ΜΕΡΟΣ Β’ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’ Άρθρο 39 Γενικές Διατάξεις για τις Διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης

 

1. Σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης υποβάλλονται όλοι οι πολίτες τρίτων χωρών και οι ανιθαγενείς που εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη χώρα, ή διαμένουν χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στην Ελλάδα και δεν αποδεικνύουν την ιθαγένεια και την ταυτότητά τους με έγγραφο δημόσιας αρχής. Τα πρόσωπα αυτά οδηγούνται άμεσα με ευθύνη των αστυνομικών ή λιμενικών αρχών που επιλαμβάνονται αρμοδίως, σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Η μεταφορά μπορεί να πραγματοποιηθεί και με μέριμνα της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, σε περίπτωση αδυναμίας των αρμόδιων αστυνομικών ή λιμενικών αρχών ή προκειμένου για την ταχεία και προσήκουσα μεταφορά προσώπων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση (δ) της παραγράφου 5.
2. Οι διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης διακρίνονται σε πέντε στάδια: (α) «Ενημέρωσης», (β) «Υπαγωγής», (γ) «Καταγραφής και Ιατρικού Ελέγχου», (δ) «Παραπομπής σε διαδικασία υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας», (ε) «Περαιτέρω παραπομπής και μετακίνησης».
3. Κατά το πρώτο στάδιο «Ενημέρωσης» οι πολίτες τρίτης χώρας ή ανιθαγενείς ενημερώνονται από το Κλιμάκιο Ενημέρωσης του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης ή σε περίπτωση μαζικών αφίξεων από άλλες αρχές, σε γλώσσα που κατανοούν , με απλό και προσιτό τρόπο, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 43:
(α) για τα δικαιώματά τους και τις υποχρεώσεις τους κατά το στάδιο της υποδοχής και τις συνέπειες μη τήρησης των υποχρεώσεων αυτών κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 10 και στο άρθρο 57,
(β) για την πιθανότητα μεταφοράς τους σε άλλες δομές κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 7, τους λόγους της μεταφοράς και τις συνέπειες της για αυτούς,
(γ) για τη δυνατότητά τους να αιτηθούν διεθνούς προστασίας,
(δ) για τα δικαιώματά τους και τις υποχρεώσεις τους κατά την διαδικασία εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας και τις συνέπειες μη τήρησης των υποχρεώσεων αυτών,
(ε) για την δυνατότητα υπαγωγής σε πρόγραμμα εθελούσιας επιστροφής,
(στ) Για τους όρους και τις προϋποθέσεις του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του Κέντρου,
(ζ) για τα δικαιώματά τους σύμφωνα με την περίπτωση (β) της παραγράφου 4,
(η) για την διαδικασία χορήγησης δελτίου αιτήσαντος ασύλου σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 4.
4. Κατά το δεύτερο στάδιο «Υπαγωγής» οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που εισέρχονται στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης:
(α) υπάγονται στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, τελώντας σε καθεστώς περιορισμού της ελευθερίας τους εντός του Κέντρου, με απόφαση του Διοικητή του, η οποία εκδίδεται εντός πέντε (5) ημερών από την είσοδό τους. Εφόσον με την παρέλευση του πενθήμερου δεν έχουν ολοκληρωθεί οι ως άνω διαδικασίες, ο Διοικητής του Κέντρου μπορεί, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 46, να αποφασίζει την παράταση του περιορισμού της ελευθερίας των ανωτέρω προσώπων έως την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών για επιπλέον διάστημα που δεν υπερβαίνει συνολικά τις είκοσι πέντε (25) ημέρες από την είσοδο στο Κέντρο. Στο πλαίσιο των ως άνω διαδικασιών λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τα αναφερόμενα στην περίπτωση (δ) της παραγράφου 4 πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες και ειδικότερα για τους ασυνόδευτους ανηλίκους. Ο περιορισμός της ελευθερίας συνεπάγεται την απαγόρευση εξόδου από το Κέντρο και την παραμονή στους χώρους του σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του Κέντρου. Κατ’ εξαίρεση και για σοβαρούς λόγους υγείας του παραμένοντος στο Κέντρο ή μέλους της οικογένειάς του, ο Διοικητής δύναται να χορηγήσει άδεια προσωρινής εξόδου από τις παραπάνω εγκαταστάσεις. Η απόφαση παράτασης του περιορισμού της ελευθερίας για τις ανάγκες της ολοκλήρωσης των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης κατά τους όρους της περίπτωσης αυτής περιέχει πραγματική και νομική αιτιολόγηση και είναι έγγραφη,
(β) Ο πολίτης τρίτης χώρας ή ανιθαγενής που τελεί υπό περιορισμό της ελευθερίας του, παράλληλα με τα δικαιώματα που έχει σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, μπορεί να προβάλει και αντιρρήσεις κατά της απόφασης παράτασης του περιορισμού της ελευθερίας του ενώπιον του Προέδρου ή του υπ’ αυτού οριζόμενου Πρωτοδίκη του Διοικητικού Πρωτοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου λειτουργεί το Κέντρο. Κατά τα λοιπά, για τη διαδικασία των αντιρρήσεων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 76 του ν. 3386/2005 (Α 212), όπως ισχύει. Η απόφαση επί των αντιρρήσεων μπορεί να ανακληθεί, ύστερα από αίτηση του αντιλέγοντος, αν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία, κατ’ εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 205 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Εάν διαπιστωθεί ότι ο περιορισμός της ελευθερίας δεν είναι νόμιμος, με την ίδια απόφαση διατάσσονται από το δικαστή τα κατάλληλα εναλλακτικά του περιορισμού της ελευθερίας μέτρα.
(γ) Οι αιτούντες διεθνή προστασία δύνανται να παραμένουν στις εγκαταστάσεις για όσο χρόνο διαρκεί η διαδικασία εξέτασης της αίτησης τους, εφόσον το χρονικό διάστημα της παραμονής τους στο Κέντρο δεν υπερβαίνει συνολικά τις είκοσι πέντε ημέρες από την είσοδό τους στο κέντρο. Αν μετά την παρέλευση του χρονικού αυτού διαστήματος δεν έχει περατωθεί η εξέταση της αίτησης, το αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου χορηγεί στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με το άρθρο 70, δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία και αίρεται ο περιορισμός της ελευθερίας υπό την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 46 του παρόντος.
5. Το τρίτο στάδιο «Καταγραφής και Ιατρικού Ελέγχου» περιλαμβάνει:
α) την καταγραφή των προσωπικών στοιχείων τους και τη λήψη και καταχώριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων όσων έχουν συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας τους,
β) την εξακρίβωση της ταυτότητας και της ιθαγένειάς τους,
γ) τον ιατρικό τους έλεγχο και την παροχή της τυχόν αναγκαίας περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης,
δ) την μέριμνα για όσους ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, ώστε να τους παρασχεθεί εξειδικευμένη φροντίδα και προστασία. Ως ευάλωτες ομάδες νοούνται για τις ανάγκες του παρόντος: οι ανήλικοι ασυνόδευτοι ή μη, τα άτομα με ειδικές ανάγκες, οι ηλικιωμένοι, οι εγκυμονούσες, οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα παιδιά, τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, τα άτομα με σοβαρές ασθένειες, τα άτομα με πνευματικές διαταραχές και τα άτομα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές ψυχολογικής, φυσικής ή σεξουαλικής βίας, όπως τα θύματα ακρωτηριασμού των γεννητικών οργάνων. Ειδικότερα, ο Διοικητής του Κέντρου ή της Μονάδας, ύστερα από ειδικώς αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου ιατρικού προσωπικού του Κέντρου κατά το άρθρο 72, παραπέμπει τα πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες στον αρμόδιο κατά περίπτωση δημόσιο φορέα κοινωνικής στήριξης ή προστασίας. Αντίγραφο του φακέλου ιατρικού ελέγχου και της ψυχοκοινωνικής υποστήριξης αποστέλλεται στον προϊστάμενο του κατά περίπτωση φορέα στο οποίο διαμένουν ή παραπέμπονται. Σε κάθε περίπτωση διασφαλίζεται η συνέχεια της θεραπευτικής αγωγής στις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται. Η διαπίστωση ότι ένα άτομο ανήκει σε ευάλωτη ομάδα έχει ως μόνη συνέπεια την άμεση κάλυψη των ιδιαίτερων αναγκών υποδοχής του ατόμου αυτού και την κατ’ απόλυτη προτεραιότητα εξέταση της αίτησής του,
ε) την ιδιαίτερη μέριμνα για την κάλυψη των ιδιαίτερων αναγκών οικογενειών με παιδιά κάτω των 14 ετών και ιδίως νηπιακής και βρεφικής ηλικίας,
στ) την παραπομπή με απόφαση του Διοικητή του Κέντρου, σε περίπτωση που ανακύπτει αμφιβολία σχετικά με την ανηλικότητα πολίτη τρίτης χώρας ή ανιθαγενούς, σε διαδικασία διαπίστωσης ανηλικότητας σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Σε κάθε περίπτωση, μέχρι την έκδοση πορίσματος περί της ηλικίας του, το πρόσωπο θεωρείται ανήλικος και τυγχάνει αντίστοιχης μεταχείρισης. Η διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου κινείται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας και αν ανακύψει αμφιβολία για την ανηλικότητα του προσώπου.
6. Κατά το τέταρτο στάδιο «Παραπομπής σε διαδικασία υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας»:
α) οι πολίτες τρίτης χώρας ή ανιθαγενείς που επιθυμούν να υπαχθούν σε καθεστώς διεθνούς προστασίας παραπέμπονται στο κατά τόπο αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου, Κλιμάκιο του οποίου μπορεί να λειτουργεί στο Κέντρο.
β) Η παραλαβή των αιτήσεων και οι συνεντεύξεις των αιτούντων μπορούν να πραγματοποιούνται εντός των εγκαταστάσεων του Κέντρου, σε χώρο που να διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα. Σε κάθε στάδιο των διαδικασιών, η υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας υποχρεώνει στο διαχωρισμό του αιτούντος από τους υπόλοιπους που διαμένουν στο Κέντρο, υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 4 και την παραπομπή του σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας.
γ) Κατά την υποβολή των αιτήσεων διεθνούς προστασίας, ιδίως στα σύνορα, Ειδικά Κλιμάκια Ταχείας Συνδρομής της Υπηρεσίας Ασύλου, που συγκροτούνται με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου και αποτελούνται από ικανό αριθμό χειριστών καθώς και διοικητικό προσωπικό της Υπηρεσίας Ασύλου, προβαίνουν σε διαχωρισμό των αιτήσεων ανά χώρα καταγωγής. Στη συνέχεια με βάση το σύνολο των προβαλλόμενων κατά την καταγραφή της αίτησης διεθνούς προστασίας ισχυρισμών σύμφωνα με το άρθρο 65 και των επί αυτών τυχόν προσκομισθέντων στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 4, προβαίνουν ανά χώρα καταγωγής σε προτεραιοποίηση της εξέτασης των αιτήσεων σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 83:
