Άρθρο 02: Χαρακτήρας Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας

1. Η Ελληνική Αστυνομία αποτελεί ιδιαίτερο ένοπλο Σώμα Ασφάλειας και λειτουργεί με τους δικούς της οργανικούς νόμους. Το προσωπικό της διακρίνεται σε ένστολο και σε πολιτικό. Ως ένστολο προσωπικό θεωρούνται οι αστυνομικοί, οι ειδικοί φρουροί και οι συνοριακοί φύλακες. Το ένστολο προσωπικό της έχει ιδιαίτερη ιεραρχία και δικούς του κανόνες πειθαρχίας και δεν εφαρμόζονται στο προσωπικό αυτό οι διατάξεις που αφορούν τους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους.
2. Όλες οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και το προσωπικό της τελούν σε διαρκή ετοιμότητα για την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος, την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και της έννομης τάξης και την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών. Το ένστολο προσωπικό θεωρείται ότι βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία, σε κάθε περίπτωση που καθίσταται αναγκαία η παρέμβασή του.

3. Το ένστολο της Ελληνικής Αστυνομίας εκπαιδεύεται στη χρήση όπλων και ειδικών μέσων και μηχανημάτων και φέρει για την άσκηση των καθηκόντων του κατάλληλο οπλισμό, εφόδια και μέσα.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας δύναται να εκπαιδεύεται και στις σχολές και τα κέντρα εκπαίδευσης των ενόπλων δυνάμεων με τη συνδρομή ειδικών εκπαιδευτών των ενόπλων δυνάμεων.

  • 5 Αυγούστου 2013, 16:08 | Γ.Χ.

    Αξίζει να σημειωθεί ότι στην αναδιοργάνωση δεν υπάρχει αναφορά για το προσωπικό ειδικών καθηκόντων που συνδράμει σε καθημερινή βάση στις διαδικασίες, ακόμη και χωρίς καθηκοντολόγιο.
    Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και στις «Τεχνολογικές και Επιστημονικές Υπηρεσίες» με βάση την ισχύουσα νομοθεσία το προσωπικό Ειδικών Καθηκόντων θεωρείται κατώτερο από το προσωπικό Γενικών Καθηκόντων και μάλιστα σε περιπτώσεις ομοιοβάθμων, αρχαιότερος θεωρείται πάντα ο αστυνομικός Γενικών Καθηκόντων, ανεξάρτητα από την ημερομηνία αποκτήσεως του βαθμού του.
    Σε περίπτωση δηλαδή που προαχθεί σήμερα ένας αστυνομικός Γενικών Καθηκόντων αυτόματα καθίσταται αρχαιότερος από τον ομοιόβαθμο συνάδελφο του Ειδικών Καθηκόντων, ακόμη και αν αυτός κατέχει επί σειρά ετών τον ίδιο βαθμό και μέχρι πρότινος ήταν αρχαιότερος ασκώντας ο ίδιος διοίκηση στον συνάδελφο Γενικών Καθηκόντων που μόλις προήχθει. Είναι προφανές ότι έτσι καταλύεται η ουσιαστική έννοια της ιεραρχίας, με άμεσο επακόλουθο τα διαρκή προβλήματα-αντιπαλότητες στις εργασιακές σχέσεις, καθώς και τη μη δυνατότητα ύπαρξης συνέχειας τόσο στην διοίκηση όσο και στον σχεδιασμό για την πορεία της Υπηρεσίας μας.
    Η παραπάνω έως σήμερα ρύθμιση πέραν της προφανούς αντισυνταγματικότητας της λειτουργεί ως τροχοπέδη στη συμμετοχή του επιστημονικού προσωπικού στη διατύπωση προτάσεων, στην έναρξη νέων δράσεων και στην εφαρμογή πρωτοποριακών τεχνολογιών στην Ελληνική Αστυνομία στα πλαίσια μιας διοίκησης χωρίς συνέχεια.

  • Ως σύλλογος ΠΕΖΗ, θεωρούμε αναγκαία τη θέσπιση μιας υπηρεσίας με μοναδική απασχόληση τον έλεγχο της στάθμευσης και της παραβατικότητας στα πεζοδρόμια και τους πεζόδρομους (τραπεζοκαθίσματα, εμπόδια στα πεζοδρόμια, εκτός από τα αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες), ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση των πεζών, που τώρα παρεμποδίζεται. Η υπηρεσία αυτή αναμένεται να έχει οικονομική αυτάρκεια, ιδιαίτερα σε καιρό κρίσης, ώστε να μην αποδεκατίζεται με οικονομικές δικαιολογίες. Αναμένεται να είναι πηγή εσόδων για το κράτος, καλύπτοντας πλήρως όλα τα μισθολογικά και άλλα έξοδά της και επιπλέον συνεισφέροντας σημαντικό ποσοστό των εσόδων των δήμων. Η βιωσιμότητα της υπηρεσίας θα εξασφαλίζεται από τα τέλη νόμιμης στάθμευσης και από τα πρόστιμα για παράνομη στάθμευση και κατάληψη πεζοδρομίων.

    Οι παραβάσεις αυτές έχουν μια μαζικότητα και ιδιαιτερότητα, ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά μόνο με ειδικά οργανωμένη υπηρεσία, όπως αυτή που αναφέρουμε. Η έλλειψη χώρου στάθμευσης και η παράνομη στάθμευση δεν ανήκουν στις ελληνικές ιδιομορφίες. Αντίστοιχο πρόβλημα αντιμετωπίζουν πολλές πόλεις του εξωτερικού. Έτσι, η Αθήνα έχει παρόμοια έλλειψη χώρου στάθμευσης με το Σαν Φρανσίσκο, τη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο, το Αμστερνταμ, το Τόκυο. Οι οδηγοί στο εξωτερικό συμμορφώνονται και εκεί λόγω της αστυνόμευσης και δεν φαίνεται να είναι θέμα παιδείας και σεβασμού του νόμου.

    Μέχρι τώρα είχαν δικαιοδοσία για αυτό το αντικείμενο η ΕΛ.ΑΣ. και οι δήμοι (με εργαλείο τη δημοτική αστυνομία). Και οι δύο δομές αμέλησαν, απέτυχαν ή απέφυγαν να προστατεύσουν την πεζή μετακίνηση, με λυπηρά αποτελέσματα. Η προστασία των πεζών φαίνεται να αμελείται ή εσκεμμένα να αποφεύγεται, ώστε να ευνοούνται και να επιδοτούνται τα Ι.Χ., παρκάροντας δωρεάν σε χώρους πεζών .

    Ο δημόσιος χώρος είναι κοινωνικό αγαθό και ειδικά ο χώρος που προορίζεται για τους πεζούς φαίνεται να χαρίζεται στους οδηγούς Ι.Χ. δωρεάν, ενώ πληρώνεται από όλους. Απεναντίας, η στάθμευση έχει κοινωνικό κόστος και πρέπει να πληρώνεται από τους οδηγούς που την χρησιμοποιούν.

    Το προσωπικό περιπολιών ελέγχου των πεζοδρομίων και πεζόδρομων δεν χρειάζεται ιδιαίτερη εκπαίδευση. Τα άρθρα του Κ.Ο.Κ. για την στάθμευση και την ελεύθερη κυκλοφορία στους πεζόδρομους είναι λίγα και απλά. Οποιοσδήποτε έχει δίπλωμα οδήγησης, γνωρίζει αυτούς τους νόμους. Αν δεν τους γνωρίζει (λόγω μη εφαρμογής τους) θα τους μάθει πολύ γρήγορα όταν η υπηρεσία αυτή οργανωθεί και λειτουργήσει αποτελεσματικά. Η μόνη εκπαίδευση και εμπειρία που χρειάζεται είναι η εμπειρία της επικοινωνίας με κοινό, ιδιαίτερα με άτομα που είναι δυσαρεστημένα ή εξαγριωμένα (επειδή έλαβαν κάποια κλήση). Αυτή η εμπειρία μπορεί να έχει αποκτηθεί από προϋπηρεσία σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες ή από ειδικά σεμινάρια. Το προσωπικό πρέπει να φοράει στολή για να είναι αναγνωρίσιμος ο ρόλος του.

