1. O Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.) δύναται να διαμορφώνει πολιτικές αποζημιώσεων και σύναψης συμβάσεων, με κριτήρια ποιότητας, για τον καθορισμό των τιμών αποζημίωσης των υπηρεσιών υγείας, ιατροτεχνολογικών προϊόντων και υλικών (πάροχοι υγείας) και για την εφαρμογή υποχρεωτικών εκπτώσεων βάσει κριτηρίων ποιότητας (ποιοτικό rebate), σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες βέλτιστες πρακτικές.
Ως κριτήρια ποιότητας των υπηρεσιών των παρόχων υγείας ορίζονται ιδίως:
α) η ηλικία, η κατάσταση, η συντήρηση και ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων, της υλικοτεχνικής υποδομής και του εξοπλισμού,
β) η εκπαίδευση και η εξειδίκευση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού,
γ) οι πιστοποιήσεις από αναγνωρισμένους εθνικούς ή διεθνείς δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς δημιουργίας ή έκδοσης προτύπων,
δ) η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας και η εισαγωγή καινοτομιών,
ε) οι νοσηλευτικές και ιατρικές ειδικότητες που προσφέρονται και η εξειδίκευση των υπηρεσιών που παρέχονται,
ε) η βαρύτητα των περιστατικών που εξυπηρετούνται,
στ) η ανάπτυξη κλινών και η ύπαρξη ειδικών κλινών και κλινών Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (Μ.Ε.Θ.),
ζ) η ορθή κλινική πρακτική, η συχνότητα εμφάνισης επιπλοκών ή ιατρικών λαθών κατά την παροχή υπηρεσιών υγείας ή τη χρήση των ιατροτεχνολογικών προϊόντων και υλικών και
η) η ύπαρξη πολιτικής κατά των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων.
Rebate και Clawback
Όπως έχω τονίσει επανειλημμένα, το CLAWBACK, το οποίο είναι ανέντιμο,ληστρικό και απράδεκτο, ΠΡΕΠΕΙ και ΜΠΟΡΕΊ να καταργηθεί άμεσα, στη βάση των σχετικών προτάσεων του ΠΙΣ, όπως τονίστηκε και στις θέσεις των Ιατρικών Συλλόγων ΑΜΘ στην πρόσφατη Γενική Συνέλευση του ΠΙΣ.
Πλαφόν σε εργαστήριο, ασθενή ή ανά νομό (ας αποφασίσει το Υπουργείο), καταργεί άμεσα την υπέρβαση του προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ και άρα την ανάγκη για Clawback!
Είναι απλά τα πράγματα και η λύση.
Δεν μπορεί γιατροί και εργαστήρια να εκτελούν ιατρικές πράξεις και εξετάσεις για τις οποίες πρακτικά δεν θα πληρωθούν.
Είναι χίλιες φορές καλύτερο και λύνει άμεσα το πρόβλημα, όταν φθάσει ένα εργαστήριο στο πλαφόν του, να μην εκτελεί δωρεάν άλλες εξετάσεις και οι ασφαλισμένοι να καλύπτονται είτε από άλλο εργαστήριο ή δημόσιες δομές.
Την πρόταση αυτή επανειλημμένα έχω εκφράσει ενώπιον του Υπουργού Υγείας αλλά και στην ΓΣ του ΠΙΣ.
Φυσικά πρέπει να αυξηθεί γενναία και ο πολύ χαμηλός προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ αλλά και να ισχύσουν και διαγνωστικά πρωτόκολλα.
Με εκτίμηση
Δρ Ανδρέας Παπανδρούδης, MD, PhD
Χειρουργός Οφθαλμίατρος
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ
Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Έβρου
Μέλος ΔΣ ΠΙΣ
Δεν είναι απαραίτητο να διαθέτεις μαντικές ικανότητες για να καταλάβεις πως με την συγκεκριμένη διάταξη θα δημιουργηθούν τουλάχιστον 3 ομάδες παρόχων:
η ομάδα που θα απολαμβάνει την εξάλειψη του rebate, η ομάδα που θα φυτοζωεί μη δυνάμενη να ανταποκριθεί στα ποιοτικά κριτήρια και η ομάδα παρόχων που θα οδηγηθεί σε λουκέτο. Μετά από 10 χρόνια αφαίμαξης των παρόχων (μέσω του ανεκδιήγητου μέτρου claw back) πως είναι δυνατόν πάροχοι, ειδικά εκείνοι που λειτουργούν στην Περιφέρεια, να μπορέσουν να ανταποκριθούν στο νέο θέσφατο του Υπ. Υγείας. Επίσης γεννώνται και τα εξής ερωτήματα: θα υπάρξει κάποιου είδους επιτροπή που θα αποφασίζει για αυτά τα κριτήρια (διότι το εν λόγω άρθρο περιγράφει τα κριτήρια χωρίς κάποια επιστημονική επισήμανση) , από ποια μέλη θα αποτελείται, οι πάροχοι θα έχουν εκπροσώπηση σε αυτή την επιτροπή. Η εν λόγω διάταξη δεν είναι απαραίτητα ανεφάρμοστη, αλλά πρωτίστως χρειάζεται διαβούλευση με το σύνολο των παρόχων και σίγουρα κατάργηση του claw back για το σύνολο των ιδιωτών παρόχων.
Τα ποιοτικά κριτήρια θα πρέπει να διατυπωθούν, λαμβανομένων υπόψιν και των υπουργικών αποφάσεων για την ίδρυση και λειτουργία των ΚΑΑ, όπου αναφέρονται τα minimum κριτήρια ποιότητας.
Η ηλικία των εγκαταστάσεων δεν μπορεί να συνιστά ποιοτικό κριτήριο, γιατί μπορεί μία παλαιότερη εγκατάσταση να είναι καλύτερης κατασκευής από μία νεόδμητη. Αντιθέτως συνιστά κριτήριο η συντήρηση και ο εκσυχρονισμός των εγκαταστάσεων και της υλικοτεχνικής υποδομής.
Η ποιότητα του εξοπλισμού και η αγορά του από πιστοποιημένους προμηθευτές είναι σαφώς πιο σημαντική από την ηλικία του.Οι κατασκευαστές εξοπλισμού υψηλών προδιαγραφών είναι πολύ πιο μπροστά από άλλους κατασκευαστές εξοπλισμού με κατώτερα ποιοτικά κριτήρια, ακόμα και εάν τα προϊόντα των τελευταίων έχουν κατασκευαστεί πρόσφατα.
Για παράδειγμα είναι πιο σημαντική η προμήθεια μιας προηγμένης (πχ ρομποτικής) κλίνης από την πρόσφατη προμήθεια μιας απλής ορθοπεδικής πολύσπαστης κλίνης.
Στην εκπαίδευση του προσωπικού θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν και η συνεχιζόμενη εκπαίδευση αυτού.
Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψιν η αναλογία του νοσηλευτικού και θεραπευτικού προσωπικού προς τον ασθενή.
