Αρχική Αναδιοργάνωση του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου» και του νομικού προσώπου,,,ΜΕΡΟΣ Η΄ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ CASH REBATE GREECE (CRGR) (άρθρα 99-105)Σχόλιο του χρήστη Ένωση Σκηνοθετών - Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου (ΕΣΠΕΚ) | 2 Φεβρουαρίου 2025, 02:24
Ως Ένωση Σκηνοθετών-Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου (ΕΣΠΕΚ), συμφωνούμε και προσυπογράφουμε τις προτάσεις/παρατηρήσεις του ΣΑΠΟΕ: Α.1. Άρθρο 99 του Ν/Σ: Τροποποίηση του άρθρου 30 παρ. 3 του ν. 5105/2024 (Διαδικασία και περιεχόμενο αξιολόγησης των αιτήσεων ένταξης) Α.1.1. Η τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 30 του ν. 5105/2024 στοιχείται, ως ένα βαθμό, με τις προβληματικές προβλέψεις του άρθρου 9 παρ. 2 της ΚΥΑ 6376/2025 που παραβιάζουν το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης του διοικουμένου [πρβλ. τελ. εδάφιο του άρθρου 9(2) της ΚΥΑ «Δεν γίνονται αποδεκτά σε καμία περίπτωση συμπληρωματικά στοιχεία των ήδη υποβληθέντων δικαιολογητικών, παρα μόνο διευκρινίσεις όπως ορίζεται ανωτέρω»]. Στο πλαίσιο αυτό, επιβάλλεται η επαναφορά της προηγούμενης διατύπωσης της παρ. 3 του άρθρου 30 σύμφωνα με την οποία παρέχονταν στην αιτούσα επιχείρηση η δυνατότητα να επανυποβάλει, συμπληρώσει ή διορθώσει τα αρχικώς υποβληθέντα δικαιολογητικά ή στοιχεία, προκειμένου ο φάκελος της αίτησης ένταξης να είναι πλήρης, διατηρουμένης της προβλεπόμενης προθεσμίας των 10 εργάσιμων ημερών για την υποβολή διευκρινίσεων. Άλλωστε, από ουσιαστικής απόψεως, η διαφορά μεταξύ των διευκρινίσεων και των συμπληρώσεων είναι εξ ορισμού δυσδιάκριτη: πολλές φορές μια απαιτούμενη διευκρίνιση μπορεί να παρασχεθεί μόνο μέσω της υποβολής ενός συμπληρωματικού στοιχείου – ειδάλλως η αποδεικτική ισχύς, και συνεπώς η ορθότητα της σχετικής διευκρίνισης, δεν μπορούν να ελεγχθούν. Τέλος, η αναφορά στο άρθρο 33 παρ. 3 σε «ορθές» και όχι σε «επαρκείς» διευκρινίσεις από τους φορείς αντιβαίνει στο περιεχόμενο του ελέγχου πληρότητας και νομιμότητας της αίτησης ένταξης και θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να διορθωθεί: οι διευκρινίσεις είναι πλήρεις ή μη πλήρεις, τεκμηριωμένες ή μη, πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου ή όχι. Α.1.2. Δεν είναι κατανοητός ο λόγος διαγραφής της παρ. 5 του άρθρου 30 του ν. 5105/2024 στο σύνολό της. Οι προβλέψεις της συγκεκριμένης παραγράφου είναι σημαντικές, ιδιαίτερα δε η αναφορά ότι «η υπουργική απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 89,… διασφαλίζει την ισόρροπη ενίσχυση όλων των πυλώνων των καθεστώτων ενίσχυσης του Προγράμματος». Σημειώνεται ότι η απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 89 του ν. 5105/2024 αφορά στον καθορισμό του ετήσιου προϋπολογισμού ανά κατηγορία οπτικοακουστικών έργων. Η απαλοιφή της υποχρέωσης ισόρροπης ενίσχυσης όλων των πυλώνων των καθεστώτων ενίσχυσης του Προγράμματος, συνεπάγεται ότι η Δράση Β’ ενδέχεται σταθερά να υποχρηματοδοτείται σε σχέση με τη Δράση Α’, γεγονός που αντιβαίνει σε θεμελιώδεις προϋποθέσεις και παραδοχές επί τη βάσει των οποίων θεσμοθετήθηκε το Πρόγραμμα CRGR τον Μάιο του 2024. Α.2. Άρθρο 100 του Ν/Σ: Τροποποίηση του άρθρου 33 του ν. 5105/2024 (Επαλήθευση και πιστοποίηση της λήξης επενδυτικού σχεδίου στα καθεστώτα ενίσχυσης CRGR – FTV και CRGR – Animate). Α.2.1. Αξιολογείται ως νομοτεχνικά άστοχη η διατήρηση στο άρθρο 33 παρ. 3 του ν. 5105/2024 της δυνατότητας αυτεπάγγελτου ελέγχου από την αρμόδια υπηρεσία της Χορηγούσας Αρχής, και δη επί τη βάσει γενικού και αόριστου κριτηρίου («λόγω βάσιμων αμφιβολιών»). Επιπλέον, με τις προτεινόμενες διατάξεις του άρθρου 100 του Ν/Σ «Οι αιτούσες επιχειρήσεις υποχρεούνται να παρέχουν κάθε στοιχείο ή διευκρίνιση που θα ζητηθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες προκειμένου να διευκολύνουν τη διαδικασία πιστοποίησης», γεγονός που συνεπάγεται απαίτηση προσκόμισης ακόμη και δικαιολογητικών που δεν προβλέπονται από τον νόμο. Οι διατυπώσεις αυτές είναι αντιφατικές με το αντικείμενο του ελέγχου πληρότητας της έκθεσης ορκωτού που διενεργεί η αρμόδια υπηρεσία, ο οποίος δεν εξικνείται σε έλεγχο σκοπιμότητας. Παράλληλα, δεν αποκλείεται να αποτελέσουν εφαλτήριο για την κατά κανόνα διενέργεια αυτεπάγγελτου ελέγχου επί των επενδυτικών σχεδίων, οδηγώντας συνακόλουθα στην εκ πλαγίου και κατά παράβαση κάθε έννοιας της αρχής της νομιμότητας επάνοδο στο καθεστώς ελέγχου των επενδυτικών που ίσχυε πριν τον ν. 4915/2022, με το οποίο θεσπίστηκε το πρώτον η διενέργεια του ελέγχου των επενδυτικών σχεδίων από ορκωτό ελεγκτή – λογιστή. Στο πλαίσιο αυτό, απαιτούνται νομοτεχνικές βελτιώσεις στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 33 παρ. 3 του ν. 5105/2024 ως εξής: «Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αν η αρμόδια υπηρεσία της Χορηγούσας Αρχής δεν μπορεί να καταλήξει σε διαπίστωση, εντός του ως άνω χρονικού διαστήματος, σοβαρών ελλείψεων των δικαιολογητικών της αίτησης επαλήθευσης πιστοποίησης της παρ. 2, δύναται, κατόπιν σχετικής απόφασής της να προβεί σε αυτεπάγγελτο έλεγχο του συνόλου των υποβληθέντων στοιχείων που βρίσκονται στον φάκελο της αίτησης και, με βάση τα πορίσματα του ελέγχου αυτού, εισηγείται εγγράφως την ολική ή μερική πιστοποίηση της επένδυσης ή την ανάκληση της απόφασης ένταξης χρηματοδότησης στο αρμόδιο όργανο της Χορηγούσας Αρχής. Η διάρκεια του αυτεπάγγελτου ελέγχου δεν μπορεί να υπερβεί τους δύο (2) μήνες από τη λήψη της απόφασης διενέργειάς του. Αν κατά τον αυτεπάγγελτο έλεγχο υπάρξουν ευρήματα που αφορούν στην έκθεση του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή της ελεγκτικής εταιρείας, τα οποία οδηγούν στην ανάκληση της απόφασης ένταξης, η αρμόδια υπηρεσία της Χορηγούσας Αρχής ενημερώνει σχετικά την Αρχή Δημόσιας Εποπτείας του άρθρου 38 του ν. 4449/2017 (Α’ 7) και αποκλείει τον ορκωτό λογιστή ή την ελεγκτική εταιρεία από τις διαδικασία ορισμού σε επενδυτικά σχέδια. Οι αιτούσες επιχειρήσεις υποχρεούνται να παρέχουν κάθε δικαιολογητικό στοιχείο που προβλέπεται από τον νόμο ή διευκρίνιση που θα ζητηθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Τα δικαιολογητικά της παρ. 2 τηρούνται στο αρχείο της Χορηγούσας Αρχής για δέκα (10) χρόνια για τους σκοπούς του ελέγχου.» Α.2.2. Ορκωτοί λογιστές: Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις των παρ. 3 και 5 του άρθρου 33 του ν. 5105/2024 δίνεται για πρώτη φορά η δυνατότητα στο ΕΚΚΟΜΕΔ (i) να αποκλείει τον ορκωτό λογιστή ή την ελεγκτική εταιρεία από τις διαδικασία ορισμού σε επενδυτικά σχέδια αν προκύψουν «ευρήματα» που αφορούν στη έκθεση του τα οποία οδηγούν στην ανάκληση της απόφασης ένταξης, και (ii) να αντικαταστήσει τον ορκωτό λογιστή ή την ελεγκτική εταιρία λόγω πλημμελούς άσκησης του έργου τους κατά το στάδιο επαλήθευσης και πιστοποίησης του επενδυτικού σχεδίου. Οι διατυπώσεις περί «ευρημάτων» (παρ. 3) και «πλημμελούς άσκησης» (παρ. 5) είναι εξαιρετικά αόριστες και δίνουν σχεδόν απεριόριστη διακριτική ευχέρεια στην Χορηγούσα Αρχή να προβαίνει μονομερώς στις σχετικές ενέργειες, ακόμα και εάν υφίσταται διαφορά νομικής και λογιστικής προσέγγισης των εκάστοτε αναφυομένων ζητημάτων μεταξύ ορκωτών ελεγκτών και Χορηγούσας Αρχής. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις υποδηλώνουν αδικαιολόγητη δυσπιστία προς τους ορκωτούς ελεγκτές, παραγνωρίζοντας το αυστηρότατο νομικό πλαίσιο άσκησης του επαγγέλματος (ν. 4419/2017). Οι ορκωτοί ελεγκτές είναι ανεξάρτητοι από τον φορέα του επενδυτικού σχεδίου και προασπίζουν το δημόσιο συμφέροντος, όπως ορίζουν τα αρ. 20 και 21 του ν. 4419/2017. Υπόκεινται στον Κώδικα Επαγγελματικής Δεοντολογίας της ΕΛΤΕ (ΝΠΔΔ) και σε αυστηρή εποπτεία από αυτήν. Ως εκ τούτου, πρέπει να απαλειφθεί η εν λόγω αρμοδιότητα της Χορηγούσας Αρχής, ή έστω, να περιοριστεί στο πλαίσιο του δειγματοληπτικού ελέγχου (πρβλ. τροποποίηση άρθρου 36 του ν. 5105/2024) και να εφαρμόζεται μόνο σε περίπτωση ύπαρξης δόλου ή βαριάς αμέλειας εκ μέρους των ορκωτών ελεγκτών, στοιχεία που οφείλει να εκθέτει με πλήρη τεκμηρίωση το αρμόδιο όργανο του ΕΚΚΟΜΕΔ στην σχετική απόφαση αποκλεισμού ή αντικατάστασης ορκωτού. Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη πρόταση κατατίθεται καθ’ ο χρόνο η ΚΥΑ 6376/2025 ουδέν προβλέπει σχετικά με το περιεχόμενο του ελέγχου που διενεργούν οι ορκωτοί ελεγκτές – σε αντίθεση με τις εξαντλητικές προβλέψεις της ΚΥΑ 3222 ΕΞ 2024 επί του ζητήματος. Η ανασφάλεια δικαίου που προκαλείται εν προκειμένω είναι ασυμβίβαστη με την πρόβλεψη των άνω αυστηρότατων μέτρων και κυρώσεων. Α.3. Άρθρο 101 του Ν/Σ: Τροποποίηση του άρθρου 35 παρ. 3 του ν. 5105/2024 (Καταβολή ενίσχυσης) Εκτιμάται ως ιδιαίτερα θετική η πρόβλεψη δυνατότητας καταβολής της ενίσχυσης σε πιστωτικό λογαριασμό άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΕΟΧ ή της ΕΖΕΣ ή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών, που αποτελούσε πάγιο αίτημα του ΣΑΠΟΕ. Α.4. Άρθρο 102 του Ν/Σ: Τροποποίηση του άρθρου 36 παρ. 1 του ν. 5105/2024 (Δειγματοληπτικός έλεγχος) Ο περιορισμός του ποσοστού των αποφάσεων πιστοποίησης της λήξης επενδυτικού σχεδίου που υπόκεινται σε δειγματοληπτικό έλεγχο ετησίως από ποσοστό τουλάχιστον 30% σε ποσοστό από 5% έως 30%, αποβαίνει προβληματικός λόγω της ειδικής πρόβλεψης στο άρθρο 21 παρ. 1 της ΚΥΑ 6376/2025 ότι σε δειγματοληπτικό έλεγχο υπόκεινται όλα τα επενδυτικά σχέδια της Δράσης Β’. Ως εκ τούτου, ο περιορισμός του ποσοστού δειγματοληπτικού ελέγχου των ολοκληρωμένων επενδυτικών σχεδίων αναμένεται να θέσει εν τοις πράγμασι εκτός της διαδικασίας δειγματοληπτικού ελέγχου όλα τα επενδυτικά σχέδια της Δράσης Α’. Μία τέτοια κατάσταση δεν προάγει αποτελεσματικά τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης, ούτε και διασφαλίζει το δημόσιο συμφέρον εν προκειμένω, που επιβάλλει τη διενέργεια δειγματοληπτικού ελέγχου στα επενδυτικά σχέδια αμφότερων των Δράσεων του καθεστώτος ενίσχυσης CRGR – FTV. Επί τη βάσει των ανωτέρω παρατηρήσεων, παρίσταται εύλογη και αναγκαία η διατήρηση της υφιστάμενης πρόβλεψης του άρθρου 36 παρ. 1 του ν. 5105/2025, σύμφωνα με την οποία το ποσοστό των επενδυτικών που υπόκεινται ετησίως σε δειγματοληπτικό έλεγχο ανέρχεται σε τουλάχιστον 30%. Κατ΄ ακολουθίαν, η αναφορά στο άνω ποσοστό πρέπει να διατηρηθεί και στο άρθρο 89 παρ. 6 του ν. 5105/2024. Α.5. Άρθρο 105 του Ν/Σ: Τροποποίηση του άρθρου 94 του ν. 5105/2024 Εκτιμάται ως ιδιαίτερα θετική η νομοθετική διασφάλιση της δυνατότητας άμεσης καταβολής της ενίσχυσης για εκκρεμή επενδυτικά του ν. 4487/2017. Ωστόσο, η σχετική πρόβλεψη καθίσταται εύλογο και αναγκαίο όπως συμπεριλάβει και τα επενδυτικά σχέδια του ν. 4487/2017 για τα οποία υποβλήθηκαν αιτήσεις υπαγωγής από την 01.01.2024 έως 09.05.2024 (πρβλ. πρότασή μας υπό Β.1. κατωτέρω). Β. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΑΠΟΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΛΟΙΠΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 5105/2024. Σε μια συνετή και ρεαλιστική βάση, και με γνώμονα την αποτελεσματική υποστήριξη της παραγωγής οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα έστω σε βραχυπρόθεσμη βάση και στο πλαίσιο των υφιστάμενων δυνατοτήτων και αντικειμενικών δεδομένων, προκρίνονται κατά προτεραιότητα ως αναγκαίες οι κατωτέρω τροποποιήσεις του ν. 5105/2024 με το παρόν Ν/Σ: Β.1. Άρθρο 105 του Ν/Σ: Χρόνος καταβολής της ενίσχυσης για τα επενδυτικά σχέδια του ν. 4487/2017 με υποβολή αιτήσεων υπαγωγής μεταξύ 01.01.2024 και 09.05.2024 – συνιστώμενες νομοτεχνικές βελτιώσεις. Στο μεταβατικό άρθρο 94 του ν. 5105/2024 απαιτούνται πρόσθετες νομοτεχνικές βελτιώσεις για την αποκατάσταση της τρωθείσας εμπιστοσύνης φορέων εκκρεμών επενδυτικών σχεδίων του ν. 4487/2017, οι οποίοι υπέβαλαν αιτήσεις υπαγωγής κατά το διάστημα 01.01.2024 έως 09.05.2024. Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη ότι: (i) υπό το νέο πλαίσιο τα επενδυτικά σχέδια δεν θα μπορούν πλέον να εισπράξουν τα ποσά των ενισχύσεων πριν την προβλεπόμενη ημερομηνία λήξης αυτών στην απόφαση ένταξης, (ii) σύμφωνα με τις μεταβατικές διαταξεις του 5105/2024 και της ΚΥΑ 6376/2025, εκκρεμή επενδυτικά του ν. 4487/2017 τα οποία υποβάλλουν αίτημα ελέγχου μετά την έκδοση της ΚΥΑ 6376/2025, θα πρέπει να ελεγχθούν με βάση το νέο πλαίσιο, (iii) η προτεινόμενη με το Ν/Σ προσθήκη νέας παρ. 12 στο άρθρο 94 του ν. 5105/2024 αφορά μόνο σε επενδυτικά σχέδια για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση υπαγωγής από 01.01.2022 και μέχρι 31.12.2023, ενώ (iv) εξακολουθεί να διατηρείται σε ισχύ η διάταξη του άρθρου 94 παρ. 6 του ν. 5105/2024, σύμφωνα με την οποία «Για τα επενδυτικά σχέδια για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση υπαγωγής από την 1η Ιανουαρίου 2024, η αίτηση για ορισμό ορκωτού λογιστή δεν μπορεί να υποβληθεί πριν από την ημερομηνία λήξης του επενδυτικού σχεδίου που έχει δηλωθεί στην αίτηση υπαγωγής», Παρέπεται ότι, καταρχήν κωλύεται νομικά η καταβολή της ενίσχυσης για τα επενδυτικά σχέδια του ν. 4487/2017 με ημερομηνία υποβολής αίτησης υπαγωγής από 1η Ιανουαρίου 2024 έως και την 9η Μαΐου 2024 (τελευταία ημέρα λειτουργίας της πλατφόρμας υποβολής αιτήσεων) πριν την ημερομηνία λήξης τους που δηλώθηκε στην αίτηση υπαγωγής. Μάλιστα, ειδικά και μόνον για τους φορείς αυτούς, αποκλείεται ακόμη και η δυνατότητα υποβολής αιτήματος ορισμού ορκωτού ελεγκτή και αίτησης ελέγχου πριν τη δηλωθείσα στην αίτηση υπαγωγή ημερομηνία λήξης του επενδυτικού σχεδίου (περιορισμός που σημειωτέον δεν υφίσταται ούτε για τα νέα επενδυτικά σχέδια που θα υπαχθούν στο καθεστώς ενίσχυσης GRGR – FTV του ν. 5105/2024). Δεδομένου όμως ότι η συγκεκριμένη νομική κατάσταση παραβιάζει κατάφωρα τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη και την ίση μεταχείριση των φορέων των άνω επενδυτικών σχεδίων, οι οποίοι – όπως ακριβώς και οι φορείς με αιτήσεις υπαγωγής μεταξύ 01.01.2022 και 31.12.2023 – δήλωσαν συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης των επενδυτικών τους σχεδίων στην αίτηση υπαγωγής εν πλήρει πεποιθήσει της νομοκανονιστικά τότε προβλεπόμενης δυνατότητας είσπραξης της ενίσχυσης και σε συντομότερο χρόνο, με το άρθρο 105 του Ν/Σ προτείνεται συνδυαστικά να προβλεφθούν: (α) η κατάργηση της παρ. 6 του άρθρου 94 του ν. 5105/2024, και (β) η αναμόρφωση της παρ. 12 του ν. 5105/2024 (παρ. 11 κατόπιν αναρίθμησης) ως ακολούθως: «Για τα επενδυτικά σχέδια για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση υπαγωγής από 1ης.1.2022 μέχρι και την 09.05.2024, οι αιτήσεις καταβολής ενίσχυσης δύνανται να υποβάλλονται και νωρίτερα της ημερομηνίας λήξης του επενδυτικού σχεδίου που έχει δηλωθεί στην αίτηση υπαγωγής. Τα ποσά ενίσχυσης καταβάλλονται εφόσον υπάρχουν οι απαιτούμενοι πόροι από την Χορηγούσα Αρχή.» Β.2. Τροποποίηση του άρθρου 27 παρ. 1 του ν. 5105/2024 προκειμένου να δοθεί δυνατότητα ορισμού αλλοδαπού δικαιούχου της ενίσχυσης σε περίπτωση διασυνοριακής παραγωγής. Σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ. 1(α) του ν. 5105/2024 σε περίπτωση διασυνοριακής παραγωγής «η αίτηση ένταξης χρηματοδότησης υποβάλλεται από επιχείρηση παραγωγής που είναι εγκατεστημένη ή έχει υποκατάστημα ή θα δραστηριοποιηθεί στην ελληνική επικράτεια και η ενίσχυση παρέχεται εξ ολοκλήρου σε αυτήν σύμφωνα με τους όρους του παρόντος». Λόγω της άνω πρόβλεψης, Ελληνικές ΜΜΕ που συμμετέχουν σε διασυνοριακές παραγωγές αδυνατούν να ορίσουν δικαιούχο της ενίσχυσης αλλοδαπό συμπαραγωγό, με αποτέλεσμα να μη μπορούν σε καμία περίπτωση να υπαχθούν στη Δράση Α’ και να μην έχουν έτσι καμίαν απολύτως πρόσβαση στα κονδύλια του ΕΠΑ. Ο νομικός αυτός περιορισμός καθιστά κενό γράμμα την πρόβλεψη κατανομής κονδυλίων του ΕΠΑ ιδίως στην κατηγορία οπτικοακουστικών έργων (α) του άρθρου 26 παρ. 2 του ν. 5105/2024, την προμετωπίδα της Ελληνικής οπτικοακουστικής παραγωγής. Αποτελεί έτσι τροχοπέδη για την αποτελεσματική ενίσχυση του Ελληνικού Κινηματογράφου, της βιτρίνας της οπτικοακουστικής βιομηχανίας της χώρας μας στο εξωτερικό, που στηρίζεται κατά κύριο λόγο σε παραγωγές Ελληνικών ΜΜΕ. Στο πλαίσιο αυτό, στον ευρύτερο σχεδιασμό του ΕΚΚΟΜΕΔ και της Ελληνικής Κυβέρνησης για την προσέλκυση αλλοδαπών επενδύσεων σε όλες τις κατηγορίες οπτικοακουστικών έργων, παρίσταται εύλογο και αναγκαίο όπως προταχθεί η κατεπείγουσα άρση του άνω νομικού περιορισμού που σημειωτέον αφορά στην κατηγορία οπτικοακουστικών έργων με τον συντριπτικά μεγαλύτερο βαθμό εξωστρέφειας και προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, ήτοι την κατηγορία (α) του άρθρου 26 παρ. 2 του ν. 5105/2024. Τούτο εκτιμάται ότι θα οδηγήσει, παραπλεύρως, και σε μερική αντιστάθμιση των σοβαρότατων δυσχερειών αξιοποίησης των κονδυλίων της Δράσης Β’ από Ελληνικές ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στον κινηματογράφο λόγω των περιορισμών του ειδικού πλαισίου ΕΣΠΑ. Κατόπιν αυτών, προτείνεται η αντικατάσταση του άρθρου 27 παρ.1 του ν. 5105/2024 ως ακολούθως: «Δικαιούχοι της ενίσχυσης των καθεστώτων CRGR-FTV και CRGR-Animate δύνανται να είναι: (α) Είτε οι επιχειρήσεις, που είναι εγκατεστημένες ή έχουν υποκατάστημα, είτε θα δραστηριοποιηθούν στην ελληνική επικράτεια κατά τη στιγμή της αίτησης ένταξης και μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών δειγματοληπτικού ελέγχου και λειτουργούν με σκοπό την παραγωγή ή την εκτέλεση παραγωγής οπτικοακουστικών έργων ή έργων κινουμένων σχεδίων, (β) Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις παραγωγής οπτικοακουστικών έργων που έχουν τη μόνιμη εγκατάστασή τους ή την καταστατική τους έδρα σε κράτη που δεν εντάσσονται στην έννοια των μη συνεργάσιμων κρατών, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 65 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α’ 167), εφόσον για τους σκοπούς του παρόντος συμβάλλονται με επιχείρηση που είναι εγκατεστημένη ή έχει υποκατάστημα ή θα δραστηριοποιηθεί στην ελληνική επικράτεια και λειτουργεί με σκοπό την εκτέλεση παραγωγής οπτικοακουστικών έργων ή μέρους αυτών ή την παραγωγή οπτικοακουστικών έργων ή έργων κινουμένων σχεδίων στο πλαίσιο διασυνοριακής παραγωγής, ήτοι παραγωγής που χρηματοδοτείται από περισσότερα του ενός κράτη-μέλη και στις οποίες συμμετέχουν παραγωγοί από περισσότερα του ενός κράτη-μέλη. Για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, η αίτηση ένταξης χρηματοδότησης υποβάλλεται από την επιχείρηση που είναι εγκατεστημένη ή έχει υποκατάστημα ή θα δραστηριοποιηθεί στην ελληνική επικράτεια και λειτουργεί με σκοπό την παραγωγή ή την εκτέλεση παραγωγής οπτικοακουστικών έργων, η δε ενίσχυση παρέχεται στην επιχείρηση που ορίζεται ρητά, από τους συμβαλλομένους στην αίτηση ένταξης χρηματοδότησης, ως δικαιούχος αυτής. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η ίδια επιλέξιμη δαπάνη για την απόκτηση παρόμοιου οφέλους στο πλαίσιο λειτουργίας της διασυνοριακής παραγωγής του οπτικοα-κουστικού έργου.». Β.3. Τροποποίηση του άρθρου 42 παρ. 2 του ν. 5105/2024 – Εθνικό Ψηφιακό Αποθετήριο Οπτικοακουστικών Έργων. Όπως επισημάνθηκε στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τη θέσπιση του ν. 5105/2024, για τους ιδιώτες κυρίους, κατόχους ή νομείς υλικών φορέων οπτικοακουστικών έργων, υπό οποιαδήποτε ιδιότητα αυτών (ως παραγωγών, συμπαραγωγών κλ.π.) η υποχρέωση παράδοσης αντιτύπων, που θεσπίζει η παρ. 2 του άρθρου 42 παρ.2 του ν. 5105/2024, είναι προδήλως αντισυνταγματική. Ειδικά, μάλιστα, επί διασυνοριακών παραγωγών, η επιβολή σχετικής υποχρέωσης στους αλλοδαπούς παραγωγούς ναρκοθετεί την αποτελεσματικότητα του Προγράμματος CRGR ως προς την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Ως εκ τούτου, για τους ιδιώτες δικαιούχους μόνο η προαιρετική παράδοση του υλικού φορέα δύναται να προβλεφθεί. Η υφιστάμενη διατύπωση της διάταξης προσκρούει στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα ιδιοκτησίας των δικαιούχων, νοούμενης τόσο ως εμπράγματο δικαίωμα επί των υλικών φορέων όσο και ως πνευματικής ιδιοκτησίας επί του ενσωματωμένου στον υλικό φορέα οπτικοακουστικού έργου. Κατόπιν αυτών, προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 42 παρ. 2 του ν. 5105/2024 ως ακολούθως: «2. Για την υλοποίηση του Εθνικού Ψηφιακού Αποθετηρίου Οπτικοακουστικών Έργων, ο παραγωγός εγχώριου οπτικοακουστικού έργου και κάθε άλλος κάτοχος ή νομέας εγχώριου πρωτότυπου υλικού φορέα οπτικοακουστικού έργου δύναται να παραδώσει στην Εταιρεία ένα αντίτυπο αυτού σε ψηφιακή μορφή ή σε φιλμ. Η δαπάνη αναπαραγωγής του αντιτύπου βαρύνει την Εταιρεία. Με την παραλαβή του αντιτύπου χορηγείται στους παραγωγούς ή κατόχους/νομείς βεβαίωση κατάθεσης. Η παράδοση αντιτύπου του έργου δεν παρέχει στην Εταιρεία εξουσίες εκμετάλλευσης αυτού, πλην εκείνων που είναι αναγκαίες για τους σκοπούς που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.». Β.4. Τροποποίηση του άρθρου 32 παρ. 3 περ. (α) του ν. 5105/2024 (ρητή αποσαφήνιση περί της δυνατότητας αύξησης του μη επιλέξιμου προϋπολογισμού της παραγωγής καθώς και προσθήκης νέας επιλέξιμης δαπάνης εφόσον μειώνονται οι συνολικές επιλέξιμες δαπάνες του επενδυτικού σχεδίου). Β.4.1. Δυνατότητα αύξησης του συνολικού (μη επιλέξιμου) προϋπολογισμού της παραγωγής: Η αρμόδια υπηρεσία του ΕΚΚΟΜΕΔ για την πιστοποίηση της λήξης των επενδυτικών σχεδίων παγίως θεωρεί ότι η αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού της παραγωγής (σημ: όχι των συνολικών επιλέξιμων δαπανών) σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται. Η άποψη αυτή δεν είναι νομικά ορθή. Αύξηση του μη επιλέξιμου προϋπολογισμού της παραγωγής απαγορεύεται μόνο σε περίπτωση αύξησης του συνόλου των επιλέξιμων δαπανών, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 3ε του ν. 5105/2024. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις επιτρέπεται στους Φορείς, και δη χωρίς να απαιτείται υποβολή αιτήματος τροποποίησης, με την προϋπόθεση βεβαίως ότι η αύξηση του προϋπολογισμού δεν οδηγεί σε υπέρβαση του ανώτατου ποσοστού σώρευσης κρατικών ενισχύσεων κατά το άρθρα 54 παρ. 6 και 7 του ΓΑΚ 651/2014 και 24 παρ. 2 του ν. 5105/2024 (γεγονός που βεβαιώνεται στο πλαίσιο του ελέγχου του επενδυτικού σχεδίου). Ειδικότερα, ο λόγος για τον οποίο περιλαμβάνεται ο συνολικός προϋπολογισμός της παραγωγής στην απόφαση ένταξης είναι ο υπολογισμός του ποσοστού σώρευσης των κρατικών ενισχύσεων και του ύψους των επιλέξιμων δαπανών ως ποσοστού επί του συνολικού προϋπολογισμού (έως 80%) σε συμμόρφωση με τον ΓΑΚ 651/2014. Ως προς το τελευταίο, σημειώνεται ότι, το ύψος των επιλέξιμων δαπανών αφενός και το ύψος του μη επιλέξιμου προϋπολογισμού της παραγωγής αφετέρου, αποτελούν αντιστρόφως ανάλογα μεγέθη – όσο αυξάνεται ο συνολικός προϋπολογισμός τόσο μειώνεται το ποσοστό των επιλέξιμων δαπανών που περιλαμβάνονται σε αυτόν. Συνεπώς, κίνδυνος υπέρβασης του ποσοστού 80% δεν υφίσταται σε καμία περίπτωση. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού της παραγωγής δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των στοιχείων που πιστοποιούνται από τις Επιτροπές Αξιολόγησης των αιτήσεων ένταξης (άρθρο 9 παρ. 5 της ΚΥΑ 6376/2025 για το καθεστώς ενίσχυσης CRGR – FTV). Συνεπώς, δεν αποτελεί οργανικά ουσιώδες στοιχείο της απόφασης υπαγωγής, η δε συμπερίληψή του σε αυτήν γίνεται αποκλειστικά όπως προεκτέθηκε για λόγους υπολογισμού του ποσοστού σώρευσης κρατικών ενισχύσεων και του ποσοστού των επιλέξιμων δαπανών. Τρίτο και κυριότερο, η απαγόρευση αύξησης του μη επιλέξιμου προϋπολογισμού της παραγωγής κατά τη διάρκεια της υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου σημαίνει, επί διασυνοριακών παραγωγών, πολύ απλά, ότι το ΕΚΚΟΜΕΔ επιβάλλει κατ’ ουσίαν στους αλλοδαπούς παραγωγούς την υποχρέωση να μην προβαίνουν σε καμίαν αύξηση των δαπανών που υλοποιούν σε τρίτα κράτη – μέλη, ακόμη και αν έχουν τη σχετική δυνατότητα βάσει των προγραμμάτων ενίσχυσης που έχουν θεσπιστεί και λειτουργούν στα εν λόγω κράτη – μέλη. Η επιβολή όμως τέτοιας υποχρέωσης αντίκειται στο άρθρο 54 του ΓΑΚ 651/2014, αφού συνιστά υπέρβαση των υποχρεώσεων εδαφικότητας που δύνανται να επιβάλουν τα κράτη – μέλη, γεγονός που προκαλεί σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού στη σχετική αγορά. Β.4.2. Δυνατότητα προσθήκης νέας επιλέξιμης δαπάνης σε περίπτωση μείωσης των συνολικών επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου – μη απαίτηση υποβολής αιτήματος τροποποίησης: Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 32 παρ. 3ε του ν. 5105/2024 «3. Αίτηση για τροποποίηση όρων ένταξης επενδυτικού σχεδίου δύναται να αφορά αποκλειστικά:…. (ε) Σε αύξηση του προϋπολογισμού των επιλέξιμων δαπανών έως το ποσοστό του δέκα τοις εκατό (10%) εντός του εγκεκριμένου προϋπολογισμού της παραγωγής σε περιπτώσεις απρόβλεπτων καταστάσεων». Συνεπώς, τυχόν νέες δαπάνες των φορέων που δεν οδηγούν σε αύξηση του προϋπολογισμού επιλέξιμων δαπανών δεν θεωρούνται τροποποιήσεις της περ. (ε) και, μάλιστα, σε περίπτωση μείωσης του ύψους των συνολικών επιλέξιμων δαπανών, δεν θεωρούνται ούτε τροποποιήσεις υπαγόμενες στην περίπτωση (α) για την αύξηση των δαπανών ανά κατηγορία άνω του 20%. Κατόπιν αυτών, προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 32 παρ. 3 περ. (α) του ν. 5105/2024 ως ακολούθως: «3. Αίτηση για τροποποίηση όρων ένταξης επενδυτικού σχεδίου δύναται να αφορά αποκλειστικά: (α) Σε εσωτερική αυξομειωτική ανακατανομή των κατηγοριών επιλέξιμων δαπανών που περιλήφθηκαν στο επενδυτικό σχέδιο που εγκρίθηκε, εφόσον η αύξηση υπερβαίνει το ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) ανά κατηγορία επιλέξιμης δαπάνης. Στην περίπτωση που υπάρχει μείωση άνω του 20% ανά κατηγορία επιλέξιμης δαπάνης χωρίς αύξηση άνω του 20% ανά κατηγορία επιλέξιμης δαπάνης ή στην περίπτωση που παρά την αύξηση άνω του 20% ανά κατηγορία επιλέξιμης δαπάνης οι λοιπές μειωτικές μεταβολές ανά κατηγορία δεν οδηγούν σε αύξηση της συνολικής ενίσχυσης του επενδυτικού σχεδίου, δεν απαιτείται αίτημα τροποποίησης. Αίτημα τροποποίησης δεν απαιτείται και στις ακόλουθες περιπτώσεις: (i) σε περίπτωση αύξησης των μη επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου, (ii) σε περίπτωση προσθήκης νέας επιλέξιμης δαπάνης εφόσον παρά την προσθήκη αυτή υφίσταται μείωση των συνολικών επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου….». B.5. Προσθήκη