Στην παρ. 1 του άρθρου 273 ΚΠΔ επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο της περ. α) προστίθενται νέα στοιχεία με τα οποία εξακριβώνεται η ταυτότητα του κατηγορουμένου ενώπιον των δικαστικών αρχών, β) στην περ. α) προστίθεται τέταρτο εδάφιο ως προς τη γνωστοποίηση της δυνατότητας επίδοσης με ηλεκτρονικά μέσα των εγγράφων της δίκης και γ) στην περ. γ) προστίθεται η υποχρέωση του κατηγορουμένου να δηλώνει και τη μεταβολή της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή αριθμού σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας και το άρθρο 273 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 273
Εξέταση κατηγορουμένου
1. α) Όταν ο κατηγορούμενος εμφανιστεί ενώπιον του ανακριτή ή του εισαγγελέα ή του ειρηνοδίκη ή των ανακριτικών υπαλλήλων του άρθρου 31, αυτοί είναι υποχρεωμένοι να εξακριβώσουν τα στοιχεία της ταυτότητάς του από το δελτίο της αστυνομικής του ταυτότητας ή από το διαβατήριό του, προσκαλώντας τον ταυτόχρονα να δηλώσει το όνομα και το επώνυμό του, την ηλικία του, τον τόπο της γέννησης και κατοικίας του (πόλη, χωριό, συνοικία, οδό, αριθμό), τον αριθμό φορολογικού του μητρώου (ΑΦΜ), τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και τον αριθμό σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας. Αν δεν έχει ΑΦΜ, αναγράφονται υποχρεωτικά το επώνυμο και το όνομα του πατέρα του, το πατρικό επώνυμο και το όνομα της μητέρας του, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης στην Ελλάδα ή η χώρα γέννησης στο εξωτερικό.
Τα στοιχεία αυτά καταχωρίζονται στην έκθεση της απολογίας. Παράλληλα, ενημερώνεται ότι μπορεί να λαμβάνει εγκαίρως γνώση των εγγράφων της δίκης, τα οποία του επιδίδονται και με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 155.
β) Αν ο κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι δεν έχει δελτίο ταυτότητας ή διαβατήριο και δεν αμφισβητεί την ταυτότητα που του αποδίδεται, όποιος ενεργεί την εξέταση καταχωρίζει στην έκθεση της απολογίας το γεγονός αυτό, καθώς και τα κατά τη δήλωση του κατηγορουμένου στοιχεία της ταυτότητάς του, αποστέλλοντας αμέσως απόσπασμα του μέρους αυτού της έκθεσης στον εισαγγελέα που άσκησε την ποινική δίωξη. Ο εισαγγελέας ελέγχει την ακρίβεια των στοιχείων της ταυτότητας που δηλώθηκαν.
γ) Εκείνος που ενεργεί την ανάκριση υπενθυμίζει στον κατηγορούμενο ή στον ύποπτο την υποχρέωσή του, να δηλώσει κάθε μεταβολή της διεύθυνσης κατοικίας ή διαμονής του ή της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή αριθμού σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 156 και τις συνέπειες σε περίπτωση παράλειψης, μνημονεύοντας ρητά το γεγονός αυτό στην έκθεση της απολογίας.
2. Αφού εξακριβωθεί η ταυτότητα του κατηγορουμένου και του εξηγηθούν τα δικαιώματά του, εκείνος που ενεργεί την εξέτασή του εκθέτει με πληρότητα και σαφήνεια την πράξη για την οποία κατηγορείται και τον προσκαλεί να απολογηθεί και να υποδείξει τα μέσα της υπεράσπισής του. Ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί να απαντήσει. Επίσης έχει δικαίωμα να παραδώσει την απολογία του γραπτή. Σε αυτήν την περίπτωση όποιος ενεργεί την ανάκριση απευθύνει στον κατηγορούμενο τις απαραίτητες ερωτήσεις για να αποσαφηνιστεί το περιεχόμενο της έγγραφης απολογίας. Οι ερωτήσεις πρέπει να αναγράφονται ρητά στην έκθεση.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 223 παρ. 2, 3 και 5 και 225 εφαρμόζονται και για την εξέταση κατηγορουμένων.».