    Ο Σύλλογος ΠΕΖΗ αγωνίζεται εδώ και μια δεκαετία για το αυτονόητο δικαίωμα των πεζών να κυκλοφορούν με αξιοπρέπεια στα πεζοδρόμια και πεζόδρομους. Ελπίζουμε και απαιτούμε μια αναδιοργάνωση της αστυνομίας, που θα αναγνωρίσει το πρόβλημα κινητικότητας των πεζών και θα δρομολογήσει μια αποτελεσματική και οριστική λύση, στα πλαίσια της πρότασής μας.

    Εκτός από την αστυνόμευση της στάθμευσης, είναι αναγκαίο να βελτιωθεί και η αστυνόμευση της κυκλοφορίας. Οι παραβάσεις της κυκλοφορίας καταπατούν την αξιοπρέπεια των πεζών και επιπλέον κοστίζουν ανθρώπινες ζωές σε όλα τις κυκλοφοριακές ομάδες. Η χώρα μας είναι ουραγός στην οδική ασφάλεια στην Ευρώπη. Θεωρούμε οτι ο διαχωρισμός της τροχαίας από την αστυνομία για θέματα αστυνόμευσης του Κ.Ο.Κ. δεν έχει φέρει επιθυμητά αποτελέσματα. Δεν καταλαβαίνουμε πώς θα αυξάνεται η αποτελεσματικότητα της αστυνόμευσης όταν η τροχαία και η (λοιπή;) αστυνομία θα κάνουν ανεξάρτητες περιπολίες. Αν κάποιος αστυνομικός δει μια παράβαση του Κ.Ο.Κ. σε ώρα που δεν κυνηγάει κάποιον κακοποιό, θα πρεπει να μπορεί να επέμβει.

    Έχουμε ζητήσει συνάντηση με το υπουργείο από τον Ιούνιο του 2013. Είμαστε στη διάθεσή σας για να συζητήσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πεζοί και να βρούμε μια λύση.

  • Στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι «Ως ένστολο προσωπικό θεωρούνται οι αστυνομικοί, οι ειδικοί φρουροί και οι συνοριακοί φύλακες». Όμως με το άρθρο 81 παρ.1 του Νόμου 4172/2013 προβλέπεται ρητά η ένταξη των υπαλλήλων της Δημοτικής Αστυνομίας «στην Ελληνική Αστυνομία ως ιδιαίτερης κατηγορίας προσωπικού».

    Επειδή είναι μάλλον δεδομένο ότι δεν πρόκειται να ενταχθεί το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας στην ΕΛ.ΑΣ. ως πολιτικό προσωπικό, θα πρέπει στις κατηγορίες ένστολου προσωπικού που μνημονεύονται να προστεθεί και 4η κατηγορία προσωπικού που θα καλύπτει το προσωπικό που θα προέλθει από τη Δημοτική Αστυνομία.

    Οποιαδήποτε προσπάθεια ενσωμάτωσης των δημοτικών αστυνομικών στις υπάρχουσες κατηγορίες προσωπικού της ΕΛ.ΑΣ. θα αποτελέσει ολέθριο σφάλμα και είναι δεδομένο ότι θα διαταράξει τις σχέσεις των μεταφερόμενων υπαλλήλων με τους ήδη υπηρετούντες στην ΕΛ.ΑΣ., αφού θα υπόκεινται σε διαφορετικό καθεστώς πρόσληψης, διαφορετική εκπαίδευση, διαφορετική νοοτροπία, διαφορετικά βιώματα, ενώ ανυπέρβλητο πρόβλημα θα δημιουργηθεί και από το γεγονός ότι οι εκ της Δημοτικής Αστυνομίας προερχόμενοι υπάλληλοι ανήκουν σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες: ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ, κάτι που κάνει εκ των πραγμάτων αδύνατη την «αυτόματη» ένταξη σε κάποια από τις υπάρχουσες κατηγορίες προσωπικού. Θα πρέπει λοιπόν να δημιουργηθεί νέα διακριτή κατηγορία προσωπικού η οποία δεν θα επηρρεάσει με κανένα τρόπο τις υπάρχουσες κατηγορίες προσωπικού, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων εξέλιξης και μεταθέσεων.

    Επιπλέον, επειδή η απόφαση ένταξης των δημοτικών αστυνομικών στην ΕΛ.ΑΣ. έχει ήδη προκαλέσει επιφυλάξεις και αντιδράσεις, ενώ για πολλούς αποτελεί πισωγύρισμα, η ένταξη σε νέας κατηγορίας προσωπικό θα δώσει το πλεονέκτημα διατήρησης μιας ανεξάρτητης δομής στην ΕΛ.ΑΣ. από την οποία θα μπορούσε να αποσχιστεί αυτόνομα, αν αυτό επιβάλλουν στο μέλλον οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες και οι σύγχρονες ανάγκες αστυνόμευσης.

    Ενωτική Κίνηση Εργαζομένων Δημοτικής Αστυνομίας (Ε.Κ.Ε.Δ.Α.)
    Σωματείο Δημοτικών Αστυνομικών ΑΘήνας

  • 1 Αυγούστου 2013, 07:10 | Φ.Χ.

    Η αναφορά στο αρ.2 ως ακολούθως, «Το ένστολο της Ελληνικής Αστυνομίας εκπαιδεύεται στη χρήση όπλων και ειδικών μέσων και μηχανημάτων και φέρει για την άσκηση των καθηκόντων του κατάλληλο οπλισμό, εφόδια και μέσα», εκφράζει την αναχρονιστική νοοτροπία που έχει η Ελληνική Αστυνομία στη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων της. Σε μια σύγχρονη αστυνομία θα πρέπει να υπάρχει εξειδίκευση του προσωπικού και κατανομή του σε συγκεκριμένα καθήκοντα ανάλογα με τις ανάγκες με σκοπό την αύξηση της αποδοτικότητας. Η λογική «όλοι, να μπορούν να τα κάνουν όλα», δεν ευσταθεί και δεν αποδίδει. Δεν είναι δυνατόν το προσωπικό που ασχολείται π.χ. με την ανάπτυξη υποστηρικτικών πληροφοριακών συστημάτων για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας να εκτελεί παράλληλα ένοπλες υπηρεσίες ασφάλειας-τάξης.
    Μια προσπάθεια προς την κατεύθυνση της εξειδίκευσης είναι ο θεσμός του προσωπικού Ειδικών Καθηκόντων σε ειδικές Υπηρεσίες. Είναι σημαντική παράλειψη η μη αναφορά στο συγκεκριμένο άρθρο στις εξειδικεύσεις του προσωπικού της ΕΛ.ΑΣ. και ο σαφής ορισμός των σχετικών αρμοδιοτήτων.
    Εν κατακλείδι, απαιτείται ορθολογική-ποιοτική (με βάση τα προσόντα και τις εκπαιδεύσεις-εξειδικεύσεις) και όχι η ποσοτική κατανομή του προσωπικού της ΕΛ.ΑΣ. στις τρέχουσες ανάγκες.

