1. Οι αιτήσεις δεν απορρίπτονται, ούτε αποκλείεται η εξέτασή τους για μόνο το λόγο ότι δεν υποβλήθηκαν το ταχύτερο δυνατό.
2. Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων λαμβάνονται σε ατομική βάση, μετά από εμπεριστατωμένη, αντικειμενική και αμερόληπτη εξέταση. Για το σκοπό αυτό η Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου:
α. Αναζητεί, συλλέγει, αξιολογεί και τηρεί συγκεκριμένες και ακριβείς πληροφορίες σχετικά με την πολιτική, κοινωνική, οικονομική καθώς και τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες προέλευσης των αιτούντων (χώρες καταγωγής, χώρες προηγούμενης συνήθους διαμονής, χώρες μέσω των οποίων διήλθαν κ.λπ.) σε συνεργασία με άλλες συναρμόδιες αρχές ή αντίστοιχες αρχές κρατών-μελών Ε.Ε., στο πλαίσιο σχετικών συμφωνιών ή από αξιόπιστες πηγές, όπως η Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες. Οι πληροφορίες αυτές κοινοποιούνται στις αρμόδιες αρχές εξέτασης.
β. Μεριμνά, ώστε το προσωπικό που εξετάζει και αποφασίζει για τις αιτήσεις ή εισηγείται για τη λήψη αποφάσεων, να γνωρίζει τη νομοθεσία και τη νομολογία περί διεθνούς προστασίας. Προς τούτο, οργανώνει την εκπαίδευση και φροντίζει για τη συνεχή επιμόρφωση του προσωπικού. Επίσης διοργανώνει σεμινάρια εκπαίδευσης αυτοτελώς καθώς επίσης και σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Στήριξης για το Άσυλο. Μπορεί επίσης να διοργανώνει σεμινάρια κατάρτισης με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Κοινοποιεί στις αρμόδιες αρχές παραλαβής, εξέτασης και απόφασης τις διαθέσιμες από την Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες οδηγίες και ενημερωτικά δελτία σε θέματα διεθνούς προστασίας.
Θα πρέπει επίσης οι αιτούντες να παραμείνουν σε ειδικούς χώρους φιλοξενίας, ώστε να διευκολύνονται οι επαφές των αρχών και να υπάρχει ελεγχόμενη διακίνηση και περίθαλψη κατά το διάστημα μέχρι την έκδοση της απόφασης.
Με την υπάρχουσα εμπειρία, το να επιτρέπεις την ανεξέλγκτη κυκλοφορία των αιτούντων διατυπώνοντας απλά και μόνο την υποχρέωση να παρουσιάζονται για να δηλώσουν διεύθυνση κατοικίας, προβλήματα μόνο δημιουργεί για όλους (αρμόδιες υπηρεσίες, κοινωνικό ιστό).
Οι εν λόγω χώροι φιλοξενίας θα πρέπει να είναι προκαθορισμένοι και να συντηρούνται από τις τοπικές αρχές.
H διατύπωση του αρ. 1 :»Οι αιτήσεις δεν απορρίπτονται, ούτε αποκλείεται η εξέτασή τους για μόνο το λόγο ότι δεν υποβλήθηκαν το ταχύτερο δυνατό» είναι προβληματική καθώς είναι πασίδηλο ότι όλοι
οι αλλοδαποί που γνωρίζουν ότι δεν διαθέτουν επαρκείς λόγους για να τους χορηγηθεί Άσυλο, περιδιαβαίνουν ατέρμονα τη χώρα μέχρι να συλληφθούν και τότε -ω, του θαύματος- ενθυμούνται ότι αντιμετωπίζουν «κίνδυνο» στη χώρα τους και υποβάλλουν καταχρηστικώς αίτημα ασύλου μέσα από τα κρατητήρια, με μοναδικό σκοπό να παραταθεί η διαμονή τους στην Ελλάδα.Για το λόγο αυτό, θα ήτο προτιμότερο στη διάταξη αυτή, να τεθούν κάποια εύλογα χρονικά όρια π.χ. έξι μήνες από την είσοδό τους στην Ελλάδα, άλλως το αίτημα τους να θεωρείται ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟ. Βεβαίως, θα υπάρξει ο αντίλογος ότι είναι δυσχερές να προσδιορισθεί επακριβώς ο χρόνος παράνομης εισόδου του κάθε μεμονωμένου αλλοδαπού στη χώρα, αλλά ωστόσο είναι πολύ σημαντικό να τεθούν επιτέλους κάποια ΟΡΙΑ και να σταματήσει το σημερινό …πανηγύρι.