ΜΕΡΟΣ Ζ’: ΘΕΣΠΙΣΗ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΒΡΑΒΕΙΩΝ, ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (άρθρα 81-98)

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΚΡΑΤΙΚΑ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΒΡΑΒΕΙΑ

Άρθρο 81
Θεατρικό Βραβείο «Μελίνα Μερκούρη»
1. Για την ενίσχυση των προσπαθειών των νέων γυναικών ηθοποιών θεσπίζεται ετήσιο Κρατικό Βραβείο με την επωνυμία «ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ». Το Θεατρικό Βραβείο Μελίνα Μερκούρη απονέμεται σε υποψήφια απόφοιτη δραματικής σχολής, με ικανή πορεία στις θεατρικές σκηνές και με συμμετοχές σε παραστάσεις και ερμηνείες σε ρόλους που έχουν αναδείξει και αποδείξει το ταλέντο της κατά την περασμένη θεατρική περίοδο.
2. Η αξιολόγηση του έργου και η απονομή του Βραβείου του παρόντος γίνονται από πενταμελή Επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και αποτελείται από πρόσωπα εγνωσμένου κύρους του θεάτρου και των παραστατικών τεχνών. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο Πρόεδρος της Επιτροπής και ένας υπάλληλος του Υπουργείου Πολιτισμού που εκτελεί χρέη γραμματέα αυτής.

Άρθρο 82
Θεατρικό Βραβείο «Δημήτρης Χορν»
1. Για την ενίσχυση των προσπαθειών των νέων ανδρών ηθοποιών θεσπίζεται ετήσιο Κρατικό Βραβείο με την επωνυμία «ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ». Το Θεατρικό Βραβείο Δημήτρης Χορν απονέμεται για την καλύτερη ερμηνεία νέου άνδρα ηθοποιού κατά την περασμένη θεατρική περίοδο.
2. Η αξιολόγηση του έργου και η απονομή του Βραβείου γίνονται από πενταμελή Επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και αποτελείται από πρόσωπα εγνωσμένου κύρους του θεάτρου και των παραστατικών τεχνών. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο Πρόεδρος της Επιτροπής και ένας υπάλληλος του Υπουργείου Πολιτισμού που εκτελεί χρέη γραμματέα αυτής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΘΕΜΑΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

Άρθρο 83
Ενίσχυση της προστασίας των δικαιωμάτων στο διαδίκτυο – Τροποποίηση παρ. 1 και 10Α άρθρου 66Ε ν. 2121/1993
1. Στην παρ. 1 του άρθρου 66Ε του ν. 2121/1993 (Α’ 25), περί προστασίας των δικαιωμάτων στο διαδίκτυο, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο μετά τις λέξεις «ή συγγενικό δικαίωμα» προστίθεται η φράση «καθώς και το δικαίωμα του διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων, όπως προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 84 και στην παρ. 2 του άρθρου 84Α του ν. 2725/1999 (Α’ 121)», β) στο δεύτερο εδάφιο η φράση «του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή του συγγενικού δικαιώματος, το οποίο προσβάλλεται» αντικαθίσταται από τη φράση «των ανωτέρω δικαιωμάτων που προσβάλλονται», γ) στο τρίτο εδάφιο μετά από τη λέξη «διαδίκτυο» προστίθενται οι λέξεις «ο ειδικός διάδοχος αυτού», και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Αν προσβάλλεται στο διαδίκτυο δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικό δικαίωμα, καθώς και το δικαίωμα του διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων, όπως προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 84 και στην παρ. 2 του άρθρου 84Α του ν. 2725/1999 (Α’ 121), ο δικαιούχος μπορεί να ακολουθήσει την περιγραφόμενη στις επόμενες παραγράφους διαδικασία. Την ίδια διαδικασία δύναται να ακολουθήσει ομοίως, ο δικαιούχος των ανωτέρω δικαιωμάτων που προσβάλλονται δια της προσφοράς προϊόντων ή υπηρεσιών στο διαδίκτυο είτε μέσω διαφήμισης είτε μέσω προώθησης. Ως δικαιούχος για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου νοείται ο δικαιούχος του οποίου το δικαίωμα προσβάλλεται στο διαδίκτυο, ο ειδικός διάδοχος αυτού, καθώς και οποιοσδήποτε οργανισμός συλλογικής διαχείρισης ή προστασίας, στον οποίο έχει ανατεθεί η διαχείριση ή η προστασία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικών δικαιωμάτων. Η παρούσα διαδικασία δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις προσβολών που τελούνται από τελικούς χρήστες. Η παρούσα διαδικασία δεν θίγει τη διαδικασία που προβλέπεται από τον Κανονισμό Διαχείρισης και Εκχώρησης Ονομάτων Χώρου (domain names) με κατάληξη .gr της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), ο οποίος καταρτίζεται με απόφαση της ΕΕΤΤ.».

2. Στην περ. β) της παρ. 5 του άρθρου 66Ε του ν. 2121/1993, οι λέξεις «τον πάροχο υπηρεσίας φιλοξενίας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών», και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Η Επιτροπή εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της αίτησης αποφασίζει είτε να θέσει την υπόθεση στο αρχείο, είτε να συνεχίσει τη διαδικασία.
α) Η υπόθεση τίθεται στο αρχείο με πράξη της Επιτροπής, στην οποία αναφέρονται τουλάχιστον ένας από τους ακόλουθους λόγους:
αα) μη χρήση της προδιατυπωμένης αίτησης,
αβ) έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης,
αγ) ύπαρξη εκκρεμοδικίας μεταξύ των ίδιων μερών ή έκδοση οριστικής απόφασης επί της εξεταζόμενης διαφοράς,
αδ) έλλειψη αρμοδιότητας,
αε) έλλειψη λόγων και επαρκών αποδεικτικών στοιχείων (προδήλως αβάσιμη),
αστ) απόσυρση της αίτησης πριν από την εξέτασή της,
αζ) μη καταβολή του τέλους εξέτασης της υπόθεσης σύμφωνα με την παρ. 3 και,
αη) λήψη άδειας χρήσης δικαιωμάτων.
β) Αν συνεχιστεί η διαδικασία, η Επιτροπή ενημερώνει ταυτόχρονα εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της αίτησης τους παρόχους πρόσβασης στο διαδίκτυο και, όπου είναι εφικτό, τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών, τους διαχειριστές και τους ιδιοκτήτες των αναφερόμενων στην αίτηση ιστοτόπων ή/και ονομάτων χώρου.
Η γνωστοποίηση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τον ακριβή προσδιορισμό των δικαιωμάτων που υποστηρίζεται ότι προσβάλλονται, τις διατάξεις του νόμου που κατά τη δήλωση του δικαιούχου παραβιάζονται, περίληψη των γεγονότων και των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων, τους όρους τερματισμού της διαδικασίας και αναφορά της δυνατότητας εκούσιας συμμόρφωσης των εμπλεκομένων.»

3. Στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 66 Ε του ν. 2121/1993 διαγράφονται οι λέξεις «πρόσβασης στο διαδίκτυο», και η παρ. 8 διαμορφώνεται ως εξής:

«8. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, ότι το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή το συγγενικό δικαίωμα προσβάλλεται, καλεί τους αποδέκτες της γνωστοποίησης να απομακρύνουν το περιεχόμενο που προσβάλλει το δικαίωμα ή να διακόψουν την πρόσβαση σε αυτό και να λάβουν οποιοδήποτε άλλο μέτρο κρίνει η Επιτροπή πρόσφορο και το οποίο στοχεύει στην παύση, στην αποτροπή επανάληψης ή και στην πρόληψη της προσβολής. Εάν ο ιστότοπος στον οποίο βρίσκεται το περιεχόμενο φιλοξενείται σε διακομιστή (server) που βρίσκεται εντός της ελληνικής επικράτειας, η Επιτροπή καλεί τους αποδέκτες της γνωστοποίησης να απομακρύνουν το συγκεκριμένο περιεχόμενο και να λάβουν οποιοδήποτε άλλο μέτρο κρίνει η Επιτροπή πρόσφορο και το οποίο στοχεύει στην παύση, στην αποτροπή επανάληψης ή και στην πρόληψη της προσβολής. Σε περίπτωση προσβολών μεγάλης κλίμακας, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, αντί για την απομάκρυνση του περιεχομένου, διακοπή της πρόσβασης σε αυτό και λήψη οποιουδήποτε άλλου μέτρου κρίνει πρόσφορο και το οποίο στοχεύει στην παύση, στην αποτροπή επανάληψης ή και στην πρόληψη της προσβολής. Αν ο ιστότοπος φιλοξενείται σε διακομιστή εκτός της ελληνικής επικράτειας, η Επιτροπή καλεί τον πάροχο να διακόψει την πρόσβαση στο περιεχόμενο και να λάβει οποιοδήποτε άλλο μέτρο κρίνει η Επιτροπή πρόσφορο και το οποίο στοχεύει στην παύση, στην αποτροπή επανάληψης ή και στην πρόληψη της προσβολής.».

4. Στην παρ. 10Α του άρθρου 66Ε του ν. 2121/1993, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) όπου γίνεται αναφορά σε «ενιαίους εντοπιστές πόρων (URL)» αυτή διαγράφεται και επέρχεται σχετική ανασύνταξη του κειμένου, β) στην υποπαρ. 1: βα) στην περ. α) διαγράφεται η λέξη «προστατευόμενων», προστίθενται οι λέξεις «ή δικαιωμάτων εκμετάλλευσης προστατευόμενου περιεχομένου αθλητικής εκδήλωσης» και στο τέλος της προστίθενται οι λέξεις «εντός της ελληνικής επικράτειας ή σχετικά με οπτικοακουστικά έργα που πρόκειται να μεταδοθούν ή να παρουσιασθούν ή να καταστούν προσιτά στο κοινό, όπου και όταν αυτό επιλέγει», ββ) στην περ. β) οι λέξεις «συνδρομητική σύνδεση» αντικαθίστανται από τη λέξη «πρόσβαση» και οι λέξεις «και, ιδίως,» αντικαθίστανται από τις λέξεις «συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης», βγ) οι λέξεις «στον συγκεκριμένο εντοπιστή πόρων (URL) ή διεύθυνση διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP address) ή όνομα τομέα (domain name)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στις συγκεκριμένες διευθύνσεις διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP addresses) ή ονόματα τομέα (domain names)», γ) στην υποπαρ. 2: γα) η περ. α) αντικαθίσταται, γβ) στο δεύτερο εδάφιο της περ. β) μετά από τις λέξεις «η Επιτροπή» οι λέξεις «εφόσον παρίσταται ανάγκη» διαγράφονται, γγ) η περ. γ) αντικαθίσταται, γδ) προστίθενται περ. δ) και ε), δ) στην υποπαρ. 3 η λέξη «τομέα» αντικαθίσταται από τη λέξη «χώρου», ε) στην υποπαρ. 4: εα) στο πρώτο εδάφιο οι λέξεις «Οι διαχειριστές και ιδιοκτήτες ιστοτόπων ή ονομάτων χώρου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Οι διαχειριστές ή/και ιδιοκτήτες των ονομάτων ή των διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου» και εβ) στο δεύτερο εδάφιο η φράση «Η προσφυγή δεν αναστέλλει αυτοδίκαια» αντικαθίσταται από τη φράση «Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν», στ) στο πρώτο εδάφιο της υποπαρ. 5 οι λέξεις «της παρ. 1» αντικαθίστανται από τις λέξεις «της υποπαρ. 1 και της περ. ε) της υποπαρ. 2» και η φράση «των ιστοτόπων ή ονομάτων χώρου που ασκήσανε την προσφυγή και εθίγησαν» αντικαθίσταται από τη φράση «των ονομάτων χώρου ή των διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου που άσκησε την προσφυγή και εθίγη», ζ) στην υποπαρ. 6: ζα) στο πρώτο εδάφιο οι λέξεις «της αίτησης της παρ. 1» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των αιτήσεων των υποπαρ. 1 και της περ. ε) της υποπαρ. 2» και ζβ) στο δεύτερο εδάφιο οι λέξεις «του τέλους» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των τελών», η) η υποπαρ. 7 αντικαθίσταται και θ) στην υποπαρ. 8 οι λέξεις «της παρ. 1 και με την υποχρέωση ενημέρωσης και επικαιροποίησης των στοιχείων της παρ. 7» αντικαθίστανται από τις λέξεις «της Επιτροπής και της εντολής της ΕΕΤΤ», και η παρ. 10Α διαμορφώνεται ως εξής:

«10Α. 1. Κατόπιν αίτησης του δικαιούχου και εφόσον:
α) επίκειται στο διαδίκτυο μεγάλης κλίμακας προσβολή δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικών δικαιωμάτων ή δικαιωμάτων εκμετάλλευσης προστατευομένου περιεχομένου αθλητικής εκδήλωσης για γεγονότα εθνικής ή διεθνούς τηλεθέασης, που πρόκειται να μεταδοθούν ταυτόχρονα με τη διενέργειά τους εντός της ελληνικής επικράτειας ή σχετικά με οπτικοακουστικά έργα που πρόκειται να μεταδοθούν ή να παρουσιασθούν ή να καταστούν προσιτά στο κοινό, όπου και όταν αυτό επιλέγει,
β) η προσβολή θα λάβει χώρα, ενδεικτικά μέσω συγκεκριμένων διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP addresses) ή ονομάτων τομέα (domain names) που υποστηρίζουν τη, χωρίς άδεια, πρόσβαση με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης μέσω χρήσης κωδικών ή αποκωδικοποιητή και
γ) συντρέχει επείγουσα περίπτωση αποτροπής άμεσου, σοβαρού και επικείμενου κίνδυνου ή ανεπανόρθωτης βλάβης για το δημόσιο συμφέρον ή για τον δικαιούχο, η Επιτροπή δύναται, με απόφασή της, να διατάξει τη διακοπή πρόσβασης στις συγκεκριμένες διευθύνσεις διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP addresses) ή ονόματα τομέα (domain names), σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υποπαρ. 2, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερών. Για τη λήψη της απόφασης αρκεί η εκ μέρους της Επιτροπής πιθανολόγηση ότι επίκειται προσβολή δικαιωμάτων, κατά τα αναφερόμενα στις περ. α’ και β’.
2. α) Η αίτηση του δικαιούχου υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες πριν από την προγραμματισμένη μετάδοση ή παρουσίαση ή κατ’ αίτηση διάθεση στο κοινό του συγκεκριμένου οπτικοακουστικού έργου ή του γεγονότος ή της αθλητικής εκδήλωσης. Αν η Επιτροπή κάνει δεκτή την αίτηση, εκδίδει απόφαση, με την οποία καλεί τους παρόχους πρόσβασης στο διαδίκτυο, καθώς και κάθε άλλο ενδιάμεσο πάροχο, εφόσον τα στοιχεία επικοινωνίας του έχουν συμπεριληφθεί στην αίτηση, να διακόψουν την πρόσβαση στο περιεχόμενο και να λάβουν οποιοδήποτε άλλο μέτρο κρίνει η Επιτροπή πρόσφορο και το οποίο στοχεύει στην παύση, στην αποτροπή επανάληψης ή στην πρόληψη της προσβολής, εντός προθεσμίας, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τρεις (3) ώρες και μεγαλύτερη από έξι (6) ώρες από την αποστολή της απόφασης. Εντός της ως άνω προθεσμίας οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και οι λοιποί ενδιάμεσοι πάροχοι, αποδέκτες της απόφασης, αποστέλλουν στην Επιτροπή δηλώσεις για συμμόρφωση με το διατακτικό της απόφασης. Η απόφαση της Επιτροπής δύναται να επιβάλει τη διακοπή πρόσβασης και σε ονόματα χώρου δεύτερου επιπέδου, ακόμη και εάν η πρόσβαση στο περιεχόμενο γίνεται από ονόματα χώρου τρίτου ή επόμενου επιπέδου. Η απόφαση της Επιτροπής εκδίδεται και αποστέλλεται το αργότερο είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από τη μετάδοση ή παρουσίαση ή την κατ’ αίτηση διάθεση στο κοινό του οπτικοακουστικού έργου ή του γεγονότος ή της αθλητικής εκδήλωσης μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας στον δικαιούχο, στους ενδιάμεσους παρόχους, αποδέκτες της απόφασης και στην ΕΕΤΤ, σύμφωνα με τα στοιχεία επικοινωνίας του Μητρώου Παρόχων της ΕΕΤΤ. Μετά τη διακοπή της πρόσβασης στο περιεχόμενο από τους παρόχους η Επιτροπή γνωστοποιεί την απόφαση στους δικαιούχους διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου ή ονομάτων χώρου, εφόσον τελεί σε γνώση των στοιχείων επικοινωνίας τους.
β) Σε περίπτωση παραβίασης απόφασης της Επιτροπής, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της παρούσας, καθώς και σε περίπτωση της, καθ’ οιονδήποτε τεχνικό τρόπο, επανάληψης της προσβολής των δικαιωμάτων ή του περιεχομένου, στο οποίο αφορά η εν λόγω απόφαση της Επιτροπής, ο δικαιούχος μπορεί να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία στην Επιτροπή σχετικά με την παραβίαση της απόφασης ή την επανάληψη της προσβολής, χωρίς την καταβολή νέου τέλους εξέτασης. Εφόσον από τα υποβληθέντα στοιχεία πιθανολογείται η παραβίαση απόφασης της Επιτροπής ή η, καθ’ οιονδήποτε τεχνικό τρόπο, επανάληψη της προσβολής των δικαιωμάτων ή του περιεχομένου στο οποίο αφορά η απόφαση της Επιτροπής, η Επιτροπή εκδίδει συμπληρωματική σχετική πράξη. Η εφαρμογή της συμπληρωματικής πράξης του προηγούμενου εδαφίου υλοποιείται με τη διαδικασία που περιγράφεται στην περ. α’.
γ) Η απόφαση της Επιτροπής για διακοπή πρόσβασης στην παράνομη μετάδοση, παρουσίαση στο κοινό ή την κατ’ αίτηση διάθεση στο κοινό εκτείνεται πέρα από κάθε διεύθυνση διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP address) και όνομα χώρου (domain name), για τα οποία ρητά γίνεται μνεία στην απόφαση και σε κάθε άλλη διεύθυνση διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP address) ή όνομα χώρου (domain name) μεταφερθεί η παράνομη μετάδοση, παρουσίαση ή κατ’ αίτηση διάθεση στο κοινό ή μέσω των οποίων παραβιάζεται με οποιονδήποτε τρόπο η απόφαση. Για τον λόγο αυτό ο δικαιούχος υποβάλλει προς την αρμόδια υπηρεσία της ΕΕΤΤ με κοινοποίηση στην Επιτροπή συμπληρωματικά στοιχεία σχετικά, ιδίως, με την τεκμηρίωση της παραβίασης της απόφασης ή την επανάληψη της προσβολής, χωρίς χρονικό περιορισμό ακόμη και κατά τη διάρκεια της μετάδοσης ή παρουσίασης ή της κατ’ αίτηση διάθεσης του οπτικοακουστικού έργου ή του γεγονότος ή της αθλητικής εκδήλωσης.
δ) Εφόσον από τα υποβληθέντα στοιχεία πιθανολογείται η παραβίαση απόφασης της Επιτροπής ή η καθ’ οιονδήποτε τεχνικό τρόπο και μέσο προσβολή των δικαιωμάτων ή του περιεχομένου, στο οποίο αφορά η απόφαση της Επιτροπής, η αρμόδια υπηρεσία της ΕΕΤΤ δίνει αμελλητί εντολή στους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο για διακοπή πρόσβασης στις πρόσθετες διευθύνσεις διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP addresses) ή ονόματα χώρου (domain names), και ενημερώνει ταυτόχρονα την Επιτροπή. Οι πάροχοι με περισσότερους από είκοσι χιλιάδες (20.000) συνδρομητές υποχρεούνται να διακόψουν την πρόσβαση στο περιεχόμενο εντός της προθεσμίας που ορίζει η εντολή της ΕΕΤΤ και η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τριάντα (30) λεπτών από την αποστολή της εντολής της. Η εντολή της ΕΕΤΤ του πρώτου εδαφίου κοινοποιείται στον δικαιούχο του δικαιώματος και στους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο. Οι πάροχοι υποχρεούνται να αποστέλλουν δηλώσεις για συμμόρφωση με το διατακτικό της εντολής της ΕΕΤΤ στην αρμόδια υπηρεσία της ΕΕΤΤ.
ε) Για τη διατήρηση της ισχύος της εντολής της ΕΕΤΤ ο δικαιούχος υποχρεούται να καταθέσει, εντός προθεσμίας πέντε (5) εργασίμων ημερών από την έκδοση της εντολής της ΕΕΤΤ, αίτηση στην Επιτροπή για την έκδοση συμπληρωματικής απόφασης. Για το παραδεκτό της αίτησης καταβάλλεται το προβλεπόμενο τέλος εξέτασης. Η Επιτροπή, μετά από εισήγηση της ΕΕΤΤ και λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί από τον δικαιούχο και την εντολή της αρμόδιας υπηρεσίας της ΕΕΤΤ, εκδίδει συμπληρωματική πράξη επί της αρχικής απόφασης. Η συμπληρωματική πράξη εκδίδεται εντός ενός (1) μηνός από την έκδοση της σχετικής εντολής της ΕΕΤΤ. Η πράξη του τρίτου εδαφίου κοινοποιείται από την Επιτροπή στον δικαιούχο, στους παρόχους και στους διαχειριστές και ιδιοκτήτες των αναφερόμενων σε αυτήν ονομάτων χώρου ή διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου, εφόσον τελεί σε γνώση των στοιχείων επικοινωνίας τους, καθώς και στην EΕΤΤ. Αν δεν υποβληθεί ή δεν υποβληθεί εμπροθέσμως αίτηση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η εντολή της ΕΕΤΤ παύει να ισχύει.
3. Ο δικαιούχος δύναται, το αργότερο μέχρι την έκδοση απόφασης της Επιτροπής, να προσκομίζει ενώπιόν της νέα στοιχεία, ιδίως για παραλλαγές των ονομάτων χώρου (domain names) ή των διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP addresses), μέσω των οποίων πιθανολογείται η διενέργεια της προσβολής.
4. Οι διαχειριστές ή/και ιδιοκτήτες των ονομάτων χώρου ή των διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου, που αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής, μπορούν να προσφύγουν κατ’ αυτής ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, εντός δέκα (10) ημερών από την γνωστοποίηση της απόφασης προς αυτούς. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης της Επιτροπής. Σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής εντός της άνω προθεσμίας ή σε περίπτωση δικαστικής απόρριψης αυτής, η διακοπή της πρόσβασης που διατάχθηκε με την απόφαση καθίσταται αμετάκλητη.
5. Σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής λόγω διαπίστωσης εκ μέρους του Δικαστηρίου ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της υποπαρ. 1 και της περ. ε) της υποπαρ. 2, ο δικαιούχος που αιτήθηκε την έκδοση της απόφασης της Επιτροπής, οφείλει αποζημίωση προς τον διαχειριστή ή ιδιοκτήτη των ονομάτων χώρου ή των διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου που άσκησε την προσφυγή και εθίγη από την απόφαση της Επιτροπής. Το ύψος της αποζημίωσης καθορίζεται στο προσήκον, ανάλογα με τις περιστάσεις, μέτρο, με συνεκτίμηση και της εύλογης ή καταχρηστικής συμπεριφοράς του δικαιούχου.
6. Για την εξέταση των αιτήσεων της υποπαρ. 1 και της περ. ε) της υποπαρ. 2 επιβάλλεται τέλος. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Πολιτισμού και Ψηφιακής Διακυβέρνησης ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα σχετικά με την αίτηση του δικαιούχου, την απόφαση της Επιτροπής, το ύψος και τον τρόπο καταβολής των τελών.
7. Το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρ. 10 εφαρμόζονται και στην παρούσα.
8. Σε περίπτωση μη έγκαιρης και προσήκουσας συμμόρφωσης των παρόχων με το διατακτικό της απόφασης της Επιτροπής και της εντολής της ΕΕΤΤ, εφαρμόζεται η παρ. 11.».