1) Κατ’ απόλυτη προτεραιότητα εξετάζονται αιτήσεις διεθνούς προστασίας όταν συντρέχουν οι περιστάσεις (αα) της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 10 του άρθρου 39, (ββ) της παραγράφου 8 του άρθρου 46. Στις περιπτώσεις αυτές οι αιτήσεις παραπέμπονται προς περαιτέρω εξέταση άμεσα και η διαδικασία εξέτασης ολοκληρώνεται σε 15 ημέρες.
2) Κατά προτεραιότητα εξετάζονται αιτήσεις διεθνούς προστασίας όταν (αα) ο αιτών ανήκει στην κατηγορία των ευάλωτων προσώπων σύμφωνα με την παράγραφο 4, εφόσον τελεί σε καθεστώς περιορισμού της ελευθερίας σύμφωνα με την παράγραφο 3,
(ββ) ο αιτών υποβάλλει αίτηση βάσει του άρθρου 90 (διαδικασία στα σύνορα) ευρισκόμενος σε ζώνες διέλευσης λιμένων ή αερολιμένων της χώρας,
(γγ) ο αιτών ενδέχεται να υπαχθεί στις διαδικασίες του Κανονισμού (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ή εφόσον άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. έχει χορηγήσει στον αιτούντα καθεστώς διεθνούς προστασίας ή άλλο κράτος που δεσμεύεται από τον Κανονισμό (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου έχει αναλάβει την ευθύνη εξέτασης της σχετικής αίτησης, κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού αυτού,
(δδ) ο αιτών, κατά την υποβολή της αίτησης και τη διεξαγωγή της συνέντευξης, κάνει επίκληση λόγων που προδήλως δεν συνάδουν με την ιδιότητα του πρόσφυγα ή του δικαιούχου επικουρικής προστασίας,
(εε) ο αιτών προέρχεται από ασφαλή χώρα καταγωγής σύμφωνα με το άρθρο 87, ή ασφαλή τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 86,
(στστ) ο αιτών έχει παρουσιάσει προδήλως ασυνεπείς και αντιφατικές πληροφορίες ή σαφώς ψευδείς ή προφανώς απίθανες πληροφορίες, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με επαρκώς τεκμηριωμένες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής, καθιστώντας έτσι σαφώς μη πειστική τη δήλωσή του ως προς το εάν πληροί τους προϋποθέσεις που απαιτούνται για το χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας δυνάμει του παρόντος νόμου,
(ζζ) ο αιτών παραπλάνησε τους Αρχές με την παρουσίαση ψευδών πληροφοριών ή εγγράφων ή με την απόκρυψη σχετικών πληροφοριών ή εγγράφων όσον αφορά την ταυτότητα ή/και την εθνικότητά του, που μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την απόφαση,
(ηη) είναι πιθανόν ότι ο αιτών έχει καταστρέψει ή πετάξει κακόπιστα έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδιωτικό έγγραφο που θα βοηθούσε στον προσδιορισμό της ταυτότητας ή της ιθαγένειάς του,
(θθ) ο αιτών έχει υποβάλει την αίτηση μόνο για να καθυστερήσει ή να εμποδίσει την εκτέλεση προγενέστερης ή επικείμενης απόφασης απέλασης ή με άλλο τρόπο απομάκρυνσής του,
(ιι) ο αιτών αρνείται να συμμορφωθεί με την υποχρέωση λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων του, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 603/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013,
(ιαια) ο αιτών εισήλθε παράνομα στη χώρα ή παρέτεινε παράνομα τη διαμονή του και, χωρίς σοβαρό λόγο, δεν παρουσιάσθηκε στις αρχές ή δεν υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία το συντομότερο δυνατό, δεδομένων των συνθηκών της εισόδου του,
(ιβιβ) ο αιτών ενδέχεται για σοβαρούς λόγους, να θεωρείται ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη ή είχε κατά το παρελθόν απελαθεί για λόγους εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης,
(ιγιγ) ο αιτών έχει υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας, η οποία είναι απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 89,
δ) Η διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου ολοκληρώνεται υποχρεωτικά κατά την ημέρα της οριστικής καταγραφής και σε περίπτωση μεγάλου αριθμού αιτήσεων δεν δύναται να παραταθεί πέραν των 5 εργάσιμων ημερών. Οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας εξετάζονται εν συνεχεία με βάση την προτεραιοποίηση αυτή.
ε) Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας του προηγούμενου εδαφίου, τα Ειδικά κλιμάκια Ταχείας Συνδρομής της Υπηρεσίας Ασύλου με την συμμετοχή του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης ενημερώνουν τους αιτούντες για το αποτέλεσμα της διαδικασίας του προηγούμενου εδάφιου, για τον χρόνο που εκτιμάται ότι θα εκδοθεί η απόφαση, για το δικαίωμα παραμονής ιδίως σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης. Ιδιαίτερη πληροφόρηση παρέχεται για τη διαδικασία υπαγωγής σε πρόγραμμα εθελούσιας επιστροφής. Οι ως άνω πληροφορίες μπορούν να παρέχονται και εγγράφως στην γλώσσα που κατανοούν οι αιτούντες, με απλό και προσιτό τρόπο, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 43.
7. Κατά το πέμπτο στάδιο της «Περαιτέρω παραπομπής και μετακίνησης»
α) ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης στα σύνορα της χώρας, λόγω επειγουσών αναγκών εξαιτίας αύξησης αφίξεων ή για την προσήκουσα ολοκλήρωση των διαδικασιών των προηγούμενων παραγράφων και ιδίως σε περίπτωση προσώπων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, με απόφασή του δύναται να παραπέμπει τον πολίτη τρίτης χώρας ή ανιθαγενή σε Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης στην ενδοχώρα ή να ορίζει την παραμονή σε άλλες κατάλληλες δομές, για τη συνέχιση και την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποδοχής και ταυτοποίησης. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται και οι λεπτομέρειες της μεταφοράς των πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών μεταξύ των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης,
β) ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης με απόφαση του παραπέμπει τους πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις περί χορήγησης διεθνούς προστασίας ή άλλης μορφής προστασίας και οι οποίοι δεν έχουν τίτλο νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα ή τους πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς των οποίων η αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε στον πρώτο βαθμό ενόσω παραμένουν στο Κέντρο, στις αρμόδιες υπηρεσίες για την υπαγωγή σε διαδικασίες επανεισδοχής ή επιστροφής ή απέλασης,
γ) ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης με απόφαση του παραπέμπει τους υπηκόους τρίτης χώρας ή ανιθαγενείς σε βάρος των οποίων έχει εκδοθεί απόφαση κράτησης κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 46 στα Κλειστά Κέντρα Υποδοχής,
δ) Ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης παραπέμπει με μέριμνα της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης τους αιτούντες διεθνή προστασία, μετά την παρέλευση του χρονικού διαστήματος που προβλέπεται στην παράγραφο 4 και εφόσον δεν έχει περατωθεί η διαδικασία της εξέτασης της αίτησής τους, σε κατάλληλη δομή για την προσωρινή υποδοχή τους.
8. Καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης ο Διοικητής και το προσωπικό του Κέντρου μεριμνούν, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ανά περίπτωση, ώστε οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς:
α) να τελούν υπό αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης,
β) να διατηρούν την οικογενειακή τους ενότητα,
γ) να έχουν πρόσβαση σε επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή ή ψυχοκοινωνική στήριξη,
δ) να τυγχάνουν, εφόσον ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, της κατάλληλης κατά περίπτωση μεταχείρισης, ιδίως εφόσον είναι ασυνόδευτοι ανήλικοι, καθώς και να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα ώστε να εξασφαλίζεται στο μέτρο του δυνατού ότι τα πρόσωπα αυτά παραμένουν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε ιδιαίτερους χώρους, μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης,
ε) να ενημερώνονται επαρκώς για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους,
στ) να έχουν πρόσβαση σε καθοδήγηση και νομική συμβουλή και συνδρομή σχετικά με την κατάστασή τους,
ζ) να διατηρούν επαφή με φορείς και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της μετανάστευσης και των δικαιωμάτων του ανθρώπου και παρέχουν νομική ή κοινωνική συνδρομή,
η) να έχουν δικαίωμα επικοινωνίας με τους συγγενείς και τα οικεία τους πρόσωπα.
9. Υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης δύνανται να παρέχουν συνδρομή στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους και σύμφωνα με το Γενικό Κανονισμό Λειτουργίας. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες δύναται να παρακολουθεί τις ως άνω διαδικασίες, να παρέχει πληροφορίες στους υπαγόμενους σε διαδικασία υποδοχής και ταυτοποίησης και να παρέχει κάθε συνδρομή, ανάλογα με την εντολή και τις αρμοδιότητές της. Λεπτομέρειες της συνεργασίας των προηγούμενων εδαφίων ρυθμίζονται με μνημόνια που συνάπτονται μεταξύ της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και των ως άνω φορέων.
10. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης πολίτη τρίτης χώρας ή ανιθαγενή:
α) προς τους όρους και τις προϋποθέσεις του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του Κέντρου στο οποίο διαμένει σύμφωνα με την παράγραφο 3, εφαρμόζεται το άρθρο 57,
β) προς την απόφαση μεταφοράς προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία υποδοχής και ταυτοποίησης με συνέπεια την μη δυνατότητα υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας, τεκμαίρεται ότι αυτός δεν επιθυμεί την υπαγωγή του στις διατάξεις περί χορήγησης διεθνούς προστασίας ή άλλης μορφής προστασίας, και εφόσον δεν έχει τίτλο νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα, με απόφαση του Διοικητή του Κέντρου παραπέμπεται στις αρμόδιες υπηρεσίες για την υπαγωγή του σε διαδικασίες επανεισδοχής ή επιστροφής ή απέλασης, κατά τις κείμενες διατάξεις,
γ) που έχει ήδη ασκήσει αίτηση διεθνούς προστασίας προς την απόφαση μεταφοράς προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία υποδοχής και ταυτοποίησης, εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 57 του παρόντος και αν η μη συμμόρφωση εμποδίζει την απρόσκοπτη ολοκλήρωση των διαδικασιών εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας εφαρμόζεται η περίπτωση ε’ της παραγράφου 9 του άρθρου 83 του παρόντος και η υπόθεση εξετάζεται κατά απόλυτη προτεραιότητα εντός 15 ημερών σύμφωνα με το εδάφιο (α) της παραγράφου 7 του άρθρου 83.
11. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση Κινητών Μονάδων Υποδοχής και Ταυτοποίησης

