάθε περίπτωση που καθίσταται αναγκαία η παρέμβαση του. Το αγρονομικό προσωπικό είναι ένοπλο, για δε την οπλοφορία, τη χρήση των όπλων και την εκπαίδευση του σε αυτά, έχουν ανάλογη εφαρμογή τα ισχύοντα για το αστυνομικό προσωπικό.
Με το άρθρο 5 καθορίζεται η διάρθρωση της νέας Υπηρεσίας. Ειδικότερα, η Ελληνική Αγροφυλακή συγκροτείται από κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες, υπαγόμενες στο Αρχηγείο Αγροφυλακής, με τοπική αρμοδιότητα σε ολόκληρη την επικράτεια και τη διοικητική περιφέρεια της χώρας αντίστοιχα.
Με τα άρθρα 6 και 7 συνιστάται Αρχηγείο Ελληνικής Αγροφυλακής ως ανώτατη επιτελική υπηρεσία, με την οποία ο Αρχηγός της ασκεί τη διοίκηση της Υπηρεσίας, και καθορίζονται η έδρα, η αποστολή και η διάρθρωσή του.
Με το άρθρο 8 συνιστάται Συμβούλιο Διαχείρισης Κρίσεων και Επιτελικού Σχεδιασμού, με Πρόεδρο τον Αρχηγό της Ελληνικής Αγροφυλακής και μέλη τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων του Αρχηγείου, και καθορίζονται αναλυτικά οι αρμοδιότητές του.
Με το άρθρο 9 συνιστώνται Διευθύνσεις Αγροφυλακής Περιφερειών, ως αποκεντρωμένα κλιμάκια διοίκησης και άσκησης ελέγχου, σε επίπεδο διοικητικής περιφέρειας της χώρας.
Με το άρθρο 10 συνιστώνται στις έδρες των Διευθύνσεων Αγροφυλακής Περιφερειών αγρονομικά συμβούλια και ορίζονται η σύνθεση και οι αρμοδιότητες τους.
Με το άρθρο 11 καθορίζονται τα θέματα τα οποία ρυθμίζονται με αγρονομικές διατάξεις και αφορούν στην πρόληψη αγροτικών αδικημάτων, στην αστυνόμευση των αρδευτικών υδάτων, γεωργικών ζωνών βόσκησης και παραμονής ζώων και στη λήψη μέτρων ασφαλείας και πρόληψης ατυχημάτων σε αγροτικά ακίνητα.
Με τα άρθρα 12, 13 και 15 γίνεται διάκριση του προσωπικού της Ελληνικής Αγροφυλακής σε αγρονομικό και πολιτικό προσωπικό, του δε αγρονομικού προσωπικού σε γενικών και ειδικών καθηκόντων, και συνιστώνται οι οργανικές θέσεις του αγρονομικού και πολιτικού προσωπικού.
Με το άρθρο 14 καθορίζεται η ιεραρχική κλίμακα της Ελληνικής Αγροφυλακής.
Με τα άρθρα 16 και 17 ρυθμίζονται θέματα διοίκησης της νέας Υπηρεσίας και ορίζονται οι βαθμοί διοικούντων.
Με το άρθρο 18 καθορίζονται τα όρια ηλικίας κατά βαθμούς.
Με το άρθρο 19 ρυθμίζονται θέματα κατάταξης του προσωπικού της Ελληνικής Αγροφυλακής και, ειδικότερα, η εξ ιδιωτών πρόσληψη των Αγροφυλάκων και Αγρονόμων και η εξ Αγροφυλάκων, μετά από σχετικές εξετάσεις, προέλευση των Αρχιφυλάκων, καθορίζονται τα προσόντα για την εισαγωγή στις οικείες Σχολές και την κτήση του βαθμού του Αρχιφύλακα και θεσπίζονται εξουσιοδοτικές διατάξεις για τη ρύθμιση των διαδικασιών επιλογής τους, εξετάσεων, καθορισμού αριθμού εισακτέων και των συναφών θεμάτων. Ειδικά για την πρόσληψη Αγροφυλάκων, θεσπίζεται ως αναγκαία προϋπόθεση η εντοπιότητά τους, για να γνωρίζουν αυτοί τις τοπικές συνθήκες και ιδιαιτερότητες της περιοχής, ώστε να ανταποκρίνονται πληρέστερα στα καθήκοντα τους. Άλλωστε, το μέτρο αυτό θα δημιουργήσει θέσεις εργασίες και ευκαιρίες απασχόλησης στις αγροτικές περιοχές και οπωσδήποτε θα συμβάλει στην πληθυσμιακή τόνωση τους και την οικονομική τους ανάπτυξη.
Με το άρθρο 20 ρυθμίζεται το ζήτημα της κατάταξης ως δοκίμων Αγροφυλάκων, σε ποσοστό 12% επί του συνόλου, των υποψηφίων ειδικών κατηγοριών που καθορίζονται λεπτομερώς.
Με το άρθρο 21 καθορίζονται οι υπηρεσιακές καταστάσεις του αγρονομικού προσωπικού και ρυθμίζονται θέματα κρίσεων του.
Με τα άρθρα 22 και 23 ρυθμίζονται θέματα μετακινήσεων και αδειών και καθορίζεται το πειθαρχικό καθεστώς του αγρονομικού προσωπικού της Ελληνικής Αγροφυλακής.
Με τα άρθρα 24 και 25 καθορίζονται καθήκοντα του αγρονομικού προσωπικού της νέας Υπηρεσίας. Ειδικότερα, θεσπίζεται η υποχρέωση περιβολής στολής κατά την άσκηση των καθηκόντων του και η υποχρέωση υπηρεσίας χωρίς δικαίωμα παραιτήσεως για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα από την πρόσληψή τους.
Με το άρθρο 26 ρυθμίζονται θέματα αποδοχών του αγρονομικού προσωπικού και των οδοιπορικών εξόδων αυτού.
Με το άρθρο 27 ρυθμίζονται θέματα υγειονομικής περίθαλψης αυτού.
Με το άρθρο 28 προβλέπεται η απονομή υλικών και ηθικών αμοιβών στο αγρονομικό προσωπικό, και παρέχεται εξουσιοδότηση για τη ρύθμιση, με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, ειδικότερων θεμάτων ηθικών και υλικών αμοιβών και αποζημιώσεων.
Με το άρθρο 29 ρυθμίζονται ζητήματα ασφάλισης του προσωπικού της Ελληνικής Αγροφυλακής.
Με τα άρθρα 30 και 31 ρυθμίζονται θέματα ελέγχου της περιουσιακής κατάστασης του αγρονομικού προσωπικού και προβλέπεται η υπαγωγή της διερεύνησης, εξιχνίασης και δίωξης των εγκλημάτων που διαπράττει το αγρονομικό προσωπικό όλων των βαθμών ή συμμετέχει σε αυτά, στις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας .
Με το άρθρο 32 κατοχυρώνονται τα συνδικαλιστικά δικαιώματα και οι ελευθερίες του αγρονομικού προσωπικού, ώστε αυτά να προσιδιάζουν στη φύση των καθηκόντων του και στην αποστολή της νέας Υπηρεσίας.
Με τα άρθρα 33 και 34 ρυθμίζονται θέματα σύστασης και διάρθρωσης της Αγρονομικής Ακαδημίας, καθώς και γενικά της εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης, επιμόρφωσης και ειδικής εκπαίδευσης του αγρονομικού προσωπικού της Ελληνικής Αγροφυλακής.
Με τα άρθρα 35 και 36 ρυθμίζονται θέματα προϋπολογισμού, οικονομικής διαχείρισης, προμηθειών, λεσχών και στέγασης των υπηρεσιών της.
Με τα άρθρα 37-51 θεσπίζονται αναλυτικά ποινικές και δικονομικές διατάξεις που καθορίζουν τα αγροτικά αδικήματα και ρυθμίζουν θέματα δίωξης και αρμοδιότητας επ’ αυτών, ζητήματα αστικής ευθύνης εξ αυτών και θέματα εκτέλεσης των σχετικών δικαστικών αποφάσεων. Η θέσπιση ιδιαίτερης κατηγορίας αδικημάτων αποσκοπεί αφ’ ενός μεν στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων από πληθώρα ήσσονος δικαστικής σημασίας αδικημάτων, ιδιαίτερης όμως βαρύτητας για τις τοπικές κοινωνίες, των οποίων η αντιμετώπιση επιτυγχάνεται καλύτερα με τη συμμετοχή σε αυτή οργάνων που έχουν γνώση της ιδιαίτερης φύσης των αδικημάτων αυτών, αλλά και των τοπικών κοινωνικών ιδιαιτεροτήτων και λειτουργούν με διαδικασίες ευέλικτες και δυνητικά συμβιβαστικές.
