1. Ο τίτλος του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 (A΄ 115) τροποποιείται ως εξής: «Πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, εγγραφή σε προσωπικό ιατρό και σύστημα παραπομπών».
2. Στην παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις: α) το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται, β) στο δεύτερο εδάφιο η φράση «σε οικογενειακό ιατρό» αντικαθίσταται από τη φράση «σε προσωπικό ιατρό», η φράση «από οικογενειακό ιατρό» αντικαθίσταται από τη φράση «από προσωπικό ιατρό», και διαγράφεται η φράση «εντός του Το.Π.Φ.Υ. στον οποίο διαμένουν», γ) διαγράφονται το τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο, δ) προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Ο ενήλικος πληθυσμός εγγράφεται υποχρεωτικά στον προσωπικό ιατρό, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 5 του ν. 4238/2014 (Α΄ 38). Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα εγγραφής μόνο σε έναν προσωπικό ιατρό. Μετεγγραφή σε άλλο προσωπικό ιατρό επιτρέπεται μια (1) φορά ανά έτος.».
3. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 διαγράφεται και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Οι Το.Μ.Υ. διασυνδέονται άμεσα, λειτουργικά και επιστημονικά με το Κέντρο Υγείας του οποίου αποτελούν αποκεντρωμένες μονάδες και με το Νοσοκομείο Αναφοράς εντός της οικείας Δ.Υ.Πε. και παραπέμπουν κατά προτεραιότητα σε αυτά, τους λήπτες υπηρεσιών υγείας για περαιτέρω διάγνωση, παρακολούθηση, θεραπεία ή νοσηλεία. Αν υπάρχει αντικειμενική αδυναμία για κάλυψη σε υπηρεσίες υγείας από το Κέντρο Υγείας και το Νοσοκομείο Αναφοράς οι Το.Μ.Υ. παραπέμπουν τους λήπτες υπηρεσιών υγείας σε συμβεβλημένους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. παρόχους.».
4. Στην παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 ο όρος «οικογενειακός» αντικαθίσταται με τη λέξη «προσωπικός» και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:
«4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ.. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.»
5. Στην παρ. 5 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 προστίθενται πρώτο και δεύτερο εδάφιο και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:
«5. Το πρόγραμμα των προσωπικών ιατρών διαμορφώνεται ανάλογα με το πλήθος των εγγεγραμμένων πολιτών και με αντίστοιχη μηνιαία δέσμευση συγκεκριμένου αριθμού ραντεβού που να δύνανται να εξυπηρετούν τους εγγεγραμμένους πολίτες. Η διαθεσιμότητα δηλώνεται από τον προσωπικό ιατρό ή τον αρμόδιο για την ενημέρωση του συστήματος των ηλεκτρονικών ραντεβού με τρόπο δεσμευτικό στο ηλεκτρονικό σύστημα των ραντεβού της ΗΔΙΚΑ. Το ημερήσιο πρόγραμμα των ιατρών στα Κέντρα Υγείας περιλαμβάνει τις προγραμματισμένες επισκέψεις και την αντιμετώπιση των έκτακτων και επειγόντων περιστατικών. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζεται το ημερήσιο πρόγραμμα των ιατρών στα Κέντρα Υγείας, η χρονική διάρκεια των προγραμματισμένων επισκέψεων, το ποσοστό των προγραμματισμένων επισκέψεων από παραπομπή, που καλύπτει το ημερήσιο πρόγραμμα του ιατρικού προσωπικού και το μεταβατικό διάστημα μέχρι την πλήρη εφαρμογή του νέου μοντέλου λειτουργίας.».
6. Η παρ. 6 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. α) Καθιερώνεται σύστημα παραπομπών των πολιτών από τον προσωπικό ιατρό ως αναγκαία προϋπόθεση για την πρόσβαση στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας. Ο προσωπικός ιατρός καθοδηγεί τον πολίτη και λειτουργεί ως «πύλη εισόδου» για την πρόσβαση των εγγεγραμμένων πολιτών στις δομές και υπηρεσίες υγείας. Το σύστημα παραπομπών από τον προσωπικό ιατρό δεν ισχύει για τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά.
β) Ο πολίτης-λήπτης υπηρεσιών υγείας επιλέγει τον προσωπικό του ιατρό ανεξαρτήτως τόπου κατοικίας ή διαμονής από το σύνολο των εγγεγραμμένων στους σχετικούς, επικαιροποιημένους κάθε φορά, καταλόγους προσωπικών ιατρών. Η επιλογή του προσωπικού ιατρού όσων τελούν υπό δικαστική συμπαράσταση γίνεται από τα πρόσωπα που ορίζονται στον Αστικό Κώδικα.
γ) Ειδικότερα, οι κάτοικοι των περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί ως προβληματικές και άγονες σύμφωνα με το π.δ. 131/1987 (Α’ 73), σε συνδυασμό με την παρ. 2 του άρθρου 2 του παρόντος, δύνανται να εγγράφονται για την υπηρεσία του προσωπικού ιατρού και για τη λειτουργία του συστήματος παραπομπών στην υγειονομική μονάδα της περιοχής κατοικίας τους ή σε όποια άλλη δημόσια δομή Π.Φ.Υ. επιλέξουν.
δ) Σε περίπτωση κατά την οποία στην υγειονομική μονάδα δεν υπηρετεί ειδικευμένος ιατρός που μπορεί να αναλάβει τον ρόλο του προσωπικού ιατρού και η μονάδα καλύπτεται από ιατρό υπόχρεο υπηρεσίας υπαίθρου, η παραπομπή του ασθενούς πραγματοποιείται σε συνεργασία με το Κέντρο Υγείας στο οποίο υπάγεται το Περιφερειακό Ιατρείο.».
7. Στο άρθρο 19 του ν. 4486/2017 προστίθεται παρ. 7 ως εξής:
«7. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας δύνανται να καθορίζονται, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις εγγραφής των πολιτών σε προσωπικό ιατρό, η διαδικασία και η λειτουργία του συστήματος των παραπομπών, τυχόν εξαιρέσεις από το σύστημα παραπομπών, η μεταβατική περίοδος μέχρι την πλήρη εφαρμογή του συστήματος των παραπομπών και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.».
Οι αλλαγές που προτείνονται με το παρόν άρθρο κρίνονται ως ριζικές ως προς το σύστημα παροχής πρωτοβάθμιας φροντίδας και δε φαίνεται να έχει προβλεφθεί προπαρασκευαστική περίοδος για τη μεταβάση στο προς εφαρμογή νομοσχέδιο. Η απαίτηση του νομοθετήματος που επιβάλλει την υποχρεωτική εγγραφή όλων των πολιτών σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος θα αποτελεί και πύλη εισόδου, για την πρόσβαση των εγγεγραμμένων πολιτών στις δομές και υπηρεσίες υγείας, με εξαίρεση τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά, είναι μεγάλης κλίμακας μεταβολή με αβεβαιή εφαρμοσιμότητα και αβέβαιη αποτελεσματικότητα. Φαντάζει ως ορθολογική λύση, ωστόσο, η αδυναμία επιλογής ιατρών μπορεί να οδηγήσει στη στροφή για αναζήτηση εξειδικευμένης φροντίδας μέσω των επειγόντων, ενισχύοντας τη δυσλειτουργία του συστήματος αυτού και θα αποφέρει το αντίθετο από το προσδωκόμενο αποτέλεσμα. Ταυτόχρονα, η άμεση εφαρμογή του προτεινόμενου μηχανισμού παραπομπής θα περιορίσει τις επιλογές του ασθενή, όπως αυτός τις γνωρίζει μέσα στο τρέχον σύστημα και θα λειτουργήσει αποτρεπτικά από την απρόσκοπτη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.