  • 21 Οκτωβρίου 2019, 16:33 | Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες

    Άρθρο 116 και 39 – Δημιουργία Κλειστών Κέντρων Υποδοχής

    Με διάταξη που προστίθεται στον ν. 4375/2016 (άρθρο 39 παρ. 7 περ. γ’ και άρθρο 116 παρ. 8 και 13) προβλέπεται η δυνατότητα της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης να ιδρύει και να λειτουργεί «κλειστές Δομές Προσωρινής Υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία και σε βάρος των οποίων εκδίδεται απόφαση κράτησης» και οι οποίες «οργανώνονται κατά το πρότυπο των Προαναχωρησιακών Κέντρων Κράτησης», ήτοι προβλέπεται ουσιαστικά η δημιουργία νέων κέντρων κράτησης, ενόψει του ότι ο περιορισμός της ελευθερίας προσώπου εντός συγκεκριμένου χώρου, χωρίς δυνατότητα εξόδου από αυτό, μετά από αποφάσεις κράτησης και περιορισμού της ελευθερίας, ισοδυναμεί με κράτηση.

  • 21 Οκτωβρίου 2019, 15:45 | Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού

    παρ. 5 σημείο στ΄ να προβλεφθεί ρητά ότι η διεξαγωγή διακρίβωσης ανηλικότητας, χωρίς να τηρείται η κείμενη νομοθεσία, μέσω της προβλεπόμενης στην ΚΥΑ 1982/16.2.2016 διαδικασίας και χωρίς να διαταχθεί από το αρμόδιο όργανο, ήτοι «τον Διοικητή του Κέντρου», να μην λαμβάνεται υπόψη από καμία Δημόσια Υπηρεσία. Στόχος να εξαλειφθούν φαινόμενα κακοδιοίκησης όπου κάθε υπάλληλος στο νοσοκομείο ή κάθε αστυνομικός υπάλληλος υποβάλλει τα παιδιά σε παρεμβατικές μεθόδους διακρίβωσης ανηλικότητας, κατά παράβαση του νόμου, χωρίς ενημέρωση του Εισαγγελέα και φυσικά χωρίς καμία συνέπεια, βλάπτοντας σε κάθε περίπτωση το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου.

  • 21 Οκτωβρίου 2019, 15:57 | DRC Greece

    Ειδικά ως προς την παράγραφο 6 ορίζεται ότι τα Ειδικά Κλιμάκια Ταχείας Συνδρομής της Υπηρεσίας Ασύλου διαχωρίζουν τις αιτήσεις ανά χώρα καταγωγής και προτεραιοποιούν την εξέτασή τους σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο συγκεκριμένο άρθρο κριτήρια. Ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα λειτουργήσει στην πράξη αυτή η προτεραιοποίηση καθώς στο εδ.2 (δδ) της παραγράφου 6 ο αιτών «κατά τη διεξαγωγή της συνέντευξης κάνει επίκληση λόγων που προδήλως δεν συνάδουν με την ιδιότητα του πρόσφυγα ή του δικαιούχου επικουρικής προστασίας» και φαίνεται ότι δεν θα είναι ομαλή η διαδικασία αλλά διακοπτόμενη και θα δημιουργήσει επιπλέον καθυστερήσεις σε ένα ήδη επιβαρυμένο σύστημα. Ομοίως στο (στστ), δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα κρίνεται ότι οι «προδήλως ασυνεπείς και αντιφατικές πληροφορίες» που θα έρχονται «σε αντίθεση με επαρκώς τεκμηριωμένες πληροφορίες για την χώρα καταγωγής» σε ποιο στάδιο και από ποιόν, στο (ηη) δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα αποδείξουν ακριβώς οι Αρχές ότι ο αιτών «πιθανόν» έχει καταστρέψει ή πετάξει κακόπιστα έγγραφα ενώ στο (ιαια) η έννοια «το συντομότερο δυνατόν» είναι αόριστη και καθίσταται προβληματική στο σημερινό πλαίσιο των μεγάλων καθυστερήσεων που παρατηρούνται στην πρόσβαση στην Υπηρεσία Ασύλου.