Για τα αγροτικά αδικήματα σε βαθμό πταίσματος, την ποινική δίωξη ασκεί ο δημόσιος κατήγορος. Καθήκοντα δημοσίου κατηγόρου ασκεί αγρονομικό προσωπικό γενικών καθηκόντων, με βαθμό τουλάχιστον Αγρονόμου, ή πολιτικός υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ της Υπηρεσίας αυτής. Το αγρονομικό προσωπικό έχει την ιδιότητα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, σύμφωνα με το άρθρο 34 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των αγροτικών αδικημάτων είναι το Πταισματοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκονται τα αγροτικά κτήματα, στα οποία αφορούν τα αγροτικά αδικήματα. Παράλληλα, προβλέπεται για την άσκηση αστικών αξιώσεων που αφορούν σε αγροτικά αδικήματα απλή διαδικασία (δυνατότητα υποβολής αξίωσης, ακόμη και στο Αγρονομικό Τμήμα), προκειμένου να αντιμετωπίζονται άμεσα και αποτελεσματικά τέτοια θέματα, χωρίς την εμπλοκή των διαδίκων σε χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες. Για τα ζητήματα εκτέλεσης ποινών που επιβάλλονται για αγροτικά αδικήματα, ισχύουν τα οριζόμενα στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Στο άρθρο 53 περιλαμβάνονται μεταβατικές διατάξεις με τις οποίες ρυθμίζονται θέματα καθοριστικής σημασίας, μοναδικής εφαρμογής, για το περιορισμένης χρονικής διάρκειας διάστημα της αρχικής συγκρότησης της Ελληνικής Αγροφυλακής, προκειμένου να εξασφαλισθεί η άμεση αντιμετώπιση των ποικίλων προβλημάτων που επιφέρει η οργάνωση μιας νέας Υπηρεσίας. Κύριο θέμα τους αποτελεί η αρχική στελέχωση της νέας Υπηρεσίας. Αυτή θα επιτευχθεί και με την πρόσληψη των επιτυχόντων υποψηφίων του διαγωνισμού που διενεργήθηκε βάσει των διατάξεων του π.δ. 100/1992 και της 4925/13.7.1992 απόφασης του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, το έτος 1993, για την πρόσληψη Αγροφυλάκων, Αρχιφυλάκων και Αγρονόμων, οι οποίοι στη συνέχεια δεν προσλήφθηκαν. Εν όψει λοιπόν της ανασύστασης της, έστω και με διαφοροποιημένη μορφή, αλλά και δοθέντος ότι η πρόσληψη αυτή ματαιώθηκε χωρίς υπαιτιότητα των υποψηφίων, καίτοι είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία του διαγωνισμού, επιβάλλεται η – έστω και με χρονική καθυστέρηση -πρόσληψη των επιτυχόντων. Αλλωστε, η μη πρόσληψη τους ήταν αδικαιολόγητη, δεν συμβαδίζει με βασικές αρχές του κράτους δικαίου και, ειδικότερα, με τις αρχές της αξιοκρατίας, της χρηστής διοίκησης, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη Διοίκηση, αλλά και της συνέχειας και συνέπειας του κράτους, που πρέπει να επιδεικνύονται στις εκάστοτε κυβερνητικές αλλαγές. Η πρόσληψη θα γίνει με σχετική απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, ύστερα από σχετική αίτηση των ενδιαφερομένων. Όσοι προσληφθούν, θα καλύψουν θέσεις αντίστοιχων βαθμών της νέας Υπηρεσίας. Στη νέα Υπηρεσία θα μεταφερθεί επίσης το προσωπικό της Διεύθυνσης Αγροφυλακής του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, ύστερα από σχετική αίτηση του, θα μεταταγούν δε και οι μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι που είχαν μεταταγεί σε υπηρεσίες Αγροφυλακής των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων από τη Διεύθυνση Αγροφυλακής του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύμφωνα με τις διατάξεις των ν. 2738/1999 και 2910/2001. Το προσωπικό αυτό θα καταλάβει οργανική θέση αγρονομικού προσωπικού, με βαθμό ανάλογο με την κατηγορία και το χρόνο της συνολικής δημόσιας πραγματικής υπηρεσίας του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 5 εδάφια α’, β’, γ’ και δ’ του άρθρου. Σε οργανικές θέσεις αγρονομικού προσωπικού, που δεν καλύφθηκαν σύμφωνα με τις προηγούμενες περιπτώσεις, θα μπορούν να μεταταγούν μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι των Αρχηγείων Ελληνικής Αστυνομίας και Πυροσβεστικού Σώματος που προέρχονται από την Αγροφυλακή, λοιποί μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι των ως άνω Σωμάτων, καθώς και μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι που είναι αποσπασμένοι σε υπηρεσίες Αγροφυλακής των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, σε θέσεις βαθμών, ανάλογα με τον κλάδο και την κατηγορία τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. Για το προσωπικό που μεταφέρεται ή μετατάσσεται κατά τα ανωτέρω, τηρείται ενιαία επετηρίδα κατά βαθμό και διατηρείται η τυχόν υφιστάμενη, μεταξύ του προσωπικού της ίδιας κατηγορίας, αρχαιότητα. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, μπορούν να ανακαλούνται από την εφεδρεία, μετά από αίτηση τους, αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος που αποστρατεύθηκαν εντός της τελευταίας πενταετίας με το βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή ή αντιστοίχου και άνω και δεν υπερβαίνουν το 58ο έτος της ηλικίας τους και να μετατάσσονται στην Ελληνική Αγροφυλακή με το βαθμό του Αγρονομικού Διευθυντή, εξελισσόμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Επίσης, με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης, είναι δυνατή η ανάκληση και επαναφορά στην ενεργό υπηρεσία της Ελληνικής Αγροφυλακής, ύστερα από αίτηση τους, συνταξιούχων πολιτικών υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ που υπηρετούσαν στη Διεύθυνση Αγροφυλακής του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 110 του ν. 1892/1990 και δεν έχουν υπερβεί το 67ο έτος της ηλικίας τους. Οι ανακαλούμενοι στην ενεργό υπηρεσία καταλαμβάνουν θέση Αγρονομικού Διευθυντή και δεν έχουν περαιτέρω βαθμολογική εξέλιξη. Με τις ανωτέρω διατάξεις, επιτυγχάνεται η απόκτηση στελεχών, με πολύτιμη εμπειρία στο αντικείμενο της νέας Υπηρεσίας, χωρίς χρονοβόρες διαδικασίες πρόσληψης, και εκπαίδευσης, μέχρις ότου εκπαιδευθούν και αποδοθούν στην Υπηρεσία, μέσα από τις δικές της ολοκληρωμένες διαδικασίες, σε επαρκή αριθμό, στελέχη με τα οποία αυτή θα λειτουργήσει στη μελλοντική, οριστική της μορφή. Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ρυθμίζεται επίσης το ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα, της αρχικής επιλογής της ηγεσίας της νέας Υπηρεσίας, που θα κληθεί να αντιμετωπίσει όλα τα μείζονα και συσσωρευμένα προβλήματα της αρχικής συγκρότησης και λειτουργίας μιας Υπηρεσίας χωρίς ομοιόμορφο στελεχιακό δυναμικό, χωρίς ιεραρχία και επετηρίδα, με στελέχη διαφορετικών υπηρεσιακών εμπειριών και νοοτροπίας. Απαιτείται λοιπόν η Ηγεσία που θα επιλεγεί αρχικά να διαθέτει υψηλή κατάρτιση και εμπειρία, όχι μόνο διοικητική ή εξειδικευμένη επαγγελματική, αλλά και ευρύτερη, καθώς και ευέλικτη αντίληψη του σύγχρονου πολυσύνθετου περιβάλλοντος ασφάλειας και των παραγόντων που το επηρεάζουν, έτσι ώστε να είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που θα αντιμετωπίζει μια νεοσύστατη Υπηρεσία και μάλιστα τέτοιου οργανωτικού μεγέθους και εμβέλειας, όπως αυτό της Αγροφυλακής. Ικανότητες, τις οποίες κατά τεκμήριο διαθέτουν οι έμπειροι απόστρατοι ανώτατοι Αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας, μεταξύ των οποίων το ΚΥ.Σ.Ε.Α. θα επιλέξει τον Αρχηγό της Ελληνικής Αγροφυλακής. Με τον τρόπο αυτόν, θα επιτευχθεί η συγκρότηση ενός συμπαγούς ηγετικού πυρήνα, κοινής επαγγελματικής εκπαίδευσης, συμπεριφοράς, αντίληψης και κουλτούρας, με τις μεγαλύτερες ικανότητες και ως εκ τούτου τις καλύτερες προϋποθέσεις αντιμετώπισης των προκλήσεων που προαναφέρθηκαν.
Με το άρθρο 54 προβλέπεται η δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των κανονιστικών υπουργικών αποφάσεων, η έκδοση των οποίων προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, ενώ με το άρθρο 55 ορίζεται η άμεση έναρξη ισχύος του νόμου, από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.-»
Καθίσταται λοιπόν σαφές, ότι το Δημόσιον, έχει ήδη ομολογήσει την παρανομίαν η οποία χαρακτήρισε την δράσιν αυτού, κατά το παρελθόν διάστημα των δεκατεσσάρων ετών. Όταν το ίδιον το Δημόσιον ομολογεί περί της παραβιάσεως της Αρχής του Κράτους Δικαίου, της Χρηστής Διοικήσεως, της Αξιοκρατίας, της Αναλογικότητος, της Ισότητος, της Ισονομίας, της Δικαιολογημένης Εμπιστοσύνης του Διοικουμένου, του Δικαιώματος εις την Εργασίαν και την Κοινωνικήν Ασφάλισιν, του Δικαιώματος του Ελληνικού Λαού να απολαμβάνη Προστασίαν κατά την παραμονή και εργασία του στην ύπαιθρο, της Συνέπειας και Συνέχειας του Κράτους και παραδέχεται ότι ουδεμία ημετέρα υπαιτιότητα υφίστατο κατά την διαρκήν εις βάρος ημών παρανομία, σαφώς παρέλκει η εκτενής ανάλυσις των λόγων αντισυνταγματικότητος της προτεινομένης διατάξεως. Καθίσταται σαφές, ότι το μόνον το οποίον δύναται να πραχθή, είναι η διατήρησις του ως άνω προσωπικού, εις το Υπουργείον Προστασίας του Πολίτου, έστω και άνευ της στρατιωτικής δομής, έστω και άνευ στολής, έστω και άνευ όπλου, πλην όμως πάντοτε με το σύνολον των αρμοδιοτήτων της προστασίας της Αγροτικής Ασφαλείας, τα οποία (παρ. 1, παρ. 2 ΠΛΗΡΗΣ και παρ. 3 του άρ. 2 περί αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας) όπως ελέχθη ήδη, ΔΕΝ ΔΥΝΑΝΤΑΙ να επιφορτίσουν την γογγύζουσα ΕΛ.ΑΣ. της Περιφερείας, η οποία ήδη έχει υποστεί τεραστίαν μείωσιν πόρων, προσωπικού και μέσων και συνεπώς μετά δυσχερεία θα αντεπεξέλθει εις τα ήδη αναληφθέντα καθήκοντα!
Τούτο, επειδή Χρηστή είναι η Διοίκησις η οποία δεν παγιδεύει τον πολίτη, δεν αυθαιρετεί, αναγνωρίζει τα λάθη της και επανορθώνει, τον προειδοποιεί, δεν τον αιφνιδιάζει, αιτιολογεί τας πράξεις αυτής και εν τέλει είναι επιεικής κατά την άσκησιν της κυριαρχικής εξουσίας αυτης (ΔΕΚ 0090/96) , ήτοι συμπεριφέρεται με τρόπον ο οποίος δεν προσιδιάζει επ’ουδενί, μετά της στάσεως αυτού επί τω προκειμένω. Την στιγμήν κατά την οποίαν διά το σύνολον των υπολοίπων Δημοσίων Υπαλλήλων, αυτό το οποίον αιτούμεθα (έναρξις και διατήρησις απασχολήσεως δεκαπέντε ημέρες από της δημοσιεύσεως των ονομάτων εις το ΦΕΚ ΕΙΣ ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΕΙΣ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΡΟΣΕΛΗΦΘΗΣΑΝ) ήδη ισχύει βάσει Νόμου και Συντάγματος (ΣτΕ 3255/1996, ΕΔΚΑ 38,733). Βάσει μάλιστα της αυτής Αρχής, ΈΧΟΥΝ ΉΔΗ ΕΚΔΟΘΕΊ ΔΕΚΑΔΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ, κρίνουσες αντισυνταγματικόν τον «κανόνα δικαίου» ο οποίος μας καθιστά κατωτέρους των λοιπών Δημοσίων Υπαλλήλων (ΣτΕ 2650/1986, ΝοΒ 37,139).