Εάν για παράδειγμα τηρηθεί η προϋπόθεση της νομοθεσίας για την εργοθεραπεία σε ΚΑΑ ΚΝ, χρειάζεται ένας εργοθεραπευτής ανά 80 ασθενείς. Όσο εκπαιδευμένος και αν είναι, δεν θα μπορέσει να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του προγράμματος αποκατάστασης των ασθενών.
Η ανάπτυξη κλινών, δηλαδή ο αριθμός κλινών αυτοτελώς δεν δύναται αποτελεί κριτήριο ποιότητας.
Η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.) η οποία αποτελεί τον τριτοβάθμιο κοινωνικό και συνδικαλιστικό φορέα των ατόμων με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και των οικογενειών τους στη χώρα και αναγνωρισμένο Κοινωνικό Εταίρο της ελληνικής Πολιτείας σε ζητήματα αναπηρίας.
Λαμβάνοντας υπόψη:
• την παρ. 6 του Άρθρου 21 του Συντάγματος της χώρας, σύμφωνα με την οποία «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας», συνταγματικές επιταγές και απαιτήσεις της εθνικής μας νομοθεσίας, όπως:
• τον ν.4488/2017, ο οποίος αναφέρει στο άρθρο 68 «Νομοπαραγωγική διαδικασία, ανάλυση συνεπειών ρυθμίσεων και παραγωγή επίσημων στατιστικών για τα ΑμεΑ» τα εξής: «1. Κατά το στάδιο της νομοπαραγωγικής διαδικασίας τα αρμόδια όργανα συνεκτιμούν τα δικαιώματα των ΑμεΑ, όπως αυτά περιγράφονται στη Σύμβαση και κατά τη διάρκεια της κατάρτισης σχεδίων νόμου, συνεργάζονται με το Συντονιστικό Μηχανισμό του άρθρου 69 και με το Κεντρικό Σημείο Αναφοράς του άρθρου 70 και τελούν σε διαβούλευση με αναγνωρισμένες αντιπροσωπευτικές οργανώσεις του αναπηρικού κινήματος, με άτομα και με ομάδες ατόμων που έχουν εύλογο ενδιαφέρον για τα δικαιώματα των ΑμεΑ […]»
• τον ν.4074/2012 (ΦΕΚ 88 Α΄/11.04.2012), με τον οποίο η χώρα μας κύρωσε τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία μαζί με το προαιρετικό πρωτόκολλο που τη συνοδεύει, γεγονός που συνεπάγεται την εφαρμογή της σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο,προτείνει τα εξής:
Όπως πολλάκις έχει επισημάνει και ζητήσει η Ε.Σ.Α.μεΑ. και οι οργανώσεις μέλη της, η διασφάλιση της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών από τους συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ ιδιώτες παρόχους, και όχι μόνο, σχετίζεται περισσότερο με την εκ των προτέρων θέσπιση προδιαγραφών και κριτηρίων για την επίτευξη αποδεκτού επιπέδου επάρκειας, ποιότητας και καταλληλότητας των υπηρεσιών υγείας, πόσω δε μάλλον για υπηρεσίες που δεν παρέχονται από δημόσιους φορείς υγείας (λ.χ. ειδικές θεραπείες).
Οι προδιαγραφές και προϋποθέσεις αυτές, ιδίως για τις υπηρεσίες ειδικής αγωγής, είναι απαραίτητο και ασφαλέστερο να προκαθορίζονται και ελέγχονται ως προϋποθέσεις στο στάδιο της λήψης άδειας λειτουργίας των παρόχων, και να επιθεωρούνται τακτικά ως προς την πλήρωσή τους, κατά τη συμβασιοποίηση των υπηρεσιών αυτών.
Ειδικά σε ό,τι αφορά τις κατηγορίες αναπηρίας όπως ο αυτισμός, η νοητική αναπηρία, η εγκεφαλική παράλυση κ.α., έχει επανειλημμένα τονιστεί η ανάγκη θέσπισης κατάλληλων όρων και προδιαγραφών παροχής υπηρεσιών ειδικών θεραπειών, στο πλαίσιο των οποίων καθίστανται απαραίτητες οι διαδικασίες διεπιστημονικής εμπλοκής και προσέγγισης, και για τις οποίες τα οριζόμενα κριτήρια ποιότητας για τη σύναψη συμβάσεων με τον Οργανισμό, στο εν λόγω άρθρο, ενδέχεται να μην είναι επαρκή / ασφαλή.
Σε κάθε περίπτωση, η θέσπιση κριτηρίων ποιότητας θα πρέπει να συνοδεύεται από δικλείδες που διασφαλίζουν τη σχετική ενημερότητα του/της ασφαλισμένου/ης για την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται από έναν πάροχο, καθώς και τη δυνατότητα ανεμπόδιστης πρόσβασής του/της σε αυτές, εφόσον το επιλέξει.
Εκτιμούμε, τέλος, πως από τη στιγμή που ο Οργανισμός συμβάλλεται με έναν πάροχο, τεκμαίρεται ότι έχει αποδεχθεί ένα ποιοτικό και ασφαλές επίπεδο παροχής υπηρεσιών, προϊόντων και υλικών και οποιαδήποτε διαφοροποιημένη αντιμετώπιση των αποζημιώσεων, για όμοιας φύσεως υπηρεσίες / προϊόντα, μάλλον παραπέμπει σε σιωπηρή συναίνεση για την παροχή υπηρεσιών κατώτερης ποιότητας προς τους/τις ασφαλισμένους/ες, σε αντίθεση με αυτό που φιλοδοξεί να θέσει στο «επίκεντρο» το παρόν προσχέδιο νόμου.
Ειδικότερα ως προς τη διαμόρφωση πολιτικών αποζημιώσεων και σύναψης συμβάσεων με κριτήρια ποιότητας, θεωρούμε ιδιαιτέρως επωφελές τόσο για τον Οργανισμό, το ευρύτερο σύστημα Υγείας, για τους συμβεβλημένους παρόχους όσο και για τους ασθενείς να αρχίσει η αποζημίωση να βασίζεται σε ένα μοντέλο value based healthcare. Προσεγγίζουμε το VBHC ως μια προσπάθεια ανάπτυξης και εφαρμογής προϊόντων, υπηρεσιών και ολοκληρωμένων λύσεων που βελτιώνουν τα αποτελέσματα για τους ασθενείς ανά «ευρώ» που δαπανάται στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, μετρώντας την αξία με όρους διαχρονικών αποτελεσμάτων με επίκεντρο τον ασθενή και όχι με όρους βραχυπρόθεσμων συναλλαγών. Το VBHC είναι ένα μοντέλο παροχής υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο οι πάροχοι, αποζημιώνονται με βάση τα ασθενοκεντρικά αποτελέσματα υγείας. Το VBHC διαφέρει από την προσέγγιση «αμοιβή για προϊόν/υπηρεσία», κατά την οποία οι πάροχοι αποζημιώνονται με βάση την ποσότητα των προϊόντων/υπηρεσιών που παρέχουν. Η «αξία» στο μοντέλο VBHC προκύπτει από τη μέτρηση των αποτελεσμάτων υγείας σε σχέση με το κόστος παροχής των αποτελεσμάτων. Πχ. σε περιπτώσεις ασθενών που πάσχουν από διαβήτη τύπου 1 η αποζημίωση της θεραπείας τους να γίνεται με κριτήριο τη βελτίωση που αυτή εμφανίζει στα επίπεδα της γλυκοζυλιωμένης του ασθενούς.
