• Σχόλιο του χρήστη 'Γρηγόρης Τρικούκης' | 2 Φεβρουαρίου 2025, 19:07

    Σκοπός της διάταξης του άρθρου 18 ν. 2121/1993, είναι η αποκατάσταση των άμεσα ζημιωθέντων από την ιδιωτική αντιγραφή. Μέχρι σήμερα, δεν περιλαμβάνονται στους δικαιούχους, οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, οι οποίοι προστίθενται με τη προτεινόμενη διάταξη. Η νέα διάταξη, ωστόσο, είναι εξόχως προβληματική για τους εξής λόγους: Οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, δεν είναι άμεσα ζημιωθέντες. Ούτε εκ της επικαλούμενης απόφασης του ΔΕΕ (C-260/22, Seven.One Entertainment κατά Corint Media GmbH) προκύπτει κάτι τέτοιο, ώστε να καθίσταται υποχρεωτική η συμπερίληψη τους, στους δικαιούχους λήψης αποζημίωσης για την ιδιωτική αντιγραφή. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφέρεται μεν σε ένα χωριστό δικαίωμα των ρ/ο, παραπέμπει ωστόσο, την υπόθεση στο εθνικό δικαστήριο (της Γερμανίας), για να κρίνει το ουσιαστικό ζήτημα της ζημίας και ειδικότερα, το κατά πόσον αυτή είναι ασήμαντη. Στην περίπτωση που ψηφιστεί η διάταξη, ο εθνικός μας νομοθέτης, θα έχει ήδη κρίνει επί του ζητήματος αυτού (ύπαρξη, ανυπαρξία ή ασημαντότητα ζημίας) προβλέποντας μάλιστα την κάλυψη της, μέσω της απομείωσης της αποζημίωσης των λοιπών δικαιούχων. Μέχρι σήμερα, μόνον μία χώρα στην Ευρώπη, έχει προβεί σε νομοθέτηση διάταξης για την συμπερίληψη των ρ/ο στους δικαιούχους της αποζημίωσης για την ιδιωτική αντιγραφή. Η πρόθεση δε για νομοθέτηση και στην Ελλάδα, πραγματοποιείται βιαστικά, χωρίς καμία προηγούμενη μελέτη των συνθηκών και χωρίς εκτίμηση των πραγματικών συνεπειών, στην εν γένει διαχείριση του δικαιώματος του άρθρου 18 ν. 2121/1993. Συνεπώς, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Όπως πολύ εύστοχα έχει ήδη σημειωθεί σε άλλο σχόλιο, μάλλον δεν έχει γίνει πλήρως αντιληπτό, το ότι με τη νέα διάταξη, καθίστανται δικαιούχοι, άπαντες οι ραδιο-τηλεοπτικοί οργανισμοί, μεταξύ των οποίων και αυτοί που λειτουργούν από το ίδιο το Δημόσιο. Τούτο δε, θα προσθέσω, επί ενός δικαιώματος, υποκείμενου σε υποχρεωτική συλλογική διαχείριση, με ότι αυτό συνεπάγεται. Μέχρι σήμερα, μεταξύ των δικαιούχων, περιλαμβάνονται οι ραδιο-τηλεοπτικοί οργανισμοί, υπό την ιδιότητα τους, ως παραγωγών οπτικοακουστικών έργων. Με τη νέα διάταξη οι ίδιοι ρ/ο (ασχέτως εάν θα προστεθούν και πολλοί άλλοι δικαιούχοι στην συγκεκριμένη κατηγορία), θα αποκτήσουν ένα χωριστό δικαίωμα για σύνολο του προγράμματος τους. Συνεπώς, πέραν της μέχρι σήμερα αποζημιώσεως τους, για τις παραγωγές του, θα δικαιούνται να λάβουν και νέα αποζημίωση, για το εκπεμπόμενο πρόγραμμα τους, στο οποίο όμως περιλαμβάνονται και οι παραγωγές για τις οποίες ελάμβαναν αποζημίωση ήδη. Αυτό, μπορεί να πει κανείς, ότι δεν είναι καταρχήν ασύμβατο με το ενωσιακό δίκαιο, όπως σημειώνεται στην προαναφερθείσα απόφαση του ΔΕΕ. Όντως. Αλλά υπό την προϋπόθεση, ότι αυτή η ζημία, δεν είναι ασήμαντη. Η εκτίμηση δε, του κατά πόσον η ζημία είναι ή όχι ασήμαντη, εναπόκειται στα κράτη μέλη (απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi, C 463/12, σκέψη 61). Με δεδομένη την πρόταση νομοθέτησης της συγκεκριμένης διάταξης και την συμπερίληψη των ρ/ο στου δικαιούχους του άρθρου 18 ν. 2121/1993, θα πρέπει να θεωρηθεί ως δεδομένο, ότι ο εθνικός νομοθέτης, έχει ήδη προβεί σε μελέτες εκ των οποίων έχει υπολογιστεί η συγκεκριμένη ζημία των ρ/ο και ότι την έκρινε ως «μη ασήμαντη». Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο. Συνεπώς, η νομοθέτηση είναι πρόωρη και αναιτιολόγητη. Κυρίως όμως είναι αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο, για τους εξής λόγους: Η αρχή της ίσης μεταχείρισης, συνιστά γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης που προβλέπεται στο άρθρο 20 του Χάρτη (Copydan Båndkopi, C 463/12, σκέψη 31), ενώ σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 35 της οδηγίας 2001/29, προκύπτει ότι οι δικαιούχοι πρέπει να λαμβάνουν δίκαιη και επαρκή αποζημίωση, για τη χρήση των προστατευόμενων έργων ή λοιπών προστατευόμενων αντικειμένων τους. Προκειμένου δε οι διατάξεις αυτές να μην απωλέσουν την πρακτική αποτελεσματικότητά τους, επιβάλλεται τα κράτη μέλη τα οποία θεσπίζουν την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής να διασφαλίζουν, την πραγματική είσπραξη της δίκαιης αποζημίωσης που προορίζεται για την αποκατάσταση της ζημίας του συνόλου των δικαιούχων. (Ametic, C 263/21, σκέψη 69). Στη χώρα μας, ο ίδιος εθνικός νομοθέτης, έχει ορίσει την ζημία του συνόλου των δικαιούχων, σε συγκεκριμένο ποσοστό επί της αξίας των τεχνικών μέσων. Ειδικότερα, η αμοιβή για τους η/υ, τας tablets και τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα (smartphones) έχει οριστεί σε 2% της αξίας τους, ενώ η αντίστοιχη για τις συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλους υλικούς φορείς πρόσφορους για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, τους υλικούς φορείς ψηφιακής αντιγραφής και τα άλλα αποθηκευτικά μέσα χωρητικότητας άνω των 4GB, όπως επίσης η αμοιβή για συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή ορίζεται σε 6% της αξίας τους. Το έπραξε δε, ενώ ήδη υφίσταντο οι εκ της νέας διατάξεως αποκτώντες δικαίωμα ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί. Αυτό σημαίνει ότι κατά την θεσμοθέτηση των προαναφερθέντων ποσοστών, δεν είχε συνυπολογίσει την ζημία των ρ/ο, που δεν τους είχε συμπεριλάβει στους δικαιούχους. Μια ζημία, που σήμερα φαίνεται να την θεωρεί -μη ασήμαντη- και γι’ αυτό προβαίνει στην συμπερίληψη τους στους δικαιούχους του άρθρου 18 ν. 2121/1993. Εάν όμως σήμερα κρίνει ότι όντως υφίσταται τέτοια, μη ασήμαντη ζημία, αυτονοήτως θα πρέπει να γίνει αποδεκτό και αναλόγως αυξάνεται και το συνολικό «ύψος» της ζημίας, δηλαδή της ζημίας του συνόλου των δικαιούχων. Συνεπώς, αποτελεί μονόδρομο η ταυτόχρονη αύξηση των ποσοστών του 2% και 6% (ήτοι των ποσοστών εκ των οποίων καλύπτεται η ζημία του συνόλου των δικαιούχων). Σε διαφορετική περίπτωση, καλούνται οι ήδη δικαιούχοι να καταβάλουν από την δική τους αποζημίωση, αυτή που «θα» δικαιούνται να λάβουν οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί. Μια