Βάσει του άρ.25§1 του Συντάγματος, εγκαθιδρύεται και προασπίζεται η Αρχή της Αναλογικότητος, ως απόρροια της Αρχής του Κράτους Δικαίου. Η Αρχή αυτή επιβάλλει (πρβλ. ενδεικτικώς ΣτΕ 2112/1984 μεταξύ πολλών ετέρων) εν συνδυασμώ μετά της Διατάξεως του Άρ.5§1, ότι : «…οι εκ μέρους του νομοθέτου και της διοικήσεως επιβαλλόμενοι περιορισμοί εις την άσκησιν των ατομικών δικαιωμάτων πρέπει να είναι μόνον οι αναγκαίοι και να συνάπτονται προς τον υπό του νόμου επιδιωκόμενον σκοπόν. Ειδικώτερα, πρέπει να τελούν σε άμεση σχέση με τον σκοπό αυτό, αλλά και προς τα ήδη νομίμως ή εν τοις πράγμασι κεκτημένα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα ή καταστάσεις (γνώσεις επιστήμης…)των υποψηφίων ασκήσεως ωρισμένου επαγγέλματος, καθώς και προς το αντικείμενο και τον χαρακτήρα του επαγγέλματος τούτου». Θεωρείται αδιανόητος ως εκ τούτου, η κατά προτίμησιν και παράνομον πρακτικήν, υπαγωγή εκάστου εκ των Αγροφυλάκων και Αρχιφυλάκων εις την Δασικήν Υπηρεσίαν, ως προς τα καθήκοντα της οποίας δεν έχομε εκπαιδευθεί, δεν έχομε εξετασθεί και δεν έχομε εκδηλώσει ενδιαφέρον προσλήψεως ή μετατάξεως. Κυρίως δε, αφ’ ής στιγμής, η έξωθεν επιβληθείσα «τριαρχία» ουδ’ έν αναέφερε περί της ημετέρας Υπηρεσίας, η οποία έχει να επιδείξη και επιδεικνύει, εάν ανατρέξετε εις τον Δικτυακόν Τόπον του ΥΠΠΠ, εντυπωσιακότατα αποτελέσματα, βάσει ελαχίστου ΄Δημοσίου κόστους και με την χρήσιν των ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ. ΚΙΝΗΤΩΝ ΤΗΛΕΦΩΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΣΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΓΟΡΑΖΟΜΕ, ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΤΟΜΕ ΜΕ ΙΔΙΑ ΕΞΟΔΑ ΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ!
Το δε ημέτερον δικαίωμα σαφούς διατηρήσεως της υπεσχημένης και δικαιουμένης Εργασίας, αναφερόμενον εις το άρ.22 Συντάγματος , άρ. 15 παρ. 2 Συντ/τος, άρ.5 παρ. 2 Συντ/τος, άρ. 4 ΕΚΧ (ΕΚ), άρ. 6 ΔΣΟΚΜΔ, άρ. 1 παρ. 1 και 9 ΟικΔιακ, 12 ΔιακΕΚοινοβ, αφορά την τριπλήν υποχρέωσιν του Κράτους να μεριμνά (1) διά την δημιουργίαν συνθηκών απασχολήσεως πάντων των πολιτών, (2) διά την ηθική και υλικήν εξύψωσιν του εργαζομένου αγροτικού και αστικού πληθυσμού και (3) διά την κοινωνικήν ασφάλισιν των εργαζομένων. Πάντως την τριπλήν αυτήν υποχρέωσιν του αντιδίκου, περί δημιουργίας έστω και «συνθηκών απασχολήσεως» πάντων των πολιτών, ευθέως παρεβίασε το αντίδικον (καθ’ ομολογίαν και αυτού του Εισηγητού του Ν.3585/2007), προσκρούοντας αφ’ ενός εις την διάταξιν του άρ. 22 παρ.1 που αποτελεί το Γενικόν Συνταγματικόν Θεμέλιον του Κοινωνικού Κράτους Εν Ελλάδι και αφ’ετέρου εις την διάταξιν του άρ. 22 παρ. 4 που αποτελεί το ειδικόν συνταγματικόν θεμέλιον του Κοινωνικού Κράτους εν Ελλάδι (βλ. και ΔΣΕ περί ελαχίστων ορίων κοινωνικής ασφαλίσεως – Ν.3251/1955, ΣτΕ 5024/87 μετά σχολίων Σπ.Φλογαΐτη, ΚριτΕπιθ 1994,231, Κ.Κρεμαλή Δίκαιο των Κοινωνικών Ασφαλίσεων , 1985, σ.38 επ, 293, Λεβέντη Γ., Τα κοινωνικά Δικαιώματα του Πολίτη, ΤοΣ 1978, 171, του ιδίου, Το Δικαίωμα Για Κοινωνική Ασφάλιση, ΝοΒ 1977, 628, ΣτΕ 3096/2001, ΤοΣ 124 μετά των παρατηρήσεων Α.Καϊδατζή, ΣτΕ 5024/1987 (Ολ) ΕλλΔνη 1989, 855-856) . Ως εκ τούτου, ήδη θυματοποιηθέντες άπαξ, δεν δυνάμεθα να κατανοήσομε το μένος εις βάρος ημών, την στοχοποίησιν εκάστου εξ ημών και την προαναγγελθείσαν υποβάθμισιν εκάστου εξ ημών, ως εάν να είμεθα πολίται β’ κατηγορίας ή ανήκοντες εις τους κόλπους ενός και μόνον πολιτικού κόμματος (έχομε ευθέως κατηγορηθεί διά του Ηλεκτρονικού και Εντύπου Τύπου ως τοιαύτοι).
Έχομε όμως και ευκρινεστάτη περίπτωσιν παραβιάσεως των Αρχών της Χρηστής Διοικήσεως και της Δικαιολογημένης Εμπιστοσύνης του Διοικουμένου.
Εκ του συνδυασμού, της Αρχής της Νομιμότητος, η οποία αποτελεί έκφανσιν της συνταγματικώς κατοχυρωθείσης Αρχής του Κράτους Δικαίου της οποίας αποτελεί αναγκαίον συστατικόν και της Γενικής Αρχής του Διοικητικού Δικαίου περί της Χρηστής Διοικήσεως και της Προστατευόμενης Εμπιστοσύνης του Πολίτου, οι οποίες πρέπει να διέπουν την δράσιν της Διοικήσεως, γεννάται εις την περίπτωσιν της παραβίασεώς των, λόγος ακυρώσεως της (εκτελεστικής ή έστω και νομοθετικής) πράξεως του Δημοσίου να καθορίζη εάν και κατά πόσο δικαιούμεθα όσα και οι λοιποί Έλληνες πολίται ως προς την υπεράσπισιν των ημετέρων δικαιωμάτων. Ακόμη και εάν ήθελε θεωρηθή ότι το εν λόγω μέτρον της επαναλειτουργίας της Αγροφυλακής ήτο μία αρχική υπόσχεσις του Δημοσίου έναντι ημών, όπως έχει κριθεί, «υπόσχεση της διοικητικής αρχής είναι η βεβαίωση, ότι θα τηρήσει ορισμένη συμπεριφορά στο μέλλον, εφόσον υπάρξουν οι νόμιμες προϋποθέσεις» (Κουτούπα – Ρεγκάκου, Αρμεν., 1995,1383). Η θέσις της Θεωρίας και της Νομολογίας, είναι ότι η σαφής, άνευ όρων και επιφυλάξεων υποχρέωσις του εναγομένου Δημοσίου, είναι ομοία προς την ΥΠΟΣΧΕΤΙΚΗΝ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑΝ του ιδιωτικού δικαίου (το οποίον ούτως ή άλλως δύναται να εφαρμοσθή βάσει ΕισΝΑΚ 105-106), ώστε ακόμη και εάν η πράξις του αντιδίκου ήτο ΠΑΡΑΝΟΜΗ, η ΥΠΟΣΧΕΣΙΣ ΑΥΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΝΟΜΙΜΟΣ! Ακόμη, δηλαδή και εάν ήθελε θεωρηθή ότι ήτο παράνομος η σύναψις των μεταξύ ημών και του αντιδίκου συμβάσεων εργασίας, Η ΜΗ ΤΗΡΗΣΙΣ ΑΥΤΗΣ ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ ΤΗΝ ΑΣΤΙΚΗΝ ΕΥΘΥΝΗΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (Ι.Γ. Μαθιουδάκης, ό.π., σελ. 483) διά πάσαν θετικήν ή αποθετικήν ζημίαν.
Η υπόσχεσις περιλαμβάνει μίαν δέσμευσιν ενεργείας ή παραλείψεως της Διοικησεως διά το μέλλον (Κουτούπα – Ρεγκάκου, Αρμεν. 1995,1383). Συναφώς, η διάταξις του άρ. 21 του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, την οποίαν παρέβη η Διοίκησις είναι σαφής : «1. Ανάληψη υποχρεώσεως είναι η διοικητική πράξη, με την οποία γεννάται ή βεβαιώνεται υποχρέωση του Δημοσίου έναντι τρίτων…Για την ανάληψη υποχρεώσεων που προβλέπεται ότι θα βαρύνουν είτε τμηματικά είτε εξ ολοκλήρου τα επόμενα οικονομικά έτη, απαιτείται προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Οικονομικών», κάτι το οποίον ετηρήθη μέχρις κεραίας, όπως αποδεικνύεται εκ της συνυπογραφής του Ν.3585 και εκ του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος συνυπεσχέθη ομού μετά των λοιπών συναρμοδίων Υπουργών, την χορήγησιν των απαραιτήτων ποσών λειτουργίας της Υπηρεσίας, μόνον και μόνον διά να παγιδεύση ημάς εις την υποβολήν αιτήσεων και την έναρξιν επιτέλους της ημετέρας απασχολήσεως, μόνον και μόνον διά να μας υποβαθμίση, στοχοποιήση, προσβάλλη και απομειώση αργότερα, καλύπτοντας όμως τις ανάγκες και απαιτήσεις του, επί σειράν ετών, επιβάλλοντας εις ημάς τα έξοδα της λειτουργίας της Υπηρεσίας και ούτως, απολαμβάνοντας ήδη υπηρεσίες και οφέλη, διπλάσια των οφειλομένων!
