Άρθρο 7

1. Στην παρ. 1 του άρθρου 12 του ν.2168/1993, προστίθεται περίπτ. γ΄, ως εξής :

«γ. Απαγορεύεται η άσκοπη χρήση των αναφερομένων στην περίπτ. στ΄ της παρ. 3 του άρθρου 1 ειδών ή η χρησιμοποίησή τους για σκοπούς διάφορους εκείνων που προορίζονται».

2. Η περίπτ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.2168/1993, αντικαθίσταται ως εξής :

«α. Οι παραβάτες των περιπτ. α΄ και γ΄ της παρ. 1, με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών».

  • 11 Οκτωβρίου 2010, 22:25 | Παντελής Καλαποθάκης

    Θα πρέπει να διαχωριστεί η έννοια του άσκοπου πυροβολισμού, δηλαδή του πυροβολισμού χωρίς σκόπευση – στόχευση από την έννοια του αναίτιου πυροβολισμού. Μπορεί να φαίνεται αστείο αλλά νομικά θα μπορούσε κάποιος που κατελήφθη να πυροβολεί χωρίς δικαιολογημένη αιτία, να αθωωθεί επειδή πυροβολούσε σκοπευμένα και άρα όχι άσκοπα (δηλαδή εξασκείτο στη σκοποβολή).

  • Π.Ε.Β.Ε.Κ.Ε
    (Πανελλήνια Ένωση Βιοτεχνών Εμπόρων Κυνηγετικών Ειδών)
    Μέλος της Α.E.C.A.C

    Κρατίνου 7, Αθήνα, 105 51
    Τηλ. 210-3224 102 – http://www.peveke.grpeveke@otenet.gr


    Άρθρο 7
    Παρ. 2η.
    Να επιτραπούν ελεύθερα (χωρίς άδειας εισαγωγής) μόνο τα τόξα που προορίζονται το άθλημα της τοξοβολίας. Πρόκειται για ένα Ολυμπιακό αγώνισμα το οποίο χρειάζεται κίνητρα για να αναπτυχθεί. 

    Με εκτίμηση
    Το Δ.Σ

  •  
     ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ
    ΜΕΛΟΣ: F.A.C.E.& C.I.C.
    ΕΔΡΑ: ΦΩΚΙΩΝΟΣ 8 & ΕΡΜΟΥ
    ΑΘΗΝΑ-Τ.Κ. 105 63
    Τηλ.: 210-32.31.271 – Fax.: 210-32.22.755
    http://www.ksellas.gr, email: info@ksellas.gr
        

    ΑΘΗΝΑ     8-10-2010                             
     
    Θέμα: «Σχέδιο Νόμου για την τροποποίηση διατάξεων  του ν.2168/1993 για τα όπλα και εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2008/51/ΕΚ.».
     
    Ενόψει της τροποποίησης του ισχύοντος νόμου για τα όπλα θεωρούμε αναγκαίο να τονίσουμε ιδιαίτερα, ότι ο νέος νόμος πρέπει να ρυθμίζει θέματα τα οποία κατά το παρελθόν δημιούργησαν σχετικά προβλήματα και τα οποία έχουν σχέση, με την κατοχή και τη χρήση κυνηγετικών όπλων.

    Α. Παρουσιάζοντας τις συγκεκριμένες μας προτάσεις του κεφαλαίου Β του παρόντος σας γνωρίζουμε τους λόγους που μας οδηγούν στις προτάσεις αυτές:

    1)  Για την αγορά κυνηγετικού όπλου αλλά και την έκδοση και ανανέωση
    Άδειας Κατοχής Κυνηγετικού Όπλου πρέπει ο ενδιαφερόμενος να έχει Κυνηγετική άδεια εν ισχύ ή να έχει λήξει όχι περισσότερο από τρία χρόνια από την ημερομηνία υποβολής αίτησης για την χορήγηση ΑΚΚΟ ή την αγορά του.

