1. Η συζήτηση αναβάλλεται υποχρεωτικά α) αν ο αιτών που δεν παρίσταται δεν έχει κλητευτεί νομίμως ή β) αν το ζητήσει ο αιτών που, αν και παρίσταται, δεν έχει κλητευτεί νόμιμα.
2. Ο αιτών που παρίσταται αυτοπροσώπως ή ο πληρεξούσιος δικηγόρος του δύναται να ζητήσει για μία μόνο φορά την αναβολή της συζήτησης και μόνο για σπουδαίο λόγο εφόσον ο λόγος αποδεικνύεται παραχρήμα. Η υπόθεση που αναβάλλεται προσδιορίζεται για συζήτηση στην αμέσως επόμενη δικάσιμο και ανακοινώνεται η ημερομηνία στον αιτούντα ή τον πληρεξούσιο δικηγόρο του. Για τη νέα ημερομηνία συζήτησης δεν απαιτείται εκ νέου ειδοποίηση του αιτούντος που υπέβαλε το αίτημα αναβολής ή του δικηγόρου του.