Επιπλέον, η ιδιαιτερότης της εν προκειμένω αξιώσεως διατηρήσεως του ημετέρου αντικειμένου εργασίας, βάσει υποσχέσεως (ακόμη και εάν δεν θεωρηθεί ότι εν τέλει δεν ήτο σαφής Διεθνής και Νομική δέσμευσις του αντιδίκου η λειτουργία της Υπηρεσίας Προστασίας του Αγροτικού Περιβάλλοντος, ΟΠΩΣ ΤΟ ΙΔΙΟΝ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝ ΥΠΕΣΤΗΡΙΞΕ ΚΑΙ ΩΜΟΛΟΓΗΣΕ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΨΗΦΙΣΙΝ ΤΟΥ Ν.3585) έγκειται εις το ότι η νομιμότης ή παρανομία των υποσχέσεων ευρίσκεται εν αντιθέσει και αναλογεί αντιστρόφως προς την νομιμότηταν της Κρατικής Πράξεως εις τα πλαίσια του άρ. 105 ΕισΝΑΚ, δεδομένου του ότι βάσει νομίμου (κατά τα ανωτέρω η προκείμενος είναι νόμιμος υπόσχεσις) υποσχέσεως, γεννάται αξίωσις αποζημιώσεως, λόγω της (παρανόμου) μη εκτελέσεώς της. Ακόμη και παρανόμως η διοίκησις να είχε υποσχεθεί την ημετέραν δικαίωσιν, έστω και κατά παράβασιν αρμοδιότητος, νομίμου τύπου κ.λπ., αρκεί η επίφασις της εξωτερικής νομιμότητος (η οποία είναι τόσον δεδομένη, ώστε εν προκειμένω κατέπεισε χιλιάδες Έλληνες να εγκαταλείψουν οιανδήποτε ετέραν απασχόλησιν εις την οποίαν είχαν επί δεκατετραετίαν επιδοθεί μέχρις ότου δικαιωθούν) ώστε ο Πολίτης να προσδοκά την εκπλήρωσιν αυτού, που υπεσχέθη η Διοίκησις – να εργασθή επί συεγκεκριμένου αντικειμένου, Προστασίας του Πολίτου της Αγροτικής Ελλάδος. Η εν ευρεία εννοία Αρχή της Νομιμότητος, αναλυόμενη, εμπλουτιζομένη διά των Αρχών της Χρηστής Διοικήσεως, της Ητιολογηθείσης Εμπιστοσύνης του Διοικουμένου και της Επιεικείας, επιτάσσει η Διοίκησις να φέρεται συνεπώς, διαφανώς και σαφώς, όχι μόνον να μην εξαπατά τον Πολίτη και Δημόσιον Υπάλληλον, αλλά ούτε και να δημιουργή τις συνθήκες εκείνες οι οποίες θα οδηγούσαν εις ένα τέτοιο αποτέλεσμα (Κουτούπα – Ρεγκάκου, ό.π., 1385, Μανιτάκης, Αρμεν. 1984, 186 επ., Κοντόγιωργα – Θεοχαρόπουλου, ΤιμΤομΕλΣ, 325, 327, Δεληκωστόπουλου, Η Προστασία της Εμπιστοσύνης Εν τω Διοικητικώ Δικαίω, 106, Fajnor, Staatshaftung fur verursachten Schaden, 173 επ.). Εις την αντίθετον περίπτωσιν, κατά την οποίαν το Δημόσιον προεξένησε την βλάβην αυτή διά διαψεύσεως των πεποιθήσεων τις οποίες το ίδιον εδημιούργησε επιδεικνύοντας ασυνεπή διοικητική συμπεριφορά, ο ζημιούμενος Πολίτης δικαιούται πλήρους αποζημιώσεως ( ad hoc ΣτΕ 2284/2003). Επί του παρόντος, αναφέρεται ότι αναγνωρίζεται και εις την περίπτωσιν της συνδρομής πταίσματος του Διοικουμένου ο οπ
Σχετικά με το σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Ελληνικής Αγροφυλακής στην Δασική Υπηρεσία πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής
Α. Το προσχέδιο είναι ιδιαίτερα ασαφές και η τυχόν ψήφισή του με την παρούσα μορφή του θα προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από εκείνα που καλείται να λύσει/
Ειδικότερα:
1. Δεν διευκρινίζεται ποιες είναι οι «Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες» στις οποίες θα μεταταγεί το μόνιμο προσωπικό της Αγροφυλακής ( Αρ. 19 παρ. 3)
2. Στην παρ. 3 αναφέρεται ότι το προσωπικό τοποθετείται ανάλογα με τα προσόντα του και τις υπηρεσιακές ανάγκες στις Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες. Στην δε παρ. 4 αναφέρεται ότι οι μετατασσόμενοι καταλαμβάνουν θέσεις ανάλογα με τα τυπικά τους προσόντα και κατά την κρίση του αρμοδίου οργάνου. Δε διευκρινίζεται α) αν οι υπηρεσιακές ανάγκες των Δασικών Υπηρεσιών και για λόγους διαφάνειας και αξιοκρατίας θα γνωστοποιηθούν , δηλαδή αν θα υπάρξει μέριμνα για τη γνωστοποίηση των κενών θέσεων κατά Νομό, φορέα, κατηγορία και κλάδο στην υπηρεσία των προς μετάταξη υπαλλήλων β) Ποιο θα είναι το όργανο που θα γνωμοδοτήσει για τη μετάταξη συνεκτιμώντας υπηρεσιακές ανάγκες και τυπικά προσόντα των μετατασσόμενων γ) Δεδομένου ότι στην πλειονότητά του το προσωπικό της Αγροφυλακής έχει τα ίδια τυπικά προσόντα, ποια θα είναι τα επικουρικά κριτήρια αξιολόγησης
3. Στην παρ. 3 αναφέρεται ότι η τοποθέτηση των μετατασσομένων θα γίνει στην εγγύτερη στον τόπο διαμονής τους Δασική Υπηρεσία. Δεν καθίσταται όμως σαφές α) τι θα γίνει στην περίπτωση που η εγγύτερη στον τόπο διαμονής του μετατασσόμενου Δασική Υπηρεσία βρίσκεται στα όρια άλλης Περιφερειακής Ενότητας ( Νομού). Προβληματική επίσης είναι η διατύπωση του όρου «τόπος διαμονής» , σε σχέση με τη μόνιμη κατοικία του μετατασσόμενου και ο τρόπος απόδειξης αυτής.
4. Προβληματική είναι επίσης η διατύπωση του προσχεδίου, σε ότι αφορά την προτεραιότητα μεταξύ των προϋποθέσεων «εγγύτερη στον τόπο διαμονής Υπηρεσίας» και «σύσταση προσωποπαγών θέσεων στην περίπτωση που τα τυπικά προσόντα δεν ανταποκρίνονται στις θέσεις που προβλέπονται στους Οργανισμούς των υπηρεσιών που μετατάσσονται» και «Υπηρεσιακές Ανάγκες». Συγκεκριμένα, τι θα γίνει αν η εγγύτερη στον τόπο διαμονής του μετατασσόμενου Υπηρεσία δε διαθέτει κενή οργανική θέση ανάλογη των τυπικών του προσόντων, πλην όμως η αμέσως επόμενη εγγύτερη Υπηρεσία διαθέτει αντίστοιχη κενή οργανική θέση, έχει δηλ. υπηρεσιακές ανάγκες, θα συσταθεί προσωποπαγής θέση στην εγγύτερη Υπηρεσία ή θα καλυφθεί η οργανική θέση στην αμέσως επόμενη Υπηρεσία?
Β. Το σωματείο μας προτείνει τις εξής αλλαγές – τροποποιήσεις στο προσχέδιο
1. Το όργανο που θα γνωμοδοτήσει για τη μετάταξη συνεκτιμώντας υπηρεσιακές ανάγκες και τυπικά προσόντα των μετατασσόμενων να είναι ανάλογο αυτού που προβλέπεται στο αρ. 4 του π.δ. 117/2008, στο οποίο θα συμμετέχει τουλάχιστον ένας εκπρόσωπος του μόνιμου Προσωπικού της Αγροφυλακής
2. Να γνωστοποιηθούν για λόγους διαφάνειας και αξιοκρατίας οι κενές θέσεις κατά Περιφέρεια, φορέα, κατηγορία και κλάδο στην υπηρεσία μας, πριν την έναρξη υποβολής των αιτήσεων για μετάταξη
3. Ως επικουρικά κριτήρια αξιολόγησης που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από το γνωμοδοτικό όργανο να τεθούν τα εξής’
α) η οικογενειακή κατάσταση, προηγουμένων των εγγάμων με το μεγαλύτερο αριθμό τέκνων και των εγγάμων έναντι των αγάμων.
β) Ειδικές περιστάσεις χρήζουσες ειδικής αντιμετώπισης ( χρόνια ασθένεια, συνυπηρέτηση συζύγου κλπ) καθώς και η ηλικία του μετατασσόμενου
γ) ο μέσος όρος της βαθμολογίας των εκθέσεων αξιολόγησης των προηγουμένων εκείνων με τον υψηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας.
4. Να διατηρηθεί η ιδιότητα του ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου σε όλους τους μετατασσόμενους, διότι άλλως η μετάταξή τους θα αποτελεί και βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας αυτών και ουσιαστικός υποβιβασμός αυτών.
5. Να μεταταχθούν οι υπάλληλοι ΥΕ Αγροφυλάκων σε θέσεις κατηγορίας ΔΕ
6. Ρητά να αποσαφηνιστεί η Υπηρεσιακή κατάσταση μετατασσομένων, δηλαδή να περιληφθεί διάταξη στην οποία να ορίζεται ότι
α. Ο μετατασσόμενος μετατάσσεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που αυτός κατέχει κατά το χρόνο της μετάταξης.
β. Ο χρόνος που διανύθηκε στην υπηρεσία από την οποία ο υπάλληλος
μετατάσσεται και ο χρόνος που αναγνωρίσθηκε ως χρόνος υπηρεσίας, θεωρείται ότι διανύθηκε στην Υπηρεσία υποδοχής για όλα τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του υπαλλήλου. Το χρονικό διάστημα της άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου Τμήματος ή Διεύθυνσης ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικής μονάδας λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου 85 και της παρ. 5 του άρθρου 86 του ΥΚ.
ΠΡΟΣ απαντηση του φιλου ΓΙΩΡΓΟΥ(ειδικου δασικης προστασιας) .
