1. Η περίπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Όπλο είναι κάθε μηχάνημα, το οποίο, εκ κατασκευής, μετατροπής ή τροποποίησης, με ωστική δύναμη που παράγεται με οποιοδήποτε τρόπο, εκτοξεύει βλήμα, βλαπτικές χημικές ή άλλες ουσίες, ακτίνες ή φλόγες ή αέρια και μπορεί να επιφέρει κάκωση ή βλάβη της υγείας σε πρόσωπα ή βλάβη σε πράγματα ή να προκαλέσει πυρκαγιά, όπως και κάθε συσκευή, που μπορεί να προκαλέσει με οποιονδήποτε τρόπο τα ανωτέρω αποτελέσματα. Στην έννοια του όπλου περιλαμβάνεται οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο και ιδίως πολεμικά τυφέκια, πολυβόλα, υποπολυβόλα, πιστόλια, περίστροφα, όπλα κρότου – αερίων, βαρέα όπλα, όπλα πυροβολικού και όπλα ευθυτενούς ή καμπύλης τροχιάς, καθώς επίσης χειροβομβίδες και νάρκες κάθε τύπου».
2. Η περίπτ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 9 του ν.3169/2003 (Α΄- 189) αντικαθίσταται ως εξής :
«β. Κυνηγετικά όπλα είναι τα επωμιζόμενα μονόκαννα, δίκαννα, επαναληπτικά, ημιαυτόματα όπλα και όπλα μικρού διαμετρήματος τύπου FLOBERT, που έχουν το εσωτερικό της κάννης τους λείο και όχι ραβδωτό, μήκος κάννης τουλάχιστον πενήντα (50) εκατοστών του μέτρου και συνολικό μήκος τουλάχιστον ενός (1) μέτρου, σταθερό, μη πτυσσόμενο κοντάκι, λειτουργούν με δύναμη που παράγεται από την καύση πυρίτιδας, προορίζονται αποκλειστικά και μόνο για την άσκηση θήρας ή εξάσκηση στη σκοποβολή και κατ’ εξαίρεση δύνανται να χρησιμοποιούνται για τον εκφοβισμό, την απομάκρυνση και τον έλεγχο των πτηνών από χώρους των αεροδρομίων, φέρουν συνολικά μέχρι τρία (3) φυσίγγια και δεν δύναται να δεχθούν περισσότερα από τρία (3) φυσίγγια».
3. Η περίπτ. δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, αντικαθίσταται ως εξής :
«δ. Πυρομαχικά είναι τα πάσης φύσεως εφόδια βολής, ανεξαρτήτως εάν φέρουν βολίδα ή όχι και ιδίως τα φυσίγγια πολεμικών τυφεκίων, αυτομάτων όπλων, πολυβόλων, υποπολυβόλων, πιστολιών και περιστρόφων, τα βλήματα βαρέων όπλων και πυροβολικού, καθώς και τα συστήματα που αποτελούνται από εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς ή συνδυασμούς αυτών, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν όπως είναι ή να βληθούν με όπλα ευθυτενούς ή καμπύλης τροχιάς. Στην έννοια των πυρομαχικών περιλαμβάνονται και τα ενεργά επιμέρους στοιχεία αυτών (καψύλλια, καψυλλιωμένοι κάλυκες, ειδικού τύπου βολίδες και ιδίως εκρηκτικές, εμπρηστικές ή τροχιοδεικτικές, βραδύκαυστα υλικά κ.λπ.), τα αβολίδωτα φυσίγγια κρότου – αερίων, καθώς και τα πάσης φύσεως εφόδια βολής όπλων οιουδήποτε τύπου, περιέχοντα βλαπτικές χημικές ή άλλες ουσίες, ή γόμωση εκρηκτικής ύλης».
4. Μετά την περίπτ. στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, προστίθενται περιπτ. ζ΄, η΄, θ΄, ι΄ και ια΄, ως εξής :
«ζ. Φυσίγγια κυνηγετικών όπλων, είναι αυτά τα οποία πέραν των απαραίτητων προωθητικών υλικών, περιέχουν βύσμα και χόνδρους (σκάγια) ή ψήφους (σφαιρίδια) ή ένα (1) μόνο βλήμα (μονόβολο).
η. Μέρος όπλου, είναι κάθε τμήμα ή τεμάχιο ειδικά σχεδιασμένο και απαραίτητο για τη λειτουργία του, συμπεριλαμβανομένων του κορμού – βάσης, της κάννης, της θαλάμης, του κλείστρου ή κινητού ουραίου, του βυκίου και του γεμιστήρα του.