5. Στο τέλος του άρθρου 66Ε του ν. 2121/1993 προστίθεται παρ. 14 ως εξής:
«14. Στις αποφάσεις της Επιτροπής και τις εντολές της αρμόδιας υπηρεσίας της ΕΕΤΤ της περ. δ) της υποπαρ. 2 της παρ. 10Α εφαρμόζεται το άρθρο 9 του Κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 της 19ης Οκτωβρίου 2022 σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ (Πράξη για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες) (L 277). Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του παρόντος, οι πάροχοι ενημερώνουν εγγράφως την Επιτροπή για την εκτέλεση των αποφάσεών της σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 9 του Κανονισμού 2022/2065. Ομοίως ενημερώνουν και τους διαχειριστές και ιδιοκτήτες των ονομάτων χώρου ή διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου, και τους τυχόν λοιπούς αποδέκτες των αποφάσεων της Επιτροπής, μόλις αυτές εκτελεστούν, εφόσον δεν προβλέπεται η ενημέρωσή τους με άλλον τρόπο από το παρόν. Η Επιτροπή κοινοποιεί τις αποφάσεις της, μαζί με τα σχετικά ενημερωτικά έγγραφα που έχει λάβει από τους παρόχους, στον εθνικό συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.»

Άρθρο 84
Διοικητικές κυρώσεις για την καταπολέμηση της πειρατείας μέσω διαδικτύου– Τροποποίηση παρ. 1, 4 και 5, προσθήκη παρ. 2Β και κατάργηση παρ. 3 άρθρου 65Α ν. 2121/1993
Στο άρθρο 65Α του ν. 2121/1993 (Α’ 25), περί των διοικητικών κυρώσεων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1 μετά τη φράση «του παρόντος νόμου αναπαράγει» προστίθεται η λέξη «παρουσιάζει», β) στην παρ. 2 μετά τις λέξεις «(εκτός καταστήματος)» προστίθενται η φράση «όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του ν. 4849/2021 (Α’ 207)», γ) προστίθεται παρ. 2.Β., γ) η παρ. 3 καταργείται, δ) στην παρ. 4 δα) οι λέξεις «η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, η Γενική Διεύθυνση του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, η Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς» και δβ) μετά το πρώτο εδάφιο προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφια, ε) στην παρ. 5 μετά τις λέξεις «υπηρεσίες είσπραξης» προστίθενται οι λέξεις «η διαδικασία υποβολής αντιρρήσεων από τους παραβάτες», και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 65Α διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 65Α
Διοικητικές κυρώσεις
1. Όποιος χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου αναπαράγει, παρουσιάζει, πωλεί ή κατ’ άλλον τρόπο διανέμει στο κοινό ή κατέχει με σκοπό διανομής πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με χίλια (1.000) ευρώ για κάθε παράνομο αντίτυπο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή.
2. Πλανόδιος ή στάσιμος (εκτός καταστήματος), όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του ν. 4849/2021 (Α’ 207), που καταλαμβάνεται να διανέμει στο κοινό με πώληση ή με άλλους τρόπους ή να κατέχει με σκοπό διανομής υλικούς φορείς ήχου, στους οποίους έχει εγγραφεί έργο που αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικών δικαιωμάτων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με το γινόμενο των τεμαχίων των παράνομων υλικών φορέων που αποτελούν αντικείμενο της προσβολής επί είκοσι (20) ευρώ ανά τεμάχιο υλικού φορέα ήχου κατά την έκθεση κατάσχεσης που συντάσσεται κατά τη σύλληψη του δράστη. Το ελάχιστο ποσό του διοικητικού προστίμου ορίζεται σε χίλια (1.000) ευρώ. Το ίδιο ισχύει και για την αναπαραγωγή και διανομή υλικών φορέων ήχου εντός καταστημάτων.
2Α. Όποιος χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση του παρόντος προβαίνει σε αναπαραγωγή φωνογραφημάτων αποθηκευμένων σε οποιοδήποτε τεχνικό μέσο αποθήκευσης, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι σκληροί δίσκοι ενσωματωμένοι ή μη σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με χίλια (1.000) ευρώ.
2Β. Όποιος χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση του παρόντος αναμεταδίδει, εγγράφει, αναπαράγει, εν όλω ή εν μέρει, προβαίνει σε διανομή με πώληση ή με άλλους τρόπους, μεταδίδει με κάθε μέσο και τρόπο, παρουσιάζει στο κοινό με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της κατ’ αίτηση μετάδοσης, κατέχει ή αποκτά πρόσβαση με κατοχή παράνομου εξοπλισμού ή λογισμικού, με ή χωρίς σκοπό διανομής και γενικά εκμεταλλεύεται παράνομα οπτικοακουστικά έργα ή εκπομπές ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών ή γεγονότα εθνικής ή διεθνούς τηλεθέασης που μεταδίδονται στο διαδίκτυο ταυτόχρονα με τη διενέργειά τους, συμπεριλαμβανομένων αυτών που η δυνατότητα παρακολούθησης παρέχεται μέσω παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και παρόχων υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 4779/2021 (Α’ 27), ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο επτακοσίων πενήντα (750) ευρώ για κάθε παράβαση. Το ίδιο ισχύει για τα παραπάνω δικαιώματα που προσβάλλονται δια της προσφοράς προϊόντων ή υπηρεσιών στο διαδίκτυο, είτε μέσω διαφήμισης είτε μέσω προώθησης. Αν η προσβολή τελείται με δημόσια παρουσίαση σε κοινό σε χώρους πάσης φύσεως, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ για κάθε παράβαση. Όποιος τελεί τις παραπάνω πράξεις με σκοπό άμεσο ή έμμεσο εμπορικό οικονομικό όφελος υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ για κάθε παράβαση. Σε περίπτωση υποτροπής, τα διοικητικά πρόστιμα της παρούσας αυξάνονται, αντίστοιχα, για κάθε παράβαση σε χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ στις περιπτώσεις προσβολής για ιδιωτική χρήση, σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ στις περιπτώσεις προσβολής με δημόσια παρουσίαση σε κοινό σε χώρους πάσης φύσεως και σε δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ στις περιπτώσεις προσβολής με σκοπό άμεσο ή έμμεσο εμπορικό οικονομικό όφελος.
3. [Καταργείται]
4. Αρμόδιες για τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου και την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων είναι η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, η Γενική Διεύθυνση του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, η Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς, οι Αστυνομικές, Λιμενικές και Τελωνειακές Αρχές, οι οποίες μετά τη διαπίστωση της παράβασης, ενημερώνουν τους δικαιούχους μέσω του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας. Για τη διαπίστωση των διοικητικών παραβάσεων της παρ. 2Β και την επιβολή των διοικητικών προστίμων επιτρέπεται από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές η διαβίβαση προς τις αρχές του πρώτου εδαφίου, των αναγκαίων στοιχείων για την ταυτοποίηση των παραβατών, τα οποία συνελέγησαν και περιέχονται σε ποινική δικογραφία που σχηματίσθηκε κατόπιν άσκησης ποινικής δίωξης για τα εγκλήματα του άρθρου 66. Αντίστοιχα, οι αρχές του πρώτου εδαφίου δύνανται, με σκοπό τη διαπίστωση των διοικητικών παραβάσεων της παρ. 2Β και την επιβολή των αντίστοιχων κυρώσεων, να ζητούν από τους παρόχους της παρ. 10Α του άρθρου 66Ε, οποιοδήποτε απαραίτητο στοιχείο για την ταυτοποίηση των προσώπων που παραβιάζουν τα δικαιώματα της παρ. 2Β.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού καθορίζονται η διαδικασία επιβολής και είσπραξης του προστίμου, οι αρμόδιες υπηρεσίες είσπραξης, η διαδικασία υποβολής αντιρρήσεων από τους παραβάτες, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.».

Άρθρο 85
Γνωστοποίηση ενδεχόμενων παραβιάσεων – Αντικατάσταση άρθρου 43 ν. 4481/2017
Το άρθρο 43 του ν. 4481/2017 (Α’ 100), περί γνωστοποίησης ενδεχόμενων παραβάσεων, αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 43
Γνωστοποίηση ενδεχόμενων παραβιάσεων
(άρθρο 36 παράγραφος 2 της Οδηγίας)

1. Τα μέλη ενός οργανισμού συλλογικής διαχείρισης, οι δικαιούχοι, οι χρήστες, οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να γνωστοποιούν στον ΟΠΙ εγγράφως δραστηριότητες ή καταστάσεις, οι οποίες κατά τη γνώμη τους συνιστούν παραβίαση του παρόντος νόμου ή του ν. 2121/1993 (Α’ 25).
2. Για την εξέταση της γνωστοποίησης κατατίθεται παράβολο υπέρ του ΟΠΙ.
3. Σε περίπτωση μη κατάθεσης του παραβόλου, ο ΟΠΙ ειδοποιεί εγγράφως τον υποβάλλοντα τη γνωστοποίηση, τάσσοντάς του προθεσμία για την προσκόμισή του, όχι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών και σε περίπτωση που το παράβολο δεν προσκομισθεί εντός της ανωτέρω προθεσμίας, η γνωστοποίηση τίθεται στο αρχείο με απόφαση του ΟΠΙ. Ομοίως τίθενται στο αρχείο με απόφαση του ΟΠΙ προδήλως απαράδεκτες ή προδήλως αβάσιμες ή υποβαλλόμενες καταχρηστικά γνωστοποιήσεις. Ο υποβάλλων την γνωστοποίηση ενημερώνεται σχετικά.
4. Με την επιφύλαξη της παρ. 3, για την εξέταση της γνωστοποίησης διενεργείται από τον ΟΠΙ έρευνα, σύμφωνα με τις παρ. 5 έως και 8 του άρθρου 46.
5. Αν διαπιστωθεί παράβαση, επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 46.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού καθορίζεται το ύψος του παραβόλου της παρ. 2.»

Άρθρο 86
Επιβολή κυρώσεων – Τροποποίηση άρθρου 46 ν. 4481/2017
Στο άρθρο 46 του ν. 4481/2017 (Α’ 100), περί επιβολής κυρώσεων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στον τίτλο πριν από τη φράση «Επιβολή κυρώσεων», προστίθενται οι λέξεις «Έλεγχος παραβάσεων –», β) στην παρ. 5: βα) στο τέλος του πρώτου εδαφίου η λέξη «καταγγελία» αντικαθίσταται από τις λέξεις «γνωστοποίηση κατά το άρθρο 43», ββ) το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται, γ) στην παρ. 6: γα) το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται και γβ) προστίθεται έκτο εδάφιο, δ) η παρ. 7 αντικαθίσταται, ε) η παρ. 10 καταργείται και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 46 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 46
Έλεγχος παραβάσεων -Επιβολή κυρώσεων
(άρθρο 36 παρ. 3 εδάφια πρώτο και δεύτερο της Οδηγίας)
1. Κάθε παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή του ν. 2121/1993 (Α’ 25) από οργανισμό συλλογικής διαχείρισης ή προστασίας ή ανεξάρτητη οντότητα διαχείρισης ή ανεξάρτητη οντότητα διαχείρισης του άρθρου 50 επισύρει την επιβολή, σωρευτικώς ή διαζευκτικώς, των παρακάτω κυρώσεων, με βάση την κατωτέρω διαδικασία:
α) διοικητικό πρόστιμο από δύο χιλιάδες (2.000) έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ,
β) προσωρινή ή οριστική ανάκληση της άδειας λειτουργίας.
2. Επιβολή κυρώσεων επιφέρει και η μερική ή ολική άρνηση συνεργασίας των οργανισμών ή των ανεξαρτήτων οντοτήτων της παρ. 1 με τον Υπουργό Πολιτισμού και τον ΟΠΙ στο πλαίσιο του παρόντος νόμου και του ν. 2121/1993, στην οποία εμπίπτει και η μη προσκόμιση στοιχείων, η άρνηση επίδειξης αιτούμενων βιβλίων και λοιπών εγγράφων και η μη χορήγηση αντιγράφων ή αποσπασμάτων τους.
3. Για την επιλογή του είδους της κύρωσης και για την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται υπόψη, ιδίως, η σοβαρότητα και η βαρύτητα της παράβασης, η διάρκειά της, εάν έχει προηγηθεί από τον Υπουργό Πολιτισμού προειδοποίηση για συμμόρφωση για την ίδια παράβαση, η επανάληψη της παράβασης, η τέλεση άλλης παράβασης στο παρελθόν, το ύψος των ακαθάριστων εσόδων και η εν γένει οικονομική κατάσταση των οργανισμών ή των ανεξαρτήτων οντοτήτων διαχείρισης της παρ. 1.
4. Εάν συγκεκριμένη παράβαση διαπιστωθεί για πρώτη φορά, ο Υπουργός Πολιτισμού, ανάλογα με τη βαρύτητά της, μπορεί να απευθύνει σύσταση συμμόρφωσης και να θέσει εύλογη προθεσμία συμμόρφωσης. Εάν ο οργανισμός ή η ανεξάρτητη οντότητα δεν συμμορφωθεί πλήρως μέσα στην ανωτέρω προθεσμία, εφαρμόζεται η παρ. 1. Η συμμόρφωση ή μη του οργανισμού διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, που εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση του ΟΠΙ.
5. Για τον έλεγχο της τήρησης του παρόντος νόμου ή του ν. 2121/1993 από τους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης ή προστασίας ή τις ανεξάρτητες οντότητες διαχείρισης της παρ. 1, διενεργείται έρευνα, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από γνωστοποίηση κατά το άρθρο 43. Την έρευνα διενεργεί ο ΟΠΙ.
6. Σε περίπτωση που ο ΟΠΙ κρίνει ότι για την επάρκεια της έρευνας απαιτείται και έλεγχος από ανεξάρτητους ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές ή υπηρεσίες ελέγχου άλλων συναρμόδιων Υπουργείων, αιτείται από τον Υπουργό Πολιτισμό και τον κατά περίπτωση αρμόδιο Υπουργό την έκδοση εντολής έρευνας προς τους ανωτέρω. Αν διαπιστωθεί παράβαση, ο Υπουργός Πολιτισμού μπορεί να καταλογίσει το συνολικό κόστος του ελέγχου στον ελεγχόμενο οργανισμό ή ανεξάρτητη οντότητα της παρ. 1. Η καταβολή του κόστους αυτού, όπως και ενδεχόμενου διοικητικού προστίμου, επιβαρύνει τα προβλεπόμενα από τον νόμο διαχειριστικά έξοδα του οργανισμού ή της ανεξάρτητης οντότητας της παρ. 1. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, ο οργανισμός ή η ανεξάρτητη οντότητα της παρ. 1 που ελέγχεται υποχρεούται να θέτει αμελλητί στη διάθεση όσων διενεργούν την έρευνα οποιοδήποτε στοιχείο κρίνουν οι τελευταίοι απαραίτητο. Σε περίπτωση άρνησης ή παρεμπόδισης όσων διενεργούν την έρευνα στην άσκηση των καθηκόντων τους, αυτοί μπορούν να ζητούν τη συνδρομή των εισαγγελικών αρχών και κάθε άλλης αρμόδιας αρχής. Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, το διενεργήσαν αυτήν όργανο συντάσσει πόρισμα για τα αποτελέσματα της έρευνας, το οποίο διαβιβάζεται στον ΟΠΙ, σε περίπτωση που η έρευνα δεν διεξάγεται από αυτόν.
7. Ο ΟΠΙ αξιολογεί τα αποτελέσματα της έρευνας που περιλαμβάνονται στο πόρισμα και σε περίπτωση που στοιχειοθετείται παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή του ν. 2121/1993 καλεί τον αντίστοιχο οργανισμό ή ανεξάρτητη οντότητα σε ακρόαση, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999). Μετά την ακρόαση, ο ΟΠΙ συντάσσει και υποβάλλει στον Υπουργό Πολιτισμού αιτιολογημένη γνώμη για τη διαπίστωση ή μη παράβασης του παρόντος νόμου ή του ν. 2121/1993 και για την επιβλητέα ή τις επιβλητέες σε περίπτωση παράβασης κύρωση ή κυρώσεις, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 3. Η παράβαση διαπιστώνεται και οι κυρώσεις επιβάλλονται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Πολιτισμού, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και επιδίδεται στον οργανισμό ή την ανεξάρτητη οντότητα της παρ. 1. Η απόφαση αναρτάται υποχρεωτικά στην ιστοσελίδα του οργανισμού ή της ανεξάρτητης οντότητας της παρ. 1 και στην ιστοσελίδα του ΟΠΙ.
8. Η προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας των οργανισμών ή των ανεξαρτήτων οντοτήτων της παρ. 1 επιβάλλεται για χρονικό διάστημα έως έξι (6) μηνών, κατά το οποίο αναστέλλεται η λειτουργία τους, εκτός από την ικανότητα παράστασής του σε εκκρεμείς δίκες.
9. Η απόφαση περί προσωρινής ή οριστικής ανάκλησης της άδειας λειτουργίας των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης ή των ανεξάρτητων οντοτήτων διαχείρισης του άρθρου 50 τίθεται σε ισχύ από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
10. Καταργείται.
11. Το ύψος του διοικητικού προστίμου αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του ΟΠΙ.

Άρθρο 87
Ορισμός ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών ως δικαιούχων εύλογης αμοιβής για την αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση – Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 18 ν. 2121/1993
Στην παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 2121/1993 (Α’ 25), περί καθορισμού εύλογης αμοιβής για την ελεύθερη αναπαραγωγή έργου για ιδιωτική χρήση, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο δεύτερο εδάφιο της περ. α) πριν από τις λέξεις «και στους εκδότες εντύπων» προστίθενται οι λέξεις «στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς», β) στην περ. β), βα) στο δεύτερο εδάφιο μετά τις λέξεις «και συγγενικών δικαιωμάτων» προστίθεται η φράση «στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί» και ββ) στο τέλος του τρίτου εδαφίου προστίθενται οι λέξεις «και στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς», και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Εάν για την ελεύθερη αναπαραγωγή του έργου για ιδιωτική χρήση χρησιμοποιούνται τεχνικά μέσα, όπως συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλοι υλικοί φορείς πρόσφοροι για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι υλικοί φορείς ψηφιακής αντιγραφής, ιδίως CD-RW, CD-R, DVD και άλλα αποθηκευτικά μέσα χωρητικότητας άνω των 4GB, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, φορητές ηλεκτρονικές συσκευές -ταμπλέτες (tablets), έξυπνα κινητά τηλέφωνα (smartphones), συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή, φωτοτυπικές συσκευές και χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες, σαρωτές, συμπεριλαμβανομένων των τρισδιάστατων, και εκτυπωτές, συμπεριλαμβανομένων των τρισδιάστατων, οφείλεται εύλογη αμοιβή στον δημιουργό του έργου και στους κατά την παρούσα διάταξη δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων, με εξαίρεση τα προς εξαγωγή είδη.
Η εύλογη αμοιβή καθορίζεται ως εξής: α) Η αμοιβή για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τις φορητές ηλεκτρονικές συσκευές ταμπλέτες (tablets), και τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα (smartphones) ορίζεται σε 2% της αξίας τους. Η αμοιβή κατανέμεται στους πνευματικούς δημιουργούς, στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες, στους παραγωγούς γραμμένων μαγνητικών ταινιών ή άλλων γραμμένων υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς και στους εκδότες εντύπων. Η κατανομή των ποσοστών της εύλογης αμοιβής επί των τεχνικών μέσων του προηγούμενου εδαφίου στους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης της κάθε κατηγορίας ή υποκατηγορίας δικαιούχων, καθώς και ο τρόπος είσπραξης και καταβολής καθορίζονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 9.
β) Η αμοιβή για τις συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλους υλικούς φορείς πρόσφορους για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, τους υλικούς φορείς ψηφιακής αντιγραφής και τα άλλα αποθηκευτικά μέσα χωρητικότητας άνω των 4GB, όπως επίσης η αμοιβή για συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή ορίζεται σε 6% της αξίας. Η αμοιβή για τους υλικούς φορείς ψηφιακής αντιγραφής και για τα άλλα αποθηκευτικά μέσα, καθώς και για τις συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή, κατανέμεται στους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που εκπροσωπούν τους δικαιούχους των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 9. Η αμοιβή για τις συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλους υλικούς φορείς πρόσφορους για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας κατανέμεται κατά 55% στους πνευματικούς δημιουργούς, 25% στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες και 20% στους παραγωγούς γραμμένων μαγνητικών ταινιών ή άλλων γραμμένων υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας και στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς.
γ) Η αμοιβή για τις φωτοτυπικές συσκευές, τους σαρωτές, συμπεριλαμβανομένων των τρισδιάστατων, τους εκτυπωτές, συμπεριλαμβανομένων των τρισδιάστατων, και για χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες ορίζεται σε τέσσερα τοις εκατό (4%) της αξίας τους. Η αμοιβή κατανέμεται εξ ημισείας μεταξύ των πνευματικών δημιουργών και των εκδοτών εντύπων. Στην έννοια των φωτοτυπικών συσκευών συμπεριλαμβάνεται και κάθε πολυμηχάνημα, το οποίο έχει τη δυνατότητα φωτοαντιγραφικής αναπαραγωγής.
Σε κάθε περίπτωση από τις ανωτέρω ο υπολογισμός της αξίας γίνεται κατά την εισαγωγή ή τη διάθεση από το εργοστάσιο. Η αμοιβή καταβάλλεται από τους εισαγωγείς ή από τους παραγωγούς των αντικειμένων αυτών, αναγράφεται στο τιμολόγιο και εισπράττεται από οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που λειτουργούν με έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και καλύπτουν εν όλω ή εν μέρει την ενδιαφερόμενη κατηγορία των δικαιούχων.».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΠΟΠΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 88
Λειτουργία εστιατορίου στο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου «Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου» – Τροποποίηση παρ. 1 και προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 4 του ν. 3600/2007
Στο άρθρο 4 του ν. 3600/2007 (Α’ 177) περί των πόρων του Μουσείου Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. β) της παρ. 1, μετά τις λέξεις «εκμετάλλευση κυλικείου – αναψυκτηρίου» προστίθενται οι λέξεις «και εστιατορίου» β) προστίθεται παρ. 3 και το άρθρο 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 4
Πόροι –Διαχειριστικά θέματα

1. Πόροι του Μουσείου είναι:
α) Οι πρόσοδοι από το τέλος επίσκεψης του Μουσείου, το οποίο καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού.