    Ο λόγος της πρότασης αυτής είναι προφανής. Το κυνηγετικό όπλο πρέπει να χορηγείται αποκλειστικά και μόνο για κυνήγι και όχι για λόγους προσωπικής ασφάλειας.Eπομένως, όποιος δεν επιθυμεί άδεια θήρας (που έχει θέση οπλοφορίας και οπλοχρησίας) τότε να ζητά ειδική άδεια οπλοφορίας.

    2) Η χορήγηση της βεβαίωσης ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης
    άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου να ακολουθεί την ίδια διαδικασία και να απαιτεί
    τα ίδια δικαιολογητικά όπως και για την έκδοση της Άδειας Κατοχής Κυνηγετικού
    Όπλου και η διάρκεια ισχύος της και οι προϋποθέσεις ανανέωσης να ακολουθούν
    αυτές ακριβώς της ΑΚΚΟ.

    3)   Η άδεια θήρας να αποτελεί απαραίτητο δικαιολογητικό και προϋπόθεση για την απόκτηση   κυνηγετικού   όπλου   επειδή   επέχει   θέση   άδειας   οπλοφορίας   και οπλοχρησίας πρέπει να χορηγείται στον  αιτούντα προσωπικά ή  μέσω τρίτου εφοδιασμένου με ειδικό ατομικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο. Εξαιρούνται της
    υποχρέωσης αυτής μόνο οι αναγνωρισμένοι από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Κυνηγετικοί Σύλλογοι οι οποίοι λόγω του αυξημένου ελέγχου που ασκεί σε αυτούς το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής  μπορούν να καταθέτουν αίτηση έκδοσης άδειας θήρας για λογαριασμό των μελών τους.

    4)   Για την άδεια θήρας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση έκδοσης ΑΚΚΟ ή χορήγησης της βεβαίωσης ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου είναι απαραίτητο ο ενδιαφερόμενος να προσκομίζει
    ιατρική βεβαίωση από ψυχίατρο ή ειδικό παθολόγο οπότε στην περίπτωση αυτή χρειάζεται η προσκόμιση στον παθολόγο του βιβλιαρίου υγείας για την διαπίστωση τυχόν ψυχικής νόσου ή χρήσης ψυχοτρόπων φαρμάκων.

    5)   Σε περίπτωση λήξης της ΑΚΚΟ ο ενδιαφερόμενος μπορεί, πέραν ποινών
    που προβλέπονται στο παρόντα νόμο, να ζητήσει έκδοση άδειας κατοχής του όπλου
    εφόσον καταβάλει πρόστιμο ύψους τουλάχιστον 200 €.

    6)   Η χρήση ραβδωτού όπλου για το κυνήγι είναι αναγκαίο να επιτραπεί για
    λόγους διαχείρισης των οπληφόρων θηραμάτων αλλά και λόγω προσαρμογής μας
    προς τα ισχύοντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με ειδικές βέβαια προϋποθέσεις που έχουμε ήδη περιγράψει στο παραπάνω έγγραφο μας.

    Β. Ειδικότερα προτείνουμε τα εξής:

    7)   Και στις δύο περιπτώσεις α – β της παρ. 6 του άρθρου 2 του ν.2168/1993 να προστεθεί η φράση «εφ’ όσον είναι κάτοχοι άδειας θήρας ως κατωτέρω ορίζεται τόσο για τα  λειόκαννα όσο και για τα ραβδωτά».

    8)   Στην περίπτωση β’ της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν.2168/1993 προστίθεται η φράση «… .και είναι κάτοχοι κυνηγετικής αδείας».

    9)   Στην περίπτωση δ’ του ιδίου άρθρου 6 του ν.2168/1993 αντί του διαζευκτικού (ή) προστίθεται ο συμπλεκτικός σύνδεσμος «και».

