1. Στην παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3305/2005 (Α’ 17), περί των προϋποθέσεων εφαρμογής των μεθόδων της ιατρικώς υποβοηθουμένης αναπαραγωγής, επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις: α) το δεύτερο εδάφιο τροποποιείται, ως προς το έτος της ηλικίας που ορίζεται ως ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής, σε περίπτωση που το υποβοηθούμενο πρόσωπο είναι γυναίκα, β) προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Οι μέθοδοι Ι.Υ.Α. εφαρμόζονται σε ενήλικα πρόσωπα μέχρι την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής του υποβοηθούμενου προσώπου. Σε περίπτωση που το υποβοηθούμενο πρόσωπο είναι γυναίκα, ως ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής νοείται το πεντηκοστό τέταρτο έτος (54 έτη και 0 ημέρες). Σε γυναίκες ηλικίας πενήντα ετών και μίας ημέρας (50 έτη και 1 ημέρα) μέχρι πενήντα τεσσάρων ετών (54 έτη και 0 ημέρες) δύναται να εφαρμοσθεί μέθοδος ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής μόνο μετά από σχετική άδεια της Αρχής.
Η εφαρμογή τους σε ανήλικα πρόσωπα επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση λόγω σοβαρού νοσήματος που επισύρει κίνδυνο στειρότητας, για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα τεκνοποίησης. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι όροι του άρθρου 7.».
2. Η ισχύς της παρ. 1 καταλαμβάνει το σύνολο των γυναικών που συμπληρώνουν την ηλικία των πενήντα τεσσάρων ετών (54 έτη και 0 ημέρες) κατά τη διάρκεια του έτους 2022.
Συντασσόμαστε με την αύξηση του ορίου ηλικίας της υποβοηθούμενης γυναίκας που ήταν αίτημα χιλιάδων γυναικών τα τελευταία χρόνια ιδίως κατά την μετά COVID -19 περίοδο, πάντοτε υπό την προϋπόθεση της διασφάλισης τήρησης των επιστημονικά αποδεδειγμένων προϋποθέσεων ασφαλούς κύησης.
Συμφωνούμε και συντασσόμαστε απόλυτα με τις επισημάνσεις της Ελληνικής Εταιρείας Αναπαραγωγικής.
Είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε γυναίκας να έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει ένα παιδάκι μέσα σε επιστημονικά αποδεδειγμένα ηλικιακά όρια και ιατρικών προϋποθέσεων ασφαλούς κύησης αλλά ταυτόχρονα να αναγνωρίζεται μία πραγματικότητα. Απηχεί άλλωστε και την τάση που υπάρχει διεθνώς αναφορικά με την επαύξηση των νομοθετημένων ηλικιακών ορίων υποβολής μίας γυναίκας σε μέθοδο τεχνητής γονιμοποίησης. Τέλος βοηθάει και στον ιατρικό τουρισμό ώστε να μην αποκλείονται γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας να αναζητούν λύσεις στην Ελλάδα αντί να καταφεύγουν σε άλλες χώρες με αυξημένα ηλικιακά περιθώρια, οι οποίες σημειωτέον είναι και πολλές.
Συντασσόμαστε και επικροτούμε επιτέλους το να δίνεται η δυνατότητα σε γυναίκες άνω των 50 ετών να ολοκληρώσουν τα όνειρα τους με την απόκτηση τέκνων. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα σημαντική πρόβλεψη για την Ελλάδα της υπογεννητικότητας. Ήδη από το 2016 η Αμερικάνικη Εταιρεία Υπογονιμότητας (ASRM) έχει αναθεωρήσει την σύστασή της από την ηλικία των 50 ετών που ήταν το 2013 στα 55 έτη χωρίς όμως να επιβάλει απαγόρευση για τις γυναίκες άνω των 55 ετών, (http://dx.doi.org/10.1016/j.fertnstert.2016.07.002) , αφού μελέτες έδειξαν ότι δεν υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για αυτές τις γυναίκες, υπό την προϋπόθεση να μην πάσχουν από κάποιο υποκείμενο νόσημα, κάτι όμως που αφορά και σε πιο νέες ηλικίες.