Πολλοι απο εμας τους αγροφυλακες εχουν γραμματικες γνωσεις και απολυτηρια λυκειων ,τεχνικων σχολων,και κ.α.Στην τελικη ομως δεν χρειαζωνται και περισσοτερα ,απο το φιλοτιμο,την ορεξη για δουλεια ,την προσφορα μας στην προστασια του περιβαλλοντος,και τον ΣΕΒΑΣΜΟ στα χρηματα που πληρωνετε ο καθε υπαλληλος.Και καλο θα ηταν να μας δεχτητε σαν συναδελφους που θα συμβαλουμε μαζι στο δυσκολο εργο που ΕΧΟΥΜΕ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΟΠΙΣΟΥΜΕ!!!!!ΑΦΟΡΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ και ειδηκοτερα αυτους που εχουν οικογεννειες, ΚΑΙ παιδια.Και αν εσεις εισασταν ΙΚΑΝΟΙ και αρκετοι,τοτε ας ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙ η αγροφυλακη στην θεση της και με τις αρμοδιωτητες που εχει ,ΑΛΛΑ να μπορει να κανει χρηση των αρμοδιωτητων της χωρις την μεσολαβηση ανωτερων για »ΣΤΡΑΒΑ ΜΑΤΙΑ».
ΦΙΛΕ ΤΗΣ ΔΑΣΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ!!!!
Π.ΟΜ.Υ.Ε.Α.
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ
ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ
Αριθ. Απόφασης 1018/2010
Λ. Συγγρού 83
Τηλ. 6977690255
ΕΔΩ ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΗΔΗ ΥΠΟΒΛΗΘΕΝ ΥΠΟΜΝΗΜΑ, Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΑΤΕΘΕΙ ΣΕ ΑΛΛΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΗΔΗ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΣ (βλ. άρθ. 96 παρ. 2β Συντάγματος). Η μετάταξή μας δε, στο Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής, χωρίς το αντικείμενο της προστασίας της Αγροτικής Ασφάλειας, εγκυμονεί κινδύνους για την ύπαιθρο η οποία θα επανέλθει στα επίπεδα ανασφάλειας του παρελθόντος, ενώ και εμείς θα κληθούμε να επιτελέσουμε ένα καθήκον ελλιπές (πλέον) και άγνωστο για εμάς, γεγονός το οποίο πολλαπλασιάζει τους κινδύνους ΚΑΙ για το Δασικό Περιβάλλον.
1. Οι αρμοδιότητες της Ελληνικής Αγροφυλακής σε θέματα Αγροτικής Ασφάλειας και Προστασίας του Περιβάλλοντος περιέρχονται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής σε φορέα που συστήνεται για το σκοπό αυτό και έχει αποκλειστική αρμοδιότητα το μέχρι σήμερα αντικείμενο της Ελληνικής Αγροφυλακής με ενιαίο όνομα και διοίκηση ή σε νέο φορέα με την ανάλογη διοίκηση. Και στις δύο περιπτώσεις θα είναι αυτοτελής Υπηρεσία.
2. Το μόνιμο αγρονομικό και πολιτικό προσωπικό της Υπηρεσίας, που υπηρετεί κατά την ψήφιση του νόμου ή των διατάξεων αυτού και με την θέση του σε ισχύ στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αγροφυλακής, μετατάσσεται σε οργανικές θέσεις ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων που συνιστώνται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής στις αντίστοιχες θέσεις στον τόπο τον οποίο υπηρετούσαν πριν την μετάταξή τους. Το προσωπικό που υπηρετεί στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αγροφυλακής μετατάσσεται κατά τα ανωτέρω στη Γενική Διεύθυνση η οποία θα αναλάβει τις Αρμοδιότητες της Ελληνικής Αγροφυλακής στο Υπουργείο Περιβάλλοντος. Κατ’ εξαίρεση το προσωπικό το οποίο είχε μεταταχθεί στην Ελληνική Αγροφυλακή από άλλες Υπηρεσίες (ΟΤΑ, Ν. Αυτοδιοίκηση, λοιπά Υπουργεία κ.α.) μπορεί να επαναμεταταγεί στις Υπηρεσίες από τις οποίες προήλθε. Όσοι από το προαναφερόμενο προσωπικό δηλώσουν ότι δεν επιθυμούν την επαναμετάταξή τους μπορούν να μεταταγούν στην νέα υπηρεσία. Για την μετάταξη οι οποία πραγματοποιείται, να εκδοθεί διαπιστωτική απόφαση από τους Υπουργούς Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
3. Οι μετατασσόμενοι αποτελούν πλέον μόνιμο προσωπικό του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, υπαγόμενο στον Υπαλληλικό Κώδικα και καταλαμβάνουν ανάλογα με τον βαθμό, τον τίτλο σπουδών τους και τις αρμοδιότητες τις οποίες εκτελούσαν τις ανάλογες οργανικές θέσεις που συνιστώνται για την μετάταξη των υπαλλήλων της Ελληνικής Αγροφυλακής στο ανωτέρω Υπουργείο ως εξής:
α)Κατηγορία Π.Ε., οι Αγρονόμοι, Αγρονομικοί Διευθυντές, Αγρονομικοί Υποδιευθυντές αλλά και όσοι από το προσωπικό έχουν τις ανάλογες σπουδές ως Π.Ε. προσωπικό.
β) Κατηγορίας Τ.Ε., το προσωπικό το οποίο έχει τους ανάλογους τίτλους σπουδών
γ) Το υπόλοιπο προσωπικό ως Δ.Ε. κατηγορία ανεξαρτήτως τίτλου σπουδών.
4. Οι μετατασσόμενοι υπάλληλοι έχουν το δικαίωμα να διατηρήσουν την υπάρχουσα ασφάλιση στα Ασφαλιστικά Ταμεία τους ή να επιλέξουν άλλα Ταμεία αντίστοιχα με τις διατάξεις που ισχύουν για τους μονίμους υπαλλήλους του φορέα του Υπουργείου που μετατάσσονται, εντάσσονται δε στον Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (συνυπογραφεί από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών).
5. Σε περίπτωση που μετά την μετάταξη και την υπαγωγή στο μισθολόγιο των Υπαλλήλων του Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθώς και κάθε άλλου φορέα όπου θα επαναμεταταγούν οι εργαζόμενοι, προκύπτουν αποδοχές μικρότερες από τις αποδοχές που λαμβάνουν (σε όποιο φορέα και αν μεταταχθούν) τότε θα λαμβάνουν εγγυημένα τις ίδιες αποδοχές και οι ανώτερες συνολικές αποδοχές θα καταβάλλονται σαν προσωπική διαφορά. Εάν οι αποδοχές του προσωπικού της αντίστοιχης κατηγορίας στον νέο φορέα είναι μεγαλύτερες, τότε καταβάλλονται αυτές (οι ανώτερες) αποδοχές.
6. Για οποιοδήποτε μεταβολή ή αλλαγή των καθηκόντων ή της υπηρεσιακής κατάστασης ή του αριθμού των θέσεων του μετατασσόμενου προσωπικού της Ελληνικής Αγροφυλακής με απόφαση του εκάστοτε Υπουργού, θα λαμβάνεται απόφαση με τη σύμφωνη γνώμη της Π.ΟΜ.Υ.Ε.Α., κατά το πρότυπο του άρ. 6 του Υ.Κ. και του άρ. 5 του Κώδικα Κατάστασης Υπαλλήλων Δήμων και Κοινοτήτων. Η Π.ΟΜ.Υ.Ε.Α. εξακολουθεί να υφίσταται και μετά τη μετάταξη των εργαζομένων και απαρτίζεται από όλους τους εργαζόμενους της τέως (μετά τη μετάταξη) Αγροφυλακής (η οποία δεν διαλύεται όπως δεν διαλύονται και τα σωματεία παρά μόνο καταστατική αλλαγή με την προσθήκη «ΠΡΩΗΝ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ»).
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ι. ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ
Να τροποποιηθεί η παράγραφος 3 του άρθρου 19 και να συμπεριληφθούν σε αυτή όλοι οι υπάλληλοι της Ελληνικής Αγροφυλακής που διορίστηκαν στο Δημόσιο ως μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι της Ελληνικής Αστυνομίας και διατηρούν μέχρι σήμερα τα ασφαλιστικά ταμεία της Ελληνικής Αστυνομίας
Διάβασα με προσοχή όλες τις απόψεις που εκφράστηκαν. Συγχαρητήρια σε όλους για το επίπεδο διαλόγου. Ως Δασοφύλακας με υπηρεσία 25 ετών καταρχήν επιθυμώ να δηλώσω ότι εμείς οι δασικοί υπάλληλοι θα υποδεχθούμε τους νέους συναδέλφους με αγάπη και αλληλεγγύη.
Επίσης θα ήθελα να προτείνω προς την αρμόδια νομοπαρασκευαστική επιτροπή του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής και τα παρακάτω:
Με την ίδια λογική και σκεπτικό του παρόντος Νόμου, πρέπει να νομοθετηθεί και η ενσωμάτωση των θηροφυλάκων των κυνηγετικών οργανώσεων στη Δασική Υπηρεσία.
Και εξηγώ:
1) Να ληφθούν υπόψη οι επιστημονικά τεκμηριωμένες προτάσεις των Δασικών Συνδικαλιστικών Οργανώσεων περί εφαρμογής του νόμου για τη θήρα και οι θέσεις της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, που καταγράφονται εδώ και χρόνια σε σχετικές εγκύκλιες διαταγές.
2)Στο άρθρο 24 του Συντάγματος αναφέρεται ότι «..η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος είναι υποχρέωση του Κράτους και εφαρμόζεται από αυτό…». Άρα η προστασία και φύλαξη του Φυσικού, Δασικού περιβάλλοντος και του θηραματικού πλούτου πρέπει να ασκείται ενιαία από μια Δημόσια Αρχή (Τη Δασική Υπηρεσία)και όχι αποσπασματικά από ιδιώτες.
3) Το υπάρχον καθεστώς είναι παγκόσμια πρωτοτυπία. Το Κράτος με διάτρητες νομικές ακροβασίες βασισμένες σε σκοτεινές περιόδους (Ν.Δ. 86/1969) «εκχωρεί» και «παραχωρεί» δήθεν δικαιώματα σε ιδιώτες κυνηγούς. Σα να λέμε ότι οι ψαράδες θα έχουν το δικό τους Λιμενικό Σώμα ή οι έμποροι να έχουν το δικό τους ΣΔΟΕ. Αστεία πράγματα.
4) Η προστασία των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος της πατρίδας μας αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και αυτή υλοποιείται μέσω των Δασικών Υπηρεσιών. Η μόνη λύση είναι η ενδυνάμωση της Δασικής Υπηρεσίας με προσωπικό και κατάλληλο εξοπλισμό. Με ενισχυμένη και δυνατή Δασική Υπηρεσία κανείς ιδιώτης «όψιμος» και αυτόκλητος προστάτης του φυσικού περιβάλλοντος δεν θα έχει έρεισμα να απαξιώνει το έργο 2.000 δασικών υπαλλήλων.