Κατά τα παραπάνω, θεωρούμε ότι θα πρέπει να προβλεφθεί ένας μηχανισμός σταδιακής εφαρμογής και αξιολόγησης ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Τέλος, μας προβληματίζει το γεγονός ότι η αναφορά σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, όπως είναι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, με εξαίρεση την αναφορά στις αρμοδιότητες των Ομάδων Υγείας αναφορικά με τους προσυμπτωματικούς ελέγχους, είναι ανύπαρκτη.
. α) Καθιερώνεται σύστημα παραπομπών των πολιτών από τον προσωπικό ιατρό ως αναγκαία προϋπόθεση για την πρόσβαση στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας. Ο προσωπικός ιατρός καθοδηγεί τον πολίτη και λειτουργεί ως «πύλη εισόδου» για την πρόσβαση των εγγεγραμμένων πολιτών στις δομές και υπηρεσίες υγείας.
To σύστημα παραπομπών δεν μπορεί να ισχύσει στον καρκίνο διότι ο ασθενής με καρκίνο σε θεραπεία ή υποτροπή παρουσιάζει συχνά απροβλέπτα συμπτώματα για τα οποία απαιτείται άμεση ενημέρωση και παραπομπή στο γιατρο ογκολογικής ειδικότητας που τον παρακολουθεί. Με ποιά εμπειρία και εξειδίκευση ο γιατρος ΠΦΥ θα αναλάβει ογκολογικό περιστατικό? ή ασθενή που παρουσιάζει μακρροχρόνιες επιπτώσεις λόγω αντινεοπλασματικής θεραπείας. Οι ογκολογικοί ασθενείς και επιβιώσαντες θα πρέπει να έχουν αμεση παραπομπή σε γιατρό της κατάλληλης ειδικότητας για την περίπτωση του.
Ζητούμε να τηρηθούν οι συστάσεις του Ευρ. Σχεδίου για τον Καρκίνο όσον αφορά την επιβίωση από τον καρκίνο και τα προβλεπόμενα για τον καρκινο στην κοινότητα. Οι ασθενείς με καρκίνο και οι ασθενείς με σοβαρές χρόνιες παθήσεις απαιτείται να παρακολουθούνται από τον θεραποντα τους και να έχουν προτεραιότητα παραπομπής σε νοσοκομείο σε εκτακτη περίπτωση.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΠΟ 106 ΟΦΘΑΛΜΙΑΤΡΟΥΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ ΑΠΟ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:
Άρθρο 26: Επειδή εξ ορισμού οι ιατροί των νοσοκομείων έχουν πάγια σύμβαση με το εθνικό σύστημα υγείας και δευτερευόντως, η συνύπαρξη περισσοτέρων του ενός προβλημάτων σε ασθενείς συχνά επιβάλλει την παραπομπή τους από ιατρείο του Νοσοκομείου σε ειδικές εξετάσεις ή θεραπείες, είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι: το σύστημα παραπομπών από τον προσωπικό ιατρό ή πρωτοβάθμιο ειδικό ιατρό δεν απαιτείται για ασθενείς που έχουν εξεταστεί σε ιατρεία νοσοκομείων, σε έκτακτα και σε επείγοντα περιστατικά.
Ο προσωπικός ιατρός ή ο συμβεβλημένος ειδικός ιατρός πρωτοβάθμιας φροντίδας παραπέμπει τον ασθενή του ΕΟΠΥΥ κατ’ αρχήν σε νοσοκομειακή κρατική δομή. Μόνο όταν η αντιμετώπιση στη νοσοκομειακή δομή υπερβαίνει εύλογο χρονικό διάστημα, και σε περιπτώσεις ειδικές (πχ πανδημία) δύναται να παραπεμφθεί από το Νοσοκομείο ο ασθενής σε συμβεβλημένη με τον ΕΟΠΥΥ ιδιωτική δομή υγείας (πχ Κλινική, ΜΗΝ). Σε αυτή την περίπτωση η αντιμετώπιση του περιστατικού γίνεται στη συμβεβλημένη δομή υγείας είτε από εξειδικευμένο ιατρό του παραπέμποντας Νοσοκομείου, είτε, όταν δεν είναι εφικτό, από εξειδικευμένο ιδιώτη ιατρό. Δίνεται η δυνατότητα παροχής εξειδικευμένου χειρουργικού έργου από ειδικούς χειρουργούς των Νοσοκομείων σε δομές συμβεβλημένες με τον ΕΟΠΥΥ για μια φορά την εβδομάδα.
106 ΟΦΘΑΛΜΙΑΤΡΟΙ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΘΡΑΚΗ ΩΣ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
1 ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ
2 ΑΛΩΝΙΣΤΙΩΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
3 ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑ
4 ΑΝΥΦΑΝΤΑΚΗ ΔΕΣΠΟΙΝΑ
5 ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΑ
6 ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
7 ΒΛΑΝΤ ΚΑΡΜΕΝ
8 ΓΑΡΔΕΛΗ ΙΩΑΝΝΑ
9 ΓΙΑΝΝΑΚΑΚΗ ΕΜΜΑΝΟΥΕΛΑ
10 ΓΚΙΖΗΣ ΗΛΙΑΣ
11 ΓΚΙΝΑΛΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
12 ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
13 ΔΑΓΑΛΑΚΗ ΙΩΑΝΝΑ
14 ΔΑΛΙΑΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
15 ΔΑΡΔΑΜΠΟΥΝΗΣ ΔΟΥΚΑΣ
16 ΔΕΤΤΟΡΑΚΗ ΜΑΡΙΑ
17 ΔΗΜΑΚΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
18 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ
19 ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΛΛΙΟΠΗ
20 ΔΙΑΦΑΣ ΣΑΒΒΑΣ
21 ΖΑΧΑΡΙΟΥΔΑΚΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
22 ΖΕΝΤΕΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛ
23 ΘΕΟΔΩΣΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ
24 ΙΩΑΝΝΟΥ ΣΟΦΙΑ
25 ΚΑΒΡΟΥΛΑΚΗ ΔΗΜΗΤΡΑ
26 ΚΑΛΛΙΤΣΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
27 ΚΑΜΠΑΝΑΡΟΥ ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ
28 ΚΑΝΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΣΠΥΡΟΣ
29 ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ
30 ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
31 ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣ ΜΙΧΑΛΗΣ
32 ΚΑΡΑΦΥΛΟΓΛΟΥ ΜΑΡΙΑ
33 ΚΑΡΒΕΛΑ ΙΛΙΝΚΑ
34 ΚΑΤΡΗ ΔΗΜΗΤΡΑ
35 ΚΑΥΚΑΛΑ ΧΡΥΣΑΝΘΗ
36 ΚΑΨΟΚΟΛΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
37 ΚΕΧΑΓΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ
38 ΚΟΚΟΛΑΚΗ ΑΝΝΑ
39 ΚΟΝΤΑΔΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
40 ΚΟΝΤΑΔΑΚΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ
41 ΚΟΝΤΟΜΙΧΟΣ ΛΟΥΚΑΣ
42 ΚΟΝΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΑ
43 ΚΟΥΜΟΥΤΣΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
44 ΚΟΥΡΕΝΤΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ
45 ΚΟΥΡΗ ΑΓΑΘΗ
46 ΚΟΥΡΜΠΕΛΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ
47 ΚΟΥΡΟΥΠΑΚΗ ΑΝΝΑ
48 ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΥ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ
49 ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΛΛΙΡΟΗ
50 ΚΩΤΟΥΛΑ ΜΑΡΙΑ
51 ΛΙΑΣΚΑ ΑΛΙΚΗ
52 ΛΙΑΣΚΟΥ ΜΑΡΙΑ
53 ΛΙΝΑΡΔΗ ΧΑΡΟΥΛΑ
54 ΛΙΟΛΙΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
55 ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
56 ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
57 ΜΑΤΕΕΦ ΣΤΟΝΓΙΑΝ