Ταυτόχρονα λύνει ένα χρόνιο πρόβλημα που από καιρό έχει επισημάνει η Ελληνική Εταιρεία Αναπαραγωγικής Ιατρικής με τα εκατοντάδες ζευγάρια που φεύγουν ετησίως εκτός συνόρων προκειμένου να βρουν εκεί λύση στο πρόβλημα τους.
Ουδεμία επιστημονική συσχέτιση υπάρχει μεταξύ της αύξησης του προσδόκιμου ζωής και του ορίου φυσικής ηλικίας τεκνοποίησης. Επίσης, ουδεμία επιστημονική τεκμηρίωση υφίσταται περί του ότι το όριο φυσικής ηλικίας αναπαραγωγής των γυναικών έχει ανέλθει από τα 50-52 στα 54 έτη. Όσοι γνωρίζουν λίγη βιολογία της αναπαραγωγής γνωρίζουν ότι η πιθανότητα για μια γυναίκα άνω των 50 ετών να γεννήσει υγιές τέκνο με δικά της ωάρια μέσω μεθόδων ΙΥΑ είναι πρακτικώς μηδενική.
Όπως ορθώς επισημαίνεται σε σχόλια που έχουν ήδη αναρτηθεί, το μόνο πρακτικό όφελος από την παράταση του ορίου ηλικίας θα είναι η αύξηση του αριθμού περιστατικών δωρεάς ωαρίου. Υποψιάζομαι ότι αυτό γίνεται κυρίως για να συγκρατηθεί η πελατεία των ΜΙΥΑ ως προς την εφαρμογή της δωρεάς ωαρίου (αφού σήμερα φαίνεται ότι η πελατεία αυτή “διαρρέει” σε κοντινές χώρες του εξωτερικού). Επίσης, ο Καθ. Β. Ταρλατζής δικαίως σχολιάζει ότι, με την προτεινόμενη ρύθμιση, η ήδη υποστελεχωμένη Εθνική Αρχή ΙΥΑ φορτώνεται ένα ανώφελο γραφειοκρατικό βάρος.
Υποτεθείστω όμως ότι υπάρχουν όντως περιπτώσεις, στις οποίες δικαιολογείται η τεκνοποίηση μέσω της ΙΥΑ μετά το πεντηκοστό έτος. Για τις περιπτώσεις αυτές, η Εθνική Αρχή ΙΥΑ θα μπορούσε να ορίσει εκπεφρασμένα και σαφή κριτήρια, οπότε θα περιορίζονταν στο ελάχιστο οι περιπτώσεις εκτός των κριτηρίων, για τις οποίες θα απαιτείτο άδεια της Αρχής (με την έννοια ότι μπορεί να υπάρχουν “ειδικοί” λόγοι να δοθεί άδεια σε ένα ζευγάρι – αν και ομολογώ ότι δυσκολεύομαι να φανταστώ ποιοι θα μπορούσε να είναι αυτοί…).
Συνεπώς, η διάταξη θα μπορούσε να απλοποιηθεί και να διαμορφωθεί ως εξής:
“Σε γυναίκες ηλικίας πενήντα ετών και μίας ημέρας (50 έτη και 1 ημέρα) μέχρι πενήντα τεσσάρων ετών (54 έτη και 0 ημέρες) δύναται να εφαρμοσθεί μέθοδος IYA μόνο σύμφωνα με ειδικά κριτήρια, τα οποία ορίζει η Αρχή με απόφασή της. Για γυναίκες εκτός των εν λόγω κριτηρίων, απαιτείται κατά περίπτωση άδεια της Αρχής.”
Επίσης, φρονώ ότι πρέπει να προβλέπεται και αντίστοιχη ποινή (τσουχτερό διοικητικό πρόστιμο υπέρ της Αρχής –για παράδειγμα, στο πενταπλάσιο της τιμής που χρεώθηκε για τον κύκλο θεραπείας) για όποιον δεν εφαρμόζει τα κριτήρια. Χωρίς κυρώσεις, οι ρυθμίσεις αυτού του είδους είναι απολύτως προσχηματικές…
Όποιο και εάν είναι το όριο ηλικίας που θα τεθεί, να μην απαιτείται η αποστολή αίτησης και δικαιολογητικών στην Αρχή για λήψη άδειας για κάθε περίπτωση ξεχωριστά, αλλά απλή κοινοποίηση των περιστατικών.