Προτείνετε να προστεθεί στο σκέλος όπου γίνεται αναφορά στα κριτήρια ποιότητας των «υπηρεσιών», ρητή αναφορά και σε «ιατροτεχνολογικά προϊόντα και υλικά».
Μεταξύ των κριτηρίων ποιότητας που ήδη αναφέρονται στο άρθρο, προτείνουμε να συμπεριληφθεί ρητή αναφορά στο «αποτελέσμα της θεραπείας για τον ασθενή». Όσον αφορά δε στην περ. (δ) περί χρήσης ψηφιακής τεχνολογίας και εισαγωγή καινοτομιών, θεωρούμε κρίσιμο να προστεθεί ρητή αναφορά κια στη δυνατότητα απομακρυσμένης παρακολούθησης του ασθενούς. Τα οφέλη της απομακρυσμένης παρακολούθησης αναδείχθηκαν ιδιαιτέρως κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Σε μία χώρα όπως η Ελλάδα (α) όπου λόγω της γεωφυσιλογίας της για μία μερίδα του πληθυσμού δεν είναι εύκολη η (άμεση) πρόσβαση σε δομές υγείας, (β) όπου παρατηρείται μεγάλη συμφόρηση στις δομές δημόσιας υγείας ταυτόχρονα με μία έλλειψη σε ανθρώπινο δυναμικό, είναι επιτακτική η ανάγκη για δημιουργία υποδομών και πρόκριση λύσεων που θα καταστήσουν εφικτή την απομακρυσμένη παρακολούθηση των ασθενών.
O ΟΔΠΥ είναι ο οργανισμός που έχει επιφορτισθεί με την διασφάλιση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών υγείας στη χώρα. Επόμενως μόνος του ο ΕΟΠΥΥ δεν μπορεί να καθορίζει τα κριτήρια παρχοχής υπηρεσιών υγείας τα οποία οφείλουν να καθορίζονται κατά περίπτωση από τον ΟΔΙΠΥ. Ουτε είναι δυνατόν να γίνονται εκπτώσεις στα κριτήρια ποιότητας και πάροχοι που πληρούν ολα τα κριτηρια να αμοιβονται διαφορετικά από άλλους που πληρούν λίγότερα, διότι έτσι δημιουργείται ανισότητα στη ποιότητα των προσφερομένων υπηρεσιών υγείας.
Γενικές παρατηρήσεις:
1) Δεν υπάρχουν απαντήσεις εξετάσεων περισσότερο σωστές ή λιγότερο σωστές. Το αποτέλεσμα μιας εξέτασης είναι ένα και μοναδικό.
2) Για την λειτουργία ενός εργαστηρίου η Πολιτεία έχει θεσπίσει:
α) Προδιαγραφές τόσο ως προς τους χώρους, την κατασκευή τους και τα μετρικά στοιχεία αυτών, όσο και ως προς τον εξοπλισμό που απαιτείται.
β) Αδειοδοτούσες Αρχές οι οποίες αφού ελέγξουν και εγκρίνουν την καταλληλότητα του εργαστηρίου, εκδίδουν την άδεια λειτουργίας αυτού. Επίσης ανά τακτά διαστήματα εκτελούν επανελέγχους για την διαπίστωση της καταλληλότητας.
Από το σημείο αυτό και μετά το εργαστήριο είναι ικανό να λειτουργήσει αξιόπιστα και να φέρει εις πέρας τις εργασίες για τις οποίες έχει αδειοδοτηθεί.
3) Ο ΕΟΠΥΥ είναι ο ένας και μοναδικός οργανισμός στην Χώρα, που από δεσπόζουσα θέση, αγοράζει υπηρεσίες υγείας από τους παρόχους για λογαριασμό των ασφαλισμένων που εκπροσωπεί ( σχεδόν όλων των πολιτών της Ελλάδας).
Αυτό το γεγονός έχει σαν φυσικό επακόλουθο την πλήρη αδυναμία επιβίωσης του παρόχου εκτός ΕΟΠΥΥ.
Αξιοσημείωτο δε για τις προθέσεις και τους σκοπούς που έχει επιφορτισθεί ο ΕΟΠΥΥ είναι και η υπ’ αριθ. ΔΒ1Δ/142/οικ.30080/16-11-21 απόφαση της Διοικήτριας του ΕΟΠΥΥ όπου ορίζει ομάδα εργασίας με έργο την «…άμεση υλοποίηση των προτάσεων σχετικά με την εφαρμογή των ποιοτικών κριτηρίων και περιορισμού των δαπανών στις διαγνωστικές εξετάσεις…», και μάλιστα χωρίς συμμετοχή εργαστηριακών γιατρών.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα ανωτέρω είναι εμφανές ότι:
Ι) Όταν ένα εργαστήριο αδειοδοτηθεί από το Κράτος μέσω των Αδειοδοτουσών Αρχών του, σημαίνει ότι είναι κατάλληλο, ικανό και αξιόπιστο να εκτελεί τις εξετάσεις για τις οποίες αδειοδοτήθηκε.
ΙΙ) Ο ΕΟΠΥΥ σαν ασφαλιστικός οργανισμός και αγοραστής υπηρεσιών υγείας, δεν δικαιούται να λειτουργεί έναν παράλληλο ελεγκτικό μηχανισμό, που πρακτικά να εγκρίνει ή να απορρίπτει την λειτουργία αδειοδοτημένων εργαστηρίων, ελέγχοντας προδιαγραφές εργαστηρίων πολύ πέραν του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου για την αδειοδότηση αυτών, όπως η παλαιότητα, η κατάσταση, η συντήρηση των μηχανημάτων, ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού (;;;), η εκπαίδευση και η εξειδίκευση του ιατρικού προσωπικού κλπ.
ΙΙΙ) Έχουμε πλήρη σύγκρουση αρμοδιοτήτων μεταξύ των οριζομένων από το Κράτος, Αδειοδοτουσών Αρχών και του ενός και μοναδικού Ασφαλιστικού οργανισμού και μάλιστα με ουσιαστική επικάλυψη των πρώτων από τον δεύτερο.
IV) Τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου ως ποιοτικά κριτήρια δεν είναι τέτοια, αλλά στην πράξη είναι νέες προδιαγραφές των όρων λειτουργίας ενός εργαστηρίου.