β) Οι πρόσοδοι από εκθέσεις, εκδηλώσεις, ξεναγήσεις, εκδόσεις, πωλήσεις καταλόγων, αναμνηστικών και αντιγράφων των εκθεμάτων, από την εκμετάλλευση κυλικείου – αναψυκτηρίου και εστιατορίου στους χώρους του Μουσείου, την προβολή και εκμετάλλευση οπτικοακουστικού υλικού, τις πωλήσεις και ανταλλαγές έργων τέχνης που γίνονται με τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις του νόμου και, γενικώς, οι πρόσοδοι από όλες τις επιτρεπτές και συμβατές προς τη φύση και τους σκοπούς του Μουσείου δραστηριότητες.
γ) Οι ετήσιες επιχορηγήσεις για τις λειτουργικές ανάγκες του Μουσείου από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Πολιτισμού.
δ) Οι ενωσιακές και εθνικές επιχορηγήσεις και τα ειδικά ενωσιακά προγράμματα.
ε) Οι δωρεές και οι τακτικές ετήσιες χορηγίες από το «Ίδρυμα Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου», οι λοιπές χορηγίες, κληρονομιές, κληροδοσίες και κάθε είδους τακτικές ή έκτακτες εισφορές.
στ) Κάθε άλλο νόμιμο έσοδο.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) αποφασίζει κατά τις κείμενες διατάξεις για τον προϋπολογισμό και τον απολογισμό της οικονομικής διαχείρισης, κατόπιν εισήγησης του Διευθυντή, και οι αποφάσεις του εγκρίνονται από τον Υπουργό Πολιτισμού. Τα οικονομικά διαθέσιμα του Μουσείου κατατίθενται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Οι δαπάνες του Μουσείου εκτελούνται με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και υπόκεινται μόνο στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
3. Επιτρέπεται η λειτουργία κυλικείου- αναψυκτηρίου και εστιατορίου στους χώρους του Μουσείου, με σκοπό την εξυπηρέτηση των επισκεπτών και των φίλων του, κατά παρέκκλιση των προβλεπόμενων κατά περίπτωση χρήσεων γης.».

Άρθρο 89
Επιλογή μη εκτελεστικών μελών Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου Ακρόπολης –
Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 6 ν. 3711/2008
Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 3711/2008 (Α’ 224) προστίθεται νέο εδάφιο και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συγκροτείται το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) του Μουσείου που αποτελείται από εννέα μέλη, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου ως εξής:
α) Επτά (7) μέλη επιλέγονται μεταξύ προσωπικοτήτων αναγνωρισμένου κύρους των τεχνών, των Γραμμάτων και των Επιστημών,
β) τον προϊστάμενο της Α` Εφορίας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων και
γ) ένα (1) μέλος της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΕΣΜΑ).
Τα προβλεπόμενα στην παρούσα μέλη του Δ.Σ. είναι μη εκτελεστικά, με εξαίρεση τον Πρόεδρό του.».

Άρθρο 90
Συγκρότηση και θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Ιδρύματος Βιβλίου και Πολιτισμού – Τροποποίηση παρ. 1 και 3 άρθρου 50 ν. 5105/2024
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 5105/2024 (Α’ 61) οι λέξεις «δεκατρία (13) μέλη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «δεκατέσσερα (14) μέλη» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) του Οργανισμού αποτελείται από δεκατέσσερα (14) μέλη. Τα μέλη του ορίζονται για ανανεώσιμη θητεία τεσσάρων (4) ετών με απόφαση του εποπτεύοντος Υπουργού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.».

2. Στην παρ. 3 του άρθρου 50 του ν. 5105/2024 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις : α) η φράση «έντεκα (11) μέλη» αντικαθίσταται από τη φράση «δώδεκα (12) μέλη», β) προστίθεται περ. θ) και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Τα λοιπά δώδεκα (12) μέλη του Δ.Σ. επιλέγονται ως εξής:
α) τέσσερα (4) μέλη επιλέγονται από τον εποπτεύοντα Υπουργό μεταξύ προσωπικοτήτων αναγνωρισμένου κύρους στον χώρο των τεχνών, των γραμμάτων και των επιστημών, νομικούς και οικονομολόγους,
β) ένα (1) μέλος υποδεικνύεται από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού,
γ) ένα (1) μέλος υποδεικνύεται από τον Υπουργό Εξωτερικών,
δ) ένα (1) μέλος είναι ο εκάστοτε προϊστάμενος της Διεύθυνσης Γραμμάτων της Γενικής Γραμματείας Σύγχρονου Πολιτισμού του Υπουργείου Πολιτισμού,
ε) ένα (1) μέλος υποδεικνύεται από την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος,
στ) ένα (1) μέλος υποδεικνύεται από τους επαγγελματικούς φορείς των εκδοτών,
ζ) ένα (1) μέλος υποδεικνύεται από τους επαγγελματικούς φορείς των συγγραφέων και των μεταφραστών, και
η) ένα (1) μέλος υποδεικνύεται από τους επαγγελματικούς φορείς των βιβλιοπωλών,
θ) ένα (1) μέλος υποδεικνύεται από την Ένωση Ελλήνων Βιβλιοθηκονόμων και Επιστημόνων Πληροφόρησης.».

Άρθρο 91
Απόδοση ποσοστού των ετήσιων διαθεσίμων του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων στο Υπουργείο Πολιτισμού – Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 17 ν. 4761/2020
Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 4761/2020 (Α’ 248), περί του ποσοστού των ετήσιων διαθεσίμων του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων που αποδίδεται στο Υπουργείο Πολιτισμού, οι λέξεις «από τον Ιούλιο κάθε έτους» αντικαθίστανται από τις λέξεις «από την 30ή Σεπτεμβρίου κάθε έτους» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Το ποσό, που αποδίδει ο Ο.Δ.Α.Π. στο Υπουργείο Πολιτισμού, σύμφωνα με την παρ. 1, περιλαμβάνεται στον ετήσιο προϋπολογισμό που καταρτίζει το Δ.Σ. του Ο.Δ.Α.Π. και εκτιμάται με βάση τα διαθέσιμα και τα λοιπά οικονομικά δεδομένα που αναμένονται στο τέλος του έτους, σύμφωνα με την πορεία της εκτέλεσης του τρέχοντος προϋπολογισμού. Ποσό που αντιστοιχεί έως το εβδομήντα τοις εκατό (70%) του προϋπολογισθέντος προς απόδοση ποσού, αποδίδεται στο Υπουργείο Πολιτισμού έως την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους. Το ακριβές ποσοστό ορίζεται, κατόπιν της υποβολής σχετικού αιτήματος από το Υπουργείο Πολιτισμού και απόφασης του Δ.Σ. του Ο.Δ.Α.Π., που βασίζεται στα ταμειακά διαθέσιμα και τα λοιπά οικονομικά δεδομένα, όπως αυτά διαμορφώθηκαν στο τέλος του προηγούμενου έτους. Το υπόλοιπο ποσό αποδίδεται στο Υπουργείο Πολιτισμού εντός μηνός από την έγκριση του απολογισμού του έτους, όταν οριστικοποιούνται τα τελικά οικονομικά μεγέθη του Ο.Δ.Α.Π. και όχι αργότερα από την 30ή Σεπτεμβρίου κάθε έτους.».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Άρθρο 92
Απαλλοτριώσεις ακινήτων για αρχαιολογικούς σκοπούς – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 18 Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς
Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 18 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), περί απαλλοτριώσεων για αρχαιολογικούς σκοπούς, μετά τις λέξεις «προστασία των μνημείων» προστίθενται οι λέξεις «και ακινήτων που προορίζονται για την αποθήκευση και συντήρηση μνημείων» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Το Δημόσιο μπορεί να προβαίνει είτε στην ολική ή τη μερική απαλλοτρίωση είτε στην απευθείας εξαγορά μνημείου ή οποιουδήποτε ακινήτου μέσα στο οποίο υπάρχουν μνημεία, καθώς και παρακείμενων ακινήτων ή μνημείων, εάν αυτό κρίνεται απαραίτητο για την προστασία των μνημείων, και ακινήτων που προορίζονται για την αποθήκευση και συντήρηση μνημείων. Η απαλλοτρίωση του πρώτου εδαφίου κηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, ή με κοινή απόφαση των Υπουργών Πολιτισμού και Eθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, σύμφωνα με τις περ. α` και γ` της παρ. 1 του άρθρου 1 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (ν. 2882/2001, Α’ 17), αντίστοιχα.».

Άρθρο 93
Σύσταση δικαιώματος επιφανείας επί δημοσίων ακινήτων στην περιοχή Τετραχωρίου Σουλίου
1. Επιτρέπεται η σύσταση δικαιώματος επιφανείας, σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν. 3986/2011 (Α’152), στα δημόσια ακίνητα που βρίσκονται στην περιοχή «Τετραχωρίου Σουλίου», όπως η εν λόγω περιοχή οριοθετείται από την κόκκινη διακεκοµµένη γραµµή στο σχέδιο (Π3) της «Μελέτης Συνολικής Ανάδειξης Τετραχωρίου Σουλίου και Κάστρου Κιάφας» της Διεύθυνσης Τοπογραφήσεων Φωτογραµµετρίας και Κτηµατολογίου του Υπουργείου Πολιτισμού, που συνοδεύει την υπό στοιχεία ΥΠΠΟ/ΓΔΑ&ΠΚ/ΑΡΧ/Β1/Φ 33 /73586/3269/23.7.2008 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού (ΑΑΠ 362) με θέμα «Κήρυξη Αρχαιολογικού Χώρου Σουλίου» και επισυνάπτεται στον παρόντα ως Παράρτηµα, με σκοπό τη συνολική ανάδειξη της περιοχής, σύμφωνα με την υπό στοιχεία ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Β1/Φ33/5.8.2010 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού.
2. Σε περίπτωση σύστασης του δικαιώματος της παρ. 1 επί ακινήτων που βρίσκονται εντός αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων ή έχουν χαρακτηρισθεί ως μνημεία από το Υπουργείο Πολιτισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’220), προϋπόθεση για τη σύνταξη του συμβολαιογραφικού εγγράφου σύστασης του δικαιώματος αποτελεί η σύμφωνη γνώμη του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Πολιτισμού.
3. Η σύσταση του δικαιώματος της παρ. 1 γίνεται άνευ ανταλλάγματος και χωρίς υποχρέωση καταβολής εδαφονομίου.
4. Δεν επιτρέπεται η σύσταση υποθήκης, η εγγραφή προσημείωσης, καθώς και η σύσταση πραγματικών και προσωπικών δουλειών, οι οποίες βαρύνουν το δικαίωμα επιφανείας της παρ. 1.
5. Το δικαίωμα της παρ. 1 δεν υπόκειται σε κατάσχεση.
6. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του Κεφαλαίου Γ’ του ν. 3986/2011.

Άρθρο 94
Ρυθμίσεις για τις ημέρες μετακίνησης εκτός έδρας των προϊσταμένων των Γενικών Διευθύνσεων του Υπουργείου Πολιτισμού που υλοποιούν συγχρηματοδοτούμενα έργα και έργα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Οι ημέρες μετακίνησης εκτός έδρας των προϊσταμένων των Γενικών Διευθύνσεων του Υπουργείου Πολιτισμού, οι Διευθύνσεις των οποίων υλοποιούν συγχρηματοδοτούμενα έργα και έργα που έχουν υπαχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, δεν συνυπολογίζονται στον κατ’ έτος περιορισμό ημερών μετακίνησης εκτός έδρας των υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού της παρ. 1 του άρθρου 3 του Κεφαλαίου Α’ της υποπαρ. Δ9 της παρ. Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α’ 94), περί του καθορισμού του αριθμού των επιτρεπόμενων κατ’ έτος ημερών εκτός έδρας των μετακινούμενων προσώπων και, πάντως, δεν μπορούν να υπερβούν τις εκατόν είκοσι (120) ημερολογιακές ημέρες. Η δαπάνη που προκαλείται από τη μετακίνηση των προϊσταμένων του πρώτου εδαφίου, βαρύνει, αντίστοιχα, τις πιστώσεις του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων ή τις πιστώσεις του εθνικού σκέλους του Αναπτυξιακού Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, σύμφωνα με τους ν. 5140/2024 (Α’ 154) και ν. 4635/2019 (Α’ 167) .

Άρθρο 95
Μητρώο Προσωπικού Αρχαιολογικών Εργασιών – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 344 ν. 4512/2018
Στην παρ. 1 του άρθρου 344 του ν. 4512/2018 (Α’5), περί του Μητρώου Προσωπικού Αρχαιολογικών Εργασιών, στο πρώτο εδάφιο α) μετά τη λέξη «επιστημονικό» προστίθεται η φράση «και διοικητικό» και β) πριν από τη λέξη «έρευνες» προστίθεται η λέξη «αρχαιολογικές» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Στο Υπουργείο Πολιτισμού τηρείται Μητρώο Προσωπικού Αρχαιολογικών Εργασιών (Μ.Π.Α.Ε.), στο οποίο καταχωρίζονται το επιστημονικό και διοικητικό προσωπικό, οι τεχνίτες υψηλής εξειδίκευσης, το ανειδίκευτο εργατοτεχνικό προσωπικό και οι σχεδιαστές, οι οποίοι απασχολούνται με σύμβαση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Ορισμένου Χρόνου σε αρχαιολογικές εργασίες, αρχαιολογικές έρευνες και αρχαιολογικά έργα που εκτελούνται από: α) υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων με τη μέθοδο της αυτεπιστασίας, συμπεριλαμβανομένων των αρχαιολογικών ερευνών και εργασιών, κάθε φύσης, που εκτελούνται δι’ αυτεπιστασίας στο πλαίσιο έργων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού, καθώς και φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, όπως αυτή ορίζεται στην περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143) και β) ιδιωτικούς φορείς στο πλαίσιο υλοποίησης στρατηγικών επενδύσεων του ν. 4864/2021 (Α’ 237) ή οποιασδήποτε άλλης επένδυσης ανεξαρτήτως προϋπολογισμού. Το Μητρώο Προσωπικού Αρχαιολογικών Εργασιών (Μ.Π.Α.Ε.) είναι προσβάσιμο μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης – gov.gr.».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ – ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 96
Μεταβατική διάταξη
Το άρθρο 46 του ν. 4481/2017 (Α’ 100), περί επιβολής κυρώσεων, εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς ενώπιον του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ) έρευνες, για τις οποίες δεν έχει συνταχθεί εισήγηση του ΟΠΙ προς τον Υπουργό Πολιτισμού κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Άρθρο 97
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού καθορίζονται το χρηματικό έπαθλο του θεατρικού βραβείου «Μελίνα Μερκούρη» του άρθρου 81 και η διαδικασία για την υποβολή υποψηφιότητας και την αξιολόγηση των υποψηφίων.
2. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού καθορίζονται το χρηματικό έπαθλο του θεατρικού βραβείου «Δημήτρης Χορν» του άρθρου 82 και η διαδικασία για την υποβολή υποψηφιότητας και την αξιολόγηση των υποψηφίων.

Άρθρο 98
Εξουσιοδοτική διάταξη – Καθορισμός δικαιούχων για την υλοποίηση εκπαιδευτικών δράσεων πολιτισμού στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Πολιτισμού, καθορίζονται οι φορείς που υλοποιούν εκπαιδευτικές δράσεις πολιτισμού σε μαθητές της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, στο πλαίσιο Προγραμμάτων του Εταιρικού Συμφώνου Περιφερειακής Ανάπτυξης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 23:06 | ΟΡΓ

    Σχόλιο στο άρθρο 87 του σχεδίου νόμου

    —————————————————-

    Η προτεινόμενη τροποποίηση της υφιστάμενης διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 18 ν. 2121/1993 περί εύλογης αμοιβής, μέσω του άρθρου 87 του σχεδίου νόμου, με τον ορισμό ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών ως δικαιούχων εύλογης αμοιβής για την αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση ειδικότερα: α) στο δεύτερο εδάφιο της περ. α) με τη προσθήκη των λέξεων «στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς» πριν από τις λέξεις «και στους εκδότες εντύπων» β) στην περ. β), βα) στο δεύτερο εδάφιο με τη προσθήκη της φράσης «στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί» μετά τις λέξεις «και συγγενικών δικαιωμάτων» και ββ) με τη προσθήκη των λέξεων «και στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς» στο τέλος του τρίτου εδαφίου, αντίκειται ευθέως στην ενωσιακή και στην εθνική νομοθεσία, διότι:

    (1) H παραπομπή της «Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης» του σχεδίου νόμου στην απόφαση του ΔικΕΕ της 23.11.2023, επί της υπόθεσης C – 260/22, Seven One Entertainment Group GmbH είναι ελλιπής και δεν αρκεί για την αιτιολόγηση της προσθήκης των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών στους δικαιούχους της εύλογης αμοιβής για την ιδιωτική αναπαραγωγή που προβλέπεται κατά την παρ. 3 του άρθρου 18 ν. 2121/1993, όπως ισχύει, δεδομένου ότι:

    (α) η προσθήκη των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών στους δικαιούχους δίκαιης αποζημίωσης/εύλογης αμοιβής προβλέπεται μόνον « … εφόσον η πιθανή ζημία των εν λόγω οργανισμών δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ασήμαντη»»

    (β) η υπόθεση παραπέμπεται στο εθνικό δικαστήριο, για να κρίνει εκείνο το ουσιαστικό ζήτημα της άμεσης ζημίας και δεν αρκεί απλά η παραπομπή στην απόφαση του ΔικΕΕ.

    (2) Δεν υπάρχει ειδική μελέτη για τη διαπίστωση της υποτιθέμενης σημαντικής ζημίας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών και της απόδειξης ότι αυτή δεν είναι ασήμαντη εξ αιτίας αναπαραγωγής προς ιδιωτική χρήση προκειμένου να αποκατασταθεί μέσω του συστήματος της εύλογης αμοιβής του άρθρου 18 ν. 2121/1993.

    (3) Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 18 ν.2121/1993, τα έσοδα της εύλογης αμοιβής « … θα διανέμονται στους δημιουργούς των οποίων τα έργα αναπαράγονται και στους δικαιούχους συγγενών δικαιωμάτων που άμεσα ζημιώνονται από την αναπαραγωγή», αλλά στη προκειμένη περίπτωση δεν προκύπτει σημαντική και άμεση ζημία των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών.

    (4) Σύμφωνα με το άρθρο 53 του ν.2121/1993, μεταξύ άλλων «…Η προστασία, που προβλέπεται από τα άρθρα 46 έως 52 του παρόντος νόμου, αφήνει ακέραιη και δεν επηρεάζει κατά κανένα τρόπο την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Καμία από τις διατάξεις που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο που θίγει την προστασία αυτή…». Στη περίπτωση προσθήκης όμως οργανισμού συγγενικών δικαιούχων ραδιοτηλεοπτικών σταθμών αυτή η πρόβλεψη δεν τηρείται δεδομένου ότι η αξίωση εύλογης αμοιβής των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών θα απαιτηθεί σε βάρος των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης των δικαιούχων δημιουργών και τα ποσοστά τους.

    Συνεπώς, κατόπιν των παραπάνω, πρέπει να αποσυρθεί η προτεινόμενη τροποποίηση της υφιστάμενης διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 18 ν. 2121/1993 διότι είναι σε σε αντίθεση με την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία.

  • Σχόλιο στο άρθρο 84 του σχεδίου νόμου

    —————————————————-

    Η προτεινόμενη προσθήκη παραγράφου 2Β στο άρθρο 65Α του ν.2121/1993, με την οποία προβλέπεται διοικητικό πρόστιμο σε όποιον γενικά «χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση του παρόντος…….., εγγράφει, αναπαράγει, εν όλω ή εν μέρει», οπτικοακουστικά έργα ή εκπομπές ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, είναι σε ευθεία αντίθεση με τις διατάξεις των παρ. 1 και 3 του άρθρου 18 ν.2121/1993, όπως ισχύει, και τη παρ. 2 του άρθρου 5 της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ, όπως ισχύει, και σε ευθεία αντίθεση με την αντίστοιχη εθνική και ενωσιακή νομολογία, αναφορικά με τη νομοθετικά προβλεπόμενη, ελεύθερη, χωρίς την άδεια του δημιουργού και χωρίς αμοιβή, αναπαραγωγή ενός έργου που έχει νομίμως δημοσιευθεί, εφόσον η αναπαραγωγή γίνεται για ιδιωτική χρήση εκείνου που την κάνει, καθώς και αναφορικά με την είσπραξη εύλογης αμοιβής/δίκαιης αποζημίωσης των δικαιούχων, ήτοι των δημιουργών, των συγγενικών καλλιτεχνών κι ερμηνευτών και των παραγωγών λόγω αυτής της ελεύθερης αναπαραγωγής για ιδιωτική χρήση.

    Επίσης, αυτή η προσθήκη της παραγράφου 2Β στο άρθρο 65Α του ν.2121/1993, κατά το μέτρο που αφορά αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση εκπομπών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, είναι σε ευθεία αντίφαση και αντίθεση με τη προτεινόμενη – με το άρθρο 87 του ιδίου σχεδίου νόμου – προσθήκη των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών στους δικαιούχους εύλογης αμοιβής της παρ. 3 του άρθρου 18 ν.2121/1993, όπως ισχύει.

    Επιπλέον, αυτή η προσθήκη της παραγράφου 2Β στο άρθρο 65Α του ν.2121/1993, κατά το μέτρο που αφορά αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση οπτικοακουστικών έργων, καταργεί το υφιστάμενο δικαίωμα όλων των δικαιούχων (δημιουργών, συγγενικών καλλιτεχνών κι ερμηνευτών και παραγωγών) επί οπτικοακουστικών έργων στην είσπραξη εύλογης αμοιβής 2% και 6% της παρ. 3 του άρθρου 18 ν.2121/1993, όπως ισχύει.

    Επιπρόσθετα, δεδομένου ότι δεν είναι πρωτότυπα πνευματικά έργα, υπό την έννοια του ν. 2121/1993, «τα γεγονότα εθνικής ή διεθνούς τηλεθέασης που μεταδίδονται στο διαδίκτυο ταυτόχρονα με τη διενέργειά τους» συμπεριλαμβανομένων αυτών που η δυνατότητα παρακολούθησης παρέχεται μέσω παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και παρόχων υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 4779/2021, διότι δεν συνιστούν αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας και ελεύθερης δημιουργικότητας των συμμετεχόντων σε αυτά, η μνεία τους στη προτεινόμενη προσθήκη της παρ. 2Β στο άρθρο 65Α του ν.2121/1993, μαζί με οπτικοακουστικά έργα ακόμη και για την εν γένει παράνομη εκμετάλλευσή τους, είναι εκτός πεδίου εφαρμογής του ν.2121/1993 περί πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων. Με το ν.4779/2021 (ΦΕΚ Α’ 27/2021) ενσωματώθηκε στην εθνική νομοθεσία η Οδηγία (ΕΕ) 2010/13 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαρτίου 2010 για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, όπως έχει τροποποιηθεί με την Οδηγία (ΕΕ) 2018/1808 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Νοεμβρίου 2018 και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης. Το αντικείμενο αυτών των νομοθετικών διατάξεων εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου (Ε.Σ.Ρ.) και όχι στο πεδίο εφαρμογής του ν.2121/1993, όπως ισχύει.