    10)Η παρ. 1 του άρθρου 8 του ν.2168/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
    «Τα κυνηγετικά όπλα κατέχονται και χρησιμοποιούνται μόνο από κατόχους άδειας θήρας».Εάν από κληρονομικό δικαίωμα ή από δωρεά έγινε τρίτος κύριος του κυνηγετικού όπλου, οφείλει εντός οκταμήνου να εφοδιαστεί με άδεια θήρας. Εάν για οποιοδήποτε λόγο δεν θέλει ή δεν μπορεί να εφοδιαστεί με άδειας θήρας και εν συνεχεία με δελτίο κατοχής, οφείλει είτε να μεταβιβάσει το όπλο σε τρίτο κάτοχο άδειας ή να εκδοθεί άδεια κατοχής όπλου που αποτελεί συλλεκτικό ή οικογενειακό κειμήλιο, απαγορευμένης της χρήσης του για οποιοδήποτε αιτία. Η μεταφορά κυνηγετικού όπλου στην ύπαιθρο μετά την λήξη της κυνηγετικής περιόδου απαγορεύεται. Οι παραβάτες τιμωρούνται σύμφωνα…»

    11) Η παράγραφος 10 άρθρου 10 του ν.2168/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
    α)«Η άδεια θήρας εκδίδεται από τις δασικές αρχές και αποτελεί προϋπόθεση έκδοσης άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου. Για την χορήγηση άδειας κατοχής ραβδωτού κυνηγετικού όπλου ή συνδυασμού ραβδωτού και λειόκαννου, απαιτείται, πέραν των άλλων δικαιολογητικών, ο αιτών να έχει εφοδιαστεί κατά τα προηγούμενα της αίτησης πέντε (5) συνεχή έτη, με νόμιμη άδεια θήρας. Ανακληθείσα, για οποιοδήποτε λόγο, άδειας θήρας, δε συνυπολογίζεται.
    β) Η άδεια θήρας για λόγους ασφαλείας χορηγείται στον αιτούντα προσωπικά ή σε τρίτον εφοδιασμένο με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο. Το ίδιο ισχύει και για την κατάθεση της αίτησης. Των υποχρεώσεων της παραγράφου αυτής εξαιρούνται τα μέλη των αναγνωρισμένων από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Κυνηγετικών Συλλόγων, λόγω του αυξημένου ελέγχου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής επί των συνεργαζόμενων Κυνηγετικών Συλλόγων.
    γ)Η οπλοφορία με κυνηγετικά όπλα απαγορεύεται εκτός των περιπτώσεων της χρήσης για άσκηση θήρας ή σκοποβολής και της μετάβασης και επιστροφής στους χώρους αυτούς. Στις περιπτώσεις αυτές κατά την διέλευση από κατοικημένες περιοχές τα όπλα πρέπει να φέρονται κενά και εντός θήκης».

    12)Η περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν.2168/1993 τροποποιείται ως ακολούθως: «Κυνηγετικά όπλα είναι τα επωμιζόμενα μονόκαννα, δίκαννα, επαναληπτικά και ημιαυτόματα που έχουν το εσωτερικό της κάννης λείο ή ραβδωτό ή συνδυασμός αυτών, μήκος κάννης….»

    13)Στο τέλος της ανωτέρω περίπτωσης β’ προστίθεται το κατωτέρω εδάφιο:
    «Τα ραβδωτά κυνηγετικά όπλα μπορούν να έχουν διαμέτρημα από 5 έως 11 χιλιοστά. Εξαιρούνται τα όπλα που μπορούν να δεχθούν φυσίγγια των τύπων 7,62 Χ 51 και 5,6 Χ 45.«Τα φυσίγγια των κυνηγετικών όπλων πρέπει να είναι κεντροφλεγή».