Πρόταση
Η μοναδική λύση για τον έλεγχο της ποιότητας παροχής υπηρεσιών υγείας, είναι η εφαρμογή του άρθρου 34 του Ν.4025/11 περί ελέγχου ποιότητας.
Σύμφωνα με τον συγκεκριμένο Νόμο είναι υποχρέωση της Πολιτείας να μεριμνήσει για την δημιουργία εξειδικευμένου ελεγκτικού μηχανισμού της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών από τους φορείς ΠΦΥ, με την χρήση διαφόρων εργαλείων όπως ο «εξωτερικός ποιοτικός έλεγχος» κλπ.
Συνεπώς, εφόσον τα εργαστήρια λειτουργούν νόμιμα, ας επιλέξει ο κάθε πολίτης χωριστά είτε είναι ασφαλισμένος του ΕΟΠΥΥ είτε όχι, να επιλέξει το καλύτερο χώρο υγείας για να επισκεφθεί.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΣΚΕ
Φ.Ν.ΠΑΤΣΟΥΡΑΚΟΣ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΣΙΠΥ Θ.ΧΑΤΖΗΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΣΙΔΙΚ
Ι.ΚΑΡΑΜΗΝΑΣ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝΙΔΙ Δ. ΦΑΣΙΤΣΑΣ
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΝΙ-ΕΟΠΥΥ
Α. ΜΑΣΤΟΡΑΚΟΥ
Ποια μέριμνα έχει ληφθεί σχετικά με την εισαγωγή και εφαρμογή κριτηρίων ποιότητας και αποζημίωσης/ποιοτικών rebate, για τους συμβεβλημένους παρόχους υγείας (εργαστήρια) που είναι Μέλη Αστικών Συνεταιρισμών Εργαστηριακών Ιατρών και ιδιόκτητες διαπιστευμένων συνεταιριστικών εργαστηρίων αναφοράς;
Διευκρινίζεται ότι τα συνεταιριστικά εργαστήρια συλλέγουν βιολογικά υλικά από τα Μέλη τους και εκτελούν διαπιστευμένες εξετάσεις για λογαριασμό των Μελών τους, ενώ εφαρμόζουν τα διεθνή πρότυπα ποιότητας και ειδικότερα :
• Έχουν εγκαταστήσει την πλέον σύγχρονη τεχνολογία προ-αναλυτικών, αναλυτικών και μετα-αναλυτικών συστημάτων,
• Κατατάσσονται ανάμεσα στα καλύτερα εργαστήρια παγκοσμίως σύμφωνα με στατιστικές αναλύσεις των σχημάτων ελέγχου ποιότητας διεθνών οργανισμών,
• Είναι διαπιστευμένα κατά ISO 15189 για τις εξετάσεις που εκτελούν,
• Είναι διαπιστευμένα κατά ISO 17043 για την παροχή σχημάτων εξωτερικού ελέγχου ποιότητας στους φορείς υγείας/εργαστήρια μελών τους
• Έχουν αναπτύξει και εφαρμόζουν σύστημα εσωτερικού ελέγχου (ISO 9001) και εξωτερικού ελέγχου ποιότητας για τα εργαστήρια των μελών τους,
• Διαθέτουν πιστοποίηση ISO 9001 και πιστοποιημένη μεταφορά βιολογικών υλικών,
• Υλοποιούν προγράμματα εκπαίδευσης και επιστημονικής ενημέρωσης των μελών τους.
Οι πάροχοι υγείας αυτοί (Μέλη των αστικών συνεταιρισμών εργαστηριακών ιατρών) θα πρέπει στις συμβάσεις με το ΕΟΠΥΥ και στις τιμές αποζημίωσης να αντιμετωπισθούν ως συμβεβλημένοι πάροχοι υγείας, όπου πληρούν απόλυτα τα ποιοτικά κριτήρια που θα τεθούν, εφόσον εκτελούν τις εξετάσεις τους στα Συνεταιριστικά Εργαστήρια.
Δεν θα έπρεπε τα εργαστήρια αυτά, όπου έχουν επενδύσει, εδώ και πολλά χρόνια στην ποιότητα και εφαρμόζουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα ποιότητας να διασφαλισθούν νομικά από την απειλή μίας πρόσθετης οικονομικής επιβάρυνσης ποιοτικών rebate;
Υπενθυμίζεται ότι ήδη απειλείται η βιωσιμότητα μεγάλου μέρους αυτών, από την παρατεταμένη χρήση των μηχανισμών rebate και clawback (από το 2013), γεγονός το οποίο ενέχει σοβαρό κίνδυνο να οδηγηθούμε στο κλείσιμο ιατρείων που δραστηριοποιούνται σε όλη την επικράτεια (από την Κρήτη έως τον Έβρο συμπεριλαμβανομένης της νησιωτικής Ελλάδος και των ακριτικών περιοχών) καταλήγοντας στην συρρίκνωση του υγειονομικού χάρτη παροχής υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.
Άλλωστε για τους συγκεκριμένους παρόχους (μέλη συνεταιρισμών) και την πολιτεία ο στόχος είναι κοινός, να διασφαλισθεί δηλ. η ποιότητα των εργαστηριακών εξετάσεων που λαμβάνει ο ασφαλισμένος του ΕΟΠΥΥ, τόσο για τις εξετάσεις που εκτελούν οι συμβεβλημένοι πάροχοι στα εργαστήρια τους, όσο και αυτές που εκτελούν στα συνεταιριστικά εργαστήρια αναφοράς που διαθέτουν αποκλειστικά για τον σκοπό αυτό.
Το “ποιοτικό rebate” αποτελεί ένα τέχνασμα για περαιτέρω ψαλίδισμα των προσυμφωνημένων αποζημιώσεων για ΗΔΗ εκτελεσθείσες ιατρικές πράξεις, από τον υποχρηματοδοτημένο ΕΟΠΥΥ, με τα γνωστά αποτέλεσματα για όσους έκαναν το λάθος να συμβληθούν με τον Οργανισμό που ΚΑΙ θέλει να αγοράζει υπηρεσίες ποιοτικές ΚΑΙ να μην αποζημιώνει στο 100% αυτά που οφείλει.
Απαράδεκτα κριτήρια που από το α) και το γ) κιόλας, θέτουν περιορισμούς κυρίως στους μικρούς παρόχους, ακυρώνοντας την εξαρχής ισότητα και παρεχόμενη ποιότητα φροντίδας σε ΝΟΜΙΜΑ λειτουργικές πρωτοβάθμιες δομές παροχής υγείας που πληρούν όλα τα κριτήρια για παροχή άδειας λειτουργίας. Σαν να εννοεί το νομοσχέδιο ότι εν γνώση του κράτους αλλα ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟ, μέσα στην επικράτεια υπάρχουν ιατρεία που δε θα έπρεπε να λειτουργούν. Είναι δεδομένο ότι κάθε ΝΟΜΙΜΑ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΜΕΝΟ ΙΑΤΡΕΙΟ, πληροί και τα απαραίτητα υλικοτεχνικά κριτήρια για την παροχή ποιοτικής περίθαλψης στους κατοίκους της χώρας.