Εκφράζει επιφύλαξη για την μεγάλη αύξηση του ορίου ηλικίας ο οποίος ξεπερνά κατά πολύ το όριο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Στο άρθρο 3, διευκολύνεται η εφαρμογή ΙΥΑ σε γυναίκες έως το 54 έτος της ηλικίας τους. Εδώ όμως υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα αναφορικά με τον ορισμό της φυσικής ηλικίας αναπαραγωγής. Το άρθρο αναφέρει “ως ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής νοείται το πεντηκοστό τέταρτο έτος (54 έτη και 0 ημέρες)”.
Το ηλικιακό όριο για τη φυσική αναπαραγωγής των γυναικών ΔΕΝ είναι το 54 έτος (εκτός πιθανώς σπανίων εξαιρέσεων). Είναι από δεκαετίες γνωστή η μείωση του γυναικείου αναπαραγωγικού δυναμικού σε σχέση με την ηλικία. Αποτελεί κοινή γνώση ανάμεσα στους επιστήμονες ότι ο αριθμός και η ποιότητα των ωοθυλακίων (επομένως και της δυνατότητας της γυναίκας να τεκνοποιήσει) αποκλίνει προϊούσης της ηλικίας, έτσι ώστε μετά τα 35 έτη οι πιθανότητες επίτευξης κύησης και γέννησης υγιούς τέκνου να μειώνονται σημαντικά, ενώ μετά τα 40 έτη πρακτικά είναι ελάχιστες. Βεβαίως, το ενδομήτριο διατηρεί την ικανότητα εμφύτευσης και μετά τα 50 έτη. Αλλά μια γυναίκα 50-54 ετών, προφανώς αν κυοφορήσει, αυτό θα συμβεί με ΙΥΑ και μάλιστα με χρήση ωαρίων από νεώτερη δότρια – και βεβαίως με αυξημένους κινδύνους κατά τη διάρκεια της κύησης και του τοκετού. Αυτό δεν είναι “φυσική ικανότητα αναπαραγωγής”.
Το να ονομάζουμε την επίτευξη εγκυμοσύνης και συνακόλουθη γέννηση ζώντος και υγιούς νεογνού, με χρήση Τεχνικών Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, ως “φυσική ικανότητα αναπαραγωγής” ουδόλως δημιουργεί προβλήματα στους επιστήμονες (Ιατρούς και Βιολόγους) που ασχολούνται με την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή – αυτοί γνωρίζουν την επιστημονική αλήθεια σχετικά με την ηλικία και την αναπαραγωγική ικανότητα της γυναίκας. Ωστόσο, δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα στην αντίληψη περί φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής, η οποία διαχέεται στο ευρύ κοινό.
Ανάμεσα στους επιστήμονες που ασχολούνται με την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, κοινή είναι η διαπίστωση ότι το ευρύ κοινό αγνοεί την ύπαρξη φυσικών ηλικιακών ορίων στην αναπαραγωγή. Αυτό είναι ίσως περισσότερο προφανές στους Πανεπιστημιακούς δασκάλους οι οποίοι διδάσκουν το αναπαραγωγικό σύστημα και επομένως γνωρίζουν τι δεν γνωρίζουν οι νέοι που εισάγονται στα πανεπιστήμια. Με λίγα λόγια, στο ευρύ κοινό οι επικρατούσες αντιλήψεις είναι ότι:
• οι γυναίκες έχουν υψηλή ικανότητα αναπαραγωγής όσο έχουν έμμηνο ρύση
• ηλικιακά όρια στη γονιμότητα εμφανίζονται μετά την εμμηνόπαυση
• ακόμη και εάν υπάρχουν κάποια προβλήματα, με την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή σίγουρα λύνονται
• για τους άνδρες δεν υπάρχουν ηλικιακά όρια στην αναπαραγωγική τους ικανότητα
Αυτές οι λανθασμένες αντιλήψεις οδηγούν σε λανθασμένες επιλογές σχετικά με τον οικογενειακό προγραμματισμό. Ή αλλιώς, η αναβολή της τεκνοποίησης βασίζεται στην ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι “και σε μεγαλύτερη ηλικία μπορώ εξίσου καλά να αποκτήσω παιδιά”. Η πρακτική αυτή είναι ολέθρια. Τα δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ είναι αποκαλυπτικά – από έτος σε έτος αυξάνεται η ηλικία των γονέων και μειώνεται ο δείκτης γεννητικότητας. Τώρα πλέον έχει πέσει σε επίπεδα στα οποία η ανανέωση του πληθυσμού δεν είναι εφικτή. Δηλαδή, ως χώρα, γερνάμε και πεθαίνουμε.