  • 31 Ιουλίου 2013, 18:01 | G

    Καλησπέρα σας,
    Έχοντας περάσει από αρκετές Υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ θέλω να παρατηρήσω τα εξής:
    Η ΕΛ.ΑΣ έχει ανάγκη την εξειδίκευση. Πρέπει ο Αστυνομικός να είναι επιφορτισμένος με συγκεκριμένο καθήκον ώστε να μπορέσει να αποδώσει καλύτερα και σωστότερα, αφενός προφυλάσσοντας τον εαυτό του και αφετέρου προσφέροντας περισσότερο στο σύνολο. Για παράδειγμα όταν υπηρετείς σε ένα τμήμα μεικτής αρμοδιότητας η άσκηση των καθηκόντων ασφαλείας [ναρκωτικά, κλοπές, λαθρομετανάστες κλπ] ή τροχαίας ή τάξης είναι σαφώς πιο δύσκολη, διότι έχεις ένα μεγάλο φάσμα αρμοδιοτήτων αλλά και πιο επιφανειακή λόγω μη χρονικής και λειτουργικής δυνατότητας να ασχοληθείς σε βάθος με μία υπόθεση. Δεν έχουν όλα τα μεικτά τμήματα την δυνατότητα να έχουν ομάδα ασφαλείας ή ομάδα τροχαίας, ώστε να καταμερίζονται κατά κάποιο τρόπο οι αρμοδιότητες και να υπάρχει απόλυτη ή έστω μεγάλη εφαρμογή των Νόμων. Άλλωστε αμιγής Υπηρεσίες δεν προλαβαίνουν να ασχοληθούν με ότι προβλέπεται [η αλήθεια είναι ότι φταίει και το προσωπικό κάποιες φορές]. Για παράδειγμα στην Τροχαία. Οι περισσότεροι νομίζουν ότι είναι ένας ΚΟΚ, το αντικείμενό της, χωρίς γνωρίζουν μεγάλο πλήθος Νόμων, Προεδρικών Διαταγμάτων & Υ.Α., οι οποίοι για να εφαρμοστούν θέλουν σοβαρή μελέτη και θέληση από τον Αστυνομικό, που δυστυχώς απουσιάζει σε μεγάλο βαθμό. Οπότε η διατήρηση του διαχωρισμού κάποιων Υπηρεσιών κρίνεται επιβεβλημένη με τη συνεχή εκπαίδευση, που θα αναφερθώ παρακάτω.
    Η εκπαίδευση λοιπόν είναι ένα άλλο θεμελιώδης θέμα για τον Αστυνομικό. Η ετήσια εκπαίδευση αυτοάμυνας – αυτοπροστασίας κρίνεται ανεπαρκής, λόγω κυρίως της μικρής χορήγησης φυσιγγίων προς εκπαίδευση, με αποτέλεσμα να αναγκάζεται αυτός που ενδιαφέρεται να καταβάλλει από το υστέρημά του για την καλύτερη εκπαίδευσή του. Επίσης, απαιτείται εκπαίδευση και πάνω στο αντικείμενό του. Είναι δεδομένο ότι η καλύτερη εκπαίδευση είναι η εμπειρία, αλλά ίσως χρειάζονται και σεμινάρια ιδιαίτερα με όσους ασχολούνται με ανακριτικά καθήκοντα και σύνταξη δικογραφιών.
    Δυστυχώς, δεν φαίνεται να απαλλάσσεται η Αστυνομία από καθήκοντα που θα μπορούσαν να ασκηθούν από άλλες υπηρεσίες του δημόσιου τομέα, όπως πχ. επιδόσεις, άσυλο, έκδοση αδειών κυκλοφορίας, γήπεδα κτλ. Αντίθετα με την έλευση των Δημοτικών Αστυνομικών είναι δεδομένο ότι θα επιφορτιστεί και των δικών τους καθηκόντων.
    Τέλος, κρίνεται επιβεβλημένη η θέσπιση επιδόματος για τους υπηρετούντες στο πεζοδρόμιο και ιδιαίτερα στην Αθήνα & Θεσσαλονίκη. Τόσο το κόστος ζωής όσο και η μεγαλύτερη επικινδυνότητα είναι το λιγότερο που μπορεί να κάνει η πολιτεία προς αναγνώριση των υπηρεσιών τους.
    Ευχαριστώ.

  • 30 Ιουλίου 2013, 15:09 | ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ Νεκτάριος

    Αγαπητοί συνάδελφοι της Π.Ο.Α.Σ.Υ , πραγματικά πιστεύω ότι έχετε ειλικρινείς προθέσεις να βοηθήσετε εμπράκτως σε μια κρίσιμη περίοδο για την πατρίδα μας , στην παρούσα αναδιάρθρωση της αστυνομίας . Άλλωστε η μακροσκελέστατη αναφορά σας που επισκίασε τις απόψεις όλων των συναδέλφων που μέχρι τώρα κατέθεσαν μέσα από την τρέχουσα διαβούλευση τις απόψεις τους συγκεκριμένα και εμπεριστατωμένα , αποδέχεται περίτρανα την ανάγκη αυτή για αναδιάρθρωση της Ελληνικής αστυνομίας .
    Επειδή όμως θα πρέπει επιτέλους να περάσουμε στην πράξη και να εφαρμόσουμε πράγματα που πρέπει να είχαν εφαρμοστεί «χθες» , σας γνωρίζω ότι θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όλους μας εάν σε δεύτερη φάση , με ξεκάθαρες προτάσεις συγκεκριμενοποιήσετε με βάσει την πείρα σας και τις μελέτες που έχετε στην διάθεσή σας το τι και το πώς πρέπει να γίνει το καθετί στα πλαίσια κάθε άρθρου του παρόντος νομοσχεδίου .
    Έτσι θα θέλαμε να δούμε τις συγκεκριμένες προτάσεις σας για τα παρακάτω θέματα:
    Ποια πρέπει να είναι η αποστολή και ο χαρακτήρας των υπηρεσιών της ελληνικής αστυνομίας ? , πως πρέπει να τεθεί η διάθρωση και ποιες πρέπει να είναι οι δομές Αστυνόμευσης ? , εάν και σε ποίο βαθμό και πως θα πρέπει να καταπολεμηθούν τα θέματα διαφθοράς οικονομικού και ηλεκτρονικού εγκλήματος και γενικά τα σοβαρά θέματα ασφαλείας , πως πρέπει να αντιμετωπίζονται οι κοινωνικές εκδηλώσεις , πώς να βοηθήσουμε την τουριστική μας βιομηχανία , εάν χρειαζόμαστε επιστημονική αστυνομία και πώς να την χρησιμοποιήσουμε , ποια πρέπει να είναι η μορφή και η δράση των ειδικών δυνάμεων , πως πρέπει να γίνεται η εκπαίδευση , πως βλέπεται τα θέματα διοίκησης και διοικητικής υπαγωγής , τι προτείνεται αντί για την κατάργηση των ήδη καταργημένων οργανικών θέσεων , ποια πρέπει να είναι τα λειτουργικά πλαίσια της Ελληνικής Αστυνομίας , πως πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα θέματα μετανάστευσης και λαθρομετανάστευσης ? κ.τ.λ
    Είμαι απόλυτα σίγουρος ότι εάν οι προτάσεις σας υπερβαίνουν σε διορατικότητα και τεκμηρίωση θέματα που έχουν τεθεί στην παρούσα διαβούλευση , θα γίνουν αποδεχτές και τότε , πραγματικά θα έχετε συνδράμει τα μέγιστα στην πατρίδα μας μέσα από την συνδικαλιστική σας δράση .

  • 30 Ιουλίου 2013, 10:19 | Π.Ο.Α.Σ.Υ.

    Αθήνα 30 Ιουλίου 2013
    Αρ. Πρωτ.: 400/1/18β

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ
    «ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