Από το δ) και μετά, τα κριτήρια γίνονται ιδιαίτερα ομιχλώδη και δυσνότητα ως προς την εφαρμογή τους.
Παλάσκας Δημήτριος
μέλος Δ.Σ. Ο.Σ.Θ.
αι ιδιώτης ακτινολογος. Ύστερα από 10 και πλέον χρόνια που εφαρμόζεται το claw back και το rebate υφαρπάζοντας από τα εργαστήρια εισοδήματα από εξετάσεις που έχουν εκτελεστεί ( και οι οποιες έχουν για μας οικονομικό κόστος , απαιτούν χρόνο , προσωπικό και ψυχική φθορά ) είναι απαράδεκτο να συνδέεται το ύψος της αποζημίωσης με την παλαιότητα του εξοπλισμού , εξαθλιώνοντας ακόμη περισσότερο τον ήδη εξαθλιωμένο οικονομικά και επιστημονικά εργαστηριακό γιατρο. Πολύ περισσότερο δε, όταν ειναι γνωστό ότι ο ιδιωτης γιατρος δεν έχει στη διάθεση του οικονομικά εργαλεία για να υποστηριξει ανανέωση εξοπλισμού που απαιτεί τεράστια ποσα. Είναι προφανές ότι οι μόνοι που θα βγουν ωφελημένοι είναι οι μεγάλοι όμιλοι.Οι εργαστηριακοί γιατροί εξωθούνται σε λύσεις όπως εργασία στο εξωτερικό η σε μεγάλα ΔΚ σαν υπάλληλοι. Πολλοί θα αναγκαστούν να κλείσουν τα εργαστήρια τους και μαλιστα υπερχρεωμένοι όχι από δικη τους υπαιτιότητα αλλά λόγω του ΕΟΠΥΥ που τόσα χρόνια τους κλέβει τα δεδουλευμένα. Είμαστε όλοι κάθετα αντίθετοι σε αυτό. Η ποιότητα της εξέτασης εξαρτάται κυριως από τον ιατρό ακτινολόγο που έχει την ευθύνη της εξέτασης και βάζει την τελική διάγνωση, παράμετρο που ούτε καν συνυπολογίσατε. Η ακτινολογία δεν είναι μόνο τα μηχανήματα , απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις που αποκτήσαμε με κόπο και χρήμα σε βάθος χρόνου κατι που εσείς συστηματικά αγνοείτε.
Η εισαγωγή διαδοχικών εκπτώσεων έχει φτάσει τα ιδ ιατρικα εργαστηριανσε κατασταση εξουθενωσης.Ζηταμε αμεση καταργηση ολων των αναγκαστικων εκπτωσεων κ αξιοπρεπής πληρωμη.Ο σκοπος σας είναι προαφανως να βοηθήσετε τα μεγάλα ιδωυικα super κεντρα κ να κλείσουμε όλοι εμείς.Η εισαγωγή κι άλλων μέτρων δεν θα προκαλέσει αύξηση της ποιότητας αλλα μειωση αφου η οικονομική εξαθλίωση θα μας κάνει όλους να αναζητήσουμε φθηνές κ γρήγορες λυσεις.Η ποιοτητα πληρωνεται.Ειναι γνωστό σε όλη την αγιρας.
Μεγάλο τμήμα των οριζόμενων κριτηρίων είναι ανεφάρμοστο καθώς δεν υφίσταται αξιόπιστο σύστημα ελέγχου. Ακόμη το κριτήριο το οποίο αφορά τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό δύναται να αποτελέσει μέσο το οποίο θα οδηγήσει σε παύση λειτουργίας των μικρών ιδιωτικών διαγνωστικών εργαστηρίων, τα οποία εξ ορισμού δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα συνεχών επανεπενδύσεων σε τέτοιου είδους εξοπλισμό. Επιπλέον τα όποια «κριτήρια ποιότητας» εάν εφαρμοστούν, πρέπει να εφαρμοστούν όχι μόνο στις ιδιωτικές αλλά και στις δημόσιες δομές. Ωστόσο εάν, για παράδειγμα, εφαρμοζόταν και στον δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και των μεγάλων νοσηλευτικών μονάδων οι οποίες δια των εξωτερικών ιατρείων τους παρέχουν και πρωτοβάθμια περίθαλψη, το προτεινόμενο από το νομοσχέδιο «κριτήριο ποιότητας» ειδικά περί της «ηλικίας των εγκαταστάσεων», το οποίο προφανώς περιλαμβάνει και τις κτιριακές υποδομές, πόσο χαμηλά θα έπρεπε να αξιολογηθεί το καλύτερο ίσως δερματολογικό νοσοκομείο της χώρας «Ανδρέας Συγγρός» το οποίο ιδρύθηκε το 1910 ή το μη έχον ανάγκη συστάσεων και ιδρυθέν το 1884 νοσοκομείο Αθηνών «Ο Ευαγγελισμός»; Πρόκειται για ένα απλό παράδειγμα το οποίο δια της ατόπου απαγωγής δείχνει την αστοχία πολλών εξ αυτών των «κριτηρίων». Εκτιμούμε ότι επειδή η ιατρική περίθαλψη δεν επιτρέπει , ούτως ή άλλως, εκπτώσεις στην ορθή άσκησή της, τα όποια κριτήρια επάρκειας, και όχι «ποιότητας», επικεντρωμένα κυρίως στον ανθρώπινο παράγοντα, πρέπει να τίθενται κατά την αδειοδότηση των μονάδων Π.Φ.Υ. οι οποίες ακολούθως πρέπει να έχουν το δικαίωμα σύμβασης με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. χωρίς το οποιοδήποτε «rebate».
1. Να αποκλειστεί η πιθανότητα να τεθούν κριτήρια ποιότητας ISO στα παθολογικά ιατρεία (άρθρο 4)
Μπορείς να θεσπίσεις αντικειμενικά κριτήρια ποιότητας όταν μιλάς για ξενοδοχειακό εξοπλισμό κλινικών (π.χ. Καθαριότητα δωματίων, ηλικία εξοπλισμού κ.ο.κ.)
Όταν όμως προσπαθείς να ελέγξεις ποιοτικά μια παροχή ιατρικής πράξης όπως είναι η διάγνωση ή μια βιοχημική εξέταση τι είναι αύτο που θα ορίσεις ως κριτήριο; Την ηλικία του εξοπλισμού ή αν ο εξοπλισμός βγάζει το σωστό αποτέλεσμα; Το ίδιο το αποτέλεσμα ή τον κριτικό έλεγχο που ασκεί ο βιοπαθολόγος (μέσω της επιστημονικής εμπειρίας του) στο αποτέλεσμα που βλέπει με βάση την συνολική εικόνα ενός ασθενούς ώστε να καθοδηγήσει την διάγνωση σε σωστά μονοπάτια;
Την ηλικία του καρδιογράφου ή αν ο καρδιολόγος μπορεί να αξιολογεί σωστά το καρδιογράφημα;
Θεωρώ πως υπάρχει εντελώς λάθος αντίληψη στο συγκεκριμένο θέμα. Λανθασμένα θεωρείται αυξημένη η σημασία του εξοπλισμού και μειώνεται από την ιατρική πράξη ο ρόλος της εμπειρίας.