  • 2. Στο εδάφιο δ της παρ. 5 του άρθρου 39 να αντικατασταθεί ο εσφαλμένος όρος «άτομα με ειδικές ανάγκες» από τον συνταγματικά κατοχυρωμένο όρο «άτομα με αναπηρία» όπως αυτός απορρέει από την παρ. 6 του άρθρου 21 του Συντάγματος της Ελλάδας (2001). Στο ίδιο εδάφιο να αντικατασταθεί ο όρος «τα άτομα με πνευματικές διαταραχές» από τον «όρο νοητική και ψυχική αναπηρία» προκειμένου να εναρμονιστεί με το δικαιωματικό μοντέλο προσέγγισης της αναπηρίας, όπως αυτό κατοχυρώνεται με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, καθώς και με την ορολογία που υιοθετεί το αναπηρικό κίνημα της χώρας. Επιπροσθέτως, καθότι η αξιολόγηση της ευαλωτότητας αποτελεί κομβικό σημείο των διαδικασιών υποδοχής-ταυτοποίησης ώστε να παρασχεθεί στον πληθυσμό με αναπηρία η αναγκαία προστασία και οι αναγκαίες εγγυήσεις, προτείνουμε όπως συμπεριληφθεί στο εν λόγω άρθρο πρόβλεψη για την απασχόληση εξειδικευμένου και πλήρως καταρτισμένου σε θέματα αναπηρίας προσωπικού ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε παραβίαση των κατοχυρωμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το εθνικό και διεθνές δίκαιο, του εν λόγω πληθυσμού. Στις Τελικές Παρατηρήσεις και Συστάσεις της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες στην αρχική έκθεση της Ελλάδας κατά την 504η συνεδρίασή της, διαπιστώνεται η: «[…] ανεπάρκεια των μέτρων που έχουν ληφθεί για τον εντοπισμό των ατόμων με αναπηρία που είναι αιτούντες άσυλο, πρόσφυγες και άτομα που βρίσκονται σε καταστάσεις που προσομοιάζουν με αυτή του πρόσφυγα τα οποία φθάνουν στο συμβαλλόμενο Κράτος, καθώς επίσης και για τη διασφάλιση της πρόσβασής τους στην υγειονομική περίθαλψη, σε κατάλληλα καταλύματα, σε βασικές εγκαταστάσεις, σε προστασία και ασφάλεια, και για τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για την παροχή εξατομικευμένης στήριξης, όπως η προσωπική βοήθεια, ιδιαίτερα σε σχέση με τις γυναίκες και τα παιδιά με αναπηρία.» (παρ.15.β). Στη βάση της προαναφερθείσας διαπίστωσης η Επιτροπή συστήνει στη χώρα «[…] να διασφαλίσει άμεσα ότι η αξιολόγηση της ευαλωτότητας των ατόμων με αναπηρία, και ιδιαίτερα των παιδιών με αναπηρία, που είναι πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο και άτομα σε καταστάσεις που προσομοιάζουν με αυτή του πρόσφυγα πραγματοποιείται συστηματικά με την άφιξη τους στο συμβαλλόμενο Κράτος, από εκπαιδευμένο προσωπικό, και με βάση το δικαιωματικό μοντέλο προσέγγισης της αναπηρίας και συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ταυτοποίηση των ατόμων με αναπηρία» (16.β).
    To εδάφιο δ της παρ. 8 του άρθρου 39 να συμπληρωθεί ως ακολούθως (βλ. με έντονη γραμματοσειρά):
    «δ) να τυγχάνουν, εφόσον ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, της κατάλληλης κατά περίπτωση μεταχείρισης, ιδίως εφόσον είναι ασυνόδευτοι ανήλικοι, άτομα με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις, καθώς και να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα ώστε να εξασφαλίζεται στο μέτρο του δυνατού ότι τα πρόσωπα αυτά παραμένουν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε ιδιαίτερους και προσβάσιμους χώρους, συμπεριλαμβανομένων των χώρων διαβίωσης και όλων των εγκαταστάσεων εντός του χώρου φιλοξενίας, μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης, […]». Σύμφωνα με τις συστάσεις της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες στην αρχική έκθεση της Ελλάδας κατά την 504η συνεδρίασή της, η χώρα οφείλει: «Να διασφαλίσει την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία, και ιδίως των παιδιών με αναπηρία, που είναι πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο και άτομα σε καταστάσεις που προσομοιάζουν με αυτή του πρόσφυγα, στην κοινωνική προστασία, τις βοηθητικές τεχνολογίες, την πληροφόρηση και τις επαρκείς υπηρεσίες, και ιδιαίτερα στην ασφαλή στέγαση, σε υποδομές υγιεινής και ιατρικής φροντίδας, μέσω, μεταξύ άλλων, της παροχής εξατομικευμένης στήριξης. Να εγγυηθεί άμεσα ότι οι συνθήκες στις εγκαταστάσεις υποδοχής σέβονται την αξιοπρέπεια των ατόμων με αναπηρία, και ιδιαίτερα των παιδιών, που είναι πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο ή άτομα σε καταστάσεις που προσομοιάζουν με αυτή του πρόσφυγα, και να μεριμνά για την ομαλή μεταφορά τους στην ηπειρωτική χώρα.» (16.γ).

  • 21 Οκτωβρίου 2019, 14:43 | SolidarityNow

    Η πρόβλεψη της παραγράφου 10 ότι σε περίπτωση που οι αλλοδαποί κατά την υποδοχή δεν συμμορφώνονται στις αποφάσεις μεταφοράς τους σε άλλες δομές θα τεκμαίρεται ότι δεν επιθυμούν την υπαγωγή τους στις διατάξεις χορήγησης διεθνούς προστασίας και θα παραπέμπονται σε διαδικασίες απέλασης ή επιστροφής είναι εξαιρετικά προβληματική καθώς συνδέει τη συμμόρφωση με μια διοικητική διαδικασία με την ουσία της αίτησής του. Επιπλέον, η πρόβλεψη της περίπτωσης γ) για εξέταση των αιτήσεων όσων δεν συμμορφώθηκαν με την απόφαση μεταφοράς εντός 15 ημερών, φαίνεται να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα.

    Επίσης, στην παράγραφο 5(δ) προτείνεται διόρθωση του όρου «πνευματικές διαταραχές» με τον όρο «ψυχικές διαταραχές», συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου μετατραυματικού στρες, σύμφωνα με την επίσημη μετάφραση του όρου «mental disorders», βάσει της κλίμακας ICD10 (International Classification of Diseases Version 10 – Code F1-F99). Προτείνεται επίσης αναφορά και συμπερίληψη στην ομάδα των ευαλωτοτήτων των λεχωίδων και των θηλαζουσών. Καθώς σύμφωνα με τις οδηγίες του ΟΗΕ η προστασία των λεχωίδων τουλάχιστον επί δίμηνο από τον τοκετό είναι επιβεβλημένη. Επίσης επιβεβλημένη είναι και η προστασία των αποκλειστικά θηλαζουσών γυναικών. Κατά τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, την UNICEF, κυρίως όμως σύμφωνα με την ερμηνεία των άρθρων 3, 4, 5, 18, 22, 24 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού ο αποκλειστικός θηλασμός συνιστάται για τους πρώτους 6 μήνες της ζωής του βρέφους.

  • 21 Οκτωβρίου 2019, 14:06 | HIAS ΕΛΛΑΔΟΣ

    Απαραίτητο να προσδιοριστούν τα κριτήρια βάσει των οποίων δύναται να θεωρηθεί ότι «είναι πιθανόν ότι ο αιτών έχει καταστρέψει ή πετάξει κακόπιστα έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδιωτικό έγγραφο που θα βοηθούσε στον προσδιορισμό τους ταυτότητας ή τους ιθαγένειάς του», ή ότι «ο αιτών έχει υποβάλει την αίτηση μόνο για να καθυστερήσει ή να εμποδίσει την εκτέλεση προγενέστερης ή επικείμενης απόφασης απέλασης ή με άλλο τρόπο απομάκρυνσής του».
    Επίσης, προβληματική η παράγραφος 7(β), σύμφωνα με την οποία «πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς των οποίων η αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε στον πρώτο βαθμό ενόσω παραμένουν στο Κέντρο» παραπέμπονται σε διαδικασίες επανεισδοχής ή επιστροφής ή απέλασης, ιδίως όταν η προσφυγή έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

  • 5δ: Καταρχάς, υπάρχει ανάγκη επεξήγησης του όρου «πνευματικές διαταραχές».

    Αφετέρου, ανάγκη ρητής αναφοράς και συμπερίληψης της διαταραχής μετατραυματικού στρες (PTSD; Post-Traumatic Stress Disorder) στην ομάδα των ευαλωτοτήτων με στόχο τη διασφάλιση της ψυχικής ακεραιότητας των αιτούντων άσυλο που εμφανίζουν την εν λόγω διαταραχή.

    Μέχρι σήμερα, υπάρχουν σημαντικά επιστημονικά δεδομένα, τα οποία υποδηλώνουν πως οι άνθρωποι, που έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις χώρες τους εξαιτίας ένοπλων συγκρούσεων, διώξεων ή/και απειλών εξαιτίας πολιτικών επιλογών, σεξουαλικού προσανατολισμού ή πολιτισμικού, φυλετικού και θρησκευτικού υπόβαθρου, είναι πιο πιθανό να εκτεθούν σε τραυματικά γεγονότα και επομένως να παρουσιάσουν ψυχικές διαταραχές (WHO, 2018) .
    Η διαταραχή μετατραυματικού στρες αποτελεί μία ψυχική διαταραχή, η οποία μπορεί να εμφανιστεί ως αποτέλεσμα της έκθεσης σε ένα ή περισσότερα εξαιρετικά στρεσογόνα γεγονότα. Η PTSD θεωρείται μια φυσιολογική αντίδραση σε ένα μη φυσιολογικό γεγονός. Το «τραυματικό γεγονός» αποτελεί μια κατάσταση ιδιαίτερη, μοναδική και έντονη, στην οποία το άτομο δε μπορεί να ανταποκριθεί συναισθηματικά, γνωστικά και συμπεριφορικά. Αρκετά επιδημιολογικά στοιχεία δείχνουν πως πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο βιώνουν σε μεγαλύτερο βαθμό σημαντικές απώλειες και εξαιρετικά στρεσογόνα γεγονότα, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά την μετακίνησή τους (Priebe et al.,2016) . Μερικά παραδείγματα τέτοιων τραυματικών γεγονότων στον συγκεκριμένο πληθυσμό αποτελούν τα βασανιστήρια, η απάνθρωπη μεταχείριση, οι ένοπλες συρράξεις, η σεξουαλική ή σωματική κακοποίηση, η φυλάκιση, οι δολοφονίες αγαπημένων προσώπων κ.α.