Επομένως, κάθε επίσημη αναφορά η οποία ενισχύει την άποψη ότι η τεκνοποίηση φυσιολογικά μπορεί να πραγματοποιηθεί σε προχωρημένη ηλικία, όπως αυτή που γίνεται στο προτεινόμενο νομοσχέδιο το οποίο καθορίζει ως “φυσική ηλικία αναπαραγωγής το 54ο έτος”, έχει ΑΡΝΗΤΙΚΟ δημογραφικό αντίκτυπο. Συνακόλουθα, πρέπει το κείμενο να αναμορφωθεί. Η θετική πρόβλεψη για διενέργεια Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής σε γυναίκες έως το 54ο έτος της ηλικίας τους δεν πρέπει να συνοδευθεί από ορισμό του 54ου έτους ως “φυσικής ηλικίας αναπαραγωγής”.
Το όριο έχει μπει σε διάφορα κράτη όχι τιμωρητικά προς τις γυναίκες αλλά προστατευτικά ώστε να μην πεθαίνουν από τις αυξανόμενες με την ηλικία μαιευτικέ επιπλοκές όπως υπέρταση , προεκλαμψία , σακχαρώδη διαβήτη , πνευμονική εμβολή, μαιευτική αιμορραγία
Επίσης κανένας από τους συναδέλφους δεν συμφωνεί με άνω των 52. Πολλοί δε ακόμα και το 50 θεωρούν αρκετό. Από που προέκυψε το 54, εμείς γνωρίζουμε…….και γι’ αυτό σας προτείνουμε να μη δώσετε λαβές σε δημοσιογράφους μετά την ψήφιση καθώς και σε χήρους άνδρες να μηνύσουν τους νομοθέτες στο άμεσο μέλλον που προδιαγράφεται
Επίσης οι άνω των 50, 300 ίσως ζευγάρια το χρόνο μόνο, είναι η πλειονότητα εξ αυτών (90%) ψυχοπαθητικες περιπτώσεις που αρνούνταν την Δωρεά Ωαρίων και τώρα το αποφάσισαν και μόνο 10% ζευγάρια ηλικιωμένα που μίλια γνωρίστηκαν στα 50 τους
Η αύξηση του ορίου είναι θεμιτή αλλά υπό προϋποθέσεις ιατρικές και μόνο:
1. Μέχρι τα 51 +355 ημέρες, για να μην ξεφτελιστουμε διεθνώς στους συναδελφους της διεθνούς ιατρικής κοινότητας καθώς στα textbook το 52 αναφερεται ως μεγιστο οριο εμμηνοπαυσης
2. Καθότι μετά τα 45 οι πιθανοτητες με τα ιδία ωάρια είναι 1/1000 άρα κατα 999/1000 η κύηση που θα προέλθει θα είναι από δανεικά ωάρια θα πρέπει μετά τα 45 (ούτε καν τα 50) η μεταφορά εμβρύων προκυψαντων με δωρεά Ωαρίων να είναι ΑΥΣΤΗΡΑ Μονήρης δηλαδή Single Embryo Transfer
3. H Ασθενής να υποβάλλεται σε πλήρη Καρδιολογικό-Πνευμολογικό-Ενδοκρινολογικό-Ψυχιατρικό-Γυναικολογικό έλεγχο σε Δημόσιο Ίδρυμα για αποφυγή παρεκλίσεων
4. Για λόγους ισοτιμίας των δυο φύλων αλλά κυρίως Ιατρικούς, θα πρέπει να μπει όριο και τους άνδρες πχ τα 60 έτη, καθώς μετά τα 50 αυξάνονται οι πιθανότητες ψυχικών παθήσεων όπως η σχιζοφρενεια αλλά και ο αυτισμός στους απογόνους
Η διατύπωση: «Σε γυναίκες ηλικίας πενήντα ετών και μίας ημέρας (50 έτη και 1 ημέρα) μέχρι πενήντα τεσσάρων ετών (54 έτη και 0 ημέρες) δύναται να εφαρμοσθεί μέθοδος ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής μόνο μετά από σχετική άδεια της Αρχής» δεν είναι σαφής. Λόγω του ότι ο νόμος δεν αυξάνει αυτόματα και την βιολογική αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας, η εν λόγω άδεια από την Εθνική Αρχή θα πρέπει να περιλαμβάνει και τα σαφή κριτήρια αδειοδότησης. Επίσης, είτε απαιτείται, είτε δεν απαιτείται άδεια από την ΕΑΙΥΑ, τα κριτήρια θα πρέπει να προσδιορίζονται και να εφαρμόζονται.