Νομίζω πως απλά και μόνο το κριτήριο της παλαιότητας του εξοπλισμού θα έπρεπε να περιοριστεί μόνο στον ξενοδοχειακό εξοπλισμό και σε καμία ππερίπτωση να μην αφορά την ιατρική πράξη.
Η χρήση νέων τεχνολογιών θα έπρεπε να έχει χαρακτήρα επιβράβευσης και όχι ποινής.
Ποινή θα μπορούσε να επιβληθεί στις περιπτώσεις της περίπτωσης (ζ)
Τα ποιοτικά κριτήρια με γνώμονα παλαιότητα μηχανήματος ευνοούν μόνο τις εταιρίες που πουλούν ιατρικά μηχανήματα και σε καμία περίπτωση τον ασθενή που δεν τον αφορά σε καμία περίπτωση πόσο χρόνο για παράδειγμα κάνει για να βγει η εξέτασή του αλλά μόνο να είναι αξιόπιστα βάσει CE και με σωστή μεθοδολογία. Περισσότερο θα ευνοήσει τον ασθενή να έχει επαφή σε κάθε εργαστήριο με γιατρό και όχι με μια απρόσωπη γραμματέα διότι όπως πολύ καλά γνωρίζουμε σε πολλά εργαστήρια ο καθένας μας παίρνει τα αποτελέσματά του και ποτέ δεν έχει δει πώς είναι αυτός ο ιατρός που τα υπογράφει, πόσο μάλλον να συζητήσει μαζί του τις απορίες του και να αξιολογηθούν αυτά με το ιστορικό του. Επιπλέον με αυτό το μέτρο μπαίνει ένα επιπλέον κούρεμα στην αποζημίωση την ήδη πενιχρή του εργαστηριακού τομέα που προστίθεται στο rebate και στο clawback
Εγω προσωπικά κι ο οδοντιατρικος σύλλογος Λέσβου του οποίου τυγχάνει να ειμαι πρόεδρος συμφωνούμε απόλυτα με τον Κων/νο Ντουρτουνη! Η πρόβλεψη για συσχέτιση της αμοιβής με «κριτήρια ποιότητας» ειναι εκ του πονηρου! Ζητάμε να αποσυρθεί!
Αν και το άρθρο αυτό αναφέρεται στη θέσπιση κριτηρίων ποιότητας για τον καθορισμό των τιμών αποζημίωσης των υπηρεσιών υγείας και των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, εν τούτοις απαριθμούνται κριτήρια ποιότητας που προσιδιάζουν μόνο στις υπηρεσίες υγείας, χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε περαιτέρω αναφορά ή προσδιορισμός στα κριτήρια ποιότητας ιατροτεχνολογικών προϊόντων. Σκόπιμο είναι επομένως να παρατεθούν ενδεικτικά κριτήρια ποιότητας και για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντας (όπως λχ πέραν της πιστοποίησης με σήμανση CE, η ύπαρξη μελετών, η ένταξη στο ΗΤΑ κλπ)
Λείπει η παρ. 2
Ποσοτικός περιορισμός με Rebate ανάλογα με την ειδικότητα και αποκλειστικά μετά από διαβούλευση ως προς τα κριτήρια. Η πολλαπλή εκπτωτική πολιτική (ασφαλιστική τιμή + rebate όγκου + clawback + rebate ποιότητας + clawback 120 δόσεων + προκαταβολή 70% clawback 2021) δεν υποστηρίζει την ποιότητα, δεν καλύπτει το κόστος λειτουργίας της διαγνωστικής δομής και εξανεμίζει την αποζημίωση του εργαστηριακού ιατρού. Οικονομοτεχνική μελέτη για τη βιωσιμότητα διαγνωστικών δομών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Κατάργηση rebate clawback (άρθρα 6 και 10). Κούρεμα παλιών χρεών clawback. Υποχρέωση της πολιτείας να χρηματοδοτεί τις υπάρχουσες δαπάνες υγείας με σύνταξη ρεαλιστικών προϋπολογισμών μετά από αυστηροποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών από τον ΕΟΠΥΥ.
Τα κριτήρια ποιότητας θα πρέπει να καθιερωθούν με σύμφωνη γνώμη των Ιατρικών Συλλόγων και του ΠΙΣ. Επίσης θα πρέπει να υπάρξει ειδική μέριμνα χρηματοδότησης των μικρών παρόχων Υγείας
Σύναψη συμβάσεων με το δημόσιο βάσει των τιμολογημένων πράξεων από το ΚΕΣΥ ή κατ’ ελάχιστον συμβάσεις με το δημόσιο για την προληπτική οδοντιατρική παιδιών έως 16 ετών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΓΡΑΝΙΩΤΗΣ
Ο ΙΣΘ (λαμβάνοντας υπόψη την υποχρηματοδότηση του ΕΟΠΥΥ και τις χαμηλές ιατρικές αμοιβές) θεωρεί ως βέλτιστη λύση για την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών την παροχή θετικών οικονομικών κινήτρων και όχι μόνη την επιβολή ποινών όπως το «ποιοτικό rebate» ταυτόχρονα θεωρεί πως η εκπαίδευση και εξειδίκευση του ιατρικού προσωπικού θα
πρέπει να είναι το βασικότερο κριτήριο σε οποιοδήποτε σύστημα ποιότητας. Τέλος παρατηρούμε ότι τα υπό κριτήρια δ έως η είναι ανεφάρμοστα καθώς δεν υφίσταται αξιόπιστο και πλήρες σύστημα καταγραφής για κανένα από αυτά.
Γενικό σχόλιο: Κατά την εκτίμηση της Ομοσπονδίας, η διασφάλιση της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών από τους συμβεβλημένους με τον Οργανισμό ιδιώτες παρόχους, και όχι μόνο, σχετίζεται περισσότερο με την εκ των προτέρων θέσπιση προδιαγραφών και κριτηρίων για την επίτευξη του αποδεκτού επιπέδου επάρκειας και καταλληλότητας των υπηρεσιών υγείας, πόσω δε μάλλον για υπηρεσίες που δεν παρέχονται από δημόσιους φορείς υγείας (λ.χ. ειδικές θεραπείες), συνεπώς αποτελεί μονόδρομο για τους/τις ασφαλισμένους/ες η προσφυγή σε ιδιώτες παρόχους. Οι προδιαγραφές και προϋποθέσεις αυτές είναι απαραίτητο και ασφαλέστερο για τον/την ασφαλισμένο/η να προκαθορίζονται και ελέγχονται ως προϋποθέσεις στο στάδιο της λήψης άδειας λειτουργίας των παρόχων, και να επιθεωρούνται τακτικά ως προς την πλήρωσή τους, μεταξύ των οποιωνδήποτε πρόσθετων κριτηρίων τίθενται / προβλέπονται από τον Οργανισμό κατά τη συμβασιοποίηση με τους παρόχους.