    Από τα πλέον συνήθη συμπτώματα είναι η αίσθηση αναβίωσης του τραυματικού γεγονότος. Οι πάσχοντες υποφέρουν από διεισδυτικές μνήμες, σκέψεις ή εφιάλτες που συνδέονται με την τραυματική εμπειρία και αποσυνδετικές αντιδράσεις, κατά τις οποίες νιώθουν σα να ξανασυμβαίνει το τραυματικό γεγονός. Η δεύτερη κατηγορία συμπτωμάτων φορά την αποφυγή ερεθισμάτων που σχετίζονται ή υπενθυμίζουν το γεγονός. Στην «αποφυγή», το άτομο δεν είναι σε θέση να ανακαλέσει πτυχές του τραυματικού συμβάντος ή καταβάλλει προσπάθεια αποφυγής αναμνήσεων και συναφών συναισθημάτων (Κατσαβούνη & Μπεμπέτσος, 2018) . Τρίτον, τα άτομα με PTSD παρουσίαζουν μεταβολές τόσο σε γνωστικές λειτουργίες όσο και στη διάθεσή τους, όπου νιώθουν συναισθηματικό «μούδιασμα». Τέλος, παρουσιάζουν συμπτώματα υπερδιέγερσης, αδυναμίας συγκέντρωσης και διαταραχές ύπνου. Η ευερεθιστότητα που βιώνουν μπορεί να εκφραστεί με λεκτική ή σωματική επιθετική συμπεριφορά προς τον εαυτό ή άλλους.

    Έρευνες στο συγκεκριμένο πεδίο δείχνουν πως υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στο τραύμα πριν τη μετανάστευση και την ψυχική υγεία κατά την μετεγκατάσταση (Silove et al., 1999 ; Steel et al., 2002 ). Οι πρόσφυγες, γυναίκες και άντρες, φαίνεται να βιώνουν μεγαλύτερα επίπεδα ψυχολογικού και κοινωνικού στρες, τα οποία συμβάλουν στη συχνότερη εμφάνιση των διαταραχών μετατραυματικού στρες, κατάθλιψης, και άγχους (Turrini et al.,2017 ). Συγκεκριμένα, το ποσοστό των προσφύγων που βιώνουν PTSD κυμαίνεται μεταξύ 30% – 80%, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από αυτό του γενικού πληθυσμού, το οποίο ανέρχεται μόλις στο 8% (Suhaiban, Grasser & Javanbakht, 2019) .

    Στα παραπάνω ερευνητικά δεδομένα, έρχεται να προστεθεί και η εμπειρία μας στο πεδίο και συγκεκριμένα στην παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας σε διαμένοντες στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης Λέσβου και Χίου. Κατά προσέγγιση, το 49% των ανθρώπων που υποστηρίζουμε καθημερινά στην ψυχολογική μας υπηρεσία εκδηλώνουν συμπτώματα μετατραυματικής διαταραχής (IRC MHPSS Factsheet Jan.2018-June 2019 ). Ειδικότερα, βιώνουν συχνά έντονα αποσυνδετικά συμπτώματα, δηλαδή χάνουν για κάποιο διάστημα την επαφή τους με την πραγματικότητα χωρίς να ξέρουν σε ποιά χώρα βρίσκονται ή τι μήνα έχουμε, και δυσκολεύονται να αντιληφθούν, να ερμηνεύσουν και να αξιολογήσουν οτιδήποτε συμβαίνει γύρω τους. Αυτό καθιστά αδύνατο να αντιληφθούν τις πληροφορίες που τους δίνονται για τις δαιδαλώδεις νομικές και ιατρικές διαδικασίες.

    Επιπλέον, υποφέρουν από επίμονες εικόνες του παρελθόντος, ενώ βίαια περιστατικά εντός των ΚΥΤ πυροδοτούν απρόσκλητες τραυματικές εμπειρίες, στερώντας τους την αίσθηση ασφάλειας και την ικανότητα προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Βασικές ανάγκες, όπως η λήψη τροφής από τις ουρές διανομής και η προσωπική υγιεινή δε μπορούν να εξυπηρετηθούν χωρίς τη βοήθεια κάποιου τρίτου προσώπου που θα λειτουργεί ως φροντιστής. Αν δεν υπάρχει φροντιστής, οι ωφελούμενες/οι με PTSD συχνά δεν αντέχουν τις ουρές και μπορεί να μείνουν χωρίς φαγητό ή φάρμακα. Σε συναισθηματικό επίπεδο, οι θεραπευόμενές/οί μας αναφέρουν έντονη ανασφάλεια και φόβο, με συνέπεια τη σταδιακή κοινωνική απόσυρση και περιθωριοποίηση. Το αποτέλεσμα συχνά είναι η ανάπτυξη καταθλιπτικών αισθημάτων, η απουσία ελπίδας για το μέλλον και ένα συναισθηματικό κενό που ενίοτε μπορεί να οδηγήσει στην αυτοκτονικότητα.

    Τα άτομα που λαμβάνουν τις υπηρεσίες μας και εμφανίζουν συμπτώματα PTSD εκφράζουν τη δυσκολία τους να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στη διαδικασία της ιατρικής αξιολόγησης, πολλώ δε μάλλον στη διαδικασία συνέντευξης ασύλου, καθώς οι λεπτομέρειες, οι οποίες είναι απαραίτητες να αναφερθούν, είναι πιθανόν να σχετίζονται με τις τραυματικές τους εμπειρίες. Η αδυναμία συγκέντρωσης, ως σύμπτωμα της διαταραχής, επιβαρρύνει τη μνήμη και έτσι, είναι αδύνατον να καταθέσουν τα γεγονότα, όπως συνέβησαν. Η συγκεκριμένη παρατήρηση έχει αποτυπωθεί και σε πρόσφατες μελέτες, που έχουν δείξει ότι η ύπαρξη ψυχικών διαταραχών, συμπεριλαμβανομένης της PTSD, μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στις μαρτυρίες των αιτούντων άσυλο και την ικανότητά τους να αναπτύσσουν «αξιόπιστα» νομικά/ιατρικά στοιχεία (Steel, Frommer & Silove, 2004) . Συγκεκριμένα, σε έρευνα των Graham, Herhily και Brewin το 2014, αξιολογήθηκε η ακριβεία της αυτοβιογραφικής μνήμης σε ασθενείς με PTSD, που ήταν σε διαδικασία αίτησης ασύλου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι ασθενείς με PTSD και κατάθλιψη παρουσιασίαζαν μειωμένης ακρίβειας αυτοβιογραφική μνήμη και ως εκ τούτου ήταν δυσκολότερο να αναγνωριστούν ως πρόσφυγες, δεδομένου ότι από νομικής πλευράς αυτού του είδους το έλλειμα συνδέεται με μειωμένη εγκυρότητα .

    Με βάση τα παραπάνω επιστημονικά δεδομένα και την εμπειρία μας από το πεδίο υπηρεσιών ψυχικής υγείας σε διαμένοντες στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, φαίνεται ότι διακρίνονται κάποιοι παράγοντες που λειτουργούν ως εγκλητικοί κάποιας διαταραχής. Αυτοί είναι το αρχικό τραυματικό γεγονός, το ταξίδι στην χώρα προορισμού και η μετεγκατάσταση και οι συνθήκες διαβίωσης στην χώρα υποδοχής.

    Πιστεύουμε λοιπόν, πως η συμπερίληψη της διαταραχής μετατραυματικού στην ομάδα ευάλωτοτήτων είναι ζωτικής σημασίας για:
    • την προτεραιοποίηση στις διαδικασίες που διέπουν την υποδοχή, την ταυτοποίηση, την ιατρική καταγραφή και ψυχοκοινωνική αξιολόγηση και την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας των νεοαφιχθέντων,
    • την άμεση πρόσβαση σε εξειδικευμένη υποστήριξη και την αναγκαία παραπομπή σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας,
    • την άρση του αποκλεισμού μετακίνσης, καθώς οι επισφαλείς συνθήκες διαβίωσης και ο εγλωβισμός στα Κέντρα Υποδοχής και Τυατοποίησης μπορεί να οδηγήσουν σε επανατραυματισμό και πλήρη έκπτωση της ψυχικής υγείας και της λειτουργικότητάς τους,
    • την τακτική παρακολούθηση και επαρκή υποστήριξη λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη κατάστασή της ψυχικής τους υγείας με στόχο τη διαφύλαξη της ψυχικής τους ακεραιότητας
    • την προστασία των αιτούντων άσυλο κατά τη νομική διαδικασία, καθώς αν δε ληφθεί υπόψιν η ευαλωτότητα αναμένεται ότι θα αυξηθούν οι απορριπτικές αποφάσεις κατά τη διάρκεια εξέτασης των αιτημάτων ασύλου, λόγω της δυσκολίας ανάκλησης των τραυματικών γεγονότων ή της αποτύπωσης των γεγονότων με μία διαστρεβλωμένη – κατακερματισμένη εικόνα (Herlihy και Turner, 2009)
    • την εξασφάλιση ενημέρωσης από εκπαιδευμένο προσωπικό με στόχο την καλύτερη προετοιμασία για την συνέντευξη ασύλου,
    • τη δημιουργία εύλογων προσαρμογών κατά τη διαδικασία ασύλου, με στόχο τη μείωση λήψης αρνητικών αποφάσεων λόγω μειωμένης ακρίβειας στην αυτοβιογραφική μνήμη

