Αρχική ΟΡΟΙ & ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΥΤΩΝΆρθρο 01 – Χορήγηση Βεβαίωσης Άσκησης ΕπαγγέλματοςΣχόλιο του χρήστη Σύλλογος Επιστημόνων Λογοπαθολόγων Λογοθεραπευτών Ελλάδος (ΣΕΛΛΕ) | 7 Απριλίου 2015, 11:56
Υπουργείο Υγείας Αριστοτέλους 17, Αθήνα 104 33 Τηλ: 2132161000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@moh.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 (ΚΥΡΙΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) Οι πάγιες θέσεις του ΣΕΛΛΕ, του Συλλόγου που εκπροσωπεί το σύνολο σχεδόν των αποφοίτων των ΑΤΕΙ της χώρας και πολυπληθέστερου Συλλόγου της χώρας, ήταν και παραμένουν σταθερές καθ’ όλη τη διάρκεια των πολυετών προσπαθειών θεσμοθέτησης της άδειας ασκήσεως του επαγγέλματος μέχρι και σήμερα. Γενικές παρατηρήσεις Το προηγούμενο ΠΔ, όσο και να θέλουν κάποιοι συνάδελφοι, ή φορείς τους, να παρουσιάσουν το αντίθετο, ήταν αντικείμενο πολύμηνων συζητήσεων, διαβουλεύσεων, αναθεωρήσεων και συνεννοήσεων, τόσο μεταξύ των Συλλόγων που εκπροσωπούν το σύνολο των συναδέλφων, όσο και μεταξύ των φορέων και του Υπουργείου. Είναι, δε, σύμφωνο με την γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ), όπως ακριβώς προβλέπεται από το Νόμο, όπου και πάλι ακούστηκαν όλοι οι φορείς. Δεν είμαστε βέβαιοι ότι και για το νέο ΠΔ έχει δοθεί νέα γνωμοδότηση από το ΚΕΣΥ. Είναι λογικό η πλειονότητα των συναδέλφων να μην γνωρίζουν την διαφορά ανάμεσα στις κύριες και τις μεταβατικές διατάξεις. Προκαλεί, όμως, έκπληξη το γεγονός ότι αρμόδιοι φορείς που εκπροσωπούν συναδέλφους (όπως ο Πανελλήνιος Σύλλογος Λογοπεδικών) δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται ότι το να συμπεριληφθούν οι κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων στη Λογοθεραπεία στην παράγραφο δ΄ των κύριων διατάξεων, δεν αφορά «αποκλειστικά όσους ασκούν το επάγγελμα μέχρι σήμερα», αλλά και όλους όσους επιθυμούν να το ασκήσουν στο μέλλον. Προς αποφυγή των παρερμηνειών, λοιπόν: οι κύριες διατάξεις αφορούν και ισχύουν όχι μόνο για όσους ασκούν το επάγγελμα μέχρι σήμερα, αλλά και όσους ασχοληθούν στο μέλλον με αυτό. Αντίθετα, οι μεταβατικές διατάξεις έχουν σαν στόχο την ομαλή μετάβαση από το προηγούμενο καθεστώς (κατά το οποίο σχεδόν όποιος δήλωνε λογοθεραπευτής μπορούσε και να εργάζεται ως τέτοιος), στο καθεστώς μετά τη θεσμοθέτηση της άδειας και την απάλειψη των όποιων αδικιών μπορεί να υφίστανται για όσους μέχρι την έκδοση του ΠΔ εργάζονταν ως λογοθεραπευτές. Να τονίσουμε ότι σε καμία περίπτωση ο ΣΕΛΛΕ ή τα μέλη του δεν θεωρούν ότι πρέπει να αποκλειστούν από την άσκηση του επαγγέλματος πρόσωπα που ασκούσαν το επάγγελμα πριν την ίδρυση των Ελληνικών Σχολών Λογοθεραπείας ή επαγγελματίες που έχουν πράγματι την απαραίτητη επαγγελματική κατάρτιση και δεν εμπίπτουν στις παραπάνω κύριες κατηγορίες. Για τους λόγους αυτούς και στο ΠΔ 176/2014 συμπεριελήφθησαν μεταβατικές διατάξεις που είχαν σαν στόχο την εξασφάλιση της συνέχισης της εργασίας των επαγγελματιών που δραστηριοποιούνται στην επιστήμη μας, οι οποίοι έχουν λάβει την απαραίτητη επαγγελματική και ακαδημαϊκή