Σημειώνεται ότι ειδικά σε ό,τι αφορά τις κατηγορίες αναπηρίας που εκπροσωπεί η ΠΟΣΓΚΑμεΑ, έχει επανειλημμένα τονιστεί η ανάγκη θέσπισης κατάλληλων όρων και προδιαγραφών για την παροχή ειδικών θεραπειών από ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας, ιδίως σε πολύπαραγοντικές και πολυδιάστατες παθήσεις (λ.χ. διαταραχή αυτιστικού φάσματος), στο πλαίσιο των οποίων καθίστανται απαραίτητες οι διαδικασίες διεπιστημονικής εμπλοκής και προσέγγισης, και για τις οποίες τα οριζόμενα κριτήρια ποιότητας για τη σύναψη συμβάσεων με τον Οργανισμό, στο εν λόγω άρθρο, ενδέχεται να μην είναι επαρκή / ασφαλή.
Περαιτέρω, παρότι η θέσπιση κριτηρίων ποιότητας στο επίπεδο της σύναψης συμβάσεων και της παροχής των υπηρεσιών είναι προφανώς θεμιτή, η συσχέτισή τους με τις πολιτικές αποζημιώσεων των παρόχων, ενδέχεται να επιφέρει αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα ή ακόμα και να ενέχει απευκταίους κινδύνους για τους/τις λήπτες των υπηρεσιών υγείας, από τη στιγμή που παραμένει ορατό το ενδεχόμενο να αναδειχθούν κατηγορίες δομών υγείας που, κατοχυρώνοντας υψηλότερη στάθμη αποζημιώσεων, βελτιώνουν τις υπηρεσίες τους, ενώ άλλες τις υποβαθμίζουν ελλείψει αναγκαίων πόρων προς τούτο. Σε κάθε περίπτωση, η θέσπιση κριτηρίων ποιότητας θα πρέπει να συνοδεύεται από δικλείδες που διασφαλίζουν τη σχετική ενημερότητα του/της ασφαλισμένου/ης για την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται από έναν πάροχο, καθώς και τη δυνατότητα ανεμπόδιστης πρόσβασής του/της σε αυτές, εφόσον το επιλέξει.
Εκτιμούμε, τέλος, πως από τη στιγμή που ο Οργανισμός συμβάλλεται με έναν πάροχο, τεκμαίρεται ότι έχει αποδεχθεί ένα ποιοτικό και ασφαλές επίπεδο παροχής υπηρεσιών, προϊόντων και υλικών και οποιαδήποτε διαφοροποιημένη αντιμετώπιση των αποζημιώσεων, για όμοιας φύσεως υπηρεσίες / προϊόντα, μάλλον παραπέμπει σε σιωπηρή συναίνεση για την παροχή υπηρεσιών κατώτερης ποιότητας προς τους/τις ασφαλισμένους/ες, σε αντίθεση με αυτό που φιλοδοξεί να θέσει στο «επίκεντρο» το παρόν σχέδιο νόμου.
Τα ποιοτικά κριτήρια πρέπει να εφαρμοστούν ως θετικό κίνητρο με ταυτόχρονη κατάργηση των εκπτώσεων (rebate) και των περικοπών clawback.
Η εισαγωγή των συγκεκριμένων «κριτηρίων ποιότητας» και η διασύνδεσή τους με την αποζημίωση του παρόχου είναι μια απολύτως «πονηρή» πρόβλεψη η οποία μόνη στόχευση έχει την ενίσχυση των μεγάλων κέντρων/ομίλων παροχής υγείας. Είναι δεδομένο πως μια τέτοια κίνηση θα δυσχεράνει και εν τέλει θα καταστήσει αδύνατη τη λειτουργία των μικρών μονάδων (μονοπρόσωπα ιατρεία ή μικρά συνεργατικά σχήματα) και θα οδηγήσει εν τέλει στη δημιουργία λόμπυ.
Κωνσταντίνος Ντουρτούνης
Χειρ. Οδοντίατρος
Πρόεδρος Ο.Σ.Τρικάλων
εισάγονται ποιοτικά κριτήρια στους παρόχους που θα
συμβάλλονται με τον ΕΟΠΥΥ, ανάλογα με το πόσο σύγχρονα και καινούργια
είναι τα μηχανήματα που διαθέτουν, αν είναι κλινικές, αν διαθέτουν ΜΕΘ,
ανάλογα με τα στατιστικά των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων και των
επιπλοκών κ.α. Κριτήρια, τα οποία ευνοούν τους μεγάλους ομίλους, που
δραστηριοποιούνται στο χώρο της υγείας και οδηγούν τα συνοικιακά μικρά
εργαστήρια με μαθηματική ακρίβεια στο κλείσιμο. Ταυτόχρονα,
επιβαρύνονται οι ασθενείς με την αύξηση της συμμετοχής για ιατρικές πράξεις
στο 30%.
Έχει δίκιο ο κ. Γεωργακόπουλος. Εύκολα ξεγελάς τα κριτήρια ποιότητας. Άλλωστε οι μεγάλες αλυσίδες μπορούν να τα εφρμόσουνμε πολύ ελαστικό τρόπο και όχι σε επίπεδο τοπικού εργαστηρίου. ΆΛλωστε δεν έχουν και αναλυτές μέσα. Επίσης, γιατί να μην ισχύσει και για τον δημόσιο τομέα; Δεν αξίζουμε τα καλύτερα όλοι μας; Γιατί εμείς να έχουμε ποιοτικούς ελέγχους και ISO εδώ και χρόνια και το δημόσιο απλά να σπαταλά πόρους;
Η κλιμακωτή αποζημίωση δεν διασφαλίζει κατά κανένα τρόπο την ποιότητα!
Παράλληλα δημιουργεί διαγνωστικά εργαστήρια / γιατρούς 2 ταχυτήτων, γεγονός καταρχήν άδικο αλλά και άστοχο. Στην ιατρική δεν υπάρχει εξέταση «λίγο ποιοτική», μια διαγνωστική πράξη είτε είναι απολύτως ποιοτική είτε είναι απορριπτέα!
Θα όφειλε, με την αφορμή του παροντος νομου, να εισακουστούν οι συνδικαλιστικοί φορείς και να υπάρξει άμεση κατάργηση του μέτρου του claw back των διαγνωστικων εξετασεων και προς έλεγχο του προϋπολογισμού η αντικατάστασή του με:
α) διαγνωστικούς αλγορίθμους για κάθε ένδειξη στην κατηγορία R (συμπτωμάτων) του ICD10 με την εξειδίκευσή της όπου απαιτείται.
