Αρχική Αναδιοργάνωση της δομής της Ελληνικής Αστυνομίας και αναβάθμιση της εκπαίδευσης του ένστολου προσωπικού της – Εκσυγχρονισμός του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης υπόδικων, κατάδικων και κρατούμεν...ΜΕΡΟΣ Α΄ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ – ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ (άρθρα 1-101)Σχόλιο του χρήστη ΑΚΚΕΛ (Αγροτικό Κτηνοτροφικό Κόμμα Ελλάδας) | 23 Φεβρουαρίου 2025, 18:51
Το Αγροτικό Κτηνοτροφικό Κόμμα Ελλάδας (ΑΚΚΕΛ) επισημαίνει την αναγκαιότητα να συμπεριληφθούν στο νομοσχέδιο τα παρακάτω στοιχεία διότι αποτελούν λύσεις σε σοβαρούς τομείς προβλημάτων στη σχέση των αστυνομικών με τους πολίτες, που έχει θέσει εγγράφως στον αρμόδιο Υπουργό και στον Αρχηγό της Αστυνομίας, χωρίς η ανταπόκρισή τους να είναι εντελώς αποδεκτή ως προς το δημοκρατικό περιεχόμενό της και επίγνωσης του ρόλου της Αστυνομίας. Τα στοιχεία αναφέρονται στη υποχρέωση των αστυνομικών να αποδεικνύουν την αστυνομική τους ιδιότητα όποτε έρχονται σε επαφή με πολίτες, όπως επίσης και την υποχρέωση να αξιοποιούν αποδεικτικά στοιχεία από βίντεο καμερών ασφαλείας και την εξουδετέρωση κατάχρησης εξουσίας και αυθαιρεσιών κατά δημοσιογράφων. Το ΑΚΚΕΛ και στελέχη του έχουν πολυετή εμπειρία με παραβιάσεις του καθήκοντος αστυνομικών σε αυτούς τους τομείς, έτσι ώστε να μην ελεγχθούν οι αστυνομικοί ή κυβερνητικά και άλλα δημόσια πρόσωπα σύμφωνα με την αρχή και υποχρέωση της Λογοδοσίας που αποτελεί έναν από τους θεμελιώδεις πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Αρχικά το ΑΚΚΕΛ υπογραμμίζει, σχετικά με τον ρόλο της Αστυνομίας, ότι θα πρέπει να υπάρχει ρητή απαγόρευση της συμμετοχής αστυνομικών σε υποστήριξη ή διευκόλυνση με οποιονδήποτε τρόπο της έξωσης ή κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων πολιτών. Η Αστυνομία να παρεμβαίνει μόνο όταν προκαλούνται ταραχές ή διασάλευση της ειρήνης ή κίνδυνος σωματικής βλάβης ανθρώπων λόγω επιθετικής συμπεριφοράς και όχι όταν ο πολίτης έχει συμπεριφορά που δεν τα προκαλεί αυτά. Σύμφωνα με τις ήδη ισχύουσες διατάξεις, κάθε αστυνομικός κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του έχει υποχρέωση να ανακοινώνει την αστυνομική του ιδιότητα σε κάθε πολίτη στον χώρο που παρεμβαίνει για οποιονδήποτε λόγο. Αυτό δεν γίνεται ποτέ σήμερα και όχι μόνο αυτό αλλά οι αστυνομικοί στην συντριπτική πλειοψηφία τους δεν φέρουν σε εμφανές σημείο της στολής τους τον αριθμό μητρώου τους που τους προσδιορίζει μοναδικά εντός του Αστυνομικού Σώματος. Θα πρέπει να εισαχθεί ρητή και ξεκάθαρη διάταξη όπου θα αναφέρει την υποχρέωση κάθε αστυνομικού να φέρει τον αριθμό στην στολή του σε εμφανές σημείο ή αν για οποιονδήποτε λόγο αυτός δεν φαίνεται, ο αστυνομικός να δείχνει την υπηρεσιακή του ταυτότητα σε κάθε πολίτη εντός του χώρου που παρεμβαίνει, ακόμη