    14)Στο εδάφιο α της παρ 1 του άρθρου 2. στο εδάφιο ε’ της παρ.2 του άρθρου 2, στο εδάφιο 10Α  της παρ.5 του άρθρου 2, στο εδάφιο 3Α της παρ.1 του άρθρου 4, στα εδάφια α,β και δ της παρ. 1 του άρθρου 5, στα εδάφιο α και β της παρ. 3 του άρθρου 5, στα εδάφια β, ε, στ, και ζ της παρ. 1 του άρθρου 9 αντικαθίσταται η λέξη «μερών» με τη  φράση «ουσιωδών συστατικών μερών».
     
    Σημειώνουμε ότι τις προτάσεις αυτές τις έχουμε  εξηγήσει στους αρμόδιους του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και έχουμε αποκομίσει την αίσθηση ευνοϊκής αποδοχής από μέρους των.

    Υ.Γ.: Ελπίζουμε έστω την τελευταία στιγμή να αναρτήσετε το σύνολο των προτάσεων μας σε όλα τα σχετικά άρθρα. Δεν κατανοούμε να κάνετε επιλεκτική παρουσίαση των δικών μας προτάσεων.
     
     Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                            Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
     

    ΝΙΚ. ΠΑΠΑΔΟΔΗΜΑΣ                                   ΙΩΑΝ. ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
     
     
     
     

     

     

     

     

     

     

     

  • ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ
    ΜΕΛΟΣ: F.A.C.E.& C.I.C.
     
    ΕΔΡΑ: ΦΩΚΙΩΝΟΣ 8 & ΕΡΜΟΥ
     
    ΑΘΗΝΑ-Τ.Κ. 105 63
     
    Τηλ.: 210-32.31.271 – Fax.: 210-32.22.755
     
    http://www.ksellas.gr, email: info@ksellas.gr
     
     
     
                   ΑΘΗΝΑ     8-10-2010
     
    Θέμα: «Σχέδιο Νόμου για την τροποποίηση διατάξεων  του ν.2168/1993 για τα όπλα και εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2008/51/ΕΚ.».
      
    Ενόψει της τροποποίησης του ισχύοντος νόμου για τα όπλα θεωρούμε αναγκαίο να τονίσουμε ιδιαίτερα, ότι ο νέος νόμος πρέπει να ρυθμίζει θέματα τα οποία κατά το παρελθόν δημιούργησαν σχετικά προβλήματα και τα οποία έχουν σχέση, με την κατοχή και τη χρήση κυνηγετικών όπλων.
      
    Α. Παρουσιάζοντας τις συγκεκριμένες μας προτάσεις του κεφαλαίου Β του παρόντος σας γνωρίζουμε τους λόγους που μας οδηγούν στις προτάσεις αυτές:
     
    1)   Για την αγορά κυνηγετικού όπλου αλλά και την έκδοση και ανανέωση Άδειας Κατοχής Κυνηγετικού Όπλου πρέπει ο ενδιαφερόμενος να έχει Κυνηγετική άδεια εν ισχύ ή να έχει λήξει όχι περισσότερο από τρία χρόνια από την ημερομηνία
    υποβολής αίτησης για την χορήγηση ΑΚΚΟ ή την αγορά του.
    Ο λόγος της πρότασης αυτής είναι προφανής. Το κυνηγετικό όπλο πρέπει να χορηγείται αποκλειστικά και μόνο για κυνήγι και όχι για λόγους προσωπικής ασφάλειας. Επομένως, όποιος δεν επιθυμεί άδεια θήρας (που έχει θέση οπλοφορίας και οπλοχρησίας) τότε να ζητά ειδική άδεια οπλοφορίας.

     2)  Η χορήγηση της βεβαίωσης ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου να ακολουθεί την ίδια διαδικασία και να απαιτεί τα ίδια δικαιολογητικά όπως και για την έκδοση της Άδειας Κατοχής Κυνηγετικού Όπλου και η διάρκεια ισχύος της και οι προϋποθέσεις ανανέωσης να ακολουθούν αυτές ακριβώς της ΑΚΚΟ.
     