Να μην απαιτείται η αποστολή αίτησης και των δικαιολογητικών στην Αρχή για λήψη άδειας για κάθε περίπτωση ξεχωριστά αλλά απλή κοινοποίηση.
Η ΜΙΥΑ έχει την ευθύνη ελέγχου του ηλικιακού ορίου καθώς και της αξιολόγησης και φύλαξης των απαιτούμενων ιατρικών βεβαιώσεων στον ιατρικό φάκελο του ασθενούς.
Δεν τεκμηριώνεται πουθενά επιστημονικά ότι το 54ο έτος της ηλικίας αποτελεί, πλέον, το νέο όριο της φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής. Ούτε τα διεθνή επιστημονικά δεδομένα, ούτε η αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης, όπως αναφέρεται στην αιτιολογία, συνηγορούν υπέρ της αύξησης του ανώτερου ορίου φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής, το οποίο παραμένει σταθερό εδώ και εκατοντάδες χρόνια.
Η σχεδιαζόμενη μετάθεση του ανώτερου ορίου σε μεγαλύτερη ηλικία, όπως προτείνεται, έχει πολλαπλές προεκτάσεις, πρωτίστως για το συμφέρον του παιδιού, όσο και για την ασφάλεια της κυοφορίας για την ίδια τη γυναίκα. Τυχόν μετάθεση του ανώτερου ορίου σε μεγαλύτερη ηλικία, ισοδυναμεί, για τις περισσότερες των περιπτώσεων, με θεραπείες ΙΥΑ με χρήση ωαρίων από δότριες, δεδομένης της αναμενόμενης ανεπάρκειας των ωοθηκών των γυναικών ηλικίας μεγαλύτερης των 43-45 ετών, δημιουργώντας μεγαλύτερες ανάγκες για προγράμματα δωρεάς ωαρίων.
Επιπλέον, η σχεδιαζόμενη αύξηση του ορίου ηλικίας για πρόσβαση των γυναικών στις μεθόδους ΙΥΑ, εφόσον δεν συνοδεύεται και από εισαγωγή αντίστοιχου ορίου ηλικίας για τους άντρες είναι ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΗ, όχι μόνο από ιατρική και βιολογική σκοπιά αλλά και από κοινωνική σκοπιά!
Δεν τεκμηριώνεται πουθενά επιστημονικά ότι, πλέον, το 54ο έτος αποτελεί το νέο όριο της φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής. Ούτε τα διεθνή επιστημονικά δεδομένα, ούτε η αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης, όπως αναφέρεται στην αιτιολογία, συνηγορούν υπέρ της τροποποίησης του ανώτερου ορίου φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής.Τυχόν μετάθεση του ανώτερου ορίου σε μεγαλύτερη ηλικία, όπως προτείνεται, έχει πολλαπλές προεκτάσεις, πρωτίστως για το συμφέρον του παιδιού, όσο και για την ασφάλεια της κυοφορίας για την ίδια τη γυναίκα. Τυχόν μετάθεση του ανώτερου ορίου σε μεγαλύτερη ηλικία, ισοδυναμεί, για τις περισσότερες των περιπτώσεων, με θεραπείες υποβοήθησης με ετερόλογα ωάρια, δεδομένης της αναμενόμενης ανεπάρκειας των ωοθηκών και ωαρίων, δημιουργώντας μεγαλύτερες ανάγκες για προγράμματα δωρεάς ωαρίων. Οι εναλλακτικές της υιοθεσίας και της αναδοχής θα μπορούσαν ιδανικά να συμπληρώσουν της επιλογές μίας γυναίκας σε μεγαλύτερη ηλικία που επιθυμεί να κάνει οικογένεια, χωρίς την επικινδυνότητα και τις επιβαρύνσεις μίας κύησης μετά από υποβοήθηση.
Η θεώρηση της ηλικίας των 54 ετών ως απωτάτου ορίου φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής είναι απαράδεκτη επιστημονικά και εκ του πονηρού. Να έχετε το θάρρος να παραδεχτείτε ότι το θεσμοθετείτε για να εξυπηρετήσετε κάποιες σκοπιμότητες (όχι κατ’ ανάγκην δόλιες) και να μην το επενδύετε με επιστημονικοφανείς δικαιολογίες.
Εφόσον αποφασιστεί η επέκταση του ορίου ηλικίας, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί να απαιτείται άδεια της Αρχής για τις γυναίκες 50 ετών+1 ημέρα – 54 ετών+0, ενώ δεν απαιτείται για τις κάτω των 50 ετών. Η υπέρμετρη απαίτηση αδειών της Αρχής, η οποία ως γνωστόν είναι υποστελεχωμένη, αντιπροσωπεύει μια ξεπερασμένη και αντιπαραγωγική προσέγγιση, δεδομένου ότι αυξάνει την γραφειοκρατία, επιβαρύνει την γραμματεία της Αρχής και ταλαιπωρεί τα ενδιαφερόμενα ζευγάρια. Με βάση τα προηγούμενα, διαφωνώ πλήρως με την αναγκαιότητα της άδειας. Αντίθετα, θα πρότεινα, εάν η Αρχή πιστεύει ότι πρέπει να υπάρχουν υποχρεωτικές εξετάσεις για τις γυναίκες 50+1 ημέρα και αφού εξηγήσει γιατί δεν χρειάζονται για τις γυναίκες 50-1 ημέρα, να καθορίσει τις εξετάσεις αυτές (το έχει ήδη κάνει) και είτε να τις ενσωματώσει σε εγκύκλιο είτε στον υπάρχοντα Κώδικα Δεοντολογίας Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΦΕΚ 293/7-2-2017) είτε στον παρόντα νόμο, ως συνιστώμενες (προσωπική προτίμηση) ή ως υποχρεωτικές. Έτσι, την ευθύνη εφαρμογής θα έχουν οι Μονάδες ΙΥΑ, όπως και για πολλά άλλα σοβαρά θέματα, χωρίς περιττή γραφειοκρατική επιβάρυνση της Αρχής. Άλλωστε, αυτή η προσέγγιση είναι συμβατή με την σύγχρονη προσπάθεια για περιορισμό της γραφειοκρατίας στο δημόσιο.
Το επιχείρημα που αναφέρεται στο Σχέδιο Νόμου για την αύξηση του επίμαχου ηλικιακού ορίου είναι λανθασμένο και παραπλανητικό. Η προτεινόμενη αύξηση του ηλικιακού ορίου βασίζεται στην αύξηση του ΠΡΟΣΔΟΚΙΜΟΥ ΖΩΗΣ. Ωστόσο, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής δεν εκμηριώνει επαρκώς και την αύξηση της ηλικιάς στην οποία κάποιος θα μπορούσε να παρέχει τα εχέγγυα για την ομαλή ανατροφή του τέκνου και στο σκεπτικό αυτό βασίστηκε και η ανώτερη διαφορά ηλικίας μεταξύ υιοθετούντος και υιοθετούμενου που ορίζει το άρθρο 1544 του Α.Κ.