και αν οι πολίτες δεν την ζητήσουν. Αν όλοι οι παρεμβαίνοντες αστυνομικοί δεν φέρουν τον αριθμό στην στολή τους και δεν δείχνουν την υπηρεσιακή τους ταυτότητα ενώ δρουν ως φορείς με αστυνομική εξουσία, αυτό να χαρακτηρίζεται και να διώκεται ως αντιποίηση αρχής και οι πολίτες να έχουν την υποχρέωση να πραγματοποιήσουν σύλληψη πολιτών κατά των ατόμων που είναι ντυμένοι με ρούχα τύπου αστυνομικής στολής αλλά χωρίς τον αριθμό μητρώου και χωρίς να δείχνουν υπηρεσιακή ταυτότητα και ταυτόχρονα διεκδικούν εμπράκτως να λειτουργούν σαν αστυνομικοί. Για να αξιοποιηθεί η τεχνολογία προς την κατεύθυνση της επιβεβαίωσης της αστυνομικής ιδιότητας, οι αστυνομικοί εν ώρα υπηρεσίας θα υποχρεούνται να φέρουν στην στολή τους απλή συσκευή Bluetooth και RFID που θα παρέχεται από την Αστυνομία κάθε φορά που αναλαμβάνουν υπηρεσία εντός του αστυνομικού τμήματος και θα εκπέμπει τον αριθμό μητρώου. Αυτός ο αριθμός θα διαβάζεται και θα προβάλλεται μέσω εφαρμογής (app) σε οποιαδήποτε κινητά τηλέφωνα Android κλπ ή άλλων συσκευών ανάγνωσης. Δηλαδή οι πολίτες θα μπορούν να βλέπουν οπτικά τον αριθμό στην στολή και να τον λαμβάνουν στο κινητό τηλέφωνο τους ή σε άλλη συσκευή ανάγνωσης Bluetooth-RFID. Η ενεργοποίηση αυτών των ασύρματων συσκευών δεν θα γίνεται στην διάρκεια εφόδων κατά του οργανωμένου εγκλήματος ή υπόπτων για τέτοιο ώστε η Αστυνομία να μην χάνει το όφελος του αιφνιδιασμού. Μία άλλη διάταξη που επιβάλλεται να εισαχθεί επίσης αφορά την απαράδεκτη στάση των αστυνομικών στην χρήση βιντεοληπτικού υλικού από κάμερες ασφαλείας όταν το υλικό είναι επιβαρυντικό για αυτούς ή για άλλους δημόσιους λειτουργούς. Η σχετική εγκληματική συμπεριφορά αναφορικά με το βιντεοληπτικό υλικό και την καταστροφή στοιχείων για την τραγωδία των Τεμπών αποτέλεσε την κορύφωση αυτής της απαράδεκτης στάσης. Στην εν λόγω διάταξη το ΑΚΚΕΛ θεωρεί επιβεβλημένο να υποχρεώνονται να λαμβάνουν οι αστυνομικοί το οπτικοακουστικό υλικό από κάμερες σε μέρη όπου σημειώθηκαν περιστατικά όπου εμπλέκονται αστυνομικοί κυρίως αν ασκήθηκε δίωξη σε πολίτη ή αν του έγινε προσαγωγή ή σύλληψη. Η εμπειρία του ΑΚΚΕΛ δείχνει ότι η αστυνομία (σε συντονισμό με δικαστικούς λειτουργούς μερικές φορές) εμπράκτως παρεμποδίζει την λήψη του οπτικοακουστικού υλικού ή την παράδοσή του στον πολίτη για να μην μπορεί ο πολίτης να το χρησιμοποιήσει υπέρ του όταν αυτό το υλικό αποδεικνύει αυθαιρεσία ή κατάχρηση εξουσίας από τους αστυνομικούς ή άλλους δημόσιους λειτουργούς. Επιπλέον, αυτό το υλικό να παραδίδεται στον πολίτη ως αποδεικτικό στοιχείο χωρίς προϋπόθεση ή έγκριση διότι είναι υποκείμενο των δεδομένων που έχουν καταγραφεί και το υλικό μπορεί να χρησιμοποίηση για έλεγχο λογοδοσίας δημοσίων λειτουργών. Στην πράξη το ΑΚΚΕΛ διαπίστωσε ότι οι αστυνομικοί δεν δίνουν αυτό το υλικό ακόμη και όταν τους έχει δοθεί από τον