58 ΜΑΤΚΑΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
59 ΜΑΥΡΙΚΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
60 ΜΗΝΑΚΑΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
61 ΜΗΤΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
62 ΜΙΧΑ ΜΑΡΙΑ
63 ΜΙΧΑΗΛ ΙΑΚΩΒΟΣ
64 ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ ΝΙΚΟΛΕΤΑ
65 ΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ
66 ΜΟΥΡΑΝΤ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
67 ΜΟΥΣΤΟΓΙΑΝΝΗ ΕΙΡΗΝΗ
68 ΜΠΑΛΑΤΣΟΥΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
69 ΜΠΑΤΣΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
70 ΞΗΡΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ
71 ΞΗΡΟΥ ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ-ΤΙΝΑ
72 ΠΑΝΤΑΖΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
73 ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
74 ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΕΛΕΝΑ
75 ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΕΝΕΛΑΟΣ
76 ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
77 ΠΑΠΑΠΑΝΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
78 ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ ΑΛΕΞΗΣ
79 ΠΑΠΑΣΥΦΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
80 ΠΑΠΠΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
81 ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
82 ΠΑΡΟΙΚΑΚΗΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ
83 ΠΑΣΣΑ ΒΑΣΙΛΙΩΝΑ
84 ΠΕΠΟΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
85 ΡΑΛΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
86 ΡΗΓΑ ΦΡΥΝΗ
87 ΡΟΥΒΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
88 ΣΚΟΥΡΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
89 ΣΚΟΥΡΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
90 ΣΠΑΗ ΣΟΦΙΑ
91 ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ
92 ΣΤΕΡΓΙΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
93 ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
94 ΤΑΒΛΑΝΤΑ ΜΑΡΙΑ
95 ΤΕΡΖΙΔΟΥ ΧΡΥΣΑ
96 ΤΖΑΝΕΤΑΚΟΥ ΕΙΜΑΡΜΕΝΗ
97 ΤΖΙΜΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
98 ΤΗΓΑΝΙΤΑ ΣΩΤΗΡΙΑ
99 ΤΣΑΚΠΙΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
100 ΤΣΙΝΑ ΕΥΘΥΜΙΑ
101 ΤΣΙΡΩΝΗ ΣΕΒΗ
102 ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
103 ΧΑΤΖΗΑΛΕΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
104 ΧΟΛΕΒΑΣ ΠΙΕΡΡΟΣ
105 ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΕΛΕΝΗ
106 ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΟΡΙΝΑ
Αποτέλεσμα της διάταξης 2 θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της χρόνιας πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Προτείνουμε η παράγραφος 2 να διαμορφωθεί ως εξής:
«Η παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 τροποποιείται ως εξής:
1. Ο ενήλικος πληθυσμός εγγράφεται υποχρεωτικά στον προσωπικό ιατρό, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 5 του ν. 4238/2014 (Α΄ 38). Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Οι χρόνια πάσχοντες έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον δεν διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος χρόνια πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό.
Η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής:
«4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει τον Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στο εδάφιο 4 να απαλειφτεί η λέξη ΑΠΑΞ και να διαμορφωθεί ως εξής: «Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται τουλάχιστον μια φορά ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ.. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του . Στις χρόνιες αυτές παθήσεις ο εξειδικευμένος θεράπων ιατρός αποφασίζει τη συχνότητα επανεξέτασης τους ασθενούς σε συνεννόηση με τον προσωπικό ιατρό του ασθενούς. (Για αντλία ινσουλίνης απαιτούνται περισσότερες επισκέψεις σε διαβητολογικό κέντρο, διαβητικό πόδι σε τύπου Ι η ΙΙ περισσότερες επισκέψεις στο ιατρείο διαβητικού ποδιού κτλ)».
Η δυνατότητα εγγραφής στις καταστάσεις των «προσωπικών ιατρών» πρέπει να παρέχεται σε όλους του ειδικευμένους ιατρούς των τριών σχετικών ειδικοτήτων (Παθολογίας, Γενικής/Οικογενειακής Ιατρικής, Παιδιατρικής) με αμοιβή «κατά πράξη και περίπτωση». Επιπλέον πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα ελεύθερης σύμβασης με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. με αμοιβή «κατά πράξη και περίπτωση» για όλες τις ειδικότητες. Η διαφορά του «προσωπικού ιατρού» από τους ιατρούς των άλλων ειδικοτήτων θα έγκειται στην υποχρέωση του πρώτου να τηρεί και να ενημερώνει τον Ατομικό Ηλεκτρονικό Φάκελο Υγείας του πολίτη όπως και στην ευθύνη της γενικής εποπτείας της υγείας του και της συμβουλευτικής ως προς αυτήν. Ωστόσο αν τελικά επιλεγεί το »κατά κεφαλήν» σύστημα αμοιβής, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα ένταξης στις καταστάσεις των προσωπικών ιατρών και σε όλους τους μη συμβεβλημένους και μη αμειβόμενους από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ιατρούς των ανωτέρω τριών ειδικοτήτων αρκεί να είναι πιστοποιημένοι στην Η.ΔΙ.Κ.Α. Τα ανωτέρω, εκτός του ότι θα αποτελέσουν ισότιμη αντιμετώπιση των ιατρών από την Πολιτεία, πρωτίστως θα εξασφαλίσουν το δικαίωμα του πολίτη στην ελεύθερη επιλογή ιατρού.
Επιπλέον δικαίωμα παραπομπής σε δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες δομές υγείας ή σε άλλον ειδικό ιατρό πρέπει να έχουν όλοι οι ειδικευμένοι ιατροί. προφανώς έκαστος ως προς την ειδικότητά του. Η δυνατότητα και η υποχρέωση του αντιστοίχου ιατρού στην δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια δομή υποδοχής να εγκρίνει το αναγκαίο της εισαγωγής μπορεί να αποτελέσει ασφαλιστική δικλίδα κατά πιθανών καταχρήσεων.
Σε αυτό το σημείο έχουμε πλήρες gatekeeping όσον αφορά τη Δευτεροβάθμια περίθαλψη.
Με αυτό το άρθρο ο Γενικός / Οικογενειακός και ο Παθολόγος Προσωπικός ιατρός θα ελέγχει την πρόσβαση του ασθενούς στην δευτεροβάθμια περίθαλψη.