ΠΡΟΤΑΣΗ:
Κατάργηση των ιδιωτικών θηροφυλάκων κατά το πρότυπο της ιδιωτικής Δασοφυλακής (Ν. 1845/89) και πλήρης ενσωμάτωση της θηροφυλακής στη Δασική Υπηρεσία.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
Να τροποποιηθεί η παράγραφος 3 του άρθρου 19 και να συμπεριληφθούν σε αυτή όλοι οι πρώην πολιτικοί υπάλληλοι της Ελληνικής Αστυνομίας. Θα αποφευχθεί έτσι η αδικία σε βάρος των πρώην πολιτικών υπαλλήλων του πρώην ΥΔΤ που διορίστηκαν στο δημόσιο ως πολιτικοί υπάλληλοι της Ελληνικής Αστυνομίας και διατηρούν μέχρι σήμερα τα ασφαλιστικά ταμεία της Ελληνικής Αστυνομίας
ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΠΟΛΙΚΑ.
ΤΗΝ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΧΩΡΙΣ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ.
ΤΟ ΛΙΜΕΝΙΚΟ ΧΩΡΙΣ ΣΚΑΦΗ.
ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΕΞΤΕ ΜΕΤΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΠΙΤΕΛΕΣΕΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗ ΣΤΑ 3 ΧΡΟΝΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙΑΣ ΤΗΣ ΜΕ ΜΟΝΟ ΕΦΟΔΙΟ ΤΟ ΦΙΛΟΤΙΜΟ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΤΕΧΟΥΝ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ ΤΟΣΟ ΣΕ ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ,ΔΑΣΙΚΕΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΑΔΙΚΙΜΑΤΩΝ.ΑΠ’ ΟΤΙ ΔΙΑΦΕΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΡΟΘΕΣΗ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΝΑ ΛΑΒΕΤΕ ΥΠ’ ΟΨΗΝ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΤΑΘΕΣΕΤΕ ΕΝΑ ΝΟΜΟ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΘΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΙ ΤΟΥΣ ΥΠΑΛΗΛΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΜΑΣ!!!
Καλή σας ημέρα. Διάβασα το νομοσχέδιο και μπορώ να πω ότι με ικανοποίησε πλήρως. θα τελειώσει πλέον η απαξίωση της υπηρεσίας και των ανθρώπων που υπηρετούν σε αυτή. Όσο το συντομότερο ψηφιστεί τόσο το καλύτερο για όλους μας.
Μαρία Αρχιφύλακας Αγροφυλακής
Δυστυχώς αν και υπήρχε προεκλογική δέσμευση για κατάργηση της Αγροφυλακής οπότε υπήρχε αρκετός χρόνος για κατάθεση ενός κειμένου διαβούλευσης συγκροτημένου και σαφές δυστυχώς θα πρέπει να λάβουμε μέρος σε ένα κείμενο ομιχλώδες, και πρόχειρο.
Θέλοντας να συμβάλλουμε επικοδομητικά στην διαμόρφωση ενός πλαισίου για την ομαλή μετάβαση μας στην νέα Υπηρεσία συμμετέχουμε στο διάλογο καταθέτοντας συγκεκριμένες προτάσεις.
Άρθρο 2
Να καθοριστεί ακριβώς ο χρονικός ορίζοντας μέσα στον οποίο θα εκδοθεί το π.δ και προτείνεται να εκδοθεί το αργότερο εντός τριών (3) μηνών χρόνος στον οποίο οι μετα-τασσόμενοι θα εκπαιδεύονται στα νέα καθήκοντα τους.
Άρθρο 3
Η φράση «τοποθετείται δε ανάλογα με τα προσόντα του και τις υπηρεσιακές ανάγκες, με πράξη του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στην εγγύτερη, στον τόπο διαμονής του, Δασική Υπηρεσία»,να διορθωθεί σε «…στην εγγύτερη, Δασική Υπηρεσία εντός του νομού του τόπου διαμονής του»
Αρθρο 4
Στην αιτιολογική έκθεση και στο δελτίο τύπου που εξέδωσε το Υπουργείο ΠΡΟ.ΠΟ αναφέρεται «Το προσωπικό της μετατάσσεται στις Δασικές Υπηρεσίες του τό-που που υπηρετεί στις οποίες συνιστώνται αντίστοιχες οργανικές θέσεις, ανάλογα με τα προσόντα του»
Στη διαβούλευση αυτό αλλάζει σε «κενές οργανικές θέσεις ή σε προσωποπαγείς». Μη ξεχνάτε κε Υπουργέ ότι είμαστε οι μοναδικοί Δημόσιοι Υπάλληλοι που έχουμε δύο ΦΕΚ διορισμού, ένα το 1993 και το άλλο το 2007, με ότι ταλαιπωρίες σήμαινε αυτό.
Ο κατέχων προσωποπαγή θέση διασφαλίζετε η θέση εργασίας του σε περίπτωση κατάργησης ή αναδιοργάνωσης της νέας Υπηρεσίας? (Σας παραπέμπω στο δελτίο ειδήσεων του MEGA την 10/11/2010)
Ζητάμε οι ματατασσόμενοι να καταλάβουν μόνο οργανικές θέσεις.
Επίσης το αρμόδιο όργανο που τόσο σημαντικό ρόλο παίζει στην όλη διαδικασία τοποθέτησης δεν προσδιορίζεται η σύνθεση του. Θα πρέπει να συμμετέχει και εκπρόσωπος του συνδικαλιστικού οργάνου των μετατασσόμενων.
Άρθρο 5
Τα καθήκοντα του ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου να συνεχίσουν να ασκούνται από το σύνολο των μετατασσομένων.
Να μεταταχθούν οι υπάλληλοι ΥΕ Αγροφυλάκων σε θέσεις κατηγορίας ΔΕ
Η τελευταία πράξη ενός προαναγγελθέντος θανάτου άρχισε. Φυσικά το έργο ξεκίνησε πριν από αρκετά χρόνια . Πολύ καιρό πριν από την ίδρυση της Α-γροφυλακής το τέλος είχε γραφτεί. Χειροκροτητές και υποβολείς τα Μ.Μ.Ε του κέντρου, ¨ψευτοοικολόγοι¨ από τα πολυτελή γραφεία τους, και καλοταϊσμένοι α-στοί που δεν δίνουν δεκάρα για τον ¨παρακατιανό¨ κτηνοτρόφο και αγρότη. ΜΟΝΟ ΠΟΥ Η ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗ ΣΥΣΤΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΕ ΓΙΑΥΤΟΝ, για να προφυλάξει τον ιδρώτα και τον μόχθο του κατοίκου της υπαίθρου.
Το σενάριο γνωστό. Απαξίωση-συκοφαντία-δημιουργία ενόχων. Πυροβοληθήκαμε, χλευαστήκαμε και συκοφαντηθήκαμε όσο κανένας άλλος εργαζόμενος. Ο Αγροφύλακας έφταιγε και φταίει για όλα τα δεινά της Ελλάδας. Το ότι δεν προσελήφθησαν νοσηλευτές ο Αγροφύλακας φταίει, το ότι κάηκαν δασικές εκτάσεις ο Αγροφύλακας φταίει, το ότι μπήκαμε στο μνημόνιο ο Αγροφύλακας φταίει.
Όλα αυτά γνωρίζαμε ότι θα τα υποστούμε, ήμασταν αποφασισμένοι όμως να αποδείξουμε στην πράξη ότι παρόλα τα προβλήματα θα πετύχουμε. Ο αγώνας άνισος . Ο μεγαλοδημοσιογράφος του δελτίου των 8, που η μόνη επαφή του με το φυσικό περιβάλλον είναι μόνο όταν πατάει το γκαζόν στην πολυτελή βίλλα των βορείων προαστίων, κατασυκοφαντούσε. Ο κύριος αποδέκτης των υπηρεσιών μας ο αγρότης και ο κτηνοτρόφος δεν έχει πρόσβαση στα Μ.Μ.Ε και στο διαδίκτυο, φωνάζει και μας υπερασπίζει στο καφενείο του χωριού αλλά η φωνή του δεν φτάνει στα κέντρα των αποφάσεων. Εμείς από την άλλη πλευρά ανεκπαίδευτοι χωρίς υποδομή και μέσα (μια φόρμα εργασίας μας χορήγησε όλο και όλο η πολιτεία) κακοπληρωμένοι (οι χαμηλότερα αμειβόμενοι στο Δημόσιο) δώσαμε την ψυχή μας για να υπηρετήσουμε τον κάτοικο της Υπαίθρου τιμώντας τα χρήματα που μας δίνει ο Ελληνικός λαός από το υστέρημα του. ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΜΕ ΑΝ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΑΜΕ ΞΕΡΟΥΜΕ ΟΜΩΣ ΟΤΙ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΑΜΕ.
Ενημερώσαμε την πολιτική μας ηγεσία και έγινε αποδεκτό το μεγάλο έργο μας. Τα στοιχεία αδιαμφισβήτητα μαρτυρούν την αγωνιώδη προσπάθεια μας για προσφορά.
• Συνδρομή στην Πυροσβεστική Υπηρεσία σε 3.123 περιπτώσεις
• Σε ότι αφορά την προστασία του περιβάλλοντος σε 1.553 περιπτώσεις (παράνομες χωματερές-ρίψεις λυμάτων σε ποταμούς-παράνομη αμμοληψία-εκχερσώσεις-μπαζώσεις ρεμάτων παράνομα σφαγεία-παράνομη αλιεία σε λίμνες και ποτάμια-λαθροθηρία-παράνομες γεωτρήσεις-παράνομη υλοτομία κ.α)
• Συνδρομή σε άλλες Υπηρεσίες σε 71.979 περιπτώσεις (Σώματα Ασφάλειας-Δικαστικές Αρχές-Γεωργικές Υπηρεσίες-Νομαρχίες-Δασαρχεία-Τοπική Αυ-τοδιοίκηση-Αρχαιολογικές Υπηρεσίες κ.α)
• Σε ότι αφορά την αγροτική ασφάλεια, βεβαιώθηκαν σε βαθμό πταίσματος 28.064 περιπτώσεις, σε βαθμό πλημμελήματος 5.070 περιπτώσεις επίσης προέβη σε εξέταση και επίλυση διαφορών μεταξύ πολιτών σε 53.496 περι-πτώσεις.
Οι προτάσεις μας για: αλλαγή του ονόματος της Υπηρεσίας μας, αλλαγή της οργανωτικής δομής (κατάργηση του Αρχηγείου, Περιφερειών, Αγρονομικών Τμημάτων), Δημιουργία Διεύθυνσης Προστασίας Υπαίθρου είτε στο Υπουργείο ΠΡΟ.ΠΟ είτε στο Υ.ΠΕ.Κ.Α, ενίσχυση από μετατάξεις του προσωπικού με γεωπόνους-περιβαντολλόγους δεν εισακούστηκαν. Η φράση υπεύθυνου κυβερνητικού στελέχους ¨τι να κάνετε στα δασαρχεία, να παίζετε τάβλι όλη μέρα¨ εν μία νυχτί αντιστράφηκε και έγινε κυβερνητική πολιτική.