Σε κάθε περίπτωση, σοβαρές ενδείξεις, όπως η (παράνομη) εργασία ή η (παράνομη) ενοικίαση στέγης ή νοσηλεία σε δημόσιο νοσοκομείο ή η γέννηση τέκνων κτλ μπορούν να αποτελέσουν σαφείς ενδείξεις του χρόνου παραμονής ενός αλλοδαπού στη χώρα μας.Θεωρώ ότι η πρόβλεψη του ΕΞΑΜΗΝΟΥ αποτελεί υπερεπαρκές διάστημα για να «αποφασίσει» ένας αλλοδαπός εαν επιθυμεί ή όχι παροχή Ασύλου στην Ελλάδα.Εαν μάλιστα, αποφασίσουμε ως χώρα να σοβαρευτούμε, δηλαδή να εφοδιάζουμε ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΩΣ στα σύνορα κάθε παρανόμως εισερχόμενο με προσωρινής μορφής ΑΜΚΑ και ΑΦΜ, θα είναι ευχερέστερο και να παρακολουθείται η «πορεία» του στην Ελλάδα και το κυριότερο να μπορούν να επιβάλλονται κυρώσεις στις παράνομες πράξεις του (ως γνωστόν, οι παράνομοι αλλοδαποί «δασκαλεύονται» από τα διάφορα κυκλώματα να αποφύγουν την έκδοση ΑΦΜ ώστε ακόμη και όταν συλληφθούν και καταδικαστούν π.χ. για υπαίθριο παρεμπόριο, ή μη καταβολή κομίστρου στα μέσα μεταφοράς, να μην μπορούν να βεβαιωθούν εις βάρους τους τα διοικητικά πρόστιμα λόγω ανυπαρξίας ΑΦΜ προς χρέωση.
Στο τέλος του εδαφίου α της παραγράφου 2, μετά την φράση «στο πλαίσιο σχετικών συμφωνιών ή από αξιόπιστες πηγές, όπως η Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες» μπορεί να προστεθεί η φράση «και άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις»,όπως, για παράδειγμα,η Διεθνής Αμνηστία, η Human Rights Watch κλπ ω΄στε να εμπλουτίζεται το πεδίο των πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής και να λαμβάνοντια περισ΄σοτερες και,κατά το δυνατό,ακριβέστερες πληροφορίες
Στο εδ. β παρ.2 του αρ. 6 προτείνεται να διαγραφεί το κείμενο από το ¨Επίσης…¨ και μετά. Είναι υπερβολή να εξιδεικεύουμε το πως θα παράσχει η υπηρεσία την εκπαίδευση, αφού ήδη παραπάνω έχει αναφερθεί ότι είναι υποχρέωση της υπηρεσίας να μεριμνά γι΄αυτήν. Επιπλέον στον Ν.3907 γίνεται αναφορά στα θέματα εκπαίδευσης. Είναι επίσης άνευ ουσίας να εξειδικεύουμε και να καθοδηγούμε από ποιον θα γίνεται η εκπαίδευση, γιατί δεσμευόμαστε μόνο με την ΕΥΣΑ ή την Ύπατη Αρμοστεία? Επιπλέον ασαφής είναι η διατύπωση ¨μπορεί επίσης να διοργανώνει σεμινάρια κατάρτισης με ΜΚΟ¨, τι σημαίνει αυτό; Ότι μπορεί να συνδιοργανώνει σεμινάρια με ΜΚΟ; ή ότι μπορεί να καλεί τις ΜΚΟ να διοργανώσουν σεμινάρια για να καταρτίζουν το προσωπικό της Υπηρεσίας Ασύλου και να ¨καθοδηγούν¨ μέσα από την κατάρτιση τη διαδικασία χορήγησης ασύλου σύμφωνα με τη φιλοσοφία λειτουργίας τους;
Κάτι ακόμη: Για άτομα που παραποιούν τα στοιχεία της ταυτότητάς των με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ. καταστροφή δακτυλικών γραμμώσεων δια καύσης των ακροδακτύλων) θα πρέπει να μην εξετάζεται η αίτηση παροχής πολιτικού ασύλου.
Επειδή πολλοί λαθρομετανάστες αποκρύπτουν ή δηλώνουν ψευδή χώρα προέλευσης και στοιχεία ταυτότητας, θα πρέπει αυτοί να αποδείξουν επαρκώς και πέραν αμφισβήτησης τα παραπάνω προκειμένου να εξεταστεί αίτηση παροχής ασύλου. Επίσης πρέπει να παρέχουν επαρκείς και πειστικές πληροφορίες για τους λόγους που διώκονται ή κινδυνεύουν στη χώρα τους. Δεν είναι νοητό να εξετάζονται αιτήσεις παροχής ασύλου χωρίς αποδείξεις της αναγκαιότητας αυτής.