Παρατηρήσεις
1) Πως θα κρίνουν την αναγκαιότητα νοσοκομειακής περίθαλψης σε περιστατικά που είναι πέραν του γνωστικού τους αντικειμένου.
2) Ποιος θα έχει την ευθύνη για θανάτους ειδικών περιστατικών που δεν νοσηλεύτηκαν εξ αιτίας κακής εκτίμησης (λόγω έλλειψης ανάλογης εξειδίκευσης) του προσωπικού γιατρού;
3) Ποια θα είναι η θέση, όσον αφορά την παραπομπή των ασθενών στα Νοσοκομεία, όλου του υπόλοιπου εξειδικευμένου ιατρικού κόσμου;
Δεν θα έχουν κανένα λόγο; Καμία δυνατότητα παρέμβασης και προώθησης των ασθενών τους;
Μόνο μέσω του gatekeeper Προσωπικού ιατρού;
Πρόταση:
Απόσυρση και επαναπροσδιορισμός των στόχων και διαδικασιών κατόπιν διαβούλευσης με τους φορείς υγείας, πάνω στην βάση της ελεύθερης επιλογής γιατρού και ελεγχόμενης από όλους τους γιατρούς πρόσβασης των ασθενών στην δευτεροβάθμια περίθαλψη.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΣΚΕ
Φ.Ν.ΠΑΤΣΟΥΡΑΚΟΣ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΣΙΠΥ
Θ.ΧΑΤΖΗΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΣΙΔΙΚ
Ι.ΚΑΡΑΜΗΝΑΣ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝΙΔΙ
Δ. ΦΑΣΙΤΣΑΣ
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΝΙ-ΕΟΠΥΥ
Α. ΜΑΣΤΟΡΑΚΟΥ
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Η παραπομπή του χρονίως πάσχοντα στον εξειδικευμένο θεράποντα ιατρό «άπαξ ανά έτος» δεν είναι εφικτό να καλύψει τις ανάγκες των πασχόντων από καρδιαγγειακά νοσήματα καθώς η συχνή ή και πολύ συχνή ενίοτε παρακολούθηση από εξειδικευμένο ιατρό είναι κάτι περισσότερο από επιβεβλημένη.
Άρθρο 26. Πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, εγγραφή σε προσωπικό ιατρό και σύστημα παραπομπών
Στην παρ. 2 προτείνομε: Ο ενήλικος πληθυσμός εγγράφεται προαιρετικά (αντί του «υποχρεωτικά») σε προσωπικό ιατρό.
Στην παρ. 2 (συμπληρωματικά σε ότι προτείνει το Ν/Σ για τους ανασφάλιστους): Οι ανασφάλιστοι, εφόσον το επιθυμούν, μπορούν να εγγράφονται και σε ιδιώτες προσωπικούς ιατρούς οι οποίοι δεν είναι συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ
Να μην περιορίζεται η παραπομπή – πρόσβαση στους ειδικούς γιατρούς σε μια φορά το χρόνο.
Οι ασθενείς να έχουν πρόσβαση στα νοσοκομεία και να έχουν την ίδια αντιμετώπιση είτε στέλνονται από τον οικογενειακό γιατρό είτε από μη πιστοποιημένο στο νέο σύστημα ιατρό.
Θεωρούμε ότι δεν θα πρέπει να παραβιάζεται, ούτε έμμεσα, το δικαίωμα του ασθενούς να επιλέγει ελεύθερα τον γιατρό του. Επίσης, αν αποκλειστεί η ελεύθερη επιλογή γιατρού, θα δημιουργηθεί τεράστιο πρόβλημα στην διαχείριση ασθενών που ήδη παρακολουθούνται για πολλά χρόνια στα ιδιωτικά ιατρεία με χρόνια και σοβαρά προβλήματα υγείας.
Είναι δικαίωμα του ασθενούς να συνταγογραφούνται τα απαιτούμενα για την νόσο του φάρμακα. Οπότε, η συνταγογράφηση των φαρμάκων θα πρέπει να μπορεί να γίνεται και από τους ιατρούς που δεν ανήκουν στις δομές του ΕΣΥ ή ΕΟΠΥΥ.
Άρθρο 26
Καθότι οι ιατροί γενικής/οικογενειακής ιατρικής ή/και οι παθολόγοι δεν έχουν πλήρη επίγνωση της παθολογίας των οδόντων και του στοματογναθικού συστήματος, λόγω ελλιπούς εκπαίδευσης, προτείνεται η εξαίρεση από τη θέσπιση του συστήματος παραπομπών ως αναγκαία προϋπόθεση για την πρόσβαση στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας για ζητήματα οδοντικής και στοματικής υγείας τόσο για τακτικά όσο και για έκτακτα και επείγοντα περιστατικά.
Κάτι τέτοιο εξάλλου θα υποκαθιστούσε το επάγγελμα του οδοντιάτρου από αυτό του ιατρού.
Συνεπώς, προτείνουμε την τροποποίηση της περ. α της παρ. 6 του άρθρου 19 του Ν. 4486/2017 ως εξής: «α) Καθιερώνεται σύστημα παραπομπών των πολιτών από τον προσωπικό ιατρό ως αναγκαία προϋπόθεση για την πρόσβαση στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας. Ο προσωπικός ιατρός καθοδηγεί τον πολίτη και λειτουργεί ως «πύλη εισόδου» για την πρόσβαση των εγγεγραμμένων πολιτών στις δομές και υπηρεσίες υγείας. Το σύστημα παραπομπών από τον προσωπικό ιατρό δεν ισχύει για τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά καθώς και για περιστατικά των ιατρείων/τμημάτων/κλινικών Οδοντιατρικής και Στοματικής και Γναθοπροσωπικής Χειρουργικής».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Καθιερώνεται σύστημα αναφοράς των πολιτών από τον προσωπικό ιατρό τους προς την εξειδικευμένη φροντίδα, εξωνοσοκομειακή στην κοινότητα και νοσοκομειακή, που βασίζεται σε σύστημα κινήτρων- αντικινήτρων. Ο προσωπικός ιατρός λειτουργεί ως σημείο πρώτης επαφής του πολίτη με το σύστημα υγείας και τον καθοδηγεί όταν αυτός χρειάζεται να αναζητήσει φροντίδα σε άλλες δομές και υπηρεσίες υγείας. Το σύστημα αναφοράς από τον προσωπικό ιατρό δεν ισχύει για τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά. Οι εξειδικευμένοι ιατροί δύνανται να παραπέμπουν τους ασθενείς τους στην εξειδικευμένη νοσοκομειακή φροντίδα, όταν την κρίνουν απαραίτητη.
Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό και παραπέμπονται σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς επιλογής του ασθενούς, αν και όποτε ο προσωπικός ιατρός κρίνει πως συντρέχει ένδειξη παραπομπής. Τόσο ο προσωπικός, όσο και θεράποντας ιατρός διατηρούν την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και αναλαμβάνουν την από κοινού διαχείριση του χρόνιου νοσήματος.
Η άμεση, λειτουργική και επιστημονική διασύνδεση των Προσωπικών Ιατρών γενικά και όχι μόνο των Το.Μ.Υ. και των γιατρών τους με το Κέντρο Υγείας και με το Νοσοκομείο Αναφοράς εντός της οικείας Δ.Υ.Πε. είναι ζητούμενη. Από την άλλη στην παραπομπή από τους Προσωπικούς Ιατρούς προς την εξειδικευμένη φροντίδα, είτε εξωνοσοκομειακή στην κοινότητα, είτε νοσοκομειακή, δεν είναι θεμιτό να μπαίνουν προτεραιότητες, αλλά αντίθετα οι λήπτες υπηρεσιών υγείας θα πρέπει να έχουν ελευθερία επιλογής μέσα στο δίκτυο εξειδικευμένης φροντίδας.