Ο μέσος μισθός του Αγροφύλακα είναι 850€, από τα οποία ξοδεύουμε για καύσιμα και φθορές του δικού μας αυτοκινήτου διότι αυτό είναι ταυτόχρονα το υπηρεσιακό μας αυτοκίνητο ,ξοδεύουμε στα έξοδα επικοινωνίας με τους κατοίκους της υπαίθρου και τις διάφορες Υπηρεσίες γιατί το προσωπικό μας τηλέφωνο είναι ταυτόχρονα και το τηλέφωνο της Υπηρεσίας το οποίο είναι γνωστό και α-νοιχτό στους κατοίκους της υπαίθρου 24 ώρες το 24ώρο.
Δυστυχώς η κατάργηση της Αγροφυλακής έρχεται σε μια χρονική στιγμή που όπως λένε όλοι λόγω της οικονομικής κρίσης θα μετακινηθεί πληθυσμός από τις πόλεις στην ύπαιθρο. Καταργείται η μοναδική Υπηρεσία που είχε καθημερινή παρουσία και συμβολή στην εμπέδωση αισθήματος ασφάλειας στην ύπαιθρο. Ο κάτοικος της υπαίθρου είχε βρει στο πρόσωπο του αγροφύλακα τον συμπαρα-στάτη που άκουγε το πρόβλημά του και με τα πενιχρά έως ανύπαρκτα μέσα προσπαθούσε να δώσει λύση.
Ευχόμαστε και ελπίζουμε να μην γνωρίσουμε άλλα περιστατικά όπως το φονικό του Αγρινίου και τόσα άλλα εγκλήματα για κτηματικές και άλλες αγροτικές διαφορές.
Σχετικά με το σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Ελληνικής Αγροφυλακής στην Δασική Υπηρεσία πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής
Α. Το προσχέδιο είναι ιδιαίτερα ασαφές και η τυχόν ψήφισή του με την παρούσα μορφή του θα προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από εκείνα που καλείται να λύσει
Ειδικότερα:
1. Δεν διευκρινίζεται ποιες είναι οι «Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες» στις οποίες θα μεταταγεί το μόνιμο προσωπικό της Αγροφυλακής ( Αρ. 19 παρ. 3)
2. Στην παρ. 3 αναφέρεται ότι το προσωπικό τοποθετείται ανάλογα με τα προσόντα του και τις υπηρεσιακές ανάγκες στις Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες. Στην δε παρ. 4 αναφέρεται ότι οι μετατασσόμενοι καταλαμβάνουν θέσεις ανάλογα με τα τυπικά τους προσόντα και κατά την κρίση του αρμοδίου οργάνου. Δε διευκρινίζεται α) αν οι υπηρεσιακές ανάγκες των Δασικών Υπηρεσιών και για λόγους διαφάνειας και αξιοκρατίας θα γνωστοποιηθούν , δηλαδή αν θα υπάρξει μέριμνα για τη γνωστοποίηση των κενών θέσεων κατά Νομό, φορέα, κατηγορία και κλάδο στην υπηρεσία των προς μετάταξη υπαλλήλων β) Ποιο θα είναι το όργανο που θα γνωμοδοτήσει για τη μετάταξη συνεκτιμώντας υπηρεσιακές ανάγκες και τυπικά προσόντα των μετατασσόμενων γ) Δεδομένου ότι στην πλειονότητά του το προσωπικό της Αγροφυλακής έχει τα ίδια τυπικά προσόντα, ποια θα είναι τα επικουρικά κριτήρια αξιολόγησης
3. Στην παρ. 3 αναφέρεται ότι η τοποθέτηση των μετατασσομένων θα γίνει στην εγγύτερη στον τόπο διαμονής τους Δασική Υπηρεσία. Δεν καθίσταται όμως σαφές α) τι θα γίνει στην περίπτωση που η εγγύτερη στον τόπο διαμονής του μετατασσόμενου Δασική Υπηρεσία βρίσκεται στα όρια άλλης Περιφερειακής Ενότητας ( Νομού). Προβληματική επίσης είναι η διατύπωση του όρου «τόπος διαμονής» , σε σχέση με τη μόνιμη κατοικία του μετατασσόμενου και ο τρόπος απόδειξης αυτής.
4. Προβληματική είναι επίσης η διατύπωση του προσχεδίου, σε ότι αφορά την προτεραιότητα μεταξύ των προϋποθέσεων «εγγύτερη στον τόπο διαμονής Υπηρεσίας» και «σύσταση προσωποπαγών θέσεων στην περίπτωση που τα τυπικά προσόντα δεν ανταποκρίνονται στις θέσεις που προβλέπονται στους Οργανισμούς των υπηρεσιών που μετατάσσονται» και «Υπηρεσιακές Ανάγκες». Συγκεκριμένα, τι θα γίνει αν η εγγύτερη στον τόπο διαμονής του μετατασσόμενου Υπηρεσία δε διαθέτει κενή οργανική θέση ανάλογη των τυπικών του προσόντων, πλην όμως η αμέσως επόμενη εγγύτερη Υπηρεσία διαθέτει αντίστοιχη κενή οργανική θέση, έχει δηλ. υπηρεσιακές ανάγκες, θα συσταθεί προσωποπαγής θέση στην εγγύτερη Υπηρεσία ή θα καλυφθεί η οργανική θέση στην αμέσως επόμενη Υπηρεσία?
Β. Το σωματείο μας προτείνει τις εξής αλλαγές – τροποποιήσεις στο προσχέδιο
1. Το όργανο που θα γνωμοδοτήσει για τη μετάταξη συνεκτιμώντας υπηρεσιακές ανάγκες και τυπικά προσόντα των μετατασσόμενων να είναι ανάλογο αυτού που προβλέπεται στο αρ. 4 του π.δ. 117/2008, στο οποίο θα συμμετέχει τουλάχιστον ένας εκπρόσωπος του μόνιμου Προσωπικού της Αγροφυλακής
2. Να γνωστοποιηθούν για λόγους διαφάνειας και αξιοκρατίας οι κενές θέσεις κατά Περιφέρεια, φορέα, κατηγορία και κλάδο στην υπηρεσία μας, πριν την έναρξη υποβολής των αιτήσεων για μετάταξη
3. Ως επικουρικά κριτήρια αξιολόγησης που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από το γνωμοδοτικό όργανο να τεθούν τα εξής’
α) η οικογενειακή κατάσταση, προηγουμένων των εγγάμων με το μεγαλύτερο αριθμό τέκνων και των εγγάμων έναντι των αγάμων.
β) Ειδικές περιστάσεις χρήζουσες ειδικής αντιμετώπισης ( χρόνια ασθένεια, συνυπηρέτηση συζύγου κλπ) καθώς και η ηλικία του μετατασσόμενου
γ) ο μέσος όρος της βαθμολογίας των εκθέσεων αξιολόγησης των προηγουμένων εκείνων με τον υψηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας.
4. Να διατηρηθεί η ιδιότητα του ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου σε όλους τους μετατασσόμενους, διότι άλλως η μετάταξή τους θα αποτελεί και βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας αυτών και ουσιαστικός υποβιβασμός αυτών.
5. Να μεταταχθούν οι υπάλληλοι ΥΕ Αγροφυλάκων σε θέσεις κατηγορίας ΔΕ
6. Ρητά να αποσαφηνιστεί η Υπηρεσιακή κατάσταση μετατασσομένων, δηλαδή να περιληφθεί διάταξη στην οποία να ορίζεται ότι
α. Ο μετατασσόμενος μετατάσσεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που αυτός κατέχει κατά το χρόνο της μετάταξης.
β. Ο χρόνος που διανύθηκε στην υπηρεσία από την οποία ο υπάλληλος
μετατάσσεται και ο χρόνος που αναγνωρίσθηκε ως χρόνος υπηρεσίας, θεωρείται ότι διανύθηκε στην Υπηρεσία υποδοχής για όλα τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του υπαλλήλου. Το χρονικό διάστημα της άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου Τμήματος ή Διεύθυνσης ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικής μονάδας λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου 85 και της παρ. 5 του άρθρου 86 του ΥΚ.
Δυστυχώς αν και υπήρχε προεκλογική δέσμευση για κατάργηση της Αγροφυλακής οπότε υπήρχε αρκετός χρόνος για κατάθεση ενός κειμένου διαβούλευσης συγκροτημένου και σαφές δυστυχώς θα πρέπει να λάβουμε μέρος σε ένα κείμενο ομιχλώδες, και πρόχειρο.
Θέλοντας να συμβάλλουμε επικοδομητικά στην διαμόρφωση ενός πλαισίου για την ομαλή μετάβαση μας στην νέα Υπηρεσία συμμετέχουμε στο διάλογο καταθέτοντας συγκεκριμένες προτάσεις.
Άρθρο 2
Να καθοριστεί ακριβώς ο χρονικός ορίζοντας μέσα στον οποίο θα εκδοθεί το π.δ και προτείνεται να εκδοθεί το αργότερο εντός τριών (3) μηνών χρόνος στον οποίο οι μετα-τασσόμενοι θα εκπαιδεύονται στα νέα καθήκοντα τους.
Άρθρο 3
Η φράση «τοποθετείται δε ανάλογα με τα προσόντα του και τις υπηρεσιακές ανάγκες, με πράξη του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στην εγγύτερη, στον τόπο διαμονής του, Δασική Υπηρεσία»,να διορθωθεί σε «…στην εγγύτερη, Δασική Υπηρεσία εντός του νομού του τόπου διαμονής του»
Αρθρο 4
Στην αιτιολογική έκθεση και στο δελτίο τύπου που εξέδωσε το Υπουργείο ΠΡΟ.ΠΟ αναφέρεται «Το προσωπικό της μετατάσσεται στις Δασικές Υπηρεσίες του τόπου που υπηρετεί στις οποίες συνιστώνται αντίστοιχες οργανικές θέσεις, ανάλογα με τα προσόντα του»
Στη διαβούλευση αυτό αλλάζει σε «κενές οργανικές θέσεις ή σε προσωποπαγείς».
Μη ξεχνάτε κε Υπουργέ ότι είμαστε οι μοναδικοί Δημόσιοι Υπάλληλοι που έχουμε δύο ΦΕΚ διορισμού, ένα το 1993 και το άλλο το 2007, με ότι ταλαιπωρίες σήμαινε αυτό.
