1. Οι αιτούντες κρατούνται στους χώρους κράτησης που προβλέπονται στο άρθρο 31 του ν. 3907/2011.
2. Οι αρμόδιες Αρχές μεριμνούν ώστε οι αιτούντες να κρατούνται κατά κανόνα σε ειδικές εγκαταστάσεις, χωριστά από κρατούμενους του κοινού ποινικού δικαίου και στο μέτρο του δυνατού, χωριστά από άλλους πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που δεν έχουν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, οι αρμόδιες Αρχές διασφαλίζουν ότι οι συνθήκες κράτησης πληρούν τις λοιπές προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.
3. Οι αιτούντες που τελούν υπό κράτηση έχουν πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους.
4. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα που εκπροσωπούν την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, καθώς και οι οργανώσεις, οι οποίες βάσει ειδικής συμφωνίας ενεργούν για λογαριασμό της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, να έχουν δυνατότητα επικοινωνίας και να μπορούν να επισκέπτονται τους αιτούντες υπό κράτηση, υπό συνθήκες που δεν θίγουν τον ιδιωτικό βίο των κρατούμενων,
5. Οι αρμόδιες Αρχές μεριμνούν ώστε (α) να γίνεται πλήρως σεβαστή η ιδιωτική ζωή των οικογενειών που κρατούνται, (β) να διασφαλίζεται η δυνατότητα των μελών της οικογένειας, του εκπροσώπου, των νομικών συμβούλων ή συνηγόρων να επισκέπτονται και να επικοινωνούν με τους αιτούντες, καθώς και η δυνατότητα πρόσβασης δημόσιων φορέων και πιστοποιημένων κοινωνικών φορέων, προκειμένου να παράσχουν στους κρατούμενους αιτούντες και ιδιαίτερα στις περιπτώσεις ευάλωτων προσώπων και ατόμων με ειδικές ανάγκες υποδοχής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 58, νομικές, ψυχοκοινωνικές και ιατρικές υπηρεσίες, υπό συνθήκες που δεν θίγουν τον ιδιωτικό τους βίο. Περιορισμοί στην πρόσβαση αυτή μπορούν να τίθενται μόνο όταν συντρέχουν αντικειμενικοί λόγοι για την τήρηση της ασφάλειας και της δημόσιας τάξης ή την ομαλή διοικητική διαχείριση των εγκαταστάσεων κράτησης, που όμως δεν μπορούν να καθιστούν υπερβολικά δυσχερή ή αδύνατη την πρόσβαση αυτή.
6. Οι αιτούντες που τελούν υπό κράτηση ενημερώνονται συστηματικά για τους κανόνες που εφαρμόζονται στην εγκατάσταση εντός της οποίας κρατούνται, καθώς και για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους σε γλώσσα που ευλόγως εικάζεται ότι κατανοούν σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 43. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να παρεκκλίνουν από την υποχρέωση αυτή σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και για εύλογη περίοδο η οποία είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, όταν ο αιτών κρατείται σε συνοριακό φυλάκιο ή σε ζώνη διέλευσης, εφόσον όμως δεν εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 90 του παρόντος.
7. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν (α) για την παροχή στους αιτούντες κατά την διάρκεια της κράτησης της προσήκουσας ιατρικής φροντίδας και (β) για την διασφάλιση του δικαιώματος των αιτούντων για νομική εκπροσώπηση.
Κρίνεται αναγκαία η ρητή απαγόρευση της κράτησης των αιτούντων άσυλο με πρόσωπα που κρατούνται βάσει του κοινού ποινικού δικαίου στην παρ. 2, καθώς και η διασφάλιση της σταθερής πρόσβασης των αιτούντων σε υπαίθριους χώρους στην παρ. 3.
Επίσης, όσον αφορά την παρ. 7, συνίσταται επαναφορά της προηγούμενης διατύπωσης στο αρ. 46, παρ. 10, περ. δ΄ και ε΄ Ν 4375/2016, σύμφωνα με την οποία οι αρχές παρέχουν την προσήκουσα ιατρική φροντίδα και διασφαλίζουν το δικαίωμα στη νομική εκπροσώπηση, όχι απλώς μεριμνούν για την παροχή αυτών.
Παρατηρείται σοβαρή υποχώρηση των δικαιωμάτων των κρατουμένων αιτούντων διεθνή προστασία σε σχέση με τον ισχύοντα νόμο στην παράγραφο 6.Οι αιτούντες που τελούν υπό κράτηση ενημερώνονται «σε γλώσσα που ευλόγως εικάζεται ότι κατανοούν». Από ποιόν και με ποιά κριτήρια εικάζεται, δε διευκρινίζεται.
Επίσης»σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και για εύλογη περίοδο η οποία είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, όταν ο αιτών κρατείται σε συνοριακό φυλάκιο ή σε ζώνη διέλευσης» μπορεί να μην ενημερώνεται.Αυτή η ΠΡόβλεψη μπορεί να παραβλάψει π.χ. το δικαίωμα στην άσκηση προσφυγής ή την εμφάνιση στις αρχές που απαιτείται από άλλες διατάξεις και να οδηγήσει τον αιτούντα εκτός διαδικασίας διεθνούς προστασίας χωρίς υπαιτιότητά του. Συνεπώς, πρέπει να απαλειφθούν οι ως άνω προβληματικές διατάξεις.Η σχετική κοινοτική οδηγία προβλέπει μεν αντίστοιχες διατυπώσεις με την προτεινόμενη ρύθμιση αλλά το κράτος μέλος υποχρεούται να τς διευκρινήσει επαρκώς και όχι απλώς να αντιγράφει την ασαφή διατύπωση της οδηγίας αλλιώς η μεταφορά της οδηγίας στο ελληνικό δίκαιο δεν είναι ορθή.
6. «σε γλώσσα που ευλόγως εικάζεται ότι κατανοούν»: ποιος θα είναι ο αρμόδιος να εικάσει τη γλώσσα που οι αιτούσες/αιτούντες κρατούμενες/οι κατανοούν;