    Άλλωστε, πέραν της αρμοδιότητας άλλης Αρχής (δλδ του Ε.Σ.Ρ.), η τυχούσα προσθήκη του αντικειμένου των γεγονότων εθνικής ή διεθνούς τηλεθέασης που μεταδίδονται στο διαδίκτυο ταυτόχρονα με τη διενέργειά τους, στο πλαίσιο εφαρμογής του ν.2121/1993 περί πνευματικής ιδιοκτησίας και ειδικότερα στις διατάξεις περί επιβολής διοικητικών κυρώσεων, συνιστά «τεχνικό κανόνα», σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία και υπόκειται στις αντίστοιχες προϋποθέσεις γνωστοποίησης και απόφανσης από την αρμόδια Επιτροπή (κατά το άρθρο 2 επ. της Οδηγίας 2015/1535/ΕΕ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στα συνοδευτικά έγγραφα του σχεδίου νόμου δεν εμπεριέχεται αναφορά στη τήρηση αυτών των διαδικαστικών προϋποθέσεων.

    Συνεπώς, από το περιεχόμενο της προτεινόμενης διάταξης της προσθήκης παρ. 2Β στο άρθρο 65Α ν.2121/1993 θα πρέπει να αποσυρθούν οι αναφορές για διοικητικό πρόστιμο σε όποιον γενικά «χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση του παρόντος…………….., εγγράφει, αναπαράγει, εν όλω ή εν μέρει», οπτικοακουστικά έργα ή εκπομπές ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών κατά το μέτρο που εμπεριέχεται και η απαγόρευση αναπαραγωγής τους προς ιδιωτική χρήση, διότι αντίκεινται ευθέως στο δικαίωμα της είσπραξης εύλογης αμοιβής κατά τη παρ. 3 του άρθρου 18 ν.2121/1993. Επιπρόσθετα από το περιεχόμενο της προτεινόμενης διάταξης της προσθήκης παρ. 2Β στο άρθρο 65Α ν.2121/1993 θα πρέπει να αποσυρθούν οι αναφορές σε «γεγονότα εθνικής ή διεθνούς τηλεθέασης που μεταδίδονται στο διαδίκτυο ταυτόχρονα με τη διενέργειά τους συμπεριλαμβανομένων αυτών που η δυνατότητα παρακολούθησης παρέχεται μέσω παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και παρόχων υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 4779/2021», διότι δεν είναι έργα πνευματικής ιδιοκτησίας και δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν.2121/1993, αλλά υπάγονται στην αρμοδιότητα του Ε.Σ.Ρ. και στις διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται κατά την αντίστοιχη νομοθεσία.

  • ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΩΝ (ΟΣΔ ΦΟΙΒΟΣ)

    Σχόλιο στο άρθρο 83 του σχεδίου νόμου

    —————————————————-

    Α. Η προτεινόμενη τροποποίηση της υφιστάμενης διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993 περί ενίσχυσης της προστασίας των δικαιωμάτων στο διαδίκτυο, με τη παρ. 1 του άρθρου 83 του σχεδίου νόμου, αντίκειται ευθέως στην ενωσιακή και στην εθνική νομοθεσία αναφορικά με τη προσθήκη, στο πρώτο εδάφιο της παρ.1, μετά τις λέξεις «ή συγγενικό δικαίωμα», της φράσης «καθώς και το δικαίωμα του διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων, όπως προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 84 και στην παρ. 2 του άρθρου 84Α του ν. 2725/1999 (Α’ 121)» διότι:

    (i) Το δικαίωμα του διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων είναι δικαίωμα εκτός του πεδίου εφαρμογής του ν.2121/1993 όπως ισχύει, περί πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων, και αυτό το δικαίωμα ήδη είναι θεσμοθετημένο και το διαχειρίζεται ο διοργανωτής των εν λόγω αθλητικών εκδηλώσεων βάσει διατάξεων ειδικής νομοθεσίας, ήτοι των άρθρων 84 (περί ηλεκτρονικής αναμετάδοσης και διανομής αγώνων) και 84Α (περί κεντρικής διαχείρισης τηλεοπτικών δικαιωμάτων Super League 2) του ν.2725/1999 (ΦΕΚ Α’ 121/1999) περί ερασιτεχνικού και επαγγελματικού αθλητισμού και άλλων διατάξεων, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

    (ii) Η μετάδοση, εγγραφή και θέση σε κυκλοφορία αθλητικών εκδηλώσεων, σύμφωνα επίσης με την ενωσιακή νομοθεσία και νομολογία, δεν προστατεύεται αυτή καθαυτή κατά το δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας [βλ. ΔΕΕ, αποφ. 4.10.2011, επί των υποθέσεων C-403/2008 & C-429/2008 Football Association Premier League Ltd (FAPL)].

    (iii) Ήδη, οι «μεταδόσεις αθλητικών εκδηλώσεων» καλύπτονται από συγγενικό δικαίωμα υπέρ του εκπέμποντος ραδιοτηλεοπτικού σταθμού κατά το άρθρο 48 ν.2121/1993, όπως ισχύει.

    (iv) Οι συγγενικοί δικαιούχοι καθορίζονται ρητά με τις διατάξεις του άρθρου 2 της Οδηγίας 2001/29 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει και σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις των άρθρων 46 επ. ν.2121/1993, όπως ισχύει. Τα συγγενικά δικαιώματα αποτελούν (όπως και κάθε μορφή διανοητικής ιδιοκτησίας) «κλειστό αριθμό» (numerus clausus) περιπτώσεων (αναφορικά με εκμεταλλεύσεις έργων στην Ελλάδα) σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2121/1993 και δεν εμπεριέχουν άλλα δικαιώματα μη οριζόμενα από αυτές, ακόμη και αν προβλέπονται σε άλλες χώρες (βλ. και Κ. Χριστοδούλου, Δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας, σελ. 295, Νομική Βιβλιοθήκη, 2η έκδ. 2023).

    (v) Δεδομένου ότι, παρακάτω, στη παρ. 8 του ίδιου άρθρου 66 Ε του ν. 2121/1993, ορίζεται, για τις προηγούμενες διατάξεις των παρ. 1-7 του άρθρου 66Ε, ότι «Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, ότι το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή το συγγενικό δικαίωμα προσβάλλεται….», εφ’όσον, παρά το νόμο σύμφωνα με τα παραπάνω εκτιθέμενα, προστεθεί το δικαίωμα του διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων στη παρ. 1 του ίδιου άρθρου, τότε το δικαίωμα του διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων ανάγεται σε συγγενικό δικαίωμα, σε ευθεία αντίθεση με την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία.

    Συνεπώς, κατόπιν των παραπάνω, πρέπει να αποσυρθεί η προτεινόμενη τροποποίηση της υφιστάμενης διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993, με τη παρ. 1 του άρθρου 83 του σχεδίου νόμου και να μην προστεθεί η φράση «καθώς και το δικαίωμα του διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων, όπως προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 84 και στην παρ. 2 του άρθρου 84Α του ν. 2725/1999 (Α’ 121)» δεδομένου ότι οι αθλητικές εκδηλώσεις δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς επίσης τα δικαιώματα των

    διοργανωτών αθλητικών εκδηλώσεων ρυθμίζονται από άλλη ειδική νομοθεσία, ήδη οι «μεταδόσεις αθλητικών εκδηλώσεων» καλύπτονται από συγγενικό δικαίωμα υπέρ του εκπέμποντος ραδιοτηλεοπτικού σταθμού και οι διοργανωτές αθλητικών εκδηλώσεων δεν είναι συγγενικοί δικαιούχοι, σύμφωνα με την εθνική και ενωσιακή νομοθεσία και νομολογία.

    Β. Η προτεινόμενη τροποποίηση της υφιστάμενης διάταξης της παρ. 10Α του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993 περί ενίσχυσης της προστασίας των δικαιωμάτων στο διαδίκτυο, με τη παρ. 4 του άρθρου 83 του σχεδίου νόμου, και ειδικότερα η προτεινόμενη τροποποίηση της υποπαρ. 1: βα) στην περ. α) αντίκειται ευθέως στην ενωσιακή και στην εθνική νομοθεσία, διότι με τη προτεινόμενη διαγραφή της λέξης «προστατευόμενων», και τη προσθήκη των λέξεων «ή δικαιωμάτων εκμετάλλευσης προστατευόμενου περιεχομένου αθλητικής εκδήλωσης» και στο τέλος με τη προσθήκη των λέξεων «εντός της ελληνικής επικράτειας ή σχετικά με οπτικοακουστικά έργα που πρόκειται να μεταδοθούν ή να παρουσιασθούν ή να καταστούν προσιτά στο κοινό, όπου και όταν αυτό επιλέγει»,

    (i) Συγχέεται το δικαίωμα του μη συγγενικού δικαιούχου διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων, που ήδη ρυθμίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 84 και 84Α του ν.2725/1999 (ΦΕΚ Α’ 121/1999) περί ερασιτεχνικού και επαγγελματικού αθλητισμού και άλλων διατάξεων, με τις διατάξεις του ν.2121/1993, περί πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων.

    (ii) O υποχρεωτικός περιορισμός της προστασίας του δικαιώματος του διοργανωτή αθλητικών εκδηλώσεων (βάσει ενωσιακής νομοθεσίας και νομολογίας, βλ. ΔΕΕ αποφ. 4.10.2011, επί των υπόθ. C-403/2008 και C-429/2008 Football Association Premier League Ltd (FAPL)] «εντός της εθνικής επικράτειας» [που προτείνεται, με το α.83 του σχεδίου νόμου, να προστεθεί στο κείμενο της υποπαρ. 1: βα) στην περ. α], σε συνδυασμό με τη προσθήκη, στο τέλος της διάταξης, των λέξεων «εντός της ελληνικής επικράτειας ή σχετικά με οπτικοακουστικά έργα που πρόκειται να μεταδοθούν ή να παρουσιασθούν ή να καταστούν προσιτά στο κοινό, όπου και όταν αυτό επιλέγει» περιορίζει τα λοιπά δικαιώματα πνευματικών και συγγενικών δικαιούχων (βλ. δικαιούχων δικαιωμάτων επί έργων εικόνας, έργων ήχου και έργων λόγου) μόνον εντός της εθνικής επικράτειας, σε αντίθεση με τα οπτικοακουστικά έργα, για τα οποία προστίθεται στην ίδια διάταξη ότι θα προστατεύονται όταν πρόκειται να μεταδοθούν ή να παρουσιασθούν ή να καταστούν προσιτά στο κοινό, όπου και όταν αυτό επιλέγει, δηλαδή εντός κι εκτός εθνικής επικράτειας.

    Συνεπώς, κατόπιν των παραπάνω, πρέπει να αποσυρθεί η προτεινόμενη τροποποίηση της υφιστάμενης διάταξης της παρ. 10Α του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993 [και ειδικότερα της υποπαρ. 1: βα) στην περ. α)], με τη παρ. 4 του άρθρου 83 του σχεδίου νόμου και να μην προστεθούν οι λέξεις «ή δικαιωμάτων εκμετάλλευσης προστατευόμενου περιεχομένου αθλητικής εκδήλωσης» και στο τέλος οι λέξεις «εντός της ελληνικής επικράτειας ή σχετικά με οπτικοακουστικά έργα που πρόκειται να μεταδοθούν ή να παρουσιασθούν ή να καταστούν προσιτά στο κοινό, όπου και όταν αυτό επιλέγει», διότι περιορίζεται, σε αντίθεση με την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία, η προστασία από τη προσβολή δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικών δικαιωμάτων, μόνον εντός ελληνικής επικράτειας, σε αντίθεση με τη προστασία από τη προσβολή οπτικοακουστικών έργων που πρόκειται να μεταδοθούν ή να παρουσιασθούν ή να καταστούν προσιτά στο κοινό, όπου και όταν αυτό επιλέγει.

  • Κατά την αιτιολογική έκθεση («Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης») της προτεινόμενης διάταξης, «προστίθενται οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί ως κατηγορία δικαιούχων της εύλογης αμοιβής του άρθρου 18 Ν. 2121/1993, για την ιδιωτική αναπαραγωγή των εκπομπών τους, … κατόπιν σχετικής απόφασης του ΔικΕΕ (απόφαση της 23.11.2023, C – 260/22, Seven One Entertainment Group GmbH), με την οποία κρίθηκε ότι εθνική ρύθμιση η οποία αποκλείει από την ανωτέρω εύλογη τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, των οποίων οι υλικές ενσωματώσεις εκπομπών αναπαράγονται από φυσικά πρόσωπα για ιδιωτική χρήση και για μη εμπορικούς σκοπούς, αντιτίθεται στην οδηγία 2001/29/ΕΚ».
    «Παραλείπει», ωστόσο, η ίδια αιτιολογική έκθεση να σημειώσει ότι κατά την προαναφερόμενη απόφαση του ΔικΕΕ η αντίθεση αυτή της εθνικής ρύθμισης προς την Οδηγία 2001/29 συντρέχει μόνον « … εφόσον η πιθανή ζημία των εν λόγω οργανισμών δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ασήμαντη»».
    Είναι πρόδηλο ότι η απλή επίκληση της απόφασης Seven One Entertainment Group GmbH ουδόλως αρκεί από μόνη της για να δικαιολογήσει την προωθούμενη νομοθετική πρωτοβουλία, η οποία (με εξαίρεση την Ολλανδία) είναι, στο μέτρο της γνώσης μας, η πρώτη σε όλη την ευρωπαϊκή Ένωση.
    Ήδη, όπως εύστοχα επισημαίνεται σε άλλο σχόλιο που εισφέρεται στην παρούσα δημόσια διαβούλευση, η προτεινόμενη διάταξη στερείται παντελώς πραγματολογικής βάσης και αιτιολογίας, με συνέπεια να μην υφίσταται διαπίστωση της ύπαρξης σημαντικής ζημίας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών κατά την εισαγωγή της προτεινόμενης ρύθμισης. Δια της παραλείψεως αυτής, ο ημέτερος νομοθέτης αποφεύγει να αναλύσει τους ειδικότερους λόγους, ένεκα των οποίων η ζημία των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών από την ιδιωτική αναπαραγωγή των υλικών ενσωματώσεων εκπομπών τους θα μπορούσε στα καθ’ ημάς να θεωρηθεί «μη αμελητέα». Αφήνει, ως μη όφειλε, αναπάντητο το κρίσιμο εν προκειμένω ερώτημα που εστιάζεται στο κατά πόσον εξ αυτής της αναπαραγωγής υπάρχει σημαντική ζημία των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, η οποία χρήζει αποκατάστασης μέσω του ημέτερου συστήματος εύλογης αμοιβής του άρθρου 18 ν. 2121/1993. Πράττει, δε, τούτο αγνοώντας επιδεικτικά κρίσιμες παραδοχές της απόφασης Seven One Entertainment Group GmbH, στην οποία ο ίδιος παραπέμπει. Κατά την τελευταία, ο καθορισμός ενός ορίου κάτω από το οποίο η ζημία μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ασήμαντη», κατά την έννοια της αιτιολογικής σκέψης 35 της οδηγίας 2001/29, πρέπει να εμπίπτει στο περιθώριο εκτιμήσεως των κρατών μελών που κατά την εφαρμογή του ορίου αυτού, οφείλουν να τηρούν την αρχή της ίσης μεταχείρισης, η οποία συνιστά γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης που προβλέπεται στο άρθρο 20 του Χάρτη (απόφαση ΔικΕΕ Seven One Entertainment Group GmbH σκέψεις 39-40 με παραπομπή στην απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi, C 463/12, EU:C:2015:144, σκέψη 31, καθώς και στην εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
    Συναφώς, προοικονομείται ότι στις έγγραφες παρατηρήσεις που υπέβαλαν στο ΔικΕΕ κατά την εκδίκαση της υπόθεσης Seven One Entertainment Group GmbH κατά Corint Media GmbH, η γερμανική και η αυστριακή κυβέρνηση ανέδειξαν (μεταφέροντας πορίσματα πολυετών, όσο και εμβριθών ως προς το ζήτημα θεωρητικών συζητήσεων στους κόλπους των εννόμων τάξεών τους) ότι οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί δεν υφίστανται άμεση οικονομική ζημία από την ιδιωτική αναπαραγωγή των υλικών ενσωματώσεων εκπομπών τους, αφού το άρθρο 2, στοιχείο εʹ, της οδηγίας 2001/29 προστατεύει μόνο τα «τεχνικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά των εκπομπών» και όχι το περιεχόμενο των εκπομπών, το οποίο δεν αποτελεί αντικείμενο του δικαιώματος που έχουν οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί βάσει της διάταξης αυτής, όπερ συνεπάγεται ότι η αναπαραγωγή του περιεχομένου αυτού θα πρέπει να διακρίνεται από την αναπαραγωγή της εκπομπής ή του σήματος, υπό το οποίο μεταδίδεται η τελευταία. Εφόσον, κατά τις θέσεις που διατύπωσαν οι ανωτέρω κυβερνήσεις, η βασική δραστηριότητα, άλλως το παραδοσιακό εμπορικό μοντέλο των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών είναι να θέτουν στη διάθεση του κοινού τις υλικές ενσωματώσεις των εκπομπών τους, η αναπαραγωγή των τελευταίων προς ιδιωτική χρήση δεν περιορίζει τη λήψη των εκπομπών ούτε, ως εκ τούτου, τον διαφημιστικό αντίκτυπό τους . Επισημάνθηκε, επίσης, από τις ίδιες κυβερνήσεις ότι δεν υφίστανται αξιόπιστα στοιχεία περί άμεσης βλάβης των υπηρεσιών πρόσβασης σε βιβλιοθήκες πολυμέσων που παρέχουν οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, ενώ επιπρόσθετα, όπως υποστήριξε η Αυστριακή Κυβέρνηση κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης, με την έλευση των υπηρεσιών μετάδοσης συνεχούς ροής, το επίπεδο αντιγραφής των εκπομπών δείχνει να έχει μειωθεί. Σε ταυτόσημη κατεύθυνση και συγκεκριμένα υπέρ της άποψης ότι ο αποκλεισμός των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών από το δικαίωμα της δίκαιης αποζημίωσης δεν συνιστά διάκριση που δεν μπορεί να βρει έρεισμα στην οδηγία 2001/29, σε περιπτώσεις που οι οργανισμοί αυτοί δεν συμβάλλουν δημιουργικά στην ανάπτυξη ενός πρωτότυπου έργου, κινήθηκε σημειωτέον και η ιταλική κυβέρνηση που ομοίως μετείχε στην διαδικασία και υπέβαλε έγγραφες παρατηρήσεις.
    Όπως εύστοχα επισημαίνεται, εκ της αποφάσεως Seven One Entertainment Group GmbH αναδεικνύεται ότι το ΔικΕΕ προσλαμβάνει και αντιμετωπίζει τον αποκλεισμό του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού εκ του εσόδου της δίκαιης αποζημίωσης ως περίπτωση άνισης μεταχείρισης. Εκθέτει, επί λέξει, στο μεν εδάφιο β΄, της σκέψης 45 της εν λόγω απόφασης: «… διαφορετική μεταχείριση δικαιολογείται, εφόσον βασίζεται σε αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο, ήτοι συνδέεται με νομίμως επιδιωκόμενο από την επίμαχη ρύθμιση σκοπό, και εφόσον είναι ανάλογη προς τον σκοπό που επιδιώκεται με τη συγκεκριμένη μεταχείριση …». Περαιτέρω, στην σκέψη 48, σημειώνει: «… συναφώς, η απουσία ζημίας ή το «ασήμαντο» ύψος της ζημίας που υφίσταται η αποτελούμενη από τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς κατηγορία δικαιούχων λόγω της ιδιωτικής αντιγραφής των υλικών ενσωματώσεων των εκπομπών τους συνιστά, …, τέτοιου είδους αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο, το οποίο δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για τη διατήρηση της δέουσας ισορροπίας μεταξύ των δικαιούχων και των χρηστών προστατευόμενων αντικειμένων. Επομένως, άνιση μεταχείριση επιτρέπεται, κατά την επικαλούμενη εδώ νομολογία του ΔικΕΕ, εφ’ όσον συντρέχουν αντικειμενικοί λόγοι.
    Στο μέτρο της αντίληψής μας, τα προεκτεθέντα εντάσσονται ομαλώς και στο ειδικό σύστημα της εύλογης αμοιβής του άρθρου 18 ν. 2121/1993. Ήδη, κατά την αιτιολογική έκθεση της διάταξης, όπως αυτή είχε αρχικώς εισαχθεί το 1993, τα έσοδα της εύλογης αμοιβής « … θα διανέμονται στους δημιουργούς των οποίων τα έργα αναπαράγονται και στους δικαιούχους συγγενών δικαιωμάτων που άμεσα ζημιώνονται από την αναπαραγωγή». Όμως, όπως προειπώθηκε, οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί δεν φαίνεται να υφίστανται άμεση ζημία . Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο εθνικός νομοθέτης έχει ορίσει σε συγκεκριμένο ποσοστό επί της αξίας εισαγωγής/διάθεσης από το εργοστάσιο των υπαγόμενων στη ρύθμιση τεχνικών μέσων, την ζημία του συνόλου των δικαιούχων που αποκλειστικά απαριθμούνται στην διάταξη του άρθρου 18, στους οποίους δεν συμπεριλαμβάνονται, ωστόσο, οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, παρότι οι τελευταίοι περιλαμβάνονταν ήδη στο άρθρο 2 της Οδηγίας 2001/29 και επιπροσθέτως τους απονέμονταν τα δικαιώματα επιτρέπειν ή απαγορεύειν του άρθρου 48 ν. 2121/1993. Είναι πρόδηλο ότι δια του υφιστάμενου εθνικού συστήματος εύλογης αμοιβής αποκαθίσταται η άμεση ζημία μόνον όσων δικαιούχων αποκλειστικά απαριθμούνται στο α. 18 (σε ότι αφορά, για παράδειγμα, στην εύλογη αμοιβή του 2%, τούτοι είναι αποκλειστικώς οι πνευματικοί δημιουργοί, οι ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες, οι παραγωγοί γραμμένων μαγνητικών ταινιών ή άλλων γραμμένων υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, καθώς και οι εκδότες εντύπων). Η δια του παρόντος νομοσχεδίου απόπειρα του νομοθέτη να απονείμει αξίωση είσπραξης εύλογης αμοιβής στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, επιγενέστερα της εισαγωγής της αρχικής διάταξης, που έχει «κλειδώσει» τα ποσοστά 2% και 6% με τις ρητά αναφερόμενες στην διάταξη κατηγορίες των δικαιούχων, οδηγεί πρόδηλα σε ανεπίτρεπτη απομείωση της δίκαιης αποζημίωσης, η οποία κατά τα ανωτέρω έχει αποκλειστικώς απονεμηθεί στους σήμερα υφιστάμενους φορείς της αξίωσης για την αποκατάσταση της δικής τους άμεσης ζημίας, αφού η πρόσθετη αξίωση εύλογης αμοιβής των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών δεν θα μπορούσε παρά να αποδοθεί στους τελευταίους από το ποσοστό των ήδη υφιστάμενων δικαιούχων. Συνεκδοχικώς, η διατήρηση σταθερών των ποσοστών (2% και 6%), ενώ προτείνεται η κατά τα ανωτέρω προσθήκη των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, ως νέων δικαιούχων της εύλογης αμοιβής, πλήττει απροκάλυπτα την εύλογη ισορροπία μεταξύ των υφιστάμενων δικαιούχων του ημέτερου συστήματος του άρθρου 18 ν. 2121/1993, οδηγώντας την προτεινόμενη διάταξη του α. 87 του νομοσχεδίου σε απόλυτη αντίθεση τόσο προς το ήδη προεκτεθέν νομοθετικό πρόταγμα του άρθρου 18, όσο και προς το ενωσιακό σύστημα δίκαιης αποζημίωσης, όπως αυτό συγκροτείται από το άρθρο 5 παρ. 2 (β) της οδηγίας 2001/29, τις αιτιολογικές σκέψεις 31 και 35 της ίδιας οδηγίας, καθώς και τους νομολογιακούς κανόνες δικαίου που συναφώς έχουν διαπλασθεί από την πολυετή σχετική νομολογία του ΔικΕΕ.
    Υπό τα δεδομένα αυτά, φρονούμε ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την άμεση απόσυρση της προτεινόμενης διάταξης προκειμένου να διερευνηθεί (πράγμα που ασφαλώς δεν έχει συμβεί έως τώρα), εάν όντως υφίσταται σημαντική ζημία των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Εν τέλει, δε, και στην περίπτωση καταφατικής απάντησης στο ανωτέρω ερώτημα, περίπτωση που εμείς κατηγορηματικώς αρνούμαστε και αποκρούουμε, να καταστρωθεί και να προταθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού διάταξη αδιαστίκτως συμβατή τόσο με την ενωσιακή, όσο και την εθνική έννομη τάξη, κάτι που κατά τα προεκτεθέντα, ουδόλως επιτυγχάνεται με την δια του παρόντος νομοσχεδίου προτεινόμενη διάταξη.

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 21:41 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΘΕΑΜΑΤΟΣ ΑΚΡΟΑΜΑΤΟΣ

    ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΘΕΑΜΑΤΟΣ ΑΚΡΟΑΜΑΤΟΣ
    ΠΡΟΣ: ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ κ. ΛΙΝΑ ΜΕΝΔΩΝΗ.
    Κυρία Υπουργέ,
    Δια της παρούσης αιτούμεθα να παρευρεθούμε στις εργασίες της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, όταν οριστεί η δια ζώσης διαβούλευση για το Νομοσχέδιο με τους Συλλογικούς Φορείς.
    Ευχαριστούμε.

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 21:56 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΘΕΑΜΑΤΟΣ ΑΚΡΟΑΜΑΤΟΣ

    ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΘΕΑΜΑΤΟΣ ΑΚΡΟΑΜΑΤΟΣ.

    ΠΡΟΣ: ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ κ. ΛΙΝΑ ΜΕΝΔΩΝΗ.

    Κυρία Υπουργέ,

    Σε ό,τι αφορά το ΜΕΡΟΣ Ζ΄του Νομοσχεδίου, άρθρο 87 υποβάλλουμε τις κατωτέρω επισημάνσεις – σχόλια:

    Σε ό,τι αφορά το άρθρο 87 του Νομοσχεδίου εκφράζουμε την αντίθεσή μας για τη δημιουργία και νέας κατηγορίας δικαιούχων, των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, στην εύλογη αμοιβή του άρθρου 18 του ν. 2121/1993.

    Είναι δεδομένο ότι δημιουργείται πέραν του δικαιώματος το οποίο εισπράττουν οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί ως παραγωγοί και επιπλέον αμφίβολο δικαίωμα για αυτούς, η αιτιολόγηση του οποίου εδράζεται σε απόφαση δικαστηρίου της ΕΕ χωρίς όμως να εισάγεται στο Νομοσχέδιο η διαπίστωση της σημαντικής ζημιάς στην οποία πιθανώς υπόκεινται με βάση την 2001/29 οδηγία.

    Εύλογα τίθεται το ερώτημα γιατί το ΥΠΠΟ σπεύδει να εφαρμόσει τη συγκεκριμένη διάταξη όταν αυτή έχει εφαρμοστεί μόνο σε ένα κράτος της ΕΕ και συγκεκριμένα στην Ολλανδία;

    Κυρία Υπουργέ,
    θα επιθυμούσαμε το Υπουργείο Πολιτισμού να προβαίνει στην προώθηση Νομοθετικών Πλαισίων ενίσχυσης των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων των πραγματικών δικαιούχων που είναι οι εργαζόμενοι καλλιτέχνες δημιουργοί και ερμηνευτές και όχι στην επέκταση των ήδη ισχυρών επιχειρηματικών συμφερόντων.

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 20:37 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΘΕΑΜΑΤΟΣ ΑΚΡΟΑΜΑΤΟΣ

    ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΘΕΑΜΑΤΟΣ ΑΚΡΟΑΜΑΤΟΣ.

    ΠΡΟΣ: ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ κ. ΛΙΝΑ ΜΕΝΔΩΝΗ.

    Κυρία Υπουργέ,

    Σε ό,τι αφορά το ΜΕΡΟΣ Ζ΄του Νομοσχεδίου, άρθρο 85 υποβάλλουμε τις κατωτέρω επισημάνσεις – σχόλια:

    Με βάση το άρθρο 43 του Νόμου 4481/2017 που αφορά «Γνωστοποίηση ενδεχομένων παραβιάσεων» μέχρι τώρα μπορούσαν τα μέλη ενός οργανισμού συλλογικής διαχείρισης, οι δικαιούχοι και τα ενδιαφερόμενα μέρη να προβούν σε γνωστοποιήσεις, ενημερώσεις και καταγγελίες προς τον ΟΠΙ, για δραστηριότητες ή καταστάσεις οι οποίες κατά τη γνώμη τους συνιστούν παραβίαση της Νομοθεσίας, με οποιοδήποτε τρόπο κρίνουν σκόπιμο.

    Με βάση το άρθρο 85 παράγραφοι 2 & 3 και τις προτεινόμενες τροποποιήσεις του Νομοσχεδίου, για να μπορέσει να υποβάλλει στον ΟΠΙ ο οιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, γνωστοποίηση και να διερευνηθεί αυτή, θα πρέπει να καταβάλλει και χρηματικό ποσό ίσο με την αξία παραβόλου, το οποίο όμως δεν προσδιορίζεται σε κανένα σημείο του Νομοσχεδίου.

    Κυρία Υπουργέ, ως Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος Ακροάματος που συγκεντρώνει το σύνολο σχεδόν των Σωματείων των εργαζομένων στον Πολιτισμό, έχουμε επανειλημμένα αποστείλει επιστολές προς το ΥΠΠΟ και τα συναρμόδια Υπουργεία ζητώντας λύσεις για τα χρόνια προβλήματα του κλάδου και έχουμε προβεί σε κινητοποιήσεις προσπαθώντας να επιτύχουμε ένα εργασιακό περιβάλλον με αξιοπρέπεια που να μπορεί να δημιουργεί δυνατότητες επιβίωσης και καλλιτεχνικής έκφρασης και δημιουργίας.

    Υφίσταται πνευματικό και συγγενικό δικαίωμα διότι πρωτίστως υπάρχει καλλιτεχνική δημιουργία και έκφραση από τους καλλιτέχνες εργαζόμενους του Πολιτισμού, των οποίων τα δικαιώματα βάλλονται καθημερινά και οι οποίοι εάν αποφασίσουν να υπερασπίσουν τα πνευματικά και συγγενικά δικαιώματά τους θα πρέπει επιπροσθέτως να καταβάλλουν επιπλέον και την αξία παραβόλου στον ΟΠΙ σε καιρούς πραγματικά δύσκολους.

    Διερωτώμεθα αφού οι Οργανισμοί Συλλογικής Διαχείρισης που είναι Συνεταιρισμοί των δικαιούχων τους οποίους εκπροσωπούν και καταβάλλουν ετήσια την οικονομική συνδρομή τους προς τον ΟΠΙ με βάση το Νόμο, για ποιο λόγο οι προσφεύγοντες συνάδελφοι μας καλλιτέχνες θα πρέπει να καταβάλλουν και επιπλέον κόστος για τη διερεύνηση των καταγγελιών και των γνωστοποιήσεών τους;

    Δηλαδή το οικονομικό κριτήριο καταβολής ενός παραβόλου καθορίζει εάν θα πρέπει ο ΟΠΙ να ασχοληθεί με την παραβίαση της Νομοθεσίας όταν αυτή γνωστοποιείται και καταγγέλλεται επωνύμως και στοιχειοθετημένα ή θα πρέπει αυτεπαγγέλτως να λειτουργεί ο ΟΠΙ και να διερευνά αρμοδίως τις γνωστοποιήσεις και καταγγελίες των ενδιαφερομένων μερών, όπως ίσχυε μέχρι τώρα με βάση το υφιστάμενο μέχρι τώρα άρθρο 43 του Ν.4481/2017;

    Η συγκεκριμένη διάταξη που επιβάλλει καταβολή παραβόλου προς τον ΟΠΙ για τη διερεύνηση γνωστοποίησης δικαιούχων συναδέλφων μας, αποτελεί αντικίνητρο για όσους θέλουν να προβούν (και ιδιαίτερα στους οικονομικά ασθενέστερους) σε διερεύνηση προβλήματός τους και πιθανής προσβολής των δικαιωμάτων τους και προτείνουμε να αφαιρεθεί.

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 19:34 | Γρηγόρης Τρικούκης

    Σκοπός της διάταξης του άρθρου 18 ν. 2121/1993, είναι η αποκατάσταση των άμεσα ζημιωθέντων από την ιδιωτική αντιγραφή.
    Μέχρι σήμερα, δεν περιλαμβάνονται στους δικαιούχους, οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, οι οποίοι προστίθενται με τη προτεινόμενη διάταξη.
    Η νέα διάταξη, ωστόσο, είναι εξόχως προβληματική για τους εξής λόγους:
    Οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, δεν είναι άμεσα ζημιωθέντες. Ούτε εκ της επικαλούμενης απόφασης του ΔΕΕ (C-260/22, Seven.One Entertainment κατά Corint Media GmbH) προκύπτει κάτι τέτοιο, ώστε να καθίσταται υποχρεωτική η συμπερίληψη τους, στους δικαιούχους λήψης αποζημίωσης για την ιδιωτική αντιγραφή. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφέρεται μεν σε ένα χωριστό δικαίωμα των ρ/ο, παραπέμπει ωστόσο, την υπόθεση στο εθνικό δικαστήριο (της Γερμανίας), για να κρίνει το ουσιαστικό ζήτημα της ζημίας και ειδικότερα, το κατά πόσον αυτή είναι ασήμαντη. Στην περίπτωση που ψηφιστεί η διάταξη, ο εθνικός μας νομοθέτης, θα έχει ήδη κρίνει επί του ζητήματος αυτού (ύπαρξη, ανυπαρξία ή ασημαντότητα ζημίας) προβλέποντας μάλιστα την κάλυψη της, μέσω της απομείωσης της αποζημίωσης των λοιπών δικαιούχων. Μέχρι σήμερα, μόνον μία χώρα στην Ευρώπη, έχει προβεί σε νομοθέτηση διάταξης για την συμπερίληψη των ρ/ο στους δικαιούχους της αποζημίωσης για την ιδιωτική αντιγραφή. Η πρόθεση δε για νομοθέτηση και στην Ελλάδα, πραγματοποιείται βιαστικά, χωρίς καμία προηγούμενη μελέτη των συνθηκών και χωρίς εκτίμηση των πραγματικών συνεπειών, στην εν γένει διαχείριση του δικαιώματος του άρθρου 18 ν. 2121/1993. Συνεπώς, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί.
    Όπως πολύ εύστοχα έχει ήδη σημειωθεί σε άλλο σχόλιο, μάλλον δεν έχει γίνει πλήρως αντιληπτό, το ότι με τη νέα διάταξη, καθίστανται δικαιούχοι, άπαντες οι ραδιο-τηλεοπτικοί οργανισμοί, μεταξύ των οποίων και αυτοί που λειτουργούν από το ίδιο το Δημόσιο. Τούτο δε, θα προσθέσω, επί ενός δικαιώματος, υποκείμενου σε υποχρεωτική συλλογική διαχείριση, με ότι αυτό συνεπάγεται.
    Μέχρι σήμερα, μεταξύ των δικαιούχων, περιλαμβάνονται οι ραδιο-τηλεοπτικοί οργανισμοί, υπό την ιδιότητα τους, ως παραγωγών οπτικοακουστικών έργων. Με τη νέα διάταξη οι ίδιοι ρ/ο (ασχέτως εάν θα προστεθούν και πολλοί άλλοι δικαιούχοι στην συγκεκριμένη κατηγορία), θα αποκτήσουν ένα χωριστό δικαίωμα για σύνολο του προγράμματος τους. Συνεπώς, πέραν της μέχρι σήμερα αποζημιώσεως τους, για τις παραγωγές του, θα δικαιούνται να λάβουν και νέα αποζημίωση, για το εκπεμπόμενο πρόγραμμα τους, στο οποίο όμως περιλαμβάνονται και οι παραγωγές για τις οποίες ελάμβαναν αποζημίωση ήδη.
    Αυτό, μπορεί να πει κανείς, ότι δεν είναι καταρχήν ασύμβατο με το ενωσιακό δίκαιο, όπως σημειώνεται στην προαναφερθείσα απόφαση του ΔΕΕ. Όντως. Αλλά υπό την προϋπόθεση, ότι αυτή η ζημία, δεν είναι ασήμαντη. Η εκτίμηση δε, του κατά πόσον η ζημία είναι ή όχι ασήμαντη, εναπόκειται στα κράτη μέλη (απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi, C 463/12, σκέψη 61).
    Με δεδομένη την πρόταση νομοθέτησης της συγκεκριμένης διάταξης και την συμπερίληψη των ρ/ο στου δικαιούχους του άρθρου 18 ν. 2121/1993, θα πρέπει να θεωρηθεί ως δεδομένο, ότι ο εθνικός νομοθέτης, έχει ήδη προβεί σε μελέτες εκ των οποίων έχει υπολογιστεί η συγκεκριμένη ζημία των ρ/ο και ότι την έκρινε ως «μη ασήμαντη». Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο. Συνεπώς, η νομοθέτηση είναι πρόωρη και αναιτιολόγητη.
    Κυρίως όμως είναι αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο, για τους εξής λόγους:
    Η αρχή της ίσης μεταχείρισης, συνιστά γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης που προβλέπεται στο άρθρο 20 του Χάρτη (Copydan Båndkopi, C 463/12, σκέψη 31), ενώ σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 35 της οδηγίας 2001/29, προκύπτει ότι οι δικαιούχοι πρέπει να λαμβάνουν δίκαιη και επαρκή αποζημίωση, για τη χρήση των προστατευόμενων έργων ή λοιπών προστατευόμενων αντικειμένων τους. Προκειμένου δε οι διατάξεις αυτές να μην απωλέσουν την πρακτική αποτελεσματικότητά τους, επιβάλλεται τα κράτη μέλη τα οποία θεσπίζουν την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής να διασφαλίζουν, την πραγματική είσπραξη της δίκαιης αποζημίωσης που προορίζεται για την αποκατάσταση της ζημίας του συνόλου των δικαιούχων. (Ametic, C 263/21, σκέψη 69).
    Στη χώρα μας, ο ίδιος εθνικός νομοθέτης, έχει ορίσει την ζημία του συνόλου των δικαιούχων, σε συγκεκριμένο ποσοστό επί της αξίας των τεχνικών μέσων. Ειδικότερα, η αμοιβή για τους η/υ, τας tablets και τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα (smartphones) έχει οριστεί σε 2% της αξίας τους, ενώ η αντίστοιχη για τις συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλους υλικούς φορείς πρόσφορους για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, τους υλικούς φορείς ψηφιακής αντιγραφής και τα άλλα αποθηκευτικά μέσα χωρητικότητας άνω των 4GB, όπως επίσης η αμοιβή για συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή ορίζεται σε 6% της αξίας τους.
    Το έπραξε δε, ενώ ήδη υφίσταντο οι εκ της νέας διατάξεως αποκτώντες δικαίωμα ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί. Αυτό σημαίνει ότι κατά την θεσμοθέτηση των προαναφερθέντων ποσοστών, δεν είχε συνυπολογίσει την ζημία των ρ/ο, που δεν τους είχε συμπεριλάβει στους δικαιούχους. Μια ζημία, που σήμερα φαίνεται να την θεωρεί -μη ασήμαντη- και γι’ αυτό προβαίνει στην συμπερίληψη τους στους δικαιούχους του άρθρου 18 ν. 2121/1993.
    Εάν όμως σήμερα κρίνει ότι όντως υφίσταται τέτοια, μη ασήμαντη ζημία, αυτονοήτως θα πρέπει να γίνει αποδεκτό και αναλόγως αυξάνεται και το συνολικό «ύψος» της ζημίας, δηλαδή της ζημίας του συνόλου των δικαιούχων. Συνεπώς, αποτελεί μονόδρομο η ταυτόχρονη αύξηση των ποσοστών του 2% και 6% (ήτοι των ποσοστών εκ των οποίων καλύπτεται η ζημία του συνόλου των δικαιούχων). Σε διαφορετική περίπτωση, καλούνται οι ήδη δικαιούχοι να καταβάλουν από την δική τους αποζημίωση, αυτή που «θα» δικαιούνται να λάβουν οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί. Μια τέτοια, ωστόσο, -και μάλιστα δια νόμου- απομείωση της μέχρι σήμερα αποδιδόμενης αποζημίωσης, σε όλες τις άλλες κατηγορίες δικαιούχων, είναι προδήλως αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο, με βάση τα ήδη αναφερθέντα.
    Μια τέτοια προσέγγιση και δη σε έναν νόμο που αφορά στον πολιτισμό, είναι αδιανόητη. Είναι πλήρως αντίθετη με τον πραγματικό σκοπό της διάταξης του άρθρου 18 ν. 2121/1993, όπως άλλωστε και με την οδηγία 29/2001, όπως αυτή έχει σε πολλές αποφάσεις του ΔΕΕ, αναλυθεί και ερμηνευθεί. Η υπέρμετρη «προστασία» που παρέχει η συγκεκριμένη διάταξη στους ρ/ο, είναι αδικαιολόγητη. Πρώτον διότι στην πραγματικότητα δεν υφίστανται ζημία, δεύτερον διότι, ακόμη και στην περίπτωση που γινόταν δεκτό ότι υφίσταται ζημία, δεν έχει προηγηθεί καμία μελέτη και δεν υφίσταται κανένα απολύτως προσδιοριστικό στοιχείο, από το οποίο να προκύπτει το εάν αυτή είναι σημαντική, (ιδίως όταν πρόκειται περί συντρέχουσας ζημίας στις περιπτώσεις που το πρόγραμμα αφορά στις παραγωγές τους), τρίτον διότι η υποτιθέμενη ζημία, σύμφωνα με τη νέα διάταξη, θα καλυφθεί μέσω της απομείωσης της αποζημίωσης που λαμβάνουν οι υπόλοιποι δικαιούχοι για την πραγματική τους ζημία. Τέλος δεν μπορεί να μην συνεκτιμηθεί – όπως ορθώς σημειώνεται και σε άλλο σχόλιο- ότι το πρόγραμμα των ρ/ο που προστατεύει η νέα διάταξη, είναι το μέσο δια του οποίου προκαλείται η ζημία των υπολοίπων δικαιούχων. Από άποψη νομικής προσέγγισης, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι αυτό είναι αδιάφορο. Από άποψη νομικού πολιτισμού όμως, δεν είναι. Ειδικά όταν είναι γνωστό, ότι το πρόγραμμα κάθε ρ/ο, στην ουσία είναι το αναγκαίο υπόβαθρο, για επίτευξη του (νόμιμου φυσικά) εμπορικού του σκοπού, που δεν είναι άλλος από το εμπορικό κέρδος, το οποίο προέρχεται από τις διαφημίσεις. Είναι, συνεπώς, άξιον απορίας το σε τι ακριβώς συνίσταται η ζημία του ρ/ο, στην περίπτωση της ιδιωτικής αντιγραφής μίας εκπομπής, από έναν ιδιώτη και πως ακριβώς ο εθνικός νομοθέτης την προσδιόρισε ως σημαντική και έσπευσε να την καλύψει, με την προτεινόμενη διάταξη.
    Συνεπώς, η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να περιληφθεί στο νόμο, καθώς ούτε δίκαιη είναι, ούτε στηρίζεται σε οποιοδήποτε στοιχείο, που να την καθιστά επιβεβλημένη ή έστω χρήσιμη και θα δημιουργήσει πολύ σοβαρά ζητήματα στο δικαίωμα του άρθρου 18 ν. 2121/1993, του οποίου η διαχείριση είναι υποχρεωτικώς συλλογική.
    Κυρίως όμως, δεν πρέπει να περιληφθεί στο νόμο τέτοια διάταξη, διότι αντίκειται στη ενωσιακή νομοθεσία, καθώς προσβάλει τα δικαιώματα των υπολοίπων δικαιούχων και μειώνει την δική τους αποζημίωση, προς κάλυψη της υποτιθέμενης και μη προσδιορισθείσας ζημίας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Τυχόν συναφής διάταξη, μετά από υπολογισμό της ζημίας που φέρεται ότι υφίστανται οι ρ/ο και – εφόσον αυτή δεν είναι ασήμαντη – με ταυτόχρονη αύξηση του ποσοστού αποζημιώσεως, που προβλέπεται στο νόμο, για το σύνολο των δικαιούχων, να ήταν όντως συμβατή με το ενωσιακό δίκαιο και να έπρεπε να θεσπιστεί.

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 19:07 | Γρηγόρης Τρικούκης

    Σκοπός της διάταξης του άρθρου 18 ν. 2121/1993, είναι η αποκατάσταση των άμεσα ζημιωθέντων από την ιδιωτική αντιγραφή. Μέχρι σήμερα, δεν περιλαμβάνονται στους δικαιούχους, οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, οι οποίοι προστίθενται με τη προτεινόμενη διάταξη.
    Η νέα διάταξη, ωστόσο, είναι εξόχως προβληματική για τους εξής λόγους:
    Οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, δεν είναι άμεσα ζημιωθέντες. Ούτε εκ της επικαλούμενης απόφασης του ΔΕΕ (C-260/22, Seven.One Entertainment κατά Corint Media GmbH) προκύπτει κάτι τέτοιο, ώστε να καθίσταται υποχρεωτική η συμπερίληψη τους, στους δικαιούχους λήψης αποζημίωσης για την ιδιωτική αντιγραφή. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφέρεται μεν σε ένα χωριστό δικαίωμα των ρ/ο, παραπέμπει ωστόσο, την υπόθεση στο εθνικό δικαστήριο (της Γερμανίας), για να κρίνει το ουσιαστικό ζήτημα της ζημίας και ειδικότερα, το κατά πόσον αυτή είναι ασήμαντη. Στην περίπτωση που ψηφιστεί η διάταξη, ο εθνικός μας νομοθέτης, θα έχει ήδη κρίνει επί του ζητήματος αυτού (ύπαρξη, ανυπαρξία ή ασημαντότητα ζημίας) προβλέποντας μάλιστα την κάλυψη της, μέσω της απομείωσης της αποζημίωσης των λοιπών δικαιούχων. Μέχρι σήμερα, μόνον μία χώρα στην Ευρώπη, έχει προβεί σε νομοθέτηση διάταξης για την συμπερίληψη των ρ/ο στους δικαιούχους της αποζημίωσης για την ιδιωτική αντιγραφή. Η πρόθεση δε για νομοθέτηση και στην Ελλάδα, πραγματοποιείται βιαστικά, χωρίς καμία προηγούμενη μελέτη των συνθηκών και χωρίς εκτίμηση των πραγματικών συνεπειών, στην εν γένει διαχείριση του δικαιώματος του άρθρου 18 ν. 2121/1993. Συνεπώς, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί.
    Όπως πολύ εύστοχα έχει ήδη σημειωθεί σε άλλο σχόλιο, μάλλον δεν έχει γίνει πλήρως αντιληπτό, το ότι με τη νέα διάταξη, καθίστανται δικαιούχοι, άπαντες οι ραδιο-τηλεοπτικοί οργανισμοί, μεταξύ των οποίων και αυτοί που λειτουργούν από το ίδιο το Δημόσιο. Τούτο δε, θα προσθέσω, επί ενός δικαιώματος, υποκείμενου σε υποχρεωτική συλλογική διαχείριση, με ότι αυτό συνεπάγεται.
    Μέχρι σήμερα, μεταξύ των δικαιούχων, περιλαμβάνονται οι ραδιο-τηλεοπτικοί οργανισμοί, υπό την ιδιότητα τους, ως παραγωγών οπτικοακουστικών έργων. Με τη νέα διάταξη οι ίδιοι ρ/ο (ασχέτως εάν θα προστεθούν και πολλοί άλλοι δικαιούχοι στην συγκεκριμένη κατηγορία), θα αποκτήσουν ένα χωριστό δικαίωμα για σύνολο του προγράμματος τους. Συνεπώς, πέραν της μέχρι σήμερα αποζημιώσεως τους, για τις παραγωγές του, θα δικαιούνται να λάβουν και νέα αποζημίωση, για το εκπεμπόμενο πρόγραμμα τους, στο οποίο όμως περιλαμβάνονται και οι παραγωγές για τις οποίες ελάμβαναν αποζημίωση ήδη.
    Αυτό, μπορεί να πει κανείς, ότι δεν είναι καταρχήν ασύμβατο με το ενωσιακό δίκαιο, όπως σημειώνεται στην προαναφερθείσα απόφαση του ΔΕΕ. Όντως. Αλλά υπό την προϋπόθεση, ότι αυτή η ζημία, δεν είναι ασήμαντη. Η εκτίμηση δε, του κατά πόσον η ζημία είναι ή όχι ασήμαντη, εναπόκειται στα κράτη μέλη (απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Copydan Båndkopi, C 463/12, σκέψη 61).
    Με δεδομένη την πρόταση νομοθέτησης της συγκεκριμένης διάταξης και την συμπερίληψη των ρ/ο στου δικαιούχους του άρθρου 18 ν. 2121/1993, θα πρέπει να θεωρηθεί ως δεδομένο, ότι ο εθνικός νομοθέτης, έχει ήδη προβεί σε μελέτες εκ των οποίων έχει υπολογιστεί η συγκεκριμένη ζημία των ρ/ο και ότι την έκρινε ως «μη ασήμαντη». Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο. Συνεπώς, η νομοθέτηση είναι πρόωρη και αναιτιολόγητη.
    Κυρίως όμως είναι αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο, για τους εξής λόγους:
    Η αρχή της ίσης μεταχείρισης, συνιστά γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης που προβλέπεται στο άρθρο 20 του Χάρτη (Copydan Båndkopi, C 463/12, σκέψη 31), ενώ σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 35 της οδηγίας 2001/29, προκύπτει ότι οι δικαιούχοι πρέπει να λαμβάνουν δίκαιη και επαρκή αποζημίωση, για τη χρήση των προστατευόμενων έργων ή λοιπών προστατευόμενων αντικειμένων τους. Προκειμένου δε οι διατάξεις αυτές να μην απωλέσουν την πρακτική αποτελεσματικότητά τους, επιβάλλεται τα κράτη μέλη τα οποία θεσπίζουν την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής να διασφαλίζουν, την πραγματική είσπραξη της δίκαιης αποζημίωσης που προορίζεται για την αποκατάσταση της ζημίας του συνόλου των δικαιούχων. (Ametic, C 263/21, σκέψη 69).
    Στη χώρα μας, ο ίδιος εθνικός νομοθέτης, έχει ορίσει την ζημία του συνόλου των δικαιούχων, σε συγκεκριμένο ποσοστό επί της αξίας των τεχνικών μέσων. Ειδικότερα, η αμοιβή για τους η/υ, τας tablets και τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα (smartphones) έχει οριστεί σε 2% της αξίας τους, ενώ η αντίστοιχη για τις συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλους υλικούς φορείς πρόσφορους για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, τους υλικούς φορείς ψηφιακής αντιγραφής και τα άλλα αποθηκευτικά μέσα χωρητικότητας άνω των 4GB, όπως επίσης η αμοιβή για συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή ορίζεται σε 6% της αξίας τους.
    Το έπραξε δε, ενώ ήδη υφίσταντο οι εκ της νέας διατάξεως αποκτώντες δικαίωμα ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί. Αυτό σημαίνει ότι κατά την θεσμοθέτηση των προαναφερθέντων ποσοστών, δεν είχε συνυπολογίσει την ζημία των ρ/ο, που δεν τους είχε συμπεριλάβει στους δικαιούχους. Μια ζημία, που σήμερα φαίνεται να την θεωρεί -μη ασήμαντη- και γι’ αυτό προβαίνει στην συμπερίληψη τους στους δικαιούχους του άρθρου 18 ν. 2121/1993.
    Εάν όμως σήμερα κρίνει ότι όντως υφίσταται τέτοια, μη ασήμαντη ζημία, αυτονοήτως θα πρέπει να γίνει αποδεκτό και αναλόγως αυξάνεται και το συνολικό «ύψος» της ζημίας, δηλαδή της ζημίας του συνόλου των δικαιούχων. Συνεπώς, αποτελεί μονόδρομο η ταυτόχρονη αύξηση των ποσοστών του 2% και 6% (ήτοι των ποσοστών εκ των οποίων καλύπτεται η ζημία του συνόλου των δικαιούχων). Σε διαφορετική περίπτωση, καλούνται οι ήδη δικαιούχοι να καταβάλουν από την δική τους αποζημίωση, αυτή που «θα» δικαιούνται να λάβουν οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί. Μια τέτοια, ωστόσο, -και μάλιστα δια νόμου- απομείωση της μέχρι σήμερα αποδιδόμενης αποζημίωσης, σε όλες τις άλλες κατηγορίες δικαιούχων, είναι προδήλως αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο, με βάση τα ήδη αναφερθέντα.
    Μια τέτοια προσέγγιση και δη σε έναν νόμο που αφορά στον πολιτισμό, είναι αδιανόητη. Είναι πλήρως αντίθετη με τον πραγματικό σκοπό της διάταξης του άρθρου 18 ν. 2121/1993, όπως άλλωστε και με την οδηγία 29/2001, όπως αυτή έχει σε πολλές αποφάσεις του ΔΕΕ, αναλυθεί και ερμηνευθεί. Η υπέρμετρη «προστασία» που παρέχει η συγκεκριμένη διάταξη στους ρ/ο, είναι αδικαιολόγητη. Πρώτον διότι στην πραγματικότητα δεν υφίστανται ζημία, δεύτερον διότι, ακόμη και στην περίπτωση που γινόταν δεκτό ότι υφίσταται ζημία, δεν έχει προηγηθεί καμία μελέτη και δεν υφίσταται κανένα απολύτως προσδιοριστικό στοιχείο, από το οποίο να προκύπτει το εάν αυτή είναι σημαντική, (ιδίως όταν πρόκειται περί συντρέχουσας ζημίας στις περιπτώσεις που το πρόγραμμα αφορά στις παραγωγές τους), τρίτον διότι η υποτιθέμενη ζημία, σύμφωνα με τη νέα διάταξη, θα καλυφθεί μέσω της απομείωσης της αποζημίωσης που λαμβάνουν οι υπόλοιποι δικαιούχοι για την πραγματική τους ζημία. Τέλος δεν μπορεί να μην συνεκτιμηθεί – όπως ορθώς σημειώνεται και σε άλλο σχόλιο- ότι το πρόγραμμα των ρ/ο που προστατεύει η νέα διάταξη, είναι το μέσο δια του οποίου προκαλείται η ζημία των υπολοίπων δικαιούχων. Από άποψη νομικής προσέγγισης, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι αυτό είναι αδιάφορο. Από άποψη νομικού πολιτισμού όμως, δεν είναι. Ειδικά όταν είναι γνωστό, ότι το πρόγραμμα κάθε ρ/ο, στην ουσία είναι το αναγκαίο υπόβαθρο, για επίτευξη του (νόμιμου φυσικά) εμπορικού του σκοπού, που δεν είναι άλλος από το εμπορικό κέρδος, το οποίο προέρχεται από τις διαφημίσεις. Είναι, συνεπώς, άξιον απορίας το σε τι ακριβώς συνίσταται η ζημία του ρ/ο, στην περίπτωση της ιδιωτικής αντιγραφής μίας εκπομπής, από έναν ιδιώτη και πως ακριβώς ο εθνικός νομοθέτης την προσδιόρισε ως σημαντική και έσπευσε να την καλύψει, με την προτεινόμενη διάταξη.
    Συνεπώς, η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να περιληφθεί στο νόμο, καθώς ούτε δίκαιη είναι, ούτε στηρίζεται σε οποιοδήποτε στοιχείο, που να την καθιστά επιβεβλημένη ή έστω χρήσιμη και θα δημιουργήσει πολύ σοβαρά ζητήματα στο δικαίωμα του άρθρου 18 ν. 2121/1993, του οποίου η διαχείριση είναι υποχρεωτικώς συλλογική.
    Κυρίως όμως, δεν πρέπει να περιληφθεί στο νόμο τέτοια διάταξη, διότι αντίκειται στη ενωσιακή νομοθεσία, καθώς προσβάλει τα δικαιώματα των υπολοίπων δικαιούχων και μειώνει την δική τους αποζημίωση, προς κάλυψη της υποτιθέμενης και μη προσδιορισθείσας ζημίας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Τυχόν συναφής διάταξη, μετά από υπολογισμό της ζημίας που φέρεται ότι υφίστανται οι ρ/ο και – εφόσον αυτή δεν είναι ασήμαντη – με ταυτόχρονη αύξηση του ποσοστού αποζημιώσεως, που προβλέπεται στο νόμο, για το σύνολο των δικαιούχων, να ήταν όντως συμβατή με το ενωσιακό δίκαιο και να έπρεπε να θεσπιστεί.

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 18:43 | Γεώργιος Μπαμπέτας

    Το σχόλιο της ΕΙΙΡΑ καταδεικνύει πόσο δυσχερές είναι το ζήτημα.

    1. Είναι ραδιοφωνικός ή τηλεοπτικός οργανισμός αυτός που μεταδίδει πρόγραμμα μέσω διαδικτύου? Η απάντηση είναι αρνητική. Το διαδίκτυο δεν είναι εκπομπή. Το ζήτημα αναλύεται στην ΔικΕΕ, C-114/12.

    2. Ποιό είναι το αντικείμενο προστασίας στην περίπτωση του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού? Η τεχνική οργανωτική επένδυση. Το εκπεμπόμενο σήμα στο οποίο ενσωματώνεται η επένδυση.

    3. Και όχι κάθε εκπεμπόμενο σήμα, αλλά, στο ζήτημα που μας αφορά, μόνον η υλική ενσωμάτωση του εκπεμπόμενου σήματος. Δηλαδή σήμα που περιέχει πρόγραμμα «κονσέρβα», όχι ζωντανό (υλική ενσωμάτωση εκπομπών).

    4. Για να είναι δικαιούχος ο ραδιοφωνικός και ο τηλεοπτικός σταθμός, θα πρέπει η ιδιωτική αναπαραγωγή του σήματός του να του προξενεί σημαντική ζημία. Ασφαλώς, όπως είδαμε, δεν μπορεί να ληφθεί υπ’ όψιν η ζημία από την ιδιωτική αναπαραγωγή ζωνταντών εκπομπών. Διότι ο οδηγία 2001/29 κάνει λόγο για υλικές ενσωματώσεις των εκπομπών. Άρα, για την αναπαραγωγή της εκπομπής «κονσέρβα» γίνεται η συζήτηση.

    Όταν, λοιπόν, η ΕΙΙΡΑ ομιλεί περί τεράστιας ζημίας από το διαδίκτυο, παρορά:

    Πρώτον, κατ’ εξοχήν δε, ότι η μετάδοση στο διαδίκτυο δεν είναι εκπομπή, κατά την έννοια του άρθρ. 48 παρ. 1 ν. 2121/1993. Άρα, δεν νοείται και δικαίωμα, ελλείψει εκπομπής.

    Δεύτερον, επικουρικώς, όταν μία «εκπομπή» ανεβαίνει στο διαδίκτυο και ο ιδιώτης την ακούει δεν δημιουργείται ιδιωτικό αντίγραφο, αλλά, απλώς, είναι ο ραδιοφωνικός σταθμός που έχει καταστήσει προσιτή στο κοινό την «εκπομπή» του, όταν και από όπου το κοινό επιθυμεί.

    Τρίτον, όλως επικοτρικώς, ότι, ακόμη και όταν η «εκπομπή» διατίθεται προς κατέβασμα το αντίγραφο που δημιουργείται δεν αφορά στην ιδιωτική αναπαραγωγή, αλλά στην εξουσία παρουσίασης στο κοινό. Πράγματι, όπως έχει κρίνει το ΔικΕΕ, C-263/18, Tom Kabinet, διατακτικό: Η παροχή στο κοινό μέσω μεταφορτώσεως, για μόνιμη χρήση, ενός ηλεκτρονικού βιβλίου καλύπτεται από την έννοια της «παρουσίασης στο κοινό» και, ειδικότερα, από το δικαίωμα των δημιουργών «να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος».

    Επομένως, αφού
    α.) το διαδίκτυο αποκλείεται, δογματικώς, ως πηγή ζημίας και
    β) η ζημία μπορεί να προέρχεται από την ιδιωτική αναπαραγωγή εκπομπών, όχι ζωντανών, αλλά μόνον «κονσέρβα» (υλική ενσωμάτωση εκπομπών) που αναπαράγονται από τον ιδιώτη, όσο τις παρακλουθεί από την τηλεόρασή του, ψηφιακό ή αναλογικό σήμα, όχι διαδικτυακή τηλεόραση (iptv),
    η ζημία προέρχεται από τους ιδιώτες οι οποίοι χρησιμοποιούν συσκευές video. Παρέλκει να εκτεθεί ότι τούτο ανήκει στο παρελθόν. Ζημία δεν υφίσταται.

    Η μετάδοση του προγράμματος μέσω

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 12:56 | Γεώργιος Μπαμπέτας

    Διαβάζοντας το σχόλιο της ΕΙΙΡΑ επιβεβαιώνεται το πόσο δυσχερές είναι το ζήτημα που τίθεται.

    Τί είναι ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός? = Αυτός που εκπέμπει. Η διεύρυνση της εννοίας και στην οντότητα που μεταδίδει πρόγραμμα μέσω διαδικτύου δεν έχει έρεισμα στο δίκαιό μας. Βλ. ΔικΕΕ, C-114/12.

    Αυτό που προστατεύεται στην περίπτωση των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών οργανισμών είναι η τεχνική οργανωτική επένδυση που ενσωματώνεται στο σήμα (signal).

    Επομένως, η συμμετοχή στην εύλογη αμοιβή μπορεί να αφορά μόνον εκπομπές (στα ερτζιανά). Και, βεβαίως, όχι ζωντανές εκπομπές, αλλά μόνον υλικές ενσωματώσεις, δηλαδή μόνον «κονσέρβες» εκπομπών.

    Όταν, περαιτέρω, η «κονσέρβα» ανεβαίνει στο διαδίκτυο, αυτός που την ακούει δεν προβαίνει σε αναπαραγωγή, αλλά σε μία αδιάφορη για την πνευματική ιδιοκτησία πράξη, την ακρόαση.

    Αν τώρα ο ραδιοφωνικός οργανισμός του δίδει τη δυνατότητα να κατεβάσει την εκπομπή για μόνιμη χρήση και πάλι δεν οφείλεται η εύλογη αμοιβή για δύο λόγους:

    Πρώτον, κατ’ εξοχήν, διότι η αναπαραγωγή δεν προέρχεται από το σήμα που εκπέμπεται στα ερτζιανά.

    Δεύτερον, διότι, στην περίπτωση αυτή, το αντίγραφο που δημιουργείται δεν αξιολογείται ως ιδιωτικό αντίγραφο, αλλά μόνον ως συνέπεια της εκ μέρους του ραδιοφωνικού οργανισμού άσκηση της εξουσίας να καθιστά προσιτή την «εκπομπή» του στο κοινό όταν και από όπου το κοινό επιθυμεί.

    Πράγματι, το ΔικΕΕ, C-263/18, Tom Cabinet, έκρινε «Η παροχή στο κοινό μέσω μεταφορτώσεως, για μόνιμη χρήση, ενός ηλεκτρονικού βιβλίου καλύπτεται από την έννοια της «παρουσίασης στο κοινό» και, ειδικότερα, από το δικαίωμα των δημιουργών «να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος», όπως ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας»

    Οι οριοθετήσεις αυτές οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο ραδιοφωνικός οργανισμός δεν υφίσταται την παραμικρή ζημία. Οι ζημίες που επικαλείται η ΕΙΙΡΑ, αν υφίστανται, ουδεμία σχέση έχουν με τη ζημία που αποκαθίσταται, μέσω της εύλογης αμοιβής/δίκαιης αποζημίωσης του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993.

  • 2 Φεβρουαρίου 2025, 12:44 | ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΕΝΩΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ

    «ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΕΝΩΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ»
    Συνδυασμός Τραγουδιστών που εκπροσωπείται στα Διοικητικά Όργανα της Ένωσης Τραγουδιστών Ελλάδος,
    στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος Ακροάματος (ΠΟΘΑ)
    και στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας (ΕΚΑ).

    2-2-2025

    ΠΡΟΣ: ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΥΡΙΑ ΛΙΝΑ ΜΕΝΔΩΝΗ.

    Αξιότιμη Κυρία Υπουργέ,

    Επί του ΜΕΡΟΥΣ Ζ’: ΘΕΣΠΙΣΗ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΒΡΑΒΕΙΩΝ, ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (άρθρα 81-98) του Νομοσχεδίου έχουμε να επισημάνουμε τα κατωτέρω:

    1)Επί του άρθρου 85 του Νομοσχεδίου που αφορά αλλαγές επί του άρθρου 43 του Ν.4481/2017 περί γνωστοποίησης παραβάσεων της Νομοθεσίας περί πνευματικής ιδιοκτησίας (πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων) και συγκεκριμένα στις παραγράφους 2 & 3, προβλέπεται για την εξέταση γνωστοποίησης στον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ) από τον προσφεύγοντα ή καταγγέλλοντα καταβολή παραβόλου.

    Μέχρι τώρα τέτοια πρόβλεψη δεν υφίστατο.

    Θεωρούμε ότι η καταβολή παραβόλου, του οποίου το χρηματικό ύψος δεν προσδιορίζεται στο Νομοσχέδιο, θα αποτελέσει τουλάχιστον για μέλη και δικαιούχους Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης που αντιμετωπίζουν οικονομική στενότητα, αποτρεπτικό παράγοντα στη διεκδίκηση του δικαίου τους και θα θέσει τους στυλοβάτες της πνευματικής ιδιοκτησίας που είναι οι πνευματικοί δημιουργοί και οι δικαιούχοι συγγενικού δικαιώματος σε αδυναμία, έναντι πιθανών συμφερόντων καταπάτησης των δικαιωμάτων τους.

    Είναι γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια τόσο η οικονομική αλλά και η υγειονομική κρίση έχουν φέρει τους εργαζόμενους του Πολιτισμού σε οικονομικές δυσκολίες και αδυναμία επιβίωσης, αλλά και αδυναμία περαιτέρω ανάπτυξης της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

    Το να επιβάλλει το κράτος ένα επιπλέον κόστος καταβολής παραβόλου σε έναν πνευματικό δημιουργό ή καλλιτέχνη δικαιούχο συγγενικού δικαιώματος, για να έχει τη δυνατότητα ο δικαιούχος να διεκδικήσει το δίκαιό του έναντι οιουδήποτε παραβιάζει το Νόμο, αποτελεί ουσιαστικά μία τροχοπέδη και ένα ακόμη πλήγμα στους εργαζόμενους του Πολιτισμού οι οποίοι βρίσκονται σε δυσμενή θέση.

    Ουσιαστικά με την πρόβλεψη αυτή θα αποθρασυνθούν ακόμη περισσότερο οι παραβάτες, αφού θα υπολογίζουν και στην πιθανή οικονομική αδυναμία των προσβληθέντων να ανταποκριθούν στην καταβολή παραβόλων και περαιτέρω εξόδων για να προστατέψουν το έργο τους.

    Αυτό που πρέπει να γίνει, είναι η ισχυροποίηση του ΟΠΙ και η στελέχωσή του με το επαρκές δυναμικό, ειδικά του Νομικού τμήματος, για να καταστεί αποτελεσματικός για την προστασία όλων των μερών και την εφαρμογή του Νόμου.

    2)Επί του άρθρου 87 του Νομοσχεδίου. Είναι καταφανές ότι εισάγεται ακόμη μία κατηγορία δικαιούχων ΜΗ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΩΝ σε ό,τι αφορά το άρθρο 18 παρ.3 του Ν.2121/1993. Οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, στην περίπτωση που λειτουργούν και ως παραγωγοί, συμμετέχουν ούτως ή άλλως στο έσοδο της εύλογης αμοιβής του άρθρου 18 παρ.3 του Ν.2121/1993.

    Εάν με βάση το υφιστάμενο Νομοσχέδιο αναγνωριστεί σε αυτούς αυτοδίκαια και έτερο δικαίωμα ως ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, τότε ουσιαστικά αναγνωρίζεται στην κατηγορία αυτή μία διπλή-επιπλέον αμοιβή, για την οποία όμως το Νομοσχέδιο δεν προϋποθέτει και δεν προβλέπει σε κανένα σημείο του τη διαπίστωση υφιστάμενης ζημίας στην οποία υπόκεινται (οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί) για να δικαιούνται και αυτής της δεύτερης αμοιβής.

    Ενώ οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί ουσιαστικά ως χρήστες των έργων των καλλιτεχνών καταβάλλουν πνευματικά και συγγενικά δικαιώματα στους δικαιούχους, αλλά και ως παραγωγοί όταν έχουν αυτή την ιδιότητα εισπράττουν τα δικαιώματα που τους αναλογούν, με την παρούσα διάταξη του άρθρου 87 του Νομοσχεδίου ουσιαστικά επιδιώκεται αδικαιολόγητα αύξηση προσόδων μέσω του άρθρου 18 παρ.3 του Ν.2121/1993, η οποία μαθηματικά, έχει σαν αποτέλεσμα να αντισταθμίσει τα ποσά τα οποία καταβάλλουν ως χρήστες οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί στους δικαιούχους πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων.

    Επειδή εμείς ως καλλιτέχνες θεωρούμε ότι τα πνευματικά και τα συγγενικά δικαιώματα κατά κύριο λόγο αφορούν τους καλλιτέχνες δημιουργούς και ερμηνευτές, εκτιμούμε ότι η εισαγωγή μίας ακόμη κατηγορίας δικαιούχων ΜΗ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΩΝ, επιβαρύνει ακόμα περισσότερο τη δίκαιη διανομή και απόδοση των δικαιωμάτων στους πραγματικούς δικαιούχους και απομακρύνει το Νόμο από την αντικειμενικό του σκοπό.

    Συμπερασματικά:

    Α)Επί του άρθρου 85 του Νομοσχεδίου προτείνουμε να απαλειφθεί η πρόβλεψη καταβολής παραβόλου για την υποβολή γνωστοποίησης στον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ).
    Β)Το άρθρο 87 του Νομοσχεδίου θα πρέπει να αποσυρθεί και σε κάθε περίπτωση θα πρέπει για την επανεξέτασή του να ενταχθεί σε αυτό η προϋπόθεση της τεκμηρίωσης της υφιστάμενης ζημίας στην οποία υπόκεινται οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί (ως ορίζονται στο Νομοσχέδιο) προκειμένου να θεμελιώσουν περαιτέρω αξίωση από το άρθρο 18 παρ.3 του Ν.2121/1993.

    Με τιμή,

    ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΕΝΩΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΣΤΟ Δ.Σ. της ΕΤΕ:
    Αργυρώ Καπαρού, Τάσος Κατοπόδης, Μαρία Σουλτάτου, Θέλμα Καραγιάννη.

  • ΕΙΙΡΑ – ΕΝΩΣΗ ΙΔΙΟΚΤΗΤΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΩΝ ΣΤΑΘΜΩΝ ΑΤΤΙΚΗΣ
    Σχόλιο στο άρθρο 87 του Σ/Ν

    Με την εισαγόμενη στο άρθρο 87 του σχεδίου νόμου ρύθμιση εναρμονίζεται η εθνική νομοθεσία με το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
    Μετά την έκδοση μίας ιδιαίτερα σημαντικής απόφασης του Δικαστηρίου της Ένωσης (απόφαση του ΔΕΕ της 23.11.2023 στην υπόθεση C-260/22 – Seven.One Entertainment Group GmbH) ήταν πλέον επιβεβλημένη η ρητή συμπερίληψη των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών στους δικαιούχους απόληψης δίκαιης αποζημίωσης/εύλογης αμοιβής, σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 2121/1993. Ο αποκλεισμός των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών από τους δικαιούχους της εύλογης αμοιβής, όχι μόνο δεν έχει έρεισμα στον νόμο, αλλά αντιθέτως δημιουργεί ζήτημα παραβίασης του Ενωσιακού Δικαίου. Παρά το ότι, σύμφωνα με το ΔΕΕ, η κρίση περί πιθανής ζημίας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών – που μόνο «ασήμαντη» δεν μπορεί να χαρακτηριστεί – εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια, είναι πρόδηλο ότι η ζημία των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών αυξάνεται καθημερινά λόγω της διευρυμένης ψηφιακής διάχυσης των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών και της δυνατότητας αντίστοιχα δημιουργίας αντιγράφων για λόγους ιδιωτικής χρήσης. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώνεται από πλήθος ερευνών και μελετών σχετικά με τις συνήθεις χρήσεις των συναφών αντικειμένων προστασίας και δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων από αυτά, οι οποίες έχουν λάβει χώρα τόσο εντός της Ελλάδας, όσο και σε κράτη μέλη της Ε.Ε.
    Η ΕΙΙΡΑ θεωρεί ότι η παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία είναι στη σωστή κατεύθυνση. Ασφαλώς η πρωτοβουλία αυτή, που θα πρέπει να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατόν, θα πρέπει να συνδυαστεί με τυχόν επί πλέον ενέργειες και διαδικασίες που θα επιτρέψουν στους ραδιοφωνικούς σταθμούς να διεκδικήσουν και να ασκήσουν τα δικαιώματά τους.

  • Σχόλιο στο άρθρο 87
    Η προσθήκη των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών στους δικαιούχους της εύλογης αμοιβής του άρθρου 18§3, εφόσον αφορά, εκτός από τις εσωτερικές παραγωγές οπτικοακουστικών έργων και την υλική ενσωμάτωση των εκπομπών τους, ήτοι κατηγορία δικαιούχων που δεν περιλαμβανόταν εισέτι στους δικαιούχους της, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς προηγούμενη μελέτη για την ζημία που αυτοί υφίστανται και σχετική αύξηση του ποσοστού της εύλογης αμοιβής που κατανέμεται προς όλους τους δικαιούχους. Διαφορετικά ο νομοθέτης έρχεται και απομειώνει το ποσοστό που δικαιούνται οι κατ’ εξοχήν πνευματικοί δημιουργοί και ερμηνευτές-εκτελεστές ενός πνευματικού έργου, προκειμένου να ωφελήσει τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, χωρίς καμία απολύτως τεκμηρίωση για την βλάβη που τους επιφέρει.
    Πρόκειται πράγματι για υπερχειλή προστασία των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών επί ζημία των κατά κύριο λόγο συντελεστών του πνευματικού έργου (δημιουργών και ερμηνευτών-εκτελεστών), όπερ αποδεικνύεται και από την επιβολή διοικητικού προστίμου ακόμα και στην περίπτωση της ιδιωτικής αναπαραγωγής των υλικών ενσωματώσεων των εκπομπών των ρ/σ, γεγονός όμως που έρχεται σε αντίθεση συνολικά με το άρθρο 18 ν.2121/1993, που καθιερώνει την ελεύθερη (και άρα νόμιμη) αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση και την (σε αντιστάθμισμα αυτής της ελευθερίας και της ζημίας που αυτή προξενεί στους πνευματικούς δημιουργούς και συγγενικούς δικαιούχους) καθιέρωση της εύλογης αμοιβής του άρθρου 18§3

  • Σχόλιο στο άρθρο 84

    Κατά πλήρη αντίφαση με το προτεινόμενο άρθρο 87 του σχεδίου νόμου, με την τροποποίηση του άρθρου 65Α, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο σε όσους αναπαράγουν για ιδιωτική χρήση ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές, ήτοι αναγνωρίζεται ότι η αναπαραγωγή αυτή είναι παράνομη και προκαλεί απώλεια φορολογικών εσόδων για το Δημόσιο. Πέραν της τεράστιας αναστάτωσης που θα προκληθεί στην αγορά, δεν δύναται κάποια κατηγορία συγγενικών δικαιούχων να θεωρείται ότι ζημιώνεται από την ιδιωτική αναπαραγωγή και να εντάσσεται στους δικαιούχους της εύλογης αμοιβής του άρθρου 18§3, όταν απαγορεύεται ως παράνομη η ιδιωτική αναπαραγωγή των υλικών ενσωματώσεων που αυτή παράγει. Για τον λόγο αυτό ποτέ άλλωστε δεν θεωρήθηκαν δικαιούχοι της εύλογης αμοιβής του άρθρου 18§3 οι παραγωγοί προγραμμάτων λογισμικού, οι οποίοι δύνανται να επιτρέπουν ή απαγορεύουν την αναπαραγωγή των προγραμμάτων τους για ιδιωτική χρήση, δικαιολογώντας -αποκλειστικά και μόνο σε αυτή την περίπτωση, την επιβολή διοικητικών προστίμων, αφού σε περίπτωση παράνομης ιδιωτικής αναπαραγωγής των προγραμμάτων τους επέρχονται φορολογικές απώλειες για το Δημόσιο. Όμως η αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση δεν είναι παράνομη αναπαραγωγή κατ’άρθρο 18 ν.2121/1993. Συνεπώς αν παραμείνει η διάταξη ως έχει, ούτε οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί δύνανται να ενταχθούν στους δικαιούχους της εύλογης αμοιβής, αλλά ούτε και οι δημιουργοί, οι ερμηνευτές-εκτελεστές και οι παραγωγοί οπτικοακουστικών έργων μπορούν πλέον να παραμένουν ως δικαιούχοι της εύλογης αμοιβής!
    Περαιτέρω η επιβολή διοικητικών προστίμων για παράνομες αναπαραγωγές ή παρουσιάσεις στο κοινό μόνο ορισμένων κατηγοριών πνευματικών έργων κατ’ αποκλεισμό των υπολοίπων, επιφέρει μια διάκριση που ούτε δικαιολογείται, ούτε τεκμηριώνεται. Μήπως η απώλεια φορολογικών εσόδων από τις παράνομες αναπαραγωγές ή παρουσιάσεις στο κοινό των υπολοίπων κατηγοριών πνευματικών έργων δεν πρέπει να αναπληρωθεί δια της επιβολής διοικητικών προστίμων;

  • 30 Ιανουαρίου 2025, 19:06 | Γεώργιος Μπαμπέτας

    Το σχόλιο αφορά στο άρθρο 87 του σχεδίου νόμου

    _______________________________________________

    Α. Περιληπτική αποτύπωση της θέσης μας
    1. Ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός (εφ’ εξής ρ/ο) συμμετέχει στο έσοδο της εύλογης αμοιβής του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993 (αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση), όταν έχει την ιδιότητα του παραγωγού υλικού φορέα ήχου ή ήχου και εικόνας.
    2. Όμως, το ισχύον άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993 δεν καθιστά τον ρ/ο, ως τέτοιο, δικαιούχο της εύλογης αμοιβής για την ιδιωτική αναπαραγωγή. Δεν πρόκειται περί ιδιοτροπίας του Έλληνα νομοθέτη. Με εξαίρεση την Ολλανδία, ουδέν άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδίδει στον ρ/ο δικαίωμα συμμετοχής στην εύλογη αμοιβή για την ιδιωτική αναπαραγωγή. Όλα αυτά, μολονότι ο ρ/ο περιλαμβάνεται στους δικαιούχους της εύλογης αυτής αμοιβής, σύμφωνα με την οδηγία 2001/29. Ο λόγος είναι ότι, ακόμη και αν υφίσταται ζημία από την αναπαραγωγή του σήματός του, μόνο περί προστασίας του σήματος πρόκειται, όχι του περιεχομένου του σήματος, αυτή είναι «ασήμαντη», άρα νομίμως δεν αποκαθίσταται, σύμφωνα με το ειδικό σύστημα της οδηγίας αυτής.
    3. Την 23η Νοεμβρίου 2023, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔικΕΕ) εξέδωσε απόφαση, στην υπόθεση, C-260/22, ECLI:EU:C:2023:80, Seven.One Entertainment κατά Corint Media GmbH. Με την απόφαση, κρίθηκε το αυτονόητο: Ότι διάταξη του εθνικού δικαίου, η οποία αποκλείει τον ρ/ο από το έσοδο της εύλογης αμοιβής αντίκειται στην οδηγία 2001/29, εφ’ όσον η ζημία του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού δεν είναι ασήμαντη. Αυτό, συνεχίζει το ΔικΕΕ, οφείλει να διαπιστώσει το εθνικό δικαστήριο (το Πρωτοδικείο Ερφούρτης – Γερμανία, που προέβη στην προδικαστική παραπομπή στο ΔικΕΕ).
    4. Με την προτεινόμενη διάταξη, ο νομοθέτης, δίχως προηγουμένως, να έχει διαπιστώσει την ύπαρξη σημαντικής ζημίας, σπεύδει, πρώτος, από όλους τους συναδέλφους του στις έννομες τάξεις των κρατών – μελών της ΕΕ, να τροποποιήσει το άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993, προσθέτοντας, με το άρθρ. 87 του σχεδίου νόμου, τον ρ/ο στους δικαιούχους της εύλογης αμοιβής, εκ ποσοστών 2% και 6%.
    5. Αιτιολογεί την πρωτοβουλία του, με απλή επίκληση της παραπάνω απόφασης του ΔικΕΕ, υπολαμβάνοντας, απολύτως εσφαλμένως, ότι η τροποποίηση του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993 είναι υποχρεωτική κατόπιν της απόφασης αυτής. Η διαπίστωση της σημαντικής ζημίας απουσιάζει πλήρως. Με την προτεινόμενη διάταξη, «προλαβαίνει» ο ημέτερος νομοθέτης, ακόμη και τον Γερμανό συνάδελφό του, στην έννομη τάξη του οποίου αφορά κατ’ εξοχήν η απόφαση του ΔικΕΕ.
    6. Αν, όμως, ως, εκ λόγων νομικής δογματικής, όφειλε, είχε προσφύγει στην πλούσια βιβλιογραφία και νομολογία της γερμανικής έννομης τάξης, θα είχε διαπιστώσει ότι η οικεία συζήτηση διαρκεί από το έτος 1965. Και η θέση της, ομολογουμένως, σημαντικής γερμανικής έννομης τάξης, άλλωστε τον αστικό κώδικά της, εισήγαγε η Πατρίδα μας, μετά από το τέλος του Β΄ Π.Π., είναι ο αποκλεισμός του ρ/ο. Θέση διαχρονική και σταθερή. Οι λόγοι (έλλειψη σημαντικής ζημίας, διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ των δικαιούχων στο σύστημα του γερμανικού νόμου) υϊοθετούνται από την πλειονότητα των συγγραφέων, που δεν ανήκουν στον κύκλο των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών και, κυρίως, από την νομολογία, με εμπεριστατωμένες και εμβριθείς αποφάσεις των Πρωτοδικείων Βερολίνου (LG Berlin, ZUM-RD 2008.608) και Μονάχου (LG München I, ZUM 2018.299), των Εφετείων Βερολίνου (KG, GRUR 2010.64) και Μονάχου (OLG München, GRUR-RR 2019.57), του Γερμανικού Ακυρωτικού Δικαστηρίου (BGH, GRUR 2010.924· BGH, GRUR 1999.578) και του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου (BVerfG, ZUM 2011.236).
    7. Η προτεινόμενη διάταξη δεν είναι μεμονωμένη. Εντάσσεται στο πλαίσιο μίας απολύτως ορατής στον αντικειμενικό παρατηρητή συνεχούς διαδικασίας παροχής υπερχειλούς προστασίας στον ρ/ο. Προηγήθηκε, με το άρθρ. 39 ν. 4996/2022 (ΦΕΚ Α΄218/24.11.2022), η διαγραφή στην περ. β) της παρ. 1 άρθρ. 48 ν. 2121/1993, των λέξεων: «σε χώρους όπου η είσοδος επιτρέπεται με εισιτήριο». Άρα, ο ρ/ο δικαιούται να εισπράττει αμοιβή για το «σήμα» (signal) του από κάθε τηλεόραση που «παίζει» σε δημόσιο χώρο, συμπεριλαμβανομένων των δωματίων ξενοδοχείων, ασχέτως αν οι θαμώνες/ένοικοι πληρώνουν εισιτήριο για τη θέαση της τηλεόρασης. Ασφαλώς, τούτο δεν είναι παράνομο. Η οδηγία 2006/115 δίδει το δικαίωμα αυτό στο κράτος-μέλος. Αλλά ουδέν κράτος-μέλος έχει υιοθετήσει τέτοια προσέγγιση, ακριβώς, διότι ο νόμος δεν είναι «πεδίο βολής», αλλά σύστημα και πρέπει να διαθέτει ισορροπίες.
    8. Με την προτεινόμενη, όμως, διάταξη, η υπερχειλής προστασία υπερακοντίζει τη δογματική και το σύστημα του ν. 2121/1993. Και όχι μόνον. Εισάγεται μείζονος τάξης πολιτικό ζήτημα. Η προστασία του πολιτισμού περιορίζεται, χάριν προστασίας του σήματος (Signalschutz) του ρ/ο.
    9. Ο ημέτερος νομοθέτης φαίνεται να αγνοεί ότι το ζήτημα της συμμετοχής του ρ/ο στο έσοδο της εύλογης αμοιβής δεν είναι τέτοιο προσθήκης μίας λέξης, αλλά νομικά πολυεπίπεδο, συστηματικής πρόσληψης του ν. 2121/1993 και, κατ’ εξοχήν πολιτικό, πολιτικής πολιτισμού.
    10. Η διάταξη, όπως κατωτέρω εκτίθεται, απάδει προς τις αρχές της ισότητας και αναλογικότητας και είναι πρόχειρη. Στερείται πραγματολογικής βάσης/αιτιολόγησης. Αγνοεί «εικονοκλαστικά» ακόμη και τον αείμνηστο Καθηγητή, Γεώργιο Κουμάντο, ο οποίος, στην αιτιολογική έκθεση επί του ν. 2121/1993, διέλαβε εύδηλη μνεία επί του ζητήματος, ποιοί συγγενικοί δικαιούχοι και γιατί συμμετέχουν στο έσοδο της εύλογης αμοιβής. Πλήττει τον ν. 2121/1993 ως σύστημα και αντίκειται στην οδηγία 2001/29. Πρέπει, συνεπώς, να αποσυρθεί.

    Β. Τεκμηρίωση της θέσης μας

    Ι. Το ειδικό σύστημα δίκαιης αποζημίωσης της οδηγίας 2001/29

    11. Κατά την πάγια νομολογία του ΔικΕΕ, το άρθρ. 5 παρ. 2 (β) οδηγίας 2001/29 συγκροτεί με την ΑιτΣκ. 31 και 35, αλλά και τους νομολογιακούς κανόνες δικαίου που διέπλασε το ΔικΕΕ ένα ειδικό σύστημα αποζημίωσης (βλ. εσχάτως ΔικΕΕ, Reprobel/Copaco, C-230/23, όπου και παραπομπές). Στη συνέχεια, εκτίθενται περιληπτικά τα «συστατικά» του ειδικού αυτού συστήματος.
    12. Η δίκαιη αποζημίωση αποκαθιστά τη ζημία που προξενείται από την άνευ αδείας των δικαιούχων αναπαραγωγή έργων και προστατευομένων αντικειμένων. Υποαντιστάθμιση της ζημίας ή υπεραντιστάθμισή της απαγορεύεται. Άρα, εθνικό σύστημα αποζημίωσης που άγει σε υπεραντιστάθμιση ή υποαντιστάθμιση είναι ασυμβίβαστο με την οδηγία. Η απαγόρευση ασύμμετρης προς την ζημία αποζημίωσης είναι κανόνας δικαίου αρνητικού χαρακτήρα. Αυτός έχει άμεσο αποτέλεσμα και παραμερίζει αντίθετη διάταξη του εθνικού δικαίου, εφ’ όσον ο ιδιώτης επικαλείται τη διάταξη της οδηγίας έναντι του Κράτους και όσων ιδιωτών εξομοιώνονται με αυτό (ΔικΕΕ, C-230/23, σκ. 2 & 17 έως και 19, Reprobel/Copaco.). Σε κάθε δε περίπτωση ιδρύει αποζημιωτική ευθύνη του Κράτους, η οποία είναι αντικειμενική. Πρόκειται περί κατάφωρης παραβίασης, διότι είναι γνωστή η συμβιωτική σχέση ζημίας και δίκαιης αποζημίωσης.
    13. Η δίκαιη αποζημίωση έχει ως σκοπό την εύλογη ισορροπία μεταξύ δικαιούχων και χρηστών, αλλά και μεταξύ των δικαιούχων, σύμφωνα με την ΑιτΣκ. 31 της οδηγίας 2001/29. Σύμφωνα, περαιτέρω, με την ΑιτΣκ. 35 της αυτής οδηγίας, η εύλογη αμοιβή/δίκαιη αποζημίωση δεν οφείλεται σε περίπτωση «ασήμαντης ζημίας». Η εκ μέρους του εθνικού νομοθέτη αποκατάσταση ασήμαντης ζημίας πλήττει την εύλογη ισορροπία μεταξύ δικαιούχων και οδηγεί σε υπεραντιστάθμιση της ζημίας που υφίστανται αυτοί. Κατά τούτο, το κράτος-μέλος παραβιάζει τον εκτεθέντα απαγορευτικού χαρακτήρα κανόνα δικαίου. Άρα, ο κανόνας περί απαγόρευσης υπεραντιστάθμισης αφορά στο «αν» της δίκαιης αποζημιώσεως, όχι στο «πως» αυτής.

    ΙΙ. Η ΔικΕΕ Seven.One Entertainment κατά Corint Media GmbH και το καθήκον του εθνικού νομοθέτη