κατάρτιση και δεν εμπίπτουν στις κύριες διατάξεις. Πιθανόν, οι μεταβατικές αυτές διατάξεις να απέκλειαν ομάδες αξιόλογων συναδέλφων. Είναι ένας βασικός λόγος να διορθωθούν. Δεν είναι, όμως, λόγος για να προστεθούν νέες παράγραφοι στο άρθρο 1 που αφορά τις κύριες διατάξεις. Μόνο στο πλαίσιο των μεταβατικών διατάξεων θα μπορούσε να εξεταστεί υπό ποιες προϋποθέσεις οι συνάδελφοι αυτοί θα πρέπει να εξασφαλιστούν και όχι, φυσικά, με την ένταξή τους στις κύριες διατάξεις. Σε μία ευνομούμενη πολιτεία, κάθε νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα ασκείται κατά κύριο λόγο από τους αποφοίτους της αντίστοιχης Δημόσιας Σχολής Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Διότι κάθε ευνομούμενη πολιτεία σέβεται το ακαδημαϊκό της σύστημα και θέλει τουλάχιστον να δείχνει ότι το εμπιστεύεται και δέχεται ότι η βασική «δεξαμενή» επιστημόνων είναι οι Ανώτατες Σχολές της. Αυτές είναι η βάση και το μέτρο για κάθε σύγκριση ακαδημαϊκής κατάρτισης. Με τους αποφοίτους, λοιπόν, των Σχολών ΑΤΕΙ Λογοθεραπείας είναι το λογικό και προφανές να γίνονται οι συγκρίσεις για το εάν κάποιος πληροί τις προϋποθέσεις για να ασκήσει το επάγγελμα του λογοθεραπευτή. Προς αυτούς, με βάση το νόμο, εξομοιώνονται όσοι κατέχουν πτυχίο της αλλοδαπής αναγνωρισμένο από το ΔΟΑΤΑΠ ως ισότιμο και αντίστοιχο των πτυχίων των Σχολών ΑΤΕΙ Λογοθεραπείας. Η αναγνώριση αυτή αποτελεί την επιβεβαίωση ότι το πτυχίο της αλλοδαπής έχει απονεμηθεί από ακαδημαϊκό ίδρυμα της αλλοδαπής επιπέδου τουλάχιστον ίσου προς τα ΑΤΕΙ (ισοτιμία) και ότι το πτυχίο καλύπτει το γνωστικό αντικείμενο που διδάσκεται στις Ελληνικές Δημόσιες Σχολές Λογοθεραπείας (αντιστοιχία). Όταν ένα από τα δύο στοιχεία ελλείπει, η ακαδημαϊκή αναγνώριση είναι λειψή. Ιδιαίτερα όταν το πτυχίο δεν έχει αναγνωριστεί από το ΔΟΑΤΑΠ ως αντίστοιχο με το πτυχίο των ΑΤΕΙ Λογοθεραπείας, αυτό σημαίνει ότι ουδεμία εξασφάλιση υφίσταται ως προς το ότι έχει καλυφθεί το γνωστικό αντικείμενο της επιστήμης. Ως προς την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων μέσω ΣΑΕΠ, δεν υπαγορεύεται απλώς από τις Κοινοτικές διατάξεις (Οδηγία 2005/36/ΕΚ). Το ΣΑΕΠ αποτελεί για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων ό,τι το ΔΟΑΤΑΠ για την ακαδημαϊκή αναγνώριση των πτυχίων. Είναι ο φορέας που έχει σαν στόχο τον έλεγχο και την απόδοση στους δικαιούχους της δυνατότητας να ασκήσουν ένα επάγγελμα για το οποίο έχουν αποκτήσει τις απαραίτητες δεξιότητες και κατάρτιση σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, απαντώντας και σε κάποια ανηρτημένα σχόλια, ουδείς απαγορεύει, με βάση τις διατάξεις του ισχύοντος ΠΔ, την άσκηση του επαγγέλματος σε πρόσωπα που έχουν αποκτήσει το δικαίωμα άσκησης του επαγγέλματος του λογοθεραπευτή σε άλλη χώρα της Ε.