- Υπουργείο Δικαιοσύνης - https://www.opengov.gr/ministryofjustice -

ΜΕΡΟΣ Ε’ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΘ’ ΥΛΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’ ΣΚΟΠΟΣ – ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ (Άρθρα 52-61)

Άρθρο 52

Σκοπός

Σκοπός του παρόντος μέρους είναι η σύμμετρη κατανομή της δικαστικής ύλης μεταξύ των διοικητικών δικαστηρίων με τροποποιήσεις της καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμοδιότητας αυτών, με στόχο την αποτελεσματικότερη παροχή δικαστικής προστασίας, καθώς και την επιτάχυνση της έκδοσης των δικαστικών αποφάσεων.

Άρθρο 53

Αντικείμενο

Αντικείμενο του παρόντος μέρους αποτελούν η τροποποίηση:

α) της παρ. 2 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), περί της καθ’ ύλη αρμοδιότητας των διοικητικών δικαστηρίων,

β) του άρθρου 205Α του ν. 4412/2016 (Α’ 147), περί της δικαστικής επίλυσης των διαφορών που αναφύονται από συμβάσεις προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών,

γ) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 702/1977 (Α’ 268), περί των ακυρωτικών διαφορών που υπάγονται στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού εφετείου,

δ) της περ. ε) της παρ. 2 και της παρ. 4 του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της κατά τόπον αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων,

ε) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της ανακοπής κατά των πράξεων που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης,

στ) του άρθρου 218 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί του δικαστηρίου που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των διαφορών που αναφύονται κατά την είσπραξη των δημόσιων εσόδων,

ζ) των περ. α) και β) της παρ. 2 του άρθρου 219 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, και

η) της παρ. 1 του άρθρου 220 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της προθεσμίας άσκησης ανακοπής στο πλαίσιο της διοικητικής εκτέλεσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΘ’ ΥΛΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

Άρθρο 54

Εξαίρεση των διαφορών από δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών από την καθ’ ύλη αρμοδιότητα του Εφετείου – Επέκταση καθ’ ύλη αρμοδιότητας Τριμελούς Πρωτοδικείου σε φορολογικές και τελωνειακές διαφορές – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 6 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), περί της καθ’ ύλη αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. α), προστίθενται οι λέξεις «με εξαίρεση τις διαφορές από δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών, για τις οποίες αρμόδιο είναι σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, το τριμελές πρωτοδικείο,», β) στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της περ. β), οι λέξεις «εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000)», γ) στην περ. δ), οι λέξεις «του άρθρου 46 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024, Α΄ 58)» και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Η εκδίκαση: α) των διαφορών από δημόσιες συμβάσεις ανήκει, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, στο εφετείο, με εξαίρεση τις διαφορές από δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών, για τις οποίες αρμόδιο είναι σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, το τριμελές πρωτοδικείο, β) των φορολογικών και τελωνειακών εν γένει διαφορών, των οποίων το αντικείμενο δεν υπερβαίνει τις σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο βαθμό στο μονομελές πρωτοδικείο. Εάν το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ και μέχρι του ποσού των διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο βαθμό στο τριμελές πρωτοδικείο. Εάν το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό στο τριμελές εφετείο, γ) των χρηματικών διαφορών, των οποίων το αντικείμενο δεν υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ, ανήκει στο μονομελές πρωτοδικείο, δ) των διαφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή των άρθρων 13 και 14 του ν. 2523/1997 (Α’ 179), των παρ. 5 και 6 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024, Α΄ 58), του άρθρου 153 του ν. 2960/2001 (Α’ 265) και των περ. γ’, δ’ και ε’ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 1406/1983 (Α’ 182), η οποία προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 3659/2008 (Α’ 77), ανήκει στον πρόεδρο πρωτοδικών του διοικητικού πρωτοδικείου, ο οποίος αποφαίνεται ανεκκλήτως. Η παρ. 9 του άρθρου 13 του ν. 2523/1997 (Α’ 179), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του ν. 3900/2010 (Α’ 213), εφαρμόζεται για την εκδίκαση των προσφυγών αυτών. Αν πρόκειται για φορολογική ή τελωνειακή εν γένει διαφορά, για την εφαρμογή των παραπάνω περ. β’ και γ’, η αρμοδιότητα προσδιορίζεται με βάση το ποσό του κύριου φόρου, δασμού, τέλους ή προστίμου.».

Άρθρο 55

Αλλαγή της καθ’ ύλη αρμοδιότητας επί διοικητικών διαφορών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων για διαφορές από συμβάσεις προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών – Τροποποίηση άρθρου 205Α ν. 4412/2016

Στο άρθρο 205Α του ν. 4412/2016 (Α’ 147), περί της δικαστικής επίλυσης των διαφορών που αναφύονται από συμβάσεις προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, αα) στο πρώτο εδάφιο, i) η λέξη «Εφετείο» αντικαθίσταται από τη λέξη «Πρωτοδικείο» και ii) προστίθενται οι λέξεις «, το οποίο κρίνει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό» και αβ) στο τρίτο εδάφιο, η λέξη «Εφετείων» αντικαθίσταται από τη λέξη «Πρωτοδικείων», β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 και στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3, η λέξη «Εφετείο» αντικαθίσταται από τη λέξη «Πρωτοδικείο», γ) στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 4, η λέξη «Εφετείου» αντικαθίσταται από τη λέξη «Πρωτοδικείου», δ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 5, η λέξη «Εφετείων» αντικαθίσταται από τη λέξη «Πρωτοδικείων» και το άρθρο 205Α διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 205Α

Δικαστική Επίλυση Διαφορών

  1. Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από τη σύμβαση προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της σύμβασης ως διοικητικής ή ως ιδιωτικού δικαίου, επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο Διοικητικό Πρωτοδικείο της Περιφέρειας, στην οποία εκτελείται η σύμβαση, το οποίο κρίνει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Παρέκταση αρμοδιότητας δεν επιτρέπεται. Αν η σύμβαση εκτελείται στην Περιφέρεια δύο ή περισσότερων Διοικητικών Πρωτοδικείων, αρμόδιο καθίσταται αυτό που θα επιλέξει ο προσφεύγων ή ο ενάγων.
  2. Πριν από την άσκηση της προσφυγής στο Διοικητικό Πρωτοδικείο προηγείται υποχρεωτικά η τήρηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 205 ενδικοφανούς διαδικασίας, διαφορετικά η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Δεν απαιτείται η τήρηση ενδικοφανούς διαδικασίας αν ασκείται από τον ενδιαφερόμενο αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας δεν σωρεύεται αίτημα ακύρωσης ή τροποποίησης διοικητικής πράξης ή παράλειψης.
  3. Η υπόθεση συζητείται σε δικάσιμο που ορίζεται όσο το δυνατόν συντομότερα. Αν ο φάκελος της υπόθεσης δεν αποσταλεί στο Διοικητικό Πρωτοδικείο από τη Διοίκηση, η συζήτηση αναβάλλεται σε νέα δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση συζητείται με βάση τα στοιχεία που προσκομίζει ο προσφεύγων ή ο ενάγων, αν το ζητήσει ο ίδιος.
  4. Η συζήτηση και η διεξαγωγή της απόδειξης ολοκληρώνονται σε μία (1) δικάσιμο. Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη, μόνο αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου τρεις (3) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Η απόφαση εκδίδεται το ταχύτερο. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Πρωτοδικείου είναι αμέσως εκτελεστές.
  5. Κατά των αποφάσεων των Διοικητικών Πρωτοδικείων που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορεί να ασκηθεί αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά τις ισχύουσες διατάξεις. Αν από την εκτέλεση της απόφασης πιθανολογείται κίνδυνος βλάβης δυσχερώς επανορθώσιμης, μπορεί να διαταχθεί με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους η ολική ή η εν μέρει αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, με τον όρο παροχής ανάλογης εγγύησης ή και χωρίς εγγύηση ή να εξαρτηθεί η εκτέλεση της απόφασης από την παροχή εγγύησης από τον διάδικο που έχει νικήσει. Για την αίτηση αποφαίνεται, συνεδριάζοντας ως συμβούλιο, χωρίς υποχρεωτική κλήτευση των διαδίκων, το αρμόδιο τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο συγκροτείται από τρία (3) μέλη, στα οποία περιλαμβάνεται υποχρεωτικά ο εισηγητής της υπόθεσης. Η απόφαση της αναστολής μπορεί κατά τον ίδιο τρόπο να ανακληθεί, με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους έως και κατά την πρώτη συζήτηση της αναίρεσης.
  6. Αν ο ανάδοχος της σύμβασης είναι κοινοπραξία, η προσφυγή ασκείται είτε από την ίδια είτε από όλα τα μέλη της, που μεταξύ τους στην περίπτωση αυτή υπάρχει αναγκαστική ομοδικία.».

Άρθρο 56

Μεταφορά ακυρωτικών διαφορών από το τριμελές διοικητικό εφετείο στο τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο – Τροποποίηση παρ. 1 και 1Α άρθρου 1 ν. 702/1977

  1. Στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 702/1977 (Α’ 268), περί των ακυρωτικών διαφορών που υπάγονται στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού εφετείου, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) διαγράφεται η λέξη «, στρατιωτικών», β) προστίθενται οι λέξεις «, καθώς και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των ανώτατων στρατιωτικών» και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις η περ. α) διαμορφώνεται ως εξής:

«α) τον διορισμό και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των λειτουργών και υπαλλήλων (πολιτικών και δικαστικών) του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθμίδας και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των ανωτάτων στρατιωτικών,».

  1. Στην παρ. 1Α του άρθρου 1 του ν. 702/1977, προστίθενται περ. γ), δ) και ε) και η παρ. 1Α διαμορφώνεται ως εξής:

«1Α. Στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου υπάγεται η εκδίκαση αιτήσεων ακύρωσης ατομικών πράξεων διοικητικών αρχών που αφορούν:

α) την εφαρμογή της νομοθεσίας περί όπλων και εκρηκτικών εν γένει,

β) την αποκατάσταση βλαβών επί των πάσης φύσεως ή κατηγορίας δημοσίων έργων και ιδίως επί του οδικού δικτύου εν γένει, καθώς και την επιβολή της σχετικής δαπάνης σε βάρος των υπόχρεων προσώπων,

γ) την έκδοση αδειών υπαίθριων διαφημίσεων και επιγραφών, καθώς και την αφαίρεση παράνομων υπαίθριων διαφημίσεων και επιγραφών και την επιβολή σχετικών προστίμων,

δ) την εφαρμογή της αθλητικής νομοθεσίας,

ε) τον διορισμό και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των στρατιωτικών, ανεξάρτητα από τη φύση της σχέσης που τους συνδέει με τον φορέα τους, με την επιφύλαξη της περ. α) της παρ. 1.».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΕΚΔΙΚΑΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ – ΑΝΑΚΟΠΕΣ ΚΑΤΑ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Άρθρο 57

Κατά τόπον αρμοδιότητα επί φορολογικών διαφορών – Τροποποίηση περ. ε) παρ. 2 και παρ. 4 άρθρου 7 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

  1. Η περ. ε) της παρ. 2 του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), περί της κατά τόπον αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αντικαθίσταται ως εξής:

«ε) αν πρόκειται για φορολογικές διαφορές, εκείνο στην περιφέρεια του οποίου κατοικεί ή εδρεύει το φορολογούμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα και σε περίπτωση φορολογικών διαφορών που αφορούν αλληλέγγυα ή εις ολόκληρον ευθύνη, εκείνο στην περιφέρεια του οποίου κατοικεί ή εδρεύει το αρχικώς υπόχρεο φορολογούμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα,».

  1. Στην παρ. 4 του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθενται οι λέξεις «ή εδρεύει», β) προστίθεται παραπομπή στην περ. ε’ και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Όταν η αρχή εδρεύει στην αλλοδαπή ή όταν στην αλλοδαπή κατοικεί ή εδρεύει ο διάδικος, στις περ. β’, ε΄ και στ’ της παρ. 2, αρμόδια είναι τα δικαστήρια της Πρωτεύουσας.».

Άρθρο 58

Προσβαλλόμενες με την ανακοπή πράξεις – Τροποποίηση περ. α) παρ. 1 άρθρου 217 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

Στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), περί της ανακοπής κατά των πράξεων που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, προστίθενται οι λέξεις «ή της ατομικής ειδοποίησης» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά:

α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου ή της ατομικής ειδοποίησης,

β) της κατασχετήριας έκθεσης,

γ) του προγράμματος πλειστηριασμού,

δ) της έκθεσης πλειστηριασμού και

ε) του πίνακα κατάταξης.».