Στη περίπτωση, μάλιστα, της υιοθεσίας, αυτή γίνεται για να εξυπηρετηθεί το συμφέρον του τέκνου που ήδη υπάρχει και έχει στερηθεί της γονεϊκής φροντίδας και προστασίας. Στην περίπτωση της γυναίκας που θέλει να αποκτήσει παιδί μετά τα 50, δεν υπάρχει παιδί που χρίζει προστασίας. Υπάρχει μόνο μια γυναίκα που για οποιονδήποτε λόγο δεν απέκτησε παιδί πριν κλείσει τα 50. Όλοι γνωρίζουμε ότι ελάχιστες γυναίκες παράγουν ωάρια μετά την ηλικία των 50ετών και μάλιστα όλοι δικαιολογημένα αμφισβητούμε την ποιότητα των ωαρίων που θα παρήγαγε μια γυναίκα στην ηλικία αυτή. Επομένως, ακόμη και η αναφορά στην ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής είναι παραπλανητική, αφού ούτε η αύξηση του προσδόκιου ζωής τεκμηριώνει επαρκώς μια παράλληλη αύξηση της ηλικίας φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής, ούτε μια παράλληλη βελτίωση της ποιότητας των ωαρίων μιας γυναίκας άνω των 50 ετών, ούτε μια παράλληλη αύξηση στη φυσική ικανότητα του οργαισού της να ανταπεξέλθει στις αυξημένες απαιτήσεις μιας κύησης σε ηλικία μεγαλύτερη των 50 ετών. Αντιθέτως, όλοι καταλαβαίνουμε ότι μια γυναίκα ετά τα 50 θα κάνει εξωσωματική μόνο με χρήση ωαρίων άλλης γυναίκας (ετερόλογης δότριας) και ότι ο οργανισμός της θα επιβαρυνθεί υπέρμετρα εκθέτοντας την ίδια και το κύημα σε κίνδυνο. Άρα, το μόνο που θα εξυπηρετήσει η αύξηση του ηλικιακού ορίου στο οποίο μπορεί η γυναίκα να υποβληθεί σε υποβοήθηση της αναπαραγωγής, είναι η αύξηση των πωλήσεων ωαρίων δότριας. Ούτε το συμφέρον του τέκνου, ούτε το συμφέρον της γυναίκας, με εξαίρεση την ικανοποίηση των εγωκεντρικών κινήτρων της να γεννήσει ένα βιολογικό της τέκνο. Θα ήταν προτιμότερο, αν κρίνεται ικανή να ανταπεξέλθει στην ανατροφή ενός τέκνου, να υιοθετήσει. Όπως εκείνη στερήθηκε τη δυνατότητα απόκτησης τέκνου πριν τα 50, κάποιο τέκνο έχει στερηθεί γονείς.
Το ανώτατο όριο ηλικίας των υποβοηθούμενων προσώπων ορίζεται λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον του τέκνου και βασίζεται στο σκεπτικό του άρθρου 8 της Διεθνούς Σύμβασης που υπογράφτηκε στις 24/4/1967 από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης στο Στρασβούργο και κυρώθηκε στη χώρα μας με το Ν.1049/1980. Στο σκεπτικό της Σύμβασης αυτής βασίστηκαν και οι διατάξεις των άρθρων 1544 και 1545 του Α.Κ., σύμφωνα με τις οποίες δεν πρέπει τουλάχιστον ο ένας από τους γονείς να έχει διαφορά ηλικίας μεγαλύτερη από 50 έτη. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η κύηση στον άνθρωπο διαρκεί περίπου εννέα μήνες, προκειμένου να μην παραβιάζεται η Διεθνής Σύμβαση, το χρονικό περιθώριο για την υποβολή μιας γυναίκας σε θεραπείες Ι.Υ.Α. θα έπρεπε να τεθεί στο τεσσαρακοστό ένατο έτος ηλικίας.
Οποιαδήποτε απόφαση που δίνει προτεραιότητα στην επιθυμία μιας γυναίκας να τεκνοποιήσει, εις βάρος του δικαιώματος του παιδιού στην προστασία της ποιότητας της ζωής του, παραβιάζει την Ελληνική Νομοθεσία και το Σύνταγμα της Ελλάδος, που προβλέπει συμμόρφωση με τις Διεθνείς Συνθήκες που η Ελλάδα συνυπογράφει. Η πενηντάχρονη θα πρέπει να σεβαστεί ότι το συμφέρον του παιδιού είναι πάνω από την εγωκεντρική επιθυμία της για τεκνοποίηση, την οποία για οποιονδήποτε λόγο εκείνη καθυστέρησε.
Σας καλώ να σεβαστείτε τις διατάξεις της Νομοθεσία και να ανακαλέσετε οποιαδήποτε πρόθεση για αύξηση του ορίου ηλικίας της γυναίκας που δύναται να υποβληθεί σε θεραπείες υποβοήθησης της αναπαραγωγής.
Η αύξηση του ηλικιακού ορίου αυτού δεν θα εξυποηρετήσει στην αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας. Δεν περιμένουμε από τις άνω των 50 να δώσουν λύση στο πρόβλημα αυτό. Το μόνο που θα εξυπηρετήσει η αύξηση του ηλικιακού ορίου αυτού είναι οι πωλήσεις ωαρίων από ετερόλογες δότριες.
Εύχοαι οι βουλευτές που μας εκπροσωπούν να μην είναι πωλητές, αλλά άνθρωποι που σέβονται τουλάχιστον τα δικαιώματα των παιδιών τους.