Αρχική Μεταρρύθμιση της διοικητικής οργάνωσης των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, Κέντρα Αναφοράς σπανίων παθήσεων και άλλες διατάξειςΆρθρο 29 – Προϋπηρεσία ειδικευμένων ιατρών και οδοντιάτρων σε φορείς κοινωνικής ασφάλισηςΣχόλιο του χρήστη ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ | 19 Μαΐου 2016, 02:26
Άρθρο 29 Προϋπηρεσία ειδικευμένων ιατρών και οδοντιάτρων σε φορείς κοινωνικής Ασφάλισης Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου επιφέρουν μια ισορροπία στα δικαιώματα των ιατρών με προϋπηρεσία στο ΙΚΑ (και άλλους φορείς) που υπηρετούν στο ΕΣΥ από παλιά και αυτούς που εντάχθηκαν με τις πρόσφατες διατάξεις, οι οποίοι ευνοήθηκαν υπέρμετρα από την άποψη του χρόνου προϋπηρεσίας. Ωστόσο, η απόλυτη εξίσωση χρόνου προϋπηρεσίας μερικής απασχόλησης στο ΙΚΑ, με την προϋπηρεσία πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης με εφημερίες στο ΕΣΥ, συνιστά ακραία αδικία για τους Ιατρούς που έχουν διανύσει όλη την προϋπηρεσία τους στο ΕΣΥ. Επιπροσθέτως, θα παράγουν αλλοίωση της Ιατρικής Iεραρχίας καθώς θα δοθεί η δυνατότητα ταχύτερης ανέλιξης σε Ιατρούς με λιγότερα συγκριτικά τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Τέλος, δεν αναγνωρίζεται η προϋπηρεσία σε άλλους φορείς πρωτοβάθμιας υγείας του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως λ.χ. ο ΟΚΑΝΑ ή το ΕΚΕΨΥΕ. Για τους λόγους αυτούς προτείνω κατ’ αρχήν την αλλαγή του νόμου ως εξής: Ο χρόνος προϋπηρεσίας ειδικευμένων ιατρών καθώς και οδοντιάτρων σε Νοσοκομεία του πρώην ΙΚΑ, οποτεδήποτε και εάν διανύθηκε, αναγνωρίζεται για την πρόσληψή τους στο ΕΣΥ και υπολογίζεται για τη βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη (χορήγηση επιδόματος χρόνου υπηρεσίας) ως χρόνος προϋπηρεσίας στο ΕΣΥ. [αναφορά και πιθανή προσαρμογή των προηγούμενων σχετικών διατάξεων] Ο χρόνος προϋπηρεσίας ειδικευμένων ιατρών καθώς και οδοντιάτρων σε πρωτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας σε οποιονδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης, οποτεδήποτε και εάν διανύθηκε, αναγνωρίζεται για την πρόσληψή τους στο ΕΣΥ και υπολογίζεται για τη βαθμολογική τους εξέλιξη ως χρόνος προϋπηρεσίας στο ΕΣΥ πολλαπλασιαζόμενος με συντελεστή 0,5 για δε την μισθολογική τους εξέλιξη (χορήγηση επιδόματος χρόνου υπηρεσίας) πολλαπλασιαζόμενος με συντελεστή 1, εφαρμοζόμενης αναλόγως της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 38 του ν. 4368/2016 (Α΄21). [ κατ’ αναλογία προς τις διατάξεις της ισχύουσας υπουργικής απόφασης ΔΥ13α/οικ 39832/1997 - Ιεράρχηση κριτήριων κρίσης και συγκριτικής αξιολόγησης αξιολόγησης ιατρών ΕΣΥ] Επιπροσθέτως, εκτιμώ ότι θα πρέπει να καταργηθούν οι διατάξεις που προβλέπουν ότι η αξιολογήσεις προς εξέλιξη των Ιατρών ΕΣΥ γίνονται μόνο δύο φορές τον χρόνο, και θα πρέπει να γίνονται οποτεδήποτε στην διάρκεια του έτους συμπληρώνουν οι Ιατροί τον απαιτούμενο χρόνο προϋπηρεσίας, με τροποποίηση των σχετικών διατάξεων του Νόμου 3754/2009. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύσει και για τους ιατρούς του ΠΕΔΥ με τροποποίηση των σχετικών διατάξεων του άρθρου 25 του παρόντος Νομοσχεδίου. Τέλος, το παρόν Νομοσχέδιο για την Ψυχική Υγεία αποτελεί μοναδική ευκαιρία για την κατάθεση τροπολογίας αναφορικά με την διαδικασία διορισμού των Ιατρών στην Ειδικότητα της Παιδοψυχιατρικής, η οποία θα περιορίσει τις σοβαρές παρενέργειες που έχει επιφέρει η ενιαία τοποθέτηση στην Ειδικότητα της Παιδοψυχιατρικής, καθώς αυτή δεν συνδυάστηκε με την απαραίτητη αύξηση του αριθμού των θέσεων ειδικευομένων όπως επίμονα ζητούσε η Παιδοψυχιατρική Εταιρεία Ελλάδος. Σας υποβάλλω μια πρόταση με μηδενικό δημοσιονομικό κόστος, η οποία θεωρώ ότι πρέπει να προχωρήσει άμεσα, πριν την τελική επικείμενη κατάρρευση της Παιδοψυχιατρικής Ειδικότητας. Όπως γνωρίζετε, σύμφωνα με τον νόμο Ν 3918/2011, η άσκηση στις ειδικότητες της Παιδοψυχιατρικής, Ψυχιατρικής, Νευρολογίας, μεταξύ και κάποιων άλλων ειδικοτήτων, γίνεται πλέον με ενιαία τοποθέτηση. Ο θεσμός της ενιαίας τοποθέτησης βοηθάει τόσο στον σαφέστερο προγραμματισμό των ειδικευομένων για τον χρόνο αναμονής τους αλλά το κυριότερο, προσφέρει συνεχόμενη και κατά συνέπεια ποιοτικότερη εκπαίδευση στους ειδικευόμενους, μιας και η άσκηση τους δεν διακόπτεται από ενδιάμεσες μακροχρόνιες αναμονές. Η ενιαία τοποθέτηση λοιπόν σαφώς και πρέπει να διατηρηθεί ως θεσμός. Όμως καθώς διανύεται το 5ο έτος εφαρμογής του νόμου, άρχισαν να εμφανίζονται κάποιες σοβαρές αδυναμίες οι οποίες κυρίαρχα επηρεάζουν την ειδικότητα της Παιδοψυχιατρικής, οδηγώντας σε σοβαρή υποστελέχωση τα Τμήματα που χορηγούν πλήρη Ειδικότητα, κάτι που θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψιν. Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος ορίζει μεταξύ άλλων πως η άσκηση των γιατρών στα επιμέρους, επόμενα ή κατ' επιλογή τμήματα της κύριας ειδικότητας γίνεται με ενιαία τοποθέτηση σε αντίστοιχες της κύριας ειδικότητας μονάδες που είναι αναγνωρισμένες ως κατάλληλες για πλήρη άσκηση γιατρών στη βασική ειδικότητα, με ευθύνη και μέριμνα των οικείων Διευθυντών, οι οποίοι ύστερα από συνεννόηση και συνεργασία με τους Διευθυντές των άλλων τμημάτων των αυτών Νοσοκομείων ή των πλησιέστερων προς αυτά (εφ' όσον τα νοσοκομεία στα οποία τοποθετούνται οι γιατροί δεν παρέχουν το συγκεκριμένο απαιτούμενο στάδιο ειδικότητας) − κατευθύνουν τους ενδιαφερόμενους γιατρούς, για τον απαιτούμενο σε κάθε περίπτωση χρόνο ειδίκευσης. Τα κατ’ επιλογήν της βασικής ειδικότητας τμήματα, πραγματοποιούνται