    Η νομοθετική πρωτοβουλία που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση (από 24 Ιουλίου έως 5 Αυγούστου 2013) για την «Αναδιάρθρωση της Ελληνικής Αστυνομίας», απέχει παρασάγγας από την εμπεριστατωμένη Μελέτη – πρόταση για διάλογο (Μελετητή: Δρ. Πολιτικών Ασφάλειας Παντείου Πανεπιστημίου Γ. Β. Παπακωνσταντή: Προτάσεις για τη μεταρρύθμιση της Ελληνικής Αστυνομίας, http://www.poasy.gr/web/index.php?option=com_rokdownloads&view=file&Itemid=28&id=88:—– που είχε υποβάλλει στην Πολιτική και Φυσική Ηγεσία η Ομοσπονδία μας το 2011, με στόχο την ψήφιση ενός βασικού νόμου πλαισίου, που θα καθορίζει τη λειτουργία της Αστυνομίας του 21ου αιώνα στη χώρα μας, μέσω ουσιαστικών μεταρρυθμιστικών αποφάσεων και πρωτοβουλιών και με γνώμονα τόσο την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, όσο και τη διασφάλιση του δοκιμαζόμενου, ανελέητα σήμερα, Έλληνα Αστυνομικού.
    Πρέπει να τονιστεί εξαρχής, ότι από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, δόθηκε προς δημόσια διαβούλευση ένα «νομοθέτημα», που συντάχθηκε χωρίς να προηγηθεί διάλογος και εκατέρωθεν ανταλλαγή απόψεων με τους συντάκτες του, ώστε ένα τέτοιο προϊόν αμοιβαίου προβληματισμού να τεθεί στην κρίση της αστυνομικής οικογένειας και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας. Μάλιστα οι συντάκτες του, παραδόξως, μας είναι άγνωστοι.
    Οφείλουμε επίσης να υπενθυμίσουμε σε όσους τυχόν το λησμονούν, ότι το 2011, το ίδιο το Αρχηγείο, με τη σύμφωνη γνώμη της τότε πολιτικής ηγεσίας, είχε συνηγορήσει υπέρ της εκπόνησης μιας επιστημονικής μελέτης, διαθέτοντας ένα σημαντικό χρηματικό ποσό (μέσω ΕΣΠΑ), λαμβάνοντας τότε ακόμα υπόψη του, ότι ένα τόσο σοβαρό εγχείρημα για το σχεδιασμό και την προετοιμασία των αναγκαίων τομών, απαιτεί κυρίως χρόνο και σε κάθε περίπτωση όχι βεβιασμένες ενέργειες εκ μέρους εκείνων που ενώ είναι μέρος του υπό επίλυση προβλήματος, διεκδικούν την πρωτοκαθεδρία στην επιβολή των όποιων αποφάσεών τους. Στη συνέχεια, βεβαίως, με την αλλαγή της πολιτικής Ηγεσίας, σημειώνεται αμέσως «αλλαγή πλεύσης», ακύρωση της προηγούμενης τακτικής του Αρχηγείου, και μάλιστα χωρίς να αιτιολογηθεί η νέα αυτή στάση, παρά τις δικές μας ενστάσεις, επιφυλάξεις και επισημάνσεις για την έκβαση της επιζητούμενης μεταρρύθμισης.
    Εκ του αποτελέσματος κρίνοντας, σήμερα, με απόντες –όχι με δική τους ευθύνη- την επιστημονική κοινότητα, τους κοινωνικούς και συνδικαλιστικούς φορείς, προφανώς κάποιοι υπηρεσιακοί παράγοντες ανέλαβαν την παρουσίαση ενός δήθεν καινοτόμου νομοσχεδίου, τη στιγμή που αυτό αποτελεί εξόφθαλμη συρραφή -με τη μέθοδο της αποκοπής και επικόλλησης- άρθρων και παραγράφων, διατάξεων και υποπαραγράφων, των ισχυόντων νομοθετημάτων, όπως ο ιδρυτικός Νόμος του Αρχηγείου της αστυνομίας 2800/2000 «Αναδιάρθρωση Υπηρεσιών Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύσταση Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας και άλλες διατάξεις», το Π.Δ. 14/2001 «Οργάνωση Υπηρεσιών Ελληνικής Αστυνομίας», ο ιδρυτικός Νόμος της Ελληνικής Αστυνομίας 1481/1984 και ορισμένα άλλα διατάγματα.
    Με αυτήν την μέθοδο, στους μη γνωρίζοντες, η αναδιάρθρωση παρουσιάζεται ως μεγάλη καινοτομία, ενώ πρόκειται είτε για ανακύκλωση αυτού που ήδη υφίσταται, ως παραπαίον οικοδόμημα, είτε αλλού, ως μετάλλαξη, μετονομασία και εξ ανάγκης προσαρμογή σε επιμέρους ζητήματα. Επισημαίνουμε ότι το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης μετονομάστηκε σε Υπουργείο Εσωτερικών, εντασσόμενο στο Υπουργείο Εσωτερικών, κατόπιν μετονομάστηκε σε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και κατόπιν σε «Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη». Αυτές, όμως, οι εύηχες παλινδρομήσεις δεν κατοχύρωσαν ως δια μαγείας και τον επιζητούμενο στόχο.
    Η αναφερόμενη στην εισηγητική έκθεση του σ.ν. επιδίωξη, ότι δηλαδή αποσκοπεί στο να καταστεί η Ελληνική Αστυνομία πιο σύγχρονη, ευέλικτη και αποτελεσματική, τόσο σε επιτελικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο και να βελτιώσει τις δυνατότητες και την ποιότητα ανταπόκρισής της στις υφιστάμενες, αλλά και σε μελλοντικές εθνικές και κοινωνικές ανάγκες και απαιτήσεις, είναι παντελώς αστήρικτη και μη τεκμηριωμένη, με οικονομικοτεχνικούς και επιστημονικούς όρους, όπως επιβάλλει η σοβαρότητα του όλου εγχειρήματος.
    Μια τεκμηριωμένη μελέτη, όπως είχαμε υποστηρίξει, θα κατέγραφε κατά βάση το εύρος των προβλημάτων και των δυσλειτουργιών του σημερινού αστυνομικού οικοδομήματος και με βάση αυτά θα κατέληγε σε συγκεκριμένες προτάσεις, εναλλακτικά σενάρια, πιθανά θετικά ή αρνητικά αποτελέσματά τους.
    Επομένως, ποια είναι τα προβλήματα, πλήρως καταγεγραμμένα και στοιχειοθετημένα, που επιλύονται κατά τους συντάκτες του νομοσχεδίου;
    Υπάρχει κάποια έκθεση π.χ. για την γραφειοκρατία και γιατί δεν την παρουσιάζουν;
    Υπάρχει κάποια έκθεση για τις αρμοδιότητες μη αστυνομικής αμιγώς δράσης (επιδόσεις δικογράφων, γνήσια υπογραφής, εφαρμογή υγειονομικών-πολεοδομικών και λοιπών διατάξεων κλπ) ή για τις επιπτώσεις που επιφέρουν αυτές στο κύριο έργο της αστυνομίας;
    Υπάρχει κάποια έκθεση αν οι αστυνομικοί, αλλά και οι πολίτες είναι ικανοποιημένοι και σε ποιούς τομείς, από τη λειτουργία της αστυνομίας;
    Αν δεν υπάρχουν αυτά και άλλα πολλά, τότε σε ποια βάση και με τι κριτήρια θα γίνει η αναδιάρθρωση, ώστε να μην παραπέμπει η προσπάθεια του Αρχηγείου σε ανάλωση για διευθέτηση ενδοαστυνομικών προβλημάτων;
    Εξάλλου, ποια σοβαρή μελέτη, δεν θα κοστολογούσε το «πρόβλημα» και δεν θα υπολόγιζε επακριβώς το όφελος των προτεινόμενων αλλαγών, (όπως επιβάλλει άλλωστε και η κοινοβουλευτική διαδικασία της συνοδείας των προτεινόμενων διατάξεων από λεπτομερή Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους), ώστε το όποιο νομοσχέδιο να έπειθε και τον πιο δύσπιστο αστυνομικό, πολίτη κλπ, για τη χρησιμότητα και την αναγκαιότητά του. Κυρίως, δε, θα αναφερόταν λεπτομερώς στο ανθρώπινο δυναμικό και στις θέσεις εργασίας του υπό αναδιοργάνωση οργανισμού, ώστε να γίνεται κατανοητή η διάθεση αξιοποίησής του, σύμφωνα με τις επιταγές του σήμερα και βεβαίως του μέλλοντος, εφόσον ο ανθρώπινος παράγοντας είναι το άλφα και το ωμέγα όταν συζητάμε για αναδιαρθρώσεις οργανισμών, πόσω μάλλον ενός ευαίσθητου οργανισμού, επιφορτισμένου με εξουσιαστικές αρμοδιότητες και καταναγκασμούς σε μια κοινωνία έτοιμη να «εκραγεί».
    Γι’ αυτό γεννάται το ερώτημα, άλλωστε, πώς οι συντάκτες του εν λόγω σ.ν., έχουν καταλήξει σε συγκεκριμένο αριθμό καταργούμενων οργανικών θέσεων (6.700) αστυφυλάκων γενικών καθηκόντων από τις περίπου 10.000 κενές θέσεις που υπάρχουν. Προφανώς, το υπόλοιπο, σχεδιάζουν να το καλύψουν με την απορρόφηση δημοτικών αστυνομικών(;), ενώ την ίδια ώρα βλέπουν το φως της δημοσιότητας αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες, άλλες περί απομάκρυνσης 2.000 πολιτικών υπαλλήλων και άλλες περί μετατάξεων εκατοντάδων υπαλλήλων από υπό κατάργηση οργανισμούς του δημοσίου. Προξενεί δε κατάπληξη η εξέλιξη αυτή, καθόσον μόλις η προηγούμενη αστυνομική ηγεσία είχε εναντιωθεί σε οποιαδήποτε συρρίκνωση της αστυνομικής δύναμης, υποστηρίζοντας ότι είναι ανόμοια τα συγκριτικά στατιστικά στοιχεία της Eurostat, περί αναλογίας αστυνομικών –πολιτών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι στην Ελλάδα η αστυνομία είναι επιφορτισμένη με πρόσθετες αρμοδιότητες και άλλων δημοσίων υπηρεσιών. Πρόκειται, επομένως, για μια επιχειρούμενη, πρόχειρη επαναδιάταξη-ανακατανομή των αστυνομικών δυνάμεων, και τούτο χωρίς να αποκαλύπτεται σε όλο του το εύρος το μέγεθος των επιπτώσεών τους, τόσο σε υπηρεσιακό όσο και σε προσωπικό επίπεδο.
    Πώς είναι δε δυνατόν π.χ. να μη γίνεται ουδεμία αναφορά στο Αστυνομικό Τμήμα που αποτελεί το κύτταρο της αστυνομικής λειτουργίας, όπως χαρακτηριστικά λέγεται, ή να μη γίνεται καμία αναφορά στην αστυνομική περιπολία και στο χρόνο ανταπόκρισης στις κλήσεις των πολιτών, ή να μην υπάρχει καμία έκθεση εγκληματολογικών δεδομένων και χωροθέτησης των αστυνομικών υπηρεσιών-οικημάτων-περιπολικών;
    Πώς είναι δυνατόν να παρουσιάζονται δημοσίως τέτοια μεθοδικά εργαλεία από φορείς και πολίτες και να αγνοούνται προκλητικά, από την επίσημη και αρμόδια για την αρμονική λειτουργία της αστυνομίας, πολιτεία;
    Είναι σαφές, εξάλλου, ότι το προτεινόμενο σχέδιο νόμου δημιουργεί ανασφάλεια και αβεβαιότητα σε προσωπικό και οικογενειακό επίπεδο, σε όλους τους Αστυνομικούς Υπαλλήλους, επειδή πουθενά σ’ αυτό δεν αποτυπώνονται οι όποιες άλλες επιπτώσεις και παρενέργειες επέλθουν από διοικητικές – υπηρεσιακές μεταβολές, π.χ. μεταθέσεις, υπηρεσιακή εξέλιξη κ.λ.π.
    Το «μαστίγιο» για τον χαμηλόβαθμο συνάδελφο, φαίνεται πως αποκρύπτεται μεθοδικά, επιφυλάσσοντάς του οδυνηρές εκπλήξεις με τη μορφή προεδρικών διαταγμάτων και ενδοϋπηρεσιακών εγκυκλίων, καθόσον, σύμφωνα και με το τελευταίο προτεινόμενο άρθρο 35 «Έναρξη ισχύος» του σ.ν., «οι προβλεπόμενες από τον παρόντα νόμο κανονιστικές πράξεις εκδίδονται εντός δυο ετών από την έναρξη ισχύος του»!
    Μιλάμε, εν τέλει, για ουσιαστικό νομοθέτημα και σοβαρή προσπάθεια αναδιάρθρωσης ή για πολιτική σκοπιμότητα και επικοινωνιακή αντιμετώπιση των οξυμένων προβλημάτων του Σώματος, που απαξιώνουν ένα καθ΄ όλα ώριμο αίτημά μας και που βάζουν σε πρωτοφανείς περιπέτειες και ανεξήγητη αναστάτωση τους πάντες; Και πώς είναι δυνατόν στο πρόσφατο Γενικό μας Συμβούλιο (10 & 11 Ιουλίου 2013), όταν ζητήθηκαν διευκρινίσεις για φλέγοντα ζητήματα, να λέγεται από πλευράς εκπροσώπου της πολιτικής ηγεσίας ότι για την εφαρμογή των διατάξεων του σχεδίου νόμου ανά γεωγραφική περιοχή, δεν μπορεί ο ίδιος ούτε η πολιτική ηγεσία να έχουν άποψη διότι αυτά είναι ζητήματα του Αρχηγείου; Δηλαδή, άλλα δίνουμε στη δημοσιότητα ως Υπουργείο και άλλα θα προωθηθούν αργότερα από το Αρχηγείο, μετά και την πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση που εξουσιοδοτεί την κυβέρνηση να ανατρέπει τα πάντα στη λειτουργία δημοσίων οργανισμών και υπηρεσιών όχι με τη μορφή νόμων, αλλά με προεδρικά διατάγματα, ως άλλες πράξεις νομοθετικού περιεχομένου;
    Αλλά, το κυριότερο, μέσα σε όλα αυτά λησμονείται η κοινωνία και ο πολίτης, για τον οποίο υποτίθεται θα κληθεί το Ελληνικό Κοινοβούλιο να θεσμοθετήσει νέους κανόνες και σχήματα λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας.
    Από τη μελέτη του σχεδίου νόμου καθίσταται ολοφάνερο ότι κύρια στόχευση των συντακτών του, στο όνομα της βελτίωσης των λειτουργιών του Αρχηγείου, είναι η αύξηση των θέσεων των ανώτατων βαθμίδων της ιεραρχίας. Με επιτήδειο σχεδιασμό οι 14 ανώτατοι αξιωματικοί, Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές Περιφέρειας Γενικών Καθηκόντων σήμερα, διπλασιάζονται σε 28 και μάλιστα υπό την επίκληση της εξειδικευμένης αποστολής της Ασφάλειας και την κάλυψη μιας συνακόλουθης επικοινωνιακής διαχείρισης, ότι οι υπό ίδρυση νέες δομές, μετατρέπονται σε FBI! Εάν π.χ. οι Γενικοί Βορείου και Νοτίου Ελλάδος μετονομαστούν σε Γενικούς Ασφαλείας, θα αποκτήσει η αστυνομία κύρος και τα μέσα για τη δίωξη του εγκλήματος τη στιγμή των συντριπτικών περικοπών στις λειτουργικές δαπάνες των υπηρεσιών, όταν γίνεται αγωνιώδης προσπάθεια για να εξοικονομηθούν καύσιμα για τα οχήματα και κονδύλια για την επισκευή-συντήρηση του πεπαλαιωμένου στην πλειοψηφία του στόλου των περιπολικών; Όταν η πλειοψηφία των αστυνομικών, οικονομικά δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα και να συντηρήσουν το σπίτι και την οικογένειά τους;
    Στο συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου ουδεμία αναφορά γίνεται στη συντριπτική μείωση των λειτουργικών δαπανών της Αστυνομίας που ως γνωστόν έχει τρομερή επίπτωση στα μεταφορικά μέσα της Αστυνομίας, στα καύσιμα, στις κτιριακές εγκαταστάσεις, σε ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας κ.λ.π., ενώ ουδεμία πρόταση κατατίθεται με στόχο τη βελτίωση αυτής της ζοφερής κατάστασης. Είναι γνωστό, επίσης, ότι άνευ οικονομικών πόρων και σχετικών εγγυήσεων, καμία Αστυνομία δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική, πόσω μάλλον όταν επιδιώκεται η εκσυγχρονιστική της μετάλλαξη.