Η πρόσβαση των πολιτών στην ΠΦΥ πρέπει να είναι καθολική και ανεμπόδιστη και δεν είναι θεμιτή η εισαγωγή κανενός είδους διάκρισης στην πρόσβαση τους σε αυτή, ούτε φυσικά βάση της ασφαλιστικής τους ικανότητας. Ασφαλισμένοι και ανασφάλιστοι, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται στον διαθέσιμο προσωπικό ιατρό που επιθυμούν, είτε συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., είτε ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.»
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Ο περιορισμός στην πρόσβαση σε ειδικο δεν θα οδηγήσει σε gatekeeping αλλα σε συναλλαγή και αύξηση των ψευτοεπειγόντων περιστατικών, οπως λειτουργησε και το υποχρεωτικο rapid test για τα τακτικά ιατρεία – λενε στον σσθενη έλα σε μερα εφημερίας να μην τρέχεις για τεστ. Πιο σημσντικό είναι να μπει φίλτρο στα περιστατικά εφημερίας που έρχεται ο καθένας σε τριτοβάθμιο νοσοκομείο για ψύλλου πήδημα
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Η παραπομπή του χρονίως πάσχοντα στον εξειδικευμένο θεράποντα ιατρό «άπαξ ανά έτος» δεν είναι εφικτό να καλύψει τις ανάγκες των πασχόντων από καρδιαγγειακά νοσήματα καθώς η συχνή ή και πολύ συχνή ενίοτε παρακολούθηση από εξειδικευμένο ιατρό είναι κάτι περισσότερο από επιβεβλημένη.
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΠΑΣΧΟΝΤΩΝ ΑΠΟ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΚΑΡΔΙΟΠΑΘΕΙΕΣ
O Σύλλογος Διαβητικών Αθήνας μέλος της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ από ιδρύσεώς της στηρίζει απόλυτα τις θέσεις της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ επί του παρόντος νομοσχεδίου.
Σε ότι αφορά την παρ. 2 και παρ. 4 καταθέτουμε τις εξής προτάσεις που αποτελούν προτάσεις της Ομοσπονδίας μας. Θεωρούμε ότι θα εξετάσετε τις προτάσεις μας και δεν θα αφήσετε τους πάσχοντες από σάκχαρωδη διαβήτη χωρίς της απαιτούμενη πρόσβαση στους εξιδεικευμένους γιατρούς για την πάθηση του Σ.Δ.
Επί της παρ. 2 : Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω (βλ. έντονη γραμματοσειρά):
«Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Για την παρ. 4 σημειώνουμε τα εξής :
Στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής (βλ. έντονη γραμματοσειρά):
«4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και την τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 26 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., εφόσον δεν δύναται να καλυφθούν από προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ.».
Αποτέλεσμα της παραπάνω διάταξης θα είναι ο συνωστισμός των πασχόντων σε λίγες δημόσιες δομές με συνέπεια να μην εξυπηρετούνται ποτέ ή να καθυστερούν σημαντικά να εξυπηρετηθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υγείας τους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας, η διάταξη αυτή είναι απαγορευτική και επικίνδυνη τόσο για την υγεία των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις, όπως είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης, όσο και για τη Δημόσια Υγεία.
Θεωρούμε ότι οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας θα πρέπει να λάβουν την απαραίτητη στήριξη από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πάθησής τους και θα πρέπει να μπορούν να εγγράφονται είτε σε προσωπικό ιατρό δημόσιας δομής είτε σε ιδιώτη συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε η παράγραφος 2 του άρθρου 26 να διαμορφωθεί όπως παρακάτω: «Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται, κατ’ επιλογήν τους, τόσο σε προσωπικό ιατρό των δημόσιων μονάδων Π.Φ.Υ. όσο και σε προσωπικό ιατρό ιδιώτη συμβεβλημένο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Επιπλέον, στην παρ. 4 του άρθρου 26 αναφέρονται τα εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν την ανάγκη να επισκέπτονται τον ιατρό τους τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο ή σε ακόμη πιο τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον υπάρχουν επιπλοκές ή συννοσηρότητες ή στον πρώτο καιρό της διάγνωσής τους. Η παραπάνω διατύπωση θεωρούμε ότι δύναται να δημιουργήσει προβλήματα. Επιπλέον, δε λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση και δε διευκρινίζεται τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος πάσχοντας αλλάξει, για τον οποιονδήποτε λόγο (μετακίνηση σε άλλο τόπο κατοικίας, συνταξιοδότηση ιατρού κλπ), θεράποντα ιατρό. Κατανοούμε λοιπόν πως το σφράγισμα των Διαβητολογικών Κέντρων και Ιατρείων της χώρας πλέον είναι δεδομένο. Οι πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη θα πεθαίνουν πλέον, όχι στα υποστελεχωμένα από επαγγελματίες Υγείας και υλικά, Διαβητολογικά Κέντρα και Ιατρεία, αλλά στα χέρια του εκάστοτε «προσωπικού ιατρού» ανεξαρτήτου ειδικότητας, ο οποίος, όπως ήδη συμβαίνει, θα «ξεχνά» να παραπέμψει τους ασθενείς του «στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς» αφού για άλλη μια φορά «θα διατηρεί την υποχρέωση», δεν θα είναι υποχρεωμένος, άρα έλεγχος δε θα γίνεται από πουθενά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι η παρ. 4 του άρθρου 26 θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: «4. Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και παραπέμπονται ανάλογα με την πάθηση, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα από το προηγούμενο ραντεβού σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε εξειδικευμένα κέντρα χρονίων παθήσεων εντός δημοσίων μονάδων υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να είναι ιδιώτες με κατάλληλη ειδίκευση ή εξειδίκευση πιστοποιημένη από το ΚΕ.Σ.Υ. Ο προσωπικός ιατρός είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το Α.Η.Φ.Υ. και την τακτική συνταγογράφηση του χρονίως πάσχοντα σε υποχρεωτική διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του.».
Στην Ελλάδα είναι γνωστό ότι με πρόσφατα δεδομένα (https://ec.europa.eu/health/system/files/2017-12/chp_gr_greece_0.pdf)
έχουμε ίσως το μεγαλύτερο ποσοστό άμεσων πληρωμών για την υγεία(από την τσέπη του πολίτη)στην Ε.Ε.(σχ.12)
Ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 15% και στην Ελλάδα έχουμε 35%!!
Επίσης από την ίδια παραπάνω πηγή η Ελλάδα είναι 2η μετά την Εσθονία στην «μη ικανοποιούμενη ανάγκη ιατρικής περίθαλψης» και όχι μόνο στα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα αλλά και στα πιό εύρρωστα οικονομικά νοικοκυριά.(σχ.10)
Αυτό μάλιστα με μεγάλη διαφορά από τις χώρες τα συστήματα ΠΦΥ των οποίων επιχειρούμε εδώ και χρόνια να αντιγράψουμε χωρίς επιτυχία.
