1. Η Υπηρεσία αναλαμβάνει τη διερεύνηση μετά από πολύ σοβαρό ναυτικό ατύχημα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του Κώδικα Διερεύνησης Ατυχημάτων:
α. στο οποίο εμπλέκεται πλοίο με ελληνική σημαία, ανεξαρτήτως από τον τόπο όπου συνέβη το ατύχημα,·
β. το οποίο συμβαίνει εντός των χωρικών ή εσωτερικών υδάτων, ανεξαρτήτως από τη σημαία του πλοίου ή των πλοίων που εμπλέκονται στο ναυτικό ατύχημα, ή
γ. για το οποίο το ελληνικό κράτος έχει ουσιαστικό ενδιαφέρον, ανεξαρτήτως του τόπου του ατυχήματος και της σημαίας του πλοίου ή των πλοίων που εμπλέκονται.
2. Επιπλέον, σε περιπτώσεις σοβαρών ατυχημάτων, η Υπηρεσία :
α. προβαίνει σε αρχική εκτίμηση προκειμένου να αποφασίσει εάν πρέπει να αναλάβει τη διεξαγωγή διερεύνησης,
β. καταγράφει και γνωστοποιεί στην Επιτροπή κοινοποιώντας στην αρμόδια Αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 17, τους λόγους για τις περιπτώσεις που αποφασίζει να μην προβεί σε διερεύνηση.
3. Σε περίπτωση οιουδήποτε άλλου ναυτικού ατυχήματος ή συμβάντος, η Υπηρεσία αποφασίζει εάν θα προβεί στη διεξαγωγή διερεύνησης.
4. Για τις αποφάσεις της, για τις περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 3, η Υπηρεσία λαμβάνει υπόψη τη σοβαρότητα του ναυτικού ατυχήματος ή του συμβάντος, τον τύπο του εμπλεκόμενου πλοίου ή/και του φορτίου αυτού και τη δυνατότητα τα ευρήματα της διερεύνησης να χρησιμεύσουν στην πρόληψη μελλοντικών ατυχημάτων ή συμβάντων.
5. Η Υπηρεσία, καθορίζει το εύρος και τις πρακτικές διευθετήσεις που σχετίζονται με τη διερεύνηση, σε συνεργασία με τους αντίστοιχους οργανισμούς των άλλων ουσιαστικώς ενδιαφερόμενων Κρατών, κατά τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο για την επίτευξη του σκοπού του παρόντος, με στόχο την πρόληψη μελλοντικών ατυχημάτων και συμβάντων.
6. Κατά τη διεξαγωγή διερευνήσεων, η Υπηρεσία τηρεί την κοινή μεθοδολογία για τη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων και συμβάντων, που αναπτύχθηκε σύμφωνα με το στοιχείο (ε) του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002.
α. Οι διερευνητές της Υπηρεσίας, που αποτελούν την Ομάδα διερεύνησης σε ναυτικό ατύχημα ή ναυτικό συμβάν, δύνανται να αποκλίνουν από τη μεθοδολογία αυτή, σε ειδική περίπτωση, όταν το θεωρούν αναγκαίο και δικαιολογείται δεόντως, κατά την επαγγελματική τους κρίση, λαμβανομένων υπόψη των αρχικών στοιχείων, αποδείξεων και συνθηκών που καλούνται να αντιμετωπίσουν και απαιτείται, για την επίτευξη των στόχων της διερεύνησης.
β. Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε απόκλιση από τη μεθοδολογία για τη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων και συμβάντων θα δικαιολογείται δεόντως στην Επιτροπή και στην Αρμόδια Αρχή.
7. Η διερεύνηση αρχίζει όσο το δυνατόν ταχύτερα έπειτα από ναυτικό ατύχημα ή συμβάν και σε κάθε περίπτωση, το αργότερο δύο μήνες μετά από την ημερομηνία κατά την οποία συνέβη αυτό.