    Επιπλέον, και στον τομέα της εκπαίδευσης, όπου το σ.ν. υποτίθεται ότι επιχειρεί να «καινοτομήσει», το επίπεδο και η ποιότητα των εκπαιδευτικών διαδικασιών δεν φαίνεται να αναβαθμίζεται, αντίθετα επιχειρείται και η υποβάθμιση της Σχολής Αστυφυλάκων, παρά την ισχύουσα νομοθετική ρύθμιση με την οποία χαρακτηρίστηκε ως Σχολή Ανωτέρας Εκπαίδευσης της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου αποφεύγει να τη χαρακτηρίσει ισότιμη με τα ΤΕΙ, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι η Σχολή Αστυφυλάκων «χορηγεί ισότιμα πτυχία, προς εκείνα που χορηγούνται από τα αντίστοιχου επιπέδου εκπαιδευτικά ιδρύματα», χωρίς να τα κατονομάζει, αλλά ούτε και διασφαλίζεται η απογραφή των ευδοκίμως αποφοιτησάντων στην κατηγορία Τ.Ε.
    Επίσης, η όποια επίκληση εξειδίκευσης, έχει μόνο θεωρητική προσέγγιση και δεν αποτυπώνεται πώς ποιοτικά (και όχι ποσοτικά) θα αποκτηθεί αυτή.
    Ιδίως, δε, αποκρύπτεται επιμελώς ότι οι δόκιμοι από τα πέντε εξάμηνα που διαρκεί η φοίτησή τους, στα τέσσερα από αυτά χρησιμοποιούνται για την κάλυψη πάγιων αστυνομικών αναγκών ανά την Ελλάδα, με 250 ευρώ αντιμίσθιο μηνιαίως. Αυτό θα απασχολήσει την ηγεσία;
    Στο άρθρο 28 προβλέπεται η ύπαρξη και λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας με ελάχιστες διαφοροποιήσεις από το υπάρχον καθεστώς. Δεν αναφέρονται πουθενά οι στόχοι, πώς πρέπει να εκπαιδεύεται ο σύγχρονος αστυνομικός. Δεν κατοχυρώνεται η ισοβαθμία με τα ΑΤΕΙ της Σχολής Αστυφυλάκων και δεν λαμβάνεται υπόψη καθόλου η εκπαίδευση ή μετεκπαίδευση με βάση προγράμματα και όχι σχολές. Στην ουσία διατηρείται η υπάρχουσα δομή (Διεύθυνση Εκπαίδευσης, Αστυνομική Ακαδημία, Σχολές,) χωρίς να υπάρχει κανένας λόγος να διατηρούνται τόσες δομές και χωρίς να αναφέρεται τίποτα για την ουσία, παρά μόνο για τον τρόπο επιλογής διδακτικού προσωπικού.
    Η διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, μπορεί να γράφεται στην παραγρ. 1 του άρθρου 28, αλλά στην ουσία δεν υπάρχει. Η προσθήκη του Υπουργείου Παιδείας δε γίνεται σε ουσιαστική βάση, αφού ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Ακαδημίας καθίστανται οι κύριοι εισηγητές εκπαίδευσης. Στην ουσία προστίθεται άλλη μια γραφειοκρατική δομή.
    Η πραγματική αυτοτέλεια, η ακαδημαϊκή ελευθερία, η έρευνα, η επιστημονική τεκμηρίωση της εκπαίδευσης, ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός και η αποκέντρωση ειδικά στις μετεκπαιδεύσεις, είναι ζητούμενα. Επιπλέον, θα πρέπει να εξεταστεί η ριζική αλλαγή της διαδικασίας πρόσληψης και αυτή να γίνεται για όλα τα στελέχη μόνο μέσω των Πανελλαδικών εξετάσεων.
    Σε ό,τι αφορά τις κρίσεις, θα περιμέναμε η πολιτική ηγεσία να κάνει την υπέρβαση και να υιοθετήσει την πρόταση της Ομοσπονδίας μας για την επιλογή του Αρχηγού του Σώματος από διακομματική επιτροπή της Βουλής.
    Εύλογη ανησυχία προκαλεί και η σύσταση π.χ. της Διεύθυνσης Εξυπηρέτησης Πολιτών και Δημοτικής Αστυνόμευσης δημιουργείται σύγχυση αρμοδιοτήτων μεταξύ Ελληνικής Αστυνομίας και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και περιπλέκονται τα πράγματα ιδίως με την υπαγωγή στην αστυνομία των δημοτικών αστυνομικών, η οποία ήρθε να υπερφαλαγγίσει τους συντάκτες του, μετά τις τελευταίες κυβερνητικές αποφάσεις, καθώς αναμένεται να φορέσουν κι αυτοί τελικά την αστυνομική στολή (;).
    Η σύσταση, επίσης, Κλάδου Αλλοδαπών και Μετανάστευσης έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την μόλις προ έτους προωθηθείσα πολιτική για την αποαστυνομικοποίηση των διαδικασιών ασύλου. Η αστυνομία πρέπει να περιοριστεί στα θέματα αστυνόμευσης αλλοδαπών και μόνον, καθόσον η Μετανάστευση είναι ζήτημα γενικότερης εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Συνεπώς για τη μετανάστευση θα πρέπει να εξεταστεί η σύσταση Γενικής Γραμματείας Μετανάστευσης, η οποία θα υπάγεται ή στο υπουργείο Εσωτερικών ή στο Υπουργείο Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