Βασικός λόγος για αυτή την διαχρονική απουσία υγιούς κρατικής ΠΦΥ κατά την αποψή μας είναι ότι καμμία ηγεσία Υπουργείου Υγείας μέχρι σήμερα δεν μπήκε στον κόπο να αφουγκραστεί τον «σφυγμό» της Ελληνικής κοινωνίας.
Στην Ελλάδα έχουμε υπερπροσφορά ιατρικού δυναμικού ακόμα κι αν μεταξύ 2010-2015 έφυγαν από την χώρα 7.500 ιατροί για το εξωτερικό(για να επανδρώσουν συστήματα υγείας που βασίζονται στο gatekeeping).Το ποσοστό δε των εξειδικευμένων(σε όλες τις ειδικότητες) ιατρών στην Ελλάδα αγγίζει το 95% επί του συνόλου του ιατρικού σώματος.
Ο Έλληνας πολίτης ειδικά τα τελευταία 50 χρόνια είχε την ελευθερία επιλογής γιατρού μεταξύ πολλών καλών και ισάξιων(είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα).Η επίσκεψη του ΕΟΠΥΥ των 10 ευρώ ίσως να είναι και η χαμηλότερη στον κόσμο.Η δε ιδιωτική τρέχουσα μέση επίσκεψη είναι στα 30-40 ευρώ.Αυτές οι τιμές απλά δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στην Ευρώπη.
Η προσπάθεια που γίνεται να αποκλειστεί η ελεύθερη πρόσβαση του πολίτη στον ειδικό ιατρό της επιλογής του και αντ’αυτού να δυσκολεύεται η πρόσβαση μέσω γραφειοκρατίας τύπου «παραπομπής» από ενδιάμεσο ιατρό, το μόνο που θα καταφέρει θα είναι να αυξήσει ακόμα περισσότερο την άμεση δαπάνη υγείας(απο την τσέπη)του πολίτη.
Η κυβέρνηση θα μπορούσε εκμεταλευόμενη την ΥΠΕΡΠΡΟΣΦΟΡΑ ΕΙΔΙΚΩΝ ΙΑΤΡΩΝ να διαπραγματευτεί με αυτούς(συλλογικα μέσω των ΙΣ όπως άλλωστε προβλέπεται με τον παρόντα νόμο)αμοιβές κατά πράξη και περίπτωση που θα ικανοποιούν και τον ειδικό ιατρό αλλά και τον ασθενή.Στα πιό πετυχημένα μοντέλα συστημάτων ΠΦΥ(όπως της Γαλλίας που θεωρείται το καλύτερο παγκοσμίως αλλά και της Γερμανίας)η επιλογή ειδικού ιατρού είναι ελεύθερη χωρίς παραπομπή και σε ελάχιστο χρονικό διάστημα(ακόμα και την ίδια μέρα).Η δε ποιότητα της παροχής υπηρεσίας είναι αδιαμφισβήτητη.
Οι συμβεβλημένοι ειδικοί ιατροί είναι ευχαριστημένοι με τις αμοιβές τους(40 ευρώ στην Γαλλία με 30% συμμετοχή του πολίτη) και ο ασθενής επίσης με την ποιότητα της υπηρεσίας και την φορολογούμενη πληρωμή των 12 ευρώ.Οι οικονομικά ευάλωτοι φυσικά απαλλάσονται της συμμετοχής.
Σημειωτέον ότι τα συστήματα των χωρών που δεν εφαρμόζουν gatekeeping θεωρούνται πιο πετυχημένα και πιό αρεστά στους ασφαλισμένους.Συστήματα με gatekeeping τύπου Μ.Βρετανίας θεωρούνται δυσλειτουργικά και ξεπερασμένα και οποιοσδήποτε έχει ζήσει σαν ασθενής για κάποιο διάστημα εκεί μπορεί να το βεβαιώσει αυτό.
Η Υγεία είναι διεθνώς παραδεκτό ότι έχει ακριβύνει.
Κάποιος πρέπει να πληρώσει το κόστος για μία παροχή υγείας που να σέβεται τον πολίτη.
Χωρίς μία λογική και προσαρμοσμένη στην εποχή μας ΓΕΝΝΑΙΑ οικονομική συμμετοχή του ασφαλιστικού οργανισμού υγείας και του κράτους στις δαπάνες της ΠΦΥ πιστεύουμε ότι το δημόσιο σύστημα ΠΦΥ θα εξακολουθεί να «σπρώχνει» τον πολίτη σε αναζήτηση ποιοτικών δαπανών υγείας της επιλογής του με άμεση δαπάνη(από την τσέπη του) η μέσω ασφαλιστικών εταιρειών που θα καταφέρουν συμβάσεις με τους ιδιώτες ιατρούς πιο ελκυστικές για τους πελάτες τους απ ότι αυτές του ΕΟΠΥΥ.
6. α) Καθιερώνεται σύστημα παραπομπών των πολιτών από τον προσωπικό ιατρό ως αναγκαία προϋπόθεση για την πρόσβαση στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας. Ο προσωπικός ιατρός καθοδηγεί τον πολίτη και λειτουργεί ως «πύλη εισόδου» για την πρόσβαση των εγγεγραμμένων πολιτών στις δομές και υπηρεσίες υγείας.Το σύστημα παραπομπών από τον προσωπικό ιατρό δεν ισχύει για τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά
Εφόσον το σύστημα παραπομπών δεν θα ισχύει για έκτακτα κι επείγοντα περιστατικά τότε θα γίνεται χαμός πάλι στις εφημερίες και επίσης δεν θα εκλείψουν οι «ασθενείς» με τις βαλίτσες στην εφημερία δηλαδή τα πελατάκια των γιατρών. Μια από τα ίδια δηλαδή
Προτείνουμε την αναδιατύπωση στις εξής παραγράφους (μέσα σε ** οι παρατηρήσεις μας):
2. Στην παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 :
………………..
«1. Ο ενήλικος πληθυσμός εγγράφεται υποχρεωτικά στον προσωπικό ιατρό, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 5 του ν. 4238/2014 (Α΄ 38). Οι ανασφάλιστοι, καθώς και οι άλλοι δικαιούχοι της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), έχουν τη δυνατότητα να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό.**Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα εγγραφής μόνο σε έναν προσωπικό ιατρό. Μετεγγραφή σε άλλο προσωπικό ιατρό επιτρέπεται μια (1) φορά ανά έτος».
4. Στην παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017…..
«4.Οι χρονίως πάσχοντες **που επιλέγουν να εγγραφούν σε μη εξειδικευμένο προσωπικό ιατρό**, ο οποίος έχει την ευθύνη τήρησης του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας παραπέμπονται**κατ’ ελάχιστον** άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς, οι οποίοι μπορούν να υπηρετούν σε δημόσιες μονάδες υγείας είτε να είναι συμβεβλημένοι με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είτε να εργάζονται σε συμβεβλημένους παρόχους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ.. Ο προσωπικός ιατρός διατηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης του Α.Η.Φ.Υ. και της τακτικής συνταγογράφησης του χρονίως πάσχοντα σε διασύνδεση με τον θεράποντα ιατρό του».