Ο κατέχων προσωποπαγή θέση διασφαλίζετε η θέση εργασίας του σε περίπτωση κατάργησης ή αναδιοργάνωσης της νέας Υπηρεσίας? (Σας παραπέμπω σε δηλώσεις σας στο δελτίο ειδήσεων του MEGA την 09/11/2010)
Ζητάμε οι ματατασσόμενοι να καταλάβουν μόνο οργανικές θέσεις.
Επίσης το αρμόδιο όργανο που τόσο σημαντικό ρόλο παίζει στην όλη διαδικασία τοποθέτησης δεν προσδιορίζεται η σύνθεση του. Θα πρέπει να συμμετέχει και εκπρόσωπος του συνδικαλιστικού οργάνου των μετατασσόμενων.
Άρθρο 5
Τα καθήκοντα του ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου να συνεχίσουν να ασκού-νται από το σύνολο των μετατασσομένων.
ΕΊΜΑΙ ΑΓΡΟΤΗΣ ΣΕ ΑΚΡΙΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ. ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ ΤΟ ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ ΕΝΑ ΣΩΜΑ ΠΟΥ ΕΜΕΙΣ ΤΟ ΣΥΝΑΝΤΟΥΣΑΜΕ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΈΞΩ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ, ΥΠΟΛΟΓΙΖΑΜΕ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΊΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΝΔΡΟΜΉ ΤΟΥ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΘΑ ΜΑΣ ΣΤΟΙΧΙΣΕΙ.ΑΛΛΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. ΝΑ ΔΕΙ ,ΝΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙ, ΝΑ ΥΠΟΔΕΙΞΕΙ, ΝΑ ΟΔΗΓΗΣΕΙ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΥΤΟΥς ΠΟΥ ΛΥΜΑΙΝΟΝΤΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ. ΜΑΛΛΟΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΣΥΖΗΤΗΘΕΙ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗς ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗς.
ΣΥΜΦΩΝΩ ΣΤΗΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΔΑΣΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ. ΣΕ ΜΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΥΣΠΡΑΓΙΑΣ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑ ΝΑ ΑΦΗΝΕΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΕΥΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΧΕΙ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΝΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΑΞΙΟΠΟΙΕΙ ΣΕ ΤΟΜΕΙΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΕΛΛΕΙΨΗ. ΕΜΕΙΣ Ο Ι ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΕΣ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΔΕΧΘΟΥΜΕ ΜΕ ΙΚΑΝΟΠΟΙΣΗ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΕΞΕΛΕΙΞΗ .ΑΝ ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΥΡΙΟΙ ΑΓΡΟΝΟΜΟΙ ΣΤΕΝΟΧΩΡΙΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΟΤΙ ΧΑΝΟΥΝ ΤΑ ΑΞΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥΣ ΑΣ ΘΥΜΗΘΟΥΝ ΟΤΙ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΣΧΟΛΙΚΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΣΤΟΝ ΗΣΑΠ Κ.Λ.Π. ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΣΤΟΝ ΑΤΟΜΙΚΟ ΤΟΥΣ ΦΑΚΕΛΛΟ ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΕΙ ΟΤΙ ΕΧΟΥΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΕΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥ ΚΑΙ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗ.ΜΕ ΓΡΑΠΤΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΕΝΤΑΧΘΕΙ ΣΤΗΝ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΗ ΟΙ Κ ΑΓΡΟΝΟΜΙΚΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΕΧΟΥΝ ΜΕΙΝΕΙ ΠΟΛΛΟΙ ΛΙΓΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΡΟΝΟΜΟΙ ΚΑΙ ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΕΣ ΠΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΘΗΚΑΝ ΤΟ 1993 .ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΑΝΑΛΗΦΘΟΥΝ ΛΑΘΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ Η ΕΝΤΑΞΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΥΠΙΚΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΝΟΣ. ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΠΑΛΙΟ ΚΑΙ ΝΕΟ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕΤΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ .Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΝΑ ΔΙΑΘΕΣΕΙ ΤΟΝ ΑΝΑΛΟΓΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗΝ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΚΠΕΔΕΥΣΗ ΝΑ ΕΡΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΘΗΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ . ΕΥΧΗ ΜΟΥ ΚΑΙ ΕΥΧΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ Η ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΤΥΧΕΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΜΕ ΤΟ ΕΑΝ ΑΝΤΙΔΡΟΥΝ ΟΙ Β Ο Λ Ε Μ Ε Ν Ο Ι.
Σχετικά με το σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Ελληνικής Αγροφυλακής στην Δασική Υπηρεσία πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής
Α. Το προσχέδιο είναι ιδιαίτερα ασαφές και η τυχόν ψήφισή του με την παρούσα μορφή του θα προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από εκείνα που καλείται να λύσει
Ειδικότερα:
1.Δεν διευκρινίζεται ποιες είναι οι «Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες» στις οποίες θα μεταταγεί το μόνιμο προσωπικό της Αγροφυλακής ( Αρ. 19 παρ. 3)
2. Στην παρ. 3 αναφέρεται ότι το προσωπικό τοποθετείται ανάλογα με τα προσόντα του και τις υπηρεσιακές ανάγκες στις Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες. Στην δε παρ. 4 αναφέρεται ότι οι μετατασσόμενοι καταλαμβάνουν θέσεις ανάλογα με τα τυπικά τους προσόντα και κατά την κρίση του αρμοδίου οργάνου. Δε διευκρινίζεται α) αν οι υπηρεσιακές ανάγκες των Δασικών Υπηρεσιών και για λόγους διαφάνειας και αξιοκρατίας θα γνωστοποιηθούν , δηλαδή αν θα υπάρξει μέριμνα για τη γνωστοποίηση των κενών θέσεων κατά Νομό, φορέα, κατηγορία και κλάδο στην υπηρεσία των προς μετάταξη υπαλλήλων β) Ποιο θα είναι το όργανο που θα γνωμοδοτήσει για τη μετάταξη συνεκτιμώντας υπηρεσιακές ανάγκες και τυπικά προσόντα των μετατασσόμενων γ) Δεδομένου ότι στην πλειονότητά του το προσωπικό της Αγροφυλακής έχει τα ίδια τυπικά προσόντα, ποια θα είναι τα επικουρικά κριτήρια αξιολόγησης
3.Στην παρ. 3 αναφέρεται ότι η τοποθέτηση των μετατασσομένων θα γίνει στην εγγύτερη στον τόπο διαμονής τους Δασική Υπηρεσία. Δεν καθίσταται όμως σαφές α) τι θα γίνει στην περίπτωση που η εγγύτερη στον τόπο διαμονής του μετατασσόμενου Δασική Υπηρεσία βρίσκεται στα όρια άλλης Περιφερειακής Ενότητας ( Νομού). Προβληματική επίσης είναι η διατύπωση του όρου «τόπος διαμονής» , σε σχέση με τη μόνιμη κατοικία του μετατασσόμενου και ο τρόπος απόδειξης αυτής.
4.Προβληματική είναι επίσης η διατύπωση του προσχεδίου, σε ότι αφορά την προτεραιότητα μεταξύ των προϋποθέσεων «εγγύτερη στον τόπο διαμονής Υπηρεσίας» και «σύσταση προσωποπαγών θέσεων στην περίπτωση που τα τυπικά προσόντα δεν ανταποκρίνονται στις θέσεις που προβλέπονται στους Οργανισμούς των υπηρεσιών που μετατάσσονται» και «Υπηρεσιακές Ανάγκες». Συγκεκριμένα, τι θα γίνει αν η εγγύτερη στον τόπο διαμονής του μετατασσόμενου Υπηρεσία δε διαθέτει κενή οργανική θέση ανάλογη των τυπικών του προσόντων, πλην όμως η αμέσως επόμενη εγγύτερη Υπηρεσία διαθέτει αντίστοιχη κενή οργανική θέση, έχει δηλ. υπηρεσιακές ανάγκες, θα συσταθεί προσωποπαγής θέση στην εγγύτερη Υπηρεσία ή θα καλυφθεί η οργανική θέση στην αμέσως επόμενη Υπηρεσία?
Β. Το σωματείο μας προτείνει τις εξής αλλαγές – τροποποιήσεις στο προσχέδιο
1.Το όργανο που θα γνωμοδοτήσει για τη μετάταξη συνεκτιμώντας υπηρεσιακές ανάγκες και τυπικά προσόντα των μετατασσόμενων να είναι ανάλογο αυτού που προβλέπεται στο αρ. 4 του π.δ. 117/2008, στο οποίο θα συμμετέχει τουλάχιστον ένας εκπρόσωπος της Ομοσπονδιας των Αγροφυλάκων.
2.Να γνωστοποιηθούν για λόγους διαφάνειας και αξιοκρατίας οι κενές θέσεις κατά Περιφέρεια, φορέα, κατηγορία και κλάδο στην υπηρεσία μας, πριν την έναρξη υποβολής των αιτήσεων για μετάταξη
3.Ως επικουρικά κριτήρια αξιολόγησης που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από το γνωμοδοτικό όργανο να τεθούν τα εξής’
α) η οικογενειακή κατάσταση, προηγουμένων των εγγάμων με το μεγαλύτερο αριθμό τέκνων και των εγγάμων έναντι των αγάμων.
β) Ειδικές περιστάσεις χρήζουσες ειδικής αντιμετώπισης ( χρόνια ασθένεια, συνυπηρέτηση συζύγου κλπ) καθώς και η ηλικία του μετατασσόμενου
γ) ο μέσος όρος της βαθμολογίας των εκθέσεων αξιολόγησης των προηγουμένων εκείνων με τον υψηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας.
4. Να διατηρηθεί η ιδιότητα του ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου σε όλους τους μετατασσόμενους, διότι άλλως η μετάταξή τους θα αποτελεί και βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας μας και ουσιαστικός υποβιβασμός μας.
5. Να μεταταχθούν οι υπάλληλοι ΥΕ Αγροφυλάκων σε θέσεις κατηγορίας ΔΕ
6. Ρητά να αποσαφηνιστεί η Υπηρεσιακή κατάσταση μετατασσομένων, δηλαδή να περιληφθεί διάταξη στην οποία να ορίζεται ότι
α. Ο μετατασσόμενος μετατάσσεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που αυτός κατέχει κατά το χρόνο της μετάταξης.
β. Ο χρόνος που διανύθηκε στην υπηρεσία από την οποία ο υπάλληλος
μετατάσσεται και ο χρόνος που αναγνωρίσθηκε ως χρόνος υπηρεσίας, θεωρείται ότι διανύθηκε στην Υπηρεσία υποδοχής για όλα τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του υπαλλήλου.
ΤΟ Δ.Σ ΤΗΣ ΠΑΝΘΕΣΣΑΛΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΩΝ