1. Οι αιτούντες υποχρεούνται να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές με σκοπό την εξακρίβωση των στοιχείων της ταυτότητάς τους και των λοιπών στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 4.
2. Οι αιτούντες υποχρεούνται να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές με σκοπό την ταχεία εξέταση της αίτησής τους σύμφωνα με τις εγγυήσεις που προβλέπονται στο Μέρος αυτό.
3. Οι αιτούντες υποχρεούνται να παρουσιάζονται ενώπιον των Αρχών Παραλαβής αυτοπροσώπως, χωρίς καθυστέρηση προκειμένου να υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας, καθώς και όποτε κληθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, ενώπιον των αρμοδίων αρχών. Αίτηση διεθνούς προστασίας, παραίτηση από αυτήν, προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης, μεταγενέστερη αίτηση και αίτηση για ανανέωση του δελτίου αιτούντος διεθνή προστασία υποβάλλονται αυτοπροσώπως. Κατά την αυτοπρόσωπη παράστασή τους δύνανται να συνεπικουρούνται από πληρεξούσιους δικηγόρους καθώς και από ειδικώς εξουσιοδοτημένους συμβούλους κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 71. Η υποχρέωση για αυτοπρόσωπη παράσταση σε κάθε στάδιο της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης ή της προσφυγής δεν αναιρείται από την παρουσία των αναφερόμενων στο προηγούμενο εδάφιο προσώπων. Κατ’ εξαίρεση ειδικώς για τη συζήτηση των προσφυγών ενώπιον των Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών ισχύουν τα ακόλουθα: (α) εφόσον οι αιτούντες διαμένουν σε Δομές Υποδοχής ή Φιλοξενίας δεν έχουν υποχρέωση αυτοπρόσωπης παράστασης. Στις περιπτώσεις αυτές οι αιτούντες μπορούν να εκπροσωπούνται από πληρεξούσιους δικηγόρου ή εξουσιοδοτημένους συμβούλους ή άλλα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 72. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται βεβαίωση του Προϊσταμένου της Δομής Υποδοχής ή Φιλοξενίας η οποία αποστέλλεται στην Επιτροπή έως την προτεραία της συζήτησης της υπόθεσης ότι οι αιτούντες διαμένουν πράγματι κατά την ημέρα της συζήτησης της προσφυγής τους σε αυτήν η οποία αποστέλλεται στην Αρχή Προσφυγών με κάθε πρόσφορο τρόπο, (β) εφόσον στους αιτούντες έχει υποβληθεί περιορισμός στην ελευθερία κυκλοφορίας ή υποχρέωση διαμονής σε συγκεκριμένο τόπο κατά το άρθρο 45, ο οποίος δεν βρίσκεται εντός της περιφέρειας Αττικής, οι αιτούντες δεν έχουν υποχρέωση αυτοπρόσωπης παράστασης. Στις περιπτώσεις αυτές οι αιτούντες μπορούν να εκπροσωπούνται από πληρεξούσιους δικηγόρους ή εξουσιοδοτημένους συμβούλους ή άλλα πρόσωπα σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 72. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται βεβαίωση του οικείου αστυνομικού τμήματος ή του Κέντρου Εξυπηρέτησης Πολιτών της περιοχής όπου διαμένουν περί αυτοπρόσωπης παρουσίας τους κατά την ημερομηνία της συζήτησης στης προσφυγής τους, η οποία αποστέλλεται στην Αρχή Προσφυγών με κάθε πρόσφορο τρόπο. Σε περίπτωση μη περιέλευσης στην Αρχή Προσφυγών τέτοιας βεβαίωσης, τεκμαίρεται ότι η προσφυγή υποβλήθηκε μόνο για να καθυστερήσει ή να εμποδίσει την εκτέλεση προγενέστερης ή επικείμενης απόφασης απέλασης ή με άλλο τρόπο απομάκρυνσής του και απορρίπτεται ως προφανώς αβάσιμη σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 88.
Σε περίπτωση συνδρομής λόγων ανωτέρας βίας όπως σοβαρή ασθένεια ή σοβαρή σωματική αναπηρία, ή ανυπέρβλητου κωλύματος που κατέστησαν αδύνατη την αυτοπρόσωπη παράσταση του αιτούντος, αναστέλλεται η υποχρέωση αυτοπρόσωπης παράστασης καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που διαρκεί η ανωτέρα βία. Στις περιπτώσεις αυτές ο αιτών θα πρέπει να υποβάλει σχετική αίτηση με την οποία να επικαλείται κατά τρόπο ορισμένο, των περιστατικών που συνιστούν ανωτέρα βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα που κατέστησε αδύνατη την αυτοπρόσωπη παράστασή του, πρέπει δε ο ισχυρισμός να αποδεικνύεται αμέσως με έγγραφα στοιχεία και με ανάλογα πιστοποιητικά ή βεβαίωση δημόσιας υπηρεσίας. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί η συνδρομή των ως άνω λόγων ανωτέρας βίας ή του ανυπέρβλητου κωλύματος και υπό την προϋπόθεση της αυτοπρόσωπης εμφάνισης του αιτούντος ενώπιον των αρμοδίων Αρχών, αίρονται οι συνέπειες της μη εμφάνισης κατά την παράγραφο αυτή.
4. Οι αιτούντες υποχρεούνται να παραδίδουν το ταξιδιωτικό έγγραφο και προσκομίζουν οποιοδήποτε άλλο έγγραφο έχουν στην κατοχή τους και σχετίζεται με την εξέταση της αίτησης και των στοιχείων που πιστοποιούν την ταυτότητα των ιδίων και των μελών της οικογένειάς τους, τη χώρα προέλευσης και τον τόπο καταγωγής τους, καθώς και την οικογενειακή τους κατάσταση. Στις περιπτώσεις που παραδοθούν τα ανωτέρω έγγραφα συντάσσεται πρακτικό παράδοσης-παραλαβής, αντίγραφο του οποίου χορηγείται στον αιτούντα. Η υποβολή και η εξέταση της αίτησης χορήγησης διεθνούς προστασίας, καθώς και η χορήγηση καθεστώτος δεν προϋποθέτουν απαραιτήτως την υποβολή αποδεικτικών στοιχείων.
5. Οι αιτούντες υποχρεούνται να ενημερώνουν αμελλητί τις αρμόδιες Αρχές Παραλαβής για τη διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής τους και τα άλλα στοιχεία επικοινωνίας τους καθώς και για κάθε μεταβολή των ως άνω στοιχείων.
6. Οι αιτούντες υποχρεούνται να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές για τη διενέργεια κάθε νόμιμης έρευνας σχετικά με την αίτησή τους.
7. Οι αιτούντες υποχρεούνται να δέχονται σωματική έρευνα και έρευνα των αντικειμένων που φέρουν και φωτογραφίζονται, ενώ, εφόσον είναι άνω των 14 ετών, δακτυλοσκοπούνται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Η σωματική έρευνα διεξάγεται από πρόσωπο του ιδίου φύλου με τον αιτούντα, τηρουμένων πλήρως των αρχών της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της σωματικής και ψυχολογικής ακεραιότητας.
8. Για τις υποχρεώσεις αυτές και τα δικαιώματα τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 69 ενημερώνονται ειδικά οι αιτούντες σε γλώσσα που κατανοούν με απλό και προσιτό τρόπο και συντάσσεται προς τούτο σχετικό αποδεικτικό, στο οποίο αναφέρεται η γλώσσα επικοινωνίας. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται αναλογικά η παράγραφος 2 του άρθρου 69.
9. Η παραβίαση του επιβαλλόμενου καθήκοντος συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές, όπως αυτό εξειδικεύεται με τις προηγούμενες παραγράφους, που συνεπάγεται την παρεμπόδιση της απρόσκοπτης ολοκλήρωσης των διαδικασιών εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας, συνεπάγεται την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας ή προσφυγής σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 88.
Η έναρξη ισχύος του νόμου θα πρέπει να μετατεθεί σε απώτερο διάστημα, τουλάχιστον μετά την 01.06.2020, ώστε να προετοιμαστούν κατάλληλα όλες οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες. Επίσης θα πρέπει να οριστεί ρητά ότι θα εφαρμόζεται για όσες αιτήσεις ασύλου υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, προς αποφυγή εφαρμογής δυσμενέστερων διατάξεων για τις οποίες οι αιτούντες/προσφεύγοντες δεν έχουν επαρκώς ενημερωθεί λόγω του ότι δεν ίσχυαν κατά τις κρίσιμες ημερομηνίες (πχ. κατάθεσης προσφυγής, εξέτασης παραδεκτού, έκδοσης απόφασης κλπ.).