    3)   Η άδεια θήρας να αποτελεί απαραίτητο δικαιολογητικό και προϋπόθεση για την απόκτηση   κυνηγετικού   όπλου   επειδή   επέχει   θέση   άδειας   οπλοφορίας   και οπλοχρησίας πρέπει να χορηγείται στον  αιτούντα προσωπικά ή  μέσω τρίτου εφοδιασμένου με ειδικό ατομικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο. Εξαιρούνται της υποχρέωσης αυτής μόνο οι αναγνωρισμένοι από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Κυνηγετικοί Σύλλογοι οι οποίοι λόγω του αυξημένου ελέγχου που ασκεί σε αυτούς το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής  μπορούν να καταθέτουν αίτηση έκδοσης άδειας θήρας για λογαριασμό των μελών τους.
     
    4)   Για την άδεια θήρας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση έκδοσης ΑΚΚΟ ή χορήγησης της βεβαίωσης ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου είναι απαραίτητο ο ενδιαφερόμενος να προσκομίζει ιατρική βεβαίωση από ψυχίατρο ή ειδικό παθολόγο οπότε στην περίπτωση αυτή χρειάζεται η προσκόμιση στον παθολόγο του βιβλιαρίου υγείας για την διαπίστωση τυχόν ψυχικής νόσου ή χρήσης ψυχοτρόπων φαρμάκων.
     
    5)   Σε περίπτωση λήξης της ΑΚΚΟ ο ενδιαφερόμενος μπορεί, πέραν ποινών που προβλέπονται στο παρόντα νόμο, να ζητήσει έκδοση άδειας κατοχής του όπλου
    εφόσον καταβάλει πρόστιμο ύψους τουλάχιστον 200 €.
     
    6)   Η χρήση ραβδωτού όπλου για το κυνήγι είναι αναγκαίο να επιτραπεί για λόγους διαχείρισης των οπληφόρων θηραμάτων αλλά και λόγω προσαρμογής μας προς τα ισχύοντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με ειδικές βέβαια προϋποθέσεις που
    έχουμε ήδη περιγράψει στο παραπάνω έγγραφο μας.
     
    Β. Ειδικότερα προτείνουμε τα εξής:
     
    7)   Και στις δύο περιπτώσεις α – β της παρ. 6 του άρθρου 2 του ν.2168/1993 να προστεθεί η φράση «εφ’ όσον είναι κάτοχοι άδειας θήρας ως κατωτέρω ορίζεται τόσο για τα  λειόκαννα όσο και για τα ραβδωτά».
     
    8)   Στην περίπτωση β’ της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν.2168/1993 προστίθεται η φράση «… .και είναι κάτοχοι κυνηγετικής αδείας».
     
    9)   Στην περίπτωση δ’ του ιδίου άρθρου 6 του ν.2168/1993 αντί του διαζευκτικού (ή) προστίθεται ο συμπλεκτικός σύνδεσμος «και».
     
    10)Η παρ. 1 του άρθρου 8 του ν.2168/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
     
    «Τα κυνηγετικά όπλα κατέχονται και χρησιμοποιούνται μόνο από κατόχους άδειας θήρας».Εάν από κληρονομικό δικαίωμα ή από δωρεά έγινε τρίτος κύριος του κυνηγετικού όπλου, οφείλει εντός οκταμήνου να εφοδιαστεί με άδεια θήρας. Εάν για οποιοδήποτε λόγο δεν θέλει ή δεν μπορεί να εφοδιαστεί με άδειας θήρας και εν συνεχεία με δελτίο κατοχής, οφείλει είτε να μεταβιβάσει το όπλο σε τρίτο κάτοχο άδειας ή να εκδοθεί άδεια κατοχής όπλου που αποτελεί συλλεκτικό ή οικογενειακό κειμήλιο, απαγορευμένης της χρήσης του για οποιοδήποτε αιτία. Η μεταφορά κυνηγετικού όπλου στην ύπαιθρο μετά την λήξη της κυνηγετικής περιόδου απαγορεύεται. Οι παραβάτες τιμωρούνται σύμφωνα…»
     