5. Στην παρ. 5 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017……
«5.Το πρόγραμμα των προσωπικών ιατρών καταγράφεται** στο ηλεκτρονικό σύστημα των ραντεβού της ΗΔΙΚΑ. Το ημερήσιο πρόγραμμα των ιατρών στα Κέντρα Υγείας
περιλαμβάνει τις προγραμματισμένες επισκέψεις και την αντιμετώπιση των έκτακτων και επειγόντων περιστατικών. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζεται το ημερήσιο πρόγραμμα των ιατρών στα Κέντρα Υγείας **και το ποσοστό των προγραμματισμένων επισκέψεων από παραπομπή, που καλύπτει το ημερήσιο πρόγραμμα του ιατρικού προσωπικού και το μεταβατικό διάστημα μέχρι την πλήρη εφαρμογή του νέου μοντέλου λειτουργίας».
6. Η παρ. 6 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017…..
«6.α)Καθιερώνεται σύστημα παραπομπών των πολιτών από τον προσωπικό **ή τον θεράποντα ιατρό** ως αναγκαία προϋπόθεση για την πρόσβαση στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας. **Δυνατότητα παραπομπής έχει και κάθε ιατρός που εξετάζει ασθενή για πάθηση της ειδικότητας του**. Ο προσωπικός ιατρός καθοδηγεί τον πολίτη και λειτουργεί ως «πύλη εισόδου» για την πρόσβαση των εγγεγραμμένων πολιτών στις δομές και υπηρεσίες υγείας. Το σύστημα παραπομπών από τον προσωπικό**ή τον θεράποντα ιατρό** δεν ισχύει για τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά. **Κάθε παραπομπή καταγράφεται στον φάκελο του ασθενούς.**
β) Ο πολίτης-λήπτης υπηρεσιών υγείας επιλέγει τον προσωπικό του ιατρό ανεξαρτήτως τόπου κατοικίας ή διαμονής από το σύνολο των εγγεγραμμένων στους
σχετικούς, επικαιροποιημένους κάθε φορά, καταλόγους προσωπικών ιατρών. Η επιλογή του προσωπικού ιατρού όσων τελούν υπό δικαστική συμπαράσταση γίνεται από τα πρόσωπα που ορίζονται στον Αστικό Κώδικα.
γ) Ειδικότερα, οι κάτοικοι των περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί ως προβληματικές και άγονες σύμφωνα με το π.δ. 131/1987 (Α’ 73), σε συνδυασμό με την παρ. 2 του άρθρου 2 του παρόντος, δύνανται να εγγράφονται για την υπηρεσία του προσωπικού ιατρού και για τη λειτουργία του συστήματος παραπομπών στην υγειονομική μονάδα της περιοχής κατοικίας τους ή σε όποια άλλη δημόσια δομή
Π.Φ.Υ. επιλέξουν».
παρ. 4
Θεωρούμε ότι η παραπομπή του χρονίως πάσχοντα στον εξειδικευμένο θεράποντα ιατρό «άπαξ ανά έτος» δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες των βαριά κινητικά αναπήρων. Για παράδειγμα ένας παραπληγικός-τετραπληγικός, με ορθοκυστικές διαταραχές, πρέπει να παρακολουθείται συχνά από εξειδικευμένο ουρολόγο και να τον επισκέπτεται προκειμένου να αντιμετωπίζει τα προβλήματα που συχνά του παρουσιάζονται (ουρολοιμώξεις προστατίτιδες, κ.α.) που δεν δύναται να αντιμετωπίσει ο προσωπικός γιατρός, εξαιτίας της ειδικής αντιμετώπισης που χρίζει η πάθηση για τους συγκεκριμένους πάσχοντες.
παρ. 6 α Εδώ δημιουργείται το ερώτημα εάν ο πολίτης θα συνεχίσει να επιλέγει μόνος του γιατρό, σε απογευματινά ιατρεία νοσοκομείων. Αυτό χρειάζεται διευκρίνιση.
Αρθρο 26 παρ4 Η τακτική συνταγογράφηση του χρόνιου πάσχοντα οφείλει να είναι στην ελεύθερη επιλογή του ασθενούς
Αρθρο 26 παρ.4 Η εγγραφή του πολίτη είναι δικαίωμα του πολίτη και όχι υποχρέωση και η μετεγγραφή του ασθενούς σε άλλο προσωπικό ιατρό πρέπει να επιτρέπεται ανά 6μηνο.
Αρθρο 26 παρ.5 Ο καθορισμός των ραντεβού θα πρέπει να ορίζεται αποκλειστικά από τον ιατρό για το ιδιωτικό του ιατρείο.
Αρθρο 26 παρ.6 Η παραπομπή προς τη δευτεροβάθμια / τριτοβάθμια περίθαλψη οφείλει να είναι ελεύθερη από όλους τους ιατρούς ανάλογα με την ειδικότητα που αντιστοιχεί στην πάθηση.
Δεν υπάρχουν στοιχεία του προϋπολογισμού του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. για την Π.Φ.Υ. και δεν γίνεται καμία αναφορά για το ύψος των αμοιβών, η οποία πρέπει να ορισθεί με κατά πράξη και περίπτωση σύμβαση.
ΠΑΡ. 2
Οι ανασφάλιστοι να μπορούν να εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό της επιλογής τους
ΠΑΡ. 4
Οι χρονίως πάσχοντες να μπορούν να παραπέμπονται σε εξειδικευμένο ιατρό, όποτε αυτό θεωρηθεί αναγκαίο από τον προσωπικό ιατρό
ΠΑΡ. 6
Η παραπομπή στην Δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια Υγεία θα πρέπει να γίνεται από οποιονδήποτε θεράποντα ιατρό. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι νομοθετημένη η ισοτιμία της υπογραφής όλων των ιατρών
Παράγραφος 4: Αναφορικά με την πρόβλεψη ότι: «Οι χρονίως πάσχοντες εγγράφονται σε προσωπικό ιατρό […..] και παραπέμπονται άπαξ ανά έτος σε εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς», προτείνεται:
(α) η αντικατάσταση της διατύπωσης «χρονίως πάσχοντες» από «τα άτομα με μη αναστρέψιμη/ες αναπηρία/ες ή/και με χρόνιες παθήσεις», προκειμένου να καλύπτονται ρητά οι περιπτώσεις αυτές από τις σχετικές υπηρεσίες, και
(β) να υπάρξει πρόσθετη μέριμνα ή/και διεύρυνση της συχνότητας παραπομπής για τις περιπτώσεις ατόμων με ψυχικές διαταραχές, συμπεριλαμβανομένων των διαταραχών παιδιών και εφήβων βάσει του Ε.Π.Π.Π.Α. (νοητική αναπηρία, διαταραχές αυτιστικού φάσματος κ.λπ), οι ανάγκες των οποίων υπαγορεύουν συστηματική και όχι περιοδική παρακολούθηση από εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς προς αποφυγή πιθανών παλινδρομήσεων ή/και ακύρωσης των θεραπευτικών οφελών που έχουν ήδη αποκομίσει.
Η παραπομπή των ασθενών στη δευτεροβάθμια περίθαλψη αποκλειστικά και μόνο από τον προσωπικό ιατρό καταστρατηγεί την ισοτιμία της ιατρικής υπογραφής. Η πρόσβαση των ασθενών στην ΠΦΥ θα πρέπει να είναι ελεύθερη, χωρίς περιορισμούς.