  • 21 Οκτωβρίου 2019, 01:31 | Έρση Κώη

    Στην παράγραφο 6 γ) 1) φαίνεται να έχει υπάρξει κάποιο πρόβλημα με την αρίθμηση των διατάξεων στις οποίες παραπέμπει. Συγκεκριμένα δε μπορώ να βρω τις περιστάσεις (αα) της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 10 του άρθρου 39, αλλά και ούτε το (ββ) της παραγράφου 8 του άρθρου 46. Προφανώς εκ παραδρομής έχουν μπει τα (αα) και (ββ) και δεν χρειάζονται.
    Στην παράγραφο 6 ορίζεται οτι τα Ειδικά Κλιμάκια Ταχείας Συνδρομής της Υπηρεσίας Ασύλου προβαίνουν σε διαχωρισμό των αιτήσεων ανά χώρα καταγωγής και προτεραιοποιούν την εξέταση των αιτήσεων σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο συγκεκριμένο άρθρο κριτήρια. Στο εδ.2 (δδ) της παραγράφου 6 ορίζεται οτι θα εξετασθεί κατά προτεραιότητα ο αιτών, (ο οποίος) κατά […] και τη διεξαγωγή της συνέντευξης κάνει επίκληση λόγων που προδήλως δεν συνάδουν με την ιδιότητα του πρόσφυγα ή του δικαιούχου επικουρικής προστασίας.
    Πώς ακριβώς θα γίνεται αυτό; Θα διακόπτει τη συνέντευξη ο χειριστής και θα φωνάζει το Ειδικό Κλιμάκιο για να τον προτεραιοποιήσει από την κανονική διαδικασία σε κατά προτεραιότητα;
    ομοίως και στο (στστ), όλες αυτοί οι προδήλως ασυνεπείς και αντιφατικές πληροφορίες, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με επαρκώς τεκμηριωμένες πληροφορίες για την χώρα καταγωγής από ποιόν και σε ποιό στάδιο θα κρίνονται; Από τον υπάλληλο που θα κάνει την καταγραφή; Σε κάποιο μεταγενέστερο στάδιο, πριν από τη συνέντευξη; Και αυτό θα γίνεται χωρίς να του δίδεται στο σημείο αυτό η δυνατότητα να αποδείξει οτι στην εξατομικευμένη περίπτωσή του, οι πληροφορίες που δίνει είναι αξιόπιστες;
    Στο (ηη) πώς ακριβώς μπορεί να αποδειχθεί με μια σχετική ασφάλεια δικαίου το ενδιάθετο φρόνημα της κακοπιστίας;
    Ομοίως στο (ιαια) είναι η έννοια «το συντομότερο δυνατόν» είναι αόριστη, ειδικά μάλιστα που ως γνωστόν και από διεθνείς εκθέσεις η πρόσβαση στην Υπηρεσία Ασύλου είναι εξόχως προβληματική.
    Με δεδομένο οτι οι προθεσμίες στις περιπτώσεις της κατά προτεραιότητας εξέτασης είναι πολύ συντετμημένες, η κρίση δύσκολα θα είναι εξατομικευμένη.

  • 20 Οκτωβρίου 2019, 16:04 | K. ΓΚΟΦΑΣ

    H καταγραφή των στοιχείων των νεοαφιχθέντων γίενται μέσα από συνθήκες μη ικανοποιητικές. Η πίεση που ασκούν οι αριθμόι των νεοαφικνυόμενων κάνουν τους καταγραφείς των συχνά να βιάζονται. Οι αιτούντες πολλές φορές δεν γνωρίζουν καν πως να δηλώσουν σωστά τα στοιχεία τους. Λχ. αιτούμενος από την Λ.Δ.ΚΟΝΚΓΟ δηλώνει «υπηκοος Κονγκό» και καταγράφεται υπήκοος απο την γειτονική Δημοκρατία του Κονγκό. Για τον ίδιο λόγο υπήκοοι της Δημοκρατίας της Γουινέας μπορεί να καταγραφούν ως υπήκοοι της Γουινλέας. Πολλοί αιτουντες δεν γνωρίζουν καν την διαφορά ονόματος/ επιθετου (στα γαλλικά λχ Prenom είναι το όνομα και Nom ειναι το επίθετο με αποτέλεσμα να μπερδευονται και να δίνουν ανάποδα τα στοιχεία τους. Επίσης σε πολλές χώρες υπάρχει, πέραν του επιθέτου και του ονόματος και το middle name που στις αντίστοιχες χώρες αποτελεί ξεχωριστό στοιχείο. Για τους λόγους αυτούς η διαδικασία αλλαγής των στοιχείων θα πρέπει να απλουστευθεί, να γίνεται με μια απλή αίτηση σε καθε ΠΓΑ, χωρίς την προυπόθεση προσκομισης αυθεντικού δημοσίου εγγράφου της χώρας καταγωγής του αιτούντα, πράγμα έτσι και αλλοιώς ανέφικτου. Στο κάτω κάτω το Ελληνικό Κράτος έχει κάθε λόγο να έχει σωστά τα στοιχεία των στο έδαφός του ευρισκομένων αλλοδαπών και όχι να τους δυσκολεύει την διαδικασία αλλαγής των.

  • 20 Οκτωβρίου 2019, 16:18 | E.K.

    Η ρύθμιση της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά μόνον εφόσον υπάρχει επιχειρησιακό σχέδιο καλά οργανωμένο στο οποίο συμμετέχει και η Υπηρεσία Ασύλου. Αναγκαία προϋπόθεση για την ορθή και αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ασύλου, ως όλου, είναι η συστηματική συνεργασία και συντονισμός της ΥΠΥΤ/ Διεύθυνσης Προστασίας Αιτούντων Άσυλο της Γενικής Γραμματείας Μεταναστευτικής Πολιτικής, Υποδοχής και Ασύλου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη αφενός με την Υπηρεσία Ασύλου αφετέρου, όπως τούτο αναδεικνύεται και από τις διατάξεις του παρόντος νόμου που αφορούν στις διαδικασίες εξέτασης των αιτημάτων ασύλου.

  • 20 Οκτωβρίου 2019, 15:31 | Σπύρος Απέργης

    Πολλαπλώς προβληματική η νέα διαδικασία υποδοχής και ταυτοποίησης για τους ακόλουθους λόγους:

    α) η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι έντονα υποστελεχωμένη και με προσωπικό, κατά βάση, ορισμένου χρόνου που, όταν αποχωρεί, χάνεται η εμπειρία και η τυχόν εκπαίδευση των υπαλλήλων στο σχετικό αντικέιμενο. με απλά λόγια η υπηρεσία αυτή είναι αδύνατο να εξυπηρετήσει τις διαδικασίες που προτείνονται στη διάταξη με τα υπάρχοντα δεδομένα.Απαιτείται άμεση ενίσχυση της υπηρεσίας με προσωπικό και πόρους.

    β) Η συνδρομή ξένων υπηρεσιών στη διαδικασία υποδοχής και ταυτοποίηση θα μπορούσε θεωρητικά να αμβλύνει τα προβλήματα στην υποδοχή και ταυτοποίηση των αιτούντων διεθνή προστασία γεννά σημαντικά λογοδοσίας των υπηρεσιών δεδομένου ότι απαιτείται η εφαρμογή της ελληνικής και κοινοτικής νομοθεσίας. Σε ποιόν λογοδοτούν οι υπηρεσίες αυτές εάν υπάρχουν ζητήματα αμέλειας των υπαλλήλων ή παραβίασης της νομοθεσίας; Σε περιπτώσεις παραβιάσεων, πώς διασφαλίζεται η διοικητική και δικαστική προσφυγή για τη θεραπεία τους και την υποχρέωση των υπηρεσιών να συμμορφώνονται με το νόμο; Τα μνημόνια συνεργασίας δεν είναι επαρκής τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος καθώς είναι αμφισβητούμενη η νομική ισχύ τους ιδίως έναντι των διοικουμένων, στην περίπτωση αυτή των αιτούντων διεθνή προστασία

    γ)Δεν υπάρχει νόμιμη άδεια λειτουργίας τοων Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποιήσης απο τις αρμόδιες αρχές. Με τις δεδομένες κακές έως άθλιες συνθήκες διαμονής, θα έπρεπε να είχαν κλείσει από τις αρμόδιες αρχέςς λόγω πολλαπλών παραβιάσεων της νομοθεσίας σε ζητήματα υγιεινεής και άλλα.