θ. Ουσιώδη συστατικά μέρη όπλου, είναι ο μηχανισμός του κλείστρου ή κινητού ουραίου, η κάννη και η θαλάμη ή το βυκίο του.
ι. Ανταλλακτικά όπλου, είναι μεμονωμένα μέρη, τμήματα ή τεμάχια, προοριζόμενα να χρησιμεύσουν σ’ αυτό για την αντικατάσταση αντίστοιχων ομοίων, λόγω διαφόρων αιτιών.
ια. Εξαρτήματα όπλου, είναι κάθε ένα από τα συμπληρωματικά αυτοτελή όργανα τα οποία είναι τοποθετημένα ή προσαρμόζονται σ’ αυτό και δεν είναι απαραίτητα για τη λειτουργία του».
5. Η περίπτ. α΄ της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Σιγαστήρες, που τοποθετούνται ή εκ κατασκευής φέρονται σε οποιοδήποτε όπλο».
6. Η περίπτ. ε΄ της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, αντικαθίσταται ως εξής :
«ε. Απομιμήσεις (REPLICA) πυροβόλων όπλων, εφόσον αυτές είναι δυνατόν να μετατραπούν σε πραγματικά όπλα, ως και μη λειτουργούντα, λόγω ουσιώδους βλάβης ή έλλειψης, πυροβόλα όπλα. Η απλή αφαίρεση μερών ή εξαρτημάτων όπλων, δεν αποτελεί ουσιώδη έλλειψη και αυτά θεωρούνται λειτουργούντα».
7. Στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, προστίθενται περιπτ. στ΄ και ζ΄ ως εξής :
«στ. Ειδικά όπλα ή συσκευές εκτόξευσης ειδικού τύπου κροτίδων ή βολίδων κρότου – θορύβου, λάμψης ή συριγμού και τα πάσης φύσεως εφόδια βολής αυτών που χρησιμοποιούνται από φορείς διοίκησης και λειτουργίας αεροδρομίων για τον εκφοβισμό και την απομάκρυνση πτηνών από χώρους αεροδρομίων.
ζ. Περίστροφα και πιστόλια αφέσεως αγώνων, που λειτουργούν με αβολίδωτα φυσίγγια κρότου και εκ κατασκευής προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό αυτό».
8. Η παρ. 4 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, αντικαθίσταται ως εξής :
«4. Το πυροβόλο όπλο μπορεί να είναι :
α. Αυτόματο, το οποίο μετά από κάθε βολή οπλίζεται μόνο του και μπορεί να βάλλει με ριπές κάθε φορά που πιέζεται η σκανδάλη του.
β. Ημιαυτόματο, το οποίο μετά από κάθε βολή οπλίζεται μόνο του αλλά, κάθε φορά που πιέζεται η σκανδάλη του, εκτοξεύει ένα μόνο βλήμα.
γ. Επαναληπτικό, το οποίο μετά από κάθε βολή οπλίζεται με τη βοήθεια χειροκίνητου μηχανισμού.
δ. Μονής βολής με μια κάννη – θαλάμη, το οποίο εκ κατασκευής δε φέρει αποθήκη φυσιγγίων ή προσθαφαιρούμενο γεμιστήρα, πριν από κάθε βολή απαιτεί κατάλληλη χειροκίνητη γέμιση και όπλισή του και δεν μπορεί να δεχθεί καθ΄ οιονδήποτε τρόπο περισσότερα από ένα φυσίγγιο».
9. Στην παρ. 6 του άρθρου 1 του ν.2168/1993, όπως προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.2334/1995 ( Α΄- 184), προστίθενται περιπτ. γ΄ και δ΄ ως εξής :
«γ. Συσκευές ειδικού τύπου και τα ειδικά αβολίδωτα φυσίγγια ενεργοποίησης αυτών, που χρησιμοποιούνται στα σφαγεία για βιομηχανικούς ή τεχνικούς σκοπούς ή σε οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα και εκ κατασκευής προορίζονται για τους σκοπούς αυτούς. Για τα ανωτέρω φυσίγγια εφαρμόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις που αφορούν την ασφαλή διακίνηση και αποθήκευση αντικειμένων με εκρηκτική ύλη.
δ. Τα εξαρτήματα όπλου».