    Μέσα σε όλα αυτά, ωστόσο, προστίθενται και νέες ρυθμίσεις που επιβάλλονται από ευρωπαϊκές οδηγίες –δεσμεύσεις, όπως η λειτουργία τράπεζας DNA, κ.λ.π., ενσωματώνοντας έτσι στην καθημερινή αστυνομική λειτουργία τις σύγχρονες δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνολογίας των πληροφοριών.
    Αυτό, όμως, το αυτονόητο, το οποίο είναι υποχρεωμένη η πολιτεία να εφαρμόζει σε όλη του την έκταση, δεν αποτελεί αναδιάρθρωση ούτε μεταρρύθμιση, αλλά προσαρμογή στα σύγχρονα δεδομένα, και τα οποία δεν μπορεί να τα αξιοποιεί ευκαιριακά το Αρχηγείο, παραπέμποντας συνειρμικά στις τηλεοπτικές σειρές που προβάλλονται κατά κόρον παντού, ώστε ο αδαής να συνδέσει αυτό που επιχειρείται να γίνει, με αυτά που βλέπει στην τηλεοπτική εικόνα (CSI κλπ).
    Βεβαίως για το ζήτημα, πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι αιτιάσεις της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Άλλωστε, στο ίδιο πλαίσιο, εισάγεται διάταξη για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας, ως επιταγής ευρωπαϊκών οδηγιών, ενώ την ίδια στιγμή, διαπιστώνεται ότι γίνεται επιλεκτική ενσωμάτωση οδηγιών. Για άλλη μια φορά το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για την κύρωση από τη Βουλή των Ελλήνων της βασικής συμφωνίας της Βουδαπέστης για τη νομική κατοχύρωση των διωκτικών αρχών, όσον αφορά τη δίωξη του ηλεκτρονικού εγκλήματος, καίτοι την έχει υπογράψει η χώρα μας από το 2001, σύμφωνα και με ερωτήσεις που έχουν κατατεθεί πρόσφατα στην Ελληνική Βουλή.