    δ) σε συνέχεια του σημείου α) που προαναφέρω το έντονα ανεπαρκές το προσωπικό που απατείται για την υποδοχή, την ταυτοποίηση και τον εντοπισμό και της αναγνώριση των ευαλωτοτήτων (ενδεικτικά, γιατροί, νοσηλευτές, διερμηνείς διαφόρων γλωσσών,πιστοποιημένοι γιατροί για θύματα βασανιστηρίων και απάνρθωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης) καθιστά δυσεφάρμοστη έως ανεφάρμοστη όλη την προτεινόμενη διαδικασία του άρθρου και θα οδηγήσει σε επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις διαφόρων δικαιωμάτων των αιτούντων διεθνή προστασία κατά το στάδιο αυτό (π.χ. ενημέρωση των δικαιωμάτων τους σε γλώσσα που κατανοούν, πρόσβαση σε γιατρό εάν έχουν αίτημα για εξέταση λόγω βασανιστηρίων απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης, συνθήκες διαμονής που δεν πληρούν τις διατάξεις της οδηγίας για την υποδοχή κλπ).

    ε) υπάρχουν σημαντικά προβλήματα εφαρμογής της νομοθεσίας για την διαπίστωση της ανηλικότητας των αιτούντων διεθνή προστασία λόγω και πάλι έλλειψης εκπαιδευμένου προσωπικού καθώς και επιτρόπων για αντιπροσώπευση των ανηλίκων τους.Δεν βλέπω πώς υατά θα βελτιωθούν με τομ προτεινόμενο άρθρο.

    στ) Υπάρχει διαπιστωμένη αδυναμία ή απροθυμία (;) συνεργασίας τη Υπηρεσίας Υποδοχής και ταυτοποίησης και της Υπηρεσίας Ασύλου με αποτέλεσμα έγγραφα της πρώτης που αφορούν τους αιτούντες να μην γίνονται γνωστά στη δεύτερη, να μην περιλαμβάνονται στους φακέλους της αίτησης διεθνούς προστασίας των αιτούτων και να καθίσταται δύσκολος έως αδύνατος ο εέλγχος νομιμότητας της διαδικασίας ασύλου στο βαθμό που σχετίζεται με τις διαδικασία υποδοχής, ταυτοποίησης, διαπίστωσης ανηλικότητας και αναγνώρισης και εντοπισμού των ευαλώτων προσώπων.Δεν προτείνεται με το συγκεκριμένο άρθρο πρακτικά μέτρα επίλυσης των προβλημάτων αυτών.

  • 19 Οκτωβρίου 2019, 20:02 | ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ Κ.

    3. «ή σε περίπτωση μαζικών αφίξεων από άλλες αρχές»: ποιες είναι οι άλλες αρχές;
    4α. προϋποτίθεται ότι ο ιατρονοσηλευτικός και ψυχοκοινωνικός έλεγχος λαμβάνει χώρα εντός των 5-25 ημερών. Παρόλα αυτά, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όταν το ΕΟΔΥ που είναι ο αρμόδιος φορέας για την αξιολόγηση των ευάλωτων ατόμων και την κατηγοριοποίησή τους ως τέτοια, είναι υποστελεχωμένο, με αποτέλεσμα οι ιατρικές καταγραφές και ψυχοκοινωνικές αξιολογήσεις να προγραμματίζονται για το 2021.
    5δ. «τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, τα άτομα με σοβαρές ασθένειες, τα άτομα με πνευματικές διαταραχές και τα άτομα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές ψυχολογικής, φυσικής ή σεξουαλικής βίας, όπως τα θύματα ακρωτηριασμού των γεννητικών οργάνων»: οι αναφερθείσες ευαλωτότητες καθώς δεν είναι εμφανείς χρειάζονται να χτίσουν σχέση εμπιστοσύνης με τους αρμόδιους φορείς ώστε να ανατρέξουν και να εξιστορήσουν τα βιώματά τους. Ιδιαίτερα οι επιζήσασες/επιζώντες εμπορίας ανθρώπων που πολλές φορές τρομοκρατούνται από τους traffickers με σκοπό να μην εμπιστεύονται τις αρχές.
    «Σε κάθε περίπτωση διασφαλίζεται η συνέχεια της θεραπευτικής αγωγής στις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται.»: εξαιρετικά προβληματικό για τα άτομα που πάσχουν όντως από σοβαρές ασθένειες και με τις ισχύουσες διατάξεις δεν απολαμβάνουν το δικαίωμα στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
    «Η διαπίστωση ότι ένα άτομο ανήκει σε ευάλωτη ομάδα έχει ως μόνη συνέπεια την άμεση κάλυψη των ιδιαίτερων αναγκών υποδοχής του ατόμου αυτού και την κατ’ απόλυτη προτεραιότητα εξέταση της αίτησής του»: καθόλου ρεαλιστικό, ειδικά δεδομένων των προτεινόμενων μέτρων.
    5στ. «σε διαδικασία διαπίστωσης ανηλικότητας σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.»: ποια θα είναι η διαδικασία διαπίστωσης ανηλικότητας;
    6ηη. είναι πιθανόν ότι ο αιτών έχει καταστρέψει ή πετάξει κακόπιστα έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδιωτικό έγγραφο που θα βοηθούσε στον προσδιορισμό της ταυτότητας ή της ιθαγένειάς του: πολλά άτομα αναγκάζονται να πετάξουν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τα προσωπικά τους αντικείμενα (συμπεριλαμβανομένων και των ταυτοποιητικών τους εγγράφων) λόγω υπερσυνωστισμού στα dinghies.
    6θθ. «ο αιτών έχει υποβάλει την αίτηση μόνο για να καθυστερήσει ή να εμποδίσει την εκτέλεση προγενέστερης ή επικείμενης απόφασης απέλασης ή με άλλο τρόπο απομάκρυνσής του»: εξαιρετικά προβληματική τοποθέτηση, ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι αναφερόμαστε σε ανθρώπους που έχουν το διεθνώς αναγνωρισμένο δικαίωμα να αιτηθούν διεθνή προστασία.
    7β. «η αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε στον πρώτο βαθμό ενόσω παραμένουν στο Κέντρο, στις αρμόδιες υπηρεσίες για την υπαγωγή σε διαδικασίες επανεισδοχής ή επιστροφής ή απέλασης»: η απόρριψη στον πρώτο βαθμό θα πρέπει να ακολουθείται από την επιλογή της αιτούσας/του αιτούντος να κάνει προσφυγή με τη συνδρομή δικηγόρου ώστε να εξεταστεί σε δεύτερο βαθμό.
    8α&γ. «να τελούν υπό αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης»/»να έχουν πρόσβαση σε επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή ή ψυχοκοινωνική στήριξη»: υπάρχει κάποια μέριμνα για την απόδοση ευθυνών αν οι συνθήκες διαβίωσης δεν είναι αξιοπρεπείς (όπως στα περισσότερα ΚΥΤ) ή/και εάν τα άτομα δεν απολαμβάνουν πρόσβαση σε ιατρικές και ψυχοκοινωνικές υπηρεσίες;
    8ζ. «στον τομέα της μετανάστευσης»: στον τομέα της εξαναγκαστικής μετανάστευσης, δεδομένου ότι αναφέρεστε σε αιτούσες/αιτούντες άσυλο και όχι μετανάστ(ρι)ες.
    10α. θα πρέπει να αφαιρεθεί αυτή η παράγραφος. Εάν όχι, θα πρέπει τότε να διευκρινιστεί ο Κανονισμός λειτουργίας των ΚΥΤ, καθώς επίσης και να διαμοιραστεί έντυπα στις/στους διαμένουσες/διαμένοντες και να εξηγηθεί προφορικά για τα αναλφάβητα άτομα σε γλώσσα που κατανοούν.
    10β. θα πρέπει να αφαιρεθεί καθώς αποτελεί μια αυθαίρετη διατύπωση, μια μη ρεαλιστική και εν πολλοίς μεροληπτική αναγωγή συμπεράσματος που ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα.

  • 18 Οκτωβρίου 2019, 11:49 | Terre des hommes Hellas

    Προβλέπεται μια διαδικασία fast- track η οποία παρότι επί της αρχής παρουσιάζεται θετική, εν πολλοίς βασίζεται σε μη εξατομικευμένη κρίση και χαρακτηρίζεται από μεγάλο βαθμό αοριστίας. Ιδιαιτέρως χαρακτηριστική είναι η παράγραφος θθ.