υπεύθυνο του καταστήματος κλπ, δεν το λαμβάνουν υπόψιν κατά τη διάρκεια ΕΔΕ και σε συντονισμό με εισαγγελικούς λειτουργούς δεν επιτρέπουν στον πολίτη να το λάβει για να ασκήσει τα δικαιώματά του. Φθάνουν σε σημείο μερικές φορές να υποστηρίξουν ότι αν το δώσουν θα παραβιάσουν προσωπικά δεδομένα των εν υπηρεσία αστυνομικών (!) αν και οι σχετικές προστατευτικές διατάξεις δεν ισχύουν για αστυνομικούς ή γενικά δημόσιους λειτουργούς κατά τη διάρκεια υπηρεσίας άσκησης των καθηκόντων τους, διότι αυτός ο χρόνος δεν είναι ιδιωτικός βίος. Για να αποδοθεί δικαιοσύνη αναδρομικά σε περιπτώσεις πολιτών που δεν τους δόθηκε οπτικοακουστικό βιντεοληπτικό υλικό αν και το ζήτησαν (με τους ίδιους να εμφανίζονται σε αυτό σε περιστατικά αυθαιρεσίας, κατάχρησης εξουσίας κλπ από αστυνομικούς ή άλλους δημοσίους λειτουργούς), να προστεθεί διάταξη για άμεση και χωρίς προϋποθέσεις αποζημίωσή τους με τουλάχιστον 5.000 ευρώ ανά περιστατικό. Επιπλέον, να ανοίγουν εκ νέου οι σχετικές υποθέσεις τους και να επανεξετάζονται χωρίς οικονομικό κόστος για τον πολίτη και λαμβάνοντας υπόψιν το οπτικοακουστικό υλικό που δεν αξιολογήθηκε. Η συμπεριφορά των αστυνομικών κατά δημοσιογράφων είναι επίσης ένας τομέας που αφορά τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και επιβάλλεται να ρυθμιστεί δεδομένου ότι έχει καταγγελθεί ως κάκιστη ακόμη και στο Συμβούλιο της Ευρώπης (ηλεκτρονική πλατφόρμα coe.int). Η βιντεοσκόπηση και φωτογράφηση αστυνομικών κατά τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους έχει προκαλέσει την απαράδεκτη και παράνομη εχθρότητα πολλών από αυτούς κατά των δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ, μέσω προσαγωγών και συλλήψεων με ψευδείς κατηγορίες ακόμη και με επίκληση παραβίασης προσωπικών δεδομένων των αστυνομικών. Είναι επιβεβλημένο πια για να εφαρμοστεί η νομιμότητα (την οποία οι αστυνομικοί δεν την εφαρμόζουν) να περιοριστεί δραστικά η παρεμβατικότητα των αστυνομικών κατά δημοσιογράφων, όταν οι τελευταίοι καταγράφουν τους αστυνομικούς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ώστε να ενημερώσουν τους πολίτες για την απαραίτητη λογοδοσία που οφείλουν οι αστυνομικοί. Είναι απαραίτητη η εισαγωγή μίας διάταξης που θα ξεκαθαρίσει ότι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους με την ιδιότητα του δημοσίου λειτουργού, δεν ισχύουν για τους αστυνομικούς οι διατάξεις περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, διότι όταν βρίσκονται εν υπηρεσία δεν διάγουν ατομικό βίο αλλά υπηρεσιακή λειτουργία για την οποία πρέπει και επιτρέπεται να ελέγχονται, συνεπώς απαγορεύεται η παρεμπόδιση της φωτογράφησης ή βιντεοσκόπησής τους. Επιπλέον αμέσως μόλις ένας δημοσιογράφος, κάτοχος δημοσιογραφικής ταυτότητας, δείξει την ταυτότητά του σε αστυνομικούς, οι αστυνομικοί οφείλουν να μην τον παρενοχλούν.