78 παρ. 3 γενικά: τρόπος απόδειξης ανωτέρας βίας κλπ – πώς, πότε, μέχρι πότε και ενώπιον ποιας Αρχής κατατίθεται η αίτηση; Εκεί χωρεί νομική συνδρομή; Γιατί μόνο από δημόσια υπηρεσία, όταν ο νόμος, πχ. ο 3827/07 ορίζει ότι πιστοποιητικά από ιδιώτες ιατρούς έχουν την ίδια ισχύ με δημόσια νοσοκομεία;
Εισάγεται διευρυμένη υποχρέωση των αιτούντων να συνεργάζονται με τις αρχές, υποχρέωση που συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων την υποχρέωση υποβολής σε σωματική έρευνα, η οποία δεν προκύπτει ουσιωδώς (παρ. 7)
78 παρ. 3 εδ. α/β: «μπορούν» να εκπροσωπούνται ή «πρέπει» να εκπροσωπούνται από δικηγόρο όσοι είναι σε δομές (αν ναι, οι δικηγόροι εκτός Αθηνών θα εξουσιοδοτούν άλλους?);
Επίσης, δεν είναι ρεαλιστικό οι Προϊστάμενοι των δομών να αναλάβουν τέτοια γραφειοκρατική δουλειά με τον φόρτο και τις ευθύνες που τους αναλογούν ήδη, και το ίδιο ισχύει για ΑΤ και ΚΕΠ. Πως προβλέπεται, ότι θα γίνεται αυτό και μάλιστα χωρίς διερμηνέα;
Φυσικά η αυθαίρετη υπόθεση ότι χωρίς την ως άνω βεβαίωση, η οποία δεν είναι ρεαλιστικό να ληφθεί, ο αιτών απλά εκμεταλλεύεται το σύστημα είναι τουλάχιστον απαράδεκτη.
Η εκπλήρωση των υποχρεώσεων της παρ. 3 εκ μέρους των αιτούντων διεθνή προστασία κρίνεται πρακτικά ανέφικτη, δεδομένης της αδυναμίας των ήδη βεβαρημένων εμπλεκόμενων φορέων (Προϊστάμενος Δομής Υποδοχής ή Φιλοξενίας, ΚΕΠ, αστυνομικά τμήματα) να χορηγήσουν τις προβλεπόμενες βεβαιώσεις και μάλιστα εντός των εξαιρετικά σύντομων προθεσμιών προσδιορισμού της συζήτησης των προσφυγών. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η ημερομηνία συζήτησης προσφυγής στη διαδικασία συνόρων του άρθρ. 90, παρ. 3 προσδιορίζεται εντός 3 ημερών από την κατάθεση της προσφυγής και, συνεπώς, δύναται να προσδιοριστεί ακόμα και την αμέσως επομένη της κατάθεσης της προσφυγής, καθιστώντας στην πράξη αδύνατη την αποστολή της σχετικής βεβαίωσης της Δομής Υποδοχής και Φιλοξενίας έως την προτεραία της συζήτησης.
Επιπλέον, δεν είναι σαφές σε τι συνίσταται η «βεβαίωση του οικείου αστυνομικού τμήματος ή του Κέντρου Εξυπηρέτησης Πολιτών της περιοχής όπου διαμένουν περί αυτοπρόσωπης παρουσίας τους κατά την ημερομηνία της συζήτησης στης προσφυγής» καθώς και η προθεσμία εντός της οποίας η σχετική βεβαίωση πρέπει να αποσταλεί στην Αρχή Προσφυγών.