    Στα 27 άρθρα που αφορούν στην αναδιάρθρωση της Αστυνομίας μπορούμε περαιτέρω να παρατηρήσουμε τα εξής:
    1) Στην ουσία, πρόκειται για μια αναδιάταξη σε επιτελικό επίπεδο των υπηρεσιών του Αρχηγείου, η οποία δεν θα έχει θετική επίδραση στην καθημερινή αστυνόμευση και εξυπηρέτηση των αναγκών του πολίτη.
    2) Αντί για απλοποίηση δομών και λειτουργιών, παρατηρείται μια μεγέθυνση της πολυπλοκότητας και του διαχωρισμού των υπηρεσιών και διαμορφώνονται συνθήκες για ακόμη περισσότερες ανάγκες σε υποστηρικτικό και γραφειοκρατικό προσωπικό, παρά το ότι παρουσιάζεται μείωση επιτελείων και οργανικών θέσεων αστυφυλάκων.
    3) Ο βασικός διαχωρισμός στους κλάδους Τάξης, Ασφάλειας και Μετανάστευσης θα μπορούσε να σταθεί σε επιτελικό επίπεδο, αλλά η καθετοποίηση μέχρι τη βάση, δημιουργεί τον κίνδυνο να υπάρξουν τρεις διαφορετικές αστυνομίες.
    4) Δεν αναφέρεται πουθενά κάποιο σύστημα, μονάδα, υπηρεσία, συμβούλιο ή κάποιος έγκυρος τρόπος ανεξάρτητης παρακολούθησης της εγκληματικότητας. Ενώ προβλέπεται η δημιουργία ξεχωριστής υπηρεσίας Πληροφοριών, δεν υπάρχει πρόβλεψη για επιστημονική, έγκυρη και ανεξάρτητη διαδικασία καταγραφής και ανάλυσης των εγκληματολογικών δεδομένων, ώστε να τροφοδοτούνται με τα αναγκαία στοιχεία, κατευθύνσεις κ.λ.π., οι δράσεις της Αστυνομίας.
    5) Δεν αλλάζει ο τρόπος επιλογής της ηγεσίας ούτε αναφέρεται κάτι σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της στελεχιακής πολιτικής. «Καινοτομία» αποτελεί το ότι «με απόφαση του ΚΥΣΕΑ, μπορεί στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας που αποστρατεύεται, να απονέμεται ο βαθμός του Στρατηγού εν αποστρατεία», σύμφωνα και με Π.Δ. που προωθήθηκε προς υπογραφή από το Δεκέμβριο του 2011 και ισχυροποιείται τώρα με νόμο. Εάν αυτό συνοδευόταν και με καινοτομίες για την ανακούφιση του δοκιμαζόμενου αστυνομικού ίσως να περνούσε απαρατήρητο… Όμως τη στιγμή της δοκιμασίας και της μη προώθησης ουδενός μέτρου ανακούφισης σε καθημερινό-υπηρεσιακό επίπεδο των χαμηλόβαθμων αστυνομικών, η προτεινόμενη διάταξη περί στρατηγών είναι χαρακτηριστική της νοοτροπίας που υφίσταται.
    6) Με την προτεινόμενη δομή είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν αλληλεπικαλύψεις τόσο στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα, όσο και στη γεωγραφική αρμοδιότητα, δεδομένου ότι προτείνεται η δημιουργία πολλών ξεχωριστών υπηρεσιών ασφάλειας. (Ασφάλεια, Παράνομη Μετανάστευση, εγκλήματα που σχετίζονται με αυτή, οργανωμένο έγκλημα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με ό,τι σχετίζεται με την ασφάλεια κλπ), οι οποίες στην πράξη θα αλληλεπικαλύπτονται.
    7) Δεν αλλάζει τίποτα ούτε στο βαθμολόγιο (διατηρείται ως έχει η βαθμολογική ιεραρχία), ούτε προβλέπεται ουσιαστική αλλαγή στην αντιστοίχιση βαθμών με θέσεις (π.χ. στα άρθρα 25 (συντονισμός υπηρεσιών), 26 (διοίκηση), 27 (βαθμοί διοικούντων), εκτός του ότι επαναλαμβάνονται τα ίδια πράγματα, στην ουσία είναι φανερό ότι οι συντάκτες περισσότερο ενδιαφέρονται για την κατοχύρωση θέσεων και λιγότερο για την ουσιαστική αναδιάρθρωση δομών και λειτουργιών. Είναι δεδομένο μάλιστα ότι, σε περίπτωση εφαρμογής αυτών που προτείνονται, θα υπάρξει ανάγκη αύξησης των θέσεων στα υψηλά κλιμάκια της ιεραρχίας, που είναι οξύμωρο σε σχέση με την προτεινόμενη μείωση κατά 6.700 θέσεων των οργανικών θέσεων αστυφυλάκων.
    8) Είναι φανερή η τάση για υπερσυγκεντρωτισμό αρμοδιοτήτων στο κέντρο, σε βάρος των Περιφερειών και των Αστυνομικών Διευθύνσεων, χωρίς να γίνεται γνωστό τι άλλο επιφυλάσσει ο νομοθέτης για τις υφιστάμενές τους δομές. Επίσης, η διοικητική ευθύνη για την εγκληματικότητα διασπάται, δεδομένου ο ΓΑΔΠ δεν θα έχει αρμοδιότητα για θέματα ασφάλειας, αλλά ούτε και ο Διευθυντής Ασφάλειας για όλα τα θέματα. Επιπλέον, είναι φανερό ότι υποβαθμίζεται η θέση και ο ρόλος του Αστυνομικού Διευθυντή σε επίπεδο νομού.
    9) Από νομοτεχνική άποψη, το εν λόγω σχέδιο νόμου είναι ατελές και με βάση την πολυπλοκότητα που προτείνεται, είναι δεδομένο ότι θα αυξήσει τα λειτουργικά κόστη της Αστυνομίας.

    Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ
    Δεν πρέπει, τελικά, να μας διαφεύγει ότι οποιαδήποτε ατελέσφορη αλλαγή, οδηγεί στην ουσία σε βήματα προς τα πίσω. Το να περάσει ως αναδιάρθρωση μια μη αναδιάρθρωση, υπονομεύει στην ουσία το μέλλον της ΕΛ.ΑΣ. Τα προτεινόμενα περί αναδιατάξεων δυνάμεων και αναβαθμίσεων υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων, γίνονται εντελώς εμπειρικά, με άγνωστα κριτήρια και εγγυήσεις επιτυχίας, και ως εκ τούτου δεν παρέχουν κανένα εχέγγυο επιτυχίας. Αντιθέτως προκαλούν ανησυχία και εύλογα ερωτηματικά σε όλους μας.
    Επειδή από όλες αυτές τις επισημάνσεις μας, συνάγεται ότι πρόκειται για ένα πρόχειρο νομοθετικό πόνημα, μια «οφθαλμαπάτη», καλούμε την κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα που τη στηρίζουν να το αποσύρουν και στη θέση του να ξεκινήσουν διάλογο από μηδενική βάση, τολμώντας κατ’ αρχήν να αναφερθούν και να θίξουν τα κακώς κείμενα στην Ελληνική Αστυνομία, με πρώτο κυρίαρχο αυτό της διαχρονικής εξυπηρέτησης κομματικών και πολιτικών σκοπιμοτήτων, ανάλογα με την πολιτική κατάσταση που υφίσταται, γεγονός που καταδεικνύεται όταν πλησιάζει η περίοδος των κρίσεων και προαγωγών για τα ανώτατα στελέχη που τη διοικούν. Επισημαίνουμε δε ότι όλες οι αναδιαρθρώσεις που έγιναν στο παρελθόν, και παρουσιάστηκαν ως τέτοιες από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες, ουσιαστικά αυτό εξυπηρέτησαν.
    Ως Ομοσπονδία, αιτούμαστε μια αναδιάρθρωση με όρους κοινωνίας και όχι με όρους Μνημονίου, που εξυπηρετεί την περικοπή οργανικών θέσεων και την απορρόφηση στο πλαίσιο της διαθεσιμότητας και κινητικότητας εργαζομένων από άλλα υπουργεία, όπου με το μισθό του ενός, θα αμείβονται δυο κι αυτό για όσους έχουν την τύχη να μην είναι απολυμένοι.
    Επαναλαμβάνουμε την πάγια θέση μας ότι τα μείζονα ζητήματα της ασφάλειας του τόπου πρέπει να αντιμετωπίζονται με διακομματική συνεννόηση, σε πλαίσιο κοινοβουλευτικής και επιστημονικής συνεργασίας.
    Εφόσον δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις και οι εγγυήσεις για μια τέτοια διαδικασία, μπορούμε να πετύχουμε το στόχο μας, όπως αυτός έχει αναλυθεί λεπτομερώς και κατά κόρον στο παρελθόν, αλλά αναφέρεται και συμπυκνωμένα στην προαναφερόμενη Μελέτη μας για τη συνολική μεταρρύθμιση των δομών και των λειτουργιών της Ελληνικής Αστυνομίας.

  • 29 Ιουλίου 2013, 14:33 | Μήτσος

    Να προστεθεί κ άλλη κατηγορία στη παρ.1 που να αφορά τους δημοτικούς αστυνομικούς.δεν είναι σωστό να υπαχθούν σε μια υπηρεσία(Π.χ.στους αστυνομικούς της γειτονιάσ που ακούγετε)απλά σαν το υπόλοιπο αστυνομικό προσωπικό..επίσης θα έπρεπε να οριστούν κ νέοι κανονισμοί για την κατηγορία αυτή απ τους οργανικούς νόμους(για τη στολή κ τα διακριτικά που θα φέρουν,τις αρμοδιότητες κ τον εξοπλισμό που θα φέρουν..προσωπική μου γνώμη είναι ότι δεν πρέπει να οπλοφορουν,σύμφωνα με το αντικείμενο κ τις αρμοδιότητες τους εξάρτηση με γκλοπ,χειροπέδες κ φακο είναι υπεραρκετη..)
    Τέλος,σχετικά με τις τελευταίες παραγράφους για την εκπαίδευση,είναι Α Π Α Ρ Α Δ Ε Κ Τ Ο εν έτη 2013 να μην υπάρχει σε ολη την Αθήνα ένα υπηρεσιακό σκοπευτήριο ελεύθερο για τους αστυνομικούς που επιθυμούν να εξασκηθούν με τον οπλισμό τους κ να περιμένουμε μόνο τις λιγοστές εκπαιδεύσεις που μας προσφέρονται,η να αναγκαζόμαστε να πληρώνουμε ιδιωτικούς σκοπευτικους ομίλους…

  • Με δεδομένη τη διάταξη του Ν.4172/2013, άρθρο 81,παρ.1, που προβλέπει την ένταξη των Δημοτικών Αστυνομικών στην Ελληνική Αστυνομία ως ιδιαίτερης κατηγορία προσωπικό, θεωρούμε απαραίτητη την προσθήκη στις κατηγορίες του ένστολου προσωπικού, στην παράγραφο 1 του υπό διαβούλευση άρθρου 2, και των Δημοτικών Αστυνομικών.