β) επί μη χρήσης ή μη ύπαρξης αλγορίθμου, ηεισαγωγή διαγνωστικού ατομικού προϋπολογισμού για κάθε πιστοποιημένο παραγγέλλοντα (μηνιαίου ή ημερήσιου). Εδώ, μάλιστα ειναι που μπορούν ίσως να προβλεφθούν και κριτήρια επιστημονικής επάρκειας (μόρια συνεχιζόμενης εκπαιδευσης, έτη εμπειρίας, μεταπτυχιακοί τίτλοι κλπ)
βκαι
γ) Επί υπέρβαση του ατομικού προϋπολογισμου, πρόβλεψη ασφαλείας με διαδικασία δευτεροβάθμιας αλλά ταχείας έγκρισης (π.χ. από τις επιτροπές φαρμάκων υψηλού κοστους των οποιων η ελιτουργια διευρυνεται σε άλλο αρθρο )οταν αυτες τον υπερβαινουν. Ειναι δικαιο οι εξετασεις που παραγγελονται να πληρωνονται.
Το άρθρο 4 είναι σωστό. Η θέσπιση ποιοτικών κριτηρίων πιστεύω ότι αποτελεί τομή εκσυγχρονισμού για το επάγγελμα του οπτικού, αν συνδυαστεί με οικονομική βοήθεια για την εκπλήρωση των κριτηρίων, λόγω μεγάλου οικονομικού κόστους και αναβάθμισης της σχολής Οπτικής και Οπτομετρίας του Παν. Δυτ. Αθήνας ώστε να μπορέσει να φέρει σε πέρας το βαρύ έργο της εκπαίδευσης και της δια βίου μάθησης.
Ευχαριστώ
ΚΑΤΣΑΒΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
τ.ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΕΝΩΣΗΣ ΟΠΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΠΤΟΜΕΤΡΩΝ
τ.ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΟΠΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΠΤΟΜΕΤΡΩΝ (ΝΠΔΔ)
Συμφωνώ απόλυτα με τον κ. Γεωργακόπουλο. Δεν έχουν καμία σχέση τα «ποιοτικά κριτήρια» με την κλιμακωτή αποζημίωση. Τα ποιοτικά κριτήρια θεσπίζονται πάντα ως προϋπόθεση για λήψη Άδειας Λειτουργίας και εις το διηνεκές για έλεγχο και παράταση της λειτουργίας του Ιατρείου-Εργαστηρίου. Με λίγα λόγια: Αν πληροίς του όρους λειτουργίας μένεις ανοιχτός, αν δεν πληροίς τους όρους δεν μπορείς να παρέχεις υπηρεσίες υγείας είτε προς τον ΕΟΠΥΥ είτε ιδιωτικά στους πολίτες. Είναι ηλίου φαεινότερο πως με διάφορα εφευρήματα προσπαθούν να μειώσουν τα έξοδα του κράτους φορτώνοντάς τα στους εργαστηριακούς ιατρούς κάνοντας έτσι ανέξοδη κοινωνική πολιτική. Λογικά ποιοτικά κριτήρια είναι να υπάρχει Τακτικός Εξωτερικός Ποιοτικός Έλεγχος και ISO. Όλα τα υπόλοιπα είναι άστοχα. Από τη στιγμή που με δέχεσαι ως «Πάροχο Υπηρεσιών Υγείας» αλλά με πληρώνεις λιγότερο από κάποιον άλλο για τις ίδιες εξετάσεις, παραδέχεσαι πως προμηθεύεις τους ασφαλισμένους σου και με «Εξετάσεις Κατώτερης Ποιότητας»;
Επίσης, είναι εξωφρενικό, εφ’όσον υπάρχει κλειστός προϋπολογισμός στον ΕΟΠΥΥ, να μην υπάρχει «Αυτόματος Κόφτης Online» στην έκδοση παραπεμπτικών όταν υπερβαίνεται το πλαφόν και το κόστος να το επωμίζονται οι εργαστηριακοί γιατροί. Πρέπει λοιπόν να γίνει ένας εξορθολογισμός στην έκδοση των παραπεμπτικών αφού και εσείς διατείνεστε πως υπάρχει η τεχνολογία online.
1. O Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.) δύναται να διαμορφώνει πολιτικές αποζημιώσεων και σύναψης συμβάσεων, με κριτήρια ποιότητας, για τον καθορισμό των τιμών αποζημίωσης των υπηρεσιών υγείας, ιατροτεχνολογικών προϊόντων και υλικών (πάροχοι υγείας) και για την εφαρμογή υποχρεωτικών εκπτώσεων βάσει κριτηρίων ποιότητας (ποιοτικό rebate), σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες βέλτιστες πρακτικές.
Ως κριτήρια ποιότητας των υπηρεσιών των παρόχων υγείας ορίζονται ιδίως:
α) η ηλικία, η κατάσταση, η συντήρηση και ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων, της υλικοτεχνικής υποδομής και του εξοπλισμού,
β) η εκπαίδευση και η εξειδίκευση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού,
γ) οι πιστοποιήσεις από αναγνωρισμένους εθνικούς ή διεθνείς δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς δημιουργίας ή έκδοσης προτύπων,
δ) η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας και η εισαγωγή καινοτομιών,
ε) οι νοσηλευτικές και ιατρικές ειδικότητες που προσφέρονται και η εξειδίκευση των υπηρεσιών που παρέχονται,
ε) η βαρύτητα των περιστατικών που εξυπηρετούνται,
στ) η ανάπτυξη κλινών και η ύπαρξη ειδικών κλινών και κλινών Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (Μ.Ε.Θ.),
ζ) η ορθή κλινική πρακτική, η συχνότητα εμφάνισης επιπλοκών ή ιατρικών λαθών κατά την παροχή υπηρεσιών υγείας ή τη χρήση των ιατροτεχνολογικών προϊόντων και υλικών και
η) η ύπαρξη πολιτικής κατά των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων.
>>> Η αναφορά των ανωτέρω, ως »κριτηρίων ποιότητας» δεν μπορεί να συνδέονται με την τιμή αποζημίωσης των υπηρεσιών υγείας που ορίζει ο ΕΟΠΥΥ, διότι έτσι, για την ίδια παροχή υπηρεσίας υγείας, ένα ιδιωτικό εργαστήριο ή κλινική θα εξασφαλίζει Α τιμή και το άλλο θα εξασφαλίζει Α/2 τιμή αποζημίωσης που σημαίνει πώς ο ΕΟΠΥΥ θα δημιουργήσει ένα »λόμπυ» προνομιακών αποζημιώσεων και τις άλλες δομές υγείας θα τις αποζημιώνει υποπολαπλάσια, κατά την »αξιολόγηση» των υπηρεσιών του…αυτό στερεί τους παρόχους από την ΙΣΟΝΟΜΗ αντιμετώπιση από τον δημόσιο οργανισμό, ενώ ευννοεί τις διακριτικές σχέσεις του ΕΟΠΥΥ με συγκεκριμένη κατηγορία κλινικών ή εργαστηριακών δομών υγείας.