Ε. Οι όποιες δυσλειτουργίες ή καθυστερήσεις στη διαδικασία αναγνώρισης επαγγελματικών δικαιωμάτων από το ΣΑΕΠ, είναι προφανώς κατακριτέες και είμαστε πρόθυμοι να συμβάλουμε με όποια μέσα διαθέτουμε στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούν. Δεν είναι, όμως, αυτός λόγος για να παρακάμπτεται η νόμιμη διαδικασία και να καθίστανται μέσω του ΠΔ αρμόδιες υπηρεσίες για την κρίση των επαγγελματικών δικαιωμάτων οι κατά τόπους Περιφέρειες. Ειδικότερα, σχετικά με τις προτεινόμενες παραγράφους γ’ και δ’ του πρώτου άρθρου του υπό διαβούλευση σχεδίου ΠΔ, θα πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής: Παρ. γ’: Όπως προαναφέρουμε, η έλλειψη αναγνώρισης της αντιστοιχίας του πτυχίου από το ΔΟΑΤΑΠ συνεπάγεται έλλειψη ελέγχου από τον αρμόδιο φορέα ως προς το ότι ο ενδιαφερόμενος έχει διδαχθεί και εξετασθεί επιτυχώς στα βασικά μαθήματα του ομοειδούς προγράμματος σπουδών της ημεδαπής (ορ. αρθρο 4 παρ. 3 ν. 3328/2005). Το ΔΟΑΤΑΠ, μέσω της αναγνώρισης της αντιστοιχίας του πτυχίου προς τα απονεμόμενα πτυχία των Σχολών Λογοθεραπείας είναι το μόνο αρμόδιο να κρίνει ότι οι σπουδές του ενδιαφερόμενου να λάβει την άδεια είναι πράγματι σπουδές «Λογοθεραπείας» όπως αναφέρει η εν λόγω παράγραφος. Δίχως την αναγνώριση της αντιστοιχίας και με δεδομένη την πανθομολογούμενη πληθώρα τίτλων στα πτυχία της αλλοδαπής, οι Περιφέρειες είναι παντελώς αναρμόδιες και εκ των πραγμάτων αδύνατο να παίξουν αυτό το ρόλο. Παρ. δ’: Τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών είναι προγράμματα εξειδίκευσης και όχι αρχικής επαγγελματικής εκπαίδευσης. Ο ρόλος τους είναι διακριτός και εκφράζεται στη σαφή διάκριση όμως ανάμεσα στην προπτυχιακή και την μεταπτυχιακή εκπαίδευση γίνεται ακόμα πιο σαφής με το διαχωρισμό που κάνει το άρθρο 30 του ν. 4009/2011: οι σπουδές διαρθρώνονται σε 3 κύκλους εκ των οποίων ο πρώτος αφορά την βασική ανώτατη εκπαίδευση και ο δεύτερος την παρακολούθηση ΜΠΣ. Είναι κατά συνέπεια αδύνατο οι προπτυχιακές σπουδές να συγχέονται με τις μεταπτυχιακές, καθώς οι ρόλοι που η καθεμία έχει και η αποστολή τους είναι εντελώς διαφορετικές. Ούτε θα μπορούσε ποτέ να θεωρηθεί ότι οι μεταπτυχιακές σπουδές είναι δυνατόν να υποκαταστήσουν τις προπτυχιακές. Δεν είναι δυνατόν ένα μεταπτυχιακό δίπλωμα διάρκειας ενός έτους να θεωρηθεί, άνευ εταίρου, πως σε συνδυασμό με ένα δίπλωμα νηπιαγωγού, φιλολόγου, γλωσσολόγου ή δασκάλου επί παραδείγματι, να παρέχει την απαραίτητη επαγγελματική κατάρτιση, τόσο σε θεωρητικό όσο, κυρίως, σε πρακτικό επίπεδο. Για τους λόγους αυτούς, άλλωστε και σε κανένα επάγγελμα υγείας, εξ όσων γνωρίζουμε, δεν εξομοιώνονται οι βασικές προπτυχιακές σπουδές με τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Ως εκ τούτου, είναι αδιανόητο να προβλέπεται δυνατότητα να λαμβάνουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος μετά από 2 μόλις έτη βεβαιωμένης από ασφαλιστικό φορέα άσκησης του επαγγέλματος, κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών και μάλιστα διάρκειας μόλις ενός έτους. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Η κατάργηση των παραγράφων γ’ και δ’ του άρθρου 1. Η δυνατότητα λήψης της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος σε συναδέλφους που έχουν την απαραίτητη επαγγελματική κατάρτιση είναι δυνατό να επιτευχθεί με αντίστοιχη πρόβλεψη στις μεταβατικές διατάξεις για όσους ασκούν το επάγγελμα μέχρι την έκδοση του ΠΔ.