τέτοια, ωστόσο, -και μάλιστα δια νόμου- απομείωση της μέχρι σήμερα αποδιδόμενης αποζημίωσης, σε όλες τις άλλες κατηγορίες δικαιούχων, είναι προδήλως αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο, με βάση τα ήδη αναφερθέντα. Μια τέτοια προσέγγιση και δη σε έναν νόμο που αφορά στον πολιτισμό, είναι αδιανόητη. Είναι πλήρως αντίθετη με τον πραγματικό σκοπό της διάταξης του άρθρου 18 ν. 2121/1993, όπως άλλωστε και με την οδηγία 29/2001, όπως αυτή έχει σε πολλές αποφάσεις του ΔΕΕ, αναλυθεί και ερμηνευθεί. Η υπέρμετρη «προστασία» που παρέχει η συγκεκριμένη διάταξη στους ρ/ο, είναι αδικαιολόγητη. Πρώτον διότι στην πραγματικότητα δεν υφίστανται ζημία, δεύτερον διότι, ακόμη και στην περίπτωση που γινόταν δεκτό ότι υφίσταται ζημία, δεν έχει προηγηθεί καμία μελέτη και δεν υφίσταται κανένα απολύτως προσδιοριστικό στοιχείο, από το οποίο να προκύπτει το εάν αυτή είναι σημαντική, (ιδίως όταν πρόκειται περί συντρέχουσας ζημίας στις περιπτώσεις που το πρόγραμμα αφορά στις παραγωγές τους), τρίτον διότι η υποτιθέμενη ζημία, σύμφωνα με τη νέα διάταξη, θα καλυφθεί μέσω της απομείωσης της αποζημίωσης που λαμβάνουν οι υπόλοιποι δικαιούχοι για την πραγματική τους ζημία. Τέλος δεν μπορεί να μην συνεκτιμηθεί – όπως ορθώς σημειώνεται και σε άλλο σχόλιο- ότι το πρόγραμμα των ρ/ο που προστατεύει η νέα διάταξη, είναι το μέσο δια του οποίου προκαλείται η ζημία των υπολοίπων δικαιούχων. Από άποψη νομικής προσέγγισης, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι αυτό είναι αδιάφορο. Από άποψη νομικού πολιτισμού όμως, δεν είναι. Ειδικά όταν είναι γνωστό, ότι το πρόγραμμα κάθε ρ/ο, στην ουσία είναι το αναγκαίο υπόβαθρο, για επίτευξη του (νόμιμου φυσικά) εμπορικού του σκοπού, που δεν είναι άλλος από το εμπορικό κέρδος, το οποίο προέρχεται από τις διαφημίσεις. Είναι, συνεπώς, άξιον απορίας το σε τι ακριβώς συνίσταται η ζημία του ρ/ο, στην περίπτωση της ιδιωτικής αντιγραφής μίας εκπομπής, από έναν ιδιώτη και πως ακριβώς ο εθνικός νομοθέτης την προσδιόρισε ως σημαντική και έσπευσε να την καλύψει, με την προτεινόμενη διάταξη. Συνεπώς, η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να περιληφθεί στο νόμο, καθώς ούτε δίκαιη είναι, ούτε στηρίζεται σε οποιοδήποτε στοιχείο, που να την καθιστά επιβεβλημένη ή έστω χρήσιμη και θα δημιουργήσει πολύ σοβαρά ζητήματα στο δικαίωμα του άρθρου 18 ν. 2121/1993, του οποίου η διαχείριση είναι υποχρεωτικώς συλλογική. Κυρίως όμως, δεν πρέπει να περιληφθεί στο νόμο τέτοια διάταξη, διότι αντίκειται στη ενωσιακή νομοθεσία, καθώς προσβάλει τα δικαιώματα των υπολοίπων δικαιούχων και μειώνει την δική τους αποζημίωση, προς κάλυψη της υποτιθέμενης και μη προσδιορισθείσας ζημίας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Τυχόν συναφής διάταξη, μετά από υπολογισμό της ζημίας που φέρεται ότι υφίστανται οι ρ/ο και – εφόσον αυτή δεν είναι ασήμαντη – με ταυτόχρονη αύξηση του ποσοστού αποζημιώσεως, που προβλέπεται στο νόμο, για το σύνολο των δικαιούχων, να ήταν όντως συμβατή με το ενωσιακό δίκαιο και να έπρεπε να θεσπιστεί.