Άρθρο 59

Καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμοδιότητα για την εκδίκαση ανακοπής κατά πράξεων διοικητικής εκτέλεσης – Αντικατάσταση άρθρου 218 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

Το άρθρο 218 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97), περί του δικαστηρίου που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των διαφορών που αναφύονται κατά την είσπραξη των δημόσιων εσόδων, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 218

Αρμόδιο δικαστήριο

  1. Καθ’ ύλη αρμόδιο δικαστήριο προς εκδίκαση των κατά το άρθρο 216 διαφορών είναι, στον πρώτο βαθμό, το μονομελές πρωτοδικείο, εφόσον η απαίτηση, για την οποία χωρεί η εκτέλεση, δεν υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ και το τριμελές πρωτοδικείο, εφόσον η εν λόγω απαίτηση υπερβαίνει το ποσό αυτό. Καθ’ ύλη αρμόδιο δικαστήριο προς εκδίκαση των ανωτέρω διαφορών στον δεύτερο βαθμό είναι το μονομελές εφετείο, εφόσον η απαίτηση για την οποία χωρεί η εκτέλεση δεν υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ και το τριμελές εφετείο, εφόσον η εν λόγω απαίτηση υπερβαίνει το ποσό αυτό.
  2. Κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο σε πρώτο βαθμό είναι, σε περίπτωση ανακοπής κατά πράξης ταμειακής βεβαίωσης, ατομικής ειδοποίησης ή έκθεσης κατάσχεσης εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων, το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του οφειλέτη, ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση ανακοπής, το δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης.».

Άρθρο 60

Εκπροσώπηση του Δημοσίου κατά την εκδίκαση ανακοπής κατά πράξεων διοικητικής εκτέλεσης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 219 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο των περ. α) και β) της παρ. 2 του άρθρου 219 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97), περί της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, οι λέξεις «της Δ.Ο.Υ. ή του τελωνείου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής» και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 219 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 219

Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση

  1. Προς άσκηση ανακοπής νομιμοποιείται εκείνος που έχει άμεσο, προσωπικό και ενεστώς έννομο συμφέρον ή στον οποίο αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα από ειδική διάταξη νόμου.
  2. Η ανακοπή στρέφεται:

α) Στις περ. α’, β’, γ’ και δ’ της παρ. 1, καθώς και στην περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 217: κατά του Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από τον προϊστάμενο της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής που επισπεύδει την εκτέλεση, στον οποίο και επιδίδεται η ανακοπή. Ειδικώς, στην περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 217, η ανακοπή κοινοποιείται, με ποινή απαραδέκτου, και στον αρμόδιο για τον πλειστηριασμό υπάλληλο, καθώς και στον υπερθεματιστή.

β) Στην περ. ε’ της παρ. 1 του άρθρου 217: κατά του επισπεύδοντος την εκτέλεση Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από τον προϊστάμενο της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής που επισπεύδει την εκτέλεση. Στην περίπτωση αυτή, η ανακοπή κοινοποιείται, με ποινή απαραδέκτου, στον δανειστή του οποίου προσβάλλεται η κατάταξη και στον αρμόδιο υπάλληλο του πλειστηριασμού, ενώ,

γ) Στην περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 217: κατά του τρίτου, στα χέρια του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση.».

Άρθρο 61

Προσβαλλόμενες πράξεις των οποίων η κοινοποίηση εκκινεί την προθεσμία άσκησης ανακοπής –  Εκπροσώπηση του Δημοσίου – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 220 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 220 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), περί της προθεσμίας άσκησης ανακοπής στο πλαίσιο της διοικητικής εκτέλεσης, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. α), προστίθενται οι λέξεις «ή της ατομικής ειδοποίησης», β) στην περ. γ), οι λέξεις «της Δ.Ο.Υ. ή του τελωνείου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 2, η κατά το άρθρο 217 ανακοπή ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, η οποία αρχίζει:

α) στις περ. α’, β’ και δ’ της παρ. 1, από την επίδοση, αλλιώς από την πλήρη γνώση της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ή της ατομικής ειδοποίησης, της κατασχετήριας έκθεσης και της έκθεσης πλειστηριασμού, αντιστοίχως,

β) στην περ. ε’ της παρ. 1, από την επίδοση της γραπτής πρόσκλησης του αρμόδιου για τον πλειστηριασμό υπαλλήλου προς τους δανειστές, για να λάβουν γνώση του πίνακα κατάταξης,

γ) στην περ. α’ της παρ. 2, από την επίδοση της δήλωσης του τρίτου ή την περιέλευση της σχετικής έκθεσης του ειρηνοδίκη, στον προϊστάμενο της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής που επισπεύδει την εκτέλεση,

δ) στην περ. β’ της παρ. 2, από την περιέλευση στο σύνδικο, του πίνακα των βεβαιωμένων υπέρ του Δημοσίου χρεών του οφειλέτη, ενώ

ε) σε κάθε άλλη περίπτωση άσκησης ανακοπής, από την επίδοση, αλλιώς από την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης πράξης.».