στην αρχή, ενδιάμεσα ή στο τέλος αυτής, κατά την κρίση των εκπαιδευτών τους, με γνώμονα την πιο σωστή εκπαίδευση των ειδικευόμενων, σε συνδυασμό και με κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της μονάδας τους. Επίσης, επιτρέπεται η υποβολή δύο(2) αιτήσεων, μία σε μερικής και μία σε νοσοκομεία πλήρους άσκησης. Σύμφωνα με τα παραπάνω και λαμβάνοντας υπ’ όψιν το εκπαιδευτικό πρόγραμμα των τριών ειδικοτήτων (Παιδοψυχιατρική, Ψυχιατρική, Νευρολογία ), προκύπτει ότι οι κλινικές της παιδοψυχιατρικής αναγκάζονται να μένουν για δυο χρόνια (από τα 4,5 που απαιτούνται συνολικά για την ειδίκευση) χωρίς τον εκάστοτε ειδικευόμενο μιας και αυτός θα πρέπει να εκπαιδευτεί 1,5 χρόνο στην Ψυχιατρική ενηλίκων και 6 μήνες στην Νευρολογία, γεγονός που οδηγεί ουσιαστικά στον υποδιπλασιασμό σχεδόν των ειδικευομένων που υπηρετούν στα Παιδοψυχιατρικά Τμήματα. Οι ειδικότητες της Νευρολογίας και της Ψυχιατρικής δεν περιλαμβάνουν στο πρόγραμμα εκπαίδευσης τους μέρος Παιδοψυχιατρικής και έτσι οι Παιδοψυχιατρικές κλινικές δεν μπορούν να ενισχυθούν με ειδικευόμενους από αυτές τις ειδικότητες μένοντας έτσι υποστελεχωμένες. Ουσιαστικά λοιπόν, η παιδοψυχιατρική ΄΄δανείζει΄΄ ειδικευόμενους στην νευρολογία και την ψυχιατρική χωρίς η ίδια να αναπληρώνει τα κενά που προκύπτουν από κάποια άλλη ειδικότητα. Είναι λοιπόν φανερό ότι αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, οι παιδοψυχιατρικές κλινικές σύντομα θα αντιμετωπίσουν έντονο πρόβλημα έλλειψης ειδικευομένων με ότι αυτό συνεπάγεται για την εύρυθμη λειτουργία τους, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι οι κλινικές αυτές περιλαμβάνουν Μονάδες Ενδονοσοκομειακής Νοσηλείας και Επείγοντα Ιατρεία με αυξημένες εφημεριακές ανάγκες. Λαμβάνοντας τα παραπάνω υπόψιν, προτείνω να δοθεί η δυνατότητα κατ’ εξαίρεση στους ειδικευόμενους της Παιδοψυχιατρικής να μπορούν, πριν από την έναρξη της κύριας ειδικότητας τους, να δηλώσουν παράλληλα τα επιμέρους τμήματα της νευρολογίας και της ψυχιατρικής ενηλίκων, δηλαδή να τους δοθεί η δυνατότητα μίας επιπλέον αίτησης, έτσι ώστε αρκετοί από αυτούς, πριν τοποθετηθούν τελικά στην κύρια ειδικότητα πιθανόν να έχουν καταφέρει να ασκηθούν στο ένα η και στα δυο επιμέρους γνωστικά πεδία της ειδικότητας, όπως συνέβαινε με το παλαιό καθεστώς, γεγονός που θα σήμαινε όφελος και για τον ειδικευόμενο και για την κλινική του. Η πρόταση εν μέρει θα επιφέρει μια ισορροπία στην παραχώρηση ειδικευομένων από την Παιδοψυχιατρική στην Ψυχιατρική και Νευρολογία, και έχει μηδενικό δημοσιονομικό κόστος, θα επιφέρει δε ελάχιστη αύξηση του ούτως ή άλλως μικρού σχετικά χρόνου αναμονής στις δύο αυτές ειδικότητες. Χρήστος Ανδρούτσος Ψυχίατρος Παιδιών και Εφήβων Επιμελητής Α’ ΕΣΥ Σισμανόγλειο ΓΝΑ