Αρθρο 42 – Υπαγωγή στις διατάξεις του π.δ. 26/2008

1. Η δωρεά, η προμήθεια, ο έλεγχος, η κωδικοποίηση, η επεξεργασία, η συντήρηση, η αποθήκευση και η διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων που προορίζονται για εφαρμογές στον άνθρωπο, καθώς και επεξεργασμένων προϊόντων που προέρχονται από ανθρώπινους ιστούς και κύτταρα και προορίζονται για εφαρμογές στον άνθρωπο διέπεται από τις διατάξεις του Π.Δ. 26/2008 (51 Α), που ενσωμάτωσε την οδηγία 2004/23/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31.3.2004 για τη θέσπιση προτύπων, ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων (EEL102/7.4.2004) και τις συναφείς προς αυτήν οδηγίες 2006/17/ΕΚ (EEL 38/9.2.2006) και 2006/86/ΕΚ (EEL 294/25.10.2006).

2. Στην έννοια των «κυττάρων» περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα βλαστικά αιμοποιητικά κύτταρα του περιφερικού αίματος, του πλακούντα, τα οποία αντλούνται από το ομφαλοπλακουντιακό αίμα, και του μυελού των οστών, τα αναπαραγωγικά κύτταρα (ωάρια και σπερματοζωάρια), οι εμβρυακοί ιστοί και κύτταρα, καθώς και τα βλαστικά κύτταρα ενηλίκων και εμβρύων.

3. Η αφαίρεση ιστών και κυττάρων, που εμπίπτει στις διατάξεις του ΠΔ 26/2008, αποσκοπεί είτε στην αυτόλογη χρήση, που δεν πραγματοποιείται με την ίδια χειρουργική επέμβαση είτε στην αλλογενή, σε συγγενείς του δότη ή σε τρίτα πρόσωπα.

  • 17 Μαΐου 2011, 16:23 | Δρ. Γ. Καραβάνας, MSc, PhD

    Το άρθρο 42 αναφέρει ρητά ότι, υπό τον όρο «κύτταρα» εντάσσονται τα βλαστικά αιμοποιητικά κύτταρα (περιφερικού αίματος, ομφαλοπλακουντιακού αίματος και μυελού των οστών), τα αναπαραγωγικά κύτταρα (ωάρια και σπερματοζωάρια), τα εμβρυϊκά κύτταρα και ιστοί καθώς και τα βλαστικά κύτταρα εμβρύων και ενηλίκων.

    Τα παραπάνω κύτταρα μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε σε αυτόλογες εφαρμογές (δότης και λήπτης των κυττάρων είναι το ίδιο άτομο) είτε σε αλλογενείς εφαρμογές (δότης και λήπτης είναι διαφορετικά άτομα). Οι προδιαγραφές ποιότητας (βιωσιμότητα, στειρότητα) που τα παραπάνω βιολογικά υλικά οφείλουν να πληρούν, μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τη χρήση τους, ενώ οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται για την κρυοσυντήρηση των παραπάνω υλικών καθώς και ο απαραίτητος εξοπλισμός των Τραπεζών κρυοσυντήρησης (τράπεζες σπέρματος, τράπεζες ωαρίων, τράπεζες αίματος κλπ) είναι παρόμοιος. Κοινή είναι και η εκπαίδευση που οφείλουν να έχουν οι εργαζόμενοι και οι επιστημονικά υπεύθυνοι των παραπάνω μονάδων κρυοσυντήρησης βιολογικών υλικών.

    Προκαλεί λοιπόν απορία πως η ίδρυση και λειτουργία π.χ. μιας Τράπεζας σπέρματος ή ωαρίων εποπτεύεται από διαφορετική αρχή και έχει διαφορετικές απαιτήσεις προδιαγραφών και στελέχωσης, από μια Τράπεζα ομφαλοπλακουντιακού αίματος. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το κρυοσυντηρημένο σπέρμα χρησιμοποιείται κατά κόρον σε αλλογενείς εφαρμογές μεταξύ αγνώστων (με ότι αυτό συνεπάγεται για την πιθανότητα μετάδοσης ασθενειών και τους ελέγχους και τις προδιαγραφές που απαιτούνται για την αποφυγή αυτού του κινδύνου), ενώ το κρυοσυντηρημένο ομφαλικό αίμα των ιδιωτικών τραπεζών χρησιμοποιείται κατά κόρον σε αυτόλογες εφαρμογές ή αλλογενείς εφαρμογές μεταξύ των μελών της ίδιας οικογένειας (γεγονός που συνεπάγεται αισθητά μειωμένο κίνδυνο μετάδοσης ασθενειών). Στην ίδια γραμμή σκέψης, τα ωάρια π.χ. αποτελούν πολύτιμο και αναντικατάστατο βιολογικό υλικό, σε αντίθεση με τα βλαστικά κύτταρα του ομφαλοπλακουντιακού αίματος, τα οποία μπορεί να υποκατασταθούν από παρόμοια κύτταρα άλλων ιστών. Κι όμως, οι απαιτήσεις για την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών τραπεζών σπέρματος και ωαρίων (βάσει του Ν. 3305/2005) εποπτεύονται από διαφορετική αρχή και υπολείπονται κατά πολύ σε αυστηρότητα, αυτών για την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών τραπεζών ομφαλοπλακουντιακού αίματος.

    Προτείνεται η εποπτεία όλων των τραπεζών κρυοσυντήρησης βιολογικών υλικών από την ίδια Εθνική Αρχή και η θέσπιση προδιαγραφών ανάλογων με τη σπανιότητα και την απαιτούμενη ασφάλεια για την αλλογενή ή αυτόλογη εφαρμογή του κάθε βιολογικού υλικού (βλ. παρατηρήσεις άρθρου 47).