    11) Η παράγραφος 10 άρθρου 10 του ν.2168/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
     
    α)«Η άδεια θήρας εκδίδεται από τις δασικές αρχές και αποτελεί προϋπόθεση έκδοσης άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου. Για την χορήγηση άδειας κατοχής ραβδωτού κυνηγετικού όπλου ή συνδυασμού ραβδωτού και λειόκαννου, απαιτείται, πέραν των άλλων δικαιολογητικών, ο αιτών να έχει εφοδιαστεί κατά τα προηγούμενα της αίτησης πέντε (5) συνεχή έτη, με νόμιμη άδεια θήρας. Ανακληθείσα, για οποιοδήποτε λόγο, άδειας θήρας, δε συνυπολογίζεται.
     
    β) Η άδεια θήρας για λόγους ασφαλείας χορηγείται στον αιτούντα προσωπικά ή σε τρίτον εφοδιασμένο με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο. Το ίδιο ισχύει και για την κατάθεση της αίτησης. Των υποχρεώσεων της παραγράφου αυτής εξαιρούνται τα μέλη των αναγνωρισμένων από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Κυνηγετικών Συλλόγων, λόγω του αυξημένου ελέγχου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής επί των συνεργαζόμενων Κυνηγετικών Συλλόγων.
     
    γ)Η οπλοφορία με κυνηγετικά όπλα απαγορεύεται εκτός των περιπτώσεων της χρήσης για άσκηση θήρας ή σκοποβολής και της μετάβασης και επιστροφής στους χώρους αυτούς. Στις περιπτώσεις αυτές κατά την διέλευση από κατοικημένες περιοχές τα όπλα πρέπει να φέρονται κενά και εντός θήκης».
     
    12)Η περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν.2168/1993 τροποποιείται ως ακολούθως: «Κυνηγετικά όπλα είναι τα επωμιζόμενα μονόκαννα, δίκαννα, επαναληπτικά και ημιαυτόματα που έχουν το εσωτερικό της κάννης λείο ή ραβδωτό ή συνδυασμός αυτών, μήκος κάννης….»
     
    13)Στο τέλος της ανωτέρω περίπτωσης β’ προστίθεται το κατωτέρω εδάφιο:
     
    «Τα ραβδωτά κυνηγετικά όπλα μπορούν να έχουν διαμέτρημα από 5 έως 11 χιλιοστά. Εξαιρούνται τα όπλα που μπορούν να δεχθούν φυσίγγια των τύπων 7,62 Χ 51 και 5,6 Χ 45.«Τα φυσίγγια των κυνηγετικών όπλων πρέπει να είναι κεντροφλεγή».
     
    14)Στο εδάφιο α της παρ 1 του άρθρου 2. στο εδάφιο ε’ της παρ.2 του άρθρου 2, στο εδάφιο 10Α  της παρ.5 του άρθρου 2, στο εδάφιο 3Α της παρ.1 του άρθρου 4, στα εδάφια α,β και δ της παρ. 1 του άρθρου 5, στα εδάφιο α και β της παρ. 3 του άρθρου 5, στα εδάφια β, ε, στ, και ζ της παρ. 1 του άρθρου 9 αντικαθίσταται η λέξη «μερών» με τη  φράση «ουσιωδών συστατικών μερών».
     
     Σημειώνουμε ότι τις προτάσεις αυτές τις έχουμε  εξηγήσει στους αρμόδιους του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και έχουμε αποκομίσει την αίσθηση ευνοϊκής αποδοχής από μέρους των.

    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

    ΝΙΚ. ΠΑΠΑΔΟΔΗΜΑΣ
     
    Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
     
    ΙΩΑΝ. ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