Δέον επίσης ληφθεί υπόψη ότι, στην πράξη, ο μόνος διαθέσιμος για τους αιτούντες τρόπος αποστολής των σχετικών εγγράφων στην Αρχή Προσφυγών είναι μέσω των Περιφερειακών Γραφείων Ασύλου. Ωστόσο, συχνά οι Δομές Υποδοχής και Φιλοξενίας βρίσκονται πολύ μακριά από τα ΠΓΑ, ενώ, ταυτόχρονα, μια τέτοια ρύθμιση είναι βέβαιο ότι θα αυξήσει υπέρμετρα τον φόρτο εργασίας της Υπηρεσίας Ασύλου. Παράλληλα, ωστόσο, κρίνεται και περιττή, ιδίως δεδομένης της υποχρέωσης ανανέωσης των δελτίων σε εξαιρετικά σύντομα διαστήματα, από την οποία τεκμαίρεται και το ενδιαφέρον των αιτούντων για τη συνέχιση της διαδικασίας. Άλλωστε, δεν είναι σαφές για ποιο λόγο η μη αυτοπρόσωπη εμφάνιση/αποστολή των σχετικών βεβαιώσεων συνιστά «παρεμπόδιση της απρόσκοπτης ολοκλήρωσης των διαδικασιών εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας» (σελ. 33 της Αιτιολογικής Έκθεσης), από τη στιγμή που μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις προβλέπεται η προφορική ακρόαση του προσφεύγοντος.
Σχετικά με την παράγραφο 3: Ποιός θα είναι ο Προϊστάμενος της Δομής Υποδοχής ή Φιλοξενίας; Μέχρι στιγμής μόνο στον Ελαιώνα έχει οριστεί Προϊστάμενος.
Σε καμία περίπτωση δε μπορεί να παίζει τον ρόλο του Προϊσταμένου οι ΜΚΟ που διαχειρίζονται τις Δομές.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, είναι υποχρέωση του αιτούντος να είναι παρών σε όλα τα στάδια της διαδικασίας ενώπιον των αρχών. Σε περίπτωση προσφυγής, ο αιτών πρέπει να παρίσταται ενώπιον της επιτροπής, εκτός εάν παραμένει στις εγκαταστάσεις υποδοχής εκτός Αττικής. Σε αυτή την περίπτωση, απαιτείται η πιστοποίηση από τον διαχειριστή της μονάδας. Εάν επιβληθεί περιορισμός κινήσεων του αιτούντος, απαιτείται πιστοποίηση από την αστυνομία ενώ οι περιπτώσεις αδυναμίας παρουσίας λόγω ανωτέρας βίας πρέπει να αποδεικνύονται γραπτώς.
Όλα αυτά τα υπερβολικά υψηλά εμόδια για ανθρώπους που έρχονται από ξένη χώρα συχνά ευάλωτοι, και όχι πάντα σε ορθή και έγκαιρη ενημέρωση οδηγούν με βεβαιότητα σε αποβολή από τις διαδικασίες των αιτούντων για καθαρά διαδικαστικούς λόγους και εμποδίζουν πρακτικά το δικαίωμα της πραγματικής και αποτλεσματικής προσφυγής τους, τουλάχιστον από την επίδοση της απόφασης απόρριψης και μετά.Για το λόγο αυτό θα είναι εκτεθειμένες σε αιτήσεις ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικράτειας.
Παράλληλα απιτείται πολύ γραφειοκρατική εργασία από τις διάφορες υπηρεσίες που είναι απίθανο ότι θα μπορεί να δικεπραιώνεται έγκαιρα και ορθά με αποτέλεσμα πιθανές καθυστερήσεις στη διαδικασία μέχρι να γίνεται η αλληλογραφία των υπηρεσιών και να εξεσφαλίζονται τα ως άνω έγγραφα, όπου απαιτούνται.
Οι αιτούντες και τα προστατευόμενα μέλη τους πρέπει να υποχρεούνται να αποδέχονται
– εξέταση DNA /rapid DNA πχ για την επιβεβαίωση πατρότητας των συνοδευόμενων ανηλίκων
– εξέταση που θα διαπιστώνει την πραγματική τους ηλικία, ειδικά όταν δηλώνουν ανήλικοι
– ενδεχομένως εξέταση ελέγχου αληθείας/ψέματος
σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας & ακόμα και μετά ενδεχόμενη παροχή προστασίας αν η Πολιτεία αποφασίσει πως χρειάζεται (επαν-)έλεγχος.
Η παράγραφος 1 του άρθρου 72 αναφέρεται σε ζητήματα ιατρικών εξετάσεων. Στους πληρεξούσιους δικηγόρους ή εξουσιοδοτημένους συμβούλους ή άλλα πρόσωπα αναφέρεται η παράγραφος 1 του άρθρου 71.