άρθρο 26 παρ.6: Η επίσκεψη στα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων και
σε ειδικούς γιατρούς θα είναι δυνατή μόνο με παραπομπή του θεράποντος
γιατρού (gatekeeping), με εξαίρεση τα επείγοντα περιστατικά. Αλλάζει
επομένως, ο ρόλος του οικογενειακού γιατρού, ο οποίος λειτουργεί ως
«κόφτης» στην πρόσβαση των ασθενών στις υπηρεσίες υγείας και που
απέχει παρασσάγγας από την οπτική της ολιστικής φροντίδας και
προσέγγισης της δημόσιας υγείας.
3. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 διαγράφεται και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Οι Το.Μ.Υ. διασυνδέονται άμεσα, λειτουργικά και επιστημονικά με το Κέντρο Υγείας του οποίου αποτελούν αποκεντρωμένες μονάδες και με το Νοσοκομείο Αναφοράς ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΠΊ ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΗΣ ΑΔΥΝΑΜΙΑΣ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ εντός της οικείας Δ.Υ.Πε. και παραπέμπουν κατά προτεραιότητα ΩΣ ΥΠΕΡΑΡΙΘΜΟΥΣ ΤΩΝ ΤΑΚΤΙΚΩΝ ΡΑΝΤΕΒΟΥ σε αυτά, τους λήπτες υπηρεσιών υγείας για περαιτέρω διάγνωση, παρακολούθηση, θεραπεία ή νοσηλεία. Αν υπάρχει αντικειμενική αδυναμία για κάλυψη σε υπηρεσίες υγείας από το Κέντρο Υγείας και το Νοσοκομείο Αναφοράς οι Το.Μ.Υ. παραπέμπουν τους λήπτες υπηρεσιών υγείας σε συμβεβλημένους με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. παρόχους.».
6. Η παρ. 6 του άρθρου 19 του ν. 4486/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. α) Καθιερώνεται σύστημα παραπομπών των πολιτών από τον προσωπικό ιατρό ως αναγκαία προϋπόθεση για την πρόσβαση στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας ΚΑΙ ΕΦΟΣΟΝ ΚΡΙΝΕΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΩΣ ΥΠΕΡΑΡΙΘΜΟΥΣ ΤΩΝ ΤΑΚΤΙΚΩΝ ΡΑΝΤΕΒΟΥ. Ο προσωπικός ιατρός καθοδηγεί τον πολίτη και λειτουργεί ως «πύλη εισόδου» για την πρόσβαση των εγγεγραμμένων πολιτών στις δομές και υπηρεσίες υγείας. Το σύστημα παραπομπών από τον προσωπικό ιατρό δεν ισχύει για τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά.
Ως προς την παράγραφο 4 που ορίζει ότι ο χρόνιος ασθενής παραπέμπεται μία φορά το χρόνο σε ειδικό ιατρό, θεωρώ ότι θα πρέπει να γίνει εξαίρεση κάποιων παθήσεων και σίγουρα κάποιων ψυχιατρικών παθήσεων όπως η σχιζοφρένεια και η διπολική διαταραχή, όπου η παρακολούθηση θα πρέπει να γίνεται κυρίως ή αποκλειστικά από τον ειδικό ιατρό.Σε αντίθετη περίπτωση θεωρώ ότι θα αυξηθούν κατακόρυφα οι ακούσιες ψυχιατρικές νοσηλείες.
Αναφορικά με το
Άρθρο 26 παρ.6
Ο προσωπικός ιατρός καθοδηγεί τον πολίτη και λειτουργεί ως «πύλη εισόδου» για την πρόσβαση των εγγεγραμμένων πολιτών στις δομές και υπηρεσίες υγείας. Το σύστημα παραπομπών από τον προσωπικό ιατρό δεν ισχύει για τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά.
Αυτό σημαίνει ότι ο προσωπικός ιατρός πρακτικά παραπέμπει τακτικά προβλήματα υγείας προς τακτικά εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων.
Δηλ.η πρόσβαση για τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά στα 2ο- και 3ο-βάθμια νοσοκομεία επουδενί φιλτράρεται από την πρωτοβάθμια φορντίδα,
με λίγα λόγια η κοσμοσυρροή στα επείγοντα των εν λόγω νοσοκομείων δεν ανακόπτεται με αυτό το άρθρο.Ο νομοθέτης θα έπρεπε να γνωρίζει ότι ένα συντριπτικό ποσοστό του κόσμου που απευθύνεται στη 2οβάθμια και άνω φροντίδα συνήθως δεν έχει κάποια καθοδήγηση από ιατρό της πρωτοβάθμιας-και συχνά λόγω αυτού αποτείνεται στα επείγοντα περιστατικά των νοσοκομείων με αποτέλεσμα και την καθυστέρηση πιο επειγόντων ίσως περιστατικών και την ταλαιπωρία πολιτών με ήσσονος βαρύτητας προβλήματα υγείας.
Μήπως χρειάζεται μία διαβάθμιση της σπουδαιότητας των έκτακτων και επειγόντων περιστατικών σε συνεργασία με το ΕΚΑΒ,ώστε να μπορεί να απευθυνθεί ο πολίτης με ελάσσονα μεν αλλά έκτακτα προβλήματα υγείας σε εφημερεύουσες δομές;Ενδεχομένως ένα τηλεφωνικό κέντρο, στο οποίο να απευθύνονται οι πολίτες ώστε να υπάρχει δυνατότητα να κατευθυνθούν με μεγαλύτερη ακρίβεια αναφορικά με το πρόβλημα τους στην αντίστοιχη δομή και τον αντίστοιχο ειδικό εφημερεύοντα ιατρό ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα;
Αναφέρεται πως ο ασθενης θα παραπέμπεται μια φορα το χρονο σε εξειδικευμενο ιατρο. Επρεπε να είναι 1 φορα το 6μηνο καθως η κατασταση της υγείας του αλλαζει πολυ μεσα σε ενα χρονο και επίσης δεν αναφέρεται η ποινη του ΠΙ αν δεν τον στειλει σε ειδικο. Θα πρεπει να μην μπορει να συνταγογραφησει ο ΠΙ την ιδια αγωγη αν ο ασθενης δεν εχει παει σε εξειδικευμενο ιατρο.
Επισης καλο θα ηταν το Υπουργειο να μαθει πως η χρονια συνταγογραφηση δεν ειναι προνομιο η καθηκον μονο της ειδικοτητας του γενικου ιατρου και του παθολογου αλλα ΟΛΩΝ των ειδικοτητων. Δεν ειναι δυνατον να αναφερεται στο νομοσχεδιο πως ο ΠΙ εχει την ευθυνη της τακτικης συνταγογραφησης.
Επισης στην παραγραφο 6 αναφερεται η παραπομπη απο τον ΠΙ προς τα νοσοκομεια. Μα πως θα κρινει ο παθολογος αν το καρδιολογικο, ορθοπαιδικο , νευρολογικο κτλ προβλημα χρηζει αντιμετωπισης σε νοσοκομειο ή λυνεται απο τον ειδικο ιατρο της ΠΦΥ; θα πρεπει η παραπομπη να ειναι απο τον ειδικο της ΠΦΥ προς το νοσοκομειο. Αλλιως οι ΠΙ θα στελνουν ολα τα περιστατικα στα νοσοκομεια για να αποφυγουν την αναληψη ευθυνης ειτε απο την αλλη δεν θα τα στελνουν με ολεθριες συνεπειες.