ρητής πρόβλεψης στο άρθρο 33 παρ. 1 του ν. 5105/2025 σχετικά με τη δυνατότητα επαλήθευσης και πιστοποίησης της λήξης επενδυτικών σχεδίων στην Ελλάδα τα οποία αφορούν σε διασυνοριακές παραγωγές με εκκρεμείς -κατά τον χρόνο του ελέγχου- εργασίες μεταπαραγωγής σε άλλα κράτη – μέλη. Κατά το πρόσφατο παρελθόν, έχουν ανακύψει περιπτώσεις διασυνοριακών παραγωγών στις οποίες η αρμόδια υπηρεσία του ΕΚΚΟΜΕΔ, παρότι το επενδυτικό σχέδιο είχε ολοκληρωθεί κανονικά στην Ελλάδα, δεν αποδέχθηκε την υποβολή αιτημάτων ελέγχου πριν τη λήξη των εργασιών μεταπαραγωγής στα άλλα κράτη – μέλη. Αποτέλεσμα της πρακτικής αυτής είναι οι συγκεκριμένοι φορείς να μη δύνανται να εισπράξουν εγκαίρως τα χρήματα της ενίσχυσης, ώστε να ανταποκριθούν στις ανειλημμένες οικονομικές υποχρεώσεις τους έναντι τρίτων στο πλαίσιο της υλοποίησης των επενδυτικών τους σχεδίων. Πράγματι, στο ισχύον νομοκανονιστικό πλαίσιο δεν υφίσταται ειδική διάταξη περί του τρόπου υπολογισμού της έντασης των ληφθεισών κρατικών ενισχύσεων επί εργασιών διασυνοριακής παραγωγής που ναι μεν έχουν ολοκληρωθεί στην Ελλάδα, πλην όμως βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη σε λοιπά κράτη – μέλη κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης ελέγχου (στην πράξη επειδή τα γυρίσματα γίνονται στην Ελλάδα ενώ οι εργασίες μεταπαραγωγής στο εξωτερικό). Όπως γίνεται αντιληπτό, πρόκειται για εξαιρετική περίπτωση, η οποία δυστυχώς έχει αφεθεί νομοκανονιστικά αρρύθμιστη. Στο πλαίσιο αυτό, για λόγους ασφάλειας δικαίου, και λαμβάνοντας υπόψη ότι: (i) σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 4 του ν. 5105/2024 ως επενδυτικό σχέδιο ορίζεται η παραγωγή αυτοτελούς οπτικοακουστικού έργου που υλοποιείται στην Ελληνική Επικράτεια (συνεπώς δεν θεωρούνται τμήμα του επενδυτικού σχεδίου τυχόν εργασίες οι οποίες δεν υλοποιούνται στην Ελληνική επικράτεια), (ii) η έννοια του αυτοτελούς οπτικοακουστικού έργου (ενός έργου δηλαδή που ήδη από το σενάριο έχει αρχή, μέση και τέλος) δεν πρέπει να συγχέεται με την ολοκλήρωση των εργασιών της μεταπαραγωγής, (iii) η αίτηση ελέγχου του άρθρου 33 παρ. 1 του ν. 5105/2024 υποβάλλεται το αργότερο εντός εξαμήνου από την ολοκλήρωση του επενδυτικού σχεδίου (δηλαδή την ολοκλήρωση των εργασιών παραγωγής στην Ελλάδα) και συνεπώς σε περίπτωση εκκρεμουσών εργασιών μεταπαραγωγής στο εξωτερικό υφίσταται κίνδυνος απώλειας της ενίσχυσης του CRGR για τον δικαιούχο, και (iv) τα οριζόμενα στο άρθρο 54 του ΓΑΚ 651/2024 επιτρέπουν στο στάδιο του ελέγχου τον υπολογισμό του ποσοστού σώρευσης κρατικών ενισχύσεων επί του συνόλου του προϋπολογισμού της παραγωγής, ακόμη και αυτού που πρόκειται να υλοποιηθεί, Παρίσταται αναγκαία και εύλογη για τη διασφάλιση των φορέων η προσθήκη νέου εδαφίου στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 33 του ν. 5105/2024 ως κατωτέρω πρόταση: «1. Η επαλήθευση για την πιστοποίηση της λήξης επενδυτικού σχεδίου στα καθεστώτα ενίσχυσης CRGR-FTV και CRGR-Animate γίνεται με αίτηση της αιτούσας επιχείρησης προς τη Χορηγούσα Αρχή στο πληροφοριακό σύστημα που ορίζεται από την τελευταία σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο εντός έξι (6) μηνών από τη λήξη του επενδυτικού σχεδίου, ήτοι από την ημερομηνία αίτησης για έλεγχο από ορκωτό λογιστή ή από την ημερομηνία της περ. (γ) της παρ. 3 του άρθρου 32. Αλλαγή της ημερομηνίας λήξης επενδυτικού σχεδίου, η οποία έχει εγκριθεί με την απόφαση ένταξης χρηματοδότησης επιτρέπεται μόνο για παράταση αυτής σύμφωνα με την περ. (γ) της παρ. 3 του άρθρου 32. Σε περίπτωση διασυνοριακής παραγωγής, η επαλήθευση για την πιστοποίηση της λήξης επενδυτικού σχεδίου διενεργείται ακόμη και αν δεν έχουν ολοκληρωθεί τυχόν εργασίες μεταπαραγωγής εκτός της Ελληνικής επικράτειας.»