  • 27 Ιουλίου 2013, 22:59 | ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ Νεκτάριος

    Προτείνω για την επόμενη Συνταγματική αναθεώρηση το παρακάτω άρθρο :
    «Η Ελληνική Αστυνομία είναι ένας πρωταγωνιστικός διαχρονικός παράγοντας για την εξασφάλιση της κοινωνικοπολιτικής σταθερότητας στην Ελληνική κάθε φορά πραγματικότητα , για την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος, την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και της έννομης τάξης και την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών. . Όλοι ανεξαρτήτως θα πρέπει να αναγνωρίζουν το ρόλο της αυτό και να διαφυλάττουν την λειτουργία της . Η πολιτεία οφείλει να θεσμοθετεί Νόμους προκειμένου εξασφαλίζεται αδιάσπαστα και αμείωτα η αποστολή της . Η ιδιότητα του Αστυνομικού διατηρείται σε όλη του την ζωή»

  • 27 Ιουλίου 2013, 17:56 | Ε.Κ. (Δημοτική Αστυνομία)

    Η μετάταξη των Δημοτικών Αστυνομικών στην ΕΛ.ΑΣ δεν θα γίνει ως ειδικής κατηγορίας ένστολου προσωπικού??? Οπότε δεν θα πρέπει να υπάρχει άλη μία κατηγορία στο διαχωρισμό του προσωπικού που όπως αναφέρετε είναι αστυνομικοί, οι ειδικοί φρουροί και οι συνοριακοί φύλακες???

  • 26 Ιουλίου 2013, 15:32 | Κων/νος Λ. Στεφανής

    Τό μόνιμο ένστολο προσωπικό να μειωθεί στο απολύτως απαραίτητο. Το υπόλοιπο να είναι με σύμβαση 12 μηνών,ανανεωμένης της σύμβασης εφόσον συντρέχουν οι προυποθέσεις καλής ποιότητας του υπαλλήλου. Το πολιτικό προσωπικό όλο με σύμβαση ανανεομένης κάθε χρόνο,εφόσον συντρέχουν οι προυποθέσεις. Νομίζω ότι η παραγωγή της Αστυνομίας και το ενδιαφέρον θα εκτοξευθεί στα ύψη.

  • 25 Ιουλίου 2013, 18:28 | νικος

    η χρήση παραλυτικού αερίου πρέπει να επιτραπεί ως μέσο αυτοάμυνας του προσωπικού που εκτίθεται ποικιλοτρόπως

  • 25 Ιουλίου 2013, 17:31 | Κ.Γ

    Σε μία τέτοιου μεγέθους αναδιάρθρωση της Ελληνικής Αστυνομίας δεν υπάρχει ούτε μια παράγραφος για τα καθήκοντα του Προσωπικού Ειδικών Καθηκόντων.
    Αντί να εξειδικεύονται τα καθήκοντα των Ειδικών επιστημόνων ώστε απερίσκεπτα να εξασκούν τα καθήκοντα του επιστημονικού πεδίου, αναφέρεται ότι όλοι θα είναι εκπαιδευμενοι για τη χρήση όπλου λες και οι 54500 δεν είναι αρκετοί για την επιβολή της έννομης τάξης.
    Είναι άραγε απαραίτητο ο ίδιος επιστήμονας είτε αυτός είναι Ιατρός, είτε πολιτικός μηχανικός είτε πληροφορικός είτε βιολόγος τη μία μέρα να ασκεί τα υψηλών απαιτήσεων καθήκοντα του και την άλλη να είναι διαθέσιμος να συμπληρώσει τους αριθμούς στα μέτρα τάξης, στα γήπεδα, στις πορείες κ.λ.π.;
    Είναι άραγε απαραίτητο να αφήνονται στην διακριτική ευχέρεια του κάθε υπευθύνου η χρησιμοποίηση του προσωπικού το οποίο έχει προσληφθεί για συγκεκριμένο σκοπό κατα το δοκούν;
    Ποιό κίνητρο δίνεται πλέον στον επιστήμονα αστυνομικό ειδικών καθηκόντων για να επεκτείνει τις γνώσεις του και να αφοσιωθεί στο αντικείμενο της εργασίας του;
    Ποιό κίνητρο δίνεται πλέον στον επιστήμονα υποψήφιο αστυνομικό ειδικών καθηκόντων για να καταθέσει αίτηση ένταξης στο θεσμό;

    Για το σκοπό αυτό προτείνεται ΑΜΕΣΑ η κατάρτιση Καθηκοντολογίου ανάλογα με την επιστημονική ειδίκευση του προσωπικού και ο αποκλεισμός απο οποιαδηποτε άλλα αλλότρια καθήκοντα.

  • 25 Ιουλίου 2013, 16:44 | Αλέξανδρος Αθανασόπουλος

    Μήπως θα έπρεπε να υπάρχει κατηγορία προσωπικού που να είναι ένστολο αλλά χωρίς οπλισμό;

    Έχω υπόψη μου τις υπηρεσίες που θα είναι ισοδύναμες με τις σημερινές υπηρεσίες της δημοτικής αστυνομίας. Δεν βλέπω το λόγο γιατί κάποιος που γράφει κλήσεις θα πρέπει να είναι οπλισμένος. Θα πρέπει όμως να έχει διακριτική στολή. Πόλεις του εξωτερικού έχουν ειδικά τμήματα για την αστυνόμευση της παράνομης στάθμευσης με προσωπικό που είναι ένστολο αλλά άοπλο. Αυτό το προσωπικό δεν χρειάζεται να έχει αποφοιτήσει από αστυνομική σχολή.

    Θα παρακαλούσα να γίνει πιο προσεκτική οργάνωση της υπηρεσίας για τον έλεγχο της παράνομης στάθμευσης. Είναι μια δραστηριότητα που δεν εκτελείται επαρκώς σήμερα, με αποτέλεσμα δραματικές και απαξιωτικές συνθήκες για την κυκλοφορία των πεζών. Η συστηματική αστυνόμευση της παράνομης στάθμευσης μπορεί να επαναφέρει την τάξη και ταυτόχρονα να φέρει πολλά έσοδα στο κράτος. Αυτά τα έσοδα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για κοινωνικούς σκοπούς, ακόμα και για μείωση φόρων ή δημοτικών τελών.

    Ο έλεγχος της παράνομης στάθμευσης θα απέτρεπε τη χρήση του Ι.Χ. στις επιβαρυμένες περιοχές των ελληνικών πόλεων και θα παρακινούσε τους πολίτες να χρησιμοποιήσουν περισσότερο το περπάτημα, το ποδήλατο και μέσα μαζικής μεταφοράς. Αυτό θα έκανε τις πόλεις μας πιο ανθρώπινες.

  • 25 Ιουλίου 2013, 12:07 | Ιωάννης

    Τι γίνεται σχετικά με το πολιτικό προσωπικό των Ελληνικής Αστυνομίας; Ποιος ο ρόλος του στη λειτουργία της Αστυνομίας; Γιατί δεν υπάρχει ειδική παράγραφος στο συγκεκριμένο άρθρο για το χαρακτήρα των υπηρεσιών του;

  • 25 Ιουλίου 2013, 01:07 | ΠΕΤΡΟΣ (ΠΕΤΡΑΝ)

    Άρθρο:02 παράγραφος 3
    Διόρθωση: λείπει η λέξη ‘προσωπικό΄’.

    3. Το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας εκπαιδεύεται στη χρήση όπλων και ειδικών μέσων και μηχανημάτων και φέρει για την άσκηση των καθηκόντων του κατάλληλο οπλισμό, εφόδια και μέσα.

  • 25 Ιουλίου 2013, 00:20 | Γιάννης Κ.

    Σύμφωνα με την παρ.1 «Ως ένστολο προσωπικό θεωρούνται οι αστυνομικοί, οι ειδικοί φρουροί και οι συνοριακοί φύλακες». Με την αποφασισμένη και επικείμενη μετάταξη των δημοτικών αστυνομικών στην ΕΛ.ΑΣ. θα πρέπει να προβλεφθεί και τέταρτη διακριτή κατηγορία προσωπικού, με χαρακτηριστικό όνομα που παραπέμπει στους δήμους και διαφοροποιείται από τα άλλα τρία πχ. δημοτικοί αστυνομικοί, διοικητικοί αστυνομικοί, κλπ.