1. Σκοπός του παρόντος είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009, «για τον καθορισμό των θεμελιωδών αρχών που διέπουν τη διερεύνηση των ατυχημάτων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και για την τροποποίηση της Οδηγίας 1999/35/ΕΚ του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου» (L 131/114/28.05.2009 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης), οι οποίες ενσωματώθηκαν στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 49/2005 (Α΄66) και το π.δ. 314/2001 (Α΄212) αντίστοιχα, προκειμένου να βελτιωθεί η ασφάλεια ναυσιπλοΐας στη θάλασσα και η πρόληψη της ρύπανσης από πλοία ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος ναυτικών ατυχημάτων στο μέλλον, μέσω:
α. της διευκόλυνσης της ταχείας διεξαγωγής των διερευνήσεων ασφάλειας ναυσιπλοΐας και της κατάλληλης ανάλυσης, των ναυτικών ατυχημάτων και συμβάντων, με στόχο τη διαπίστωση των αιτιών που τα προκάλεσαν,
β. της εξασφάλισης έγκαιρης και ακριβούς αναφοράς για τα αποτελέσματα των ερευνών και της υποβολής προτάσεων για λήψη διορθωτικών μέτρων.
2. Οι διερευνήσεις ασφάλειας ναυτικών ατυχημάτων που διενεργούνται σύμφωνα με τον παρόντα δε συνδέονται με τον καθορισμό υπαιτιότητας ή με την απόδοση ευθυνών και είναι ανεξάρτητες της διαδικασίας διερεύνησης που προβλέπει το ν.δ. 712/70 (Α΄237).
Η «Ελληνική Υπηρεσία Διερεύνησης Ναυτικών Ατυχημάτων και Συμβάντων» υποβάλλει πλήρη αναφορά αναφορικά με τα αίτια του ναυτικού ατυχήματος ή του συμβάντος, ασχέτως αν από τα πορίσματα θα μπορούσε να προκύψει σφάλμα ή υπαιτιότητα.