    14. Ότι η απόφαση, που η αιτιολογική έκθεση επικαλείται προς στήριξη της τροποποίησης, εντάσσεται ομαλά στην εκτεθείσα νομολογία του ΔικΕΕ, αποδεικνύεται εκ της παράθεσης των κάτωθι σκέψεων της.
    36. Κατά τον καθορισμό της μορφής, της διαδικασίας καταβολής και του ενδεχόμενου ύψους μιας τέτοιας δίκαιης αποζημίωσης, τα κράτη μέλη οφείλουν, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 35 της οδηγίας 2001/29, να λαμβάνουν υπόψη τις συνθήκες κάθε περίπτωσης και, ιδίως, την πιθανή ζημία των δικαιούχων από τη συγκεκριμένη πράξη. Επιπλέον, η αιτιολογική αυτή σκέψη διευκρινίζει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις όπου η ζημία του δικαιούχου θα ήταν ασήμαντη, πιθανόν να μην προκύπτει υποχρέωση πληρωμής.
    37. Επομένως, κατά πάγια νομολογία, η δίκαιη αποζημίωση καθώς και, συνακόλουθα, το σύστημα στο οποίο στηρίζεται και το ύψος της πρέπει να συνδέονται με τη ζημία που προκαλείται στους δικαιούχους λόγω της δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων. Συγκεκριμένα, κάθε δίκαιη αποζημίωση που δεν συνδέεται με τη ζημία που προκαλείται στους δικαιούχους λόγω της προαναφερθείσας δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων δεν θα ήταν συμβατή με την απαίτηση που διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη 31 της οδηγίας 2001/29, κατά την οποία πρέπει να διατηρείται η δέουσα ισορροπία μεταξύ των δικαιούχων και των χρηστών προστατευόμενων αντικειμένων (αποφάσεις της 11ης Ιουλίου 2013, Amazon.com International Sales κ.λπ., C 521/11, EU:C:2013:515, σκέψη 62, και της 24ης Μαρτίου 2022, Austro-Mechana, C 433/20, EU:C:2022:217, σκέψεις 49 και 50 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
    43. Αφετέρου, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, η ιδιότητα των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών ως παραγωγών ταινιών ενδέχεται να έχει διαφορετική ένταση αναλόγως του εάν οι οργανισμοί αυτοί παράγουν οι ίδιοι τις εκπομπές τους, με δικό τους εξοπλισμό και προσωπικό, εάν μεταδίδουν εκπομπές που παράγονται κατά παραγγελία από συμβατικούς εταίρους τους ή εάν μεταδίδουν, κατόπιν αδείας, προγράμματα που παράγονται από τρίτους.
    47. Επομένως, διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των εν λόγω ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών και των λοιπών δικαιούχων πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο και να είναι ανάλογη προς τον σκοπό που επιδιώκεται με τη συγκεκριμένη μεταχείριση.
    48. Συναφώς, η απουσία ζημίας ή το «ασήμαντο» ύψος της ζημίας που υφίσταται η αποτελούμενη από τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς κατηγορία δικαιούχων λόγω της ιδιωτικής αντιγραφής των υλικών ενσωματώσεων των εκπομπών τους συνιστά, υπό το πρίσμα των εκτιμήσεων που υπομνήσθηκαν στις σκέψεις 36 και 37 της παρούσας απόφασης, τέτοιου είδους αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο, το οποίο δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για τη διατήρηση της δέουσας ισορροπίας μεταξύ των δικαιούχων και των χρηστών προστατευόμενων αντικειμένων.
    49. Εντούτοις, …., εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο, αφενός, να βεβαιωθεί, υπό το πρίσμα αντικειμενικών κριτηρίων, ότι οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, σε αντίθεση με τις λοιπές κατηγορίες δικαιούχων του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29, δεν υφίστανται παρά ζημία που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ασήμαντη», λόγω της άνευ αδείας αναπαραγωγής των υλικών ενσωματώσεων των εκπομπών τους […].
    51. Συναφώς, οι μετέχοντες στη διαδικασία που υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις δεν συμφωνούν ούτε ως προς τη φύση και την έκταση της ζημίας που υφίστανται οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί λόγω της ιδιωτικής αντιγραφής των υλικών ενσωματώσεων των εκπομπών τους ούτε ως προς τον παρεμφερή χαρακτήρα των καταστάσεων στις οποίες βρίσκονται οι οργανισμοί αυτοί, αναλόγως του εάν λαμβάνουν ή όχι δημόσια χρηματοδότηση.
    53. Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, στα προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία αποκλείει τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, των οποίων οι υλικές ενσωματώσεις εκπομπών αναπαράγονται από φυσικά πρόσωπα για ιδιωτική χρήση και για μη εμπορικούς σκοπούς, από το δικαίωμα δίκαιης αποζημίωσης που προβλέπει η διάταξη αυτή, εφόσον η πιθανή ζημία των εν λόγω οργανισμών δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ασήμαντη» […]».
    15. Κατά την γνώμη μας, η απόφαση του ΔικΕΕ είναι εξόχως αποκαλυπτική και, με όλον τον σεβασμό, δεν δικαιολογεί την νομοθετική πρωτοβουλία, η οποία, άλλωστε, είναι, εξ όσων γνωρίζουμε, η πρώτη σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συγκεκριμένα, εγείρονται τα εξής ζητήματα για τον εθνικό νομοθέτη, τα οποία, και πάλι με όλο τον σεβασμό, δεν φαίνεται να λήφθηκαν υπ’ όψιν και τα οποία τίθενται με ερωτήσεις και απαντήσεις:
    16. Ποιό το είδος και η έκταση της ζημίας;
    Δεν διαπιστώνεται. Είναι αυτό που πρέπει να διαπιστώσει το Πρωτοδικείο Ερφούρτης (ανωτέρω, σκ. 49 και 51 της απόφασης του ΔικΕΕ). Εξ όσων γνωρίζουμε δεν έχει ακόμη εκδοθεί η απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου.
    17. Είναι σημαντική η ζημία του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού;
    Δεν έχει διαπιστωθεί.
    18. Αν είναι σημαντική η ζημία, ποια είναι η φύση της;
    Δεν υφίσταται η παραμικρή νύξη.
    19. Αποκαθίσταται η άμεση ή/και η έμμεση ζημία;
    Δεν απαντάται ο παραμικρός προβληματισμός. Αποκαταστατέα είναι μόνον η άμεση ζημία. Τούτο αποτελεί γενική αρχή του δικαίου μας.
    20. Το ισχύον δίκαιό μας γνωρίζει την διάκριση μεταξύ άμεσης (αποκαταστατέας) ζημίας και έμμεσης (μη αποκαταστατέας), στο ειδικό σύστημα της εύλογης αμοιβής του άρθρ. 18 ν. 2121/1993;
    Ασφαλώς. Εξόχως αποκαλυπτικό, ως προς τη βούληση του ιστορικού νομοθέτη, είναι το εξής χωρίο της ΕισΕκθ. επί του ν. 2121/1993 [βλ. σ. 4 (αριστερή στήλη)]: «… Τα ποσά που έτσι θα εισπράττονται … θα διανέμονται στους δημιουργούς των οποίων τα έργα αναπαράγονται και στους δικαιούχους συγγενών δικαιωμάτων που άμεσα ζημιώνονται από την αναπαραγωγή». Ο ρ/ο είναι εμμέσως ζημιωθείς. Για αυτόν τον λόγο και αποκλείσθηκε από τα έσοδα του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993. Ουδόλως προκύπτει ότι ο ημέτερος νομοθέτης έλαβε υπ’ όψιν τη θέση του ιστορικού νομοθέτη. Δηλαδή του αειμνήστου Καθηγητού της Νομικής Σχολής Αθηνών, ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΥΜΑΝΤΟΥ.
    21. Άραγε, η «ασήμαντη ζημία» είναι το μόνο κριτήριο, βάσει του οποίου αποκλείεται ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός εκ των εσόδων του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993;
    Η απάντηση είναι αρνητική. Τούτο προκύπτει, εκ της διατύπωσης της σκ. 48 της αποφάσεως: « … η απουσία ζημίας ή το «ασήμαντο» ύψος της ζημίας που υφίσταται η αποτελούμενη από τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς κατηγορία δικαιούχων λόγω της ιδιωτικής αντιγραφής των υλικών ενσωματώσεων των εκπομπών τους συνιστά, υπό το πρίσμα των εκτιμήσεων που υπομνήσθηκαν στις σκέψεις 36 και 37 της παρούσας απόφασης, τέτοιου είδους αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο». Η απουσία ζημίας ή το ασήμαντο αυτής είναι τέτοιο κριτήριο, αντικειμενικό και εύλογο. Όχι το μόνο. Εν συνεχεία, αναπτύσσεται η προβληματική αυτή.

    IV. Αντικειμενικά και εύλογα κριτήρια αποκλεισμού του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού εκ των εσόδων του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993 – Η εύλογη ισορροπία μεταξύ δικαιούχων
    22. Το ΔικΕΕ προσλαμβάνει και αντιμετωπίζει τον αποκλεισμό του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού εκ του εσόδου της δίκαιης αποζημίωσης ως περίπτωση άνισης μεταχειρίσεως. Εκθέτει, επί λέξει, στο μεν εδ. β΄, της σκ. 45: «… διαφορετική μεταχείριση δικαιολογείται εφόσον βασίζεται σε αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο, ήτοι συνδέεται με νομίμως επιδιωκόμενο από την επίμαχη ρύθμιση σκοπό, και εφόσον είναι ανάλογη προς τον σκοπό που επιδιώκεται με τη συγκεκριμένη μεταχείριση …».
    23. Περαιτέρω, στην σκ. 48, σημειώνει: «… συναφώς, η απουσία ζημίας ή το «ασήμαντο» ύψος της ζημίας που υφίσταται η αποτελούμενη από τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς κατηγορία δικαιούχων λόγω της ιδιωτικής αντιγραφής των υλικών ενσωματώσεων των εκπομπών τους συνιστά, …, τέτοιου είδους αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο, [στη γερμανική, που ήταν η γλώσσα της διαδικασίας = ein solches objektives und angemessenes Kriterium] το οποίο δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για τη διατήρηση της δέουσας ισορροπίας μεταξύ των δικαιούχων και των χρηστών προστατευόμενων αντικειμένων.
    24. Άρα, άνιση μεταχείριση επιτρέπεται, εφ’ όσον συντρέχουν αντικειμενικοί λόγοι. Συναφώς, το ΔικΕΕ αναφέρεται στον σκοπό της εθνικού δικαίου διατάξεως μόνον. Αυτή είναι η επίμαχη ρύθμιση, για την οποία γίνεται λόγος στην σκ. 45 της απόφασης. Στα καθ’ ημάς, πρόκειται για τον αρνητικού χαρακτήρα κανόνα δικαίου που αποκλείει τον ρ/ο εκ των εσόδων της εύλογης αμοιβής. Δεν αξιώνει, επιπροσθέτως, το ΔικΕΕ, να απαντάται ο σκοπός της εθνικής διάταξης στην οδηγία 2001/29, ή, έστω, να αναγνωρίζεται από αυτήν. Απλώς, η ρύθμιση πρέπει να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Μόνον υπό την προϋπόθεση αυτή, ο «σκοπός» της συνιστά εύλογο και αντικειμενικό κριτήριο. Τέτοιου είδους κριτήριο είναι, πράγματι, η απουσία/«ασήμαντο» της ζημίας. Αλλά η διατύπωση της σκ. 48, i.e. «…τέτοιου είδους…» [= «… ein solches …»], δεν πορίζει έρεισμα στη θέση ότι το εκτεθέν κριτήριο είναι και το μόνον. Δεν εισάγεται, επομένως, αποκλειστική απαρίθμηση.
    25. Με επίκληση της ΑιτΣκ.35 οδηγίας 2001/29, βάσει της οποίας καταλείπεται στα κράτη-μέλη ευρύ περιθώριο εκτίμησης, κατά την αρτίωση του συστήματος της δίκαιης αποζημίωσης, με συνέπεια να μην οφείλεται αποζημίωση, σε περίπτωση που η ζημία είναι «ασήμαντη», γίνεται δεκτό ότι είναι αμελητέα η ζημία που προξενεί η ιδιωτική αναπαραγωγή του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού (βλ. Vogel, εις: Schricker/Loewenheim, UrhG, §85, Rn. 90). Με κριτήριο την διάκριση της δραστηριότητας του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού σε κύρια (εκπομπές) και δευτερεύουσα (αναπαραγωγή από ιδιώτη των υλικών ενσωματώσεων των εκπομπών του ρ/ο, άρα, όχι η αναπαραγωγή από ιδιώτη των ζωντανών εκπομπών, αλλά μόνον των προηγουμένως από τον ρ/ο μαγνητοσκοπημένων εκπομπών) παρατηρείται ότι δεν πλήττεται από την ιδιωτική αναπαραγωγή η κύρια δραστηριότητά τους, i.e. ραδιοτηλεοπτική μετάδοση/αδειοδότηση της αναμετάδοσης και παρουσίαση στο κοινό των εκπομπών τους. Το αντίθετο ισχύει για τους δημιουργούς, τους καλλιτέχνες και τους παραγωγούς υλικών φορέων ήχου ή ήχου και εικόνας (βλ. BGH, GRUR 2010.924, Rn. 12· BGH, GRUR 1999.578 [in fine]· BVerfG, ZUM 2011.236, Rn. 10· Krieger, GRUR Int. 1983.432).
    26. Η διάκριση μεταξύ κύριας και δευτερεύουσας δραστηριότητας ουδόλως άγνωστη είναι στην νομολογία του ΔικΕΕ. Απαντάται, εν σχέσει με τα πολυλειτουργικά υποθέματα αναπαραγωγής. Εφ’ όσον αποδεικνύεται ότι η δευτερεύουσα λειτουργία αναπαραγωγής δεν χρησιμοποιείται σχεδόν καθόλου, ουδόλως οφείλεται η δίκαιη αποζημίωση (βλ. ΔικΕΕ, C-463/12, σκ. 18-29, Copydan). Τούτο, κατ’ εφαρμογήν της ΑιτΣκ. 35 («ασήμαντη» ζημία). Η «ασήμαντη», ζημία εγγράφεται εντός της οδ. 2001/29, αλλά με ολιστική προσέγγιση.
    27. Η ΑιτΣκ. 31 της οδηγίας 2001/29 αξιώνει δίκαιη ισορροπία μεταξύ των δικαιούχων. Εξ ετέρου, στο ευρύ περιθώριο των κρατών-μελών εμπίπτει ο καθορισμός της μορφής της αποζημίωσης. Μάλιστα, το ΔικΕΕ διάκειται ευμενώς έναντι εθνικού συστήματος που προβλέπει ότι η αποζημίωση «… θα καταβάλλεται υπό τη μορφή εμμέσου αντισταθμίσματος» (βλ. ΔικΕΕ, C-521/11, σκ. 49, Amazon/Austro-Mechana). Δεν επιτάσσεται η χρηματική μορφή του.
    28. Η θέση μας είναι ότι ο ρ/ο έχει ήδη λάβει έμμεσο αποζημιωτικό αντιστάθμισμα της όποιας ζημίας του, στην ουσία αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση του σήματος (signal), το οποίο περιέχει τις υλικές ενσωματώσεις της εκπομπής του, ώστε η συμπερίληψή του στους δικαιούχους της εύλογης αμοιβής να πλήττει την ισορροπία μεταξύ δικαιούχων και να συνεπάγεται απαγορευμένη υπεραντιστάθμιση της όποιας ζημίας του. Ας δούμε την κατάσταση των πραγμάτων.
    29. Είναι ο ρ/ο, που, με τη συνεχή μετάδοση έργων και προστατευομένων αντικειμένων, διευκολύνει την αναπαραγωγή εκ μέρους των ιδιωτών και προξενεί αιτιωδώς τη ζημία των δικαιούχων. Το να αμείβεται, συγχρόνως, συνιστά θεμελιώδη παραδοξότητα. Επίσης, δικαιούται να επιτρέπει ή να απαγορεύει την αναμετάδοση των εκπομπών του (άρθρ. 48 παρ. 1 περ. α΄ ν. 2121/1993).
    30. Συγχρόνως, όμως, οι συγγενικοί δικαιούχοι του μεταδιδόμενου έργου, παραγωγοί υλικών φορέων ήχου, ερμηνευτές/εκτελεστές καλλιτέχνες και, σε περίπτωση οπτικοακουστικού έργου, οι ηθοποιοί δεν δικαιούνται να απαγορεύσουν στον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό τη μετάδοση. Αφού κατ’ άρθρ. 49 παρ. 1 και 5 ν. 2121/1993, η παρουσίαση στο κοινό υλικού φορέα ήχου ή ήχου και εικόνας τελεί υπό καθεστώς νόμιμης αδείας. Πράγματι, σύμφωνα με τις άνω διατάξεις, η παρουσίαση στο κοινό υλικών φορέων ήχου διαπλάσσεται για τους καλλιτέχνες και τους παραγωγούς όχι ως δικαίωμα προληπτικής παρεμβάσεως, αλλά ως τέτοιο οικονομικής ανταποδόσεως. Το ίδιο ισχύει και για τους ηθοποιούς.
    31. Πρόκειται για το προνόμιο μετάδοσης («Sendeprivileg») του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, το οποίο συνιστά έμμεσο αποζημιωτικό αντιστάθμισμα. Εφ’ όσον οι καλλιτέχνες και οι παραγωγοί, ομοίως και οι ηθοποιοί περιορίζονται σε ενοχική αξίωση απολήψεως εύλογης αμοιβής, δεν επιτρέπεται, ακριβώς, λόγω αυτού του προνομίου, να συμμετέχει ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός στην εύλογη αμοιβή. Διότι αντιβαίνει στην αρχή της αναλογικότητας, αλλά και της ισότητας να είναι τούτος και δη συγχρόνως, φορέας (α.) του δικαιώματος να επιτρέπει ή απαγορεύει την αναμετάδοση των εκπομπών του (που περιέχουν έργα και προστατευόμενα αντικείμενα άλλων δικαιούχων), (β.) του προνομίου μετάδοσης και (γ.) της εύλογης αμοιβής του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993. Ασφαλώς, το προνόμιο δεν είναι δωρεάν. Καταβάλλεται εκ μέρους του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού η εύλογη και ενιαία αμοιβή του άρθρ. 49 παρ. 1 & 5 ν. 2121/1993. Τούτο, όμως, ουδόλως σχετικοποιεί το παρονόμιο. Παρέλκει να αναλυθεί η διαφορά μεταξύ εξουσίας προληπτικής παρεμβάσεως και απλής ενοχικής αξιώσεως οικονομικής ανταποδόσεως, τουλάχιστον ως προς την ιδιωτική επιβολή της τελευταίας. Επιδρά, ως εκ της φύσεως του πράγματος, μειωτικώς στην αμοιβή. Άρα, το προνόμιο είναι στοιχείο αφ’ ενός μεν της εύλογης ισορροπίας μεταξύ δικαιούχων, στο πλαίσιο της ΑιτΣκ. 31 οδηγίας 2001/29, και, συγχρόνως, αφ’ ετέρου δε, συνθήκη που καθιστά τη ζημία ασήμαντη, κατά την έννοια της ΑιτΣκ. 35 οδηγίας 2001/29. Σημειώνεται ότι επί των ζητημάτων αυτών ουδόλως τοποθετήθηκε το ΔικΕΕ στην ανωτέρω απόφασή του, ώστε να παραμένουν «ανοικτά».
    32. Τίθεται, συνεπώς, ζήτημα ισορροπίας μεταξύ των δικαιούχων. Εάν, λοιπόν, ο νομοθέτης επιθυμεί να συμπεριλάβει τον ρ/ο στους δικαιούχους της εύλογης αμοιβής, οφείλει, συγχρόνως, να επέμβει διορθωτικώς σε άλλες διατάξεις του ν. 2121/1993, ώστε να αποκατασταθεί η ισορροπία μεταξύ των δικαιούχων στο σύστημα του ν. 2121/1993. Με ιδιαίτερη διορατικότητα, ο Γερμανός νομοθέτης εκθέτει (BT-Dr. 16/1828, s. 17:): «Wollte der Gesetzgeber die Sendeunternehmen in den Kreis der Vergütungsberechtigten einbeziehen, müsste er dem durch Korrekturen des Urheberrechtsgesetzes an anderer Stelle Rechnung tragen, damit das Gesamtkonzept des Schutzes von Urhebern und ausübenden Künstlern sowie des Leistungsschutzes von Tonträgerherstellern, Filmherstellern und Sendeunternehmen in sich stimmig bleibt…».
    33. Με όλον τον σεβασμό προς τον ημέτερο νομοθέτη, προτείνοντας την υπό κριτική διάταξη, εσφαλμένως εξέλαβε την απόφαση του ΔικΕΕ, δεν διαπίστωσε την ύπαρξη ζημίας, δεν έλαβε υπ’ όψιν τη θέση του αειμνήστου Καθηγητή Γεωργίου Κουμάντου και δεν θέτει, ούτε, επομένως, αντιμετωπίζει το ζήτημα της διακατηγοριακής (μεταξύ δικαιούχων) ισότητας, η οποία πλήττεται, κατά τρόπο που αντίκειται προδήλως στο ειδικό σύστημα αποζημίωσης του άρθρ. 5 παρ. 2 β οδηγίας 2001/29. Υπάρχει και ένας ακόμη λόγος που εκτίθεται αμέσως κατωτέρω.

    V. Περισσότεροι οι δικαιούχοι – αμετάβλητο το ύψος της εύλογης αμοιβής (!!!)

    34. Η προτεινόμενη ρύθμιση προσθέτει απλώς μία ακόμη κατηγορία δικαιούχων. Αλλά διατηρεί το ύψος της εύλογης αμοιβής αναλλοίωτο. Το ποσοστό παραμένει 2% και 6% επί της τιμής εισαγωγής κ.λπ.
    35. Καθορίζοντας το ύψος της αποκαταστατέας ζημίας σε ποσοστό 2% και 6%, ο εθνικός νομοθέτης έκρινε ότι αυτό είναι το ύψος της ζημίας που υφίστανται οι (παλαιοί) δικαιούχοι, το οποίο και αποκαθίσταται. Βεβαίως, είναι επιβεβλημένη ιδιαίτερη επιφύλαξη, αν τα προβλεπόμενα ποσοστά αποτυπώνουν πράγματι τη ζημία. Αυτή είναι κατά πολύ μεγαλύτερη, όπως αποδεικνύεται εκ πλήθους ερευνών, οι οποίες ευρίσκονται εις χείρας του Ο.Π.Ι. Το ζήτημα δεν είναι αυτό εν προκειμένω, αν και θα έπρεπε να είναι, αλλά το ακόλουθο:
    36. Εφ’ όσον το ποσοστό δεν αυξάνεται με την προσθήκη νέου δικαιούχου, δύο είναι οι νοητές εκδοχές.
    30.1 Είτε ο νέος δικαιούχος δεν υφίσταται σημαντική ζημία, αυτή είναι η θέση μας, άρα η προτεινόμενη διάταξη αντίκειται στην οδηγίας 2001/29, διότι υπεραντισταθμίζει μία ασήμαντη ζημία.
    30.2 Είτε υφίσταται ζημία ο νέος δικαιούχος, αλλά λόγω της διατήρησης σταθερού του ποσοστού (2% & 6%) υποαντισταθμίζεται η ζημία των παλαιών δικαιούχων, ώστε, και πάλι, να αντίκειται η προτεινόμενη διάταξη στην οδηγία 2001/29.
    37. Επομένως, εφ’ όσον διαπιστωθεί ότι ο ρ/ο υφίσταται σημαντική ζημία, η νέα διάταξη του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993 πρέπει να προβλέψει μεγαλύτερο ποσοστό αμοιβής για να συνάδει προς την οδηγία 2001/29.

    Γ. Συμπεράσματα
    38. Το ζήτημα δεν είναι αμιγώς νομικό, αλλά, κατ’ εξοχήν δε, πολιτικό, πολιτικής πολιτισμού.
    39. Η προτεινόμενη διάταξη στερείται πραγματολογικής βάσης και αιτιολογίας. Δεν έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη σημαντικής ζημίας του ρ/ο. Άλλωστε, δεν υφίσταται τέτοια.
    40. Η προτεινόμενη διάταξη δεν λαμβάνει υπ’ όψιν την αρχή της ισότητας μεταξύ των δικαιούχων. Αντιθέτως, την πλήττει.
    41. Η διατήρηση σταθερού του ποσοστού εύλογης αμοιβής, παρά την προσθήκη νέου δικαιούχου, καθιστά την προτεινόμενη διάταξη, διττώς, αντικείμενη προς το ειδικό σύστημα αποζημίωσης του άρθρ. 5 παρ. 2 (β) οδηγίας 2001/29. Συγχρόνως, υποαντισταθμίζει (παλαιοί δικαιούχοι) και υπεραντισταθμίζει (νέος δικαιούχος) τη ζημία.
    42. Το ζήτημα της συμμετοχής του ρ/ο στο έσοδο του άρθρ. 18 παρ. 3 ν. 2121/1993 δεν είναι τέτοιο προσθήκης μίας λέξης (= ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός) στο γράμμα της διάταξης. Αλλά τέτοιο (δυσχερούς) ολιστικής προσέγγισης του ν. 2121/1993 ως συστήματος δικαίου, όπως ανάγλυφα καταδεικνύεται από τις εμβριθείς συζητήσεις στους κόλπους της γερμανικής έννομης τάξης.
    43. Η διάταξη είναι φρόνιμο να αποσυρθεί και ο νομοθέτης να εξετάσει και διαπιστώσει προηγουμένως όσα υποδεικνύει το ΔικΕΕ στο Πρωτοδικείο Ερφούρτης να εξετάσει. Δηλαδή, μεταξύ άλλων, την ύπαρξη σημαντικής ζημίας. Πέραν δε αυτών, να εξετάσει και όσα ζητήματα, έμμεσο αποζημιωτικό αντιστάθμισμα, δεν εξέτασε το ΔικΕΕ, διότι δεν τέθηκαν ενώπιον του.
    44. Δίκην επιλόγου, δύο τελευταία ερωτήματα: Είναι, άραγε, δικαιούχος και η δημοσία ραδιοφωνία και τηλεόραση, κατά τη βούληση του νομοθέτη; Έχει αντιληφθεί ο νομοθέτης ότι με τη ρύθμιση καθιστά δικαιούχο της εύλογης αμοιβής κάθε ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό σταθμό που εκπέμπει, ακριβέστερα ακούγεται ή θεάται, αντιστοίχως, στην Ελλάδα;
    ______________________________________

  • 19 Ιανουαρίου 2025, 08:27 | Vasily Psaromatis

    Bravo well done θα μπορούσε με τεχνητή νοημοσύνη και ΕΥΠ

  • 18 Ιανουαρίου 2025, 20:12 | Vasilieios Psaromatis

    Σωστά τα πνευματικά δικαιώματα αλλά θα ήθελα και τεχνητή νοημοσύνη