  • 17 Οκτωβρίου 2019, 23:58 | ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΥΡΟΓΙΑΝΝΗΣ

    Σε ότι αφορά το άρθρο 39 παράγραφος 1, ουσιαστικά επαναλαμβάνονται οι διατάξεις τόσο του άρθρου 9 παράγραφοι 1 εδάφιο πρώτο και 2 όσο και του άρθρου 14 παράγραφος 1 του Ν. 4375/2016.
    Στην καθημερινή πρακτική, η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων είναι ιδιαίτερα προβληματική, καθόσον οι επιληφθείσες αστυνομικές αρχές προβαίνουν, πριν τη μεταγωγή των πολιτών τρίτων χωρών στην περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στις προβλεπόμενες ποινικές και διοικητικές διαδικασίες με τα στοιχεία ιθαγένειας και ταυτότητας που θα δηλώσουν σ’ αυτές τα εν λόγω άτομα, πολλές φορές χωρίς την παρουσία κατάλληλου διερμηνέα, λόγω αδυναμίας ανεύρεσής του, ή όχι στη μητρική τους γλώσσα, στοιχεία που, κατά κανόνα, μεταβάλλονται από την περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στην οποία θα μεταχθούν τα συγκεκριμένα πρόσωπα εκ των υστέρων.
    Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι να διορθώνονται εκ των υστέρων οι ήδη περατωθείσες ποινικές και διοικητικές διαδικασίες, να διενεργούνται εκ νέου οι ίδιοι έλεγχοι, με τα προκύψασα νέα στοιχεία ιθαγένειας και ταυτότητας, σε βάσεις δεδομένων και να σχηματίζονται ποινικές δικογραφίες, για ψευδή δήλωση των εν λόγω στοιχείων, σε βάρος των προαναφερόμενων προσώπων, δηλαδή να δημιουργείται ιδιαίτερος γραφειοκρατικός φόρτος για τις αστυνομικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές, εξαιτίας του οποίου υφίσταται κίνδυνος εμφάνισης λαθών, παραλήψεων και μη έγκαιρης διεκπεραίωσης των σχετικών διαδικασιών.
    Για τον παραπάνω λόγο, στο νέο νόμο, ή σε κατ’ εξουσιοδότησή του κανονιστικές πράξεις, θα πρέπει να ορισθούν επακριβώς οι πράξεις στις οποίες θα πρέπει να προβαίνουν οι επιληφθείσες αστυνομικές αρχές πριν τη μεταγωγή των πολιτών τρίτων χωρών στην περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, ώστε να συγκεκριμενοποιηθεί το νόημα του επιρρήματος «άμεσα» που χρησιμοποιείται στο δεύτερο εδάφιο της υπόψη διάταξης του προτεινόμενου νόμου.
    Προς τούτο, προτείνονται τα ακόλουθα:
    1) Σε ότι αφορά τους πολίτες τρίτων χωρών, που είτε εισέρχονται είτε διαμένουν παράνομα στη χώρα μας και δεν αποδεικνύουν, στην τελευταία περίπτωση, την ιθαγένεια και την ταυτότητά τους με έγγραφο δημόσιας αρχής:
    α) Οι εν λόγω αλλοδαποί να οδηγούνται άμεσα, από αστυνομικούς των Τμημάτων Συνοριακής Φύλαξης και Διαχείρισης Μετανάστευσης, στην περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, χωρίς δηλαδή τη μεσολάβηση άλλων διαδικασιών, πλην φυσικά τόσο αυτών που σχετίζονται με την ικανοποίηση των, μη υποκειμένων σε αναβολή, βιοτικών τους αναγκών όσο και αυτών που έχουν να κάνουν με τη διεκπεραίωση της ασφαλούς μεταγωγής τους.
    β) Κατά την παραπάνω μεταφορά τους, οι πολίτες τρίτων χωρών να συνοδεύονται με διαταγή συνοδείας των υπηρεσιών που πραγματοποιούν την προσαγωγή, που να περιλαμβάνει σύντομο ιστορικό της υπόθεσης, αναφορικά με το χρόνο, τον τόπο και τις συνθήκες ανεύρεσής τους, και τις φωτογραφίες των προσαγόμενων, με τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του προσώπου τους, επί της οποίας θα συντάσσεται και το οικείο πρακτικό παράδοσης – παραλαβής τους στην περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
    γ) Οι οικείες ποινικές και διοικητικές διαδικασίες σε βάρος των εν λόγω προσώπων να διεκπεραιώνονται εξ ολοκλήρου από την περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, κατόπιν τροποποίησης του νομικού καθεστώτος που ρυθμίζει τις αρμοδιότητές της και τη διάρθρωση και λειτουργία της και ενίσχυσής του με αστυνομικό προσωπικό.
    Προς υλοποίηση της συγκεκριμένης πρότασης, διευκολύνει το γεγονός ότι οι εν λόγω υπηρεσίες είναι ήδη στελεχωμένες τόσο με διερμηνείς διαφόρων γλωσσών όσο και με αστυνομικό προσωπικό, υπεύθυνο για τη λειτουργία των αστυνομικών υπηρεσιών (κλιμακίου ταυτοποίησης και εξακρίβωσης ιθαγένειας και εξωτερικής φύλαξης).
    δ) Οι σχετικές διοικητικές αποφάσεις σε βάρος των ανωτέρω προσώπων να εκδίδονται από τη Διεύθυνση Αλλοδαπών ή τη Διεύθυνση Αστυνομίας στην περιφέρεια της οποίας λειτουργεί η περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
    ε) Σε κάθε αιρετή περιφέρεια θα πρέπει να ιδρυθεί, ανάλογα με το μέγεθος των μεταναστευτικών ροών που αντιμετωπίζει, τουλάχιστον ένα Κέντρο Διαχείρισης Μετανάστευσης, όπου θα λειτουργούν συγχρόνως, στον αυτό τόπο και σε όμορες και διακριτές εγκαταστάσεις, οι περιφερειακές υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, της Υπηρεσίας Ασύλου και της Υπηρεσίας Κράτησης Αλλοδαπών (ΠΡΟ.ΚΕ.Κ.Α.).
    στ) Σε περίπτωση που από τα συγκεκριμένα πρόσωπα εκφραστεί βούληση υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας, αυτά θα παραπέμπονται από τις περιφερειακές υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, μετά το πέρας των διαδικασιών που διενεργούνται σ’ αυτές, στις περιφερειακές υπηρεσίες της Υπηρεσίας Ασύλου που λειτουργούν στον αυτό τόπο.
    ζ) Για όσους αλλοδαπούς αποφασισθεί η κράτησή τους, αυτή θα εκτελείται στην περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Κράτησης Αλλοδαπών, που λειτουργεί στον αυτό τόπο, ή σε έτερη περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Κράτησης Αλλοδαπών, όπου θα μετάγονται με μέριμνα των Τμημάτων Συνοριακής Φύλαξης και Διαχείρισης Μετανάστευσης.
    2) Σε ότι αφορά τους λοιπούς αλλοδαπούς, δηλαδή αυτούς που διαμένουν παράνομα στη χώρα μας και αποδεικνύουν την ιθαγένεια και την ταυτότητά τους με έγγραφο δημόσιας αρχής, οι οικείες ποινικές και διοικητικές διαδικασίες θα διεκπεραιώνονται, όπως ισχύει μέχρι σήμερα, εξ ολοκλήρου από τα Τμήματα Συνοριακής Φύλαξης, Διαχείρισης Μετανάστευσης και Ασφαλείας καθώς και τα Αστυνομικά Τμήματα γενικής αρμοδιότητας. Σε όσους εκ των ανωτέρω αλλοδαπών απελευθερώνονται και έχουν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, θα τους συστήνεται εγγράφως από την υπηρεσία που τους συνέλαβε η υποχρέωσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 3 του Ν. 4375/2016, να μεταβούν στην αρμόδια περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Ασύλου, εντός δέκα (10) ημερών, προκειμένου να διενεργηθεί η πλήρης καταγραφή του οικείου αιτήματός τους και να αποφασισθεί ή μη η περαιτέρω παραπομπή και μετακίνησή τους σε κατάλληλη δομή προσωρινής υποδοχής. Για τους ανωτέρω αλλοδαπούς που κρατούνται και έχουν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας στην αστυνομική υπηρεσία σύλληψής τους, θα διενεργείται μεταφορά τους σε περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Κράτησης Αλλοδαπών, από την οποία θα παραπέμπονται στην οικεία περιφερειακή υπηρεσία της Υπηρεσίας Ασύλου, προκειμένου να διενεργηθεί η πλήρης καταγραφή του οικείου αιτήματός τους και να κριθεί το ζήτημα της περαιτέρω κράτησής τους.

  • 16 Οκτωβρίου 2019, 23:04 | Ε.Κ.

    Δεν ορίζεται η διαδικασία με την οποία θα διαπιστώνεται η ανηλικότητα, σε αντίθεση με το άρθρο 75 παρ. 4 (που μεταφέρει την Οδηγία για τις Διαδικασίες) όπου προβλέπεται ρητά η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται.
    Σημειώνεται ότι η υπ’ Αριθμ. Υ1.Γ.Π.οικ.92490 υπουργική απόφαση Πρόγραμμα ιατρικού ελέγχου, ψυχοκοινωνικής διάγνωσης και υποστήριξης και παραπομπής των εισερχομένων χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα υπηκόων τρίτων χωρών σε δομές πρώτης υποδοχής (ΦΕΚ Β 2745/29.10.2013) είχε εκδοθεί κατ’ εφαρμογή του προϊσχύσαντος νομικού πλαισίου για τις συνθήκες υποδοχής.